ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Πέμπτη 20 Γενάρη 2005
Σελ. /40
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
ΜΕΓΑΛΟΒΙΟΜΗΧΑΝΟΙ
Τώρα ο λόγος μας έχει πέραση...

Ικανοποίηση για την πολιτική του δικομματισμού εξέφρασε ο πρόεδρος του ΣΕΒ. Πανηγύρια για τα προνόμια που τους προσέφερε η ΝΔ... «Μούτρα» για τον «βασικό μέτοχο»

Ικανοποιημένοι εμφανίστηκαν οι βιομήχανοι από την κυβέρνηση κατά τη χτεσινή συνέντευξη Τύπου της διοίκησης του ΣΕΒ, δεν παρέλειψαν ωστόσο να χρησιμοποιήσουν σκληρή γλώσσα για το ζήτημα του «βασικού μετόχου», ισορροπώντας ανάμεσα στην ...επιβράβευση και στην αποδοκιμασία. Συμπερασματικά, όμως, ο ΣΕΒ παραδέχτηκε, ή μάλλον υπερηφανεύτηκε, μέσω του προέδρου του, Οδ. Κυριακόπουλου, ότι «τα τελευταία χρόνια μεγαλώνει η απήχηση του ΣΕΒ και οι απόψεις του γίνονται δεκτές». Επιβράβευσε έτσι συνολικά τον δικομματισμό, επιβεβαίωσε περίτρανα ότι οι «πρασινογάλαζες» κυβερνήσεις είναι συνεπείς υποστηρικτές του μεγάλου κεφαλαίου και απέδειξε ότι πράγματι ο ΣΕΒ «δεν ταυτίζεται με καμία παράταξη».

Ο πρόεδρος του ΣΕΒ ήταν γλαφυρός στις εκφράσεις του υπέρ του κυβερνητικού έργου, ξεκαθαρίζοντας αρχικά ότι «δεν υπάρχει ρήξη με την κυβέρνηση». «Στην ουσία συμφωνούμε, στους ρυθμούς έχουμε άλλη άποψη», τόνισε ο πρόεδρος των βιομηχάνων, κάτι που επανέλαβε στη διάρκεια της συνέντευξης. Και το αιτιολόγησε λέγοντας ότι οι βιομήχανοι αντιμετωπίζουν την πίεση της αγοράς, είναι ανυπόμονοι, ενώ η κυβέρνηση αντιμετωπίζει τις καταστάσεις με «ωριμότητα και ρεαλισμό». Αυτό δεν τον εμπόδισε στη συνέχεια να επισημάνει ότι οι πολιτικοί μετρούν και το πολιτικό κόστος και τις σφυγμομετρήσεις και γι' αυτό δεν ικανοποιούν ορισμένα από τα αιτήματα των βιομηχάνων, αλλά και ότι οι καταστάσεις πιέζουν και ο ΣΕΒ βλέπει πού οδηγούμαστε. Οπότε «ό,τι δε λυθεί τώρα θα οδηγήσει σε πολύ πιο σοβαρές επιπτώσεις όταν θα κληθούμε να το λύσουμε».

Πάντως, «όταν η φωνή του ΣΕΒ είναι καλά τεκμηριωμένη βρίσκει ανταπόκριση» και «πάρα πολλές απόψεις μας έχουν γίνει δεκτές», σημείωσε ο Οδ. Κυριακόπουλος. Δεν παρέλειψε, μάλιστα, να επικαλεστεί και συγκεκριμένα παραδείγματα, που οι κυβερνώντες υιοθέτησαν θέσεις του ΣΕΒ, όπως:

  • Το φορολογικό σύστημα που, όπως είπε, είναι σαφώς βελτιωμένο σε σχέση με το παρελθόν, παρόλο που θα μπορούσε να είναι τολμηρότερος ο τελευταίος νόμος της κυβέρνησης
  • Ο αναπτυξιακός νόμος, που «ικανοποιεί σε πολύ μεγάλο βαθμό όλα μας τα αιτήματα», όπως είπε ο πρόεδρος του ΣΕΒ, ο οποίος δεν παρέλειψε να πλέξει το εγκώμιο του υπουργού Ανάπτυξης, Δ. Σιούφα.

