ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Πέμπτη 12 Γενάρη 2006
Σελ. /40
Αξιο είναι μόνο το αληθινό

Η κινηματογραφική βδομάδα που ξεκινάει σήμερα είναι βδομάδα των χαμένων ευκαιριών. Αν εξαιρέσεις το ωμό και βίαιο θρίλερ του Γκρεγκ Μακ Λιν, «Απόλυτος τρόμος», που ο «ρεαλισμός» του φτάνει στα όρια του φασισμού, οι άλλες τέσσερις ταινίες έχουν τόσα πολλά, και τόσο ανθρώπινα, να πουν! Μόνο που τα λένε (αφού πρώτα τα ερευνούν) επιφανειακά! Είναι και αυτό μια ενδογενής αδυναμία του εμπορικού, και συνεπώς υποταγμένου, κινηματογράφου.

Η καλύτερη, ας πούμε, ταινία της βδομάδας, είναι το «Factotum» του Μπεντ Χάμερ, που βασίζεται στο ομότιτλο μυθιστόρημα του Τσαρλς Μπουκόφσκι και που είναι, σε ελεύθερη απόδοση, ένα κομμάτι της ζωής του Γερμανο-πωλονο-αμερικάνου (!) συγγραφέα. Ακολουθεί η ταινία του Βιμ Βέντερς, «Μην ξαναγυρίσεις». Ενα φιλμ απέραντης μοναξιάς, με φόντο την αμερικάνικη επαρχία! Κατά πόδας έρχεται η πολιτικο-ερωτική ταινία της Σούζαν Μπίερ, με τον παραπλανητικό, άσχετο και «πονηρό» τίτλο, των «πονηρών» Ελλήνων διανομέων, «Ουκ επιθυμήσεις τη γυναίκα του πλησίον σου»! Ο πρωτότυπος τίτλος είναι «Οι αδελφοί» (The brothers). Τέλος έχουμε τις «Αναμνήσεις μιας γκέισας», του Ρομπ Μάρσαλ. Μια ταινία που «εντυπωσιάστηκε» από το «μύθο» της γκέισας και της έπλεξε - αστόχαστα, αλλά με καλό κινηματογραφικό τρόπο - το εγκώμιο!

ΜΠΕΝΙ ΧΑΜΕΡ
Factotum

Ας ξεκινήσουμε με τον τίτλο. Factotum σημαίνει ο χειρώναξ, ο ανειδίκευτος εργάτης! Τέτοιος εργάτης υπήρξε πολλές φορές, και για μεγάλα διαστήματα της ζωής του, ο τραγικός, πράγματι, συγγραφέας Τσαρλς Μπουκόφσκι! Και λέμε τραγικός, γιατί ο γεννημένος στη Γερμανία (1920), από Πολωνό πατέρα (φαντάρο του αμερικανικού στρατού στη Γερμανία, στον Α' παγκόσμιο πόλεμο), και Γερμανίδα μητέρα (γνωρίστηκαν κατά τη διάρκεια του πολέμου), Αμερικανός «περιθωριακός» συγγραφέας, είχε μια δύσκολη και τραγική, κατά μία έννοια, ζωή.

Ο πατέρας Μπουκόφσκι, η μητέρα και ο μόλις 2χρονος Τσαρλς, το 1922 φτάνουν στην Αμερική και εγκαθίστανται στο Λος Αντζελες. Πέρα από την εχθρότητα των γειτόνων, για τη γερμανική καταγωγή του, έχει να αντιμετωπίσει και το βίαιο πατέρα του, ο οποίος τον ταλαιπωρεί μέχρι και πέρα από την εφηβεία του. Σαν να μην έφταναν όλα αυτά, μια αρρώστια, η οποία σχετιζότανε με την ακμή, μεταμορφώνει (σημαδεύει) φρικτά το πρόσωπό του! Στη γωνία τον περιμένει το ποτό! Γίνεται από νωρίς αλκοολικός!

Ο Μπουκόφσκι, «μοιραία» περνάει στο περιθώριο. Στο περιθώριο που γίνεται και το «θέμα» του μεγαλύτερου, για να μην πούμε ολόκληρου, του συγγραφικού του έργου. Εκεί μέσα (στο περιθώριο) θα ζήσει, θα κάνει έρωτα, θα αγαπήσει, θα παντρευτεί (δυο φορές), θα κάνει παιδιά (μια κόρη), θα πεθάνει (1994)!

