ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Τρίτη 18 Γενάρη 2000
Σελ. /40
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
ΝΕΑ ΙΣΟΤΙΜΙΑ ΔΡΑΧΜΗΣ- ΕΥΡΩ
Επιχείρηση υποτίμησης της νοημοσύνης του λαού

Η κοινή απόφαση κυβέρνησης - Βρυξελλών για υποτίμηση της δραχμής απέναντι στο ΕΥΡΩ (τη βάφτισαν ...«ανατίμηση») συνοδεύτηκε με τη γραπτή δέσμευση της κυβέρνησης να εκπληρώσει 5 όρους- μέτρα λιτότητας για τα πλατιά λαϊκά στρώματα

Με συγκεκριμένες δεσμεύσεις για επιτάχυνση της αντιλαϊκής κυβερνητικής πολιτικής, συνοδεύτηκε η απόφαση για τον προσδιορισμό νέας κεντρικής ισοτιμίας της δραχμής απέναντι στο ΕΥΡΩ, που ελήφθη το περασμένο Σάββατο στις Βρυξέλλες. Οι όροι και οι δεσμεύσεις που ανέλαβε η ελληνική κυβέρνηση προκύπτουν με απόλυτη σαφήνεια από το επίσημο ανακοινωθέν που εκδόθηκε από την Ευρωπαϊκή Ενωση, αμέσως μετά την απόφαση που έλαβαν οι υπουργοί των χωρών - μελών της ζώνης ΕΥΡΩ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και οι υπουργοί και διοικητές των κεντρικών τραπεζών της Δανίας και της Ελλάδας. Με την απόφαση ορίστηκε νέα κεντρική ισοτιμία της δραχμής στο μηχανισμό συναλλαγματικών ισοτιμιών (ΜΣΙ 2) στις 340,75 δρχ. ανά ΕΥΡΩ και η διατήρηση του περιθωρίου διακύμανσης (συν - πλην 15%) μέχρι το τέλος του χρόνου.

Να υπενθυμίσουμε ότι μέχρι το περασμένο Σάββατο η κεντρική ισοτιμία ήταν 353,1 δρχ. ανά ΕΥΡΩ. Η απόφαση του Σαββάτου σημαίνει ότι μέχρι την 1-1-2001 η δραχμή θα πρέπει ούτως ή άλλως να διολισθήσει από τα επίπεδα των 330 δρχ. ανά ΕΥΡΩ που είναι σήμερα στα επίπεδα των 340,75 δρχ. ανά ΕΥΡΩ. Και αυτό με τον όρο ότι δε θα υπάρξουν νεότερες εξελίξεις μέχρι τον ερχόμενο Ιούνιο, που θα «κλειδώσει» οριστικά η ισοτιμία ένταξης της δραχμής στο ΕΥΡΩ.

Ενδεικτική των δυσμενέστατων για τα λαϊκά στρώματα της χώρας δεσμεύσεων που ανέλαβε η ελληνική κυβέρνηση είναι η επισήμανση του επίσημου ανακοινωθέντος της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Σύμφωνα με αυτή: «Η ανατίμηση της κεντρικής ισοτιμίας της δραχμής κατά 3,5% (σ.σ. ανατίμηση σε σχέση με τα προ Σαββάτου επίπεδα της κεντρικής ισοτιμίας) θα στηρίξει τις αρχές στις προσπάθειές τους να κρατήσουν την οικονομία στο δρόμο της διατηρήσιμης ανάπτυξης με σταθερότητα των τιμών. Θα πρέπει να συνοδευτεί από συνεχιζόμενη ορθή δημοσιονομική πολιτική και από τη συνεχή προώθηση διαρθρωτικών αλλαγών, που αποβλέπουν στην ενδυνάμωση της διαδικασίας σύγκλισης, ιδιαίτερα της μάχης κατά του πληθωρισμού, για την οποία οι μισθολογικές εξελίξεις είναι επίσης ουσιώδεις».

