ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 1 Ιούνη 1997
Σελ. /48
ΚΕΝΗ
Το Μάαστριχτ και η "αναθεώρησή" του

Από το 1992, όταν η Συνθήκη του Μάαστριχτ ήρθε για επικύρωση στη Βουλή, άρχισε να αναπτύσσεται η επιχειρηματολογία για την αναθεώρησή της. Τα περισσότερα επιχειρήματα σ' αυτή τη φιλολογία συνεισέφερε ο ΣΥΝ, αν και δεν είναι λίγα αυτά που προέρχονται από το χώρο του ΠΑΣΟΚ. Ενα βασικό επιχείρημά τους είναι ότι η Συνθήκη δεν κάνει τίποτα περισσότερο από το να θέτει κάποιους στόχους, οι περισσότεροι των οποίων είναι σωστοί και ότι από κει και πέρα είναι θέμα συσχετισμού των δυνάμεων και πολιτικής για το πώς θα επιτευχθούν.

Υπάρχει κανείς που διαφωνεί ότι πρέπει να πέσει ο πληθωρισμός, ότι πρέπει να μειωθούν τα ελλείμματα του δημοσίου, ότι πρέπει να πέσουν τα επιτόκια; Τα ερωτήματα αυτά απευθύνουν, εκ του πονηρού, οι οπαδοί της αναθεώρησης. Φυσικά, κανείς δε θα είχε αντίρρηση για μια τέτοια εξέλιξη των οικονομικών δεικτών. Αρα, συνεχίζουν, αφού η Συνθήκη βάζει αυτούς τους στόχους, γιατί να την απορρίψουμε; Δε θα ήταν καλύτερα να παλέψουμε για μια πολιτική που από διαφορετικούς δρόμους (απ' αυτούς που ακολουθεί η Ευρωπαϊκή Ενωση) θα φτάνει στα ίδια, επιθυμητά, αποτελέσματα;

Σε μια εντυπωσιακή παραλλαγή αυτής της επιχειρηματολογίας ο ευρωβουλευτής του ΣΥΝ Μιχ. Παπαγιαννάκης είχε δηλώσει ότι "ακόμη και αν δεν υπήρχε το πρόγραμμα σύγκλισης θα έπρεπε εμείς να το ανακαλύψουμε"! Το ίδιο βεβαίως είπαν και ο τότε υπουργός Οικονομικών Αλ. Παπαδόπουλος, ο πρώην υπουργός Εθν. Οικονομίας Στ. Μάνος, ενώ τώρα τελευταία το ακούσαμε και από τον πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζ. Σαντέρ.

Ομως όλα αυτά τα επιχειρήματα αποσιωπούν την αλήθεια ότι η Συνθήκη του Μάαστριχτ δεν προσδιορίζει μόνο στόχους, αλλά και συγκεκριμένες πολιτικές για την επίτευξή τους. Παραδείγματος χάριν δε θα μπορούσε να περιλαμβάνει το δείκτη της απασχόλησης στα κριτήρια της "σύγκλισης", αφού η ανεργία είναι σύμφυτη με το σύστημα. Εξάλλου, αυτό αποδείχτηκε στην πράξη, αφού, όπου υπήρχε ψηλός πληθωρισμός και ψηλά ελλείμματα, η πολιτική για τη μείωσή τους συνοδεύτηκε από έκρηξη του δείκτη της ανεργίας. Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι βεβαίως αυτό της Ισπανίας, η οποία πέτυχε το "θαύμα" που τελικά είχε ως αποτέλεσμα η ανεργία να φτάσει στο 25%.

Αλλά η Συνθήκη του Μάαστριχτ δεν αφήνει κανένα περιθώριο άσκησης πολιτικής διαφορετικής απ' αυτήν που είδαμε να υλοποιείται και έχει τη σφραγίδα του νεοφιλελευθερισμού. Η πλήρης "απελευθέρωση" των αγορών, η ελευθερία κίνησης κεφαλαίων και προσώπων, η ιδιωτικοποίηση των πάντων, είναι στοιχεία της ίδιας της Συνθήκης, αλλά και των αποφάσεων που ακολούθησαν. Ομως, και ένα ακόμη στοιχείο αποδεικνύει τα παραπάνω.

