ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Παρασκευή 10 Ιούνη 2005
Σελ. /56
Mr & Mrs Smith ο αγαπητός Φράνκι σας χαιρετάει!

Φτωχή, πολύ φτωχή - αριθμητικά - η εβδομάδα! Δυο μόνον νέες ταινίες και μια επανάληψη. Η μια από τις δυο νέες ταινίες, όμως, αποζημιώνει! «Αγαπητέ Φράνκι», λοιπόν, για να ηρεμήσουμε. Να ηρεμήσουμε παρακολουθώντας ανθρώπινα πράγματα, καμωμένα με ανθρώπινο τρόπο. Να ηρεμήσουμε κόντρα στην κρυπτοβιτσιόζα και αρκετά άρρωστη επανάληψη (Αποστροφή) του Πολάνσκι και τη «διαφημιστική» αμερικάνικη εμπορική κομεντί (Mr & Mrs Smith).

ΣΟΝΑ ΑΟΥΕΡΜΠΑΧ
Αγαπητέ Φράνκι

Η κυρία Σόνα Αουερμπαχ είναι, πράγματι, κυρία! Δεν έπεσε πάνω στους ήρωές της να τους κατασπαράξει και να τους εκμεταλλευτεί. Δεν έφτιαξε ένα φθηνό έργο. Εσκυψε πάνω στους ήρωές της, με μεγάλο σεβασμό, για να ακούσει το βουβό κλάμα τους, την ανάσα τους, το χτύπο της καρδιάς τους. Ενα, δε, πλάνο, της πολύ όμορφης ταινίας της, και όχι μόνον ένα, βέβαια, διαθέτει τον ίδιο λυρισμό, την ίδια ποιητική συμπύκνωση και αξία, που διαθέτει ο στίχος του Ελύτη «με την πρώτη σταγόνα της βροχής», ας πούμε. Είναι το πλάνο, που η μητέρα χαϊδεύει το μεγάλο δάκτυλο από το δεξί πόδι του γιου της. Η εικόνα αυτή, και όχι μόνον αυτή, είναι μια μοναδική κινηματογραφική ποιητική κραυγή τρυφερότητας.

Είναι ευτυχία, στις άγονες μέρες μας, να βλέπεις τον κινηματογράφο, να σου γνωρίζει την αντικειμενική πραγματικότητα, με ποιητικές εικόνες, προσιτές στον απλό, αλλά και στο «σύνθετο», άνθρωπο. Γιατί έτσι, ο κινηματογράφος, δικαιώνει τον ορισμό του, ωσάν τέχνη. Γιατί έτσι, δικαιώνει τον άνθρωπο. Είναι ευτυχία, να βλέπεις απλές, καθημερινές, στιγμές, στιγμές που μπορεί, με το κυνήγι της επιβίωσης, να σου «διαφεύγουν», να μετατρέπονται σε μικρές πυγολαμπίδες, που σε αναγκάζουν, να ξανακοιτάξεις, με διαφορετικά μάτια, τον κόσμο γύρω σου. Να μετατρέπονται σε φωτάκια, που ανάβουν και φωτίζουν ολόκληρη την περιφέρεια της «ψυχής» σου, και του μυαλού σου.

Βλέποντας την ταινία της Σόνα Αουερμπαχ, ξαναγίνεσαι, θέλεις δε θέλεις, τρυφερός. Αφού διηγείται μια τρυφερή ιστορία με πολύ τρυφερό τρόπο. Η ευγένεια, που αποπνέει η ταινία, σε παρασύρει και γίνεσαι καλύτερος θεατής και, κυρίως, καλύτερος άνθρωπος. Πετάς έξω από την αίθουσα τις αναστολές σου και παραδίδεσαι στο μεθύσι των συναισθημάτων. Στο τέλος, σε κάθε περίπτωση, βγαίνεις κερδισμένος. Κοντά δυο ώρες συναναστράφηκες με γλυκά πονεμένα άτομα, με ανθρώπους, που αγωνίζονται να ευτυχίσουν!

