ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 9 Γενάρη 2000
Σελ. /48
ΔΙΕΘΝΗ
Η Τουρκία το 1999
Μια αντιφατική χρονιά

Ερείπια από τους σεισμούς στο Γιολτσούκ

Associated Press

Ερείπια από τους σεισμούς στο Γιολτσούκ
Ηταν μια παράξενη χρονιά, γεμάτη αντιφάσεις, το 1999 για την Τουρκία. Γεμάτη εικόνες, που χαράχτηκαν ανεξίτηλα στις μνήμες πολλών. Η αμηχανία των πολιτικών μπροστά σε ένα αδιέξοδο, το οποίο, όταν η χρονιά άρχιζε, έμοιαζε αξεπέραστο. Το κυνήγι του Οτσαλάν. Οι διαδηλώσεις των Κούρδων. Τα χάι-φάιβ των μασκοφορεμένων πρακτόρων της ΜΙΤ, λες κι ήταν μπασκετμπολίστες κι είχαν μόλις βάλει τρίποντο, στο αεροσκάφος που μετέφερε τον κάθιδρο, ναρκωμένο Απο στο νησί - φυλακή του Ιμραλι. Η ένταση και οι κραυγές όταν αποκαλύφθηκε πώς έφθασαν τα πράγματα έως εκεί. Οι διαδηλώσεις των συγγενών των στρατιωτών που ζητούσαν να στηθεί κρεμάλα. Η εκλογική νίκη της φασιστικής ακροδεξιάς και η είσοδός της στη Βουλή. Ο πόλεμος του ΝΑΤΟ και η υποστήριξη, από την Αγκυρα, ενός μειονοτικού «απελευθερωτικού» κινήματος, την ώρα που η δίκη Οτσαλάν γινόταν. Οι εισβολές στο Ιράκ. Η καταδίκη του Οτσαλάν. Η εργασιακή αναταραχή και οι απελπισμένες διαδηλώσεις των εργαζομένων. Οι τρομεροί σεισμοί. Τα παιγνίδια με την Ευρώπη. Η υπαγορευθείσα και ευνοηθείσα από τις περιστάσεις «επαναπροσέγγιση» των υπουργείων Εξωτερικών Αθήνας και Αγκυρας. Και πάλι οι σεισμοί. Η επίσκεψη Κλίντον. Τα δάνεια του ΔΝΤ, που σήμαναν το τέλος του συστήματος κοινωνικής πρόνοιας. Και, τέλος, ο χαρακτηρισμός της Τουρκίας ως «υποψήφιας προς ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ενωση» χώρας, με τα εκατέρωθεν ανταλλάγματα αμφίβολα όσο πάντα.

Αδιέξοδο

Ο Α. Οτσαλάν, λίγο μετά τη σύλληψή του

Associated Press

Ο Α. Οτσαλάν, λίγο μετά τη σύλληψή του
Τον Ιανουάριο, στην πολιτική σκηνή, το αδιέξοδο έμοιαζε πλήρες. Η χώρα έκλεινε χωρίς κυβέρνηση τρεις μήνες - από το Νοέμβριο του 1998, όταν ο Μεσούτ Γιλμάζ έπεσε, μετά τις αποκαλύψεις της «σκανδαλώδους» διαμεσολάβησής του υπέρ ενός επιχειρηματία στη διαδικασία πώλησης κρατικών επιχειρήσεων. Οι «κοσμικές» λύσεις είχαν τελειώσει μετά την αποτυχία και του απίθανου Γιαλίμ Ερέζ να συγκεντρώσει επαρκή στήριξη. Προ του «κινδύνου» να υπάρξει μια κυβέρνηση με συμμετοχή του Κόμματος Αρετής, της έκφρασης του «πολιτικού Ισλάμ» στη Βουλή (κάτι που οι λύοντες και δένοντες στο πολιτικό σκηνικό στρατηγοί δε θα ανέχονταν), ο Πρόεδρος Σουλεϊμάν Ντεμιρέλ κάλεσε για μία ακόμη φορά τον Μπουλέντ Ετσεβίτ, τον 73χρονο πάλαι ποτέ μισητό αντίπαλό του και ηγέτη του τέταρτου κατά τάξη ισχύος κόμματος στη Βουλή, να αναλάβει τα ηνία. Προσωρινά βέβαια, αφού οι εκλογές ήταν, ούτως ή άλλως, προγραμματισμένες για την 18η Απριλίου.