Η ίδια η Συνθήκη ορίζει ότι οι εθνικές οικονομικές πολιτικές θα περάσουν στο καθεστώς της πολυμερούς εποπτείας, χάνοντας έτσι την αυτονομία και την αυτοτέλειά τους. Ειδικότερα για τις χώρες που δεν εκπληρώνουν τα κριτήρια, όπως η Ελλάδα, αυτή η ρύθμιση είναι ακόμη σκληρότερη, αφού προβλέπει και την επιβολή βαριών ποινών.

Τέλος, το πιο χαρακτηριστικό είναι ότι η Συνθήκη προσδιορίζει με σαφήνεια, χωρίς περιθώρια για παρερμηνείες, τον τρόπο με τον οποίο θα συγκροτηθεί η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, αλλά και τις αρμοδιότητές της. Ενα όργανο που δε θα λογοδοτεί πουθενά, ούτε σε εθνικά, ούτε σε κοινοτικά όργανα, θα καθορίζει τη νομισματική πολιτική ολόκληρης της Ευρωπαϊκής Ενωσης, αλλά και της κάθε χώρας - μέλους ξεχωριστά.

Μετά τα παραπάνω για ποια "άλλη" πολιτική μπορεί να μιλά κανείς στα πλαίσια του Μάαστριχτ;

Η Συνθήκη αυτή είναι ένα αδιάσπαστο σύνολο στόχων και πολιτικών, απ' το οποίο δεν μπορεί να αποσπαστεί κανένα από τα συστατικά του. Εξάλλου οι ίδιοι οι αρχιτέκτονες του Μάαστριχτ για να θωρακίσουν το κατασκεύασμά τους αποφάσισαν ότι τα άρθρα που αφορούν στην Οικονομική και Νομισματική Ενωση είναι μη αναθεωρητέα. Γι' αυτό και στη Διακυβερνητική που συζητά την αναθεώρηση της Συνθήκης του Μάαστριχτ τα θέματα αυτά έχουν τεθεί "εκτός ύλης". Αυτό θέλουν να το ξεχνούν όσοι εξακολουθούν να υποστηρίζουν ότι η αναθεώρηση μπορεί να προσδώσει "κοινωνικό" πρόσωπο στην Ευρωπαϊκή Ενωση.

Μια άλλη Ευρώπη, που θα έχει στο επίκεντρό της τον εργαζόμενο και τις ανάγκες του, μια Ευρώπη της ειρήνης, της ισότιμης συνεργασίας και της κοινωνικής δικαιοσύνης δεν μπορεί να οικοδομηθεί στη βάση της Συνθήκης και των όποιων αναθεωρήσεών της. Μια Ευρώπη με αυτά τα χαρακτηριστικά είναι αντίθετη με την Ευρώπη του Μάαστριχτ, έχει ως προϋπόθεση την κοινή πάλη των λαών, την πάλη στις χώρες τους ενάντια στις πολυεθνικές και την ανατροπή της Συνθήκης.