Σημειώνεται πως ο υπουργός Ανάπτυξης ήταν ο επίσημος ομιλητής εκ μέρους της κυβέρνησης στο Γενικό Συμβούλιο του ΣΕΒ τη Δευτέρα, όπου «έπνιξε» στις ευχαριστίες τους βιομηχάνους. Σε ανταπόδοση, ο ΣΕΒ εκτιμά ότι πρόκειται για έναν «ευέλικτο» υπουργό, ο οποίος, παρουσιάζοντας το έργο και το πρόγραμμα του υπουργείου, τους έκανε να καταλάβουν ότι συμβαίνουν σημαντικά πράγματα για την ενίσχυση του «επιχειρείν» που ο υπουργός το στηρίζει «χωρίς ενοχές».

Ομως, ένα νόμισμα έχει δύο όψεις. Ετσι, ο Οδ. Κυριακόπουλος δήλωσε χαρακτηριστικά ότι «η εμπιστοσύνη χτίζεται αργά και γκρεμίζεται με μία λάθος κίνηση» και αυτό το μήνυμα το στέλνει στην πολιτεία με αφορμή το νομοσχέδιο για τον «βασικό μέτοχο». Γιατί, σύμφωνα με τον ΣΕΒ, «αν πεις σε ένα ξένο τι διαδικασίες απαιτούνται για να κάνει μια δουλιά με βάση το νομοσχέδιο, θα γελάσει». Οπου «δουλιά» σημαίνει να έρθει στην Ελλάδα και να κερδίσει με τα λεφτά του δημοσίου, τα λεφτά του ελληνικού λαού, κάτι που σύμφωνα με τους βιομηχάνους πρέπει να γίνεται με τους ελάχιστους περιορισμούς. Ο ΣΕΒ, μάλιστα, πάει ακόμη μακρύτερα και υποστηρίζει ότι «το δημόσιο συμφέρον εξασφαλίζεται όταν λειτουργεί ο ανταγωνισμός. Με απλές, διάφανες διαδικασίες, με μικρό ρίσκο, όταν κανείς δεν παρεμβαίνει»!!! Ο πρόεδρος των βιομηχάνων πρόσθεσε, ωστόσο, ότι αν κάποιος παρέμβει, τότε θα χρειαστεί και μια αυστηρή τιμωρία.

Φάρμακο για κάθε νόσο είναι και πάλι, για τους βιομηχάνους, το «μικρό, ευέλικτο δημόσιο», που δε θα ασκεί επιχειρηματική δράση. Ομως, οι διατάξεις του νόμου για τον «βασικό μέτοχο» δεν κινούνται σε αυτή την κατεύθυνση, αν και το πρόβλημα ξεκινάει από το Σύνταγμα, καθώς οι βιομήχανοι υπενθύμισαν ότι διαμαρτύρονταν και για τον προηγούμενο νόμο. Στο «διά ταύτα» ο επιχειρηματικός κόσμος «αποθαρρύνεται» να κάνει δουλιές με το δημόσιο, ο νόμος δε θα έχει το αναμενόμενο αποτέλεσμα και «επειδή μας ενοχλούν πέντε άτομα, φτιάχνουμε ένα κατασκεύασμα που φακελώνει και παρακολουθεί χιλιάδες άτομα»!!!

ΤΡΑΠΕΖΙΤΕΣ
Τώρα τους ανησυχεί ο υπερδανεισμός των νοικοκυριών

Τα καταναλωτικά δάνεια και ορισμένες πτυχές γύρω από το ασφαλιστικό των τραπεζοϋπαλλήλων ήταν στην ατζέντα της χτεσινής συνάντησης ανάμεσα στις διοίκηση της Τράπεζας της Ελλάδος (ΤτΕ) και τις διοικήσεις των εμπορικών τραπεζών. Με τη χτεσινή σύσκεψη, η διοίκηση της ΤτΕ επιχειρεί να αποποιηθεί τις ευθύνες της από τη συνεχιζόμενη έκρηξη στα καταναλωτικά δάνεια. Αποτελεί δε κοινό μυστικό, ότι η ξέφρενη άνοδος των καταναλωτικών δανείων, σε συνδυασμό με την πιθανολογούμενη αύξηση επιτοκίων και την πολιτική λιτότητας (καθήλωση μισθών και συντάξεων), εγκυμονεί νέους και ακόμη μεγαλύτερους κινδύνους για τα υπερδανεισμένα λαϊκά νοικοκυριά, που απειλούνται πλέον με κατασχέσεις και πλειστηριασμούς. Βέβαια, οι τραπεζίτες συζήτησαν το πρόβλημα κάτω από το δικό τους πρίσμα, δηλαδή από τη σκοπιά διασφάλισης της κερδοφορίας και των συμφερόντων τους.

