«Προβληματισμός» για τη μεταποίηση από μελέτη των ΣΕΒ-ICAP, όπου τα κέρδη είναι δεδομένα από όποια πλευρά και αν εξεταστούν
Αύξηση καθαρών κερδών αναμένεται να παρουσιάσει ο τομέας της μεταποίησης και το 2005. Αυτή είναι η εικόνα από τα πρώτα στοιχεία που εξέτασαν και παραθέτουν από κοινού ο ΣΕΒ και η ICAP, στην ετήσια μελέτη τους για την ελληνική βιομηχανία και ειδικότερα τη μεταποίηση, την παροχή ηλεκτρικού ρεύματος, φυσικού αερίου και νερού, καθώς και τις κατασκευές. Η αύξηση, έστω και «μικρή», όπως τη χαρακτηρίζει η μελέτη, επιτυγχάνεται την ίδια ώρα που στη μεταποίηση διαπιστώνεται στασιμότητα πωλήσεων και μεικτών κερδών! Η συγκεκριμένη διαπίστωση κάνει τους μελετητές να μιλούν για «προβληματισμό», σε συνδυασμό και με τη «μείωση» της κερδοφορίας στον κλάδο της ενέργειας και τη σημαντική «κάμψη» της κερδοφορίας στις κατασκευές.
Ο «προβληματισμός» του ΣΕΒ, αλλά και τα στοιχεία που παρουσιάζονται δεν μπορούν να κρύψουν το γεγονός της συνεχιζόμενης και αυξημένης κερδοφορίας σε μια περίοδο ιδιαίτερα δύσκολη για τη μεταποίηση, σύμφωνα τουλάχιστον με τις επισημάνσεις της ίδιας της μελέτης. Η κερδοφορία αυτή λογίζεται σε «εξωλειτουργικούς παράγοντες». Την ίδια στιγμή επισημαίνεται ότι η επιβάρυνση είναι μεγαλύτερη στις μικρότερες επιχειρήσεις του δείγματος! Η απόκρυψη - ουσιαστικά - του μεγάλου χάσματος ανάμεσα σε επιχειρήσεις που καταγράφουν τεράστια κέρδη και σε κάποιες που έχουν απλώς ...«φυσιολογικά» κέρδη επιτυγχάνεται με την παράθεση μέσων δεικτών ανά επιχείρηση.
Ετσι, το 2005 η μεταποίηση καταγράφει: Μέσο καθαρό κέρδος ανά επιχείρηση αυξημένο κατά 18,56% (στις 890 χιλιάδες από 750 χιλιάδες ευρώ). Μέσο περιθώριο καθαρού κέρδους προ φόρων αυξημένο στο 6,52% από 5,99%. Περιθώριο μεικτού κέρδους αυξημένο στο 12,25% από 10,98%. Αύξηση του κύκλου εργασιών κατά 9,08%. Τα στοιχεία προέρχονται από την επεξεργασία των οικονομικών αποτελεσμάτων 435 επιχειρήσεων.
Τα κέρδη των 890 χιλιάδων ευρώ είναι ενδεχομένως ...περιορισμένα, όταν γίνεται αναφορά σε βιομηχανικούς κολοσσούς. Τα καθαρά κέρδη για το 2005 ορισμένων μόνο επιχειρήσεων, εισηγμένων στο Χρηματιστήριο, αποδίδουν ίσως καλύτερα τα μεγέθη:
Είναι εμφανής η προσπάθεια να υποβαθμιστεί η κερδοφορία της μεταποίησης με την αφαίρεση από το εξεταζόμενο δείγμα των εταιριών διύλισης πετρελαίου, των οποίων τα τεράστια κέρδη δείχνουν ότι καρπώνονται - και συνακόλουθα δημιουργούν - ένα μεγάλο τμήμα από την αύξηση της τιμής των καυσίμων. Η μελέτη κάνει τις χειρότερες διαπιστώσεις της αφαιρώντας από το εξεταζόμενο δείγμα αυτές τις επιχειρήσεις. Ακόμη κι έτσι, τα μέσα μεγέθη ανά επιχείρηση δείχνουν: Αυξημένο καθαρό κέρδος κατά 5,01% (στις 626 χιλιάδες ευρώ από 597 χιλιάδες ευρώ ανά επιχείρηση). Μέσο περιθώριο καθαρού κέρδους προ φόρων αυξημένο στο 6,42% από 6,09%. Περιθώριο μεικτού κέρδους μειωμένο στο 24,66% από 25,32%. Μείωση του κύκλου εργασιών κατά 0,34%!
Ακόμη και οι μέσοι όροι αποκαλύπτουν ότι τα κέρδη υπάρχουν, είναι αυξημένα πάνω από τον πληθωρισμό και καταγράφονται ακόμη και μετά την επιδείνωση σημαντικών αλλά επιμέρους δεικτών.