Δάνης ΠΑΠΑΒΑΣΙΛΕΙΟΥ


ΟΝΕ: Πορεία καθολικής επίθεσης

Στην πορεία προς τη Διακυβερνητική διάσκεψη, που το περιεχόμενό της είναι προσδιορισμένο στα ζητήματα κοινής εξωτερικής πολιτικής, πολιτικής ασφάλειας και άμυνας, οι συζητήσεις, οι διαβουλεύσεις και οι σύνοδοι προετοιμασίας επικέντρωναν την προσοχή των κρατών - μελών σε θεσμικού κυρίως χαρακτήρα ζητήματα, και πιο ειδικά στον τρόπο λήψης των αποφάσεων. Είναι ζητήματα που έχουν συγκεκριμένο πολιτικό περιεχόμενο σαν θεσμικά, για τη λειτουργία διακρατικών συνθηκών τύπου Μάαστριχτ. Αλλωστε, οι αναπροσαρμογές σ' αυτά τα ζητήματα, αποτελούν την επιφάνεια της πορείας αναθεώρησης της Συνθήκης, που αφορά ουσιαστικά μέτρα πολιτικού χαρακτήρα για την πορεία της πολιτικής ενοποίησης, που είναι επιδιωκόμενος στόχος της ίδιας της Συνθήκης. Το πιο σημαντικό όμως, είναι το γεγονός ότι πέρα κι απ' αυτά, στο βάθος της υπόθεσης ολοένα και πιο έντονα αναδεικνύονταν η πορεία της Οικονομικής και Νομισματικής Ενωσης (ΟΝΕ). Εγινε το μέσο, αν και σκοπός, για τον καθορισμό της τακτικής κρατών - μελών στη Διακυβερνητική. Οι δείκτες ή κριτήρια για την "πολυπόθητη" από τα κράτη - μέλη συμμετοχή στην ΟΝΕ και τα οφέλη της εκφράζουν τους μύχιους πόθους του μονοπωλιακού κεφαλαίου. Τα πάντα υποκλίνονται στην εκπλήρωση των κριτηρίων και ο αγώνας δρόμου για την εξασφάλισή τους κάνει αντικειμενικά κυρίαρχο αυτό που είναι και η καρδιά της Ευρωπαϊκής Ενωσης και έγινε αρκετές φορές μέρος του περιεχομένου των συνόδων προετοιμασίας της διακυβερνητικής διάσκεψης. Η πορεία της ΟΝΕ και μέσω αυτής η απόλυτη επικυριαρχία του κεφαλαίου. Ο αγώνας δρόμου είναι η καθολική επίθεση στην εργατική τάξη και το λαϊκό κίνημα. Υπάρχει όμως και ένα σημείο - αγκάθι, που καρφώνεται εκβιαστικά στα "αδύνατα" οικονομικά κράτη ή σ' αυτά που δεν εξασφαλίζουν τα κριτήρια και που προέκυψε στη διάρκεια προετοιμασίας της Διακυβερνητικής: η αρχή της ευελιξίας και οι εντός και εκτός ΟΝΕ ομάδες κρατών. Βεβαίως τα εντός της ΟΝΕ κράτη θα είναι τα προνομιούχα.

Το κυνήγι των κριτηρίων

Βάλθηκαν λοιπόν οι κυβερνήσεις όσων κρατών κινδυνεύουν να χάσουν την αφετηρία του τρένου της ΟΝΕ και πρώτη απ' όλες η ελληνική, συνεπικουρούμενες από τα κόμματα που στρατηγικά συμφωνούν με τη συμμετοχή στην Ευρωπαϊκή Ενωση (ΕΕ), να εφαρμόζουν πολιτικές ανάλογης ευελιξίας για την προσαρμογή των συνθηκών κάθε κράτους στο στόχο εξασφάλισης των κριτηρίων, για τη συμμετοχή τους στο κοινό νόμισμα το 1999.

Είναι όλα τα μέτρα της αντιδραστικής πολιτικής της κυβέρνησης Σημίτη που περιλαμβάνονται στο πακέτο του "κοινωνικού διαλόγου" και που καταργούν εργασιακά δικαιώματα και κατακτήσεις χρόνων, (ελαστικά ωράρια, κατάργηση των ασφαλιστικών δικαιωμάτων, των συλλογικών συμβάσεων, απελευθέρωση των απολύσεων, κατάργηση των κοινωνικών παροχών κλπ). Είναι η πολιτική των ιδιωτικοποιήσεων, του ξεκληρίσματος της μικρής και μεσαίας αγροτιάς, η ασφυκτική συμπίεση των μικρομεσαίων της πόλης, η μείωση των δαπανών του δημόσιου τομέα με θύματα την παιδεία, την υγεία κλπ. Ανάμεσα σ' όλα αυτά, εμφανίζεται υποκριτικά ως κυρίαρχο θέμα αντιμετώπισης η ανεργία, η εξάλειψη της οποίας γίνεται στόχος προς κατάκτηση και στο όνομά του δικαιολογούνται όλα τα αντεργατικά μέτρα.

Οι αντιθέσεις

Η τακτική του "κοινωνικού διαλόγου" φαίνεται να είναι γενικευμένη στα κράτη - μέλη της ΕΕ, με στόχο την ταξική συνεργασία, την ανοχή, αντικειμενικά την ταξική υποταγή των εργαζομένων στην πολιτική αναπροσαρμογών σε βάρος τους. Παρ' όλα αυτά οι αγώνες που αναπτύσσονται σε πολλά κράτη - μέλη ενάντια στις συνέπειες αυτής της πολιτικής, αναδεικνύουν τον ταξικό της χαρακτήρα και το γεγονός ότι η επίθεση των πολυεθνικών είναι καθολική και σαρωτική.

