ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σάββατο 25 Μάρτη 2006 - Κυριακή 26 Μάρτη 2006
Σελ. /32
ΔΙΕΘΝΗ
ΓΑΛΛΙΑ
Ηρθαν οι θύελλες...

Associated Press

Διογκώνονται οι αντιδράσεις με αφορμή το νομοσχέδιο νεανικής απασχόλησης. Τα πανεπιστήμια και τα σχολεία της Γαλλίας βρίσκονται σε αναβρασμό και οι μαζικές μαχητικές διαδηλώσεις σε διάφορες πόλεις είναι καθημερινές. Τελευταία και μέχρι στιγμής αποσπασματική συμμετοχή στις κινητοποιήσεις είναι αυτή των εργατικών συνδικάτων, που ανακοίνωσαν την πρώτη, ουσιαστικά, δυναμική τους αντίδραση με την πραγματοποίηση 24ωρης πανεθνικής απεργίας, την ερχόμενη Τρίτη. Απεργία, που, μάλλον θα έχει προειδοποιητικό χαρακτήρα, αφού, μέχρι στιγμής, η κυβέρνηση ντε Βιλπέν δε δείχνει καμία διάθεση υπαναχώρησης.

Τι είναι το «Συμβόλαιο Πρώτης Πρόσληψης»

Ενώ οι κινητοποιήσεις κλιμακώνονται, έχει ενδιαφέρον μια μικρή αναδρομή στο τι ακριβώς περιλαμβάνει το πολυσυζητημένο νομοσχέδιο νεανικής απασχόλησης ή αλλιώς «Συμβόλαιο Πρώτης Πρόσληψης». Προβλέπει ότι οι επιχειρήσεις που απασχολούν περισσότερους από 20 εργαζομένους αποκτούν το δικαίωμα να απολύουν τους νέους μέχρι 26 χρόνων, την πρώτη διετία από την πρόσληψή τους, χωρίς αιτιολογία (άρα και δικαίωμα νομικής αμφισβήτησης της απόλυσης) και αποζημίωση. Ο εργοδότης επιλέγει αν θα αξιοποιήσει το «Συμβόλαιο Πρώτης Πρόσληψης» ή αν θα ακολουθήσει τη συλλογική σύμβαση εργασίας.

Οι νέοι αποτελούν τον κύριο όγκο των κινητοποιήσεων

Associated Press

Οι νέοι αποτελούν τον κύριο όγκο των κινητοποιήσεων
Για όσους απολυθούν με τον τρόπο αυτό, προβλέπεται επίδομα ανεργίας ύψους 450 ευρώ για δύο μόνο μήνες (ενώ ο κατώτερος βασικός μισθός στη Γαλλία είναι 1.100 ευρώ). Υπάρχει, επίσης, η δυνατότητα, ο συγκεκριμένος εργαζόμενος να επαναπροσληφθεί από την ίδια επιχείρηση, στην ίδια ακριβώς θέση, αρκεί να περάσουν 3 μήνες από την απόλυσή του. Φυσικά, μπορεί να επαναπολυθεί με τους ίδιους ακριβώς όρους, και αυτή η διαδικασία να επαναλαμβάνεται.

«Παράπλευρες» προβλέψεις για τα γκέτο

Παράλληλα, στο περιθώριο του επίμαχου νομοσχεδίου, υιοθετείται σειρά μέτρων με στόχο, υποτίθεται, τη βελτίωση της κατάστασης στα γκέτο των γαλλικών προαστίων, που εξερράγησαν με κύριο παράγοντα την καλπάζουσα ανεργία τον περασμένο Νοέμβρη. Συγκεκριμένα, προβλέπεται ότι η επαγγελματική μαθητεία μπορεί να αρχίσει από τα 14 χρόνια, με πρόσχημα τη διευκόλυνση εξεύρεσης εργασίας για τη νεολαία των γκέτο.