Λίγες ημέρες μετά, το κυνήγι του «περιπλανώμενου» ιδρυτή και ηγέτη του Εργατικού Κόμματος Κουρδιστάν (ΡΚΚ), Αμπντουλάχ Οτσαλάν, κορυφωνόταν. Μετά την κωλυσιεργία της ιταλικής κυβέρνησης του Μάσιμο ντ' Αλέμα στη διαδικασία χορήγησης πολιτικού ασύλου, ο Οτσαλάν επέβη σε ένα ιδιωτικό αεροσκάφος «φίλου» του επιχειρηματία, αναζητώντας καταφύγιο σε κάποια ευρωπαϊκή χώρα. Επί ματαίω: Είναι χαρακτηριστικό ότι την 5η Φεβρουαρίου, βελγικά μαχητικά αναχαίτισαν ένα μικρό επιβατικό που «πιστεύετο» ότι τον μετέφερε, ενώ νωρίτερα την ίδια εβδομάδα την παρουσία του Οτσαλάν στο έδαφός τους είχαν αρνηθεί, μέσω διπλωματικών καναλιών, Ρωσία, Ελλάδα, Ιταλία, Ολλανδία, Ελβετία, Γιουγκοσλαβία, Νορβηγία κ.ά. ευρωπαϊκές κυβερνήσεις. Η εφημερίδα «Hurriyet» έπαιξε με το λογοπαίγνιο «σαν μπαλάκι του πινγκ - πονγκ» σε ένα πρωτοσέλιδό της, και πράγματι έτσι χρησιμοποιήθηκε ο Κούρδος ηγέτης: Σαν παίγνιο, σαν το αντικείμενο ενός διπλωματικού και πολιτικού παιγνιδιού, κι όχι ως διωκόμενος που ζητούσε πολιτικό άσυλο. Η ελληνική κυβέρνηση - διπλωματία τον μεταχειρίστηκε ανάλογα. Η μεταφορά του στην Κένυα (ένας Αμερικανός πρώην πρεσβευτής στην Τουρκία απόρησε: Γιατί στην Κένυα, είπε στο CNN, αφού ήταν βέβαιο ότι οι αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες θα το μάθαιναν αμέσως και θα ενημέρωναν τις τουρκικές αρχές, αν δεν τις βοηθούσαν να τον συλλάβουν;), τα όσα εξωπραγματικά συνέβησαν εκεί και, τέλος, η προσπάθεια μεταφοράς του (;) και η απαγωγή του από πράκτορες της ΜΙΤ την 15η Φεβρουαρίου έκλεισαν μια ακόμη πράξη στην τραγωδία της αιώνιας εκμετάλλευσης του πανάρχαιου λαού των Κούρδων, για την εξυπηρέτηση γεωστρατηγικών επιδιώξεων.

Βολικός εθνικισμός

Την ώρα που οι Δυτικοί αναλυτές έκαναν ανέξοδα λόγο για πιθανότητες «πολιτικοποίησης» του κουρδικού ζητήματος, και Δυτικοί πολιτικοί, οι ίδιοι που δεν του έδιναν άσυλο, ζητούσαν «δίκαιη δίκη» του Οτσαλάν (από τον κρατικό μηχανισμό, που επί πρωθυπουργίας Τσιλέρ δαπανούσε εκατομμύρια δολάρια για να τον δολοφονήσει!), ένα μεγάλο μέρος του τουρκικού λαού, παρασυρμένο από το κλίμα εθνικιστικής υστερίας που καλλιεργήθηκε, συντάχθηκε με την πολιτική μισαλλοδοξίας. Οι εφημερίδες και οι τηλεοράσεις κραύγαζαν «ευχαριστούμε για την Κύπρο τότε, ευχαριστούμε για τον Οτσαλάν τώρα» προς τον πρωθυπουργό Ετσεβίτ (που από «γραφικός» έγινε ήρωας, «κατακτητής της Κένυας», όπως τον είπαν) και κάθε ευρωπαϊκή φωνή περί «ανθρωπίνων δικαιωμάτων» εκλαμβανόταν (εύλογα, ως ένα βαθμό) ως επίδειξη υποκρισίας.

Το κλίμα αυτό συντηρήθηκε έως και τις εκλογές του Απριλίου, αφού ο εθνικισμός προφανώς θεωρήθηκε καλό υποκατάστατο του «ενοποιητικού παράγοντα», που έλειπε από το πολιτικό σκηνικό. Και ήταν, στο μέτρο που έφερε νέες ισορροπίες στη Βουλή που προέκυψε μετά τις εκλογές της 18ης Απριλίου. Οι ισλαμιστές αποδυναμώθηκαν ελαφρά, η Δεξιά έχασε σημαντικό έδαφος. Και πολιτικά κέρδη έδρεψαν το Κόμμα Δημοκρατικής Αριστεράς του Ετσεβίτ και αυτό των «γκρίζων λύκων», το Κόμμα Εθνικιστικής Δράσης του Ντεβλέτ Μπαχτσελί, που κατήγαγε μια απίστευτη νίκη και ήρθε δεύτερο με 18,2%. Οι κοινοβουλευτικές ισορροπίες ισχύος που προέκυψαν προδιέγραψαν την επόμενη κυβέρνηση: Ενας τρικομματικός συνασπισμός του Ετσεβίτ, του Μπαχτσελί και του Γιλμάζ. Που, τελικά, επήλθε μερικές ημέρες μετά.

