ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σάββατο 1 Γενάρη 2005 - Κυριακή 2 Γενάρη 2005
Σελ. /24
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
ΤΟ ΜΑΓΙΚΟ ΔΩΔΕΚΑΜΕΡΟ - Β` Η ΠΡΩΤΟΧΡΟΝΙΑ
Αρχιμηνιά κι Αρχιχρονιά

«Κάλαντα». Από έργο της Μαρίας Πωπ
«Κάλαντα». Από έργο της Μαρίας Πωπ

Αρχιμηνιά κι Αρχιχρονιά κι Αρχή του Γεναρίου

κι Αρχή που βγήκε ο Αγιος στη γη να περπατήσει.

Κι εκεί που παραπάτησε χρυσή βρυσούλα βγήκε

και κει που πολυπάτησε κοντή χρυσή μηλίτσα,

που 'χει τα μήλα κόκκινα, τα μήλα χρυσωμένα.

Και ποιος τα παραχρύσωσε; Ο ήλιος της ημέρας,

το φεγγαράκι της αυγής και τ' άστρο της εσπέρας.

Μεγαλειώδης, μοναδική, ξεχωριστή ανάμεσα σε όλες, η γιορτή της Πρωτοχρονιάς. Οπως γράφει ο εξαίρετος λαογράφος μας Κώστας Καραπατάκης (Το Δωδεκάμερο. Παλιά Χριστουγεννιάτικα ήθη κι έθιμα):

«Η Πρωτοχρονιά ήταν και παραμένει πάντα ο μεγαλύτερος σταθμός της ζωής του ανθρώπου, μέσα στο χρόνο. Τότε κλείνει ο μεγάλος κύκλος της περασμένης χρονιάς και τότε ξαναρχίζει αυτόματα η ζωή, χωρίς να διακόψει την πορεία της μέσα στην απεραντοσύνη του χρόνου».

Εκθαμβοι μένουν πάντα οι άνθρωποι μπροστά σ' αυτό το θαύμα κι ας συντελείται κάθε χρόνο, κι ας επαναλαμβάνεται, κι ας είναι προγραμματισμένο.

Ο χρόνος είναι για τους θνητούς ένα από τα μεγαλύτερα και τα αξεδιάλυτα μυστήρια. Γι' αυτό και η αρχή του νέου χρόνου περιβάλλεται από έθιμα, που έχουν σκοπό να ξορκίσουν το μέλλον, να εξευμενίσουν την τύχη, να μεταβάλουν το άγνωστο, το επίφοβο, σε προσδοκία ευτυχίας.

Με τα κάλαντα, τα δώρα, τα γλυκά και τα μαγειρέματα, τα παιχνίδια, τις μικρές και μεγάλες τελετουργίες, τα λόγια και τις πράξεις, οι άνθρωποι παλεύουν με τη Μοίρα τους που είναι πανίσχυρη. Τέτοιες μέρες όλοι συμφιλιώνονται και ζητούν ευκαιρίες κοινής ψυχαγωγίας για να αντλούν δύναμη και ελπίδα.


Κείμενα:
Ζωή ΒΑΛΑΣΗ


Το μάντεμα

Αν ο νέος χρόνος θα είναι φορτωμένος καλά δώρα, ή γυμνός και κακορίζικος, είναι ένα καίριο ερώτημα. Γι' αυτό και την Πρωτοχρονιά όλοι προσπαθούν να μαντέψουν!

Σε πολλά μέρη του τόπου μας προβλέπουν το μέλλον, παρατηρώντας πώς σκάζουν τα σπυριά του σταριού, όταν τα ρίχνουν στην καυτή πλάκα του τζακιού. Ονοματίζοντας κάθε σπυρί για το κάθε μέλος της οικογένειας, λένε πως θα 'χει καλή υγεία, αν το στάρι πεταχτεί πάνω με δύναμη, αντίθετα πως θα αρρωστήσει αν ο κόκκος καεί ήσυχα κι αθόρυβα... Το στάρι που πετάγεται μακριά δηλώνει, για το αγόρι πως θα πάει στα ξένα, για το κορίτσι πως θα παντρευτεί.

Ο γάμος του κοριτσιού είναι ένα από τα σοβαρά ερωτήματα... Ακόμη και στην Αθήνα, τη δεκαετία του '50, μετά τα μεσάνυχτα της Παραμονής, τα κορίτσια στέκονταν στο παράθυρο και περίμεναν. Αν ο πρώτος διαβάτης ήταν άντρας, θα παντρεύονταν με τη νέα χρονιά! Οσο για το ποιον... Σημασία είχε το πρώτο αντρικό όνομα που θα άκουγαν.

