ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 30 Ιούλη 2006
Σελ. /24
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ
Σημαντικός ... για την «ανταγωνιστικότητα»!

Καθεστώς «γαλέρας» ετοιμάζει η ΕΕ για τους δημιουργούς του οπτικοακουστικού, με «τυμπανιστές» τους υπουργούς Πολιτισμού και εντολοδόχους τα μονοπώλια του χώρου

Γρηγοριάδης Κώστας

Την «πρόθεσή» του «να βοηθήσουμε όσο περισσότερο μπορούμε και τον ελληνικό κινηματογράφο» εξέφρασε ο υπουργός Πολιτισμού, Γ. Βουλγαράκης, στις αρχές του περασμένου Ιούνη, οπότε και ανακοίνωσε τη διοργάνωση συνεδρίου «με σκοπό τον καθορισμό νομοθετικού πλαισίου για τον κινηματογράφο».

Ο ελληνικός κινηματογράφος βρίσκεται, λοιπόν, για μια ακόμη φορά μπροστά στην προετοιμασία ενός νομοσχεδίου που θα τον αφορά, με τον αρμόδιο υπουργό να δηλώνει ότι «για να μπορέσουμε να έχουμε κάτι σύγχρονο για τον κινηματογράφο, θα πρέπει όλοι οι άνθρωποι του κινηματογράφου να εκφράσουν τις απόψεις τους με τρόπο, ο οποίος, κατ' αρχήν, να είναι πολύ κοντά στην πραγματικότητα» και ότι «έχει εξαιρετικά μεγάλη σημασία αυτά (σ.σ. τα προβλήματα) να καταγραφούν, να αποκωδικοποιηθούν και να δούμε τι από αυτά που θα προκύψουν είναι ρεαλιστικό και πραγματοποιήσιμο».

Το τι είναι «ρεαλιστικό» και «πραγματοποιήσιμο» όμως για τις ελληνικές κυβερνήσεις του δικομματισμού, φυσικά και τη σημερινή, στον τομέα του κινηματογράφου, είναι γνωστό από καιρό. Οι εκάστοτε πολιτικές ηγεσίες του υπουργείου Πολιτισμού «αποκωδικοποιούν» και επιχειρούν - συνήθως με χοντροκομμένο τρόπο, με αποτέλεσμα η μορφή της παρέμβασης να καλύπτει συνήθως το περιεχόμενό της - να εφαρμόσουν σε εθνικό επίπεδο, τις κοινές αποφάσεις που λαμβάνονται σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ενωσης. Αρα, το ιδεολογικό - πολιτικό πλαίσιο της «ατζέντας» του συνεδρίου είναι προκαθορισμένο, τουλάχιστον από κυβερνητικής πλευράς.

Το «τυρί» του διαδικτύου...

Αλλωστε, το πλαίσιο αυτό έχει ομολογηθεί από τον ίδιο τον Γ. Βουλγαράκη αρκετές φορές από τον περασμένο Μάη με διάφορες αφορμές. Τόσο στο Συμβούλιο των υπουργών Πολιτισμού της ΕΕ στις Βρυξέλλες (18, 19/5), όσο και στο Φεστιβάλ κινηματογράφου των Καννών. Στις Βρυξέλλες, ο υπουργός είπε ότι «η ανάπτυξη της Ευρώπης πρέπει να βασίζεται στον τεράστιο πολιτιστικό της πλούτο και η ενεργοποίηση του δυναμικού των δημιουργικών επιχειρήσεών της θα βοηθήσει στην υλοποίηση των στόχων της Διαδικασίας της Λισαβόνας». Δηλαδή της «διαδικασίας» επιτάχυνσης των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων για την αύξηση της «ανταγωνιστικότητας» του ευρω-ενωσιακού κεφαλαίου. Πρόσθεσε μάλιστα ότι το βιβλίο, ο κινηματογράφος, το θέατρο, η τηλεόραση, η μουσική κλπ. «θα πρέπει να εξασφαλίσουν ιδιαίτερα κίνητρα, προκειμένου να "επιδείξουν" τις δυνατότητες συμβολής τους στην οικονομική ανάπτυξη».

Λίγες μέρες μετά, στις Κάννες, οι υπουργοί Πολιτισμού της ΕΕ δήλωσαν το κοινό τους «όραμα» για την «ανάπτυξη» του κινηματογράφου. Καταρχήν, έσπευσαν να συνυπογράψουν τον «Ευρωπαϊκό Χάρτη» για τον τρόπο χρήσης του κινηματογράφου στο διαδίκτυο, μαζί με εκπροσώπους μεγάλων μονοπωλίων του οπτικοακουστικού τομέα («France Telecom», «Telecom Italia», «AOL-Time Warner», «Tiscali», το βρετανικό Film Council κ.ά.).