Το μέτρο αυτό, όμως, ουσιαστικά οδηγεί στη μείωση κατά 2 χρόνια του ορίου υποχρεωτικής εκπαίδευσης και στη σταδιακή ερήμωση των σχολείων στις υποβαθμισμένες συνοικίες, όπου, ούτως ή άλλως, λόγω των οικονομικών και κοινωνικών άθλιων συνθηκών, οι μαθητές αποφοιτούν, σχεδόν, λειτουργικά αναλφάβητοι, γεγονός που επιτείνει τις δυσκολίες εξεύρεσης εργασίας, αλλά και τη διαδικασία κοινωνικής περιθωριοποίησής τους. Επιπλέον, προβλέπονται οικονομικές κυρώσεις σε βάρος των οικογενειών των παιδιών που θα παρουσιάζουν «αντικοινωνική συμπεριφορά», μια άμεση αναφορά στη νεολαία των γκέτο και τα πρόσφατα επεισόδια.

Η γαλλική κυβέρνηση προσπάθησε επισταμένα να επιρρίψει τις ευθύνες της έκρηξης του Νοέμβρη στις «οικογένειες που δεν ελέγχουν τα παιδιά τους». Μεταξύ, λοιπόν, των μέτρων αυτών, συμπεριλαμβάνεται και η διακοπή των διαφόρων επιδομάτων που λαμβάνουν οι οικονομικά ασθενέστερες οικογένειες, παρά το γεγονός ότι το 50% των οικογενειών που ζουν στα γκέτο ζουν σχεδόν αποκλειστικά από τα επιδόματα, ελλείψει εργασίας.

Προετοιμαζόταν από το καλοκαίρι


Associated Press

Το «Συμβόλαιο Πρώτης Πρόσληψης» - CPE - δεν ήρθε ως κεραυνός εν αιθρία στο προσκήνιο. Αμέσως μετά την απόρριψη του «ευρωσυντάγματος» από τους Γάλλους, το Μάη, ο ντε Βιλπέν ανέλαβε την πρωθυπουργία με στόχο να «φτιασιδώσει» τις ρωγμές που προκάλεσε στο δεξιό κυβερνητικό συνασπισμό το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος και έθεσε ως πρώτο στόχο την αντιμετώπιση της ανεργίας. Και αυτό γιατί η συντριπτική πλειοψηφία των νέων που απέρριψαν το «ευρωσύνταγμα» προέτασσαν ως κύριο επιχείρημά τους ότι υποσκάπτει περαιτέρω τις, ήδη, αβέβαιες εργασιακές τους συνθήκες.

Ηδη, λοιπόν, από το καλοκαίρι, ο ντε Βιλπέν γνωστοποίησε τις προθέσεις του, προωθώντας το «Συμβόλαιο Νέας Πρόσληψης» - CNE - για το οποίο ο «Ρ» είχε γράψει σχετικά στα τέλη Ιουλίου. Οπως και το CPE έτσι και το CNE, έχουν περάσει με κατ' εξαίρεση διαδικασία χωρίς έγκριση του Κοινοβουλίου και με τη μορφή διατάγματος. Υπενθυμίζεται ότι προβλέπει σχεδόν ό,τι και το τωρινό νομοσχέδιο, μόνο που αναφέρεται στις επιχειρήσεις που απασχολούν λιγότερους από 20 εργαζόμενους, δε θέτει όριο ηλικίας για τις, άνευ αιτιολογίας, απολύσεις και εμπεριέχει κυρώσεις για όποιον αρνηθεί θέση εργασίας ενώ λαμβάνει επίδομα ανεργίας, ακόμη και αν η προσφερόμενη θέση βρίσκεται σε άλλη πόλη και ο μισθός που δίνεται δεν αρκεί για να καλύψει, παραδείγματος χάριν, την, εκεί, διαμονή του εργαζομένου.

