Η απάντηση σε όλα αυτά είναι η παρουσία του Τζελαλουντίν Ρούμι, επτά αιώνες μετά το θάνατό του, μέσα από την ποίησή του. Ο Ρούμι γεννήθηκε στην Περσία το 1207 και στη ζωή του υπήρξε Σούφι, θεολόγος και ποιητής.
1. «Αδέλφια Μουσουλμάνοι, δεν ξέρω τι να κάνω. / Δεν ξέρω τι να πω. / Δεν είμαι Χριστιανός, ούτε Εβραίος. / Δεν είμαι Μουσουλμάνος, ούτε και Ινδουιστής. /Δεν είμαι Βουδιστής, μήτε και Σούφι. / Δεν είμαι και διόλου Ζεν. / Δεν έχω μία θρησκεία ή παράδοση. / Δεν είμαι απ' την ανατολή μήτε τη δύση / ούτε από θάλασσα ούτε κι απ' τα βουνά. / Δεν είμαι στοιχειωμένος ή αιθέριος / αλλά δεν είμαι και φυσικός. / Δεν είμαι οντότητα και δεν υπάρχω / ούτε σ' αυτόν μηδέ στον κόσμο τον επόμενο. / Δεν έρχομαι από την Εύα, τον Αδάμ ή κάποιαν άλλην ιστορία. / Ο τόπος μου είναι άτοπος / χνάρι δεν έχει το χνάρι μου. / Ούτε σώμα ούτε ψυχή. / Ανήκω στον Αγαπημένο. / Είδα τους δύο κόσμους σ' έναν / και γνωρίζω τον πρώτο και τον τελευταίο / που αναπνέει μ' ανθρώπινη πνοή».
2. «Δείπνησαν και πέσανε για ύπνο. Αδειο το σπίτι. / Βγαίνουμε στον κήπο να βρει η μηλιά τη ροδακινιά / να φέρουμε μηνύματα από το ρόδο στο γιασεμί. / Η άνοιξη είναι ο Χριστός / ανασταίνοντας από τα σάβανα φυτά μαρτυρημένα. / Τα στόματα ανοίγουν μ' ευγνωμοσύνη ψάχνουν να τα φιλήσεις. / Το φέγγος της τουλίπας και του ρόδου σημαίνει ότι μια λάμπα έχουν εντός. / Ενα φύλλο τρέμει. Εγώ τρέμω / στην αέρινη ομορφιά σαν μετάξι του Τουρκεστάν».
3. «Οι εραστές νομίζουν ότι ψάχνουνε το ταίρι τους / αλλά η αναζήτηση είναι μία. Είναι η ίδια η περιπλάνηση / μέσα σ' αυτόν τον διάφανο ουρανό. / Εδώ δεν υπάρχει δόγμα ούτε κι αίρεση. / Το θαύμα του Ιησού είναι ο ίδιος ο εαυτός του / όχι ό,τι είπε και έκανε για το μέλλον. / Ξεχνά το μέλλον. / Αν μπορούσε να το κάνει κανείς, θα τον λάτρευα. / Μπορεί να θελήσεις να κοιτάξεις και πίσω ή καθόλου / αλλ' αν πεις "δεν υπάρχει τίποτε πέρα από δω" / δεν θα υπάρχει τίποτα».
4. «Ελα, όποιος κι αν είσαι. / Ελα. / Αν είσαι άπιστος ή αν λατρεύεις είδωλα. /Ελα. / Ετούτο το κατώφλι δεν είναι της απόγνωσης. / Τους όρκους σου εκατό φορές κι αν πάτησες, / έλα. / Αν είσαι Πέρσης, Ελληνας ή Τούρκος, / μάθε τη γλώσσα αυτών που δεν έχουν γλώσσα».
Συζήτηση, με αφορμή την έκθεση έργων του στην Τήνο
«Θέλω να αισθάνομαι ζωγράφος κάθε στιγμή, όλες τις ώρες», μας λέει ο Σπ. Κουρσάρης. «Να ζω τις εικόνες της καθημερινότητας, τη ζωή γύρω μου. Να τα αποκαλύπτω στους θεατές με τη ζωγραφική μου, μέσα από συνθέσεις αφαιρετικές ως προς τα γεγονότα, ρεαλιστικές ως προς την ανάγνωσή τους. Επιθυμώ η υπέρβαση, το όνειρο ή το φανταστικό, να εντάσσονται στο πραγματικό. Από αυτή τη συνύπαρξη των στοιχείων να προκύπτει κάτι νέο, πρωτόγνωρο, μια νέα αλήθεια».