Οπως ομολογείται από την ίδια την ΕΕ (σ.σ. μέσω του προγράμματος MEDIA) ο «Χάρτης» αυτός «θέτει τις βάσεις για τη διαμόρφωση των συνθηκών που θα επιτρέψουν στους παροχείς περιεχομένων και υποδομών ταινιών on-line την εμπορική επιτυχία», ενώ «θα χρησιμεύσει ως βάση και για τις μελλοντικές εμπορικές συμφωνίες καθώς και για τη διαμόρφωση της ευρύτερης on-line πολιτικής της Ευρωπαϊκής Επιτροπής». Πρόκειται, δηλαδή, για μια καθαρά εμπορική συμφωνία που αφορά τη διανομή οπτικοακουστικών έργων μέσω του διαδικτύου η οποία, σύμφωνα πάντα με την ΕΕ, «αποτελεί την έμπρακτη απόδειξη της συναίνεσης στους κόλπους της βιομηχανίας για τη δημιουργία νόμιμων αγορών για τις on-line πωλήσεις και διανομές ταινιών». Ουσιαστικά, τα μονοπώλια του χώρου επιχειρούν να βάλουν «χέρι» και να ορίσουν αυτά τους όρους διανομής μέσα από ένα συνεχώς αναπτυσσόμενο μέσο όπως το διαδίκτυο.

Ποιοι είναι αυτοί οι όροι; «Η αρχή της διαθεσιμότητας των ταινιών on-line σε μια δίκαιη και οικονομικά ορθή βάση (σ.σ. της «αγοράς»), που να συνδυάζεται με την αναγνώριση ότι αυτή η διαθεσιμότητα συνδέεται με την πιθανότητα χρηματοδότησης του υψηλού κόστους της παραγωγής τους (σ.σ. θα τους πληρώνουμε κιόλας;». «Η αναγνώριση των ευκαιριών που θα δοθούν από την προσφορά πανευρωπαϊκών ή διασυνοριακών αδειών ιδιαίτερα για τις ευρωπαϊκές ταινίες που έχουν περιορισμένη διανομή εκτός των εθνικών τους συνόρων». Πιο απλά: Αφού οι ευρωπαϊκές ταινίες «πατώνουν» στην κλασική διανομή (κινηματογραφικές αίθουσες) «μπουζουριάζονται» στο διαδίκτυο. Στο οποίο όμως υπάρχει σαφώς μικρότερη πρόσβαση σε σχέση με τις αίθουσες.

...και η «φάκα» των καπιταλιστικών κερδών

Ωστόσο, το σημαντικότερο είναι τι εννοεί η ΕΕ με την «προσφορά» αδειών: πώς θα ελέγχουν οι δημιουργοί τα πνευματικά τους δικαιώματα; Ως προς αυτό αναφέρεται «η ανάγκη των παραγωγών, των δικαιούχων πνευματικών δικαιωμάτων και των on-line διανομέων να συμφωνήσουν πάνω στον κατάλληλο τρόπο on-line διανομής μέσα από μια ελκυστική για το κοινό προσφορά». Δηλαδή, θα υπάρξει κάποια «ειδική» ρύθμιση για τα πνευματικά δικαιώματα, ώστε να πωλούνται πιο εύκολα τα έργα;

«Η ανάγκη προγραμμάτων που να ενθαρρύνουν τη μείωση του κόστους της ψηφιακής διανομής και των πολυγλωσσικών εκδοχών των ευρωπαϊκών έργων on-line (όπως τα προγράμματα Media 2007 και eContent)». Πάλι προσφορά χρήματος στο κεφάλαιο. Τα εν λόγω προγράμματα - που χρηματοδοτούνται από τα λεφτά των λαών της ΕΕ - θα πάνε για τη μείωση του κόστους των μονοπωλίων!

Τα πράγματα γίνονται ακόμη πιο σαφή από την κοινή διακήρυξη που εκδόθηκε μετά τη συνάντηση στις Κάννες. Σε αυτήν σημειώνεται ότι «η οπτικοακουστική και η κινηματογραφική βιομηχανία γίνονται όλο και πιο σημαντικές τόσο για την ανταγωνιστικότητα των οικονομιών και την ανάπτυξη των κοινωνιών μας στο πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης και των γρήγορα αναπτυσσόμενων τεχνολογιών όσο και για την υιοθέτηση υπηρεσιών της Κοινωνίας της Πληροφορίας και την επέκταση της ευρείας ζώνης στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης».