«Συμβόλαιο για την εκμετάλλευση»

Associated Press

«Συμβόλαιο για την εκμετάλλευση»
Τότε, δηλαδή στις αρχές του περασμένου φθινοπώρου, τα κόμματα της αντιπολίτευσης, που σήμερα ερίζουν με προφανή στόχο να καρπωθούν τη διογκούμενη λαϊκή δυσαρέσκεια ενόψει των προεδρικών του 2007, είχαν απλώς ψελλίσει ορισμένες διαφωνίες χωρίς να αντιταχθούν σθεναρά. Ανάλογη στάση συνενοχής είχαν κρατήσει και οι ηγεσίες των εργατικών συνδικάτων, που έθεταν ως κύριο εμπόδιο το γεγονός ότι το νομοσχέδιο για τις νέες προσλήψεις - CNE - υιοθετήθηκε χωρίς να προηγηθεί «διάλογος με τους κοινωνικούς εταίρους». Αν και ήταν εμφανές ότι προετοιμαζόταν και το συμπληρωματικό νομοσχέδιο για τις πρώτες προσλήψεις - το τωρινό CPE - στις δύο ή τρεις μεγάλες απεργιακές κινητοποιήσεις που έγιναν μέσα στο φθινόπωρο, το θέμα δεν τέθηκε συνολικά, αλλά αντίθετα προβλήθηκαν επιμέρους αιτήματα περί εργασιακού ωραρίου και μείωσης προσωπικού.

Καθυστερημένες και «θολές» αντιδράσεις

Χρειάστηκαν δύο μήνες, στους οποίους σημειώθηκε και η έκρηξη των γκέτο, για να έρθει στο προσκήνιο το ζήτημα και αυτό, κυρίως, μέσα από τις πρώτες δυναμικές κινητοποιήσεις των φοιτητών, ως επί το πλείστον, στη βόρεια Γαλλία, όπου ο δείκτης ανεργίας της νεολαίας έχει εκτοξευτεί. Ακόμη και σήμερα, η μείζονα αντιπολίτευση, δηλαδή το Σοσιαλιστικό Κόμμα οριοθετεί την αντίδρασή του στην αντισυνταγματικότητα του νομοσχεδίου (επειδή πέρασε χωρίς κοινοβουλευτική έγκριση και αντιβαίνει σε διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας), στην έλλειψη συνεννόησης και στον, γενικώς και αορίστως, «νεοφιλελεύθερο χαρακτήρα του». Μάλιστα, ο επικεφαλής του Σοσιαλιστικού Κόμματος, Φρανσουά Ολάντ, δε δίστασε να επισημάνει στην κυβέρνηση ντε Βιλπέν ότι η μη πραγματοποίηση ελιγμών εκ μέρους της απειλεί «να οδηγήσει τη νεολαία σε ολική ρήξη με το υπάρχον πολιτικό σύστημα και αυτό είναι εξαιρετικά επικίνδυνο».

Το ΚΚ Γαλλίας, που είχε απορρίψει και τα δύο νομοσχέδια σε ανακοινώσεις του, περιορίζει, επίσης, την κριτική του μόνο στο «νεοφιλελεύθερο» περιεχόμενό τους και στις γενικότερες κατευθύνσεις αυτής της «πολιτικής επιλογής», χωρίς να θέτει, επί τάπητος, συνολικά όχι μόνο την ασκούμενη πολιτική, αλλά και το από πού απορρέει αυτή (δηλαδή τις κατευθύνσεις της Στρατηγικής της Λισαβόνας περί ανταγωνιστικότητας της οικονομίας και ενίσχυσης της επιχειρηματικότητας). Και αυτό, παρά το γεγονός ότι πολλά στελέχη της κυβέρνησης, όπως και ο Πρόεδρος Σιράκ, έχουν επανειλημμένως αναφέρει ότι «δεν πρόκειται για προσωπική επιλογή, αλλά για αναπόφευκτες μεταρρυθμίσεις, που οφείλουν να εφαρμόσουν, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, όλες οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις με βάση τις αποφάσεις που έχουν ληφθεί σε επίπεδο ηγεσιών της ΕΕ».

