ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 8 Οχτώβρη 2006
Σελ. /32
«Επιχείρηση ανοικοδόμησης» στο Ιράκ

Οργια των πολυεθνικών στα έργα της «ανοικοδόμησης». Πώς λειτουργεί ο μηχανισμός εξαγοράς δημοσιογράφων και μέσων ενημέρωσης από το αμερικανικό Πεντάγωνο

Β. ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ

Συνεχίζεται στο Ιράκ η επιχείρηση «ανοικοδόμησης», με πρωταγωνιστές τις αμερικανικές πολυεθνικές κατασκευαστικές εταιρείες. Στο μεγάλο φαγοπότι αυτής της επιχείρησης συμμετέχουν εταιρείες-κολοσσοί, όπως η «Μπέχτελ», η «Χαλιμπάρτον», η «Πάρσονς», κ.ά. Το κόστος της «ανοικοδόμησης», 21 δισεκατομμύρια δολάρια, θα καλυφθεί από την πώληση του ιρακινού πετρελαίου, το οποίο διαχειρίζονται οι δυνάμεις κατοχής.

Σε πρόσφατη έρευνα, από επιτροπή του Κογκρέσου, αποκαλύφθηκε όργιο υπερτιμολογήσεων και εγκληματικών κατασκευαστικών παραλείψεων στα έργα της «ανοικοδόμησης». Ο επιθεωρητής των έργων, Στιούαρτ Μπόουεν, αναφέρει στην έκθεσή του, ως χαρακτηριστικό παράδειγμα, ότι τα 13 από τα 14 έργα που ανέλαβε η εταιρεία «Πάρσονς» παρουσιάζουν σοβαρά προβλήματα είτε στην κατασκευή τους, είτε στην οικονομική τους διαχείριση. Μάλιστα, η «δοτή» ιρακινή κυβέρνηση υποχρεώθηκε να ακυρώσει τη σύμβαση με την «Πάρσονς» για την κατασκευή της φυλακής στην πόλη Νασιρίγια, μετά την αποκάλυψη ότι η εταιρεία υπερτιμολογούσε διαρκώς το έργο.

Ομως, στο Ιράκ δεν επιχειρείται μόνο η «ανοικοδόμηση» των κατεστραμμένων από τους βομβαρδισμούς κτιρίων, δρόμων, λιμανιών και άλλων υποδομών. Επιχειρείται και η «ανοικοδόμηση» της εικόνας των ΗΠΑ, αλλά και της εικόνας του έργου των δυνάμεων κατοχής. Αυτό το έργο έχουν αναλάβει, έναντι αδρότατης αμοιβής, ορισμένες εταιρείες «δημοσίων σχέσεων», όπως η «Λίνκολν Γκρουπ» και η «Ρέντον». Αυτές οι εταιρείες αναλαμβάνουν να εξαγοράσουν δημοσιογράφους, ακόμη και ολόκληρα μέσα ενημέρωσης, στο Ιράκ, στις ΗΠΑ, αλλά και στον υπόλοιπο κόσμο για να προωθήσουν άρθρα και ρεπορτάζ που θα εξωραΐζουν την κατάσταση στο Ιράκ και θα εμφανίζουν τις δυνάμεις κατοχής ως δυνάμεις αποκατάστασης της ...«ειρήνης και της δημοκρατίας».

Συνολικά, πάνω από 1.000.000 δολάρια έχει διαχειριστεί έως τώρα η αμερικανική εταιρεία δημοσίων σχέσεων «Λίνκολν Γκρουπ», που κέρδισε το σχετικό συμβόλαιο από το Πεντάγωνο. Οι δραστηριότητές της αφορούσαν στη μετάφραση στα αραβικά άρθρων που συνέγραφαν οι «υπηρεσίες πληροφοριών» των ΗΠΑ και στην προώθησή τους στον ιρακινό Τύπο. Ανάλογα με την περίπτωση, η «Λίνκολν Γκρουπ» ετοίμαζε και μια σειρά από σποτάκια στην TV.

Στους ...στόχους της «Λίνκολν Γκρουπ» βρίσκονται (όπως αποκάλυψε η «Λος Αντζελες Τάιμς») η γνωστή αμερικανική εφημερίδα «Νιου Γιορκ Τάιμς», το διεθνές τηλεοπτικό δίκτυο «Φοξ» και το αραβικό δίκτυο «Αλ Αραμπίγια».

Ανάλογες υπηρεσίες στο αμερικανικό Πεντάγωνο προσφέρει και η εταιρεία «Ρέντον», η οποία, μεταξύ των άλλων, κατηγορήθηκε για διασπορά ψευδών ρεπορτάζ και εικόνων στα διεθνή μέσα ενημέρωσης για να δικαιολογηθεί ο πρώτος πόλεμος του Κόλπου. Η «Ρέντον», που αυτοαποκαλείται «πολεμιστής της πληροφόρησης», υπήρξε συνεργάτης τόσο των Δημοκρατικών, όσο και των Ρεπουμπλικάνων. Την περασμένη Τρίτη ανακοινώθηκε ότι επεκτείνεται μέχρι τις 27 του Οκτώβρη η σύμβαση του αμερικανικού Πενταγώνου και της «Ρέντον», ύψους 6,4 εκατομμυρίων δολαρίων.