Η παραπάνω αναφορά είναι ξεκάθαρη. Σύμφωνα με αυτή, η κυβέρνηση συμφώνησε με τις Βρυξέλλες τη νέα κεντρική ισοτιμία της δραχμής που θα ισχύει την 1-1-2001 απέναντι στο ΕΥΡΩ, αναλαμβάνοντας την υποχρέωση:

  • Να συνεχίσει την εφαρμοζόμενη «σφιχτή» δημοσιονομική πολιτική. Ορος που με δυο λόγια σημαίνει περισσότεροι φόροι για τους εργαζομένους και παραπέρα μείωση των δαπανών του δημοσίου που έχουν κοινωνικό χαρακτήρα.
  • Να διατηρήσει την εισοδηματική πολιτική σκληρής λιτότητας σε βάρος των εργαζομένων, αφού υπάρχει απροκάλυπτη αναφορά στο θέμα. Οι συντάκτες του κειμένου συσχετίζουν τη συνέχιση της πολιτικής λιτότητας στους μισθούς με τους όρους βάσει των οποίων θα μειωθεί ο πληθωρισμός, ο οποίος αποτελεί κριτήριο ένταξης στην ΟΝΕ.
  • Να προωθήσει τις καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις, που δεν είναι τίποτα άλλο από το ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας, το ξερίζωμα του κοινωνικο-ασφαλιστικού συστήματος, το σάρωμα των εργασιακών σχέσεων κ. ο. κ.

Ολα αυτά όχι μόνο αποκαλύπτουν την υποκρισία και τον αποπροσανατολισμό που επιχειρούν οι κυβερνώντες, αλλά αποκαλύπτουν και το ποιος θα πληρώσει το... μάρμαρο για τις φερόμενες επιτυχίες της κυβέρνησης.

Σε συνέντευξη Τύπου που παρέθεσε το Σάββατο το απόγευμα, ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας χαρακτήρισε «ιστορικό γεγονός» την απόφαση για «ανατίμηση» της δραχμής κατά 3,5%, αποσιωπώντας το γεγονός ότι: Πρώτον η δραχμή θα υποτιμηθεί ούτως ή άλλως κατά 3,3% σε σχέση με τα σημερινά επίπεδα μέχρι το τέλος του χρόνου. Δεύτερον ότι τις όποιες συνέπειες δημιουργεί η εκάστοτε εφαρμοζόμενη πολιτική «σκληρής» ή «μαλακής» δραχμής τις πληρώνουν οι εργαζόμενοι, οι συνταξιούχοι και τα ευρύτερα λαϊκά στρώματα της χώρας.

Πάντως από τη σκοπιά της κυβέρνησης, η απόφαση των Βρυξελλών είναι συγκυριακά «βολική», καθώς διευκολύνει τη μείωση των επιτοκίων της Τράπεζας της Ελλάδας στα επίπεδα της τάξης του 4% μέχρι το τέλος του χρόνου, προκειμένου να ικανοποιηθεί και το συγκεκριμένο κριτήριο «σύγκλισης». Η μείωση των επιτοκίων, σε συνδυασμό με την υποτίμηση της δραχμής στα προηγούμενα επίπεδα των 353,1 δρχ. ανά ΕΥΡΩ μέχρι το τέλος του χρόνου, θα ασκούσε εντονότερες πληθωριστικές πιέσεις σε σχέση με τις συνθήκες που δημιουργεί η απόφαση του Σαββάτου.

Ο Γ. Παπαντωνίου στις δηλώσεις του υποστήριξε ότι η «ανατίμηση» της δραχμής δεν έχει καμία επίπτωση στην προσδοκώμενη περαιτέρω πτώση του πληθωρισμού μέχρι το τέλος Φλεβάρη, διότι αφορά την κεντρική ισοτιμία με την οποία θα κλειδωθεί η δραχμή στο ΕΥΡΩ και όχι την τρέχουσα ισοτιμία. Διευκρίνισε ωστόσο ότι θα έχει μία επίπτωση στον πληθωρισμό από τη στιγμή που η Ελλάδα θα ενταχθεί στην ΟΝΕ, οπότε θα είναι ευχερέστερο για την Ελλάδα να διατηρήσει ένα χαμηλότερο πληθωρισμό.

