ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 19 Φλεβάρη 2006
Σελ. /32
ΔΙΕΘΝΗ
ΑΙΓΥΠΤΟΣ
Πρώτες... γεύσεις «ευρείας Μέσης Ανατολής»

Από τα επεισόδια που σημάδεψαν την πρόσφατη εκλογική διαδικασία στην Αίγυπτο

Associated Press

Από τα επεισόδια που σημάδεψαν την πρόσφατη εκλογική διαδικασία στην Αίγυπτο
Η διεξαγωγή εκλογών, τόσο προεδρικών όσο και βουλευτικών (Σεπτέμβρη και Νοέμβρη αντίστοιχα) ήταν, εκτός από την πολύνεκρη βομβιστική επίθεση στο Σαρμ ελ Σέικ το καλοκαίρι, το γεγονός της περασμένης χρονιάς στην Αίγυπτο. Τόσο η διαδικασία πραγματοποίησής τους όσο, πολύ περισσότερο, τα αποτελέσματά τους αναμένεται να επηρεάσουν την πορεία της χώρας, που διαδραματίζει ρόλο συμβόλου στο σύνολο του αραβικού κόσμου.

Και ίσως εκ πρώτης όψης να μη φαίνονται μεγάλες οι διαφοροποιήσεις στο αιγυπτιακό πολιτικό σκηνικό, όμως, σαφές είναι ότι τα νέα δεδομένα δημιουργούν τις προϋποθέσεις εκείνες που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε ρήξεις και ανατροπές του στάτους κβο που έχει παγιωθεί τις τελευταίες δεκαετίες. Την πιθανότητα αυτή φάνηκε να αντιλαμβάνεται και η αιγυπτιακή ηγεσία που ανακοίνωσε, πριν από μερικές μέρες, ότι σκέφτεται σοβαρά να αναβάλλει επ' αόριστον τη διενέργεια των τοπικών εκλογών ψευδίζοντας κάποια αόριστη επιχειρηματολογία περί «αναγκαιότητας επιτέλεσης έργου στην παρούσα φάση».

Ο Μουμπάρακ «εκδημοκρατίζει» λόγω Ουάσιγκτον

Ο «άνεμος εκδημοκρατισμού», όπως χαρακτηρίστηκαν από διεθνή ΜΜΕ οι εκλογικές αναμετρήσεις, δε «σάρωσε» αίφνης τα μυαλά της αιγυπτιακής ηγεσίας, και του, εδώ και 24 χρόνια, Προέδρου Χόσνι Μουμπάρακ. Ο «άνεμος» άρχισε πρώτα να φυσά στην Ουάσιγκτον, η οποία, στο πλαίσιο του σχεδίου της για την «Ευρεία Μέση Ανατολή», επιδιώκει την ανάδειξη «με δημοκρατικό τρόπο» φίλα προσκείμενων κυβερνήσεων.

Και ο Πρόεδρος Μουμπάρακ φημίζεται για τις καλές του σχέσεις με την Ουάσιγκτον, αλλά ήταν πλέον πολύ δύσκολο να κλείσει κανείς τα μάτια στον απόλυτο αυταρχισμό, που έτεινε σε δικτατορία, με τον οποίο διατηρούσε τα ηνία της εξουσίας. Το Σεπτέμβρη, λοιπόν, οι Αιγύπτιοι κλήθηκαν στις κάλπες για να επιλέξουν, για πρώτη φορά τις τελευταίες δεκαετίες, τον νέο Πρόεδρό τους μεταξύ αρκετών υποψηφίων. Η επικράτηση του Μουμπάρακ, για 5η συνεχόμενη φορά στην 6ετή προεδρική θητεία δεν αποτέλεσε έκπληξη, ούτε το ποσοστό που φέρεται να συγκέντρωσε και αγγίζει το 88,6%. Εξίσου αναμενόμενες ήταν τόσο οι αλλεπάλληλες καταγγελίες άλλων υποψηφίων για νοθεία και παρατυπίες, όσο και η συντριπτική αποχή.

Θεωρητικώς, δικαίωμα ψήφου έχουν όλοι οι πολίτες άνω των 18 ετών. Με βάση τα στοιχεία του υπουργείου Εσωτερικών, από τα σχεδόν 75 εκατομμύρια των Αιγυπτίων, μόλις τα 32 εκατομμύρια είναι εγγεγραμμένοι ψηφοφόροι. Και αυτό δεν οφείλεται μόνο σε δική τους αμέλεια, αλλά και στο γεγονός ότι ο κρατικός μηχανισμός που ελέγχεται πλήρως από το κόμμα του Μουμπάρακ, έχει επισταμένα αμελήσει να ανανεώσει τους εκλογικούς καταλόγους.