Μια παράλληλη ιστορία που εκτυλισσόταν στα Βαλκάνια ήταν αυτή του Κοσσυφοπεδίου. Στην οποία ιστορία η τουρκική πολιτική ηγεσία συντάχθηκε πλήρως με τη «γραμμή» του ΝΑΤΟ, υπέρ ενός τρομοκρατικού (κατά τα όσα έλεγε το Στέιτ Ντιπάρτμεντ ένα χρόνο πριν) και αποσχιστικού (κατά την ηγεσία του ίδιου) κινήματος, του αλβανικού. Η πλήρης αντίφαση δεν είχε καμία σημασία, πέραν της ιστορικής: Στην περίπτωση των Κούρδων, οι ΗΠΑ είχαν και έχουν συμφέρον να μην πριμοδοτηθεί αυτονομιστική λύση (η Τουρκία είναι υπερπολύτιμη σύμμαχος), ενώ αντίθετα στην περίπτωση των Κοσσοβάρων Αλβανών είχαν και παραείχαν (αξίζει να σημειωθεί μόνο τούτο: Προ του πολέμου στο Κοσσυφοπέδιο, η Γιουγκοσλαβία ήταν η μόνη χώρα όπου δε στάθμευαν δυνάμεις του ΝΑΤΟ).

Δίκη του Οτσαλάν, καταδίκη των εργαζομένων

Ενώ η δίκη Οτσαλάν για «εσχάτη προδοσία», «εγκλήματα κατά του τουρκικού λαού», «δολοφονία 30.000 Τούρκων» (εκ των οποίων, βέβαια, η πλειοψηφία ήταν Κούρδοι χωρικοί που δολοφονήθηκαν από τον τουρκικό στρατό, οι δυνάμεις του οποίου έκαψαν 4.000 χωριά από το 1984, κάτι που πέρασε «απαρατήρητο» από τη «διεθνή κοινότητα»...) και ό,τι άλλο βρέθηκε πρόχειρο συνεχιζόταν, κερδίζοντας το ενδιαφέρον του διεθνούς Τύπου, μια μάχη εργαζομένων - κυβέρνησης άρχιζε. Μέσα στο καλοκαίρι, η κυβέρνηση Ετσεβίτ προσπάθησε να περάσει νομοθεσία για την «αναμόρφωση» του ασφαλιστικού συστήματος, ουσιαστικά, καταργώντας τις συντάξεις για μεγάλο μέρος των εργαζομένων, οι οποίοι ήδη υφίστανται μακρόχρονες και ασφυκτικές πιέσεις από το εσωτερικό οικονομικό περιβάλλον των ακραίων αντιθέσεων.

Η κίνηση αυτή της κυβέρνησης εντασσόταν σε μια σειρά μέτρων, προκειμένου να εγκριθεί ένα «πακέτο βοήθειας» του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ) και προκάλεσε μια κινητοποίηση που η Τουρκία είχε να δει αρκετά χρόνια: Μια απεργία με τη συμμετοχή εκατοντάδων χιλιάδων στο δημόσιο τομέα, αλλά και στον ιδιωτικό. Ο Ελληνας αναγνώστης που δεν είναι εξοικειωμένος με τα τουρκικά πράγματα ίσως απορήσει με την απόδοση τόσο μεγάλης σημασίας σε μια απεργιακή κινητοποίηση, ενός δικαιώματος τόσο συχνά ασκούμενου στη χώρα μας, αλλά πρέπει να λάβει υπ' όψιν του ότι οι διαδηλώσεις είναι εξ ορισμού απαγορευμένες στη γείτονα χώρα...

Η υπόθεση του ασφαλιστικού παραπέμφθηκε για το φθινόπωρο, καθώς το Κοινοβούλιο έκλεισε, ενώ την επικαιρότητα μονοπώλησε η θανατική καταδίκη, την 29η Ιουνίου, σε βάρος του Αμπντουλάχ Οτσαλάν, δι' απαγχονισμού. Η εκτέλεση αποτέλεσε το αντικείμενο «συζήτησης», λόγω της προεξοφληθείσας προσφυγής των δικηγόρων του στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, ενώ αμερικανικές εφημερίδες, με γνωστότερη την «Washington Post», έκαναν λόγο για «ευκαιρία» μιας «ειρηνικής επίλυσης» του Κουρδικού, χάριν της «σταθερότητας» στην πολύτιμη χώρα - σύμμαχο των ΗΠΑ...