Αναφερόμενος στην πορεία των επιτοκίων, ο υπουργός υπενθύμισε ότι τα διατραπεζικά θα πρέπει να πέσουν μέχρι το τέλος του χρόνου ενόψει της ένταξης της Ελλάδας στην ΟΝΕ στο επίπεδο του 4%-4,5% από περίπου 9,5% σήμερα. Είπε ακόμη ότι η νέα κεντρική ισοτιμία «διευκολύνει τους χειρισμούς της κεντρικής τράπεζας», επισημαίνοντας ωστόσο ότι ο χρόνος και το ύψος μείωσης των επιτοκίων «είναι αποκλειστική επιλογή της Τράπεζας της Ελλάδας». Η Τράπεζα της Ελλάδος απ' την πλευρά της δεν αποκλείεται μέσα στις επόμενες βδομάδες να προχωρήσει σε μικρή αποκλιμάκωση των διατραπεζικών επιτοκίων της τάξης του 0,75 της ποσοστιαίας μονάδας. Κάτι τέτοιο θα δώσει το σήμα για ανάλογες μικρές μειώσεις των επιτοκίων στις εμπορικές τράπεζες (αφήνοντας για τις παραμονές των εκλογών τις κινήσεις ταχύτερης μείωσης των επιτοκίων), καθώς και σε ανάκαμψη του τζόγου στο Χρηματιστήριο. Ειδικά για το Χρηματιστήριο, ο Γ. Παπαντωνίου ανέφερε ότι η πορεία του συναρτάται με την απόφαση για νέα κεντρική ισοτιμία «στο μέτρο που αφ' ενός θα διευκολύνει τους μεγάλους ξένους θεσμικούς επενδυτές να επανέλθουν στην ελληνική αγορά, με τη γνωστή πλέον καινούρια ισοτιμία».

Απαντώντας σε ερώτηση σχετικά για το αν η απόφαση για «ανατίμηση» της δραχμής διευκολύνει ή όχι την ενταξιακή διαδικασία της Ελλάδας στην ΟΝΕ, ο υπουργός υποστήριξε κατηγορηματικά ότι η συγκεκριμένη απόφαση «δε συνδέεται με κανέναν τρόπο με την ενταξιακή διαδικασία», προσθέτοντας ότι «η ένταξη στην ΟΝΕ θα κριθεί από την εκπλήρωση των πέντε κριτηρίων, τα οποία ελπίζουμε να έχουμε εκπληρώσει μέχρι τέλους Φεβρουαρίου».

Τέλος, ο Γ. Παπαντωνίου, απαντώντας σε ερώτηση σχετικά με το ενδεχόμενο πρόωρων εκλογών μετά την παραπάνω απόφαση, δήλωσε ότι «το θέμα των εκλογών δεν τίθεται με κανέναν τρόπο από την ανατίμηση της δραχμής» παραπέμποντας στις πρωθυπουργικές δηλώσεις, σύμφωνα με τις οποίες «η εκλογολογία δεν απασχολεί το ΠΑΣΟΚ».

Στη λογική των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων

Δήλωση της Ελ.Μπέλλου, για την απόφαση αλλαγής της κεντρικής ισοτιμίας της δραχμής

Η συγκεκριμένη απόφαση, για την κεντρική ισοτιμία της δραχμής, υπάγεται, εντάσσεται και υπηρετεί την πολιτική των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων σε βάρος των λαϊκών στρωμάτων, προς όφελος των μονοπωλιακών συμφερόντων και της ΕΕ. Αυτό τόνισε, ανάμεσα στα άλλα, η Ελένη Μπέλλου, μέλος της ΚΕ του Κόμματος και υπεύθυνη του Οικονομικού Τμήματος της ΚΕ, για την...«ανατίμηση της δραχμής».Η πλήρης δήλωση έχει ως εξής:

«Θα ήθελα να τονίσω ότι ακόμα και αν γίνεται συζήτηση για προσδοκίες, το θέμα είναι ποιος προσδοκά, και δεν εννοώ ατομικά, αλλά κοινωνικά. Είναι οι εργαζόμενοι ή είναι το μεγάλο κεφάλαιο, τα μονοπώλια που προσδοκούν απ' την ανατιμημένη αναθεώρηση της κεντρικής ισοτιμίας ένταξης της δραχμής στο ΕΥΡΩ; Δηλαδή, είναι ταξική η διερεύνηση του ποιος προσδοκά και τι. Δεν είναι και τόσο ευνοϊκή η συζήτηση, που γίνεται και μέσω του αστικού Τύπου, ως προς τη συγκεκριμένη κυβερνητική πολιτική επιλογή των 340 περίπου δρχ./ευρώ. Δεν εκφράστηκαν από παντού, από μια ευρεία γκάμα αστών οικονομικών αναλυτών μόνο τα πλεονεκτήματα. Ταυτόχρονα, προβάλλονται και μειονεκτήματα. Αλλά, όμως, ανεξάρτητα απ' αυτό, θέλω να έρθουμε στο ζήτημα αν τα πλεονεκτήματα και ποια μειονεκτήματα αφορούν τους εργαζόμενους, τα πλατιά λαϊκά στρώματα ή το κεφάλαιο.

Εδώ έχουμε μια συγκεκριμένη πολιτική επιλογή διαχείρισης της ισοτιμίας της δραχμής με το ΕΥΡΩ στη διαδικασία ένταξής της, που είναι επιμέρους ζήτημα γύρω από τον ταξικό πυρήνα μιας συνολικής οικονομικής πολιτικής. Υπάγεται, εντάσσεται, υπηρετεί μια συγκεκριμένη πολιτική. Αυτή των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων σε βάρος των λαϊκών στρωμάτων, προς όφελος των μονοπωλιακών συμφερόντων και της ΕΕ. Είναι πολιτική από την οποία ωφελούνται τα μονοπώλια που εδρεύουν στην Ελλάδα, αλλά σε βάρος των εργαζομένων στην Ελλάδα. Αυτή είναι η απόφαση.

Οσον αφορά τη συζήτηση για το αν είναι υποτίμηση ή ανατίμηση, να σημειώσω ότι έτσι κι αλλιώς υπάρχουν πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα και τις δυο περιπτώσεις. Η υποτίμηση και η ανατίμηση, η καθεμιά, ως στοιχείο μιας νομισματικής πολιτικής, έχει τα υπέρ και τα κατά της, σε ένα διαμορφωμένο περιβάλλον μιας καπιταλιστικής οικονομίας σε σχέση με ένα ευρύτερο καπιταλιστικό περιβάλλον. Και η κατεύθυνση είναι τα μειονεκτήματα από τη συγκεκριμένη επιλογή να πέσουν στις πλάτες των εργαζομένων. Και, για να γίνω πιστευτή, αν θα κερδίζουν οι εργαζόμενοι ή όχι, θα παραπέμψω τον κάθε καλοπροαίρετο και προβληματιζόμενο, στο κοινό ανακοινωθέν, που έδωσε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.

Το κοινό ανακοινωθέν με λίγα λόγια λέει το εξής: Πιο γρήγορο προχώρημα των ιδιωτικοποιήσεων, να γίνει πιο ευέλικτη η αγορά εργασίας, αντιμετώπιση του συνταξιοδοτικού. Ολα αυτά θα γινόντουσαν είτε με μία πολιτική διαχείρισης, που θα έβαζε τη δραχμή στο ΕΥΡΩ με μια ισοτιμία 353 δρχ., είτε με ισοτιμία παραπλήσια με αυτή που έχει διαμορφωθεί, στην τρέχουσα αγορά συναλλάγματος (332 δρχ.) είτε με μια ενδιάμεση λύση που επιλέχθηκε από την κυβέρνηση και τη διαπραγματεύτηκε και αν θέλετε και σε συνεννόηση και διαπραγμάτευση ταυτόχρονα, θα έλεγα, με τις νομισματικές και άλλες αρχές της ΕΕ. Αλλά οποιαδήποτε λύση απ' αυτές δε θ' άλλαζε την πραγματικότητα για τους εργαζόμενους, τα λαϊκά στρώματα. Μου λέτε ότι θα γίνει φτηνότερο το Χρηματιστήριο ή μάλλον θα στραφούν οι όποιες μικροαποταμιεύσεις, που έχουν τα λαϊκά στρώματα, γιατί εδώ δε μιλάμε για το κεφάλαιο μικρότερο ή μεγαλύτερο, μιλάμε για τους εργαζόμενους.

