ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σάββατο 20 Νοέμβρη 2004
Σελ. /32
Οι κομπίνες της «απελευθέρωσης»

Γρηγοριάδης Κώστας

Η «απελευθέρωση» και η συνεπαγόμενη είσοδος των κεφαλαιοκρατών στους τομείς όπου κυριαρχούν κρατικές επιχειρήσεις, ευνοεί τον ανταγωνισμό κι αυτός με τη σειρά του συμβάλλει στη μείωση των τιμών. Είναι το βασικό προπαγανδιστικό στερεότυπο των κυβερνώντων, όπως και των κάθε λογής οπαδών των ιδιωτικοποιήσεων και των «νόμων της αγοράς». Στη φάση αυτή χρησιμοποιείται, κατά κόρον για τον ενεργειακό τομέα, μια και είναι η σειρά του, να υποστεί την πολιτική της «απελευθέρωσης». Κι όταν ζητείται από τους προαναφερομένους, να αναφέρουν κάποιο αποδεικτικό παράδειγμα των ισχυρισμών τους, μιλάνε για τις οριακές μειώσεις τιμών σε ορισμένες τηλεπικοινωνιακές υπηρεσίες, που έχουν κάνει τα τελευταία χρόνια ο ΟΤΕ και οι άλλες εταιρίες, κάνοντας πως δε γνωρίζουν την κομπίνα, που παίχτηκε και παίζεται ακόμη σε βάρος των εργαζομένων.

Αναφερόμαστε στα εξής: Πρώτον, στις δραστικές αυξήσεις των τιμολογίων, που προχώρησε ο ΟΤΕ, την τελευταία - πριν την «απελευθέρωση» - χρονική περίοδο, ώστε να διαμορφωθούν ελκυστικοί όροι για τους ιδιώτες κεφαλαιοκράτες. Για παράδειγμα, το 1999 πληρώναμε 13 δραχμές τα τρία λεπτά αστικής συνδιάλεξης και το 2001 είχε ήδη γίνει 10,5 δραχμές το ένα λεπτό! Δεύτερον, στην παράδοση της κινητής τηλεφωνίας -αποκλειστικά στην πρώτη περίοδο - στους κεφαλαιοκράτες και την «ελεύθερη» διαμόρφωση από τους τελευταίους των τιμολογίων τους, τα οποία ήταν αρκετά ακριβότερα από τις άλλες χώρες της ΕΕ. Τώρα, αφού εξασφάλισαν κέρδη πολλά και εισόδημα μεγάλο, κάνουν και κάποιες μειώσεις, ρίχνοντας στάχτη στα μάτια...

Οι κερδισμένοι

Πέρα από τα παραπάνω, βέβαια, υπάρχει μια ακόμη καλύτερη και περισσότερο ασφαλέστερη μέθοδος, για να δώσει όποιος θέλει απάντηση στο ερώτημα, ποιοι ωφελήθηκαν και συνεχίζουν να ωφελούνται από την πολιτική της διαβόητης «απελευθέρωσης», που εφαρμόζεται χρόνια τώρα, είτε στον τομέα των αποκρατικοποιήσεων, είτε γενικότερα στην οικονομία (εμπόριο, κλπ). Να συγκρίνει την πορεία της κερδοφορίας των μεγάλων επιχειρήσεων, με την πορεία των μισθών, των μεροκάματων και των συντάξεων. 'Η, ακόμη καλύτερα, να εξετάσει ποιο μέρος του παραγόμενου συνολικά πλούτου απολάμβαναν οι εργαζόμενοι, πριν από 10 ή 15 χρόνια και ποιο μέρος οι κεφαλαιοκράτες και αντίστοιχα τι γίνεται σήμερα.