Ο Ιούλιος είδε άλλη μια εκκαθαριστική επιχείρηση του τουρκικού στρατού στο έδαφος του Βόρειου Ιράκ, το λεγόμενο «κουρδικό θύλακο», η οποία πέρασε απαρατήρητη από τα δυτικά ΜΜΕ, που εμφορούνταν από πολεμικό κλίμα για άλλους λόγους - λόγω της αποκορυφωθείσας εκστρατείας του ΝΑΤΟ στο Κοσσυφοπέδιο.

Η τραγωδία των σεισμών

Ηταν ξημερώματα της 7ης Αυγούστου, 03:02, όταν οι σεισμογράφοι άρχισαν έναν τρελό, αναπάντεχα άγριο, χορό. Η Τουρκία δεν είναι ασυνήθιστη στους σεισμούς - το 1998, 144 άνθρωποι είχαν σκοτωθεί σε μια σεισμική δόνηση κοντά στις ακτές του Αιγαίου. Αλλά αυτή τη συγκεκριμένη νύχτα και τις νύχτες που ακολούθησαν, ήταν σαν ο Εγκέλαδος να άνοιξε την πόρτα του μυθικού κάτω κόσμου. 7,4 Ρίχτερ, είπαν Τούρκοι επιστήμονες, άλλοι σεισμολόγοι έκαναν διαφορετικές εκτιμήσεις, κυμαινόμενες από τους 6,8 έως τους 7,8 βαθμούς. Το ενδιαφέρον των εκτιμήσεων ήταν ακαδημαϊκό. Η ουσία ήταν αλλού: Στις πόλεις, όπου τα κτίρια είχαν κτιστεί παράνομα, χωρίς άδειες, σε μια νύχτα, για να στεγάσουν φτωχοδιαβόλους. Σε μια ζώνη 250 χιλιομέτρων, την πιο βιομηχανοποιημένη της Τουρκίας. Οταν οι αναφορές άρχισαν να φθάνουν, κανείς δεν μπορούσε να πιστέψει ότι ο κατάλογος θα έφθανε σε αυτό το μάκρος. 2, 3, 7, 100, 1.000, 2.000, 7.000, οι αριθμοί περιγελούσαν την ανθρώπινη ζωή, τρομοκρατούσαν. Ο αριθμός ανέβηκε στις 22 χιλιάδες, κατέβηκε με πρωθυπουργική εντολή στις 12, ξανανέβηκε στις 17. Τα συνεργεία ήλθαν, αλλά με καθυστέρηση. Ο κρατικός μηχανισμός πιάστηκε στον ύπνο.

Ο Εγκέλαδος είχε «ταξικό» κριτήριο, είπαν πολλοί. Η προσωποποίηση των ευθυνών, όμως, είχε άλλους αποδέκτες. Ενα ολόκληρο πλαίσιο διαφθοράς, που διέθρεψαν επί χρόνια οι εργολάβοι, οι κρατικοί υπάλληλοι όλων των βαθμίδων και το πολιτικό προσωπικό, ήταν η βασικότερη αιτία που η καταστροφή προσέλαβε τις διαστάσεις που προσέλαβε. Διαστάσεις πέραν πάσης περιγραφής. Οι επίσημοι αριθμοί των 17 χιλιάδων νεκρών και των 300 χιλιάδων αστέγων ήταν «υποτιμημένοι», είπαν πολλοί. Δεν αποσαφηνίστηκε, για παράδειγμα, πού πήγαν οι δεκάδες χιλιάδες αγνοούμενοι. Η βιασύνη των αρχών να αντικαταστήσουν οι μπουλντόζες τα σωστικά συνεργεία ήταν χαρακτηριστική...

Δεν ήταν το τέλος της τραγωδίας. Την 12η Νοεμβρίου ένας ακόμη σεισμός πάνω από 7 Ρίχτερ κόστισε άλλες 374 ζωές, επισήμως. Ανεπισήμως, η εκατόμβη των νεκρών από τους σεισμούς, όπως είπαν παρατηρητές και πολιτικοί, κόστισε σχεδόν 50.000 ζωές. Οσο για τους ζωντανούς, ειδικά τους χιλιάδες πληγέντες, πολλοί από αυτούς ζουν έως και σήμερα σε σκηνές που δεν είναι καν αδιάβροχες...