Επειδή θα πέσουν πολύ τα επιτόκια, αναγκαστικά μέχρι το τέλος του 2000, αναγκαστικά, γιατί θα πρέπει να εναρμονιστούν με αυτά της ΕΕ, γι' αυτόν ακριβώς το λόγο θα έχουμε μικρότερη απόδοση των αποταμιεύσεων, μπορεί να φτάσουμε και μέχρι το 4% ή και 3%, ανάλογα τι εξέλιξη θα έχουν τα επιτόκια της ΕΕ συνολικά. Αυτό σημαίνει ότι ο μικροκαταθέτης δε θα παίρνει πια τίποτα από την αποταμίευση στις τράπεζες και έτσι θα στραφεί στο Χρηματιστήριο. Αυτή η κίνηση, όμως, σημαίνει de facto όφελος για τον μικροκαταθέτη των ένα - δύο - πέντε εκατομμυρίων; Γιατί όλη η λειτουργία του Χρηματιστηρίου είναι να πουλά την ψευδαίσθηση της μεγάλης απόδοσης για τον μεμονωμένο μικροεπενδυτή παρά τη μεγάλη και σταθερή «απόδοση». Το μεγάλο κέρδος για το μεγάλο κεφάλαιο. Γιατί κατεξοχήν είναι μηχανισμός του συγκεντροποίησης κεφαλαίου (το μεγάλο κεφάλαιο καταβροχθίζει το μικρότερο, πολύ περισσότερο μεσοπρόθεσμα τους μικροεπενδυτές). Και εδώ ας προβληματιστεί κάποιος, και με βάση την εμπειρία της πορείας του Χρηματιστηρίου τα 2-3 τελευταία χρόνια. Θα πρέπει ο καθένας να προβληματίζεται, όχι μόνο με βάση τι προβάλλεται από μια πολιτική δύναμη που διαχειρίζεται τα μεγάλα συμφέροντα, τις ανάγκες για κέρδη και για παραπέρα αύξηση του βαθμού εκμετάλλευσης των εργαζομένων για λογαριασμό των μονοπωλίων. Πρέπει να προβληματιστεί ο κάθε εργαζόμενος, τα λαϊκά στρώματα, οι νέοι στη βάση και της πείρας τους. Ορισμένα τμήματα λαϊκών στρωμάτων έκαναν μια στροφή, που δεν ήταν και τόσο αυθόρμητη, προς το Χρηματιστήριο από το '97 - '98. Εκαναν μια στροφή προς το Χρηματιστήριο από την οποία τελικά δε βγήκαν ιδιαίτερα κερδισμένοι. Ομως, πρέπει να προβληματιστεί κάποιος, γύρω από αυτά τα ζητήματα και αν θέλετε να επιλέξει τη λύση του αγώνα, του ταξικού αγώνα, ακόμα και για να μπορέσει να αποσπάσει κάποια επιμέρους κατάκτηση ή να βάλει φρένο στην επίθεση που δέχεται από μια συνολική πολιτική που είναι σε βάρος του. Ο δρόμος της ταξικής πάλης και σύγκρουσης με την πολιτική της ένταξης, η πολιτική στήριξη του ΚΚΕ στις επερχόμενες εκλογές είναι προς το ταξικό συμφέρον, άμεσο και μακροπρόθεσμο, των εργαζομένων».