Το όνομα που άκουσα ας είναι το όνομά του

του χρόνου να 'ναι ο κύρης μου κι εγώ να 'μαι η κυρά του.


Καλοτυχίσματα και ποδαρικό

Δεν είναι μόνο το μάντεμα των μελλούμενων που κυριαρχεί στο κατώφλι του νέου χρόνου. Είναι και τα καλοπιάσματα της Τύχης για να είναι μεγαλόκαρδη.

Στη λαϊκή φαντασία, οι πρώτες ώρες και οι πρώτες μέρες του νέου χρόνου είναι κρίσιμες, για τούτο και από τα απώτατα χρόνια γιορτάζονταν πανηγυρικά.

Αντίστοιχα με τις δικές μας είχαν και οι Ρωμαίοι τις γιορτές της Πρωτοχρονιάς, αφιερωμένες στο θεό Ιανό, που έδωσε το όνομά του στον πρώτο μήνα.

Μυθικός Ρωμαίος βασιλιάς, θεός της ειρήνης, της καλοσύνης και της αφθονίας, ο Ιανός με τα δύο πρόσωπα ήταν και θεός των θυρών. Αυτός άνοιγε την πύλη της ημέρας το πρωί και την έκλεινε το βράδυ, αυτός, φύλακας του Χρόνου, με το ένα του κεφάλι κοίταζε το παρελθόν και με το άλλο το μέλλον.

«Η καλή μέρα από το πρωί φαίνεται κι η καλή χρονιά από την πρώτη μέρα», λέει ο λαός μας. Την Πρωτοχρονιά λοιπόν όλοι φροντίζουν να είναι χαρούμενοι, να μην πούνε τίποτα κακό, να μην κάνουν ζημιά, να καλοπιάνουν τα ζωντανά, τα δέντρα, τα χωράφια, ν' αφήνουν τις βρύσες ανοιχτές για να τρέχει και ο πλούτος όπως το νερό!

Μεγάλη σημασία έχει και το ποιος και πώς θα μπει πρώτος στο σπίτι. Αν μπει φτωχός ή γέρος ή άρρωστος, πιστεύουν ότι η νέα χρονιά θα είναι μίζερη.

Γι' αυτό και φροντίζουν να εκβιάζουν τον καλό οιωνό, επιζητώντας ποδαρικό από κάποιον τυχερό, ή από παιδί που είναι σύμβολο ελπίδας. Σε μερικά μέρη προτιμούν ποδαρικό να τους κάνει αγόρι, γιατί, παλικάρι, είναι συνώνυμο της λεβεντιάς, της δύναμης και της υγείας. Αλλού όμως προτιμάνε κορίτσι, γιατί το θηλυκό προκαλεί ευγονία στα ζώα και καλή σοδειά στις καλλιέργειες.

Παλιότερα συνήθιζαν να πηγαίνουν οι γυναίκες, πριν ξημερώσει η Πρωτοχρονιά, στη βρύση για να φέρουν το Αμίλητο Νερό και να κάνουν με αυτό ποδαρικό. Αλλά ούτε πηγαίνοντας ούτε γυρνώντας έπρεπε να μιλήσουν, γιατί ήταν φόβος να τους πάρουν οι Νεράιδες τη μιλιά. Ομως πήγαιναν πάντα κι άφηναν στη βρύση σταφίδες, σύκα και καρύδια δώρα για τις Νεράιδες τις Καλότυχες.


Φυλαχτά

Εργο του Θάνου Βελλουδίου
Εργο του Θάνου Βελλουδίου

Πάνω απ' το κατώφλι, η αγριοκρεμμύδα χαρίζει στο σπιτικό τη θαυμαστή ζωτικότητά της. Η αγριοκρεμμύδα, ασκέλλα, Χριστοβασιλίτσα, είναι ικανή να μένει θαλερή και να βγάζει φύλλα ακόμα και χωρίς νερό, χώμα ή ήλιο! Ζωντανή εικόνα αθανασίας... όπως την έβλεπε ο Πυθαγόρας.

Κάτω, στο κατώφλι, ένα σιδερένιο αλογοπέταλο, για να το πατάει όποιος διαβαίνει εξασφαλίζοντας έτσι δύναμη και υγεία. («Σιδερένιος» ευχόμαστε, «έχει σιδερένια υγεία» θαυμάζουμε). Αλλά το πέταλο προστατεύει επειδή συμβολίζει και τη δύναμη που νικάει το κακό: Με το πέταλο το άλογο κλοτσάει το λύκο!