Κι η διπλωματία των σεισμών

Το πλήγμα του Εγκέλαδου στην Τουρκία και στη συνέχεια στην Ελλάδα προκάλεσε ένα κλίμα αλληλεγγύης, το οποίο οι ηγεσίες ΗΠΑ και Ευρώπης έσπευσαν να εξαργυρώσουν σε πολιτικό επίπεδο. Η επίσκεψη του Αμερικανού Προέδρου Μπιλ Κλίντον στην Αγκυρα για τη Σύνοδο του ΟΑΣΕ σφράγισε την προσπάθεια αυτή, η οποία, παρά τις λαϊκές αντιστάσεις, συνεχίστηκε.

Η υπόθεση Οτσαλάν πήγε στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, το ΡΚΚ ανακοίνωσε ότι εγκαταλείπει τον ένοπλο αγώνα (μέχρι νεωτέρας), Αμερικανοί διπλωμάτες ανακοίνωσαν τον Οκτώβριο και το Νοέμβριο ότι «υπάρχει πρόοδος» στην κατάσταση, όσον αφορά τα ανθρώπινα δικαιώματα (αν και στις φυλακές σφαγιάστηκαν 11 πολιτικοί κρατούμενοι μέσα σε μια ημέρα...) και το ενδιαφέρον μετατοπίσθηκε στη Σύνοδο της ΕΕ στο Ελσίνκι. Οπου υπήρξε η γνωστή «θετική» κατάληξη. Θετική για την κυβέρνηση Ετσεβίτ, βέβαια, αφού οι εργαζόμενοι, οι οποίοι είδαν το φθινόπωρο να περνούν οι επιταγές του ΔΝΤ για το συνταξιοδοτικό, επωμίζονται και νέα κόστη για την προσπάθεια «οικονομικής σύγκλισης» με τα ευρωπαϊκά κριτήρια ένταξης...

Το 2000

Η νέα χρονιά αναμένεται να κρίνει πολλά για την Τουρκία. Το πολιτικό σκηνικό θα περάσει από νέες ανακατατάξεις, με τις προεδρικές εκλογές, οι οποίες μένει να φανεί αν θα οδηγήσουν στην αντικατάσταση του Σουλεϊμάν Ντεμιρέλ. Η εργασιακή «ειρήνη» θα τεθεί εν αμφιβόλω, καθώς η κυβέρνηση θα πιέζεται, τόσο από το ΔΝΤ, όσο και από την ΕΕ για όλο και σκληρότερα οικονομικά μέτρα νεοφιλελεύθερης έμπνευσης. Η υπόθεση Οτσαλάν αναμένεται να φθάσει στην απόληξή της, άρα η στάση των Κούρδων, οι οποίοι μοιάζουν να ελπίζουν σε «εκδημοκρατισμό», να επαναπροσδιοριστεί. Στο πολιτικό σκηνικό, αναμένεται ο νέος γύρος του πολέμου κατά του πολιτικού Ισλάμ, αφού εκκρεμεί δίκη εναντίον του Κόμματος Αρετής (FP). Εν ολίγοις: Ολα μένουν ανοιχτά...


Ινδία και Πακιστάν
Επικίνδυνοι Καιροί

Το ινδικό πυροβολικό σε δράση στην περιοχή του Κασμίρ

Associated Press

Το ινδικό πυροβολικό σε δράση στην περιοχή του Κασμίρ
Στην αρχή του 1999 φαινόταν ότι η τεταμένη κατάσταση στην ασιατική υποήπειρο, που σημαδεύτηκε από την πυρηνική υστερία του 1998, θα αποκλιμακωνόταν: ο πρωθυπουργός του Πακιστάν Ναουάζ Σαρίφ, δοκίμασε να εφαρμόσει πολιτική προσέγγισης με την Ινδία, εφαρμόζοντας αυτό που εν συνεχεία ο Τύπος θα διακωμωδούσε ως «διπλωματία του λεωφορείου», καταφέρνοντας να πείσει ακόμη και αυτήν την εξ ορισμού δύσπιστη, εθνικιστική -ινδουιστική κυβέρνηση του BJP και του Αταλ Μπιχάρι Βάτζπαϊ για την «ειλικρίνεια των προθέσεών του». Οπως λέει και το ρητό, όμως, ο δρόμος για την κόλαση είναι στρωμένος με καλές προθέσεις - πράγμα που παρ' ολίγο να αποδειχθεί στην πράξη, καθώς στο Κασμίρ εξελίχθηκε από την άνοιξη έως το καλοκαίρι ένοπλη σύρραξη, το Πακιστάν υποχώρησε μόνον κατόπιν των αμερικανικών πιέσεων, λίγο πριν το πράγμα κλιμακωθεί σε ανοιχτό πόλεμο, και το κλίμα εθνικισμού που αναπτύχθηκε οδήγησε σε αναπάντεχες, ως πριν λίγα χρόνια εξελίξεις. Η μία ήταν η επανεκλογή της κυβέρνησης του Βάτζπαϊ, που από εύθραυστο σχήμα έγινε ο αδιαμφισβήτητος κυρίαρχος της πολιτικής σκηνής της Ινδίας, υποσκελίζοντας οριστικά το επί δεκαετίες κυβερνών Κόμμα του Κογκρέσου. Η άλλη ήλθε λίγο μετά, και είχε ακόμη δραματικότερο χαρακτήρα: ήταν το στρατιωτικό πραξικόπημα της 12ης Σεπτεμβρίου, που σκόρπισε ανατριχίλες. Στο μεταξύ, ο ανηλεής πόλεμος στο Κασμίρ συνεχιζόταν. Η χρονιά έκλεισε με την αεροπειρατεία σε αεροπλάνο των Ινδικών Αερογραμμών που εκτελούσε πτήση από το Νεπάλ στην Ινδία, η οποία μπορεί να έληξε στο Αφγανιστάν, με μόλις ένα νεκρό, αλλά προκάλεσε νέα κρίση στις σχέσεις του Ισλαμαμπάντ με το Νέο Δελχί, οι κυβερνήσεις των οποίων αντάλλαξαν κατηγορίες περί «ενορχήστρωσης» του δράματος.

