ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 4 Μάη 1997
Σελ. /48
ΚΕΝΗ
Το λαϊκό κίνημα και τα "κροκοδείλια δάκρυα"

Πριν από μερικούς μήνες και ενώ πλησίαζαν οι εκλογές της 22 Σεπτέμβρη 1996,τα γκάλοπ έδιναν και έπαιρναν, για να καταλήξουν, όλα σχεδόν, σε ένα πανομοιότυπο συμπέρασμα, όπως, τουλάχιστον, το εκμαίευαν όσοι τα ανέλυαν. Οι τελευταίοι, όλως τυχαίως, ήταν οι ίδιοι που είχαν προηγουμένως παραγγείλει τα γκάλοπ. Το συμπέρασμα δεν ήταν άλλο από το "πρόβλημα" της αποστροφής του κόσμου προς την πολιτική, το οποίο διαπίστωναν οι ερευνητές δημοσκόποι...

Τα αποτελέσματα των εκλογών δικαίωσαν την αγωνία εκείνων που ήθελαν εκ των προτέρων να βαφτίσουν το δικό τους πρόβλημα, ως πρόβλημα, γενικά, της πολιτικής. Οι 600.000 ψηφοφόροι που έστρεψαν την πλάτη τους στον δικομματισμό, σε σχέση με τις εκλογές του 1993, είχαν δώσει ένα σαφές μήνυμα. Είχαν διακηρύξει ότι εκείνο που αποστρέφονται δεν είναι η πολιτική στο σύνολό της, αλλά μια πολύ συγκεκριμένη πολιτική. Η πολιτική του δικομματισμού. Σε αυτή την πολιτική γύρισαν την πλάτη.

Ομως, αυτή η ξεκάθαρη τοποθέτηση του εκλογικού σώματος, που "τίμησε" το δικομματισμό με τα χαμηλότερα ποσοστά της μεταπολίτευσης, δε στάθηκε εμπόδιο για την κυβέρνηση, την αξιωματική αντιπολίτευση και όλους τους φορείς του αστικού κράτους, να τσιγκλήσουν τους αδένες έκκρισης των κροκοδείλιων δακρύων τους και να θέσουν σε λειτουργία τους μηχανισμούς που διαθέτουν, με τη βελόνα κολλημένη στο εξής "ρεφρέν": Οι πολίτες "αποστρέφονται" την πολιτική, γενικώς...

***

Το φαινόμενο επαναλαμβάνεται σήμερα, με πανομοιότυπο τρόπο, για εξίσου σημαντικό ζήτημα, που αφορά σφόδρα τους... "θρηνούντες". Τις τελευταίες μέρες και με αφορμή την Πρωτομαγιά, υπήρξε ένα μπαράζ δημοσιευμάτων, δηλώσεων κυβερνητικών παραγόντων και συνδικαλιστικών στελεχών - που βασική τους ιδιότητα είναι ότι έχουν ξεχάσει πως εκπροσωπούν εργαζόμενους - το οποίο πραγματεύεται το εξής αντικείμενο: Το "τέλος" του συνδικαλιστικού και λαϊκού κινήματος και την... αυτονόητη "πίκρα" που νιώθουν όσοι το... "μοιρολογούν".

Ολος αυτός ο... καημός, εκδηλώθηκε αμέσως μετά τη συγκέντρωση της Πρωτομαγιάς στην Αθήνα, την οποία οργάνωσαν οι εταίροι του "κοινωνικού διαλογισμού". Πρόκειται, για τη, δήθεν, συγκέντρωση, που έμελλε να χαραχτεί στη μνήμη, τόσο των οργανωτών της, όσο και των μερικών δεκάδων που τους ακολούθησαν, ως η συγκέντρωση του "μια βροχή θα μας σώσει"!

Επειδή, όμως, τίποτα δεν μπορεί να διασώσει εκείνους που έχουν καταστήσει έμβλημα την απόλυτη ένδειά τους από οτιδήποτε θυμίζει ταξική εκπροσώπηση και φιλολαϊκή πολιτική, επιλέχτηκε η άλλη μέθοδος. Η μέθοδος να παρουσιαστεί η δική τους γύμνια, σαν γύμνια των πάντων! Να εμφανιστεί η αποδοκιμασία που τους επιφύλαξαν οι εργαζόμενοι, σαν αποδοκιμασία προς τους πάντες! Να προβληθεί η αδιαφορία των λαϊκών στρωμάτων στα συναινετικά τους κηρύγματα, σαν αδιαφορία προς τους πάντες!

***

Φυσικά, η ίδια μέρα που η "άδεια πλατεία" στο Πεδίο του Αρεως αποτύπωνε τη γνώμη των λαϊκών στρωμάτων για όσους κάθονται στο ίδιο τραπέζι με τους σφαγιαστές των εργασιακών, ασφαλιστικών και κοινωνικών δικαιωμάτων των εργαζόμενων, συνδυάστηκε με ένα ακόμα γεγονός. Το γεγονός ότι η Αθήνα γνώριζε τη μεγαλύτερη Πρωτομαγιάτικη συγκέντρωση των τελευταίων χρόνων, στο Σύνταγμα. Κάτι που δεν εμπόδισε τους επίδοξους "νεκροθάφτες" του κινήματος να αρχίσουν τις "κορακολογίες".

Ισα - ίσα. Οταν η πραγματικότητα δεν ανταποκρίνεται στους ευσεβείς πόθους τους, τόσο το χειρότερο για την πραγματικότητα... Η αλήθεια που καταγράφηκε στην πλατεία Συντάγματος, όπου χιλιάδες λαού ανταποκρίθηκαν στο κάλεσμα των ταξικών δυνάμεων του συνδικαλιστικού κινήματος, διατρανώνοντας ότι το λαϊκό κίνημα δεν πρόκειται να γίνει συνένοχο στα σχέδια των συμμετεχόντων στον "κοινωνικό διάλογο" και ότι δεν πρόκειται να προσφέρει το "άλλοθι" για να γράψει η κυβέρνηση και οι κεφαλαιοκράτες τον επίλογο στο κεφάλαιο με τίτλο "κατάργηση της κοινωνικής πολιτικής", έγινε το "κόκκινο πανί" για τους κυβερνώντες και τα φερέφωνά τους.

Ετσι, επιχείρησαν να βαφτίσουν την ανυπαρξία χειροκροτητών της πολιτικής τους, σαν ανυπαρξία του λαϊκού κινήματος... Προσπάθησαν να δικαιολογήσουν τη δική τους αδυναμία να στήσουν ένα... αξιοπρεπή μηχανισμό "κλακαδόρων" (τόσο απροσχημάτιστα στυγνή είναι η πολιτική τους), σαν αδυναμία του λαϊκού κινήματός, στο σύνολό του, να ανταποκριθεί στις "νέες συνθήκες"... Οπου, ως "νέα συνθήκη", ορίζεται η βουλιμία των πολυεθνικών για υπερκερδοφορία, την οποία πρέπει να διευκολύνουν οι λαοί, διά της αυτοϋπονόμευσης του παρόντος και του μέλλοντός τους.

***

Το πρόβλημα των κυβερνώντων είναι μεγάλο. Τόσο, που αναγκάζονται να καταφεύγουν σε ανάλογης φτήνιας προπαγανδιστικά τεχνάσματα. Και μάλιστα σε μια εποχή που το λαϊκό κίνημα αποδεικνύει και επιδεικνύει όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά, για την "απώλεια" των οποίων θρηνούν, τάχα, όσοι τα υφίστανται... Η αλήθεια είναι ότι θρηνούν, επειδή ακριβώς τα υφίστανται. Το πανελλήνιο γνωρίζει ότι η αποφασιστικότητα, η μαζικότητα, η μαχητικότητα, η συλλογικότητα, η αλληλεγγύη, η συμπαράταξη και κυρίως ο ταξικός προσανατολισμός των αγώνων που εκδηλώθηκαν τους τελευταίους μήνες, είναι, σε αρκετές περιπτώσεις, πρωτοφανέρωτα.Και μάλιστα σε εποχές που όλοι οι αγώνες, των αγροτών, των ναυτεργατών, των εκπαιδευτικών, των εμποροϋπαλλήλων, "γεύτηκαν" πρωτοφανείς τρομοκρατικές επιθέσεις. Από τα "φραγγέλια" μέχρι τις αθλιότητες περί "κοινωνικού εμφύλιου" και από την ανάσυρση χουντικών διαταγμάτων μέχρι την επίκληση του "Ιδιώνυμου" εναντίον των απεργών!