Σύμφωνα με τις πληροφορίες, ο διοικητής της κεντρικής τράπεζας, Ν. Γκαργκάνας, σημείωσε την «ανησυχία» του για την αύξηση των καταναλωτικών δανείων αναφέροντας πως είμαστε σε χρονιά αύξησης των επιτοκίων, στην οποία πιθανολογούν ότι αργά ή γρήγορα θα προχωρήσει και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Η διοίκηση της ΤτΕ σημείωσε επίσης το γεγονός των χαμηλότερων ρυθμών «ανάπτυξης», με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τα διαθέσιμα εισοδήματα.

Στο «διά ταύτα», ούτε καν σκέφτονται τη λήψη «διοικητικών περιοριστικών μέτρων», λέγοντας ότι η πρακτική αυτή ανήκει οριστικά και αμετάκλητα στο παρελθόν. Λόγος γίνεται για την αύξηση των συντελεστών επισφάλειας στα καταναλωτικά δάνεια, κάτι που σύμφωνα με την ΤτΕ θα κάνει τις εμπορικές τράπεζες περισσότερο «προσεκτικές» και επιλεκτικές στη χορήγησή τους, ανάλογα με την πιστοληπτική ικανότητα των πελατών τους. Η αύξηση των δεσμεύσεων για επισφάλειες στα καταναλωτικά δάνεια αντισταθμίζεται από την προωθούμενη μείωση των δεσμεύσεων για τα ενυπόθηκα στεγαστικά δάνεια, από τα οποία οι τραπεζίτες έχουν πλήρως διασφαλίσει την αποπληρωμή των τοκογλυφικών δόσεων.

Στη χτεσινή σύσκεψη διαπιστώθηκε - για μια ακόμη φορά - ο διαγκωνισμός των τραπεζιτών γύρω από το ασφαλιστικό σύστημα των τραπεζοϋπαλλήλων. Η διοίκηση της ΤτΕ επανέλαβε τη θέση για «ενιαία αντιμετώπιση» από το σύνολο των τραπεζών. Η θέση αυτή, προσκρούει στη θέση της Εθνικής Τράπεζας και άλλων τραπεζών, που εκτιμούν ότι δεν έχουν πρόβλημα και κατά συνέπεια η ενιαία λύση ευνοεί τους ανταγωνιστές τους. Για το συγκεκριμένο θέμα προγραμματίζεται για αύριο νέα συνάντηση του υπουργού Οικονομίας, Γ. Αλογοσκούφη, με το διοικητή της Εμπορικής Τράπεζας, Γ. Προβόπουλο, ο οποίος επείγεται για λύση «εδώ και τώρα».

Αξιολογητές ... «τζογαδόροι»

Τι συμβαίνει, λοιπόν, με την πιστοληπτική ικανότητα της Ελλάδας; Ποιοι και - κυρίως με ποια κριτήρια - βαθμολογούν την ικανότητα της χώρας μας, όπως και διάφορων άλλων χωρών ή επιχειρήσεων; Το ερώτημα αποκτά ενδιαφέρον μετά τις αντικρουόμενες εκτιμήσεις που διατυπώθηκαν πρόσφατα με τις εκθέσεις διαφόρων «διεθνών οίκων αξιολόγησης». Εχουμε κατά νου τις εκθέσεις της «Stantdard and Poors» και της «Fitch Ratings» που - αξιοποιώντας και τα ευρήματα της δημοσιονομικής απογραφής για τα δημοσιονομικά ελλείμματα που επικυρώθηκαν από τις Βρυξέλλες - υποβάθμισαν την πιστοληπτική ικανότητα της Ελλάδας. Διαφορετική, όμως, ήταν η εκτίμηση της Moody's - ανήκει επίσης στη λέσχη των «διεθνών οίκων αξιολόγησης» - που με την έκθεσή της (δημοσιεύτηκε μετά τις δύο πρώτες) θόλωσε τα νερά, καθώς διατήρησε αμετάβλητη (στο βαθμό Α1) την πιστοληπτική ικανότητα της Ελλάδας.

