Κυριακή 9 Γενάρη 2000
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 44
ΔΙΕΘΝΗ
Ινδία και Πακιστάν
Επικίνδυνοι Καιροί

Το ινδικό πυροβολικό σε δράση στην περιοχή του Κασμίρ

Associated Press

Το ινδικό πυροβολικό σε δράση στην περιοχή του Κασμίρ
Στην αρχή του 1999 φαινόταν ότι η τεταμένη κατάσταση στην ασιατική υποήπειρο, που σημαδεύτηκε από την πυρηνική υστερία του 1998, θα αποκλιμακωνόταν: ο πρωθυπουργός του Πακιστάν Ναουάζ Σαρίφ, δοκίμασε να εφαρμόσει πολιτική προσέγγισης με την Ινδία, εφαρμόζοντας αυτό που εν συνεχεία ο Τύπος θα διακωμωδούσε ως «διπλωματία του λεωφορείου», καταφέρνοντας να πείσει ακόμη και αυτήν την εξ ορισμού δύσπιστη, εθνικιστική -ινδουιστική κυβέρνηση του BJP και του Αταλ Μπιχάρι Βάτζπαϊ για την «ειλικρίνεια των προθέσεών του». Οπως λέει και το ρητό, όμως, ο δρόμος για την κόλαση είναι στρωμένος με καλές προθέσεις - πράγμα που παρ' ολίγο να αποδειχθεί στην πράξη, καθώς στο Κασμίρ εξελίχθηκε από την άνοιξη έως το καλοκαίρι ένοπλη σύρραξη, το Πακιστάν υποχώρησε μόνον κατόπιν των αμερικανικών πιέσεων, λίγο πριν το πράγμα κλιμακωθεί σε ανοιχτό πόλεμο, και το κλίμα εθνικισμού που αναπτύχθηκε οδήγησε σε αναπάντεχες, ως πριν λίγα χρόνια εξελίξεις. Η μία ήταν η επανεκλογή της κυβέρνησης του Βάτζπαϊ, που από εύθραυστο σχήμα έγινε ο αδιαμφισβήτητος κυρίαρχος της πολιτικής σκηνής της Ινδίας, υποσκελίζοντας οριστικά το επί δεκαετίες κυβερνών Κόμμα του Κογκρέσου. Η άλλη ήλθε λίγο μετά, και είχε ακόμη δραματικότερο χαρακτήρα: ήταν το στρατιωτικό πραξικόπημα της 12ης Σεπτεμβρίου, που σκόρπισε ανατριχίλες. Στο μεταξύ, ο ανηλεής πόλεμος στο Κασμίρ συνεχιζόταν. Η χρονιά έκλεισε με την αεροπειρατεία σε αεροπλάνο των Ινδικών Αερογραμμών που εκτελούσε πτήση από το Νεπάλ στην Ινδία, η οποία μπορεί να έληξε στο Αφγανιστάν, με μόλις ένα νεκρό, αλλά προκάλεσε νέα κρίση στις σχέσεις του Ισλαμαμπάντ με το Νέο Δελχί, οι κυβερνήσεις των οποίων αντάλλαξαν κατηγορίες περί «ενορχήστρωσης» του δράματος.

Ρατσιστικές και θρησκευτικές ταραχές

Οι πάντοτε αιματηρές συγκρούσεις μεταξύ σιιτών και σουνιτών μουσουλμάνων στο Πακιστάν συνεχίστηκαν απερίσπαστες, με 16 νεκρούς σε ένα και μόνο επεισόδιο, την 4η Ιανουαρίου. Παράλληλα, στο Ισλαμαμπάντ γινόταν σαφής μια πολυπολική μάχη εξουσίας, μεταξύ της κυβέρνησης του Σαρίφ και της «αυλής» του, των φανατικών μουσουλμάνων στους οποίους κάποτε στηριζόταν ο Σαρίφ, των μυστικών υπηρεσιών, που δρούσαν (και δρουν) ανεξέλεγκτα, και των στρατηγών.