Αλλωστε, με την κατάληξη της αρχής της ευελιξίας σε σχέση με την ΟΝΕ, κατέληξαν και στην αναγκαιότητα συνέχισης της ίδιας πολιτικής, τόσο για τα εντός, όσο και για τα εκτός ΟΝΕ με πιο σκληρά μέτρα για τα δεύτερα. Ποια είναι η αιτιολογία; Μα το απλό γεγονός ότι η κατάκτηση για μια φορά των δεικτών, δε σημαίνει καθόλου μόνιμη και σταθερή εξασφάλιση, να χαλαρώσουν τα μέτρα που οδήγησαν σ' αυτήν. Και εδώ πραγματικά αναδεικνύεται για άλλη μια φορά ο ταξικός χαρακτήρας της καπιταλιστικής ενοποίησης. Μέσα από τη διαδικασία της προετοιμασίας της διακυβερνητικής εμφανίζονται αντιθέσεις ανάμεσα στα κράτη - μέλη και είναι επόμενο, γιατί η άρχουσα τάξη κάθε χώρας ή και μερικών χωρών μαζί (πχ των οικονομικά ισχυρών), διεκδικούν τα ιδιαίτερα συμφέροντά τους στα πλαίσια της ΕΕ, γι' αυτό και οι αντιθέσεις στον τρόπο λήψης των αποφάσεων. Το πιο ουσιαστικό όμως ζήτημα είναι ότι η εργατική τάξη, οι λαοί όλων των χωρών - μελών δέχονται τη μόνιμη, σταθερή, καθολική, διαχρονική επίθεση στα συμφέροντά τους, αφού σ' όλα τα κράτη - μέλη θα ασκείται η ίδια αντιδραστική πολιτική, ώστε να διατηρούνται τα κριτήρια της ΟΝΕ, στα όρια που ορίζει η Συνθήκη του Μάαστριχτ.

Η αυταπάτη της αναθεώρησης κριτηρίων

Μετά απ' όλα αυτά επιστρατεύεται η "Σοσιαλδημοκρατία" και η "Νεοαριστερά", αλλά και η νεότευκτος "Κεντροαριστερά". Τι προβάλλουν; Μα το αριστερό Μάαστριχτ. Ετσι ξεκινά μια εκστρατεία προπαγανδιστική για την ύπαρξη του νεοφιλελεύθερου και του αριστερού δρόμου για την ΟΝΕ και τα κριτήριά της. Ορισμένοι στην Ελλάδα, με προεξάρχουσα την ηγεσία του ΣΥΝ, αναλαμβάνουν ως συνήθως, τη συγκάλυψη της πολιτικής στην πορεία προς την ΟΝΕ, αξιοποιώντας και τη διαδικασία αναθεώρησης, με προβολή διεκδίκησης αναθεώρησης των κριτηρίων, για να αποκτήσει η πορεία ενοποίησης κοινωνικό περιεχόμενο, για να οδηγηθούν οι οικονομίες σε πραγματική σύγκλιση, για να υπάρξει ανάπτυξη με ανθρώπινη ευαισθησία και όχι ανάπτυξη των αριθμών. Στην ίδια προπαγανδιστική ρότα βρίσκεται η "Κεντροαριστερά" της Ιταλίας, αλλά το ενδιαφέρον αυτής της καμπάνιας αποπροσανατολισμού και καλλιέργειας αυταπατών αναζωπυρώνεται με τις γαλλικές εκλογές και τις προτάσεις αντιμετώπισης της ανεργίας (θεωρείται εφικτό στα πλαίσια του Μάαστριχτ, παρά τα αντίθετα μέχρι σήμερα αποτελέσματα), προτάσεις που διατύπωσαν οι "Εργατικοί" στην Αγγλία και παρουσιάστηκαν σε ημερίδα που διοργάνωσε η ηγεσία του ΣΥΝ, στην Αθήνα. Η ουσία των προτάσεων έγκειται στην ανάπτυξη του κοινωνικού τομέα, όχι από το κράτος, αλλά με την έκδοση ευρωομολόγων, δηλαδή ευρω-εσωτερικός δανεισμός και αύξηση θέσεων εργασίας στην εκπαίδευση, την υγεία κλπ, σε συνδυασμό με το 35ωρο. Το εγχείρημα ονομάστηκε "αριστερό" Μάαστριχτ. Εκτός του ότι η διέξοδος είναι ουτοπική (οι πιο πάνω τομείς διεκδικούνται ολοκληρωτικά σχεδόν άμεσα από το κεφάλαιο), η ουσία της βρίσκεται στον εγκλωβισμό των λαϊκών μαζών στη λογική ότι τα μέτρα των κυβερνήσεων της "Σοσιαλδημοκρατίας" δεν είναι νεοφιλελεύθερα, ότι υπάρχει λύση αντιμετώπισης του πιο οξυμένου για την εργατική τάξη προβλήματος, της ανεργίας, στα πλαίσια του καπιταλισμού και μάλιστα στην πορεία της ενοποίησης. Βεβαίως, υπερθεματίζουν για την εφαρμογή της ευελιξίας στις εργασιακές σχέσεις και με τρόπο που να συγκαλύπτει την ανεργία, όπως στις ΗΠΑ, όπου δε θεωρείται άνεργος ένας που σήμερα δουλεύει δυο ώρες σε έναν εργοδότη και αύριο τρεις ώρες σε άλλον, ενώ μεθαύριο πουθενά.