Για να επιβιώσει, μέχρι να έρθει η επιτυχία (πρώτα έγινε αποδεκτός από την Ευρώπη και μετά από την πατρίδα του, την Αμερική), ο Μπουκόφσκι κάνει διάφορες χειρωνακτικές εργασίες (οδηγός φορτηγού, χειριστής ασανσέρ, εργάτης σε εργοστάσιο παρασκευής σκυλοτροφών κι άλλες παρόμοιες «δουλιές του ποδαριού») και παράλληλα γράφει. Γράφει για να ανακουφιστεί και για να ξεφύγει από την αποπνικτική ζωή του.

Και ενώ ο Μπουκόφσκι άρχισε να γράφει από το 1941, η επιτυχία ήρθε μόλις μετά το 1980! Και αφού πρώτα (1970) ο φίλος του εκδότης Τζον Μάρτιν του «έκοψε» ένα ισόβιο μισθό (100 δολάρια τη βδομάδα).

Απαλλαγμένος ο Μπουκόφσκι από την αγωνία και το άγχος της επιβίωσης, στο μεταξύ είχε μετακομίσει από το Λος Αντζελες στη Νέα Υόρκη, αφοσιώθηκε ολοκληρωτικά στο γράψιμο. Ενα γράψιμο βιωματικό και γι' αυτό, ως ένα σημείο, αληθινό. Στα μέσα του 1980 και μέχρι το τέλος της ζωής του, ο Μπουκόφσκι ζει, επί τέλους, μέσα στην ασφάλεια και στην αναγνώριση. Στο μεταξύ, βέβαια, ο ίδιος έχει γίνει κομμάτια!

Η ταινία του Μπεντ Χάμερ (έγραψε και το σενάριο, μαζί με τον Τζιμ Σταρκ), «Factotum», που στηρίζεται στο ομότιτλο μυθιστόρημα του Τσαρλς Μπουκόφσκι, περιγράφει ένα «μικρό» μέρος από την τραγωδία που αναφέραμε πιο πάνω! Μας διηγείται ένα «κομμάτι» από τη ζωή του Χένρι Τσινάκι (του άλτερ έγκο του Μπουκόφσκι).

Η κινηματογραφική διήγηση, απλή και στρωτή, χωρίς εξεζητημένες γωνιές λήψης και εντυπωσιακά πλαναρίσματα, κλασική θα έλεγε κανείς, είναι απαλλαγμένη από σκόπιμες -και περιττές- συγκινήσεις. Ο σκηνοθέτης αρνείται να καταφύγει σε φτηνές και «εντυπωσιακές» λύσεις. Θέλει να μας γνωρίσει απλά το συγγραφέα, τον οποίο δείχνει να εκτιμά! Και το κάνει αυτό με μεγάλο σεβασμό. Ομως, ακριβώς αυτός ο σεβασμός και αυτή η εκτίμηση, φαίνεται, εμπόδισε το δημιουργό της ταινίας, να κάνει μια βαθύτερη ενδοσκόπηση του «φαινόμενου» Μπουκόφσκι! Η ταινία, τελικά, καταναλώνεται στην εξωτερική περιγραφή. Σε εξωτερικά στιγμιότυπα. Δεν αναζητεί και δε φτάνει στις αιτίες. Παίρνει σαν δεδομένη τη ζωή και τη στάση του συγγραφέα απέναντι σε αυτή τη ζωή. Και υποκύπτοντας, από σεβασμό και από την κακώς εννοούμενη εκτίμηση, για τον άνθρωπο και δημιουργό Μπουκόφσκι, προχωράει ακόμα περισσότερο. Συμφωνεί με τη στάση του συγγραφέα, αφήνοντας ασχολίαστη την αδυναμία του να ελέγξει τις παρορμήσεις του. Αποδέχεται την επιπόλαιη και εξωτερική συμπεριφορά του. Αποτέλεσμα: η ταινία είναι μια μικρή «αγιογραφία».

Ο θεατής, αν θέλει να γνωρίσει τον πραγματικό Τσαρλς Μπουκόφσκι, πρέπει να ξεπεράσει το σκόπελο της αγιογράφησης. Πρέπει ο ίδιος, με τις δικές του πληροφορίες και τις δικές του ικανότητες, να μελετήσει το «φαινόμενο» Μπουκόφσκι διαβάζοντας, όπως λέμε, ανάμεσα από τις γραμμές της ταινίας! Να αναζητήσει το «γιατί» των συμπεριφορών και των πράξεων του ήρωα. Να μην αρκεστεί στον εντυπωσιασμό ενός, σε πρώτη ανάγνωση, άκριτα ανυπάκουου ανθρώπου που περιγράφει η ταινία. Γιατί, η ανυπακοή του Μπουκόφσκι, όπως αυτή εκφράζεται στην ταινία, δε συνοδεύεται από πολιτική πρόταση. Είναι απλώς, μια άρνηση! Μια «παιδική» άρνηση. Μια απλή άρνηση, ενός ατίθασου παιδιού και όχι ενός ώριμου άντρα!