Χρειάζεται, άραγε, η αναφορά σε συγκεκριμένα στοιχεία, για να δοθούν απαντήσεις στα προαναφερόμενα ερωτήματα; Δεν αρκεί το αδιαμφισβήτητο γεγονός, πως οι συνθήκες ζωής δυσκολεύουν συνεχώς, για τη μεγάλη πλειοψηφία των εργαζομένων της πόλης και του χωριού, τους συνταξιούχους, κλπ., καθώς, το «κάθε φέτος και χειρότερα» έχει γίνει πλέον μόνιμος σύντροφός τους; Και, μάλιστα, τούτο συμβαίνει, παρότι ο παραγόμενος συνολικά πλούτος συνεχώς αυξάνεται. Περιττό, να σημειώσουμε ποιοι ωφελούνται απ' όσα η μεγάλη πλειοψηφία του λαού δεν μπορεί να απολαύσει.

Αντίσταση και διέξοδος

Τα σημειώνουμε όλ' αυτά, για δυο κυρίως λόγους: Πρώτον, επειδή η «απελευθέρωση» της ενέργειας, που βρίσκεται τώρα στην ημερήσια διάταξη, όχι μόνο δε θα φέρει μειώσεις τιμών, όπως υπόσχονται οι κυβερνώντες, αλλά το αντίθετο, προϋποθέτει τη δραστική αύξηση των τιμολογίων της ΔΕΗ, ώστε να εξασφαλιστούν οι όροι κερδοφορίας των όποιων κεφαλαιοκρατών αποφασίσουν στο μέλλον, να ασχοληθούν με τον ενεργειακό τομέα. Και δεύτερον, γιατί η αντίθεση και η αντίσταση στην πολιτική αυτή, τόσο στη γενική της έκφραση, όσο και στη συγκεκριμένη κάθε φορά εκδοχή της (π.χ. ιδιωτικοποίηση της ΔΕΗ) είναι μεν ευνόητη και επιτακτικά αναγκαία, αλλά λειψή και κολοβή, όταν δε συνοδεύεται από τη συμφέρουσα για τους εργαζόμενους και το λαό διέξοδο από τη σημερινή κατάσταση. Για παράδειγμα, μόνο στα πλαίσια μιας λαϊκής εξουσίας και οικονομίας, η όποια ΔΕΗ μπορεί να εξασφαλίσει επαρκή και φτηνή ηλεκτρική ενέργεια και, μάλιστα, μέσα σε πλαίσια υπεράσπισης και σεβασμού των εργασιακών δικαιωμάτων και προστασίας του περιβάλλοντος. Οσο κάνουν κουμάντο η πλουτοκρατία και οι πολιτικοί της εκπρόσωποι, η όποια ΔΕΗ - είτε είναι κρατική, είτε πολύ περισσότερο ιδιωτικοποιημένη - θα έχει ως πρώτιστη επιδίωξή της τον αυξανόμενο συνεχώς πολλαπλασιασμό των κεφαλαιοκρατικών κερδών.

«Σε τούνελ οι μισθοί για τρία χρόνια» έλεγε ο χτεσινός πρωτοσέλιδος τίτλος των «Νέων». Και σωστά, αλλά, μέχρι σήμερα, πού βρίσκονταν; Πορεύονταν στη λεωφόρο της ευημερίας;

Η ΑΠΟΨΗ ΜΑΣ
Αντιλαϊκή αναδιανομή

Οι διαξιφισμοί και οι αντιπαραθέσεις της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ με αφορμή την κατάθεση του κρατικού προϋπολογισμού για το 2005, είναι ψευδεπίγραφες και υποκριτικές. Τα στελέχη των δύο κομμάτων γνωρίζουν πολύ καλά ότι και αυτός ο προϋπολογισμός θα μπορούσε, σαν τον φετινό, να είχε κατατεθεί από το ΠΑΣΟΚ. Οπως ακριβώς και οι προϋπολογισμοί των προηγούμενων χρόνων, κάλλιστα θα αποτελούσαν πόνημα της ΝΔ. Από εκεί και πέρα τη μεταξύ τους ομοιότητα - σχεδόν ομοιομορφία - και οι δύο προσπαθούν να την καμουφλάρουν με περικοκλάδες για διαφωνίες και δήθεν ριζικές διαφορές.