«Οι ταινίες και τα άλλα οπτικοακουστικά έργα αντανακλούν έντονα τις εθνικές ταυτότητες και τον πολιτισμικό πλούτο. Η Ευρώπη πρέπει να αντιμετωπίσει μια διπλή πρόκληση: Τη στήριξη και ενίσχυση της οικονομίας της και τη μετάδοση και προώθηση των αξιών της». Εδώ πρόκειται για καθαρή προπαγάνδα: Οι «αξίες» της ΕΕ είναι η αύξηση της κερδοφορίας του κεφαλαίου μέσω της έντασης της εκμετάλλευσης της εργατικής δύναμης. Στην πραγματικότητα, λοιπόν, δεν υπάρχει καμία «πρόκληση», αφού αυτές οι «αξίες» έτσι κι αλλιώς ενισχύουν τον καπιταλισμό.

Το «παιχνίδι» στους ατζέντηδες

Ωστόσο, προστίθεται ότι «η πρόκληση θα πρέπει να αντιμετωπιστεί σύμφωνα με τις διεθνείς συμφωνίες και με πνεύμα αμοιβαιότητας. Για το σκοπό αυτό, θα πρέπει να πραγματοποιηθούν συγκεκριμένες δράσεις: Η καλύτερη διανομή των ευρωπαϊκών ταινιών εξαρτάται από την αποτελεσματική τους προώθηση και απαιτεί σε βάθος γνώση των αγορών. Θα πρέπει να στηριχτεί η ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ενωσης και των τρίτων χωρών και η όλο και πιο συντονισμένη προσέγγιση των ανερχόμενων αγορών από τους Ευρωπαίους εμπορικούς πράκτορες, έτσι ώστε να καταστεί ευκολότερη η διεθνής κυκλοφορία των οπτικοακουστικών έργων». Ούτε για «πλάκα» δε γίνεται λόγος για κρατική ενίσχυση των δημιουργών από την παραγωγή μέχρι και τη διανομή. Αντίθετα, το «παιχνίδι» αφήνεται στους «εμπορικούς πράκτορες»!

«Πρωτοβουλίες - δράσεις του Προγράμματος Media Plus, όπως το Ευρωπαϊκό Δίκτυο European Film Promotion και το Europa Cinemas θεωρούνται πολύ καλές πρακτικές και γι' αυτό θα πρέπει να δημιουργηθούν και άλλες αντίστοιχες». Ουσιαστικά, όλα αυτά έχουν αποτύχει στην πράξη και μάλιστα αυτή η αποτυχία είναι μετρήσιμη και μέσα από τα επίσημα στατιστικά της ΕΕ.

«Η διανομή των ευρωπαϊκών οπτικοακουστικών έργων πέραν των συνόρων της ΕΕ θα πρέπει να γίνει προτεραιότητα στην εμπορική πολιτική των κρατών - μελών». Από τη στιγμή όμως που εμπορευματοποιείται πλήρως η πολιτιστική δημιουργία, είναι φανερό πως θα προωθούνται τα «προϊόντα» - πλέον - που «πουλάνε» περισσότερο. Και δε χρειάζεται να σημειώσουμε τι «πουλάει» στον κινηματογράφο...

«Η εφαρμογή του νέου μηχανισμού στήριξης για τους φακέλους προώθησης οπτικοακουστικών έργων όπως αυτός διαμορφώνεται στο Πρόγραμμα Media 2007, θα πρέπει να γίνει γρήγορα: αυτός ο μηχανισμός θα βοηθήσει, μαζί με το ήδη υπάρχον σύστημα Αυτόματης Διανομής για τους πράκτορες πωλήσεων, την καλύτερη διανομή των ευρωπαϊκών ταινιών στις κινηματογραφικές αίθουσες». Με αυτή την παράγραφο, το πρόβλημα της διανομής αντιμετωπίζεται ως πρόβλημα σε επίπεδο «μηχανισμών». Στην πραγματικότητα, όμως, τα μονοπώλια της διανομής έχουν αναπτύξει ήδη σε πρακτικό επίπεδο μηχανισμούς, που μπορούν να διανέμουν κόπιες σε όποιο σημείο του πλανήτη θέλουν αυτομάτως, με βασικό κριτήριο την άμεση κερδοφορία των πρώτων εβδομάδων προβολής. Και πάλι, λοιπόν, βρίσκεται εκτός αντικειμένου η δημιουργική κινηματογραφία. Εκτός, αν κάποιος πιστεύει στα σοβαρά ότι οι «πράκτορες πωλήσεων» θα αποκτήσουν αίφνης καλλιτεχνικές «ευαισθησίες...

