ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Πέμπτη 19 Οχτώβρη 2006
Σελ. /32
Εκκλησιαστική παρενόχληση και σχιζοφρενής βία!

Αν εξαιρέσεις την ταινία του 46χρονου Αυστριακού σκηνοθέτη Βόλφγκαν Μουρνμπέργκερ «Silentium», η οποία με πολύ καλό κινηματογραφικό τρόπο, με μυστήριο και χιούμορ, καταπιάνεται με την υποκρισία, τις αμαρτίες και τον αυταρχισμό της καθολικής εκκλησίας, όλες οι άλλες ταινίες της βδομάδας μοιάζουν με το αποτέλεσμα των εκλογών! Είναι αυτό που λέμε μια από τα ίδια! Και εδώ φοβάμαι, δικαιολογημένα αυτή τη φορά, θα έχουμε μεγάλη αποχή.

Κάποια εξαίρεση μπορεί να γίνει, ιδιαίτερα λόγω της μεγάλης αναβροχιάς, για την ταινία του πολυσυζητημένου, και υπερτιμημένου, Φινλανδού σκηνοθέτη Aκι Καουρισμάκι «Φώτα στο Σούρουπο». Μια φορμαλιστική προσπάθεια να καταγραφεί η μοναξιά. Κάποια, επίσης, εξαίρεση, λόγω των τραγουδιών της και της μουσικής της αυτή τη φορά, αλλά με μεγάλη ανοχή στις κινηματογραφικές της αδυναμίες, μπορεί να γίνει και για την ταινία «Dave Chappelle's Block Party», του Μισέλ Γκοντρί.

Η ελληνική ταινία «Πέντε λεπτά ακόμα» του Γιάννη Ξανθόπουλου, όσες αρετές και αν έχει, και έχει κάποιες στη σκηνοθεσία, δυστυχώς, σε καμία στιγμή και σε καμία περίπτωση, δεν καταφέρνει να ανησυχήσει κανέναν.

Μετά από τις παραπάνω τέσσερις περιπτώσεις, περνάμε κατ' ευθείαν στο αμερικάνικο «όνειρο»! «Ο σχιζοφρενής δολοφόνος με το πριόνι», του Τζόναθαν Λίμπεσμαν. Από τον τίτλο αντιλαμβάνεστε τι συντελείται στην οθόνη! Α, να μην ξεχάσουμε και την «κολεγιακή» ταινία του Ράιαν Τζόνσον «Εγκλημα στο κολέγιο». Και εδώ έγκλημα, ναρκωτικά, αμερικάνικος τρόπος διασκέδασης!

ΒΟΛΦΓΚΑΝ ΜΟΥΡΝΜΠΕΡΓΚΕΡ
Silentium

Θα πρέπει, φαίνεται, να ευχαριστήσουμε το «θεό», που η δική μας εκκλησία δεν κατάφερε αυτά που κατάφερε η καθολική. Να εισχωρήσει, δηλαδή, πιο βαθιά στο κράτος. Να γίνει η ίδια κράτος! Να εισχωρήσει πιο βαθιά στην εκπαίδευση. Να φτιάξει δικά της σχολεία. (Τώρα με τα ιδιωτικά πανεπιστήμια, θα τα μάθατε, της άνοιξε και της δικής μας εκκλησίας η όρεξη).

Τις παραπάνω φρικτές σκέψεις τις έκανα όσο έβλεπα την ταινία «Silentium». Η οποία έχει σαν σκηνικό ένα καθολικό μοναστήρι. Μέσα στο οποίο λειτουργεί και ένα εκκλησιαστικό σχολείο. Πρόκειται για κόλαση. Μια κόλαση που κρύβεται κάτω από μια τέλεια υποκρισία και μια τέλεια σιωπή (Silentium).