Μια μάνα, αρπάζει το νήπιο, ακόμα, γιο της, από τα βίαια χέρια του συζύγου της, και «εξαφανίζεται». Θέλοντας να κρατήσει μακριά από το βίαιο πατέρα, τον κουφό, από τα πατρικά χτυπήματα, γιο της, αλλάζει συνεχώς διευθύνσεις. Αυτός ο τρόπος ζωής την υποχρεώνει να μην αποχτάει πουθενά ρίζες, φίλους, σχέσεις. Εμείς τους συναντάμε, όταν ο «αγαπητός Φράνκι» (πανέξυπνο και όμορφο αγόρι), είναι ήδη εννιά χρόνων. Κουφός, και άλαλος, ενώ μπορεί, τουλάχιστον, να μιλήσει! (Δε μιλάει, γιατί θέλει να κρατήσει το στόμα του κλειστό, στα ερωτήματα που του βάζει η ζωή). Τα χρόνια που μεσολάβησαν, από τη φυγή μέχρι σήμερα, ο Φράνκι έχει αποδεχτεί την ιστορία (γιατί έτσι έπρεπε να κάνει), που έφτιαξε η μάνα του. Οτι, τάχα μου, ο πατέρας του είναι ναυτικός και ταξιδεύει αδιάκοπα. Οπωσδήποτε, όμως, κάποια μέρα θα έρθει κοντά τους...

Η μάνα, για να κάνει ακόμα πιο πειστική την ιστορία, που διηγήθηκε στο γιο της, απαντάει, παριστάνοντας εκείνη τον φανταστικό πατέρα, στα γράμματα, που στέλνει ο Φράνκι. Και μόνον αυτή η αλληλογραφία είναι ικανή να σε κάνει ομορφότερο. Κάποια μέρα, όμως, το «φανταστικό» καράβι πιάνει Γλασκόβη! Η μάνα, δε θα απογοητεύσει, και πάλι, το γιο της! «Νοικιάζει» έναν άνθρωπο να παραστήσει τον πατέρα του...

Από εδώ και πέρα τα πράγματα ξεφεύγουν από τον έλεγχο. Ο άντρας, που έρχεται να «καλύψει μια ανάγκη», ανοίγει διάπλατα, καλά ασφαλισμένες, για χρόνια, πόρτες. «Αναστατώνει» τη ζωή του μικρού Φράνκι, αλλά και της μητέρας. Και ο ίδιος, βέβαια, δε μένει αδιάφορος. Και αυτός αναγκάζεται να ανοίξει τις δικές του κλειδωμένες ερμητικά περιοχές, οι οποίες τον κράταγαν μακριά από τα συναισθήματα και τον έρωτα.

Η ταινία, από το πρώτο πλάνο, μέχρι το τελευταίο, μοιάζει με ένα μουσικό κομμάτι. Ενα μουσικό κομμάτι με εισαγωγή, κύριο θέμα, κορύφωση, λύτρωση. Στη μουσική αυτή διαδρομή δίνεται η ευκαιρία στο θεατή να γευτεί τις εικόνες, τα χρώματα, τα αισθήματα, τα συναισθήματα των ηρώων. Η θαυμάσια σκηνοθεσία, η πολύ καλή φωτογραφία, οι άριστες ερμηνείες, τα κοστούμια, τα ντεκόρ, η «υγρασία» της πληγωτικής, έτσι κι αλλιώς, Γλασκόβης, η μουσική και οι ήχοι, όλα όσα συμβαίνουν στην οθόνη, είναι ολοκληρωμένες καλλιτεχνικές προτάσεις. Προτάσεις, που δεν αυθαδιάζουν. Δεν «κοκορεύονται». Στέκονται σε υψηλά επίπεδα κρατώντας, όμως, «χαμηλούς» τόνους.

Πρόκειται για μια ταινία - ποίημα. Με καταπληκτικούς χρόνους. Με υπέροχες σιωπές. Με εξαιρετικές γεύσεις. Μια ταινία γεμάτη συγκίνηση και ανθρωπισμό. Μια ταινία ανάσα, ενάντια στη βία της εικόνας.

Παίζουν: Εμιλι Μόρτιμερ, Τζέραρντ Μπάτλερ, Ζακ ΜακΕλον, Σάρον Σμολ.

ΝΤΑΓΚ ΛΑΪΜΑΝ
Mr & Mrs Smith

Ποτέ δε συμπαθούσα τις ταινίες, και καλό θα είναι να κάνετε το ίδιο και εσείς, που - με έμμεσο ή άμεσο τρόπο - μου πάσαραν εμπορικά προϊόντα. Ουίσκι, τσιγάρα, ρολόγια, μπίρες, αυτοκίνητα, ξενοδοχειακά συγκροτήματα, φωτογραφικές μηχανές, βίντεο και ό,τι άλλο βάλει ο νους σας. Τις θεωρούσα αναξιόπιστες. Ακόμα και αν ήταν από αυτές που λέμε καλές. Σκεφτείτε, τώρα, αυτές, που είναι κακές... Οπως το Mr & Mrs Smith!

