ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 20 Φλεβάρη 2005
Σελ. /24
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
ΤΑΚΗΣ ΤΛΟΥΠΑΣ
Φωτογράφιζε τις «αλήθειες» της ζωής

Στην ιστορία της ελληνικής φωτογραφίας έμεινε γνωστός ως ο φωτογράφος της Θεσσαλίας, καθώς το έργο του υμνεί το θεσσαλικό τοπίο και τους κατοίκους του. Ο λόγος για τον Τάκη Τλούπα, τον σπουδαίο φωτογράφο, που μαζί με τον Σπύρο Μελετζή και τον Κώστα Μπαλάφα αποτελούν την «Αγία Τριάδα» της ελληνικής φωτογραφικής τέχνης. Το Μουσείο Μπενάκη, τιμώντας τη μνήμη του, διοργανώνει (νέο κτίριο οδού Πειραιώς) την έκθεση «Η Ελλάδα του Τάκη Τλούπα», με την ευκαιρία της κυκλοφορίας του ομώνυμου βιβλίου. Μίας καλαίσθητης έκδοσης (εκδόσεις Καπόν και Μουσείο Μπενάκη) την οποία υπογράφουν ο Αντώνης Καρκαγιάννης και ο Γιώργος Χουρμουζιάδης. Στις 400 περίπου σελίδες του φιλοξενούνται 600 φωτογραφίες του Τ. Τλούπα, μέσα από τις οποίες απαθανατίζεται η ελληνική φύση, ο άνθρωπος και ο καθημερινός του αγώνας. Οταν έφυγε ο Τ. Τλούπας από τη ζωή, το 2003, είχε κλείσει μέσα στα χιλιάδες αρνητικά του έναν ολόκληρο κόσμο που ήδη είχε χαθεί χωρίς επιστροφή.

Η έκθεση, που θα διαρκέσει έως τις 27/2, φιλοξενεί 190 επιλεγμένες φωτογραφίες, οι οποίες συγκροτούν ενότητες ανάλογες μ' αυτές του βιβλίου: περιβάλλον, δομημένος χώρος, άνθρωπος, διαδρομές, αγροτικές εργασίες, καθημερινή ζωή, αγορά, επαγγέλματα, διατρέχοντας χρονολογικά το σύνολο του έργου του φωτογράφου.

1962. Τελευταία επίσκεψη στη λίμνη της Κάρλας όταν πια είχε αποξηρανθεί
1962. Τελευταία επίσκεψη στη λίμνη της Κάρλας όταν πια είχε αποξηρανθεί
«Μάστορας» με εξαίρετο ήθος και ασύλληπτη ευγένεια, ο Τ. Τλούπας, μέσα από τις φωτογραφίες του, μας μεταφέρει τη μαγεία της αλήθειας και της πραγματικότητας. Οπως επισημαίνει ο Γ. Χουρμουζιάδης «με τη φωτογραφική μηχανή του, ο Τ. Τλούπας έψαχνε να βρει την αλήθεια, που πολλές φορές περνάει δίπλα μας και μεις δεν την παίρνουμε χαμπάρι. Εκείνος την έβλεπε. Οπου και να ήταν, την έβλεπε. Ηταν ένας αλάνθαστος κυνηγός της "αλήθειας"... Ο Τάκης κυνηγούσε και φωτογράφιζε τις "αλήθειες" της ζωής, που τις έβρισκε στη φύση, στα ανθρώπινα πρόσωπα, τα κουρασμένα και τα χαρούμενα, τα περίεργα και τα πονεμένα. Και στα πρόσωπα αυτά είχε τον τρόπο να ξεπερνάει τα σχήματα και τη σάρκα και να πιάνει το άπιαστο... Ο Τλούπας από ένα πονεμένο πρόσωπο δε φωτογράφιζε το πρόσωπο, αλλά τον πόνο. Οπως από ένα κομμένο και καμένο από τον κεραυνό δέντρο έπιανε τον κεραυνό, κι αυτόν φωτογράφιζε. Αυτόν που εμείς δεν τον βλέπαμε. Μα τις "αλήθειες" δεν τις αναζητούσε στα πρόσωπα μονάχα. Τις έψαχνε και τις έβρισκε παντού: στα λουλούδια, στους ποταμούς και στις λίμνες, στα ηλιοβασιλέματα, στους πελαργούς του κάμπου, στα σπίτια και τους δρόμους. Τις έψαχνε και τις έβρισκε στις λαϊκές αγορές, στα παζάρια, στα γλέντια και στις κηδείες, στο θέρος, στα λιοτρίβια και στις ντριστέλες, στις στάνες και στα χωράφια».