Επιλογή του μεγάλου κεφαλαίου

ΒΡΥΞΕΛΛΕΣ ( του ανταποκριτή μας Β.ΓΚΙΝΙΑ).-

Η αναγκαστική και προαναγγελθείσα «πρόθεση» της ελληνικής κυβέρνησης και της Τράπεζας Ελλάδος (ΤΕ) για αναπροσαρμογή της κεντρικής ισοτιμίας της δραχμής έναντι του Ευρώ πριν την έναρξη της διαδικασίας ένταξης στην ΟΝΕ του Μάαστριχτ, οδήγησε το περασμένο Σάββατο, στις Βρυξέλλες, στην απόφαση της Οικονομικής και Δημοσιονομικής Επιτροπής (ΟΔΕ), κατόπιν αιτήματος των ελληνικών αρχών, σύμφωνα με την οποία η δραχμή δεσμεύεται σε σταδιακή ολίσθηση ύψους 3,3% για τους επόμενους έντεκα μήνες, ενώ ανατιμάται από την προηγούμενη κεντρική ισοτιμία και καθορίζεται σε 340,75 δραχμές ανά Ευρώ.

Πρόκειται για αναγκαστική επιλογή του ελληνικού κεφαλαίου αφού η φουσκωμένη «ισχυρή δραχμή», παρά την εφ' άπαξ υποτίμηση του Μάρτη 1998, πρέπει να υποτιμηθεί εκ νέου, για να συμβαδίσει με τις επιταγές των ισχυρών της «ζώνης Ευρώ». Η απόφαση αναπροσαρμογής της κεντρικής ισοτιμίας της δραχμής έναντι του Ευρώ και ο χρόνος λήψης της απόφασης είναι αποκλειστική ευθύνη της κυβέρνησης. Η ΟΔΕ, πρώην Νομισματική Επιτροπή, στην έκτακτη σύγκληση του περασμένου Σαββάτου, όπου είχαν δικαίωμα ψήφου οι δύο εκπρόσωποι (πολιτικός και τραπεζίτης) των 13 από τα 15 κράτη - μέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης (ΕΕ) διαπραγματεύτηκαν μόνο το ύψος της νέας κεντρικής ισοτιμίας. Αλλά τόσο η ανακοίνωση της ΟΔΕ όσο και η σχετική δήλωση της Κομισιόν, εκ μέρους του αρμοδίου επιτρόπου Ισπανού Π. Σόλμπες, αφού εκτιμήσουν ότι η απόφαση «θα στηρίξει τις προσπάθειες των ελληνικών αρχών» επανέρχονται με έμφαση στην «κεντρική σημασία των μισθολογικών εξελίξεων» για τη συγκράτηση του πληθωρισμού και της «σταθερότητας των τιμών», που αποτελεί και τη βασική επιταγή του Μάαστριχτ για την επανένταξη της χώρας στο «τρίτο στάδιο» της ΟΝΕ και στη «ζώνη Ευρώ». Πρόκειται για κεντρικό σημείο της περιβόητης ένταξης της χώρας στην ΟΝΕ, για την οποία το νόμισμα δεν είναι παρά η αντανάκλαση της «σύγκλισης» των συστημάτων εκμετάλλευσης της μισθωτής εργασίας. Τα νομισματικά μπορεί να διευκολύνουν τεχνάσματα της κυβέρνησης και των τραπεζιτών, αλλά η ένταξη της χώρας στην ΟΝΕ θα κριθεί από την υλοποίηση των εντολών των Βρυξελλών για τις περιβόητες «διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις» και τις «πολύ σημαντικές εξελίξεις», όσον αφορά τα μισθολογικά και τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας.