Το "αριστερό" εφεύρημα

Τη σκυτάλη του "αριστερού" Μάαστριχτπήρε το ΠΑΣΟΚ, υπό τον Κ. Σημίτη που άρχισε τη δική του προπαγανδιστική επεξεργασία για να θολώσει τα νερά. Στα "Νέα" (26/5/97), η Β. Παπανδρέου, τονίζει: "Τα κριτήρια για την ένταξη στην τρίτη φάση της ΟΝΕ, υπήρξαν καρπός σκληρής διαπραγμάτευσης. Αυτός ο συμβιβασμός, απεικόνιζε την κυριαρχία των φιλελεύθερων κυβερνήσεων στην Ευρώπη". Μα η συνθήκη του Μάαστριχτ ήταν έργο ζωής του Γάλλου σοσιαλιστή προέδρου της Κομισιόν, Ζακ Ντελόρ. Γιατί ξεχάστηκε τόσο γρήγορα; Στο γαλλικό δημοψήφισμα, ο σοσιαλιστής πρόεδρος Φ. Μιτεράν, κάλεσε τον καγκελάριο Κολ και από κοινού προσπαθούσαν να πείσουν το γαλλικό λαό να ταχθεί υπέρ της Συνθήκης. Κι αυτό ξεχάστηκε; Η ουσία δε βρίσκεται στην κακή μνήμη όλων αυτών. Η εφεύρεση τώρα των κριτηρίων της "πραγματικής σύγκλισης", όπως το ποσοστό της ανεργίας, το κατά κεφαλή εισόδημα και οι κατά κεφαλή δαπάνες, τοποθετούν την ίδια ουσία με άλλα μέτρα. Γιατί το κατά κεφαλή εισόδημα και οι δαπάνες είναι ο μέσος όρος των εισοδημάτων και των δαπανών των καπιταλιστών και των λαϊκών στρωμάτων. Οσο για την ανεργία, το παράδειγμα των ΗΠΑ, είναι αρκετό για να πείσει πώς εννοούν την εξάλειψή της.

Το εφεύρημα του "αριστερού" Μάαστριχτ, είναι άλλη μια επικίνδυνη τακτική, όπως και ο "κοινωνικός διάλογος", για την αναχαίτιση της ριζοσπαστικοποίησης των λαϊκών μαζών και της αντιιμπεριαλιστικής αντιμονοπωλιακής προοπτικής της πάλης τους. Ζήτημα, που το εργατικό κίνημα σε κάθε χώρα - μέλος της ΕΕ, θα αναπτύξει μέσα από τη σύγκρουση με την πολιτική της καπιταλιστικής ενοποίησης, όποιον μανδύα κι αν φοράει, "αυθεντικό νεοφιλελεύθερο" ή "σοσιαλδημοκρατικό νεοφιλελεύθερο" ή "κεντροαριστερό", ως την οριστική ανατροπή της πολιτικής των πολυεθνικών. Σ'αυτή την κατεύθυνση, η αντίσταση στην ΕΕ και η αλληλεγγύη, είναι μονόδρομος για τους λαούς ώστε να βάλουν φρένο στην επέλαση των πολυεθνικών. Είναι επίσης δικαίωμα τους να αποφασίσουν οι ίδιοι για το μέλον των χωρών τους, της ΕΕ,και όχι οι πολυεθνικές. Να αποφασίσουν οι εργαζόμενοι για το μέλον της Ελλάδας. Η απαίτηση για δημοψήφισμα τώρα,μπορεί να συμβάλει σ'αυτή την προοπτική.

Σ.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