Αυτά τα γνωρίζει η κυβέρνηση και οι φίλοι της, γι' αυτό επιχειρεί να πλαγιοκοπήσει το λαϊκό κίνημα, λανσάροντας διά άλλου δρόμου την παθητικότητα και την απογοήτευση.Γνωρίζουν ότι οι εργαζόμενοι, στα σωματεία τους, απορρίπτουν τον καρεκλοκένταυρο κυβερνητικοδίαιτο συνδικαλισμό. Γνωρίζουν ότι ακριβώς αυτή η απόρριψη, η απόρριψη του κυβερνητικού "μονόδρομου" και της συνδιαλλαγής με τους κεφαλαιοκράτες, γίνεται πειστήριο για την έλευση περισσότερων εργατών στο συλλογικό, οργανωμένο αγώνα.

Το λαϊκό κίνημα δεν μπορεί παρά να λάβει υπόψη του τις κυβερνητικές μεθοδεύσεις, απαντώντας όπως τους αρμόζει. Οργανώνοντας ακόμα καλύτερα τη δράση του, συσπειρώνοντας ακόμα περισσότερους εργαζόμενους, επιτυγχάνοντας το στόχο του για ενιαίο μέτωπο αντεπίθεσης κατά της αντιλαϊκής πολιτικής και συνεχίζοντας να... απογοητεύει τους αντιπάλους του.

Νίκος ΜΠΟΓΙΟΠΟΥΛΟΣ

ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ
Επικίνδυνη πορεία στα ελληνοτουρκικά

Δε χωρά αμφιβολία ότι δύο συναντήσεις μέσα σε 24 ώρες - την περασμένη Τρίτη και Τετάρτη, μεταξύ των υπουργών Εξωτερικών Ελλάδας και Τουρκίας -είναι αρκετές για να "στοιχειοθετήσουν" την εκτίμηση ότι ο διάλογος για τα ελληνοτουρκικά έχει ξεκινήσει και μάλιστα σε "υψηλό επίπεδο" και επί της ουσίας.

Παράλληλα, τα όσα διεμείφθησαν στο Λουξεμβούργο την περασμένη Τρίτη, καθώς και η απόφαση για τη συγκρότηση της επιτροπής των εμπειρογνωμόνων, δείχνουν ότι έχει δημιουργηθεί και το κατάλληλο κλίμα για την ευόδωση αυτού του "διαλόγου". Η διατήρηση - προσωρινή βέβαια - του "βέτο" από την κυβέρνηση στο χρηματοδοτικό πρωτόκολλο δεν μπορεί να "σκιάσει" τη "βελτίωση του κλίματος" μεταξύ των δύο χωρών, η οποία εγγυάται την περαιτέρω αποτελεσματικότερη πορεία του διαλόγου.

Την ίδια στιγμή ο γγ του ΝΑΤΟ, Χ. Σολάνα, και ο Αμερικανός πρεσβευτής στην Αθήνα, Τ. Νάιλς, δεν κρύβουν την ικανοποίησή τους για την τροπή που έχουν πάρει οι σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών. Προφανώς, έχουν τους λόγους τους και γνωρίζουν και περισσότερα.

Η κυβέρνηση Σημίτη από την πλευρά της επιχειρεί να υποβαθμίσει τη σημασία και την ουσία της "κινητικότητας" στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, ενώ ταυτόχρονα κρατάει στο σκοτάδι το λαό και τη Βουλή. Οι διαβεβαιώσεις του πρωθυπουργού, ότι "με την Τουρκία υπάρχουν συνομιλίες για ιδιαίτερα ζητήματα, τα οποία όμως δε συνδέονται με τις αξιώσεις όσον αφορά τα σύνορα, σχετικά με την αναθεώρηση του στάτους κβο στο Αιγαίο" ελάχιστα, ηχούν καθησυχαστικές. Και αυτό όχι από κάποια κακοπροαίρετη αντιπολιτευτική εμπάθεια, αλλά γιατί ήδη η κυβέρνηση έχει δώσει σαφή δείγματα γραφής, που δικαιολογούν τουλάχιστον ζωηρές ανησυχίες. Πρώτον, έχει αποδεχτεί τη λογική των αμερικανόπνευστων Μέτρων Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης για το Αιγαίο και κινείται εντός των πλαισίων που αυτά θέτουν. Κανείς δεν αμφιβάλλει - ούτε βέβαια και η κυβέρνηση - ότι η εφαρμογή αυτών των μέτρων εμπιστοσύνης θα παραδώσει το Αιγαίο στην επικυριαρχία των ΗΠΑ, μέσω της διχοτόμησής του και της μετατροπής του σε μια "γκρίζα ζώνη". Δεν είναι τυχαίο ότι Τούρκοι στρατηγοί την περασμένη βδομάδα, σε ενημέρωσή τους σε επιλεγμένους δημοσιογράφους, εμφανίστηκαν πρόθυμοι να αποδεχτούν τα μέτρα εμπιστοσύνης για το Αιγαίο.

Δεύτερον, η κυβέρνηση Σημίτη πρωτοστατεί στην παραπομπή... κυριαρχικών δικαιωμάτων της χώρας (Ιμια) στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης.

Την ίδια στιγμή η Αγκυρα αρνείται πεισματικά να άρει την απειλή πολέμου στην περίπτωση που η Ελλάδα επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα στα 12 μίλια, καθώς και να αναγνωρίσει την εδαφική ακεραιότητα της χώρας μας.

Είναι ολοφάνερο ότι η παραπάνω δήλωση του Κ. Σημίτη δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Η κυβέρνηση δεν προχωρά στο διάλογο με την Αγκυρα στη βάση του σεβασμού της εδαφικής ακεραιότητας των δύο χωρών και των υπαρχουσών διεθνών Συνθηκών και Συμβάσεων, αλλά στη βάση του αμερικανοΝΑΤΟικού σχεδίου για τη διευθέτηση των "διαφορών" μεταξύ των δύο χωρών, προς όφελος, πρώτα και κύρια, των συμφερόντων των ισχυρών συμμάχων στην περιοχή. Γι' αυτό και το δίλημμα "διάλογος ή όχι διάλογος" είναι παραπλανητικό, όπως παραπλανητική είναι και η τακτική των 32 βουλευτών του ΠΑΣΟΚ απέναντι στην επίσημη κυβερνητική τακτική, αλλά και όσων υποστηρίζουν ότι το "χαρτί" των 12 μιλίων είναι σημαντικό διαπραγματευτικό ατού απέναντι στις τουρκικές επιδιώξεις. Ο πραγματικός διάλογος απαιτεί σεβασμό των κυριαρχικών δικαιωμάτων, των συνόρων και του Διεθνούς Δικαίου, αλλά και την πραγματοποίησή του έξω από την αμερικανοΝΑΤΟική σκέπη.