Δραχμή και ΟΝΕ

Οι αποφάσεις για τη δραχμή περνούν από τις Βρυξέλλες υποχρεωτικά, αφού οι ελληνικές «αρχές» έχουν απολέσει τον έλεγχο της νομισματικής και συναλλαγματικής πολιτικής ήδη από την αρχή της ΟΝΕ του Μάαστριχτ (1990) και, ιδιαίτερα, με την υλοποίηση του «τρίτου σταδίου» της ΟΝΕ, που τέθηκε σε ισχύ την 1/1/1999 για τα έντεκα κράτη - μέλη της «ζώνης Ευρώ». Ολες οι χώρες της ΟΝΕ υποχρεούνται να συμμετάσχουν στον Μηχανισμό Συναλλαγματικών Ισοτιμιών (ΜΣΙ) του Ευρωπαϊκού Νομισματικού Συστήματος (ΕΝΣ) «για δύο, τουλάχιστον, χρόνια» πριν την ένταξη στη «ζώνη Ευρώ» και με συγκεκριμένες αυστηρές δεσμεύσεις, αφού «η σταθερότητα της συναλλαγματικής ισοτιμίας» αποτελεί ένα από τα περιβόητα ονομαστικά «κριτήρια» του Μάαστριχτ, μαζί με τον πληθωρισμό («σταθερότητα τιμών»), το ετήσιο δημοσιονομικό έλλειμμα και το συσσωρευμένο δημόσιο χρέος και το «κριτήριο σύγκλισης των επιτοκίων».

ΚΚΕ
Εντείνονται οι αντιλαϊκές συνέπειες της ΟΝΕ

Ανακοίνωση του Γραφείου Τύπου της ΚΕ του Κόμματος

«Οι εργαζόμενοι δεν πρέπει να εγκλωβιστούν στο ψευτοδίλημμα υποστήριξης της "σκληρής" ή όχι δραχμής. Είτε στη μία είτε στην άλλη περίπτωση, ωφελημένη θα είναι η εγχώρια και η ξένη πλουτοκρατία». Αυτό τονίζεται σε ανακοίνωση του Γραφείου Τύπου της ΚΕ του ΚΚΕ, στην οποία ανάμεσα στ' αλλα σημειώνεται:

«Η πρόταση της κυβέρνησης στην ΕΕ για αλλαγή της σχέσης της δραχμής ως προς το ΕΥΡΩ αποτελεί ένα νέο αντιλαϊκό βήμα, μια συγκεκριμένη μορφή διαχείρισης της σχέσης δραχμής - ΕΥΡΩ, στα πλαίσια της εξυπηρέτησης των μονοπωλιακών συμφερόντων στην πορεία προς την ΟΝΕ. Η εργατική τάξη και τα άλλα λαϊκά στρώματα δεν έχουν να περιμένουν τίποτα το θετικό από αυτή την εξέλιξη. Η οποιαδήποτε επιλογή (σημερινή ισοτιμία, προτεινόμενη ισοτιμία), όχι μόνο δε θα οδηγήσει σε άρση των αντιλαϊκών συνεπειών της πολιτικής της ΟΝΕ, αλλά και θα τις εντείνει μετά την ένταξη στην ΟΝΕ. Αυτό δεν το αμφισβητούν και οι αστικοί κύκλοι (κυβερνητικοί, νομισματική αρχή, αξιωματική αντιπολίτευση, όσα κόμματα αποδέχονται την ΕΕ, καθώς και οι ενώσεις του κεφαλαίου). Ομολογούν ότι η ένταξη στο ΕΥΡΩ με οποιαδήποτε ισοτιμία θα ακολουθηθεί από ένταση των ιδιωτικοποιήσεων και των αλλαγών στις εργασιακές σχέσεις, από πιο σφιχτή στη δημοσιονομική πολιτική και αλλαγές στο ασφαλιστικό. Επομένως οι εργαζόμενοι έχουν να περιμένουν πιο γρήγορο ξεπούλημα των επιχειρήσεων στρατηγικής σημασίας, ακόμη περισσότερες απολύσεις, παραπέρα μείωση του εισοδήματός τους, αύξηση της ανεργίας και πλήρη κατεδάφιση του ασφαλιστικού συστήματος. Αυτό έδειξε μέχρι σήμερα η πείρα από τις εξελίξεις που μεσολάβησαν από τον πρώτο καθορισμό της ισοτιμίας της δραχμής το Μάρτη του 1998.

Οι εργαζόμενοι δεν πρέπει να εγκλωβιστούν στο ψευτοδίλημμα υποστήριξης της "σκληρής" ή όχι δραχμής. Είτε στη μία είτε στην άλλη περίπτωση, ωφελημένη θα είναι η εγχώρια και η ξένη πλουτοκρατία.