Δεν υπακούω στο σύστημα και περνάω στο περιθώριο δε σημαίνει ήττα του συστήματος. Σημαίνει ήττα δική σου! Σημαίνει την κοπανάω. Αν, τελικά, καταφέρω να την κοπανήσω. Το σύστημα, ωστόσο, παραμένει εκεί. Ετοιμο να κατασπαράξει τον επόμενο Μπουκόφσκι ή και εσένα, όταν σε ξαναβρεί μπροστά του! Με άλλα λόγια, εγώ το βάζω στα πόδια και «γαία πυρί μειχθήτω» πίσω μου, δεν είναι στάση ζωής. Είναι υποχώρηση!

Εναν τέτοιο Μπουκόφσκι μας γνωρίζει η ταινία. Εναν Μπουκόφσκι που τα βάζει με τα μικροαφεντικά, όπως θα έκανε ο πρώτος απροσάρμοστος νέος, και όχι έναν ώριμο συγγραφέα, που έχει καταλάβει τους νόμους της κοινωνίας και γι' αυτό πιάνει τον ταύρο από τα κέρατα και τον χτυπάει σαν χταπόδι! Αλλά, μπορεί η ταινία να έχει δίκιο! Γιατί, ίσως, ένας τέτοιος άνθρωπος και συγγραφέας να ήταν και ο αληθινός Μπουκόφσκι..!

Παίζουν: Ματ Ντίλον, Λίλι Τέιλορ, Μαρίζα Τόμεϊ.

ΒΙΜ ΒΕΝΤΕΡΣ
Μην ξαναγυρίσεις

Σαμ Σέπαρντ - Γκάμπριελ Μαν
Σαμ Σέπαρντ - Γκάμπριελ Μαν

Δεν είναι, κατ' ανάγκη, κακό για ένα δημιουργό να επιμένει σε ένα θέμα, σε μια αναζήτηση. Να «παραλλάσσει» την ανησυχία του. Φτάνει, βέβαια, κάθε φορά να προχωράει ένα ακόμα βήμα προς την ολοκλήρωση της σκέψης του!

Φοβάμαι ότι ο Βιμ Βέντερς, στις ταινίες του που «γυρίζει» στην Αμερική, σε αντίθεση με αυτές που γυρίζει στην Ευρώπη, δεν εξελίσσεται και δεν εξελίσσει και τη σκέψη του. (Ποιος θα ξεχάσει την «Αγωνία του Τερματοφύλακα στο Χτύπημα του Πέναλτι» ή «Τα Φτερά του Ερωτα»;). Ο Βιμ Βέντερς της Αμερικής δείχνει να έχει εγκλωβιστεί από το μαγνητισμό του αμερικανικού ονείρου, από το μαγνητισμό της αμερικανικής επαρχίας. Επαναλαμβάνει και επαναλαμβάνεται!

20 χρόνια μετά το «Παρίσι Τέξας», ο Γερμανός σκηνοθέτης, που τον αγκάλιασε η Αμερική και αυτός ανταπέδωσε με ευχαρίστηση, επαναλαμβάνει, κατά κάποιο τρόπο, και με κάθε ευκαιρία, την πρώτη απόπειρα. Και αυτή τη φορά, όπως και τότε, βοήθησε στο σενάριο (παίζει και τον κύριο ρόλο) ο Σαμ Σέπαρντ. Θέμα της νέας τους ταινίας είναι - τι άλλο; - η αμερικανική επαρχία! Οι άνθρωποι! Ο χώρος και ο χρόνος! Και, κυρίως, η αμερικανική οικογένεια. Αυτός ο πόλος - θεσμός της Αμερικής.