Ακόμη, ένα πέταλο κρεμασμένο πίσω από την πόρτα προκαλεί την καλοτυχία να τρέχει στο σπίτι γρήγορη όπως το άλογο.

Μπροστά στο κατώφλι, την Πρωτοχρονιά, ο νοικοκύρης σπάει ένα ρόδι. Κι όπως τα μύρια ρόδινα σπόρια ξεχύνονται παντού, ο καθένας εύχεται:

Σαν που 'ναι γεμάτο το ρόιδι

να 'ναι γεμάτο το σπίτ'!

Οι επισκέπτες ανήμερα την Πρωτοχρονιά φέρνουν μαζί τους μια πέτρα κι ένα κλαδάκι ελιάς ή πουρναριού. Την πέτρα την αφήνουν στη μέση στο δωμάτιο και λένε:

Σαν την πέτρα γεροί!

και σείοντας το κλαδί της ελιάς εύχονται:

Οπως βαστά τα φύλλα η ελιά

έτσι να βαστά κι η οικογένεια την υγειά!

Αν αντί για ελιά, έχουν πουρνάρι, το ρίχνουν στη φωτιά και καθώς τα φύλλα του σκάζουν και σπιθίζουν λένε:

Ρίχνω ξύλα και κλαριά

μια κροτούν, μια παρτσαλίζουν

κι οι τσεπούλες τού ...

γρόσια και φλουριά γεμίζουν.


Τα τυχερά παιχνίδια

Τα τυχερά παιχνίδια αποτελούν χαρακτηριστική συνήθεια αυτών των εορτασμών, μια και η Τύχη είναι η βασίλισσα των ημερών, και η αγωνία γι' αυτήν και η προσδοκία της γενναιοδωρίας της κυριαρχούν στα συναισθήματα των ανθρώπων στο κατώφλι του καινούριου χρόνου.

Σ' αυτά τα σπίτια τ' αψηλά τα μαρμαροχτισμένα οι βρύσες γάλα να γεννούν και τα πηγάδια μέλι!

Ο λαός διηγείται ότι η συνήθεια να παίζουν τυχερά παιχνίδια τούτον τον καιρό κρατάει από την εποχή που δεσπότης στην Καππαδοκία ήταν ο Αγιος Βασίλης, ο μορφωμένος, σοφός και ασκητικός άγιος της ορθοδοξίας, τόσο διαφορετικός από τον καλοθρεμμένο αγγλοσάξονα ομόλογό του....

Κάποτε λοιπόν, ο Ρωμαίος έπαρχος, άνθρωπος σκληρός και άπληστος, ζήτησε έναν υπέρογκο φόρο και οι κάτοικοι για να γλιτώσουν τη θηριωδία του, γέμισαν σακούλια με όλα τα χρυσαφικά τους και με όσα φλουριά είχαν, και του τα έδωσαν. Ο Αϊ Βασίλης όμως, θυμωμένος με την τόση σκληρότητα του Ρωμαίου, αποφάσισε να τον τιμωρήσει. Γνωρίζοντας ότι ο έπαρχος ήταν μεγάλος «τζογαδόρος», (κι ελπίζοντας ο ίδιος στη θεία συνδρομή...), τον προκάλεσε σε μια παρτίδα ζάρια. Αν κέρδιζε ο Ρωμαίος, θα έπαιρνε όχι μόνο τα σακούλια με όλο το βιος των ανθρώπων, αλλά και ένα μεγάλο κτήμα που είχε ο Αϊ Βασίλης. Αν όμως έχανε, θα άφηνε τα σακούλια και θα έφευγε.


Επαιξαν, και ο Αϊ Βασίλης κατατρόπωσε τον Ρωμαίο!

Γι' αυτό, όπως ισχυρίζεται ο λαός, παίζουμε τυχερά παιχνίδια την παραμονή του Αγιοβασιλιού!... Και γι' αυτό, ίσως, τον φανταζόμαστε πάντα με σακούλια γεμάτα δώρα και τον περιμένουμε με λαχτάρα.

Αλλά, αν τα ζάρια ήταν γνωστό κι εξαιρετικά δημοφιλές παιχνίδι των Ρωμαίων, η τράπουλα φαίνεται να μας ήρθε από την Ανατολή μέσω των Αράβων κατακτητών ή των Σταυροφόρων.

Τα παιγνιόχαρτα εφευρέθηκαν, σύμφωνα με ινδικές διηγήσεις από τους βραχμάνους, σύμφωνα όμως με κινέζικους θρύλους, από έναν Κινέζο αυτοκράτορα με σκοπό να δώσει μια συναρπαστική διασκέδαση στο πολυπληθές χαρέμι του! Πάντως, τα γνωστά μας τραπουλόχαρτα σχεδιάστηκαν από έναν Γάλλο, τον 15ο αιώνα, ενώ τα «χρώματα» επινοήθηκαν από έναν Ιταλό.