Η «ασθενής αύξηση στις πωλήσεις και η σημαντική επιδείνωση της κερδοφορίας» στον τομέα ενέργεια - ύδρευση αποδίδεται από την ίδια τη μελέτη στα αποτελέσματα της ΔΕΗ. Αν εξαιρεθεί από το δείγμα λόγω ειδικών συνθηκών (για πρώτη φορά αγόρασε τα πανάκριβα δικαιώματα εκπομπής ρύπων, ενώ αυξήθηκε σημαντικά η τιμή του πετρελαίου και του φυσικού αερίου), η εικόνα του κλάδου θα είναι πολύ διαφορετική. Ακόμη κι έτσι όμως το μέσο καθαρό κέρδος ανά επιχείρηση είναι 12,38 εκατ. ευρώ (σε δείγμα 7 επιχειρήσεων)!
Η πορεία του κατασκευαστικού τομέα (μέσο καθαρό κέρδος ανά επιχείρηση στις 261 χιλιάδες ευρώ σε δείγμα 58 επιχειρήσεων) δεν παραπέμπει επίσης σε κάποια ...δεινή θέση των κατασκευαστικών εταιριών, από τη μια γιατί είναι φυσική και αναμενόμενη η κάμψη μετά την ολοκλήρωση των «Ολυμπιακών» έργων και από την άλλη επειδή εξαιτίας αυτών έχουν συσσωρεύσει εξαιρετικά κέρδη και τζίρους τα προηγούμενα χρόνια, ικανά να τις «εκτινάξουν» σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα.
Για 2 ακόμη χρόνια - και βλέπουμε - απαλλάσσονται από τους φόρους κρατικών ομολόγων οι κάθε είδους μεγαλοτζογαδόροι. Τα «στραβά μάτια» και για τις φορο-επιδοτούμενες «συγχωνεύσεις»
Σε φοροδιαφυγή τεραστίων διαστάσεων επιδόθηκαν και συνεχίζουν να επιδίδονται οι τράπεζες, οι οποίες κατάφεραν να αξιοποιήσουν στο έπακρο τις χαριστικές ρυθμίσεις των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ. Η φοροασυλία των τραπεζών έχει να κάνει με τις εικονικές και άλλες συγχωνεύσεις θυγατρικών εταιριών τους, «κατόρθωμα» για το οποίο επιδοτούνται από το κράτος με μείωση του φοροσυντελεστή κατά 10 ποσοστιαίες μονάδες για τον πρώτο χρόνο και με 5 μονάδες για το δεύτερο χρόνο και επίσης με το όργιο φοροδιαφυγής πάνω στους τόκους των κρατικών ομολόγων. Η κυβέρνηση της ΝΔ και με το νομοσχέδιο που κατέθεσε την περασμένη Παρασκευή συνεχίζει να συγκαλύπτει την ασυδοσία τους και στα δυο αυτά ζητήματα. Σύμφωνα με τα λεγόμενα της πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών, οι «καταστρατηγήσεις των τραπεζών θα αντιμετωπιστούν», αποφεύγοντας όμως να διευκρινίσουν το «πότε και το πώς», τη στιγμή μάλιστα που τα λαϊκά στρώματα της χώρας βρίσκονται αντιμέτωπα με την πολιτική της λιτότητας και της φοροαφαίμαξης.
Οι ρυθμίσεις του νομοσχεδίου που κατατέθηκε στη Βουλή προβλέπουν και τα παρακάτω:
Οι χειρότεροι φόβοι των εργαζομένων και των οικογενειών τους σε σχέση με το κόστος των καυσίμων έγιναν και τυπικά πραγματικότητα με την τελευταία μέτρηση του υπουργείου Ανάπτυξης. Στις 14 του Απρίλη η μέση τιμή της αμόλυβδης βενζίνης πανελλαδικά διαμορφώθηκε στα 1,004 ευρώ ανά λίτρο, αυξημένη κατά 1,62% από τη μέτρηση της προηγούμενης βδομάδας. Η συνεχιζόμενη αύξηση πριμοδοτείται από την αύξηση των διεθνών τιμών, αλλά το γεγονός ότι σε ανάλογες συνθήκες το 2005 τα ΕΛΠΕ κατέγραψαν αύξηση κερδών κατά 160%, είναι αποκαλυπτικό για τις πραγματικές αιτίες των αυξήσεων.
Το πετρέλαιο θέρμανσης καταγράφει επίσης μία από τις υψηλότερες τιμές με 62,9 λεπτά ανά λίτρο μέση πανελλαδική τιμή και 62,7 λεπτά μέση τιμή στην Αττική.