Ο Βιμ Βέντερς, όπως θα έκανε ο κάθε ενσωματωμένος, υποκύπτει στο αμερικανικό δόγμα πατρίς, θρησκεία, οικογένεια! Φτιάχνει μια ταινία, ύμνο στις οικογενειακές σχέσεις. Γυρίζει ένα οικογενειακό και κοινωνικό μελό, για να μας πει πολύ φωναχτά: «Ζήτω η οικογένεια»! Ακριτα και χωρίς κοινωνιολογικο-πολιτική δικαιολόγηση. Λες και η οικογένεια είναι μια «θεία» εντολή και όχι μια κοινωνική ιστορική αναγκαιότητα. Η οποία έχει ημερομηνία εμφάνισης και ημερομηνία λήξης!

Τέλος πάντων! Ενας άντρας κυνηγός αφήνει πίσω του ένα παιδί, καρπό μιας εφήμερης σχέσης, και μια προδομένη γυναίκα, που υπέκυψε στη γοητεία του. (Σε κάθε πέρασμά του αυτός ο άντρας αφήνει πίσω του παιδιά και γυναίκες προδομένες)! Αφήνει, ακόμα, τη μάνα του, που ποτέ δεν έπαψε να τον αγαπά και να τον περιμένει. Στο μεταξύ αυτός γυρίζει ταινίες γουέστερν! Είναι, δηλαδή, ο εκφραστής της αγροτικής (επαρχιακής) ζωής στον κινηματογράφο. Γίνεται διάσημος, αλλά δεν είναι ευτυχισμένος! Δεν έκανε ποτέ οικογένεια. Είναι ένα ρεμάλι!

Μια μέρα, λοιπόν, αυτό το ρεμάλι, υπακούοντας στο ένστικτό του, θέλοντας να βρει τον εαυτό του, το πραγματικό νόημα της ζωής, παρατάει το γύρισμα και επιστρέφει στις ρίζες του! Στη μάνα του και, στη συνέχεια, στη γυναίκα που παράτησε και το παιδί τους, που δεν ήξερε ούτε καν την ύπαρξή του. Πιάνεται από πάνω τους σαν το ναυαγό! (Αυτός τους έχει περισσότερο ανάγκη)! Τελικά, βρήκε το νόημα της ζωής! Μια γυναίκα, ένα παιδί! (Και ένα δεύτερο παιδί από μια άλλη γυναίκα, που στο μεταξύ έχει πεθάνει)! Αυτή τη φορά ο καουμπόης δεν πρόκειται να επαναλάβει το λάθος του. Θα μείνει κοντά στους δικούς του. Ωριμος, πια, θα «στήσει» την οικογένεια, που δεν έστησε όταν ήταν ανώριμος!

Αν τη συγκεκριμένη ταινία τη γύριζε ένας μέτριος σκηνοθέτης, θα τον έριχναν στον Καιάδα. Ο Βέντερς, όμως, στολίζει αυτό το οικογενειακό μελό με θαυμάσιες εικόνες. Πολλές φορές μάλιστα οι εικόνες του ξεπερνάνε και αυτόν τον ίδιον. Ξεφεύγουν από το μελό και γίνονται σχόλιο, για μια Αμερική που πολύ λίγα γνωρίζουμε. Για την Αμερική της επαρχίας. Οπου μοιάζει με μια απέραντη Πρέβεζα του Καρυωτάκη!

Παίζουν: Σαμ Σέπαρντ, Τζέσικα Λανγκ, Τιμ Ροθ, Εύα Μαρί Σεντ, Σάρα Πόλεϊ, Γκάμπριελ Μαν.

ΣΟΥΖΑΝ ΜΠΙΕΡ
Ουκ επιθυμήσεις τη γυναίκα του πλησίον σου

Ας ξεκινήσουμε - και εδώ - με τον τίτλο! Είναι παραπλανητικός και βλακώδης! Καμία σχέση με την ταινία! Η οποία είναι μια ταινία από τη μια μεριά ενός παράφορου, ας τον πούμε έτσι, συζυγικού έρωτα και από την άλλη ενός άτολμου έρωτα ανάμεσα σε έναν κουνιάδο και μια νύφη, μέσα σε ένα «ασαφές» πολιτικό φόντο! Ο αγγλικός τίτλος της ταινίας είναι «Οι Αδελφοί»!