Για να μην τρελαθούμε, ας προσπαθήσουμε να βάλουμε τα πράγματα στη θέση τους. Οι αυτοαποκαλούμενοι «έγκυροι διεθνείς οίκοι αξιολόγησης», είναι πολυεθνικές εταιρίες, οι οποίες συντάσσουν κατά καιρούς (είτε κατά παραγγελία είτε με δική τους πρωτοβουλία) εκθέσεις για την οικονομική κατάσταση επιχειρήσεων (συνήθως εισηγμένων στα χρηματιστήρια), αλλά και διαφόρων χωρών. Με τις εκθέσεις αυτές, αποφαίνονται αν η κατάσταση της οικονομίας (της συγκεκριμένης χώρας ή της επιχείρησης) είναι «καλή» ή «προβληματική» και ανάλογα με τα «ευρήματα» οι εκθέσεις επηρεάζουν (θετικά ή αρνητικά) τους ενδιαφερόμενους. Αν, για παράδειγμα, η έκθεση βαθμολογεί θετικά ή αρνητικά την κατάσταση και τις προοπτικές (της εξεταζόμενης επιχείρησης ή χώρας), επηρεάζει αναλόγως και την τιμή της μετοχής τής εν λόγω επιχείρησης (και άρα τους μετόχους της) ή την πορεία των επιτοκίων που δανείζεται κάθε χώρα (και άρα των τόκων εξυπηρέτησης του δημόσιου χρέους).

Αποτελεί, βέβαια, κοινό μυστικό ότι οι εν λόγω πολυεθνικές εταιρίες, δεν είναι και τόσο αμερόληπτες, όπως τις εμφανίζουν οι κάθε είδους θιασώτες των «αγορών». Καθώς λειτουργούν (όπως και όλες οι καπιταλιστικές επιχειρήσεις), με γνώμονα τη μεγιστοποίηση των κερδών τους δεν αποφεύγουν τον πειρασμό να παίξουν με τις εκθέσεις τους διάφορα κερδοσκοπικά παιχνίδια. Είναι χαρακτηριστικό ότι πολλοί από τους «διεθνείς οίκους αξιολόγησης», που έκαναν δημόσιες προβλέψεις ότι η τιμή της μετοχής μιας εταιρίας θα κινηθούν ανοδικά και θα φτάσει στην τάδε τιμή - ρεκόρ, η τιμή της συγκεκριμένες μετοχής κατρακύλησε ή έμεινε στάσιμη, με συνέπεια οι αμύητοι στα μυστικά του τζόγου να πληρώσουν τα σπασμένα. Το ίδιο συμβαίνει και με τα δημοσιονομικά ελλείμματα μιας χώρας - και στη συγκεκριμένη περίπτωση της Ελλάδας - που οι εν λόγω διεθνείς οίκοι (στηριζόμενοι στις εκθέσεις της ΕΕ κλπ.) έλεγαν ότι μειώνονται, ενώ τώρα που αναθεωρήθηκαν τα στοιχεία τα αναθεώρησαν και αυτοί, προχωρώντας παράλληλα στην υποβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας.

Είναι φανερό πως οι αποκαλούμενοι «έγκυροι διεθνείς οίκοι αξιολόγησης» της πιστοληπτικής ικανότητας επιχειρήσεων ή και χωρών, δεν παίζουν μόνο κερδοσκοπικά παιχνίδια. Γιατί, στην ουσία, με τις εκθέσεις τους, όχι μόνο «τζογάρουν» (προς ίδιον όφελος) στην πλάτη των μετόχων ή των χωρών που αξιολογούν, αλλά παίζουν και πολιτικά παιχνίδια. Με βάση τα παραπάνω, αντί για «διεθνείς οίκοι αξιολόγησης», οι παραπάνω εταιρίες, θα έπρεπε να αποκαλούνται - και αυτό τους ταιριάζει απόλυτα - διεθνείς τζογαδόροι.


Λ.Τ.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