Το ζήτημα της συνολικής πολιτικής θίγεται ακροθιγώς από τα τροτσκιστικά κόμματα, την «Κομμουνιστική Επαναστατική Λίγκα» LCR και την «Εργατική Πάλη» LO (τα οποία βγήκαν ενισχυμένα από την τελευταία εκλογική αναμέτρηση). Θέτουν, όμως παράλληλα, την ανάγκη «σχηματισμού ενός ενιαίου αριστερού μετώπου απέναντι στο νεοφιλελευθερισμό», καλλιεργώντας αυταπάτες περί «δικαιότερης για τα λαϊκά στρώματα διακυβέρνησης» από τη σοσιαλδημοκρατία και, σε τελική ανάλυση, περιορίζοντας τον πολιτικό ορίζοντα του υπάρχοντος κινήματος.

Ανάλογη, όπως είναι αναμενόμενο, είναι και η στάση των ηγεσιών των εργατικών συνδικάτων, που, μόλις την περασμένη βδομάδα, προκήρυξαν 24ωρη γενική απεργία για την ερχόμενη Τρίτη. Ακόμη και αυτό, όμως, δεν έγινε χωρίς προβλήματα, καθώς υπέρ της απεργίας και της προοπτικής κλιμάκωσης των απεργιακών κινητοποιήσεων τάχθηκε μόνον η CGT, που πρόσκειται στο ΚΚ, και μικρότερα αριστερίστικα συνδικάτα, ενώ η FO και, πολύ περισσότερο, η CFDT εξέφρασαν δισταγμούς, με τον γενικό γραμματέα της τελευταίας, μάλιστα, να δηλώνει ότι «γενικά στη Γαλλία δεν είθισται να λύνονται τα προβλήματα με απεργίες διαρκείας και θα ήταν καλύτερος ο διάλογος». Εψεξε, μάλιστα, τον γαλλικό ΣΕΒ - MEDEF - γιατί δεν έχει πάρει θέση απέναντι στις εξελίξεις.

Φοιτητική οργή και πλήθος εμποδίων

Μετά από όλα αυτά, ήταν πολύ φυσικό εκπρόσωποι των φοιτητών, μεταξύ των οποίων η γενική συνέλευση του Πρώτου Πανεπιστημίου του Παρισιού, να κατηγορήσουν ευθέως τα συνδικάτα για μη υποστήριξη του αγώνα τους. Οι φοιτητές, σε αντίθεση με τα συνδικάτα, κλιμακώνουν και προσπαθούν να συντονίσουν τις κινητοποιήσεις τους.

Την περασμένη Κυριακή, 450 αντιπρόσωποι 69 Πανεπιστημίων που συμμετέχουν στην κινητοποίηση (από τα 84 της χώρας) συναντήθηκαν στην Ντιζόν, μετά από πρωτοβουλία, και πάλι, των φοιτητικών συλλόγων των Πανεπιστημίων της βόρειας Γαλλίας. Η πολύωρη συνεδρίασή τους κατέληξε σε μιαν έκκληση προς τα συνδικάτα για γενική πολυήμερη απεργία, αρχής γενομένης από τις 23 Μάρτη, κάτι που δεν εισακούστηκε.

Αν και, όπως επισημαίνουν αναλυτές, η αντίδραση του φοιτητικού κινήματος απέναντι στο νομοσχέδιο, υπό το υπάρχον πολιτικό πλαίσιο και την απουσία της ηγεσίας των συνδικάτων, έδειξε «αξιοσημείωτα αντανακλαστικά», γεγονός είναι ότι και το φοιτητικό κίνημα χαρακτηρίζεται από έλλειψη ανάδειξης κάποιου γενικότερου πολιτικού πλαισίου. Και αυτό ήταν αναμενόμενο, αν αναλογιστεί κανείς ότι δεν υπάρχει μία ενιαία πανεθνική φοιτητική ομοσπονδία, αλλά τα συμβούλια της γενικής συνέλευσης του κάθε Πανεπιστημίου, όπου συμμετέχουν με μειωμένο κύρος οι παρατάξεις, προσπαθούν να συντονιστούν μεταξύ τους επικεντρώνοντας στην οργάνωση των κινητοποιήσεων.