Εργαστήριο αντεργατικών μέτρων

Επάξια κρατάει η «Φολκσβάγκεν» τον τίτλο του «εργαστηρίου αντεργατικών μέτρων». Το νέο «κατόρθωμα» της μεγάλης γερμανικής αυτοκινητοβιομηχανίας είναι η αύξηση των ωρών εργασίας, χωρίς αύξηση των αποδοχών των εργαζομένων.

Αξίζει να σημειωθεί ότι τα παραπάνω συμφωνήθηκαν μεταξύ της εργοδοσίας και του συνδικάτου «ΙG Metall», των εργαζομένων στο μέταλλο. Ως «αντάλλαγμα», η «Φολκσβάγκεν» απέσυρε την απειλή της για 30.000 απολύσεις και τη διατήρηση του εργοστασίου της επιχείρησης στο Βόλφσμπουργκ.

Με βάση τη συμφωνία που θα τεθεί σε ισχύ από την 1η Νοέμβρη, οι εργαζόμενοι θα εργάζονται 33 ώρες την εβδομάδα, αντί των 28,8 ωρών τη βδομάδα που ισχύει τώρα. Η διοίκηση της επιχείρησης ήθελε μάλιστα το ωράριο να αυξηθεί στις 35 ώρες. Ομως, οι αποδοχές θα παραμείνουν στα σημερινά επίπεδα.

Βεβαίως, η «Φολκσβάγκεν» δεν είναι η μόνη γερμανική βιομηχανία που προβαίνει σε τέτοιες αντεργατικές ρυθμίσεις. Σε ανάλογες ρυθμίσεις και αύξηση των ωρών εργασίας από 35 σε 40 ώρες τη βδομάδα, χωρίς αύξηση αποδοχών, έχουν προχωρήσει και άλλες μεγάλες γερμανικές βιομηχανίες, όπως η «DaimlerChrysler» και η «Siemens».

Η σημασία, πάντως, της συμφωνίας στη «Φολκσβάγκεν» αποτυπώνεται στη δήλωση του υπουργού Οικονομίας της Γερμανίας, Κλέμεντ, ότι αυτός ο συμβιβασμός είναι «σινιάλο προς την παγκόσμια οικονομία». Εννοώντας, προφανώς, ότι ανάλογοι συμβιβασμοί εργοδοσίας - συνδικάτων θα πρέπει να γίνουν σε όλο τον κόσμο...

Οι εκβιασμοί των εργοδοτών, που απειλούν να κλείσουν τα εργοστάσιά τους και να τα μεταφέρουν σε χώρες με φθηνότερο εργατικό δυναμικό, αν οι εργαζόμενοι δε δεχτούν αύξηση των ωρών εργασίας και μείωση, ουσιαστικά, των μισθών τους, βρίσκουν απήχηση στις ρεφορμιστικές ηγεσίες των συνδικάτων, αλλά και υποστήριξη από την κυβέρνηση Χριστιανοδημοκρατών - Σοσιαλδημοκρατών. Αυτό είναι το «γερμανικό μοντέλο».

ΕΥΡΩΕΠΙΤΟΚΙΑ - ΝΕΑ ΑΝΟΔΟΣ Σε νέα αύξηση των επιτοκίων της κατά 0,25% προχώρησε την περασμένη Πέμπτη η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Στόχος της νέας αύξησης, όπως αναφερόταν στη σχετική ανακοίνωση, είναι η διατήρηση του πληθωρισμού σε ελεγχόμενα επίπεδα. Το βασικό επιτόκιο της κεντρικής τράπεζας διαμορφώνεται πλέον στο 3,25%, ενώ αναλυτές εκτιμούν ότι μέχρι τα τέλη του έτους τα επιτόκια στην Ευρωζώνη θα διαμορφωθούν στο 3,5%.

«AIRBUS» - ΚΡΙΣΗ Μαίνεται ο «πόλεμος» μεταξύ των αεροπορικών βιομηχανιών, της ευρωπαϊκής «Airbus» και της αμερικανικής «Boeing», για την παγκόσμια ηγεμονία στον κλάδο. Προς το παρόν, στο μεταξύ τους ανταγωνισμό, φαίνεται να επικρατεί η «Boeing», η οποία κατάφερε (με την αμέριστη βοήθεια και της κυβέρνησης Μπους) να πάρει περισσότερες παραγγελίες. Απ' την άλλη πλευρά, η «Airbus» ανακοίνωσε τη μείωση της κερδοφορίας της εξαιτίας της νέας καθυστέρησης (κατά 2 χρόνια) στην παράδοση των γιγαντιαίων αεροσκαφών της Α 380.

ΟΠΕΚ - ΜΕΙΩΣΗ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ Οι χώρες - μέλη του ΟΠΕΚ έχουν συμφωνήσει ανεπίσημα για την ανάγκη μείωσης της παραγωγής πετρελαίου τουλάχιστον κατά ένα εκατομμύριο βαρέλια ημερησίως, ώστε να διατηρηθεί η τιμή του στα επίπεδα των 50-55 δολαρίων ανά βαρέλι, σύμφωνα με την εφημερίδα «Financial Times», η οποία δεν κατονομάζει τις πηγές της. Η εφημερίδα αναφέρει ότι η πλειοψηφία του 11μελούς καρτέλ υποστηρίζει μείωση της παραγωγής, σε μια προσπάθεια να ανακοπεί η πτώση του αργού κατά σχεδόν 20 δολάρια από τις αρχές Αυγούστου.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