Ο Βόλφγκαν Μουρνμπέργκερ, ενώ, φαινομενικά, εξετάζει μια αστυνομική ιστορία, το θάνατο του διευθυντή του μουσικού φεστιβάλ του Σάλτσμπουργκ, στην ουσία εξετάζει τη συμπεριφορά της εκκλησίας. Ο διευθυντής του φεστιβάλ είχε φοιτήσει στο εκκλησιαστικό οικοτροφείο του μοναστηριού και εκεί είχε πέσει θύμα σεξουαλικής παρενόχλησης από τον επίσκοπό του. Την οποία παρενόχληση, για βιασμό πρόκειται, την κράτησε σε απόλυτη σιωπή. Ωσπου κάποια μέρα, μετά από πολλά χρόνια και ενώ είχε γίνει διευθυντής του φεστιβάλ, παντρεμένος και με κύρος, μέρος του συστήματος δηλαδή, για να ανακουφιστεί προφανώς, αποφάσισε να μιλήσει!

Να μιλήσει; Ποιος θα αφήσει την εκκλησία να εκτεθεί; Ολος ο «καλός» κόσμος, ακόμα και η γυναίκα του, είναι υποχρεωμένοι να εμποδίσουν την αποκάλυψη. Αφήστε που όλος ο «καλός» κόσμος, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, συμμετέχει στα όργια της εκκλησίας. Είτε αυτά είναι πολιτικά, είτε οικονομικά, είτε σεξουαλικά! (Τις περισσότερες φορές όλα αυτά αποτελούν ένα).

Η ταινία είναι «παράξενη». Ενώ ο χρόνος είναι ο σημερινός, έχεις την αίσθηση ότι βρίσκεσαι στο μεσαίωνα! Τα πρόσωπα, τα ντεκόρ, τα κοστούμια, οι συμπεριφορές των ερμηνευτών, οι σιωπές, η ατμόσφαιρα, όλα μοιάζουν να βρίσκονται και να συμβαίνουν σε άλλες εποχές. Τότε που επικρατούσε αναγκαστική σιωπή. Τότε που οι επικυρίαρχοι, βασιλείς, άρχοντες, εκκλησία, είχαν δικαίωμα ζωής και θανάτου πάνω στους υπηκόους τους. Ολα αυτά, που φαίνονται τόσο τραβηγμένα να συμβαίνουν στην εποχή μας, στην ταινία συμβαίνουν απόλυτα «φυσιολογικά». Και αυτό οφείλεται στην ικανότητα του δημιουργού της. Την ικανότητα να σου λέει τρομερά πράγματα με πολύ απλό και γεμάτο χιούμορ τρόπο.

Ο «τρόπος» που διάλεξε ο σκηνοθέτης, το «χιούμορ» και η «υπερβολή», ο σουρεαλισμός αρκετές φορές, για να κάνει τα κοινωνικά και θρησκευτικά του σχόλια, του έδωσε την ευκαιρία να μιλήσει για πράγματα που δε θα μπορούσε να πει με «σοβαρό», με συμβατικό δηλαδή, τρόπο. Γιατί θα γινόταν υπερβολικά καταγγελτικός και, τελικά, υπερβολικά διδακτικός! Θα έχανε, με άλλα λόγια, την αιχμηρότητά του.

Με το δικό του τρόπο αφήγησης, τον «αφηρημένο» και «χαοτικό», ο Βόλφγκαν Μουρνμπέργκερ δεν αφήνει τίποτα έξω. Αν ο θεατής έχει όρεξη να δει, μπορεί να δει τα «πάντα». Γιατί είναι όλα εκεί! Το μυστήριο, το σασπένς, ο έρωτας, η κριτική. Και όλα είναι καμωμένα με ικανοποιητικό, για να μην πω άρτιο, αισθητικά τρόπο. Μοχλός και ξεναγός, στην ιστορία που αφηγείται η ταινία, είναι μια εκπληκτική κινηματογραφική φιγούρα. Ενας «φευγάτος» ιδιωτικός αστυνομικός. Ο οποίος ψάχνει το θάνατο του διευθυντή. Και ψάχνοντας χώνεται βαθιά και χώνει και εμάς βαθιά στην υποκρισία και την αμαρτία. Και μέσα σε αυτή την κόλαση ο θεατής έρχεται πρόσωπο με πρόσωπο με μια άθλια, αλλά τόσο γνωστή και σε εμάς, πινακοθήκη επισκόπων, παπάδων, παραγόντων, δασκάλων...