Εωλα επιχειρήματα

Η δικαιολογητική βάση που προβάλλει η κυβερνητική προπαγάνδα προκειμένου να στηρίξει τις επιλογές στα ελληνοτουρκικά περιλαμβάνει δύο βασικά επιχειρήματα: Πρώτον, με την τακτική αυτή καταφέρνει να "εκτονώσει" τις ασφυκτικές πιέσεις που της ασκούν οι ΗΠΑ και η ΕΕ, προκειμένου να προχωρήσει σε διάλογο με την Τουρκία. Προφανώς πρόκειται περί επιχειρήματος για αφελείς. Γιατί, ούτε λίγο - ούτε πολύ, ισχυρίζονται ότι και θα ξεγελάσουν τους "κουτόφραγκους" και τίποτα δε θα γίνει. Οι Αμερικανοί δεν πρόκειται να σταματήσουν τις πιέσεις αν δεν έχουν χειροπιαστά αποτελέσματα στις επιδιώξεις τους. Καθόλου δε δείχνει να προβληματίζει την κυβέρνηση ότι οι πιέσεις αυτές είναι μονομερείς, γεγονός που προδικάζει και ποιος θα είναι ο χαμένος του διαλόγου.

Το δεύτερο επιχείρημα της κυβερνητικής προπαγάνδας υποστηρίζει ότι με το διάλογο και την εμπέδωση ενός κλίματος συνεργασίας μεταξύ των δύο χωρών θα υπάρξουν περιθώρια για τη μείωση της έντασης στην κούρσα των εξοπλισμών. Πρόκειται για ανυπόστατο ισχυρισμό. Η πορεία των εξοπλισμών δεν εξαρτάται από την ένταση ή μη των ελληνοτουρκικών σχέσεων αλλά από τους σχεδιασμούς του ΝΑΤΟ, στο πλαίσιο του νέου ρόλου και δομής του. Επιπλέον, το πενταετές εξοπλιστικό πρόγραμμα που βρίσκεται σε φάση υλοποίησης δεν έχει αποφασιστεί με βάση τις πραγματικές αμυντικές ανάγκες της χώρας, αλλά με βάση τις ανάγκες του ΝΑΤΟ. Δεν υπάρχουν, δηλαδή, περιθώρια περικοπών του με δεδομένη τη γραμμή πλεύσης της κυβέρνησης. Εξάλλου, το στρατιωτικο-βιομηχανικό σύμπλεγμα των ΗΠΑ θα βρει τρόπους να πείσει τους καλύτερους πελάτες του για την "ανάγκη" αγοράς των προϊόντων του.

Συμπερασματικά, ο "ρεαλισμός" που επικαλείται η κυβέρνηση στα ελληνοτουρκικά είναι ρεαλισμός της υποταγής στις αξιώσεις και τα σχέδια των ΗΠΑ για την περιοχή. Από αυτή την άποψη είναι επικίνδυνος τόσο για τα κυριαρχικά δικαιώματα της χώρας όσο και για την ειρήνη, ασφάλεια και καλή γειτονία στην περιοχή. Για το λόγο αυτό δεν μπορεί να αφεθεί η κυβέρνηση να κινείται εν λευκώ. Χρειάζεται η λαϊκή παρέμβαση, όσο και αν η κυβέρνηση προσπαθεί να κρατήσει το λαό στο περιθώριο για να "κλείσει" ανενόχλητα τις εκκρεμότητες στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, προς όφελος των "ισχυρών προστατών".

Παναγιώτης ΚΑΚΑΛΗΣ

Δυο τακτικές στο κίνημα

Η επιτυχία των ταξικών δυνάμεων στην πρωτομαγιάτικη συγκέντρωση γίνεται καρφί στα μάτια όσων θέλουν να ξεμπερδεύουν με το διεκδικητικό ανυπόταχτο συνδικαλιστικό κίνημα και όχι τυχαία. Η εργατική τάξη δέχεται δριμύτατη, ολομέτωπη επίθεση από το κεφάλαιο. Αυτή η σκληρή πραγματικότητα, δεν είναι στιγμιαία. Ο καπιταλισμός στο μονοπωλιακό του στάδιο γίνεται αντιδραστικός και όσο αναπτύσσεται σ' αυτό το στάδιο, τόσο επιτίθεται λυσσαλέα, ενάντια στην εργατική τάξη. Ταυτόχρονα, βρισκόμενος στην εποχή της γενικής του κρίσης, αδυνατεί να αμβλύνει τις αντιθέσεις του, να εξελίσσεται χωρίς όξυνση της ταξικής αντιπαράθεσης, γεγονός που δημιουργεί και αναπαράγει εν δυνάμει κινδύνους για την ίδια του την ύπαρξη. Η επίθεση που ξεδιπλώνεται από το κεφάλαιο ενάντια στην εργατική τάξη φαίνεται να παίρνει καθολικό χαρακτήρα, ακριβώς γιατί προσπαθεί να αντιμετωπίσει τις αντιθέσεις του κοινωνικού του συστήματος και την όξυνσή τους. Η συγκάλυψή τους και η επιδίωξη υποταγής ή ανοχής της εργατικής τάξης στα μέτρα που θέλει να εφαρμόσει ενάντιά της γίνεται τακτική με στρατηγικό χαρακτήρα για το καπιταλιστικό σύστημα. Τα μέτρα της ευελιξίας στις εργασιακές σχέσεις, της κατεδάφισης της κοινωνικής ασφάλισης, της κατάργησης των συλλογικών συμβάσεων, των Τοπικών Συμφώνων Απασχόλησης, σε συνδυασμό με την τακτική του "κοινωνικού διαλόγου" για την εφαρμογή τους, αποτελούν ένα ενιαίο σύνολο με οργανική σύνδεση και εσωτερική συνοχή, που στόχο έχει την πλήρη εξάρτηση και υποταγή του εργατικού κινήματος από το κεφάλαιο, την αδρανοποίησή του και την επίτευξη μιας στρατηγικής ήττας του.Αυτό που επιδιώκεται είναι η με κάθε μέσο επιβολή στην εργατική τάξη της αναγκαιότητας αυτών των μέτρων και της αποδοχής τους σαν τη μοναδική, νομοτελειακή πραγματικότητα που δεν ανατρέπεται.

Το συνδικαλιστικό κίνημα της εργατικής τάξης βρίσκεται μπροστά σε μια νέα, εντελώς διαφορετική πραγματικότητα απ' ό,τι πιο πριν. Πώς μπορεί να την αντιμετωπίσει; Είναι γεγονός ότι βρίσκεται μπροστά σε δυο τακτικές, που αναδείχνονται όλο και πιο παραστατικά μέσα στις γραμμές του. Η μια είναι αυτή της εξάρτησης της τύχης των εργαζομένων και του ίδιου του κινήματος απο τις επιδιώξεις του κεφαλαίου. Υπηρετείται με την τακτική της συμμετοχής σ' αυτόν το διαβόητο "κοινωνικό διάλογο", που θα 'ναι και η ταφόπετρα του κινήματος. Η αποδοχή της συμμετοχής σ' αυτόν το διάλογο σημαίνει πρώτ' απ' όλα αποδοχή της επαναδιαπραγμάτευσης των κατακτήσεων της εργατικής τάξης, οι οποίες και αμφισβητούνται από το κεφάλαιο. Σημαίνει δηλαδή αποδοχή από την εργατική τάξη της απώλειας μέρους ή και όλων των κατακτήσεών της. Ταυτόχρονα, σημαίνει παραίτηση από την αξιοποίηση του μοναδικού όπλου που διαθέτει για την υπεράσπισή της και τις διεκδικήσεις της, τον ταξικό αγώνα. Είναι η αρχή της εθελοντικής συμμετοχής της στη διατήρηση και ενίσχυση της εξουσίας που την καταπιέζει και η αποδοχή αναπαραγωγής των όρων εκμετάλλευσής της με μεγαλύτερη ένταση. Η άλλη τακτική είναι αυτή που προωθεί και παλεύει το ταξικό ρεύμα στις γραμμές του. Αυτή της διατήρησης της ολοκληρωτικής αυτοτέλειάς του από την αστική πολιτική και της ευθείας αντίθεσής του με τις επιδιώξεις του κεφαλαίου, που θα συμβάλλει στο άνοιγμα του δρόμου της σύγκρουσης και της ρήξης.Η επιλογή της τακτικής αποκτά στρατηγική σημασία για την εργατική τάξη και το συνδικαλιστικό της κίνημα. Είναι επίσης προφανές ότι η εργατική τάξη δεν μπορεί να έχει διαφορετική επιλογή τακτικής απ' αυτή που υπηρετεί τα στρατηγικά της συμφέροντα.

