ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Τρίτη 25 Μάρτη 1997
Σελ. /28
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Το επάγγελμα του λογιστή - φοροτεχνικού

Του Κώστα ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΥ *

H κεντρική διοίκηση του Οικονομικού Επιμελητηρίου Ελλάδας (ΟΕΕ) ύστερα από πολλές περιπλανήσεις της, στους αδιαφανείς διαδρόμους του υπουργείου Οικονομικών, σε συνεργασία με την τεχνοκρατικο- πολιτική ηγεσία του ίδιου υπουργείου, χωρίς κανένα ουσιαστικό διάλογο με τις επαγγελματικές οργανώσεις των λογιστών και άλλων ενδιαφερόμενων φορέων, επανέφερε στην επικαιρότητα το σχέδιο του Προεδρικού Διατάγματος για το "λογιστή - φοροτεχνικό".

Για να ξεπεραστούν τα νομικά εμπόδια, που προέκυψαν με το σχέδιο του Προεδρικού Διατάγματος, κατατέθηκε στη Βουλή προς ψήφιση σχέδιο νόμου με τον τίτλο "άσκηση επαγγέλματος λογιστή - φοροτεχνικού, λειτουργία Σώματος Ορκωτών Εκτιμητών (ΣΟΕ) και άλλες διατάξεις".

Το άρθρο 1 του σχεδίου του νόμου αυτού αναφέρεται στην άσκηση του επαγγέλματος του λογιστή - φοροτεχνικού και στην παροχή εξουσιοδότησης στους υπουργούς Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, έκδοσης σχετικού ΠΔ που θα ρυθμίζει τους όρους του επαγγέλματος αυτού.

Στο σημείωμα αυτό, Θα περιοριστούμε μόνο να καταδείξουμε ορισμένες αντιφάσεις και αδιέξοδα που προκύπτουν από τις διατάξεις του παραπάνω άρθρου του σχεδίου νόμου.

Α) Στην παράγραφο 1 του άρθρου αυτού αναφέρεται ότι: "Το οικονομολογικό επάγγελμα του λογιστή - φοροτεχνικού ασκείται: α) από μέλη του Οικονομικού Επιμελητηρίου Ελλάδας (ΟΕΕ), β) από πτυχιούχους του τμήματος λογιστικής... κλπ. των τεχνολογικών εκπαιδευτικών ιδρυμάτων (ΤΕΙ) και από εμπειροτέχνες μη πτυχιούχους, και

Β) στην παράγραφο 2 περίπτωση α και β αναφέρεται ότι η άδεια άσκησης εμπειροτέχνη λογιστή και του λογιστή φοροτεχνικού Γ τάξεως, χορηγείται από το Οικονομικό Επιμελητήριο Ελλάδας (ΟΕΕ).

Από τις παραπάνω διατάξεις προκύπτει σαφώς ότι το επάγγελμα του λογιστή - φοροτεχνικού ταυτίζεται με το οικονομολογικό επάγγελμα και θα ασκείται από άτομα διαφόρων βαθμίδων εκπαίδευσης (πτυχιούχους ανώτατων σχολών, ΤΕΙ, ακόμα και ΙΕΚ, Λυκείου κλπ).

Σύμφωνα όμως με την παράγραφο 1 του άρθρου 2 του ΠΔ 475/91 (ΦΕΚ 176/Α/26.11.91) "περί οικονομολογικού επαγγέλματος και της άδειας άσκησής του" προϋπόθεση για τη χορήγηση άδειας οικονομολογικού επαγγέλματος αποτελεί η ιδιότητα μέλους του Οικονομικού Επιμελητηρίου Ελλάδας κατά τις διατάξεις του άρθρου 3 του Ν. 1100/1980, όπως τροποποιήθηκε από το άρθρο 3 του Ν.1479/84.

Aφού λοιπόν, σύμφωνα με τις ισχύουσες νομικές διατάξεις, απαραίτητη προϋπόθεση άσκησης οικονομολογικού επαγγέλματος, είναι η ιδιότητα του μέλους του Οικονομικού Επιμελητηρίου, μπαίνει το ερώτημα: με τις διατάξεις του υπό κρίση άρθρου του σχεδίου νόμου θα μπορούν να γίνουν μέλη του ΟΕΕ και οι απόφοιτοι μέσης εκπαίδευσης (Λυκείου, ΙΕΚ κλπ.) και θα έχουν τα ίδια δικαιώματα και υποχρεώσεις με τους πτυχιούχους των Ανώτατων Οικονομικών Σχολών; Δηλαδή, αλλάζει ριζικά το νομοθετικό πλαίσιο λειτουργίας του ΟΕΕ και από επιστημονικός φορέας των πτυχιούχων ανώτατων οικονομικών σχολών (ανεξαρτήτως επαγγέλματος) μετατρέπεται σε μεσαιωνικού τύπου επαγγελματική συντεχνία;

Αν είναι έτσι τα πράγματα, με βάση ποιες αποφάσεις συνελεύσεων αντιπροσώπων ή άλλων οργάνων πάρθηκε τέτοια απόφαση; Νομίζουμε ότι εδώ η κεντρική διοίκηση του ΟΕΕ είναι εκτεθειμένη και οφείλει να δώσει μιαν απάντηση, γιατί η βούληση των ιδρυτών του ΟΕΕ και του νομοθέτη ήταν η δημιουργία επιστημονικού φορέα των πτυχιούχων Ανώτατων Οικονομικών Σχολών, για την έκφραση πρώτα και κύρια επιστημονικής γνώμης για τα μεγάλα οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα της χώρας μας και φυσικά η αναγνώριση και κατοχύρωση του πτυχίου τους, όπου το χρησιμοποιούν για επαγγελματικούς και βιοποριστικούς λόγους και όχι η δημιουργία επαγγελματικής συντεχνιακής οργάνωσης.