Η ταινία του Βόλφγκαν Μουρνμπέργκερ είναι από τις ταινίες που απαιτούν προσοχή κατά την προβολή και προκαλούν κουβέντα μετά από αυτή. Δεν πρόκειται, βέβαια, για κάποιο αριστούργημα. Ομως, έχει αρκετή κινηματογραφική μαγεία! Και έως ένα σημείο παίζει και τον κοινωνικό της ρόλο. Κάνει το σκεπτόμενο άνθρωπο ακόμα πιο σκεπτόμενο. Και όλα αυτά με πολύ χαριτωμένο τρόπο, τα είπαμε!

Παίζουν: Γιόζεφ Χάντερ, Σιμόν Σβαρτς, Χοακίμ Κρολ, Μαρία Κούστλινγκερ.

ΑΚΙ ΚΑΟΥΡΙΣΜΑΚΙ
Φώτα το σούρουπο

Με το φορμαλισμό είχα πάντα ένα πρόβλημα. Κάθε φορά που βρισκόμουν απέναντί του πάντα αναρωτιόμουν εάν είναι ένα πραγματικό μέσο έκφρασης, μια προσπάθεια απόλυτης καλαισθησίας, μια επίδειξη δεξιοτεχνίας ή μια «κρυμμένη» αδυναμία του δημιουργού να αφηγηθεί «στρωτά» μια ιστορία και για να δικαιολογήσει αυτή του την αδυναμία καταφεύγει στον εντυπωσιασμό. Ακόμα σήμερα δεν έχω δώσει απάντηση στο ερώτημά μου. Κι αυτό γιατί αρκετοί φορμαλιστές παρουσίασαν εξαιρετικό έργο (Μπουνιουέλ, Νταλί, Στραβίνσκι κλπ.). Οι περισσότεροι, βέβαια, πνίγηκαν μέσα στην ασάφειά τους και το μόνο που έμεινε από το έργο τους είναι κάποιες όμορφες σκόρπιες εικόνες. Καλαίσθητες εικόνες, οι οποίες, όμως, δεν ολοκληρώνουν αυτό που θέλουν να πουν.

Δεν ξέρω σε ποια κατηγορία των φορμαλιστών ανήκει ο Ακι Καουρισμάκι. Για ένα πράγμα, όμως, είμαι βέβαιος. Η αφήγησή του δεν ολοκληρώνεται. Οι ήρωές του, ενώ είναι εύκολα αναγνωρίσιμοι, πράγμα που σημαίνει ότι είναι υπαρκτοί, δεν καταφέρνουν να μεταφέρουν συναισθήματα. Είναι «ωραίοι», αλλά άψυχοι!

Η ταινία του, «Φώτα στο Σούρουπο», ο τίτλος της οποίας υπαινίσσεται τα περίφημα «Φώτα της Ράμπας», είναι στεγνή, σε αντίθεση με τη θαυμάσια και γεμάτη χυμούς και τρυφερότητα ταινία του Τσάρλι Τσάπλιν. Και εδώ μιλάμε για ηθική, για έντιμη στάση, όμως, μιλάμε εγκεφαλικά. Οι ήρωες δεν είναι εκφραστικοί. Στέκονται σαν χαλκομανίες. Τα συναισθήματά τους, ο αγώνας τους, δε μετατρέπονται σε ρυτίδες. Ατσαλάκωτοι μπαίνουν, ατσαλάκωτοι βγαίνουν.

Και να πεις πως δεν υπάρχει ιστορία για να βγει συγκίνηση; Υπάρχει! Ενας προλετάριος, ένας νυχτοφύλακας, προδίδεται από τη γυναίκα που αγαπά. Αποφασίζει, όμως, να περάσει την προδοσία εσωτερικά, να μην εκδικηθεί. Ηταν ένα γεγονός που μόνον αυτόν αφορούσε. Ενα γεγονός που τον συγκλόνισε. Δε θα ανοίξει το στόμα του, δε θα μαρτυρήσει. Θα φορτωθεί αυτός τη ληστεία. Θα πάει φυλακή. Και όταν ξανανταμώσει την προδότρια θα την παρακαλέσει να φύγει. Δεν τα έχει μαζί της! Στο τέλος, εμπειρότερος, πια, θα ξαναδοκιμάσει (με άλλη).