Ρατσιστικές και θρησκευτικές ταραχές

Οι πάντοτε αιματηρές συγκρούσεις μεταξύ σιιτών και σουνιτών μουσουλμάνων στο Πακιστάν συνεχίστηκαν απερίσπαστες, με 16 νεκρούς σε ένα και μόνο επεισόδιο, την 4η Ιανουαρίου. Παράλληλα, στο Ισλαμαμπάντ γινόταν σαφής μια πολυπολική μάχη εξουσίας, μεταξύ της κυβέρνησης του Σαρίφ και της «αυλής» του, των φανατικών μουσουλμάνων στους οποίους κάποτε στηριζόταν ο Σαρίφ, των μυστικών υπηρεσιών, που δρούσαν (και δρουν) ανεξέλεγκτα, και των στρατηγών.

Και στην Ινδία, καλλιεργούνταν κλίμα ρατσιστικού μίσους και πολιτικής αβεβαιότητας, το οποίο οδήγησε στην εν ψυχρώ δολοφονία ενός Αυστραλού ιεραποστόλου μαζί με τους δύο γιους του, οι οποίοι χάθηκαν σε φωτιά που άναψαν άγνωστοι στην ανατολική χώρα.

Η Ινδία συνέχισε να καταγράφει και άλλα προβλήματα κοινωνικής φύσης - τον Φεβρουάριο, ο Πρόεδρος της χώρας Κ. Ρ. Ναραγιανάν απέλυσε την κυβέρνηση του Μπιχάρ, όπου χιλιάδες δολοφονήθηκαν, ληστεύτηκαν και απάχθηκαν το 1998. Το κρατίδιο χαρακτηρίζεται το «πιο άνομο» της Ινδίας, κάτι σαν την «άγρια Δύση» της.

Παράλληλα, η κυβέρνηση του Αταλ Μπιχάρι Βάτζπαϊ αντιμετώπιζε σημαντικά προβλήματα συνοχής, καθώς ο συνασπισμός του BJP και μικρότερων κομμάτων διχάστηκε σε ζητήματα διανομής της εξουσίας και διαφθοράς. Η αδυναμία της αντιπολίτευσης να σχηματίσει κυβέρνηση οδήγησε τον Πρόεδρο Ναραγιανάν να διαλύσει τη Λοκ Σάμπα (Βουλή) και να συγκαλέσει γενικές εκλογές, οι οποίες έμελλαν να διεξαχθούν τον Σεπτέμβριο.

Ενοπλη σύρραξη

Ενώ οι δύο κυβερνήσεις έμοιαζαν να «απορροφούνται» από τα εσωτερικά προβλήματά τους, εξελισσόταν μια εισβολή παραστρατιωτικών φανατικών μουσουλμάνων του Κασμίρ, Αφγανών μισθοφόρων και ανδρών των ενόπλων δυνάμεων του Πακιστάν στο Κασμίρ. Ο Πακιστανός πρωθυπουργός δεν είχε ενημερωθεί για τις κινήσεις αυτές, ενώ και η ινδική αμυντική μηχανή άργησε να αντιληφθεί τι συνέβαινε - καθώς είχε εγκαταλείψει αρκετά από τα οχυρά στα Ιμαλάια, κατά μήκος της «γραμμής ελέγχου» του Κασμίρ, για την εξοικονόμηση κόστους.