Το «παραμύθι» των συμπαραγωγών

«Η δημιουργία κατάλληλων συνθηκών για την προώθηση των συμπαραγωγών, τόσο μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών όσο και μεταξύ αυτών και τρίτων χωρών. Η συνεργασία μεταξύ των διαφόρων περιοχών θα πρέπει να στηριχτεί μέσα από τη μετάδοση της ευρωπαϊκής μας εμπειρίας, με στόχο την ανάπτυξη μηχανισμών προώθησης ανάμεσα στην Ευρώπη και σε αυτές τις περιοχές. Η δημιουργία εκπαιδευτικών δράσεων και η ενημέρωση των διανομέων σε τρίτες χώρες στο πλαίσιο του Προγράμματος Media θα μπορούσε να βοηθήσει προς αυτήν την κατεύθυνση». Εδώ να θυμίσουμε απλώς ότι ο όρος «συμπαραγωγή» είναι αρκετά... «ευέλικτος». Π.χ. με τελείως διαφορετικούς όρους αντιμετωπίζει τις συμπαραγωγές μια μεγάλη κινηματογραφική δύναμη όπως η Γαλλία και με διαφορετικούς μια χώρα σαν την Ελλάδα. Η Γαλλία ήδη έχει «ανοιχτεί» σε συμπαραγωγές με τις πρώην αποικίες της, ενώ η Ελλάδα προσφέρει «γην και ύδωρ» (κυριολεκτικά!) στα μονοπώλια, για να χρησιμοποιήσουν τη χώρα σαν «ντεκόρ» και το ανθρώπινο δυναμικό ως κομπάρσους των μεγάλων στούντιο. Και μόνο το «κάλεσμα» του Π. Τατούλη πέρυσι από τις Κάννες προς τα μονοπώλια, για τα «βουνά» και τις «θάλασσές» μας είναι χαρακτηριστικό.

Από τα παραπάνω, αλλά και από τη μέχρι σήμερα εμπειρία τους, οι Ελληνες κινηματογραφιστές οφείλουν απέναντι στους εαυτούς τους και στο λαό, να αρνηθούν να παίξουν το ρόλο του «κομπάρσου». Να αρνηθούν να συνομιλήσουν με τον οποιοδήποτε με όρους «αγοράς». Και να παλέψουν μαζί με τους εν δυνάμει θεατές τους, το λαό, για μια πολιτιστική πολιτική που θα έχει στο επίκεντρό της το δημιουργό και αυτούς που παράγουν τον πλούτο: την εργατική τάξη.


Γρηγόρης ΤΡΑΓΓΑΝΙΔΑΣ


Ο Πολιτισμός του Θέρους*

...Ξαφνικά συνειδητοποίησα ότι σε κάθε σταυροδρόμι της ελληνικής υπαίθρου κρέμεται και ένα πανό, όπου αναγράφεται το επερχόμενο πολιτιστικό γεγονός. Συνήθως, μάλιστα, με μπλε γράμματα, για να κρατιούνται και τα προσχήματα μιας υφέρπουσας εθνικοφροσύνης. Μιας «εθνικοφροσύνης» που μπορεί να μην περιγράφεται κατά λέξιν, ωστόσο διατυπώνεται εμμέσως ως έκκληση άμυνας ενάντια στο ενδεχόμενο «τρομοκρατικό» χτύπημα με αποτέλεσμα το εθνικό μας τοπίο, όπως άριστα σκηνοθετείται από την αμερικάνικη πολιτική αισθητική, να διαμορφώνεται με τον εξής πανάθλια αντιιστορικό τρόπο: από τη μια μεριά η πολιτισμένη Δύση που «δολοφονείται» ή ανησυχεί μήπως και δολοφονηθεί, και από την άλλη η δολοφονούσα Ανατολή, της οποίας ο Πολιτισμός διατυπώνει άλλες αρχές και αντιλαμβάνεται αλλιώς την Ελευθερία και γι' αυτό αλλιώς αντιστέκεται στην ιμπεριαλιστική απειλή! Και έως εδώ οι εφιαλτικές υποψίες των αποπροσανατολισμένων νοικοκυραίων της συντήρησης και της αγωνιστικής απραξίας. Οι ανησυχίες των «εξαίφνης» παγιδευμένων στον εναλλακτικό ζόφο ενός άκρως απειλητικά ανδρούμενου «ψυχρού πολέμου» της νόμιμης εξόντωσης του λόγου και της σκέψης, της πράξης και της προσπάθειας να αλλάξει ο κόσμος και να κλείσει μια για πάντα η βαριά σιδερένια πόρτα των χειμερινών ανακτόρων. Εως εδώ οι αφηγήσεις και οι καταγγελίες των οπαδών μιας άλλης ελευθερίας και ενός άλλου πολιτισμού και των «νεομπουραντάδων» της εθνικής υποταγής, και των απελευθερωμένων ωραρίων, τα πανό όμως; Τι εξαγγέλλουν τα πανό της αθάνατης ελληνικής υπαίθρου με τα μεγάλα εθνικόχρωμα γράμματα; Για ποιον «πολιτισμό» τελικά μας μιλούν και προς τα πού απευθύνονται;