Γυναίκες με υψωμένα δεκριάνια μεταφέρουν σωρούς από βίκο, για τροφή για τα ζώα(Λάρισα, 1948)
Γυναίκες με υψωμένα δεκριάνια μεταφέρουν σωρούς από βίκο, για τροφή για τα ζώα(Λάρισα, 1948)
Πηγαίος και αυθόρμητος, ο Τ. Τλούπας αγάπησε με πάθος τον τόπο του και τους ανθρώπους. Φωτογράφιζε πάντοτε σε άσπρο και μαύρο, όχι μόνο γιατί όταν άρχισε να φωτογραφίζει ήταν σχεδόν άγνωστη η έγχρωμη φωτογραφία, αλλά, όπως σημειώνει ο Αν. Καρκαγιάννης, «από καλλιτεχνικό ένστικτο: το "άσπρο - μαύρο", είναι η κατ' εξοχήν φωτογραφική έκφραση, η σύλληψη, η οργάνωση και η κατανομή του φωτός πάνω σε "νέο αντικείμενο" χωρίς την, ούτως ή άλλως, μάταιη προσπάθεια της αντιγραφής».

«Ο Τάκης ο Τλούπας», καταλήγει ο Γ. Χουρμουζιάδης, κατορθώνει με τις φωτογραφίες του να βγάζει το γεγονός, άσχετο αν αυτό είναι ένα χαμόγελο ή ένας λυγμός, από το εφήμερο και το στιγμιαίο και να το μετατρέπει σε παντοτινό. Οπως ακριβώς μια κλασική αξία της ζωής. Που σήμερα τη θυσιάζουμε εύκολα στο όνομα της ελεύθερης Αγοράς».



Είναι σαν να σε κοιτάνε από το παράθυρο, να θέλουν να σε χαιρετήσουν. Ησυχοι γι' αυτό που είναι. Μυστηριώδεις ίσως. Ανθρωποι ωστόσο...
Είναι σαν να σε κοιτάνε από το παράθυρο, να θέλουν να σε χαιρετήσουν. Ησυχοι γι' αυτό που είναι. Μυστηριώδεις ίσως. Ανθρωποι ωστόσο...

Αυτοβιογραφικό σημείωμα

«Η καταγωγή μου είναι από τη Σελίτσανη (Ανατολή) της Αγιάς. Ο παππούς μου ήταν χαλκουργός και ο πατέρας μου ξυλουργός. Γεννημένος το 1920, είχα αποφασίσει να γίνω κι εγώ ξυλουργός... Την πρώτη επαφή με τη φωτογραφία την είχα όταν διάβασα σε ένα περιοδικό, το "Θεατή", ένα άρθρο που έλεγε: "Πώς να φωτογραφίζετε καλαίσθητα". Εδινε διάφορες συμβουλές, πώς να κάθεσαι, τι να προσέχεις. Το 1936, ή κάπου εκεί γύρω, έγινε μια εκδρομή του Ορειβατικού... Στις εκδρομές αυτές με τον Ορειβατικό γνώρισα ανθρώπους που είχαν φωτογραφική μηχανή. Τον Ανέστη Καΐρη, ένα σοφό άνθρωπο, τον Βασίλη τον Γραμμενόπουλο... Τότε απόκτησα και την πρώτη μου μηχανή. Με 600 δραχμές αγόρασα ένα κουτί «Μποξ Ζαγκόρ», πολύ απλή μηχανή. Είχε μία μόνο ταχύτητα, την είκοσι πέντε, και δύο διαφράγματα στο έντεκα και στο δεκάξι. Μόνο με ήλιο μπορούσα να φωτογραφίσω»...