Οι ταινίες, που ανάμεσα στη δράση, στα φιλιά και την ίντριγκα, μετατρέπονται σε εμπορικούς ντελάληδες, παύουν αυτόματα να είναι πολιτιστικά προϊόντα και μεταβάλλονται σε εμπορική προπαγάνδα. Δε θα παρατηρούσα το φαινόμενο, αν δεν ένιωθα πως, το τελευταίο διάστημα, ιδιαίτερα, παίρνει μεγάλες διαστάσεις. Τείνει να γίνει «φυσιολογικό». Να βλέπουμε, δηλαδή, τον πρωταγωνιστή, να σερβίρει κάποιο ποτό, δείχνοντας επίμονα, αλλά τάχα τυχαία, τη μάρκα του ποτού και να μην αντιδρούμε! Να μη φωνάζουμε το γνωστό: καμπούρη, γράμματα!

Ο κ. Νταγκ Λάιμαν, έχοντας στα χέρια του δυο εμπορικούς κολοσσούς, την Ατζελίνα Τζολί και τον Μπραντ Πιτ, θυμήθηκε το διαφημιστικό παρελθόν του (υπήρξε σκηνοθέτης διαφημιστικών spot), και έχωσε, άλλοτε έμμεσα και άλλοτε άμεσα, ό,τι πουλάνε τα super market. Πού μυαλό, για την ίδια την ταινία. Ετσι, περνάνε μπροστά σου 121 ολόκληρα λεπτά και ταινία δε βλέπεις. Στη θέση της βλέπεις δυο, πράγματι όμορφους, ηθοποιούς, να προσποιούνται, σαν πρωτοετείς φοιτητές δραματικών σχολών. Πότε ότι είναι ερωτευμένοι, πότε ότι μισούνται και πότε ότι αλληλοπυροβολούνται!

Παράλληλα με αυτή την εξόφθαλμη προσποίηση, βέβαια, δε μένει τίποτα όρθιο γύρω τους. Δεκάδες, για να μην πω εκατοντάδες, άνθρωποι σκοτώνονται στο «πιτς φιτίλι». Σπίτια και αυτοκίνητα ανατινάζονται. Οπλοπολυβόλα και βόμβες αλλάζουν χέρια. Χαλασμός. Ενας χαλασμός αδιάφορος, όμως. Και αναρωτιέσαι: γιατί όλα αυτά; Μα για το εισιτήριο, βέβαια. Για να μπαίνει η πιτσιρικαρία στις αίθουσες φορτωμένη με ποπ κορν (άλλα λεφτά από εκεί).

Ενα ζευγάρι - έξι χρόνια παντρεμένο - διάγει, ο καθένας ξεχωριστά, κρυφό βίο. Μην πάει ο νους σας στο πονηρό. Δεν αλληλοαπατούνται, οι άνθρωποι! Απλώς είναι, ο καθένας κρυφά από τον άλλον, πληρωμένοι δολοφόνοι! Ενα μυστικό, που δε θα μαθευόταν, ίσως, ποτέ, αν δεν τύχαινε κάποια από τις δουλιές, που αναλάμβαναν, να τους φέρει αντιμέτωπους. Η κακή μοίρα, όμως, το 'φερε! Και το ζευγάρι, από εραστές, βρέθηκαν αντίπαλοι. Στο τέλος, βέβαια, όλα πήγαν καλά. Η αμερικάνικη οικογένεια, μην ανησυχείτε, δεν κλονίστηκε!

Παίζουν: Μπραντ Πιτ, Ατζελίνα Τζολί, Αντμα Μπρόντι, Κέρι Ουάσινγκτον, Ερικ ΜακΛίοντ.

ΡΟΜΑΝ ΠΟΛΑΝΣΚΙ
Αποστροφή

Τον Ρομάν Πολάνσκι δεν τον ξεπερνάς με αφορισμούς. Ο,τι και να του καταμαρτυρήσεις ως ανθρώπου, και έχεις πολλά να του καταμαρτυρήσεις, δεν μπορείς να μην «αποκαλυφθείς» μπροστά στην ικανότητά του να συνθέτει εικόνες. Και μάλιστα, κάθε φορά, σε διαφορετικές κινηματογραφικές και κοινωνικές περιοχές. Το έργο του περιλαμβάνει μεγάλη γκάμα θεμάτων και κινηματογραφικών γραφών. Θρίλερ, κοινωνικά, αστυνομικά, πολιτικά.