Και στην Ινδία, καλλιεργούνταν κλίμα ρατσιστικού μίσους και πολιτικής αβεβαιότητας, το οποίο οδήγησε στην εν ψυχρώ δολοφονία ενός Αυστραλού ιεραποστόλου μαζί με τους δύο γιους του, οι οποίοι χάθηκαν σε φωτιά που άναψαν άγνωστοι στην ανατολική χώρα.

Η Ινδία συνέχισε να καταγράφει και άλλα προβλήματα κοινωνικής φύσης - τον Φεβρουάριο, ο Πρόεδρος της χώρας Κ. Ρ. Ναραγιανάν απέλυσε την κυβέρνηση του Μπιχάρ, όπου χιλιάδες δολοφονήθηκαν, ληστεύτηκαν και απάχθηκαν το 1998. Το κρατίδιο χαρακτηρίζεται το «πιο άνομο» της Ινδίας, κάτι σαν την «άγρια Δύση» της.

Παράλληλα, η κυβέρνηση του Αταλ Μπιχάρι Βάτζπαϊ αντιμετώπιζε σημαντικά προβλήματα συνοχής, καθώς ο συνασπισμός του BJP και μικρότερων κομμάτων διχάστηκε σε ζητήματα διανομής της εξουσίας και διαφθοράς. Η αδυναμία της αντιπολίτευσης να σχηματίσει κυβέρνηση οδήγησε τον Πρόεδρο Ναραγιανάν να διαλύσει τη Λοκ Σάμπα (Βουλή) και να συγκαλέσει γενικές εκλογές, οι οποίες έμελλαν να διεξαχθούν τον Σεπτέμβριο.

Ενοπλη σύρραξη

Ενώ οι δύο κυβερνήσεις έμοιαζαν να «απορροφούνται» από τα εσωτερικά προβλήματά τους, εξελισσόταν μια εισβολή παραστρατιωτικών φανατικών μουσουλμάνων του Κασμίρ, Αφγανών μισθοφόρων και ανδρών των ενόπλων δυνάμεων του Πακιστάν στο Κασμίρ. Ο Πακιστανός πρωθυπουργός δεν είχε ενημερωθεί για τις κινήσεις αυτές, ενώ και η ινδική αμυντική μηχανή άργησε να αντιληφθεί τι συνέβαινε - καθώς είχε εγκαταλείψει αρκετά από τα οχυρά στα Ιμαλάια, κατά μήκος της «γραμμής ελέγχου» του Κασμίρ, για την εξοικονόμηση κόστους.

Οταν τελικά οι ινδικές ένοπλες δυνάμεις συνειδητοποίησαν την έκταση της εισβολής, άρχισε μια ένοπλη σύγκρουση με δεκάδες χιλιάδες στρατιώτες, αεροπορία και πυροβολικό, που συνεχίστηκε στη διάρκεια σχεδόν ολόκληρου του καλοκαιριού. Ο στόχος ήταν να «ξηλωθούν» τα οχυρά που είχαν δημιουργήσει οι εισβολείς σε μια δυσπρόσιτη, ορεινή και παγωμένη περιοχή, ένα πεδίο το οποίο στρατιωτικοί αναλυτές χαρακτηρίζουν «το δυσκολότερο στον κόσμο». Πάνω από 2.200 νεκροί, δεκάδες χιλιάδες πρόσφυγες και δυσβάστακτα οικονομικά κόστη ήταν το αποτέλεσμα της σύγκρουσης, η οποία, τον Ιούνιο, λίγο απείχε από το να κλιμακωθεί σε πλήρη σύρραξη.

Τελικά, μετά την επίσκεψη του Πακιστανού πρωθυπουργού Ναουάζ Σαρίφ στην Ουάσιγκτον, οι πιέσεις τις οποίες του άσκησε ο Αμερικανός Πρόεδρος Μπιλ Κλίντον προσβλέποντας σε ένα πιο «σταθερό» γεωπολιτικό περιβάλλον στην περιοχή, απέδωσαν καρπούς. Μερικές ημέρες μετά την 11η Ιουλίου, συμφωνήθηκε εκεχειρία και οι αυτονομιστές αποχώρησαν από το Καργκίλ. Η εξέλιξη άφησε και τις δύο πλευρές χαμένες.