Οι εργαζόμενοι ένα δρόμο έχουν: Να εντείνουν την πάλη τους κατά του δήθεν μονόδρομου της ΟΝΕ, να δημιουργήσουν τις προϋποθέσεις μιας φιλολαϊκής πορείας σύγκρουσης με τα μονοπώλια και τον ιμπεριαλισμό».

Κ.ΣΗΜΙΤΗΣ
Πρωταγωνιστής της φαιάς προπαγάνδας

«Εχετε ακούσει ποτέ να ανατιμηθεί η δραχμή; Οχι, ποτέ.... Αυτή τη φορά έγινε κάτι διαφορετικό και πρωτόγνωρο στην Ελλάδα. Η δραχμή, χάρη στην ευρωστία της ελληνικής οικονομίας, απέκτησε περισσότερη αξία και η αξία αυτή αναγνωρίστηκε και επίσημα και εκφράζεται μέσα από την απόφαση»!

Με αυτό τον τρόπο επιχείρησε να εμφανίσει την απόφαση της Νομισματικής Επιτροπή των Βρυξελλών, για τη νέα διαμόρφωση της κεντρικής ισοτιμίας της δραχμής, έναντι του ΕΥΡΩ ο Κ.Σημίτης κατά τη διάρκεια της περιοδείας του στην Αχαΐα. Αποδεικνύοντας έτσι ότι αποτελεί τον πρωταγωνιστή και εμπνευστή όλης της φαιάς προπαγάνδας των τελευταίων ημερών, με την οποία η κυβέρνηση επιχειρεί να παρουσιάσει την υποτίμηση της δραχμής σαν... ανατίμηση. Μάλιστα, ο πρωθυπουργός έφτασε στο σημείο να συγκρίνει τη δραχμή με το... γερμανικό μάρκο. Οπως είπε, η... ανατίμηση της δραχμής είναι σπάνιο φαινόμενο ακόμα και για τις άλλες εύρωστες ευρωπαϊκές οικονομίας, αφού κάτι τέτοιο έχει συμβεί μόνο στη Γερμανία με το μάρκο...

ΣΕΒ
Ευκαιρία για νέες αξιώσεις

Ευκαιρία για την ακόμα εντονότερη προβολή των αξιώσεών τους προς την κυβέρνηση βρήκαν οι μεγαλοβιομήχανοι, με πρόσχημα την ενίσχυση της ελληνικής οικονομίας και της ανταγωνιστικότητάς της.

Αμέσως μετά τη δημοσιοποίηση του ανακοινωθέντος για τη νέα κεντρική ισοτιμία της δραχμής, ο ΣΕΒ με ανακοίνωση της διοίκησής του απαιτεί από την κυβέρνηση ...«ταχύτερη προώθηση των διαρθρωτικών αλλαγών» και «τη δημιουργία προϋποθέσεων που θα επιτρέψουν στις επιχειρήσεις να επιταχύνουν τον εκσυγχρονισμό τους».

Για όσους έχουν και την παραμικρή αμφιβολία τι ακριβώς εννοούν οι μεγαλοβιομήχανοι, σπεύδουν οι ίδιοι να το εξηγήσουν. Αξιώνουν λοιπόν - με ό,τι αυτό συνεπάγεται - «απελευθέρωση των αγορών, άρση των αντικινήτρων που δημιουργεί η κρατική παρέμβαση, προώθηση των αποκρατικοποιήσεων, αναδιάρθρωση της δημόσιας διοίκησης, εκσυγχρονισμό του φορολογικού και του... ασφαλιστικού συστήματος».

Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκαν και οι δηλώσεις του προέδρου του ΕΒΕΑ Γ. Παπαθανασίου, ο οποίος απαιτεί την άμεση κατάργηση των κρατικών μονοπωλίων στην ενέργεια, τις τηλεπικοινωνίες, τις μεταφορές, αλλά την αναμόρφωση του συστήματος της κοινωνικής ασφάλισης και της αγοράς εργασίας.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