Η «Αποστροφή», παρότι στην εποχή της δημιούργησε κάποια αίσθηση, απέσπασε μάλιστα και το βραβείο της Αργυρής Αρκτου και το βραβείο κριτικών, στο Φεστιβάλ Βερολίνου, το 1965, δεν άντεξε, κατά τη γνώμη μου, στο χρόνο. Σήμερα, πια, δεν προκαλεί το ίδια συναισθήματα, που προκάλεσε όταν πρωτοπαίχτηκε. Την παρακολουθείς, τελείως, συμβατικά.

Μια νέα γυναίκα από το Βέλγιο (Κατρίν Ντενέβ), ζει και εργάζεται στο Λονδίνο. Από το μεσότοιχο ακούει τις ερωτικές συνομιλίες της αδερφής της, με την οποία μοιράζεται το διαμέρισμα, και του φίλου της. Η νεαρή γυναίκα «γνωρίζει» τον έρωτα πίσω από τον «τοίχο». Και φτιάχνει έναν φανταστικό ερωτικό κόσμο. Την ίδια στιγμή την έλκει και την ίδια στιγμή την απωθεί η ερωτική πράξη. Ομως, αυτή η «αντίθεση» είναι κάτω από έλεγχο. Ωστόσο, όταν η αδερφή της και ο φίλος της φεύγουν σε ταξίδι αναψυχής, η Καρόλ «συνθλίβεται» από την «έλλειψη». Με το μυαλό της αντικαθιστά την πραγματικότητα. Η φαντασία της την οδηγεί σε ερωτικές ψευδαισθήσεις και βίαιους εφιάλτες. Βλέπει τον εαυτό της θύμα αποπλανήσεων και βιασμών...

Από το σημείο αυτό και μετά η ταινία ξεφεύγει από την «επιστημονική» προσέγγιση και μεταβάλλεται σε ...αρρώστια. Η ηρωίδα, πια, χρήζει έκτακτης ιατρικής παρακολούθησης και, οπωσδήποτε, διαφορετικής κινηματογραφικής μεταχείρισης. Πράγμα, που δε συμβαίνει στην ταινία. Ο Πολάνσκι τη «στρίβει». Με αποτέλεσμα η ψυχανάλυση, η οποία έδειχνε ότι ήταν στις προθέσεις του, να υποχωρεί και στη θέση της να εμφανίζεται η βία και το σκάνδαλο. Η ευκολία, δηλαδή!

Δεν είναι τυχαίο, που, και στις μέρες της ακόμα, η ταινία, κατηγορήθηκε για μισογυνισμό. Καθώς η ηρωίδα καταφεύγει στη βία και στο φόνο, χωρίς επαρκείς δικαιολογίες. Οι απαντήσεις που έδωσε ο σκηνοθέτης της, ότι, τάχα, αυτός ήθελε να δείξει πόσο κοντά είμαστε (όλοι) σε διάπραξη βίαιων πράξεων, αν βρεθούμε σε «κρίση», δε φάνηκαν ικανοποιητικές. Θεωρήθηκαν φιλολογικές απαντήσεις σε συγκεκριμένες κατηγορίες.

Πάντως, δε νομίζω πως σήμερα, πια, η ταινία προσφέρει τίποτα στις κινηματογραφικές μας γνώσεις και στις κινηματογραφικές μας ανησυχίες. Δε μας κάνει ούτε πλουσιότερους ούτε φτωχότερους. Τη βλέπουμε, μόνον αν θέλουμε να «συμπληρώσουμε» τη λίστα των ταινιών, του Πολάνσκι, που έχουμε δει. Η ταινία είναι παραγωγής 1965 και είναι η πρώτη ομιλούσα αγγλικά ταινία του σκηνοθέτη.

Παίζουν: Κατρίν Ντενέβ, Ιβόν Φουρνό, Ιαν Χέντρι, Τζον Φρέιζερ.

Να μη σας ξεφύγουν!
  • Τα παιδιά της χορωδίας, του Κριστόφ Μπαρσατιέ.