Φυσικά, η Εκκλησία απαγόρευσε και καταδίκασε με μεγάλη αυστηρότητα τα τυχερά παιχνίδια, που βεβηλώνουν τον ιερό χαρακτήρα των ημερών αυτών, επισείοντας τα καζάνια της κόλασης για τους παίχτες. Αποτέλεσμα της απαγόρευσης και των αναθεμάτων ήταν να συνδεθούν τα χαρτιά με τον διάβολο και με τις σκοτεινές δυνάμεις. Πολλά λαϊκά παραμύθια απηχούν αυτές τις ιδέες και πολλοί τοπικοί θρύλοι μαρτυρούν τη συμπαιγνία τράπουλας και δαιμόνων εναντίον των θνητών.


Η Βασιλόπιτα

Μεγάλο ρόλο στους εορτασμούς του Δωδεκάμερου παίζει η μαγειρική:

Το ψωμί, που είναι η μαγιά της ελπίδας και το σύμβολο της καλοσύνης και της σπιτικής ευτυχίας: Χριστόψωμο, Χριστοκουλούρα, Αγιόψωμο, Βασιλοκουλούρα, και με πολλές ακόμα ονομασίες...

Οι πίτες κάθε λογής και οι δίπλες, οι μπακλαβάδες, οι λαλαγγίτες, που συμβολίζουν τα σπάργανα του μικρού Χριστού, αλλά και του νεογέννητου χρόνου σε έναν θαυμαστό συγκερασμό των παγανιστικών και των χριστιανικών δοξασιών!

Η Βασιλόπιτα, που αλλού είναι πίτα - με χορταρικά ή με κρεατικά - κι αλλού είναι ψωμί γλυκό με μπαχαρικά και ξερά φρούτα, (και κέικ ή τσουρέκι), καταστόλιστο με ζυμαρένια κεντίδια, με μύγδαλα και ζαχαρωτά, αποδίδεται κι αυτή στον Αϊ- Βασίλη!

Οταν, όπως είπαμε, ο Ρωμαίος έχασε και έφυγε, απόμεινε ο Αϊ Βασίλης με την απορία πώς να ξαναδώσει στους κατοίκους της Καισάρειας τα χρυσαφικά τους. Σκέφτηκε, λοιπόν, και παράγγειλε να του φτιάξουν πίτες και αφού έβαλε από τα φλουριά των σακουλιών μέσα στην καθεμιά, τις μοίρασε σε όλα τα σπίτια!

Κι εκείνη ήταν μάλλον η πρώτη φορά στην ιστορία του πολιτισμού και της οικονομίας, που οι φτωχοί κέρδισαν όσα και οι πλούσιοι.

Στ' Αϊ Βασίλη τ' όνομα εκάμαμε την πίτα

τριγύρω τη στολίσαμε με δάφνες και με μύρτα.

Δώστε του, μωρέ κι ας πάει,

ξένος και δικός ας φάει!

Και του χρόνου!


Πρωτοχρονιά!

Η κρασαποθήκη του Κύπρου ήτανε γνωστή σε όλη την περιοχή του Παπάφη. Από το «λάκκο», που κατέβαινε σύρριζα με τον ανατολικό μαντρότοιχο του Γ΄ Σώματος στρατού, μέχρι τον Αγιο Φανούριο, όπου πηγαινοερχότανε η Αθηνούλα με τη γνωστή «φανουρόπιτα», σκεπασμένη με το πλουμιστό κέντημα, σε φίνο σουφλιώτικο μετάξι, κληρονομιά της κυρίας Μόσχας, γνωστής στη γειτονιά με το παρατσούκλι «το μαγικό πουλάκι». Την τελετή της «φανουρόπιτας» και τους συμβολισμούς της, τα ξέραμε. Η Αθηνούλα, με το καλό της το φόρεμα, έφτανε πρωί πρωί στην εκκλησία, και άφηνε τη «φανουρόπιτα» στο πρώτο σκαλοπάτι της «ωραίας» πύλης. Υστερα έβγαινε ο Παπαντρέας με το χρυσοκέντητο πετραχήλι του και διάβαζε τις σχετικές ευχές. Η Αθηνούλα γονάτιζε, όλο κατάνυξη, και, όταν τελείωνε το ευχολόγιο, έπαιρνε την πίτα από τα χέρια του Παπαντρέα, που δεν παρέλειπε να της τραβήξει και μια τσιμπιά στον προτεταμένο της πισινό. O καντηλανάφτης τότε έσβηνε το μεγάλο πολυέλαιο και η τελετή τελείωνε.