Ή αντίθετα, φροντίζουν να τους «κλείνουν» πρόωρα, χωρίς καμία προειδοποίηση, σε εκλογικές περιφέρειες που δε θεωρούνται «φιλικές» προς το κόμμα. Ακόμη όμως και από αυτά τα 32 εκατομμύρια, εκτιμάται ότι στις κάλπες των προεδρικών προσήλθε μόλις το 15%. Υπό αυτήν την έννοια, γίνεται αντιληπτό ότι το λαϊκό έρεισμα του Προέδρου και του κόμματός του είναι πολύ μικρότερο από αυτό που φαίνεται.

Η «έκπληξη» των βουλευτικών

Η εκτίμηση αυτή, απλώς, επιβεβαιώθηκε στις βουλευτικές εκλογές. Στις προηγούμενες «εκλογικές αναμετρήσεις», που έγιναν χωρίς κανενός είδους παρατηρητές, το κόμμα του Μουμπάρακ πετύχαινε εντυπωσιακές νίκες, που του εξασφάλιζαν περί τις 400 έδρες.

Το σκηνικό δε θα ήταν, φυσικά, δυνατό να αλλάξει εν μια νυκτί. Ετσι και σε αυτές τις εκλογές, που θεωρητικώς έγιναν με πιο διαφανή τρόπο, καθώς χρησιμοποιήθηκαν κάλπες και διαδικασίες σύμφωνα με τα διεθνή δεδομένα, επιβεβαιώθηκε η αναμενόμενη επικράτηση του «Εθνικού Δημοκρατικού Κόμματος». Η νίκη, όμως, ήταν πύρρειος.

Υπό τις πιέσεις για «εκδημοκρατισμό», ο Χόσνι Μουμπάρακ δεν απέκλεισε τους υποψηφίους των «Αδελφών Μουσουλμάνων», φοβούμενος και την κοινωνική αναταραχή που θα πυροδοτούσε μια τέτοια απόφαση. Της οργάνωσης που ίδρυσε ο Χασάν αλ Μπάνα, το 1928, και θεωρείται «κοιτίδα» των ισλαμιστικών κινημάτων σε ολόκληρο τον αραβικό κόσμο, διαγράφοντας μια άκρως ενδιαφέρουσα, από τη σκοπιά τόσο των θέσεων όσο και των συμφερόντων με τα οποία κατά καιρούς συμμάχησαν, πορεία, η οποία, όμως, δεν μπορεί εδώ να αναφερθεί εκτενώς.

Οι «Αδελφοί Μουσουλμάνοι» της Αιγύπτου, (που αρχικώς στηρίχτηκαν οικονομικά από τη Μεγάλη Βρετανία ως αντίβαρο στα κοσμικά εθνικιστικά και αριστερά κόμματα που επιδίωκαν την αποτίναξη του βρετανικού ζυγού) μετά από αρκετές αλλαγές και ελιγμούς στις επιλογές έκφρασης των απόψεών τους (βία ή συμμετοχή στο σύστημα), και όχι στις ίδιες τις απόψεις τους, απέδειξαν ότι έχουν καταφέρει να διατηρούν ισχυρότατα ερείσματα μεταξύ των πολιτών. Κάτι το οποίο ήταν επίσης αναμενόμενο, αφού, όπως και πολλές άλλες ισλαμιστικές οργανώσεις (βλ. «Χαμάς»), χρησιμοποιούν ως κύριο δίαυλο επικοινωνίας τις φιλανθρωπικές οργανώσεις και το κοινωνικό τους έργο. Κάτι που γίνεται ακόμη σημαντικότερο αν λάβει κανείς υπ' όψιν του τη βαθιά ανέχεια στην οποία επιβιώνει η συντριπτική πλειοψηφία του αιγυπτιακού λαού με το κράτος σχεδόν απόν από το οτιδήποτε θα μπορούσε να ονομαστεί κοινωνική πρόνοια και περίθαλψη.

Οι «Αδελφοί Μουσουλμάνοι» μείζονα αντιπολίτευση

Κατά συνέπεια, παρά τις περισσότερες των 1.500 συλλήψεων μελών και στελεχών τους λίγες μέρες πριν από την έναρξη των εκλογών, παρά τις επιθέσεις αστυνομικών και παρακρατικών δυνάμεων εναντίον τους και την προσπάθεια παρεμπόδισης της ψηφοφορίας σε πολλά εκλογικά τμήματα, που στοίχισε τη ζωή σε τουλάχιστον 10 ανθρώπους, οι «Αδελφοί Μουσουλμάνοι» είναι ο μεγάλος νικητής και των 3 φάσεων των βουλευτικών εκλογών στην Αίγυπτο. Κατάφεραν να πολλαπλασιάσουν τις έδρες τους με «ανεξάρτητους» υποψηφίους, φθάνοντας τις 88. Αυτό σημαίνει ότι μπορεί η αυτοδυναμία του κόμματος του Μουμπάρακ να μην απειλείται, αλλά σε μείζονα αντιπολίτευση αναδεικνύονται οι «Αδελφοί Μουσουλμάνοι», των οποίων οι βουλευτές θα μπορούν, πλέον, να κάνουν χρήση της βουλευτικής τους ασυλίας, για να προωθήσουν τις θέσεις τους, καθώς, τυπικά τουλάχιστον, η οργάνωση παραμένει «εκτός νόμου».