Ανθρώπινη, πολύ ανθρώπινη, ιστορία. Από την οποία, όμως, λείπει ο ιδρώτας. Γιατί η μηχανή στέκεται υπέρ του δέοντος αποστασιοποιημένη. Τα συναισθήματα που καταγράφει φτάνουν στο εσωτερικό του φακού αποξεραμένα. Το στιλιζάρισμα της αφήγησης, το «στήσιμο» των ηθοποιών, τα «αυτόνομα» εμβόλιμα μουσικά κομμάτια που ακούγονται, προσδίδουν ύφος, αφαιρούν όμως ουσία! Ο φορμαλισμός, τελικά, για να λειτουργήσει, πρέπει να είναι «ολοκληρωμένος»! Και τεχνικά άρτιος. Φοβάμαι πως ο Ακι Καουρισμάκι δε διαθέτει αυτές τις αρετές. Με αποτέλεσμα να μοιάζει περισσότερο άτεχνος παρά εστέτ.

Παίζουν: Γιάνε Χουτιένεν - Μαρία Χαρβενέμι.

ΓΙΑΝΝΗΣ ΞΑΝΘΟΠΟΥΛΟΣ
Πέντε λεπτά ακόμα

Βέβαια, ο καθένας αντιλαμβάνεται τον κόσμο όπως αυτός επιθυμεί! Επίσης, ο καθένας μπορεί να συγκινείται με πράγματα που δε συγκινούν τους άλλους. Ολα αυτά είναι «κοινώς αποδεκτά», στα «δημοκρατικά» συστήματα που ζούμε! Ομως, πέρα από τις δικές μας επιθυμίες υπάρχει και η αντικειμενική πραγματικότητα την οποία κανένας, και πολύ περισσότερο η τέχνη, δεν μπορεί - και δεν πρέπει - να αγνοεί.

Τα «Πέντε Λεπτά Αργότερα» έπλασαν έναν δικό τους κόσμο, έναν κόσμο που δεν υπάρχει. Δανείστηκαν μερικά εξωτερικά στοιχεία από την αληθινή ζωή και με αυτά τα υλικά προσπάθησαν να χτίσουν μια «κοινωνική κωμωδία». Ομως, με επιφανειακά υλικά, επιφανειακά σπίτια θα χτίσεις! Η ταινία, παρ' όλες τις σκηνοθετικές της αρετές, σε καμία στιγμή δεν καταφέρνει να συγκινήσει. Κι αυτό γιατί ο κόσμος, ιδιαίτερα στις μέρες μας, έχει άλλα, πολύ μεγαλύτερα, προβλήματα να επιλύσει. Και νιώθει, έστω και αν δεν είναι στις προθέσεις του σκηνοθέτη, ότι κάποιος προσπαθεί να τον κοροϊδέψει, να τον αποπροσανατολίσει!

Ενας νεαρός κύριος ζηλεύει τη φίλη του. Κάποια μέρα τρακάρει με τη μοτοσικλέτα του. Πεθαίνει! Ομως, κάποιοι μυστήριοι του δίνουν πέντε λεπτά παράταση. Και ο νεαρός ζηλιάρης καλείται να αξιολογήσει σωστά, πού θα διαθέσει αυτόν τον πολύτιμο, τον μοναδικό, χρόνο του!

Αντιλαμβάνεστε, πιστεύω, πέρα από το κοινότοπο της ιστορίας (σημαντικός αριθμός ταινιών έχει παραπλήσιο θέμα), σε τι παγίδα έπεσε ο δημιουργός. Αν ο καθένας από εμάς, ο κάθε καλόπιστος θεατής, βάλει το ίδιο ερώτημα στον εαυτό του, άλλωστε η ζωή μας τελικά δεν είναι ... μακρύτερη, είναι φανερό πως σε καμία περίπτωση δε θα βάλει στις προτεραιότητές του τα «Πέντε Λεπτά Ακόμα». Θα τα έβαζε, ίσως, αν θα ζούσε αιώνια. Οπου θα είχε απεριόριστο χρόνο. Ομως, δυστυχώς δε ζούμε! Και γι' αυτό πρέπει να είμαστε εξαιρετικά επιλεκτικοί!

Παίζουν: Βασίλης Χαραλαμπόπουλος, Παναγιώτα Βλαντή, Φάνης Μουρατίδης, Δημήτρης Πιατάς, Χρήστος Βαλαβανίδης, Μέλπω Ζαρόκωστα, Ισαβέλα Βλασιάδου.