«Η ζωγραφική δεν πρέπει να είναι δέσμια των μέσων της», συνεχίζει. «Η φόρμα αφορά στους καλλιτέχνες και μόνο αυτοί οφείλουν να τη γνωρίζουν. Η προσήλωση στη φόρμα, η ιερότητά της, δεν καλύπτει τη ζωγραφική υπόθεση. Μπορεί, δηλαδή, να έχεις γνώσεις για τη ζωγραφική και τους τρόπους της, αλλά αν δεν έχεις να πεις τίποτα, καλό είναι να μη ζωγραφίζεις. Η ζωγραφική δεν είναι επίδειξη γνώσεων. Είναι μια σχέση μοναδική, απερίσκεπτη, χωρίς προκατασκευασμένες ιδέες».
Οσον αφορά στο σύγχρονο νατουραλισμό και τη «σύρραξη» των σημερινών «εικονομάχων» και «εικονολατρών» επισημαίνει πως «η πληρότητα της Τέχνης ολοκληρώνεται όταν έρθει σε επαφή με τους αποδέκτες της, το κοινό, που, όμως, δεν είναι πάντα δίκαιο στην κρίση του. Ο χρόνος μόνο δικαιώνει την Τέχνη». Το υλικό που δε μετουσιώνεται σε συστατικό της έννοιας του έργου, αλλά παρουσιαζόμενο παραμένει αυτούσιο, ίσως, εκφράζει τον σύγχρονο νατουραλισμό. Αν αυτό τυχαίνει να είναι κραυγαλέο και προκλητικό - απλώς για να είναι και τίποτα περισσότερο - ίσως, αντιπροσωπεύει τον σύγχρονο φορμαλισμό και λαϊκισμό.
«Η ζωγραφική δεν είναι απωθημένο των ζωγράφων ή υστερία της στιγμής. Το έργο δεν είναι, εν τη γενέσει του, ένα διακοσμητικό αντικείμενο. Μπορεί, όμως, να παίξει αυτό το ρόλο. Μόνο που τη χρήση αυτή τη δίνει ο αγοραστής του έργου και όχι ο ζωγράφος. Αυτό δε σημαίνει πως η ζωγραφική χάνει τις αξίες της. Η ζωγραφική έχει το δικό της δρόμο. Παράλληλα, υπάρχει ένας περίγυρος μεσαζόντων, εμπόρων και άλλων, που δημιουργούν το πλέγμα της σύγχρονης εμπορευματοποίησης της Τέχνης. Οι ζωγράφοι πρέπει να ακολουθούμε τον ανιδιοτελή δρόμο της ζωγραφικής. Η σχέση με τους μεσάζοντες, αν υπάρχει, είναι υποκειμενική και έχουμε ευθύνη για τα αποτελέσματα, τα οποία, πιθανά, πληγώνουν την υπόθεση της ζωγραφικής. Αλλωστε, δεν είναι καινούριο το πρόβλημα του εμπορίου της Τέχνης. Πάντα υπήρχε. Ας μην ψάχνουμε να βρούμε άλλοθι πίσω από αυτό!».
«Συχνά», καταλήγει ο Σπ. Κουρσάρης, «υπάρχει ο φόβος πως θα χαθεί η ταυτότητά μας αν ρισκάρουμε να αλλάξουμε τα στοιχεία αναγνωρισημότητας της δουλιάς μας, την ίδια τη δουλιά μας. Αυτό δεν είναι σωστό. Η δέσμευση δεν απελευθερώνει την έκφρασή μας. Ισως οι ζωγράφοι να πρέπει να κυκλοφορούν χωρίς ταυτότητα, χωρίς τη δέσμευση της επωνυμίας. Βέβαια, αυτό είναι κάπως θεωρητικό, γιατί ζούμε με τις εμμονές μας και μέσα από αυτές ζωγραφίζουμε αυτά που βιώνουμε και πιστεύουμε. Αυτά που ξέρουμε καλύτερα».