Αντίθετα, τα κοσμικά κόμματα της αντιπολίτευσης (συνολικά στις εκλογές συμμετείχαν 13 πολιτικοί σχηματισμοί πλην των «ανεξαρτήτων») δεν κατάφεραν να ενισχύσουν σημαντικά την παρουσία τους στην αιγυπτιακή βουλή. Σύμφωνα με πολλούς αναλυτές, η αδυναμία των κοσμικών αντιπολιτευτικών κομμάτων να πείσουν τον μέσο Αιγύπτιο ψηφοφόρο είναι αναμενόμενη δεδομένης της κατάστασης που έχει διαμορφωθεί στη χώρα τις τελευταίες δεκαετίες. Ενδεικτικό, άλλωστε, είναι ότι οι περισσότεροι πολίτες δεν προσήλθαν καν στις κάλπες, εκτιμώντας ότι και αυτές οι εκλογές δεν πρόκειται να αλλάξουν τίποτε.

Το «παράδειγμα» της Αιγύπτου

Το πολιτικό σκηνικό που διαμορφώθηκε στην Αίγυπτο δεν αφορά μόνον τη χώρα του Νείλου. Τα μάτια του αραβικού κόσμου ήταν στραμμένα προς αυτήν κατά τη διάρκεια της εκλογικής διαδικασίας και το μείζον διακύβευμα ήταν η εκλογική εμφάνιση των «Αδελφών Μουσουλμάνων». Στην Αίγυπτο, όπως και σε πολλές άλλες αραβικές χώρες, οι αντιδραστικές αυταρχικές ηγεσίες έχουν μεθοδικά και κατ' επανάληψη αξιοποιήσει το «θρησκευτικό αίσθημα» και το Ισλάμ για να εδραιώσουν την εξουσία τους, να εξοβελίσουν τις τυχόν δημοκρατικές ή προοδευτικές αντιπολιτεύσεις, να διατηρήσουν ελεγχόμενη τη λαϊκή δυσαρέσκεια. Από την πλευρά τους, οι ισλαμιστικές οργανώσεις εκμεταλλεύτηκαν αυτήν την προσπάθεια χειραγώγησης και λειτουργούν, πλέον, ως «καταφύγιο» της λαϊκής οργής για τις βάναυσα ανελεύθερες, απροκάλυπτα αντιδραστικές και εξαρτημένες από τα αμερικανικά συμφέροντα κυβερνήσεις τους.

Τα αποτελέσματα των εκλογών στην Αίγυπτο προανήγγειλαν, κατά πολλούς, την εκλογική νίκη της «Χαμάς» στις παλαιστινιακές βουλευτικές εκλογές. Εχουν, επίσης, ομοιότητες με τα αποτελέσματα των εκλογών στο Ιράκ, όπου η θρησκευτική συμμαχία των σιιτών υπό το «Ανώτατο Συμβούλιο για την Ισλαμική Επανάσταση στο Ιράκ» εξασφάλισε την πλειοψηφία των εδρών. Θυμίζουν, επίσης, ακόμη και κάτι από την τωρινή σύνθεση του κοινοβουλίου στην Ιορδανία.

Ετσι, δεν μπορεί να μην αναρωτηθεί κανείς μήπως, τελικά, ο, αλά Ουάσιγκτον, «εκδημοκρατισμός» της «ευρείας Μέσης Ανατολής» αναδείξει, σταδιακά, κυβερνήσεις που, σε ένα πρώτο επίπεδο, ο Λευκός Οίκος μέμφεται (δηλαδή ισλαμιστικές); Χωρίς αυτό φυσικά να αποκλείει το ενδεχόμενο μιας μελλοντικής, μεταξύ τους, συνεργασίας, αφού, επί του πρακτέου, οι πολιτικές τους απόψεις περί δημοκρατίας, ελευθερίας, εργασιακών και ατομικών δικαιωμάτων δεν απέχουν και πολύ.

Ούτε μπορεί κανείς να μη σκεφθεί και κάτι άλλο: Μήπως πίσω από τις αμερικανικές πιέσεις «εκδημοκρατισμού», με δεδομένες τις συνθήκες που επικρατούν σήμερα στις περισσότερες αραβικές χώρες, κρύβεται κάποια άλλη σκέψη του Λευκού Οίκου, που τείνει περισσότερο στο να «ανακαλυφτούν» ερείσματα ισχυροποίησης της επιχειρηματολογίας του περί «νέου ισλαμιστικού εχθρού»; Οι εξελίξεις στην ευρύτερη περιοχή προοιωνίζονται τάχιστες και ως ένα βαθμό απρόβλεπτες.


Ελένη ΜΑΥΡΟΥΛΗ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