Ετσι, το πλαίσιο των κινητοποιήσεων περιορίζεται στο αίτημα απόσυρσης του νομοσχεδίου, χωρίς να το συνδέει με την πολιτική από όπου απορρέει. Εντούτοις, κατά μονάδες, όπως προκύπτει από δημοσκοπήσεις, οι νέοι, περισσότερο από άλλες κοινωνικές ομάδες, φαίνονται να συνδέουν το νομοσχέδιο, με τις γενικότερες πολιτικές και τις κατευθύνσεις της ΕΕ.

Και όλα αυτά, υπό την ασφυκτική πίεση που τους έχει επιβληθεί από την εφαρμογή των κατευθύνσεων της Μπολόνια στο πρόγραμμα και στη λειτουργία των Πανεπιστημίων, που, εκτός των άλλων, προβλέπει ότι κάθε φοιτητής, για να έχει ολοκληρώσει το εξάμηνο και να έχει δικαίωμα παρουσίας στις εξετάσεις, οφείλει να έχει συμπληρώσει συγκεκριμένο αριθμό διδακτικών μονάδων από την πραγματοποίηση των μαθημάτων. Αυτό, με απλά λόγια, σημαίνει ότι σε Πανεπιστήμια που βρίσκονται σε κατάληψη, εδώ και τουλάχιστον, ένα μήνα όπως στο Πουατιέ, οι φοιτητές έχουν χάσει οριστικά το εξάμηνο, στο σύνολό του, ακόμη και αν γίνει εξεταστική.

Αυτό, επίσης, σημαίνει επιπρόσθετη πίεση, την επόμενη χρονιά, καθώς δεν έχουν επ' αόριστον δικαίωμα να μεταφέρουν μαθήματα. Εχει, επίσης, επίπτωση στο πτυχίο που θα πάρουν και φυσικά στα οικονομικά των οικογενειών τους, που, ούτως ή άλλως, πολύ δύσκολα καταφέρνουν να συντηρήσουν τη φοίτηση των παιδιών τους σε Πανεπιστήμια άλλων πόλεων. Ακριβώς, στο ευαίσθητο αυτό σημείο, «πάτησαν» και οι κινήσεις «κατά των καταλήψεων», που έγιναν από γονείς και ορισμένους φοιτητές, με συγκέντρωση υπογραφών και είχαν ως πρώτο αποτέλεσμα την απόφαση από δικαστήριο της Γκρενόμπλ, που ζητά τον τερματισμό της κατάληψης σε τοπικό Πανεπιστήμιο, ανοίγοντας την πόρτα στην ποινικοποίηση των φοιτητικών αγώνων.

Παρ' όλα αυτά, οι φοιτητές, έχοντας πλέον στο πλευρό τους εκτός από αρκετούς καθηγητές τους και τους μαθητές που έχουν, ήδη, προχωρήσει σε καταλήψεις κυρίως (και αυτό έχει επίσης σημασία) στα σχολεία των υποβαθμισμένων προαστίων και των γκέτο, προειδοποιούν ότι θα συνεχίσουν τον αγώνα τους. Οπως όλα δείχνουν, το κύμα αντίδρασης βαίνει προς περαιτέρω κλιμάκωση και, ουσιαστικά, αυτό που ανοιχτά επιδιώκουν οι φοιτητές είναι να «σύρουν» στη δίνη τα συνδικάτα, κίνηση που, αναμφιβόλως, είναι αναγκαία για να δημιουργηθούν πραγματικές πιέσεις στην κυβέρνηση, αλλά και προϋποθέσεις διεύρυνσης του πολιτικού πλαισίου των διαδηλώσεων.

Αν κάτι φαίνεται βέβαιο, είναι ότι μάλλον δεν μπορεί να γίνει σύγκριση, όπως επιχειρείται, με το Μάη του '68, καθώς σήμερα η γαλλική νεολαία δε διεκδικεί το κάτι περισσότερο, αλλά το αυτονόητο δικαίωμά της σε ανθρώπινες συνθήκες εργασίας, το δικαίωμά της στην επιβίωση και στην αξιοπρέπεια.


Ελένη ΜΑΥΡΟΥΛΗ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