Ο πρόεδρος της ΓΣΕΕ, από την έναρξη της δημοσιοποίησης των κυβερνητικών προθέσεων για τον "κοινωνικό διάλογο", δηλώνει σ' όλους τους τόνους ότι η Συνομοσπονδία θα προσέλθει σ' αυτόν με τις θέσεις της. Αυτή η τακτική κίνηση, με τη συμφωνία της πλειοψηφίας της ΓΣΕΕ, δηλαδή των παρατάξεων που η πολιτική των κομμάτων που εκφράζουν εξυπηρετεί το καπιταλιστικό σύστημα, με τη στήριξη ή την ανοχή σ' αυτό, είναι ύπουλη, γιατί οδηγεί το κίνημα στην αποδοχή της τακτικής της άρχουσας τάξης για την επίτευξη των στρατηγικών επιδιώξεών της και αποδοχή αυτών των επιδιώξεων, έστω κι αν στο τραπέζι του "διαλόγου" πέσουν μαζί με τις κυβερνητικές προτάσεις, δηλαδή του ΣΕΒ και των άλλων επιχειρηματιών, και οι προτάσεις της ΓΣΕΕ. Αν πραγματικά υπήρχε στη συνείδηση αυτών των συνδικαλιστών ηγετών έστω και ίχνος διάθεσης για αντίσταση, έπρεπε, αντί να συζητούν τους όρους του "διαλόγου", να προετοιμάζουν και να οργανώνουν πολύμορφα τους όρους που η εργατική τάξη όχι μόνο θα αποτρέψει την αντιδραστική, αντεργατική λαίλαπα, αλλά θα διεκδικεί τουλάχιστον τη βελτίωση των όρων ζωής της, των όρων πώλησης της εργατικής της δύναμης ενάντια στο κεφάλαιο σ' αυτές τις συνθήκες.

Προκύπτουν επόμενα για τους κομμουνιστές, για όλους τους ταξικά συνεπείς εκπροσώπους της εργατικής τάξης, ορισμένα πρακτικά καθήκοντα για την εφαρμογή της συνεπούς τακτικής στο συνδικαλιστικό κίνημα. Η άρνηση συμμετοχής στο διάλογο και το αδιαπραγμάτευτο των κατακτήσεων, η υπεράσπισή τους, είναι το όριο που πίσω απ' αυτό ανοίγει ο δρόμος της υποταγής.Ταυτόχρονα η αποκάλυψη της σχέσης που έχει η τακτική των δυνάμεων του κινήματος που αποδέχονται το "διάλογο" και προσέρχονται σ' αυτόν, με τις επιδιώξεις της άρχουσας τάξης και η αποκάλυψη της ταξικής ουσίας του περιεχόμενου των αντιδραστικών, αντεργατικών μέτρων που προτείνονται για συζήτηση και αποδοχή από τους εργαζόμενους, συμβάλλει στη συνειδητοποίηση των πραγματικών συμφερόντων της εργατικής τάξης από την ίδια. Συμβάλλει επόμενα στην πολιτική της ωρίμανση και στη δημιουργία προϋποθέσεων ανάπτυξης αγώνων ενάντια στις επιδιώξεις του κεφαλαίου.Είναι η βάση του συνδυασμού της συνδικαλιστικής με την πολιτική δουλιά, που δε χωρίζονται με σινικά τείχη, της προσπάθειας ανάπτυξης και πολιτικοποίησης των αγώνων, ώστε να ανοίγει ο δρόμος της προοπτικής για σύνδεση των άμεσων συμφερόντων με τα γενικά και την πολιτική που μπορεί να τα επιλύσει οριστικά. Η διαμόρφωση επίσης αιτημάτων, στόχων, που να εκφράζουν τα πραγματικά συμφέροντα των εργαζομένων στις σύγχρονες συνθήκες, άρα που εναντιώνονται στα μονοπώλια, συμβάλλει στην ουσιαστική αντιπαράθεση, φέρνει σε αντιστοιχία τις πραγματικές διαχωριστικές γραμμές στο κοινωνικό με το πολιτικό επίπεδο και αναδεικνύει τη σχέση της λύσης των προβλημάτων με το συνολικό πολιτικό πρόβλημα της χώρας. Αποκαλύπτει τους δυο αντίθετους δρόμους ανάπτυξης της κοινωνίας, των μονοπωλίων και της αντιμονοπωλιακής πάλης. Ανοίγει το δρόμο της ταξικής πολιτικής ενότητας της εργατικής τάξης, βοηθά στην ανάπτυξη της ταξικής πάλης, στην αλλαγή του συσχετισμού των δυνάμεων και στην ενίσχυση του ΚΚΕ, στη συνειδητοποίηση της ανάγκης οικοδόμησης του αντιιμπεριαλιστικού αντιμονοπωλιακού μετώπου για την ανατροπή της εξουσίας των πολυεθνικών. Η ικανότητα δράσης στο συνδικαλιστικό κίνημα μ' αυτή την τακτική απαιτεί ταυτόχρονα την αποκάλυψη της ταξικής ουσίας και του περιεχόμενου εννοιών οπως (παγκοσμιοποίηση, ανταγωνιστικότητα, κλπ) που βομβαρδίζουν καθημερινά τους εργαζόμενους, ώστε να απομυθοποιούνται και να καταρρίπτονται όλα τα "άλλοθι" επιβολής της πολιτικής του κεφαλαίου σαν νομοτέλεια. Απαιτεί πολύπλευρη ιδεολογικοπολιτική παρέμβαση όχι τόσο και μόνο για τη στήριξη των αντιμονοπωλιακών αιτημάτων, αλλά και της σχέσης τους με την πολιτική που απαιτείται για την ικανοποίησή τους και την εξουσία που μπορεί να ασκεί τέτοια πολιτική. Η προσπάθεια όσμωσης των αιτημάτων του συνδικαλιστικού κινήματος με τους στόχους πάλης του μετώπου, η επεξεργασία και προβολή ανάλογων συνθημάτων, η ανάδειξη ζητημάτων - κρίκων που συμβάλλουν στο ξεδίπλωμα της πολιτικής μας και αφορούν το σύνολο της ζωής των εργαζομένων αποτελούν τη στέρεη βάση για την πιο πλατιά ενότητα δράσης με ταξικό προσανατολισμό.

Αλλωστε ο "μονόδρομος" των πολυεθνικών δεν είναι νομοτέλεια. Νομοτέλεια είναι η ταξική πάλη για την ανατροπή της πολιτικής και της εξουσίας των πολυεθνικών στη χώρα.Και εκτός από την καπιταλιστική παγκοσμιοποίηση υπάρχει και η σοσιαλιστική.

Στέφανος ΚΡΗΤΙΚΟΣ

Σποτ

Η αποκάλυψη της σχέσης που έχει η τακτική των δυνάμεων του κινήματος που αποδέχονται το "διάλογο" και προσέρχονται σ' αυτόν, με τις επιδιώξεις της άρχουσας τάξης και η αποκάλυψη της ταξικής ουσίας του περιεχόμενου των αντιδραστικών, αντεργατικών μέτρων που προτείνονται για συζήτηση και αποδοχή από τους εργαζόμενους, συμβάλλει στη συνειδητοποίηση των πραγματικών συμφερόντων της εργατικής τάξης από την ίδια.

