Ο οικοδόμος που σκοτώθηκε προχτές στην Κρήτη (το σχετικό ρεπορτάζ στη σελίδα 21 του σημερινού «Ρ») ήταν το 97ο θύμα των εργοδοτικών εγκλημάτων για το 2006. Το ίδιο διάστημα ο κλάδος μετράει 26 νεκρούς. Η συγκεκριμένη περίπτωση αναδεικνύει και μια ακόμα πλευρά της επικίνδυνης και βαθιά αντιδραστικής πολιτικής της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ. Ο νεκρός οικοδόμος ήταν 62 χρόνων. Παρά το γεγονός ότι εδώ και τέσσερα χρόνια θα έπρεπε να βρίσκεται σπίτι του και να απολαμβάνει μια σύνταξη στο ύψος των πραγματικών του αναγκών και της εργασίας του όλα αυτά τα χρόνια, ήταν υποχρεωμένος να κρέμεται σε μαδέρια και σκαλωσιές για να επιβιώσει.
Το σημειώνουμε για τρεις λόγους: Πρώτον, επειδή αποδεικνύεται περίτρανα ότι η ηλικία και η ένταση της εκμετάλλευσης «βαραίνουν» τα πόδια στη δουλιά με αποτέλεσμα - σε συνδυασμό με την κραυγαλέα έλλειψη μέτρων ασφάλειας - να αυξάνονται κατακόρυφα οι κίνδυνοι εργατικών ατυχημάτων. Δεύτερον, επειδή επιβεβαιώνεται ότι οι πενιχρές συντάξεις είναι ο βασικότερος λόγος για τον οποίο χιλιάδες εργαζόμενοι συνεχίζουν να τσακίζονται στη δουλιά μετά τη συνταξιοδότησή τους. Και τρίτον, επειδή τα κόμματα του ευρωμονόδρομου θεωρούν την ηλικία των 62 ετών μια ιδιαίτερα «παραγωγική» ηλικία, γι' αυτό και μεθοδεύουν την αύξηση των γενικών ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης (ενδεχόμενα μέχρι και τα 71 χρόνια), αλλά και τη συρρίκνωση των Βαρέων και Ανθυγιεινών Επαγγελμάτων, στην κατηγορία των οποίων ανήκουν και οι οικοδόμοι, που είχαν δικαίωμα συνταξιοδότησης στα 58 χρόνια και τους το ανέβασαν μέχρι στιγμής στα 60. Αντιλαμβάνεται κανείς τις συνέπειες που θα έχει μια τέτοια εξέλιξη και στον αριθμό των εργοδοτικών εγκλημάτων που καταγράφονται κάθε χρόνο...
Φυσικά η πραγματικότητα είναι σε κραυγαλέα αντίθεση τα λεγόμενα του Κ. Καραμανλή. Η στήριξη της επιχειρηματικότητας φέρνει περισσότερα κέρδη για τα μονοπώλια και περισσότερη φτώχεια για ολοένα και περισσότερα τμήματα των λαϊκών στρωμάτων. Την εξάπλωση της φτώχειας στη χώρα μας επιβεβαιώνουν και τα επίσημα στοιχεία. Σύμφωνα με αυτά, 800.000 οικογένειες ή 2.126.750 άτομα, δηλαδή το 21% του πληθυσμού, βρίσκονταν το 2004 κάτω από το επίσημο όριο της φτώχειας, αυξημένο από το 2003 που ήταν 20%... Το συμπέρασμα είναι χιλιοειπωμένο: Ο καπιταλισμός έχει αποτύχει παταγωδώς να επιλύσει τα μεγάλα κοινωνικά προβλήματα. Και ούτε πρόκειται να το καταφέρει ποτέ.
Προκειμένου να αποτρέψει την έκφραση της λαϊκής δυσαρέσκειας και διαμαρτυρίας στις κάλπες των δημοτικών εκλογών, η κυβέρνηση της ΝΔ προσπάθησε συστηματικά σε όλη την προεκλογική περίοδο να «υποβαθμίσει» το πολιτικό περιεχόμενό τους. Ανέδειξε ως κυρίαρχο ζήτημα την ανάδειξη «άξιων και ικανών» δημάρχων και νομαρχών, διαμορφώνοντας «αυτοδιοικητικά κριτήρια» για τις κάλπες.(Είναι ευνόητο ότι αν οι γαλάζιοι συνδυασμοί δεν πήγαιναν καλά, η κυβέρνηση τότε θα ισχυριζόταν πως «θα είχαν ηττηθεί οι γαλάζιοι συνδυασμοί», θα είχε όμως διασωθεί, όσο ήταν δυνατόν, η γενικότερη πολιτική)... Από τη στιγμή όμως που διαπίστωσαν ότι το εκλογικό αποτέλεσμα ήταν «καλό» για τα μέτρα τους, από τότε άλλαξε το τροπάρι. Αίφνης το μήνυμα έγινε: «Νίκησε η ΝΔ, επιβραβεύτηκε η πολιτική της κυβέρνησης των αλλαγών και των μεταρρυθμίσεων». Πρόκειται, βέβαια, για επιχείρηση υφαρπαγής της λαϊκής ψήφου, την οποία στη συνέχεια τη στρέφει ενάντια στα συμφέροντα των λαϊκών μαζών. Από την άλλη είναι αλήθεια ότι η κυβέρνηση δεν έκρυψε την πολιτική της ούτε τις τελευταίες μέρες πριν από τις εκλογές, επιμένοντας στην επίδειξη αδιαλλαξίας και πυγμής απέναντι στα αιτήματα των δασκάλων. Ενα μήνα νωρίτερα στη ΔΕΘ ο Κ. Καραμανλής είχε αφορίσει τις παροχές στους «οικονομικά ασθενέστερους» περίπου ως έγκλημα κατά της οικονομίας... Ας έχει καθαρό η κυβέρνηση ότι η ψήφος των λαϊκών στρωμάτων προς τους γαλάζιους συνδυασμούς δεν είναι ψήφος επιδοκιμασίας των αντιλαϊκών επιλογών.