Οταν τελικά οι ινδικές ένοπλες δυνάμεις συνειδητοποίησαν την έκταση της εισβολής, άρχισε μια ένοπλη σύγκρουση με δεκάδες χιλιάδες στρατιώτες, αεροπορία και πυροβολικό, που συνεχίστηκε στη διάρκεια σχεδόν ολόκληρου του καλοκαιριού. Ο στόχος ήταν να «ξηλωθούν» τα οχυρά που είχαν δημιουργήσει οι εισβολείς σε μια δυσπρόσιτη, ορεινή και παγωμένη περιοχή, ένα πεδίο το οποίο στρατιωτικοί αναλυτές χαρακτηρίζουν «το δυσκολότερο στον κόσμο». Πάνω από 2.200 νεκροί, δεκάδες χιλιάδες πρόσφυγες και δυσβάστακτα οικονομικά κόστη ήταν το αποτέλεσμα της σύγκρουσης, η οποία, τον Ιούνιο, λίγο απείχε από το να κλιμακωθεί σε πλήρη σύρραξη.

Τελικά, μετά την επίσκεψη του Πακιστανού πρωθυπουργού Ναουάζ Σαρίφ στην Ουάσιγκτον, οι πιέσεις τις οποίες του άσκησε ο Αμερικανός Πρόεδρος Μπιλ Κλίντον προσβλέποντας σε ένα πιο «σταθερό» γεωπολιτικό περιβάλλον στην περιοχή, απέδωσαν καρπούς. Μερικές ημέρες μετά την 11η Ιουλίου, συμφωνήθηκε εκεχειρία και οι αυτονομιστές αποχώρησαν από το Καργκίλ. Η εξέλιξη άφησε και τις δύο πλευρές χαμένες.

Από τη μια, ο Σαρίφ αντιμετώπισε κατηγορίες «προδοσίας» από τους πιο ακραιφνείς αυτονομιστές και τους υποστηρικτές τους στο εσωτερικό της χώρας, ανάμεσά τους και τον αρχηγό του γενικού επιτελείου Περβέζ Μουσαράφ, γεννημένο στην Ινδία και υπέρμαχο του «απελευθερωτικού» κινήματος.

Από την άλλη, η κυβέρνηση Βάτζπαϊ έριξε όλο το βάρος του πολιτικού της λόγου στον εθνικισμό, φιλοδοξώντας να δρέψει έτσι πολιτικά κέρδη. Το κλίμα χειροτέρευσε κι άλλο μετά την «περίεργη» κατάρριψη, την 10η Αυγούστου, ενός κατασκοπευτικού πακιστανικού αεροσκάφους από την ινδική αεροπορία, με 14 νεκρούς. Η ένταση παρέμεινε, ενώ στην Ινδία πλησίαζαν οι εκλογές, με τη σκληρότερη σύγκρουση να σημειώνεται την 1η Σεπτεμβρίου, όταν Πακιστανοί στρατιώτες επιτέθηκαν σε συνοριακό φυλάκιο της Ινδίας αφήνοντας πίσω τους 22 νεκρούς.

Νίκη των εθνικιστών στην Ινδία, πραξικόπημα στο Πακιστάν

Η ρητορική του BJP και της (υπηρεσιακής, αλλά «έτοιμης») κυβέρνησης του Βάτζπαϊ, απέδωσε, και τον Σεπτέμβριο κέρδισε τις εκλογές, καταφέρνοντας στο Κόμμα του Κογκρέσου, υπό την ηγεσία της Σόνια Γκάντι, την πιο ταπεινωτική ήττα στην ιστορία του. Το μόνο θετικό των εκλογών ήταν ότι η αριστερά διατήρησε τις δυνάμεις της στη Βουλή, καθώς το Κομμουνιστικό Κόμμα της Ινδίας (Μαρξιστικό) και το Κομμουνιστικό Κόμμα Ινδίας δεν είχαν απώλειες, παρά την εναντίον τους εκστρατεία. Η νέα κυβέρνηση υποσχέθηκε «ένταση» των οικονομικών μεταρρυθμίσεων, των ιδιωτικοποιήσεων και αναθέρμανση της «ειρηνευτικής διαδικασίας» με το Πακιστάν.

Κάτι όμως που δεν έγινε ποτέ, καθώς την 12η Οκτωβρίου μετά από έντονη φημολογία, ο πρωθυπουργός Ναουάζ Σαρίφ αποπειράθηκε να αποπέμψει τον επικεφαλής του επιτελείου, στρατηγό Περβέζ Μουσαράφ, ενώ ο τελευταίος επέστρεφε αεροπορικώς από τη Σρι Λάνκα.