Σκηνή από την ταινία «Τα παιδιά της χορωδίας»
Σκηνή από την ταινία «Τα παιδιά της χορωδίας»
Μια γλυκιά ταινία με επίκεντρο το παιδί, αλλά και τον στρατευμένο, σε μια υψηλή υπόθεση, άνθρωπο.

Παίζουν: Ζεράρ Γινιό, Φρανσουά Μπερλεάν, Καντ Μεράντ.

  • Πλαγίως, του Αλεξάντερ Πέιν.

Δυο μεσήλικες φίλοι που βγήκαν «εκδρομή» και γύρισαν πιο ώριμοι και πιο ολοκληρωμένοι.

Παίζουν: Πολ Τζιαμάτι, Τόμας Χέιντεν, Βιρτζίνια Μάντσεν.

  • Ημερολόγια μοτοσικλέτας, του Βάλτερ Σάλες.

Μια τίμια προσπάθεια προσέγγισης, του Λατινοαμερικανού επαναστάτη κομμουνιστή, Τσε Γκεβάρα.

Παίζουν: Γκαέλ Γκαρσία Μπερνάλ, Ροντρίγκο ντε λα Σέρνα.

  • Machuca, του Αντρές Γουντ.

Εικόνες λίγο πριν το πραξικόπημα στη Χιλή, ιδωμένες μέσα από τα μάτια ενός παιδιού.

Παίζουν: Ματίας Κουέρ, Αριελ Ματελούνα, Μανουέλα Μαρτέλι.

  • Οι μέρες της αφθονίας σας είναι μετρημένες, του Χανς Βάινγκαρτνερ.

Μικροαστική προσπάθεια, για απλά μαθήματα πολιτικής οικονομίας, που, όμως, όπως είναι φυσικό, δεν ολοκληρώνονται.

Παίζουν: Ντάνιλε Μπρουλ, Γιούλια Γιεντς, Στάιπ Ερσεγκ.

  • Ιπτάμενα στιλέτα, του Ζανγκ Γιμού.

Μια ποιητική χορογραφική σύγκρουση για τον έρωτα, το καθήκον και τον πόλεμο ανάμεσα στο παλιό και το νέο.

Παίζουν: Ζανγκ Ζιγί, Τακέσι Κανεσίρο, Αντι Λάου.

  • Το βασίλειο των ουρανών, του Ρίντλεϊ Σκοτ.

Ενδιαφέρουσα ταινία, γύρω από τις σταυροφορίες, τους σταυροφόρους και το ιστορικό βάθος της αποικιοκρατίας.

Παίζουν: Ορλάντο Μπλουμ, Εύα Γκριν, Τζέρεμι Αϊρονς κ.ά.

  • Million dollar baby, του Κλιντ Ιστγουντ.

Τα καλά φυλαγμένα απογοητευτικά αποτελέσματα του αμερικάνικου ονείρου και η μοναξιά των ανθρώπων.

Παίζουν: Κλιντ Ιστγουντ, Χίλαρι Σουόνκ, Μόργκαν Φρίμαν.

  • Λεωφορείο ο πόθος, του Ηλία Καζάν.

Το γνωστό θεατρικό έργο του Τένεσι Ουίλιαμς με τον Μάρλον Μπράντο στο ρόλο του Στάνλεϊ Κοβάλσκι.

Παίζουν: Μάρλον Μπράντο, Βίβιαν Λι, Καρλ Μάλντεν Κιμ Χάντερ.

  • Η πτώση, του Ολιβερ Χίρσμπιγκελ.

Οι τελευταίες μέρες του Χίτλερ και του πολέμου, στα υπόγεια της Καγκελαρίας στο Βερολίνο.

Παίζουν: Μπρούνο Γκαντς, Τόμας Κρέτσμαν κ.ά.

  • Η ζωή είναι ένα θαύμα, του Εμίρ Κουστουρίτσα.

Μια αντιπολεμική τρέλα του γνωστού Βαλκάνιου σκηνοθέτη.

Παίζουν: Σλάβκο Στίματς, Νατάσα Σόλακ, Βέσνα Τριβάλιτς, Βουκ Κόστιτς.

  • Ο Γουίλμπουρ δε Θέλει τη Ζωή του, του Λόλε Σέρφιγκ.

Τέσσερα άτομα στην εργατική Γλασκόβη που προσπαθούν να επιβιώσουν και, αν είναι δυνατόν, να ευτυχίσουν!

Παίζουν: Τζέιμι Σάιβς, Εντριαν Ρόλινς, Σίρλεϊ Χέντερσεν.