Το λαϊκό κίνημα και τα "κροκοδείλια δάκρυα"

Πριν από μερικούς μήνες και ενώ πλησίαζαν οι εκλογές της 22 Σεπτέμβρη 1996,τα γκάλοπ έδιναν και έπαιρναν, για να καταλήξουν, όλα σχεδόν, σε ένα πανομοιότυπο συμπέρασμα, όπως, τουλάχιστον, το εκμαίευαν όσοι τα ανέλυαν. Οι τελευταίοι, όλως τυχαίως, ήταν οι ίδιοι που είχαν προηγουμένως παραγγείλει τα γκάλοπ. Το συμπέρασμα δεν ήταν άλλο από το "πρόβλημα" της αποστροφής του κόσμου προς την πολιτική, το οποίο διαπίστωναν οι ερευνητές δημοσκόποι...

Τα αποτελέσματα των εκλογών δικαίωσαν την αγωνία εκείνων που ήθελαν εκ των προτέρων να βαφτίσουν το δικό τους πρόβλημα, ως πρόβλημα, γενικά, της πολιτικής. Οι 600.000 ψηφοφόροι που έστρεψαν την πλάτη τους στον δικομματισμό, σε σχέση με τις εκλογές του 1993, είχαν δώσει ένα σαφές μήνυμα. Είχαν διακηρύξει ότι εκείνο που αποστρέφονται δεν είναι η πολιτική στο σύνολό της, αλλά μια πολύ συγκεκριμένη πολιτική. Η πολιτική του δικομματισμού. Σε αυτή την πολιτική γύρισαν την πλάτη.

Ομως, αυτή η ξεκάθαρη τοποθέτηση του εκλογικού σώματος, που "τίμησε" το δικομματισμό με τα χαμηλότερα ποσοστά της μεταπολίτευσης, δε στάθηκε εμπόδιο για την κυβέρνηση, την αξιωματική αντιπολίτευση και όλους τους φορείς του αστικού κράτους, να τσιγκλήσουν τους αδένες έκκρισης των κροκοδείλιων δακρύων τους και να θέσουν σε λειτουργία τους μηχανισμούς που διαθέτουν, με τη βελόνα κολλημένη στο εξής "ρεφρέν": Οι πολίτες "αποστρέφονται" την πολιτική, γενικώς...

***

Το φαινόμενο επαναλαμβάνεται σήμερα, με πανομοιότυπο τρόπο, για εξίσου σημαντικό ζήτημα, που αφορά σφόδρα τους... "θρηνούντες". Τις τελευταίες μέρες και με αφορμή την Πρωτομαγιά, υπήρξε ένα μπαράζ δημοσιευμάτων, δηλώσεων κυβερνητικών παραγόντων και συνδικαλιστικών στελεχών - που βασική τους ιδιότητα είναι ότι έχουν ξεχάσει πως εκπροσωπούν εργαζόμενους - το οποίο πραγματεύεται το εξής αντικείμενο: Το "τέλος" του συνδικαλιστικού και λαϊκού κινήματος και την... αυτονόητη "πίκρα" που νιώθουν όσοι το... "μοιρολογούν".

Ολος αυτός ο... καημός, εκδηλώθηκε αμέσως μετά τη συγκέντρωση της Πρωτομαγιάς στην Αθήνα, την οποία οργάνωσαν οι εταίροι του "κοινωνικού διαλογισμού". Πρόκειται, για τη, δήθεν, συγκέντρωση, που έμελλε να χαραχτεί στη μνήμη, τόσο των οργανωτών της, όσο και των μερικών δεκάδων που τους ακολούθησαν, ως η συγκέντρωση του "μια βροχή θα μας σώσει"!

Επειδή, όμως, τίποτα δεν μπορεί να διασώσει εκείνους που έχουν καταστήσει έμβλημα την απόλυτη ένδειά τους από οτιδήποτε θυμίζει ταξική εκπροσώπηση και φιλολαϊκή πολιτική, επιλέχτηκε η άλλη μέθοδος. Η μέθοδος να παρουσιαστεί η δική τους γύμνια, σαν γύμνια των πάντων! Να εμφανιστεί η αποδοκιμασία που τους επιφύλαξαν οι εργαζόμενοι, σαν αποδοκιμασία προς τους πάντες! Να προβληθεί η αδιαφορία των λαϊκών στρωμάτων στα συναινετικά τους κηρύγματα, σαν αδιαφορία προς τους πάντες!

***

Φυσικά, η ίδια μέρα που η "άδεια πλατεία" στο Πεδίο του Αρεως αποτύπωνε τη γνώμη των λαϊκών στρωμάτων για όσους κάθονται στο ίδιο τραπέζι με τους σφαγιαστές των εργασιακών, ασφαλιστικών και κοινωνικών δικαιωμάτων των εργαζόμενων, συνδυάστηκε με ένα ακόμα γεγονός. Το γεγονός ότι η Αθήνα γνώριζε τη μεγαλύτερη Πρωτομαγιάτικη συγκέντρωση των τελευταίων χρόνων, στο Σύνταγμα. Κάτι που δεν εμπόδισε τους επίδοξους "νεκροθάφτες" του κινήματος να αρχίσουν τις "κορακολογίες".

Ισα - ίσα. Οταν η πραγματικότητα δεν ανταποκρίνεται στους ευσεβείς πόθους τους, τόσο το χειρότερο για την πραγματικότητα... Η αλήθεια που καταγράφηκε στην πλατεία Συντάγματος, όπου χιλιάδες λαού ανταποκρίθηκαν στο κάλεσμα των ταξικών δυνάμεων του συνδικαλιστικού κινήματος, διατρανώνοντας ότι το λαϊκό κίνημα δεν πρόκειται να γίνει συνένοχο στα σχέδια των συμμετεχόντων στον "κοινωνικό διάλογο" και ότι δεν πρόκειται να προσφέρει το "άλλοθι" για να γράψει η κυβέρνηση και οι κεφαλαιοκράτες τον επίλογο στο κεφάλαιο με τίτλο "κατάργηση της κοινωνικής πολιτικής", έγινε το "κόκκινο πανί" για τους κυβερνώντες και τα φερέφωνά τους.

Ετσι, επιχείρησαν να βαφτίσουν την ανυπαρξία χειροκροτητών της πολιτικής τους, σαν ανυπαρξία του λαϊκού κινήματος... Προσπάθησαν να δικαιολογήσουν τη δική τους αδυναμία να στήσουν ένα... αξιοπρεπή μηχανισμό "κλακαδόρων" (τόσο απροσχημάτιστα στυγνή είναι η πολιτική τους), σαν αδυναμία του λαϊκού κινήματός, στο σύνολό του, να ανταποκριθεί στις "νέες συνθήκες"... Οπου, ως "νέα συνθήκη", ορίζεται η βουλιμία των πολυεθνικών για υπερκερδοφορία, την οποία πρέπει να διευκολύνουν οι λαοί, διά της αυτοϋπονόμευσης του παρόντος και του μέλλοντός τους.

***

Το πρόβλημα των κυβερνώντων είναι μεγάλο. Τόσο, που αναγκάζονται να καταφεύγουν σε ανάλογης φτήνιας προπαγανδιστικά τεχνάσματα. Και μάλιστα σε μια εποχή που το λαϊκό κίνημα αποδεικνύει και επιδεικνύει όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά, για την "απώλεια" των οποίων θρηνούν, τάχα, όσοι τα υφίστανται... Η αλήθεια είναι ότι θρηνούν, επειδή ακριβώς τα υφίστανται. Το πανελλήνιο γνωρίζει ότι η αποφασιστικότητα, η μαζικότητα, η μαχητικότητα, η συλλογικότητα, η αλληλεγγύη, η συμπαράταξη και κυρίως ο ταξικός προσανατολισμός των αγώνων που εκδηλώθηκαν τους τελευταίους μήνες, είναι, σε αρκετές περιπτώσεις, πρωτοφανέρωτα.Και μάλιστα σε εποχές που όλοι οι αγώνες, των αγροτών, των ναυτεργατών, των εκπαιδευτικών, των εμποροϋπαλλήλων, "γεύτηκαν" πρωτοφανείς τρομοκρατικές επιθέσεις. Από τα "φραγγέλια" μέχρι τις αθλιότητες περί "κοινωνικού εμφύλιου" και από την ανάσυρση χουντικών διαταγμάτων μέχρι την επίκληση του "Ιδιώνυμου" εναντίον των απεργών!

