Η ετήσια συμμετοχή της Ελλάδας στα έσοδα της ευρωένωσης ανέρχεται στο 1,27% του ελληνικού ΑΕΠ. Το ποσοστό αυτό, με τα 193 δισεκατομμύρια ευρώ που είναι φέτος το Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν ανέρχεται περίπου στα 2,5 δισεκατομμύρια ευρώ. Επομένως, για επτά χρόνια, θα ανέλθει στα 17,5 δισ. ευρώ. Κι αν συνυπολογιστεί μια ελάχιστη ετήσια αύξηση του ΑΕΠ κατά 3% -οι κυβερνώντες μιλάνε για αρκετά μεγαλύτερη - τότε το συνολικό ποσό, που θα δώσει η χώρα μας στην ευρωένωση ξεπερνά τα 19 δισ. ευρώ, ενώ θα έχει δικαίωμα να πάρει 20,1 δισ. ευρώ. Δικαίωμα, το οποίο θα εξαρτηθεί από τον βαθμό απορρόφησης. Και μέχρι σήμερα, οι απορροφήσεις των σχετικών κονδυλίων φθάνουν στο 50%, 60%, 70% και στην καλύτερη περίπτωση στο 75%. Ολοφάνερο, λοιπόν, το συμπέρασμα: Χαμένη από χέρι είναι η Ελλάδα στο «πάρε - δώσε» με την ευρωένωση.
Και να σκεφθείτε ότι όλα όσα αναφέρονται στο προηγούμενο σχόλιο αφορούν στην ποσοτική και μόνο πλευρά της όλης υπόθεσης. Γιατί, εκτός απ' αυτή, υπάρχει και η ποιοτική. Δηλαδή, ποιοι δίνουν τα δισεκ. ευρώ, που πηγαίνουν στα ταμεία της Ευρωένωσης και τι γίνονται, όπως και ποιοι τσεπώνουν αυτά, που παίρνει η χώρα μας από τις Βρυξέλλες.
Και σε ό,τι αφορά το πρώτο ερώτημα, δε χρειάζονται και πολλά λόγια. Ο λαός πληρώνει τη συμμετοχή της χώρας στον προϋπολογισμό της ΕΕ, αφού τα χρήματα αυτά αποτελούν μέρος της έμμεσης φορολογίας. Σε ό,τι αφορά στο δεύτερο, αρκεί να σημειώσουμε δυο πράγματα: Πρώτον, ότι η αξιοποίηση των κονδυλίων προϋποθέτει την έγκριση των Βρυξελλών και δεύτερον την προχτεσινή δήλωση του υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, Γ. Αλογοσκούφη. Σύμφωνα με την τελευταία, τα χρήματα του Δ' ΚΠΣ θα χρησιμοποιηθούν κυρίως για την ενίσχυση της παρουσίας των κεφαλαιοκρατών στα Βαλκάνια και την προώθηση των αντιδραστικών μεταρρυθμίσεων και των γενικότερων στόχων της διαβόητης στρατηγικής της Λισαβόνας.
Με δυο λόγια, επομένως, ο λαός πληρώνει και οι κεφαλαιοκράτες ωφελούνται και, μάλιστα, πολύμορφα. Και με την παροχή «ζεστού» χρήματος (επιδοτήσεις, κίνητρα, κλπ.), και με την προώθηση της αντιλαϊκής πολιτικής και των αντεργατικών μέτρων...
Σκόπιμο είναι, επίσης, να σημειωθούν ορισμένες ακόμη πλευρές, σχετικά με τα Κοινοτικά Πλαίσια Στήριξης (ΚΠΣ), που έχουν τη δική τους σημασία. Εχοντας οι Βρυξέλλες το δικαίωμα της έγκρισης των όποιων προγραμμάτων, έχουν ουσιαστικά τη δυνατότητα του προσανατολισμού και ελέγχου των σχετικών οικονομικών δραστηριοτήτων. Κι όχι μόνον όσων αντιστοιχούν στο ύψος του εκάστοτε ΚΠΣ, αλλά και των καθόλου ευκαταφρόνητων κονδυλίων από τους κρατικούς προϋπολογισμούς, που αποτελούν προϋπόθεση για την εκταμίευση των ευρωενωσιακών κονδυλίων. Με δυο λόγια, η διαβόητη «βοήθεια» της ΕΕ αποτελεί στην πραγματικότητα το μοχλό, για τον εντεινόμενο συνεχώς εγκλωβισμό και ενσωμάτωση της ελληνικής οικονομίας και της χώρας συνολικά στην ευρωένωση και, ταυτόχρονα, για την καταλήστευση του παραγόμενου πλούτου από τους ντόπιους και ξένους κεφαλαιοκράτες.
Τέλος, ας σκεφτεί ο καθένας, γιατί οι κάθε λογής οπαδοί του «λιγότερου κράτους», από την κυβέρνηση μέχρι και τον ΣΕΒ, πανηγυρίζουν τις μέρες αυτές, για το ύψος του Δ' ΚΠΣ. Πανηγυρίζουν, δηλαδή, επειδή το κράτος θα διαχειριστεί το τεράστιο ποσό των 20,5 δισ. ευρώ, χώρια τα δισ. της υποχρεωτικής εθνικής συμμετοχής. Προφανώς, δεν πανηγυρίζουν τυχαία...
Αυξημένο εμφανίζεται, σε σχέση με τις προηγούμενες χρονιές, το ποσοστό των Ελλήνων που πιστεύει ότι το νέο έτος θα είναι χειρότερο και όχι καλύτερο απ' αυτό που πέρασε, ενώ η Ελλάδα καταλαμβάνει τη θέση τής πλέον απαισιόδοξης χώρας του κόσμου. Αυτά είναι τα βασικά ευρήματα της παγκόσμιας έρευνας, για τις «προσδοκίες» των πολιτών το 2006, που διενεργήθηκε από την TNS ICAP και την «Gallup International» σε 62 χώρες του πλανήτη.
Και δεν είναι αβάσιμες, βέβαια, οι απαισιόδοξες προσδοκίες των Ελλήνων. Αλλωστε, το «κάθε φέτος και χειρότερα» έχει στρογγυλοκαθίσει για τα καλά, εδώ και χρόνια, στα λαϊκά νοικοκυριά. Μόνο που τα ευρήματα της παραπάνω έρευνας έχουν τις αιτίες τους και αποκαλύπτουν με το δικό τους τρόπο τα «επιτεύγματα» των κυβερνήσεων ΠΑΣΟΚ και ΝΔ. Είναι ολοφάνερο, πως η εφαρμογή των αντιλαϊκών μέτρων και πολιτικών, που συναποφασίζονται στις Βρυξέλλες και υπηρετούν το ίδιο καλά οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ, παράγουν όλο και μεγαλύτερη απαισιοδοξία για τους εργαζόμενους και τα λαϊκά στρώματα στην Ελλάδα.