Το χαρακτηριστικό και του τωρινού προϋπολογισμού είναι ότι δεν απαιτείται ιδιαίτερη αποκωδικοποίηση και κόπος για να καταλάβει κανείς ποιοι είναι οι κερδισμένοι και ποιοι οι χαμένοι από τις κυβερνητικές επιλογές. Η εξίσωση είναι του Δημοτικού: Οι φόροι αυξάνονται σε καθεστώς μείωσης της φορολογίας του κεφαλαίου, ενώ ταυτόχρονα εξασφαλίζονται πρόσθετα ποσά που θα δοθούν στους επιχειρηματίες με τη μορφή των κινήτρων. Αρα, αυτοί που βγαίνουν κερδισμένοι, και στο σκέλος των εσόδων και στο σκέλος των δαπανών, είναι οι εκπρόσωποι του κεφαλαίου. Οι ίδιοι, δηλαδή, που ήταν πέρσι και πρόπερσι και όλα αυτά τα χρόνια των αναδιαρθρώσεων και των εκσυγχρονισμών. Αυτοί που ακόμα και στους επίσημους ισολογισμούς των επιχειρήσεών τους εμφανίζουν κάθε φορά αλματώδη αύξηση των κερδών, αλλά πάντα έχουν να προτάξουν μια νέα αξίωση. Αυτοί που έχουν βάλει το χέρι και θησαυρίζουν από την εκμετάλλευση δεκάδων μεγάλων επιχειρήσεων που ανήκαν στο δημόσιο και τους παραδόθηκαν, επειδή έτσι απαιτούσαν οι... σύγχρονες συνθήκες της αγοράς.

Στην άλλη όχθη βρίσκονται εκείνοι που πάντα πλήρωναν και εξακολουθούν να πληρώνουν: Η εργατική τάξη, οι άλλοι εργαζόμενοι, οι αγρότες, οι αυτοαπασχολούμενοι επαγγελμαλτοβιοτέχνες και μικρέμποροι, τα λαϊκά στρώματα συνολικά. Ολοι αυτοί, δηλαδή, που και η κυβέρνηση της ΝΔ τους καταδικάζει να βλέπουν τις αμοιβές τους να μειώνονται συνεχώς, ενώ την ίδια στιγμή πρέπει να πληρώσουν και πάλι τους αυξημένους φόρους. Χώρια που έχουν να τα βγάλουν πέρα και με την ανεργία, την ανασφάλεια, τα συνεχώς αυξανόμενα έξοδα για υγεία, μόρφωση κ.ο.κ.

Είναι ολοφάνερο ότι και η κυβέρνηση της ΝΔ, όπως μέχρι τώρα έκανε το ΠΑΣΟΚ, επιδιώκει να αξιοποιήσει το εργαλείο του προϋπολογισμού για να συνεχιστεί η αντιλαϊκή αναδιανομή των εισοδημάτων υπέρ του μεγάλου κεφαλαίου. Τα στελέχη της, που για να θολώσουν τα νερά συχνά - πυκνά κάνουν λόγο για «ήπιες προσαρμογές», στην πράξη κλιμακώνουν το αντιδραστικό τους έργο. Με τον προϋπολογισμό, το φορολογικό νομοσχέδιο και τον αναπτυξιακό νόμο που είναι ήδη στα τελειώματά του, δίνουν νέα ώθηση στην ικανοποίηση των αξιώσεων της πλουτοκρατίας. Οι εργαζόμενοι δεν πρέπει να έχουν καμιά αυταπάτη. Εδώ που τα λέμε, δε δικαιούνται να έχουν αυταπάτες. Δε δικαιούνται να περιμένουν να δουν άσπρη μέρα από τη ΝΔ ή το ΠΑΣΟΚ. Για να αλλάξει η σημερινή κατάσταση και να εξασφαλιστούν προϋποθέσεις για την καλυτέρευση των συνθηκών ζωής των εργαζομένων, χρειάζονται αγώνες που θα στοχεύουν στην ανατροπή της εξουσίας της πλουτοκρατίας και στην εφαρμογή μιας ριζικά διαφορετικής πολιτικής.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