Ακολούθησε μια πλήρης αντιστροφή της κατάστασης, όταν οι υποστηρικτές του Μουσαράφ στο στράτευμα πήραν την κατάσταση στα χέρια τους, κατέλαβαν την κρατική τηλεόραση και το ραδιόφωνο ενώ ο Σαρίφ ετοιμαζόταν να εκφωνήσει ένα διάγγελμά του και επέβαλαν πραξικόπημα.

Τρεις αγωνιώδεις ημέρες μετά, ο Περβέζ Μουσαράφ αυτοανακηρύχτηκε ηγέτης της χώρας, υποσχόμενος να «πατάξει τη διαφθορά», να «αποκαταστήσει τη δημοκρατία» και να οδηγήσει τη χώρα σε εκλογές, χωρίς να διευκρινίσει το πότε.

Η ινδική κυβέρνηση αντέδρασε με μεγάλη επιφυλακτικότητα, όπως και η διεθνής κοινότητα. Οι ΗΠΑ μίλησαν για ανάγκη «ταχείας επαναφοράς στη δημοκρατία», κρατώντας μια γραμμή de facto, αλλά όχι de jure, αναγνώρισης του στρατιωτικού καθεστώτος. Προσωρινά, η κατάσταση εμφανίστηκε να «παγώνει», καθώς ο Μουσαράφ έστηνε την «τεχνοκρατική» κυβέρνησή του και παρέπεμψε τον Σαρίφ σε δίκη για διαφθορά και απόπειρα δολοφονίας εναντίον του. Η Κοινοπολιτεία ήταν ο μόνος θεσμός που αντέδρασε αρνητικά προς το νέο καθεστώς στο Ισλαμαμπάντ, αποπέμποντας το Πακιστάν από τα fora του.

Σταδιακή επαναφορά της έντασης

Στο Πακιστάν σιγά - σιγά η επίπλαστη ηρεμία έδωσε τη θέση της σε μια σταδιακή επαναφορά της έντασης. Την 20ή Νοεμβρίου, βόμβα εξερράγη σε αγορά της Λαχώρης, σκοτώνοντας 6 άτομα. Την ευθύνη για την ενέργεια ανέλαβαν υποστηρικτές του φυλακισμένου Σαρίφ.

Η ένταση μεταλαμπαδεύτηκε και στο Κασμίρ, όπου συγκρούσεις έκαναν και πάλι την εμφάνισή τους, με μουσουλμάνους κομάντος αυτοκτονίας να πραγματοποιούν επιθέσεις.

Η χρονιά έκλεισε, στα τέλη Δεκέμβρη, με την αεροπειρατεία ενός Airbus των Ινδικών Αερογραμμών που εκτελούσε πτήση με 187 επιβάτες από το Κατμαντού στο Νέο Δελχί από 6 αγνώστους, οι οποίοι ζήτησαν λύτρα, την απελευθέρωση 35 φυλακισμένων αυτονομιστών ανταρτών και ενός μουσουλμάνου κληρικού επίσης καταδικασμένου για «τρομοκρατική δράση» στο Κασμίρ.

Η αεροπειρατεία των 8 ημερών, για την οποία η ινδική κυβέρνηση άφησε σαφείς υπαινιγμούς ότι ήταν έργο των μυστικών υπηρεσιών του Ισλαμαμπάντ και ζήτησε από τη διεθνή κοινότητα να χαρακτηρίσει το Πακιστάν «κράτος που υποστηρίζει την τρομοκρατία», είχε ένα νεκρό, έναν 25χρονο Ινδό επιχειρηματία.

Το Airbus προσγειώθηκε μετά από απανωτές αλλαγές πορείας στο Αφγανιστάν, όπου και παίχτηκε η τελική πράξη του δράματος. Η ινδική κυβέρνηση δέχτηκε να διαπραγματευτεί με τη μεσολάβηση των Ταλιμπάν του Αφγανιστάν, έστειλε αντιπροσωπεία και, στην κορύφωση των συνομιλιών, δέχτηκε να απελευθερώσει 3 αυτονομιστές.

Η παλιά χρονιά κομίζει ένα κλίμα που δε θα μπορούσε να είναι χειρότερο. Η δυσπιστία είναι βαθιά ριζωμένη, οι πυρηνικοί εξοπλισμοί συνεχίζονται, οι δύο κυβερνήσεις διάκεινται εχθρικά η μία προς την άλλη. Σε αυτό το κλίμα, είναι μάλλον προβλεπτή η ανάμειξη των δυτικών δυνάμεων, προκειμένου να εξυπηρετήσουν γεωστρατηγικές και γεωπολιτικές τους επιδιώξεις. Οπως θα λέγαμε παλιότερα, ο εθνικισμός είναι στενά συνδεδεμένος με τον ιμπεριαλισμό...



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