ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 29 Γενάρη 2006
Σελ. /24
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
ΕΝΑ ΧΡΟΝΟ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ
Κύμα αλλαγής στις γνώσεις μας για τα τσουνάμι

Εντονες είναι ακόμα οι μνήμες από το πιο καταστροφικό τσουνάμι που έχει καταγραφεί ποτέ. Στις 26 Δεκέμβρη 2004, τεράστια κύματα έπνιξαν τουλάχιστον 225.000 ανθρώπους και άφησαν άστεγους τουλάχιστον ένα εκατομμύριο άλλους, ισοπεδώνοντας πόλεις και χωριά. Αλλά το τσουνάμι αυτό ήταν επιπλέον εκείνο που παρατηρήθηκε καλύτερα από οποιοδήποτε άλλο στο παρελθόν, προσφέροντας πληροφορίες, που οδηγούν τώρα σε επιστημονική γνώση, ικανή να μειώσει στο ελάχιστο την καταστροφική ικανότητα μελλοντικών φαινομένων αυτού του είδους, αρκεί βέβαια να ληφθούν τα κατάλληλα μέτρα.

Καταρχήν, η γεωγραφική πηγή του συγκεκριμένου τσουνάμι προκάλεσε έκπληξη, γιατί ως τότε θεωρούνταν ότι περιοχές σαν αυτή δεν είναι ικανές να δημιουργήσουν γιγαντιαία κύματα. Αυτό οδήγησε τους επιστήμονες να διευρύνουν τον κατάλογο με τις επίφοβες περιοχές. Οι παρατηρήσεις που έγιναν από στεριά, θάλασσα και Διάστημα, προσφέρουν τα δεδομένα για τον πλήρη έλεγχο των σχετικών προσομοιώσεων σε ηλεκτρονικό υπολογιστή, που αποσκοπούν να τελειοποιήσουν μοντέλα πρόβλεψης των τσουνάμι, των περιοχών που θα πλήξουν και της συμπεριφοράς που θα επιδείξουν τα κύματα βγαίνοντας στην ακτή.

Ακόμα περισσότερο, το γιγαντιαίο κύμα του 2004 αποκάλυψε ότι παράμετροι των σεισμών που ως τώρα θεωρούνταν άνευ σημασίας, μπορεί να έχουν εξαιρετικά μεγάλη επιρροή στο μέγεθος και το σχήμα του τσουνάμι. Τα βελτιωμένα μοντέλα που προκύπτουν απ' αυτές τις ανακαλύψεις θα πρέπει να τροφοδοτούνται από νέα συστήματα ελέγχου και έγκαιρης προειδοποίησης, αν πρόκειται στο μέλλον να σωθούν ζωές.


Επιμέλεια:
Σταύρος ΞΕΝΙΚΟΥΔΑΚΗΣ
Πηγή: «Scientific American»

Πριν από την καταστροφή του Δεκέμβρη του 2004, η περιοχή του Ινδικού Ωκεανού δε διέθετε σύστημα έγκαιρης προειδοποίησης για τσουνάμι. Από τότε, υπό το συντονισμό της διακυβερνητικής ωκεανογραφικής επιτροπής της ΟΥΝΕΣΚΟ γίνεται μια προσπάθεια για την εγκατάσταση συστήματος ανάλογου με αυτό που υπάρχει στον Ειρηνικό Ωκεανό. Το σύστημα αυτό προβλέπει την εγκατάσταση σε όλη τη λεκάνη του Ινδικού ενός εξελιγμένου δικτύου σεισμογράφων για να εντοπίζουν τους μεγάλους σεισμούς, τουλάχιστον πέντε «τσουναμόμετρων» (εικόνα) που εντοπίζουν τα τσουνάμι καθώς ταξιδεύουν στον ωκεανό και ενός δικτύου καταγραφής των παλιρροιών σε πραγματικό χρόνο. Βέβαια, για να μπορεί να ανιχνευτεί ένα τσουνάμι σε λιγότερο από μισή ώρα, τα «τσουναμόμετρα» πρέπει να είναι 13 και όχι μόνο 5.

Κάποια βήματα έχουν γίνει. Δύο δίκτυα σεισμογράφων, - ένα απ' αυτά εντελώς καινούριο - μεταδίδουν αυτόματα τις καταγραφές τους στα εθνικά σεισμικά κέντρα της Ινδονησίας και της Μαλαισίας. Η ΟΥΝΕΣΚΟ ελπίζει ότι έως τα μέσα του 2006 θα έχει αναπτυχθεί και ο υπόλοιπος εξοπλισμός και θα έχουν λυθεί τα προβλήματα συνεργασίας των κρατών της περιοχής, ώστε να λειτουργήσουν τα δίκτυα.