Από τη μια, ο Σαρίφ αντιμετώπισε κατηγορίες «προδοσίας» από τους πιο ακραιφνείς αυτονομιστές και τους υποστηρικτές τους στο εσωτερικό της χώρας, ανάμεσά τους και τον αρχηγό του γενικού επιτελείου Περβέζ Μουσαράφ, γεννημένο στην Ινδία και υπέρμαχο του «απελευθερωτικού» κινήματος.

Από την άλλη, η κυβέρνηση Βάτζπαϊ έριξε όλο το βάρος του πολιτικού της λόγου στον εθνικισμό, φιλοδοξώντας να δρέψει έτσι πολιτικά κέρδη. Το κλίμα χειροτέρευσε κι άλλο μετά την «περίεργη» κατάρριψη, την 10η Αυγούστου, ενός κατασκοπευτικού πακιστανικού αεροσκάφους από την ινδική αεροπορία, με 14 νεκρούς. Η ένταση παρέμεινε, ενώ στην Ινδία πλησίαζαν οι εκλογές, με τη σκληρότερη σύγκρουση να σημειώνεται την 1η Σεπτεμβρίου, όταν Πακιστανοί στρατιώτες επιτέθηκαν σε συνοριακό φυλάκιο της Ινδίας αφήνοντας πίσω τους 22 νεκρούς.

Νίκη των εθνικιστών στην Ινδία, πραξικόπημα στο Πακιστάν

Η ρητορική του BJP και της (υπηρεσιακής, αλλά «έτοιμης») κυβέρνησης του Βάτζπαϊ, απέδωσε, και τον Σεπτέμβριο κέρδισε τις εκλογές, καταφέρνοντας στο Κόμμα του Κογκρέσου, υπό την ηγεσία της Σόνια Γκάντι, την πιο ταπεινωτική ήττα στην ιστορία του. Το μόνο θετικό των εκλογών ήταν ότι η αριστερά διατήρησε τις δυνάμεις της στη Βουλή, καθώς το Κομμουνιστικό Κόμμα της Ινδίας (Μαρξιστικό) και το Κομμουνιστικό Κόμμα Ινδίας δεν είχαν απώλειες, παρά την εναντίον τους εκστρατεία. Η νέα κυβέρνηση υποσχέθηκε «ένταση» των οικονομικών μεταρρυθμίσεων, των ιδιωτικοποιήσεων και αναθέρμανση της «ειρηνευτικής διαδικασίας» με το Πακιστάν.

Κάτι όμως που δεν έγινε ποτέ, καθώς την 12η Οκτωβρίου μετά από έντονη φημολογία, ο πρωθυπουργός Ναουάζ Σαρίφ αποπειράθηκε να αποπέμψει τον επικεφαλής του επιτελείου, στρατηγό Περβέζ Μουσαράφ, ενώ ο τελευταίος επέστρεφε αεροπορικώς από τη Σρι Λάνκα.

Ακολούθησε μια πλήρης αντιστροφή της κατάστασης, όταν οι υποστηρικτές του Μουσαράφ στο στράτευμα πήραν την κατάσταση στα χέρια τους, κατέλαβαν την κρατική τηλεόραση και το ραδιόφωνο ενώ ο Σαρίφ ετοιμαζόταν να εκφωνήσει ένα διάγγελμά του και επέβαλαν πραξικόπημα.

Τρεις αγωνιώδεις ημέρες μετά, ο Περβέζ Μουσαράφ αυτοανακηρύχτηκε ηγέτης της χώρας, υποσχόμενος να «πατάξει τη διαφθορά», να «αποκαταστήσει τη δημοκρατία» και να οδηγήσει τη χώρα σε εκλογές, χωρίς να διευκρινίσει το πότε.