Μικρό πορτρέτο: Ρομάν Πολάνσκι

Ο Ρομάν Πολάνσκι γεννήθηκε στο Παρίσι, το Αύγουστο, του 1933, από Εβραιοπολωνούς γονείς. Τρία χρόνια αργότερα όλη η οικογένεια επιστρέφει στην Πολωνία. Οι Ναζί συλλαμβάνουν τους γονείς του και τους κλείνουν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης. Η μάνα του πεθαίνει στο Αουσβιτς. Ο ίδιος μόλις και γλίτωσε στο ολοκαύτωμα.

Την καλλιτεχνική του καριέρα την άρχισε σαν ηθοποιός. Αργότερα (1954-1959) σπουδάζει κινηματογράφο, στην περίφημη πολωνική σχολή κινηματογράφου «Λοτζ» («Lodz»). Εκείνο το διάστημα γυρίζει μια σειρά από φιλμ μικρού μήκους, που προκαλούν αρκετό ενδιαφέρον. Το 1962, στην Πολωνία πάντα, γυρίζει την πρώτη του ταινία μεγάλου μήκους. Είναι το «Μαχαίρι μέσα στο νερό», ένα φιλοσοφικό σεξουαλικό δράμα. Η πρώτη του κιόλας δουλιά του έφερε παγκόσμια αναγνώριση.

Το 1965 φτάνει στην Αγγλία και γυρίζει την πρώτη του αγγλόφωνη ταινία, η τρίτη στη σειρά στην καριέρα του (βλέπε κριτική δίπλα). Είναι η γνωστή «Αποστροφή» («Repulsion»). Με αυτή την ταινία κερδίζει και τα πρώτα του βραβεία. Τρία χρόνια αργότερα (1968) φτάνει στο Χόλιγουντ και γυρίζει το γνωστό «Το μωρό της Ρόσμαρι», το οποίο ήταν η μεγαλύτερη εμπορική επιτυχία του.

Ενα χρόνο αργότερα η συμμορία του Τσαρλς Μένσον, ενός υποτιθέμενου «θεού», σκοτώνει τη γυναίκα του Σάιρον Τέιτ και μερικούς φίλους, που βρέθηκαν στο σπίτι τους εκείνη την ώρα. Αποτέλεσμα αυτής της δολοφονίας είναι η επιστροφή του Ρομάν Πολάνσκι στη Γαλλία. Στο Χόλιγουντ επιστρέφει το 1974 και γυρίζει το «Τσάινα-Τάουν». Το 1977 κατηγορείται ότι βίασε μια πολύ νεαρή κοπέλα και «δραπετεύει» πίσω στη Γαλλία, όπου και παίρνει τη γαλλική υπηκοότητα.

Δε σταμάτησε ποτέ να γυρίζει ταινίες και όλες είχαν εμπορική, κυρίως, επιτυχία. Ερωτικά δράματα, θρίλερ, κοινωνικά. Ανάμεσά τους και ο γνωστός «Πιανίστας», μια αληθινή ιστορία διάσωσης, από το Ολοκαύτωμα της Βαρσοβίας. Η ταινία αυτή βραβεύτηκε από την αμερικάνικη Ακαδημία Κινηματογράφου. Ο Πολάνσκι, δεν μπόρεσε να πάει να παραλάβει το βραβείο του (μόλις φτάσει στην Αμερική θα συλληφθεί).

Τελευταία ταινία του είναι ο «Ολιβερ Τουίστ». Ο Πολάνσκι δεν είναι μόνον σκηνοθέτης. Είναι και σεναριογράφος, ηθοποιός, και κατά διαστήματα και παραγωγός.

Η δουλιά του Ρομάν Πολάνσκι, που πλησιάζει τις τριάντα ταινίες μεγάλου μήκους, σαν σκηνοθέτης και πάνω από τριάντα πέντε, σαν ηθοποιός, επικεντρώνεται, κυρίως, στα ψυχολογικά θρίλερ. Δείχνει να ερευνά την «ψυχή» των ηρώων του. Πολλές φορές το αποτέλεσμα είναι άκρως καλλιτεχνικά δικαιολογημένο και άλλοτε λιγότερο ή καθόλου δικαιολογημένο. Ολες του οι ταινίες, όμως, παρουσιάζουν κινηματογραφικό ενδιαφέρον. Μερικές και διαχρονικό ενδιαφέρον.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