Αλλά κι όταν τα μοντέλα πρόγνωσης των τσουνάμι θα μπορούν - αξιοποιώντας τις μετρήσεις - να προειδοποιούν έγκαιρα, θα πρέπει και πάλι με κάποιο τρόπο η προειδοποίηση να φτάνει γρήγορα στους κατοίκους των 66.000 χιλιομέτρων ακτογραμμής της λεκάνης του Ινδικού. Για τις περιοχές που το τσουνάμι θα χτυπήσει σε λιγότερο από μια ώρα, ακόμα και η προειδοποίηση ίσως να μην έρθει έγκαιρα, ώστε να μπορέσει ο πληθυσμός να απομακρυνθεί από τις ακτές. Η παρατήρηση των σημαδιών που δίνει η φύση: οι ισχυρές δονήσεις του εδάφους και η υποχώρηση του ωκεανού λίγο πριν φτάσει το τσουνάμι, είναι η μόνη λύση στις περιπτώσεις αυτές. Θα πρέπει όμως να υπάρχει η κατάλληλη προετοιμασία και εκπαίδευση, ώστε αφενός οι άνθρωποι να αντιδράσουν άμεσα και αφετέρου να υπάρχουν από τα πριν προσδιορισμένες ασφαλείς περιοχές όπου μπορούν να καταφύγουν.

Στις 28 Μάρτη του 2005, τρεις μήνες μετά το σεισμό που γέννησε το μεγάλο τσουνάμι του Δεκέμβρη του 2004, ένας δεύτερος μεγάλος σεισμός ταρακούνησε το ίδιο ρήγμα. Τα αρχικά κύματα που δημιούργησε ο σεισμός του Δεκέμβρη είχαν ύψος 8 μέτρων, αλλά το Μάρτη δεν ξεπέρασαν τα 3,5 μέτρα (στις εικόνες αναπαριστώνται καθ' υπερβολή, για να διευκολυνθεί η σύγκριση). Μέσα από διεξοδικές μελέτες, οι ερευνητές αποκάλυψαν τέσσερις κύριους λόγους γι' αυτή τη διαφορά ανάμεσα στα κύματα των δύο σεισμών.

Καταρχήν, ο σεισμός του Μάρτη απελευθέρωσε μόλις το 1/15 της ενέργειας του σεισμού του Δεκέμβρη. Επιπλέον, εμφανίστηκε σε βαθύτερο σημείο του ρήγματος (κόκκινο), με αποτέλεσμα μικρότερο μέρος της ενέργειας να φτάσει μέχρι το νερό του ωκεανού. Ο τρίτος λόγος είναι ότι το επίκεντρό του βρισκόταν κάτω από ρηχά νερά σε αντίθεση με το σεισμό του Δεκέμβρη που έγινε κάτω από ωκεάνια τάφρο. Τέλος, το τσουνάμι του Μάρτη χτύπησε 100 χιλιόμετρα πιο νότια κι έτσι τα περισσότερα από τα κύματά του που είχαν κατεύθυνση προς τα ανατολικά έπληξαν τη Σουμάτρα, που προστάτεψε την Ταϊλάνδη και τη Μαλαισία, ενώ τα κύματα που είχαν δυτική κατεύθυνση εξαντλήθηκαν στην ανοιχτή θάλασσα. Αντίθετα, στο σεισμό του Δεκέμβρη, τόσο τα κύματα με κατεύθυνση προς ανατολάς, όσο και τα κύματα με κατεύθυνση προς δυσμάς έπληξαν κοντινές περιοχές στεριάς.

Οι σημαντικότεροι σεισμοί που προκάλεσαν τσουνάμι τον περασμένο αιώνα (πρασινωπές περιοχές με διακεκομμένη γραμμή) εκδηλώθηκαν εκεί που δύο τεκτονικές πλάκες συναντώνται κατά μέτωπο, στις λεγόμενες ζώνες καταβύθισης (μπλε γραμμές). Η μία πλάκα βυθίζεται κάτω από την άλλη που ανασηκώνεται, συμπαρασύροντας το νερό από πάνω και δημιουργώντας κύματα τσουνάμι κατά μήκος του ρήγματος. Αλλά το τμήμα του ρήγματος Σουμάτρας - Ανταμάν, απ' όπου ξεκίνησε η καταστροφή στον Ινδικό ωκεανό, δεν είχε προηγούμενο ιστορικό σεισμών μεγαλύτερων των 8 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ. Οταν συνέβη ο σεισμός των 9 Ρίχτερ στο σημείο εκείνο το Δεκέμβρη του 2004, ακολουθούμενος μετά από τρεις μήνες από έναν άλλο μεγάλο σεισμό 8,7 βαθμών (πορτοκαλί οβάλ), οι επιστήμονες άρχισαν να επανεξετάζουν ανάλογα αργά κινούμενα ρήγματα, για τη δυνατότητά τους να προκαλέσουν τσουνάμι. Οι νέες περιοχές που μελετώνται (κόκκινες γραμμές) συμπεριλαμβάνουν εκείνες, όπου ογκώδη χαρακτηριστικά του βυθού ίσως εμποδίζουν την καταβύθιση, αυξάνοντας τη συσσωρευόμενη ένταση στο ρήγμα. Στο διάγραμμα μπορεί να παρατηρήσει κανείς ότι η ζώνη καταβύθισης της αφρικανικής πλάκας κάτω από την ευρασιατική που διέρχεται ανάμεσα στα Κύθηρα και την Κρήτη, είναι από τις ζώνες που εξαρχής κρίνονταν επικίνδυνες για τη δημιουργία τσουνάμι.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