Αυτά τα γνωρίζει η κυβέρνηση και οι φίλοι της, γι' αυτό επιχειρεί να πλαγιοκοπήσει το λαϊκό κίνημα, λανσάροντας διά άλλου δρόμου την παθητικότητα και την απογοήτευση.Γνωρίζουν ότι οι εργαζόμενοι, στα σωματεία τους, απορρίπτουν τον καρεκλοκένταυρο κυβερνητικοδίαιτο συνδικαλισμό. Γνωρίζουν ότι ακριβώς αυτή η απόρριψη, η απόρριψη του κυβερνητικού "μονόδρομου" και της συνδιαλλαγής με τους κεφαλαιοκράτες, γίνεται πειστήριο για την έλευση περισσότερων εργατών στο συλλογικό, οργανωμένο αγώνα.

Το λαϊκό κίνημα δεν μπορεί παρά να λάβει υπόψη του τις κυβερνητικές μεθοδεύσεις, απαντώντας όπως τους αρμόζει. Οργανώνοντας ακόμα καλύτερα τη δράση του, συσπειρώνοντας ακόμα περισσότερους εργαζόμενους, επιτυγχάνοντας το στόχο του για ενιαίο μέτωπο αντεπίθεσης κατά της αντιλαϊκής πολιτικής και συνεχίζοντας να... απογοητεύει τους αντιπάλους του.

Νίκος ΜΠΟΓΙΟΠΟΥΛΟΣ

ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ
Επικίνδυνη πορεία στα ελληνοτουρκικά

Δε χωρά αμφιβολία ότι δύο συναντήσεις μέσα σε 24 ώρες - την περασμένη Τρίτη και Τετάρτη, μεταξύ των υπουργών Εξωτερικών Ελλάδας και Τουρκίας -είναι αρκετές για να "στοιχειοθετήσουν" την εκτίμηση ότι ο διάλογος για τα ελληνοτουρκικά έχει ξεκινήσει και μάλιστα σε "υψηλό επίπεδο" και επί της ουσίας.

Παράλληλα, τα όσα διεμείφθησαν στο Λουξεμβούργο την περασμένη Τρίτη, καθώς και η απόφαση για τη συγκρότηση της επιτροπής των εμπειρογνωμόνων, δείχνουν ότι έχει δημιουργηθεί και το κατάλληλο κλίμα για την ευόδωση αυτού του "διαλόγου". Η διατήρηση - προσωρινή βέβαια - του "βέτο" από την κυβέρνηση στο χρηματοδοτικό πρωτόκολλο δεν μπορεί να "σκιάσει" τη "βελτίωση του κλίματος" μεταξύ των δύο χωρών, η οποία εγγυάται την περαιτέρω αποτελεσματικότερη πορεία του διαλόγου.

Την ίδια στιγμή ο γγ του ΝΑΤΟ, Χ. Σολάνα, και ο Αμερικανός πρεσβευτής στην Αθήνα, Τ. Νάιλς, δεν κρύβουν την ικανοποίησή τους για την τροπή που έχουν πάρει οι σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών. Προφανώς, έχουν τους λόγους τους και γνωρίζουν και περισσότερα.

Η κυβέρνηση Σημίτη από την πλευρά της επιχειρεί να υποβαθμίσει τη σημασία και την ουσία της "κινητικότητας" στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, ενώ ταυτόχρονα κρατάει στο σκοτάδι το λαό και τη Βουλή. Οι διαβεβαιώσεις του πρωθυπουργού, ότι "με την Τουρκία υπάρχουν συνομιλίες για ιδιαίτερα ζητήματα, τα οποία όμως δε συνδέονται με τις αξιώσεις όσον αφορά τα σύνορα, σχετικά με την αναθεώρηση του στάτους κβο στο Αιγαίο" ελάχιστα, ηχούν καθησυχαστικές. Και αυτό όχι από κάποια κακοπροαίρετη αντιπολιτευτική εμπάθεια, αλλά γιατί ήδη η κυβέρνηση έχει δώσει σαφή δείγματα γραφής, που δικαιολογούν τουλάχιστον ζωηρές ανησυχίες. Πρώτον, έχει αποδεχτεί τη λογική των αμερικανόπνευστων Μέτρων Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης για το Αιγαίο και κινείται εντός των πλαισίων που αυτά θέτουν. Κανείς δεν αμφιβάλλει - ούτε βέβαια και η κυβέρνηση - ότι η εφαρμογή αυτών των μέτρων εμπιστοσύνης θα παραδώσει το Αιγαίο στην επικυριαρχία των ΗΠΑ, μέσω της διχοτόμησής του και της μετατροπής του σε μια "γκρίζα ζώνη". Δεν είναι τυχαίο ότι Τούρκοι στρατηγοί την περασμένη βδομάδα, σε ενημέρωσή τους σε επιλεγμένους δημοσιογράφους, εμφανίστηκαν πρόθυμοι να αποδεχτούν τα μέτρα εμπιστοσύνης για το Αιγαίο.

Δεύτερον, η κυβέρνηση Σημίτη πρωτοστατεί στην παραπομπή... κυριαρχικών δικαιωμάτων της χώρας (Ιμια) στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης.

Την ίδια στιγμή η Αγκυρα αρνείται πεισματικά να άρει την απειλή πολέμου στην περίπτωση που η Ελλάδα επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα στα 12 μίλια, καθώς και να αναγνωρίσει την εδαφική ακεραιότητα της χώρας μας.

Είναι ολοφάνερο ότι η παραπάνω δήλωση του Κ. Σημίτη δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Η κυβέρνηση δεν προχωρά στο διάλογο με την Αγκυρα στη βάση του σεβασμού της εδαφικής ακεραιότητας των δύο χωρών και των υπαρχουσών διεθνών Συνθηκών και Συμβάσεων, αλλά στη βάση του αμερικανοΝΑΤΟικού σχεδίου για τη διευθέτηση των "διαφορών" μεταξύ των δύο χωρών, προς όφελος, πρώτα και κύρια, των συμφερόντων των ισχυρών συμμάχων στην περιοχή. Γι' αυτό και το δίλημμα "διάλογος ή όχι διάλογος" είναι παραπλανητικό, όπως παραπλανητική είναι και η τακτική των 32 βουλευτών του ΠΑΣΟΚ απέναντι στην επίσημη κυβερνητική τακτική, αλλά και όσων υποστηρίζουν ότι το "χαρτί" των 12 μιλίων είναι σημαντικό διαπραγματευτικό ατού απέναντι στις τουρκικές επιδιώξεις. Ο πραγματικός διάλογος απαιτεί σεβασμό των κυριαρχικών δικαιωμάτων, των συνόρων και του Διεθνούς Δικαίου, αλλά και την πραγματοποίησή του έξω από την αμερικανοΝΑΤΟική σκέπη.