Κάποιες στιγμές δεν ξέρεις πώς να αντιμετωπίσεις κάποιους δημιουργούς! Λες, δεν καταλαβαίνουν ή κάνουν πως δεν καταλαβαίνουν! Το ζήτημα της παρουσίας των δανέζικων στρατευμάτων στο Αφγανιστάν, αντί να σταθεί η αφορμή για ένα επικριτικό σχόλιο, για μια καταγγελία, έγινε, από τη Δανέζα σκηνοθέτιδα Σούζαν Πιερ, το «φόντο» για μια ερωτική ταινία! Ενας Δανός ταγματάρχης, ο οποίος αφήνει την αγαπημένη του γυναίκα και τα αγαπημένα του παιδιά, χωρίς καμία τύψη ούτε γι' αυτούς που αφήνει πίσω του ούτε, πολύ περισσότερο, και για τους άλλους που πάει να «συναντήσει», φτάνει στο Αφγανιστάν. Εκεί πιάνεται αιχμάλωτος. Κανένα σχόλιο και καμία νύξη για τίποτα! Σαν να πήγε ένα ταξίδι αναψυχής, να πούμε!

Πίσω στην πατρίδα τον θεωρούν σκοτωμένο. Μάλιστα, τον «θάβουν» κιόλας. Και η ζωή συνεχίζεται... Εκείνος, όμως, θέλει, πάση θυσία να παραμείνει ζωντανός και να γυρίσει κοντά στην αγαπημένη του γυναίκα. «Συνεργάζεται» με τους Αφγανούς! Φτάνει ακόμα και στο έγκλημα, για εκείνη! Για να ευχαριστήσει τους δεσμοφύλακές του, και να κερδίσει την εύνοιά τους, που μπορεί να φτάσει και στην ελευθερία του, σκοτώνει, μετά από εντολή τους, ένα Δανό συν-αιχμάλωτό του! Η επιθυμία του για εκείνη είναι υπέρτερο αγαθό, από τη ζωή του συνανθρώπου του, και συμπολεμιστή του! Αυτός ο απλός οικογενειάρχης γίνεται δολοφόνος για χάρη της!

Η χήρα πίσω στη Δανία, ίσως από μοναξιά, ίσως από πόνο, ίσως από γυναικεία φιλαρέσκεια, ίσως από ανθρώπινη αδυναμία και από ένστικτο, ακουμπάει πάνω στον αδερφό του «νεκρού». Ομως, και οι δυο, υποχωρώντας στις κοινωνικές συμβάσεις, δεν ολοκληρώνουν την επιθυμία τους! Μένουν δυο αγνοί συγγενείς! Μόνο ένα φιλί και αυτό στα κλεφτά!

Κάποια μέρα επιστρέφει ο αδερφός! Ο οποίος τυφλός από ζήλια σιχτιρίζει γυναίκα και αδελφό, αλλά και τον εαυτό του, που έφτασε να σκοτώσει ακόμα και άνθρωπο για να μπορέσει να γυρίσει στην άπιστη, που όμως όλοι οι θεατές ξέρουμε πως δεν είναι τέτοια! Ο ταγματάρχης, ωστόσο, που δεν ξέρει ό,τι ξέρουμε εμείς, σε μια κρίση ζήλιας παθαίνει αμόκ. Ρίχνεται να σκοτώσει το ζευγάρι. Συλλαμβάνεται και κλείνεται σε ψυχιατρείο. Εκεί, σε μια άλλη κρίση, άλλης ποιότητας, πάλι για να μην τη χάσει, θα της πει και για το έγκλημα...

Και, λοιπόν, θα μου πείτε! Και λοιπόν, θα σας πω και εγώ! Μου είναι αδιάφορα τέτοια διλήμματα. Ιδιαίτερα αν συμβαίνουν σε ανθρώπους, που δεν έχουν συνείδηση των πράξεών τους. Και οι Αφγανοί ερωτεύονται, κύριε ταγματάρχα, αλλά δεν εισβάλλουν στη Δανία! Τα άλλα, τα ψυχολογικά, τα ερωτικά, το πάθος, τη ζήλια, τα κουβεντιάζω! Ομως, με άλλο φόντο, όχι με το Αφγανιστάν! Εντάξει;

Παίζουν: Κόνι Νίλσεν, Νίκολαϊ Λι Κας, Ντανιέλ Ντιβάλ.

ΡΟΜΠ ΜΑΡΣΑΛ
Αναμνήσεις μιας γκέισας

Κεν Γουατανάμπι (και μια μικρή γκέισα)!
Κεν Γουατανάμπι (και μια μικρή γκέισα)!