ΜΙΣΕΛ ΓΚΟΝΤΡΙ
Dave Chappelle's block party

Αλλη μια ταινία που έχεις την αίσθηση πως δεν έγινε γιατί υπήρχε πόνος! Που νιώθεις ότι έγινε κατόπιν παραγγελίας! Παρότι το θέμα της θα μπορούσε να βγάζει φωτιές. Καθώς ασχολείται με την «ανατρεπτική» μουσική funk και soul, καθώς έχει την τύχη να διαθέτει θαυμάσιες φωνές, εξαιρετικούς μουσικούς, αρκετό χιούμορ, αυτοσαρκασμό και, έως ένα σημείο, πολιτική καταγγελία.

Ο Μισέλ Γκοντρί λειτούργησε σαν υπάλληλος δισκογραφικής εταιρείας. Σαν ιδιωτικός ή και δημόσιος ραδιοφωνικός ή τηλεοπτικός σταθμός. Πρόβαλε το «προϊόν». «Ενημέρωσε» τον θεατή, τον ακροατή, για την καινούρια δουλιά των καλλιτεχνών, χωρίς σχόλια! Ετσι θέλεις δε θέλεις παρακολουθείς ένα video clip. Ενα ζωντανό, έστω, video clip.

Βέβαια, για να γίνει ελκυστικό το «προϊόν» έβαλε τον εξαιρετικό κωμικό - μουσικό παρουσιαστή να μιλάει λίγο για ρατσισμό, λίγο για πολιτικές ελευθερίες, λίγο για ανθρώπινα δικαιώματα. Μην ξεχνάμε πως υπάρχει και «πολιτικοποιημένη» πιτσιρικαρία. Αμέσως, όμως, ξαναγυρίζαμε στο ρυθμό! Στη μουσική. Κουβέντα για τους λόγους, τις αφορμές και κυρίως τις αιτίες, που γέννησαν αυτού του είδους τη μουσική και τι αυτή εκφράζει και αν το εκφράζει σωστά. Αυτά σε κάποια άλλη ταινία!

Ωστόσο, αν κάποιος περάσει την είσοδο του κινηματογράφου σε αρκετές στιγμές θα νιώσει να ...χορεύει! Είναι γνωστό, η μουσική των μαύρων ξεσηκώνει. Οι αλυσίδες που έδεναν τα πόδια τους τους ανάγκασαν να εκφράζονται σε ελάχιστο χώρο. Με το κορμί τους, λοιπόν, με τα χέρια τους, με τη μέση τους, με τους γοφούς και με τους ώμους, έπρεπε να μάθουν να επικοινωνούν. Και το κατόρθωσαν. Οι χορευτικές κινήσεις των μαύρων είναι μια πλήρης γλώσσα.

Εμφανίζονται: Dave Chappelle, Kanye West, Mow Def, Talid Kweli, Common, Dead Prez, Erykah Badu, Jill Scott, the Roots κ.ά.

ΤΖΟΝΑΘΑΝ ΛΙΜΠΕΣΜΑΝ
Ο σχιζοφρενής δολοφόνος με το πριόνι - Η αρχή

Το 1974 γυρίστηκε η πρώτη ταινία («The Texas Chainnsaw Massacre»). Το 2003, με τον ίδιο πάντα τίτλο, ξαναγυρίστηκε! Το 2006 οι παραγωγοί της δεύτερης ταινίας γυρίζουν, πάνω στο ίδιο θέμα, μια ακόμα ταινία «Ο Σχιζοφρενής Δολοφόνος με το Πριόνι - η Αρχή».

Η ταινία είναι αυτό, ακριβώς, που λέει ο τίτλος της. Το «ξεκίνημα» της καριέρας του αιμοσταγούς δολοφόνου. Πώς άρχισε το «θεάρεστο» έργο του αυτός ο φασίστας! Αυτός ο χασάπης (κυριολεκτικά).

Θα σας πω κάτι, για να τελειώνουμε. Ποτέ μέχρι σήμερα δεν έχω βγει από την αίθουσα, όσο κακό θέαμα και αν έβλεπα. Εδινα πάντα στο θέαμα και στον εαυτό μου την ...ευκαιρία να φτάσει μέχρι το τέλος. Να «γευτεί» ολόκληρη την προσπάθεια. Αυτή τη φορά σας εξομολογούμε δεν άντεξα. Οχι τόσο από φόβο, που υπήρχε και αυτός, όσο από αηδία!