Εωλα επιχειρήματα

Η δικαιολογητική βάση που προβάλλει η κυβερνητική προπαγάνδα προκειμένου να στηρίξει τις επιλογές στα ελληνοτουρκικά περιλαμβάνει δύο βασικά επιχειρήματα: Πρώτον, με την τακτική αυτή καταφέρνει να "εκτονώσει" τις ασφυκτικές πιέσεις που της ασκούν οι ΗΠΑ και η ΕΕ, προκειμένου να προχωρήσει σε διάλογο με την Τουρκία. Προφανώς πρόκειται περί επιχειρήματος για αφελείς. Γιατί, ούτε λίγο - ούτε πολύ, ισχυρίζονται ότι και θα ξεγελάσουν τους "κουτόφραγκους" και τίποτα δε θα γίνει. Οι Αμερικανοί δεν πρόκειται να σταματήσουν τις πιέσεις αν δεν έχουν χειροπιαστά αποτελέσματα στις επιδιώξεις τους. Καθόλου δε δείχνει να προβληματίζει την κυβέρνηση ότι οι πιέσεις αυτές είναι μονομερείς, γεγονός που προδικάζει και ποιος θα είναι ο χαμένος του διαλόγου.

Το δεύτερο επιχείρημα της κυβερνητικής προπαγάνδας υποστηρίζει ότι με το διάλογο και την εμπέδωση ενός κλίματος συνεργασίας μεταξύ των δύο χωρών θα υπάρξουν περιθώρια για τη μείωση της έντασης στην κούρσα των εξοπλισμών. Πρόκειται για ανυπόστατο ισχυρισμό. Η πορεία των εξοπλισμών δεν εξαρτάται από την ένταση ή μη των ελληνοτουρκικών σχέσεων αλλά από τους σχεδιασμούς του ΝΑΤΟ, στο πλαίσιο του νέου ρόλου και δομής του. Επιπλέον, το πενταετές εξοπλιστικό πρόγραμμα που βρίσκεται σε φάση υλοποίησης δεν έχει αποφασιστεί με βάση τις πραγματικές αμυντικές ανάγκες της χώρας, αλλά με βάση τις ανάγκες του ΝΑΤΟ. Δεν υπάρχουν, δηλαδή, περιθώρια περικοπών του με δεδομένη τη γραμμή πλεύσης της κυβέρνησης. Εξάλλου, το στρατιωτικο-βιομηχανικό σύμπλεγμα των ΗΠΑ θα βρει τρόπους να πείσει τους καλύτερους πελάτες του για την "ανάγκη" αγοράς των προϊόντων του.

Συμπερασματικά, ο "ρεαλισμός" που επικαλείται η κυβέρνηση στα ελληνοτουρκικά είναι ρεαλισμός της υποταγής στις αξιώσεις και τα σχέδια των ΗΠΑ για την περιοχή. Από αυτή την άποψη είναι επικίνδυνος τόσο για τα κυριαρχικά δικαιώματα της χώρας όσο και για την ειρήνη, ασφάλεια και καλή γειτονία στην περιοχή. Για το λόγο αυτό δεν μπορεί να αφεθεί η κυβέρνηση να κινείται εν λευκώ. Χρειάζεται η λαϊκή παρέμβαση, όσο και αν η κυβέρνηση προσπαθεί να κρατήσει το λαό στο περιθώριο για να "κλείσει" ανενόχλητα τις εκκρεμότητες στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, προς όφελος των "ισχυρών προστατών".

Παναγιώτης ΚΑΚΑΛΗΣ

Δυο τακτικές στο κίνημα

Η επιτυχία των ταξικών δυνάμεων στην πρωτομαγιάτικη συγκέντρωση γίνεται καρφί στα μάτια όσων θέλουν να ξεμπερδεύουν με το διεκδικητικό ανυπόταχτο συνδικαλιστικό κίνημα και όχι τυχαία. Η εργατική τάξη δέχεται δριμύτατη, ολομέτωπη επίθεση από το κεφάλαιο. Αυτή η σκληρή πραγματικότητα, δεν είναι στιγμιαία. Ο καπιταλισμός στο μονοπωλιακό του στάδιο γίνεται αντιδραστικός και όσο αναπτύσσεται σ' αυτό το στάδιο, τόσο επιτίθεται λυσσαλέα, ενάντια στην εργατική τάξη. Ταυτόχρονα, βρισκόμενος στην εποχή της γενικής του κρίσης, αδυνατεί να αμβλύνει τις αντιθέσεις του, να εξελίσσεται χωρίς όξυνση της ταξικής αντιπαράθεσης, γεγονός που δημιουργεί και αναπαράγει εν δυνάμει κινδύνους για την ίδια του την ύπαρξη. Η επίθεση που ξεδιπλώνεται από το κεφάλαιο ενάντια στην εργατική τάξη φαίνεται να παίρνει καθολικό χαρακτήρα, ακριβώς γιατί προσπαθεί να αντιμετωπίσει τις αντιθέσεις του κοινωνικού του συστήματος και την όξυνσή τους. Η συγκάλυψή τους και η επιδίωξη υποταγής ή ανοχής της εργατικής τάξης στα μέτρα που θέλει να εφαρμόσει ενάντιά της γίνεται τακτική με στρατηγικό χαρακτήρα για το καπιταλιστικό σύστημα. Τα μέτρα της ευελιξίας στις εργασιακές σχέσεις, της κατεδάφισης της κοινωνικής ασφάλισης, της κατάργησης των συλλογικών συμβάσεων, των Τοπικών Συμφώνων Απασχόλησης, σε συνδυασμό με την τακτική του "κοινωνικού διαλόγου" για την εφαρμογή τους, αποτελούν ένα ενιαίο σύνολο με οργανική σύνδεση και εσωτερική συνοχή, που στόχο έχει την πλήρη εξάρτηση και υποταγή του εργατικού κινήματος από το κεφάλαιο, την αδρανοποίησή του και την επίτευξη μιας στρατηγικής ήττας του.Αυτό που επιδιώκεται είναι η με κάθε μέσο επιβολή στην εργατική τάξη της αναγκαιότητας αυτών των μέτρων και της αποδοχής τους σαν τη μοναδική, νομοτελειακή πραγματικότητα που δεν ανατρέπεται.

Το συνδικαλιστικό κίνημα της εργατικής τάξης βρίσκεται μπροστά σε μια νέα, εντελώς διαφορετική πραγματικότητα απ' ό,τι πιο πριν. Πώς μπορεί να την αντιμετωπίσει; Είναι γεγονός ότι βρίσκεται μπροστά σε δυο τακτικές, που αναδείχνονται όλο και πιο παραστατικά μέσα στις γραμμές του. Η μια είναι αυτή της εξάρτησης της τύχης των εργαζομένων και του ίδιου του κινήματος απο τις επιδιώξεις του κεφαλαίου. Υπηρετείται με την τακτική της συμμετοχής σ' αυτόν το διαβόητο "κοινωνικό διάλογο", που θα 'ναι και η ταφόπετρα του κινήματος. Η αποδοχή της συμμετοχής σ' αυτόν το διάλογο σημαίνει πρώτ' απ' όλα αποδοχή της επαναδιαπραγμάτευσης των κατακτήσεων της εργατικής τάξης, οι οποίες και αμφισβητούνται από το κεφάλαιο. Σημαίνει δηλαδή αποδοχή από την εργατική τάξη της απώλειας μέρους ή και όλων των κατακτήσεών της. Ταυτόχρονα, σημαίνει παραίτηση από την αξιοποίηση του μοναδικού όπλου που διαθέτει για την υπεράσπισή της και τις διεκδικήσεις της, τον ταξικό αγώνα. Είναι η αρχή της εθελοντικής συμμετοχής της στη διατήρηση και ενίσχυση της εξουσίας που την καταπιέζει και η αποδοχή αναπαραγωγής των όρων εκμετάλλευσής της με μεγαλύτερη ένταση. Η άλλη τακτική είναι αυτή που προωθεί και παλεύει το ταξικό ρεύμα στις γραμμές του. Αυτή της διατήρησης της ολοκληρωτικής αυτοτέλειάς του από την αστική πολιτική και της ευθείας αντίθεσής του με τις επιδιώξεις του κεφαλαίου, που θα συμβάλλει στο άνοιγμα του δρόμου της σύγκρουσης και της ρήξης.Η επιλογή της τακτικής αποκτά στρατηγική σημασία για την εργατική τάξη και το συνδικαλιστικό της κίνημα. Είναι επίσης προφανές ότι η εργατική τάξη δεν μπορεί να έχει διαφορετική επιλογή τακτικής απ' αυτή που υπηρετεί τα στρατηγικά της συμφέροντα.