Το βράδυ η Αθηνούλα έβαζε ένα κομμάτι από την αγιασμένη φανουρόπιτα κάτω από το μαξιλάρι της και όλο αγωνία προσδοκούσε να δει στο όνειρό της τον άντρα που θα παντρευότανε. Ούτε οι ευχές του Παπαντρέα όμως πιάσανε τόπο ούτε οι φανουρόπιτες. Την Αθηνούλα, «σεσημασμένη» επονίτισσα, τη στείλανε στα εικοσιδυό της στον Αϊ - Στράτη και γύρισε από κει με τα πνευμόνια της τρυπημένα από την αρρώστια... Σε δυο χρόνια πέθανε στο σανατόριο του Ασβεστοχωριού. Στην κηδεία της, όπως μάθαμε, δεν πήγε κανείς. Η Ασφάλεια το απαγόρεψε, ακόμα και στην αδερφή της την Ερνεστίνη. Εκεί λοιπόν στην κρασαποθήκη του Κύπρου είπαμε να μαζευτούμε την Πρωτοχρονιά. Μόλις είχαμε φορέσει μακριά πανταλόνια και ο πιο μεγάλος από μας, ο Γιάννης, ο επονομαζόμενος «στροντς», είχε «πατήσει» και το πρώτο του ξύρισμα. Ετσι έλεγε τουλάχιστον, χωρίς να τον πιστεύουμε. Είχαμε συμφωνήσει, μάλιστα, να παίξουμε και «τριάντα ένα». Βέβαια ο Χάμπος, που ήτανε του κατηχητικού, διαφώνησε, αλλά τον πείσαμε λέγοντάς του πως το χαρτοπαίγνιο της Πρωτοχρονιάς ήτανε ευλογημένο από τον ίδιο τον Αγιο Βασίλειο που ήτανε, όπως έλεγαν, μεγάλος «κουμαρτζής» και γι' αυτό, εξάλλου, έγινε και άγιος.

Εκείνο που έμενε να συμφωνήσουμε ήτανε σε τι θα παίζαμε, σε λεφτά ή σε φασόλια. Εκεί μπερδεύτηκε η συζήτηση, όχι γιατί το ζήτημα ήτανε ηθικής τάξης, όπως το χαρτοπαίγνιο, κατά την άποψη του Χάμπου, αλλά υλικής. Δεν είχαμε φράγκο. Και κάτι ψιλά που είχαμε μαζέψει από τα κάλαντα, τα είχαμε ξοδέψει. Εγώ τα ξόδεψα όλα στο ποδήλατο. Το νοίκιασα για δυο ώρες και πηγαινοερχόμουνα στο δρόμο της Ιωάννας. Ο Στέλιος ο Σπανός, δεινός μπαλαδόρος, και «σέντερ μπακ» στα τσικό του Αρη, έδωσε εφτάμισι δραχμές και πήρε από τον Αλκέτα, τον Παναγούλια, μια μεταχειρισμένη λαστιχένια μπάλα. Και ο Λάκης ο Βουργαρόπουλος πήρε δυο κιλά χαλβά για τη μάνα του. Γιατί της το είχε τάξει. Το ζήτημα, λοιπόν, δεν ήτανε ηθικής τάξης. Και έτσι αποφασίσαμε να παίξουμε σε φασόλια. Την τράπουλα θα την έφερνε ο Νίκος ο Τσαγιανιάς, τα φασόλια ο Γιώργος ο Χήρας, εγώ υποσχέθηκα πως θα έφερνα μια μικρή βασιλόπιτα, με ένα δίφραγκο μέσα, για να την κόψουμε όπως το καλούσε η μέρα. Ο Γρηγόρης, ύστερα από θερμά παρακάλια, υποσχέθηκε πως θα έφερνε την αδερφή του τη Βαγγελιώ. Δυστυχώς όμως. Ο μπαρμπα - Γιάννης ο Κύπρος, ειδοποιήθηκε εγκαίρως από την Ασφάλεια και κλειδαμπάρωσε την εξώπορτα της κρασαποθήκης και μεις, με τις τράπουλες, τα φασόλια, τη βασιλόπιτα και τη Βαγγελιώ μείναμε απ' έξω. Η Ασφάλεια βλέπεις. Μια ζωή μπροστά μας!


Του
Γιώργου ΧΟΥΡΜΟΥΖΙΑΔΗ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