Μα ασφαλώς για τον ένα και το μοναδικό, τον πολιτισμό των ήχων και των κλαπατσίμπαλων! Τον πολιτισμό του χαβαλέ και του νταβαντουριού! Τον πολιτισμό που εκπροσωπείται από ένα διάσημο τραγουδιστή και από κοντά το πλήθος των ανερχόμενων ή προσφάτως ανελθόντων μουσικών συγκροτημάτων που στην πραγματικότητα τραγουδούν χωρίς να «άδουν» και εκφράζονται, χωρίς να σοβαρολογούν. Και από κάτω η νεολαία που έξαλλη συνοδεύει τα άσματα, ποδοκροτεί, αλληλοεφάπτεται και, φυσικά, ξεχνά την εφιαλτική ανεργία, τον καλπάζοντα πληθωρισμό, τη χειμαζόμενη εκπαίδευση, ακόμα και την ακρίβεια του φραπέ και του μαλακού μάρλμπορο. Βρέθηκα κι εγώ ένα βράδυ να παρακολουθώ ένα τέτοιο επίπονο πολιτιστικό τοκετό και μελαγχόλησα! Και έτσι που δίπλωνα απελπισμένος μέσα στην οδυνηρή μου μελαγχολία, αναρωτιόμουνα και απαντούσα ο ίδιος εγώ στον εαυτό μου: να γιατί τα τηλεοπτικά «πρωινάδικα» με τις φαινομηρίδες ξανθιές, όλων των αποχρώσεων και των σαρκικών εκφράσεων! Να γιατί τα μεταμεσημβρινά τηλεοπτικά παράθυρα με τους μαχόμενους «εκ του ασφαλούς» αναλυτές και τους καλώς πληροφορημένους δυσλεκτικούς εφημεριδογράφους! Να γιατί η ατιμώρητη διακόρευση της αθλητικής αγλωσσίας διαμορφώνουν τελικά το πολιτισμικό μας επίπεδο και προσδιορίζουν, ασφαλώς το πολιτιστικό μας θέρος.

Γιατί αν υπάρχει, έστω και μια μικρή, υπεύθυνη παραγωγή πολιτιστικής πληροφορίας πραγματοποιείται αλλού. Εκεί που δεν μπορούμε να φτάσουμε όλοι. Εκεί που φτάνουν μόνο εκείνοι που έχουν στην τσέπη τους βαθιά φυλαγμένα τα απαιτούμενα ξενόφερτα «ευρώ», ή τις «ex oficio» δικαιούμενες προσκλήσεις, που πάει να πει «περάστε κύριε πρόεδρε, κύριε γενικέ, κύριε υπουργέ..» ή γενικώς περάστε όλοι εσείς που δεν αντιλαμβάνεστε, ενώ έπρεπε, ότι την ίδια στιγμή στα βραχάκια κάποιας ανώνυμης υπαίθρου, στο φτωχό γήπεδο κάποιου νεοκαποδιστριακού δήμου ή στον αυλόγυρο κάποιας ξεχασμένης Αγίας Παρασκευής ή το πολύ ενός γραφικού ορεσίβιου προφήτη Ηλία ο νεοελληνικός πολιτισμός κακοποιείται από τις παράφωνες μεγαφωνικές εγκαταστάσεις που έχουν αναλάβει, με έξοδα της φτωχής νομαρχιακής αυτοδιοίκησης, να ανανεώσουν τις νότες ενός κουρασμένου μεγάλου τραγουδιστή, ενώ ταυτόχρονα πνίγεται από την κνίσα του παρακείμενου κινητού σουβλατζίδικου. Και η συζήτηση για το «διευθυντικό δικαίωμα» καλά κρατεί!

* Το κείμενο αυτό είχε δημοσιευτεί πέρσι το καλοκαίρι στον «Ριζοσπάστη». Ομως, επειδή δεν έχει αλλάξει τίποτα, κρίναμε σκόπιμο να ξαναδημοσιευτεί.


Του
Γιώργου ΧΟΥΡΜΟΥΖΙΑΔΗ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