«Τις πρώτες μου φωτογραφίες, που ήταν τοπία, τις εμφάνισα μόνος μου με βοηθό τον αδελφό μου τον Φιλόλαο. Φτιάξαμε σκοτεινό θάλαμο βάζοντας μια κουβέρτα στο παράθυρο, πήραμε φιξάζ και κοινά χαρτιά για να βλέπουμε, και κακήν κακώς εμφανίσαμε το φιλμ. Το καρβουνιάσαμε τελικά...».

«Στην Κατοχή έβγαλα μερικές φωτογραφίες κάποιους σκοτωμένους εδώ έξω στο δρόμο, αλλά τις κατέστρεψα γιατί φοβήθηκα. Ο πατέρας μου ήταν σοσιαλιστής και... Μετά την απελευθέρωση γνωρίστηκα με τον Μπαλάφα που ήταν διερμηνέας στη Λάρισα. Με αυτόν κάναμε πολλές συζητήσεις για τη φωτογραφία. Μου έδειχνε τη δουλιά του, του έδειχνα και εγώ τη δικιά μου... Μετά με ανακάλυψαν οι ερασιτέχνες φωτογράφοι της Αθήνας. Είχαν νοικιάσει ένα χώρο στη Φιλελλήνων κι εκθέτανε τις φωτογραφίες τους. Πήγαινε εκεί και ο Σπύρος Μελετζής και τους έκανε διαλέξεις για τη φωτογραφία»...

«Εκανα πολλές εξορμήσεις για να φωτογραφίσω. Πήγαινα και με το ποδήλατο. Το 1952 φωτογράφισα για πρώτη φορά την Κάρλα. Πήγα κι άλλες δυο φορές και τη φωτογράφισα. Τελευταία το 1962, μαζί με τον Λέτσιο, όταν πια είχε ξηρανθεί. Θυμάμαι πως μια φορά που πήγαμε με το γιατρό τον Μάκη Λαχανά, κοιμηθήκαμε μαζί με τους ψαράδες στρωματσάδα στην καλύβα. Οι ψαράδες είχαν ανάψει φωτιά για να μαγειρέψουν κι ο καπνός είχε ντουμανιάσει. Καθόμασταν χάμω με τον αγκώνα στηριγμένο στο δάπεδο, κρατώντας το κεφάλι χαμηλά μέσα στη χούφτα μας για να μη μας πνέγει ο καπνός που αιωρούνταν πάνω από τα κεφάλια μας... Εκανα καμιά εικοσαριά φωτογραφίες για την Κάρλα και τη ζωή των ψαράδων».


«Στοπ στον Πόλεμο»

Εικαστικό ενδιαφέρον παρουσιάζει η έκθεση ζωγραφικής της Αφροδίτης Καραμανλή, που φιλοξενείται (έως 27/2) στο «Κέντρο Ιστορίας Θεσσαλονίκης». Οι δημιουργίες της, στο σύνολό τους, έχουν σημειολογικές αναφορές στα θέματα της ειρήνης και του πολέμου, στην κοινωνική ζωή και στη χαρά της δημιουργίας, με εμφανή την αισιοδοξία για μια καλύτερη ανθρώπινη κοινωνία. «Διαχρονικά στη ζωή του ανθρώπου υπάρχει ο πόλεμος, αλλά τελικά κερδίζει η ζωή. Τελικά ο ίδιος ο άνθρωπος είναι δημιουργικός» όπως μας λέει η ίδια.

Ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος, ο πόλεμος στη Γιουγκοσλαβία και το Ιράκ, η μικρασιατική καταστροφή του 1922, είναι βασικά θέματα που απασχολούν την καλλιτέχνιδα στην έκθεση αυτή. Περιλαμβάνει τέσσερις θεματικές ενότητες: «Εν καιρώ ειρήνης...», «Εφημερίδα "Μακεδονία" 1939», «Μην καταστρέφετε τα έργα στα Μουσεία. Είναι η ιστορία του Πολιτισμού μας» και «Θεσσαλονίκη». Η Αφ. Καραμανλή χρησιμοποιεί αυγοτέμπερα, ξύλο, λάδια, κολάζ (εφημερίδες, μουσαμά, χαρτί, υλικά από το ημερολόγιο του πατέρα της από τον πόλεμο του 1940 και το αρχείο του από εφημερίδες της εποχής. Ηταν φωτοτσιγκογράφος της «Μακεδονία»).

Αρχισε να επεξεργάζεται τα έργα της μετά τον πόλεμο της Γιουγκοσλαβίας και τον πόλεμο στο Ιράκ. Χαρακτηρίζονται από αυτό που η ίδια ονομάζει «γραφή - κίνηση», ένα είδος αυτόματης γραφής που τη χρησιμοποιεί ως τεχνική εδώ και 15 χρόνια. Σύμβολα, γραφές από τη δύση και την ανατολή, γραφήματα, βραχογραφίες, δρόμοι και περάσματα περιλαμβάνονται στο έργο για να αποδώσουν νοήματα. Για παράδειγμα, τα απαγορευτικά σήματα της τροχαίας χρησιμοποιούνται σε αρκετά έργα και συμβολίζουν το «Στοπ στον Πόλεμο».

Τα περισσότερα εκτιθέμενα έργα είναι ζωγραφική μαζί με κολάζ από το ημερολόγιο του πατέρα της από τον πόλεμο του 1940, φωτογραφίες, αποφθέγματα, πρωτοσέλιδα εφημερίδων και χρώμα. Χρησιμοποιεί γήινα χρώματα και φωτεινό κόκκινο. Στον ίδιο χώρο υπάρχουν προθήκες με εφημερίδες εποχής εκείνης, φωτογραφίες κλπ. Εκτός όμως από την κοινωνική ευαισθησία και το μήνυμα που συνυπάρχει στα έργα της, η Αφ. Καραμανλή φαίνεται πως έχει καθιερώσει ένα προσωπικό ύφος «γραφής».

Ιδιόρρυθμα περίπλοκη πινελιά

Η Ελένη Καπλάνη - Κοκκίνη, ιστορικός και κριτικός Τέχνης, σημειώνει: «Από το 1990 άρχισε να επεξεργάζεται τμήματα των έργων της, με μία προσωπική, ιδιόρρυθμα περίπλοκη πινελιά, προσομοιάζουσα στην ανάλυσή της με τον καλλιγραφικό χαρακτήρα της ελληνικής αλφαβήτου, η οποία στο σύνολό της δίνει την αίσθηση πυκνογραφημένης ανατολίτικης γραφής. Από το 1991 οργανώνει ολόκληρα τα θέματά της με αυτούς τους χαρακτήρες, μέσω των οποίων σχηματοποιεί μεν θέματα αναγνωρίσιμα, στα οποία όμως, με τον τρόπο αυτό το φως παίζει ενεργητικό ρόλο»...

Η Αναστασία Πρωτοψάλτη, Ιστορικός Τέχνης και Ιστορικός Βυζαντινής Εποχής, για τη χαρακτηριστική αυτή «γραφή» σημειώνει ότι «... οφείλει πολλά στον ποϊντιλισμό των Μετεμπρεσιονιστών, μόνο που αντικαθιστά τα "σημεία" (points), με χαρακτήρες της Γραμμικής Α και Β γραφής, που αποδίδονται ελεύθερα, με μία έντονα εκφραστική πινελιά».


Μ. ΠΕΡΓΑΝΤΗ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