Η ινδική κυβέρνηση αντέδρασε με μεγάλη επιφυλακτικότητα, όπως και η διεθνής κοινότητα. Οι ΗΠΑ μίλησαν για ανάγκη «ταχείας επαναφοράς στη δημοκρατία», κρατώντας μια γραμμή de facto, αλλά όχι de jure, αναγνώρισης του στρατιωτικού καθεστώτος. Προσωρινά, η κατάσταση εμφανίστηκε να «παγώνει», καθώς ο Μουσαράφ έστηνε την «τεχνοκρατική» κυβέρνησή του και παρέπεμψε τον Σαρίφ σε δίκη για διαφθορά και απόπειρα δολοφονίας εναντίον του. Η Κοινοπολιτεία ήταν ο μόνος θεσμός που αντέδρασε αρνητικά προς το νέο καθεστώς στο Ισλαμαμπάντ, αποπέμποντας το Πακιστάν από τα fora του.

Σταδιακή επαναφορά της έντασης

Στο Πακιστάν σιγά - σιγά η επίπλαστη ηρεμία έδωσε τη θέση της σε μια σταδιακή επαναφορά της έντασης. Την 20ή Νοεμβρίου, βόμβα εξερράγη σε αγορά της Λαχώρης, σκοτώνοντας 6 άτομα. Την ευθύνη για την ενέργεια ανέλαβαν υποστηρικτές του φυλακισμένου Σαρίφ.

Η ένταση μεταλαμπαδεύτηκε και στο Κασμίρ, όπου συγκρούσεις έκαναν και πάλι την εμφάνισή τους, με μουσουλμάνους κομάντος αυτοκτονίας να πραγματοποιούν επιθέσεις.

Η χρονιά έκλεισε, στα τέλη Δεκέμβρη, με την αεροπειρατεία ενός Airbus των Ινδικών Αερογραμμών που εκτελούσε πτήση με 187 επιβάτες από το Κατμαντού στο Νέο Δελχί από 6 αγνώστους, οι οποίοι ζήτησαν λύτρα, την απελευθέρωση 35 φυλακισμένων αυτονομιστών ανταρτών και ενός μουσουλμάνου κληρικού επίσης καταδικασμένου για «τρομοκρατική δράση» στο Κασμίρ.

Η αεροπειρατεία των 8 ημερών, για την οποία η ινδική κυβέρνηση άφησε σαφείς υπαινιγμούς ότι ήταν έργο των μυστικών υπηρεσιών του Ισλαμαμπάντ και ζήτησε από τη διεθνή κοινότητα να χαρακτηρίσει το Πακιστάν «κράτος που υποστηρίζει την τρομοκρατία», είχε ένα νεκρό, έναν 25χρονο Ινδό επιχειρηματία.

Το Airbus προσγειώθηκε μετά από απανωτές αλλαγές πορείας στο Αφγανιστάν, όπου και παίχτηκε η τελική πράξη του δράματος. Η ινδική κυβέρνηση δέχτηκε να διαπραγματευτεί με τη μεσολάβηση των Ταλιμπάν του Αφγανιστάν, έστειλε αντιπροσωπεία και, στην κορύφωση των συνομιλιών, δέχτηκε να απελευθερώσει 3 αυτονομιστές.

Η παλιά χρονιά κομίζει ένα κλίμα που δε θα μπορούσε να είναι χειρότερο. Η δυσπιστία είναι βαθιά ριζωμένη, οι πυρηνικοί εξοπλισμοί συνεχίζονται, οι δύο κυβερνήσεις διάκεινται εχθρικά η μία προς την άλλη. Σε αυτό το κλίμα, είναι μάλλον προβλεπτή η ανάμειξη των δυτικών δυνάμεων, προκειμένου να εξυπηρετήσουν γεωστρατηγικές και γεωπολιτικές τους επιδιώξεις. Οπως θα λέγαμε παλιότερα, ο εθνικισμός είναι στενά συνδεδεμένος με τον ιμπεριαλισμό...


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