Ποιος φυσιολογικός άνθρωπος μπορεί να αντέξει να βλέπει έναν τύπο να πριονίζει ανθρώπινες σάρκες. Στη συνέχεια να κόβει τα παιδάκια, να βγάζει τα έντερα, να ξεριζώνει τις καρδιές. Μα, θα πρέπει να είσαι ανώμαλος!

Βγαίνοντας πάντως, κατέληξα σε μια πρόταση. Κάποιος πρέπει να υποχρεώσει τους εισαγωγείς της ταινίας («Village Films»), δε μιλάω για τους δημιουργούς, αυτοί είναι απόγονοι του Αϊχμαν, μαζί με τις οικογένειές τους, κυρίως με τα παιδιά τους, να παρακολουθήσουν και μια και δυο και πολλές φορές την ταινία τους! Τότε δυο τινά θα συμβούν. ΄Η θα πουν τέλος, πια, τέτοιου είδους ταινίες ή θα πιάσουν από ένα πριόνι και δε θα μείνει ρουθούνι (οπότε θα έχουμε πάλι το ίδιο αποτέλεσμα).

Σοβαρολογώντας τώρα, και πέστε με ανόητο, δεν μπορώ να πιστέψω πως υπάρχει άνθρωπος στην Ελλάδα, με αυτό τον ήλιο και με αυτή την κουλτούρα, έστω και εισαγωγέας ταινιών, που θα συνέστηνε ένα τέτοιου είδους «θέαμα». Μήπως δεν τις βλέπουν τις ταινίες; Μήπως τους εκβιάζει η μητρόπολη; Τι τρέχει, τέλος πάντων; Μπορούμε να έχουμε μια απάντηση, παρακαλώ;

Παίζουν: Τζόναθαν Μπρούστερ, Τέιλορ Χάντλεϊ, Ντιόρα Μπρεντ, Ματ Μπόμερ, Λι Τέργκεσεν, Αντριου Μπρινιάρσκι.

ΡΑΪΑΝ ΤΖΟΝΣΟΝ
Εγκλημα στο κολέγιο

Ο σκηνοθέτης δείχνει να έχει ταλέντο αλλά φαίνεται, δυστυχώς, δεν έχει μυαλό! Ενώ διαθέτει την ικανότητα να «στήνει» τη μηχανή του σωστά, να χωρίζει τις σκηνές σε πλάνα (ντεκουπάζ) εξίσου σωστά, να διδάσκει τους ηθοποιούς σωστά, να δημιουργεί ατμόσφαιρα και «ενδιαφέρον», σε αρκετές στιγμές μάλιστα να εμφανίζεται και αρκετά πρωτότυπος, δεν έχει την ικανότητα, και τον «κοινό νου», να αναρωτηθεί, γιατί όλα αυτά;

Πράγματι, το «Εγκλημα στο Κολέγιο», δεν πάσχει από σκηνοθεσία. Πάσχει από ιδεολογία! Ενα ολόκληρο κολέγιο - έστω και της Αμερικής - να μοιάζει με πηγή κακοποιών και δολοφόνων. Που δρουν ανενόχλητοι από την εξωκολεγιακή κοινωνία. Λες και δεν υπάρχει άλλος κόσμος στην περιοχή! Λες και όλοι οι φοιτητές - έστω και οι Αμερικανοί φοιτητές - δε σπουδάζουν παρά πώς να σκοτώνουν!

Τι κρίμα να σπαταλιέται τόσο και, γιατί όχι, τέτοιο ταλέντο σε αχρηστίες! Και μόνον γι' αυτό μπορείς να καταδικάσεις τον μηχανισμό, το κοινωνικό σύστημα, που δημιουργεί τις κατάλληλες προϋποθέσεις, για τέτοιου είδους δημιουργία!

Παίζουν: Τζόζεφ Γκόρντον - Λέβιτ, Λούκατς Χάας, Νόρα Ζάχετνερ, Ματ Ο' Λίρι, Εμελι Ντε Ραβίν.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