Η ταινία θα απασχολήσει σίγουρα τους κινηματογραφόφιλους. Είναι μια μεγάλη παραγωγή και διακινείται από ένα μεγάλο γραφείο διανομής! Εχει ήδη γίνει πολύ -και ακριβή- διαφήμιση και θα γίνει και άλλη. Ομως, γιατί ακριβώς πρόκειται;

Πρόκειται για μια ταινία ύμνο στην Γκέισα! Για έναν τουριστικό οδηγό των γνωστών γυναικείων φιγούρων της Ανατολής. Για ένα νέο «Ιλια Ντάρλινγκ» (Τα Παιδιά του Πειραιά). Οπου καλόκαρδες και κακόκαρδες Ασιάτισσες πόρνες, διασκεδάστριες με όλες τις έννοιες, για την ακρίβεια, διασταυρώνουν και διασταυρώνονται με τα πάθη τους. Κάπου στο βάθος, υπάρχει και η άδικη κοινωνία. Σε πρώτο πλάνο, πάντως, υπάρχει η «γυναικεία» τσαχπινιά και οι «καλοί» πάτρωνες!

Ολα αυτά τα «υπέροχα» και άκρως «αληθινά» τα κατέγραψε και τα αφηγείται, σε πρώτο πρόσωπο, μάλιστα, σαν να είναι ο ίδιος η γκέισα δηλαδή, ο Αμερικάνος συγγραφέας Αρθουρ Γκόλντεν, στο ομότιτλο βιβλίο του (κυκλοφορεί και στα ελληνικά). Τις αναμνήσεις του κ. Γκόλντεν (γκέισα) τις μετέφερε στον κινηματογράφο, με εξαιρετικό αισθητικά τρόπο, ομολογούμε, ο κ. Μάρσαλ. Τις αναμνήσεις του ο Αρθουρ Γκόλντεν τις ντύνει με «επιστημονικά» χαρακτηριστικά (ο ίδιος είναι καθηγητής της Ιαπωνικής Τέχνης).

Συγγραφέας και σκηνοθέτης κατέβαλαν μεγάλες προσπάθειες, για να μας διδάξουν τα μυστικά των γκεϊσών! Να μη μας φύγει καμία λεπτομέρεια. Οσοι είδαμε την ταινία γίναμε πλουσιότεροι σε γνώσεις για τις ασκήσεις, τις προσπάθειες και τις θυσίες, που πρέπει να καταβάλει μια γυναίκα προκειμένου, σύμφωνα με την ταινία, να γίνει άξια να φέρει τον τίτλο της γκέισας! Οχι, σαν τις δικές μας ή τις διάφορες αλλοδαπές, που πιάνουν την μπάρα και νομίζουν πως γίνανε χαριτωμένες και ελκυστικές! Αξιες να κρατούν «συντροφιά» σε «υψηλά» πρόσωπα!

Τώρα αξίζει, λέτε, τον κόπο, να βάλουμε σε συζήτηση το ζήτημα ότι πρόκειται για εμπόριο λευκής σάρκας, για πορνεία; Για πράγματα, δηλαδή, που δε σηκώνουν τουριστικές αντιμετωπίσεις και ψευτοεπιστημονικές καταγραφές; Φοβάμαι ότι δε θα βρούμε άκρη. Αφήστε τους, λοιπόν, στον κόσμο τους. Τυλιγμένους στα κιμονό των ανοησιών τους. Δεν υπάρχει κανένα σημείο επαφής. Αυτοί είναι γκέισες και το ευχαριστιούνται!

Παίζουν: Ζανγκ Ζίγι, Κεν Γουατανάμπι, Μισέλ Γέο.

ΓΚΡΕΓΚ ΜΑΚ ΛΙΝ
Απόλυτος τρόμος

«Απόλυτος Τρόμος» και απόλυτος φασισμός της εικόνας. Ενα θρίλερ σφαγείο. Οπου τα όρια του ρεαλισμού φτάνουν και ξεπερνάνε την αρρώστια.

Η ταινία, που βασίζεται, λέει, σε αληθινή ιστορία, δεν έχει καμία καλλιτεχνική αξία και καμία καλλιτεχνική δικαιολογία. Παρότι χρησιμοποιεί με επαγγελματικό τρόπο τη γλώσσα του κινηματογράφου, είναι ένα αιματηρό εργαλείο που σκοτώνει ακαριαία κάθε ανθρώπινο συναίσθημα.

Λυπάμαι που για επαγγελματικούς λόγους δεν μπορούσα να βγω από την αίθουσα! Αισθάνθηκα βαθιά προσβεβλημένος!

Παίζουν: Τζον Τζάρατ, Κασάντρα Μαγκράθ, Άντι Μακ Φι, Νέιθαν Φίλιπς, Κρίστι Μοράσι.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