Ο πρόεδρος της ΓΣΕΕ, από την έναρξη της δημοσιοποίησης των κυβερνητικών προθέσεων για τον "κοινωνικό διάλογο", δηλώνει σ' όλους τους τόνους ότι η Συνομοσπονδία θα προσέλθει σ' αυτόν με τις θέσεις της. Αυτή η τακτική κίνηση, με τη συμφωνία της πλειοψηφίας της ΓΣΕΕ, δηλαδή των παρατάξεων που η πολιτική των κομμάτων που εκφράζουν εξυπηρετεί το καπιταλιστικό σύστημα, με τη στήριξη ή την ανοχή σ' αυτό, είναι ύπουλη, γιατί οδηγεί το κίνημα στην αποδοχή της τακτικής της άρχουσας τάξης για την επίτευξη των στρατηγικών επιδιώξεών της και αποδοχή αυτών των επιδιώξεων, έστω κι αν στο τραπέζι του "διαλόγου" πέσουν μαζί με τις κυβερνητικές προτάσεις, δηλαδή του ΣΕΒ και των άλλων επιχειρηματιών, και οι προτάσεις της ΓΣΕΕ. Αν πραγματικά υπήρχε στη συνείδηση αυτών των συνδικαλιστών ηγετών έστω και ίχνος διάθεσης για αντίσταση, έπρεπε, αντί να συζητούν τους όρους του "διαλόγου", να προετοιμάζουν και να οργανώνουν πολύμορφα τους όρους που η εργατική τάξη όχι μόνο θα αποτρέψει την αντιδραστική, αντεργατική λαίλαπα, αλλά θα διεκδικεί τουλάχιστον τη βελτίωση των όρων ζωής της, των όρων πώλησης της εργατικής της δύναμης ενάντια στο κεφάλαιο σ' αυτές τις συνθήκες.

Προκύπτουν επόμενα για τους κομμουνιστές, για όλους τους ταξικά συνεπείς εκπροσώπους της εργατικής τάξης, ορισμένα πρακτικά καθήκοντα για την εφαρμογή της συνεπούς τακτικής στο συνδικαλιστικό κίνημα. Η άρνηση συμμετοχής στο διάλογο και το αδιαπραγμάτευτο των κατακτήσεων, η υπεράσπισή τους, είναι το όριο που πίσω απ' αυτό ανοίγει ο δρόμος της υποταγής.Ταυτόχρονα η αποκάλυψη της σχέσης που έχει η τακτική των δυνάμεων του κινήματος που αποδέχονται το "διάλογο" και προσέρχονται σ' αυτόν, με τις επιδιώξεις της άρχουσας τάξης και η αποκάλυψη της ταξικής ουσίας του περιεχόμενου των αντιδραστικών, αντεργατικών μέτρων που προτείνονται για συζήτηση και αποδοχή από τους εργαζόμενους, συμβάλλει στη συνειδητοποίηση των πραγματικών συμφερόντων της εργατικής τάξης από την ίδια. Συμβάλλει επόμενα στην πολιτική της ωρίμανση και στη δημιουργία προϋποθέσεων ανάπτυξης αγώνων ενάντια στις επιδιώξεις του κεφαλαίου.Είναι η βάση του συνδυασμού της συνδικαλιστικής με την πολιτική δουλιά, που δε χωρίζονται με σινικά τείχη, της προσπάθειας ανάπτυξης και πολιτικοποίησης των αγώνων, ώστε να ανοίγει ο δρόμος της προοπτικής για σύνδεση των άμεσων συμφερόντων με τα γενικά και την πολιτική που μπορεί να τα επιλύσει οριστικά. Η διαμόρφωση επίσης αιτημάτων, στόχων, που να εκφράζουν τα πραγματικά συμφέροντα των εργαζομένων στις σύγχρονες συνθήκες, άρα που εναντιώνονται στα μονοπώλια, συμβάλλει στην ουσιαστική αντιπαράθεση, φέρνει σε αντιστοιχία τις πραγματικές διαχωριστικές γραμμές στο κοινωνικό με το πολιτικό επίπεδο και αναδεικνύει τη σχέση της λύσης των προβλημάτων με το συνολικό πολιτικό πρόβλημα της χώρας. Αποκαλύπτει τους δυο αντίθετους δρόμους ανάπτυξης της κοινωνίας, των μονοπωλίων και της αντιμονοπωλιακής πάλης. Ανοίγει το δρόμο της ταξικής πολιτικής ενότητας της εργατικής τάξης, βοηθά στην ανάπτυξη της ταξικής πάλης, στην αλλαγή του συσχετισμού των δυνάμεων και στην ενίσχυση του ΚΚΕ, στη συνειδητοποίηση της ανάγκης οικοδόμησης του αντιιμπεριαλιστικού αντιμονοπωλιακού μετώπου για την ανατροπή της εξουσίας των πολυεθνικών. Η ικανότητα δράσης στο συνδικαλιστικό κίνημα μ' αυτή την τακτική απαιτεί ταυτόχρονα την αποκάλυψη της ταξικής ουσίας και του περιεχόμενου εννοιών οπως (παγκοσμιοποίηση, ανταγωνιστικότητα, κλπ) που βομβαρδίζουν καθημερινά τους εργαζόμενους, ώστε να απομυθοποιούνται και να καταρρίπτονται όλα τα "άλλοθι" επιβολής της πολιτικής του κεφαλαίου σαν νομοτέλεια. Απαιτεί πολύπλευρη ιδεολογικοπολιτική παρέμβαση όχι τόσο και μόνο για τη στήριξη των αντιμονοπωλιακών αιτημάτων, αλλά και της σχέσης τους με την πολιτική που απαιτείται για την ικανοποίησή τους και την εξουσία που μπορεί να ασκεί τέτοια πολιτική. Η προσπάθεια όσμωσης των αιτημάτων του συνδικαλιστικού κινήματος με τους στόχους πάλης του μετώπου, η επεξεργασία και προβολή ανάλογων συνθημάτων, η ανάδειξη ζητημάτων - κρίκων που συμβάλλουν στο ξεδίπλωμα της πολιτικής μας και αφορούν το σύνολο της ζωής των εργαζομένων αποτελούν τη στέρεη βάση για την πιο πλατιά ενότητα δράσης με ταξικό προσανατολισμό.

Αλλωστε ο "μονόδρομος" των πολυεθνικών δεν είναι νομοτέλεια. Νομοτέλεια είναι η ταξική πάλη για την ανατροπή της πολιτικής και της εξουσίας των πολυεθνικών στη χώρα.Και εκτός από την καπιταλιστική παγκοσμιοποίηση υπάρχει και η σοσιαλιστική.

Στέφανος ΚΡΗΤΙΚΟΣ

Σποτ

Η αποκάλυψη της σχέσης που έχει η τακτική των δυνάμεων του κινήματος που αποδέχονται το "διάλογο" και προσέρχονται σ' αυτόν, με τις επιδιώξεις της άρχουσας τάξης και η αποκάλυψη της ταξικής ουσίας του περιεχόμενου των αντιδραστικών, αντεργατικών μέτρων που προτείνονται για συζήτηση και αποδοχή από τους εργαζόμενους, συμβάλλει στη συνειδητοποίηση των πραγματικών συμφερόντων της εργατικής τάξης από την ίδια.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