Η κεντρική διοίκηση του ΟΕΕ, ή καλύτερα οι παρατάξεις που τη συγκροτούν (ΠΑΣΟΚ, ΝΔ, "ΣΥΝ"), αφού για πολλά χρόνια ακύρωσε πλήρως και οριστικά το θεσμοθετημένο ρόλο του ΟΕΕ ως σύμβουλο της πολιτείας, με την ανικανότητα ή αποφυγή της να αρθρώσει επιστημονικό λόγο για τα μεγάλα προβλήματα της εποχής μας (Μάαστριχτ, πρόγραμμα σύγκλισης, ανάπτυξη, ανταγωνισμός, ανεργία, φτώχεια, κλπ.), για να δικαιολογήσει την ύπαρξη του ΟΕΕ στα μέλη του και στην κοινωνία, επιχειρεί συντεχνιακές λύσεις, όπως η προώθηση του ΠΔ για το λογιστή - φοροτεχνικό, επιζήμιες και για τα μέλη του ΟΕΕ και για τους εργαζόμενους (πτυχιούχους και μη) του κλάδου αυτού, με τη δημιουργία επαγγελματικών εντάσεων και "κοινωνικού εμφυλίου".

Την ευθύνη βέβαια για την προώθηση του ΠΔ για το λογιστή - φοροτεχνικό και τη δημιουργία των παραπάνω αδιεξόδων, δεν την έχει μόνο η κεντρική διοίκηση του ΟΕΕ, αλλά και οι αρμόδιοι υπουργοί που έχουν υπογράψει το σχέδιο νόμου και φυσικά η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών, η οποία στη συγκεκριμένη περίπτωση ενεργεί ως εντολοδόχος της διοίκησης του ΟΕΕ και όχι ως εκφραστής των συμφερόντων των χιλιάδων λογιστών, αφού αρνείται τον ουσιαστικό διάλογο με τους εκπροσώπους των εργαζόμενων του κλάδου και με εκπροσώπους άλλων φορέων (πτυχιούχους ΤΕΙ κλπ).

Από τη μακρά θητεία μας (επαγγελματική και συνδικαλιστική) στον κλάδο των λογιστών επισημαίνουμε για μια ακόμη φορά ότι:

1) Το λογιστικό επάγγελμα, ασκείται και πρέπει να ασκείται από άτομα διαφόρων βαθμίδων εκπαίδευσης και προϋπηρεσίας (πτυχιούχους ΑΕΙ, ΤΕΙ, ΙΕΚ κλπ.) γιατί αυτή είναι η δομή της επαγγελματικής και πανεπιστημιακής εκπαίδευσης της χώρας. Με το επιχειρούμενο νομοτεχνικό πάντρεμα όλων αυτών μέσα στο ΟΕΕ θα γίνει μπάχαλο. Πχ ο απόφοιτος Λυκείου που θέλει να ασκήσει το επάγγελμα του εμπειροτέχνη λογιστή και υποχρεώνεται να εγγραφεί στο ΟΕΕ και καταβάλει ετήσιες συνδρομές, με βάση τη συνταγματική αρχή των ίσων δικαιωμάτων και υποχρεώσεων έχει αναφαίρετο δικαίωμα συμμετοχής στα δρώμενα του ΟΕΕ (εκλέγειν - εκλέγεσθαι κλπ). Η συμμετοχή αυτή οδηγεί το ΟΕΕ σε λειτουργικά αδιέξοδα.

Οι λογιστές, είτε το επάγγελμά τους πάρει τη μορφή του κατοχυρωμένου επαγγέλματος ή του ελεύθερου επαγγέλματος (μισθωτών και αυτοτελώς εργαζόμενων), χρειάζονται τη δική τους επαγγελματική οργάνωση. Με την έννοια αυτή, το Οικονομικό Επιμελητήριοπρέπει να παραιτηθεί της συνολικής διαχείρισης του λογιστικού επαγγέλματος και να παραμείνει επιστημονικός φορέας. Τα της λειτουργίας του λογιστικού επαγγέλματος ανήκουν στην ίδια πολιτεία και στις επαγγελματικές ενώσεις των λογιστών. Το δε ΟΕΕ μόνο έκφραση γνώμης πρέπει να έχει γι' αυτό και τίποτα περισσότερο.

2) Το επάγγελμα του λογιστή - φοροτεχνικού, έτσι όπως περιγράφεται στο υπό κρίση άρθρο του σχεδίου νόμου, αλλά και στο σχέδιο του ΠΔ για το λογιστή - φοροτεχνικό, κατά την άποψή μας νομίζουμε και άλλων υπηρεσιακών παραγόντων του υπουργείου Οικονομικών και Εθνικής Οικονομίας, δεν μπορεί να λειτουργήσει ως ελεύθερο επάγγελμα μισθωτού λογιστή, όπου η αμοιβή και οι όροι εργασίας του ρυθμίζονται με συλλογικές συμβάσεις εργασίας, που καταρτίζονται στα πλαίσια της εργατικής νομοθεσίας.

Oι διατάξεις του σχεδίου ΠΔ για το λογιστή - φοροτεχνικό που αναφέρονται στις εξετάσεις, την ευθύνη των λογιστών, τα εποπτικά όργανα, τις διοικητικές και ποινικές κυρώσεις, τα πειθαρχικά Συμβούλια κ.ά. προσιδιάζουν με τη λειτουργία αυστηρά κλειστού επαγγέλματος, όπως είναι το Σώμα Ορκωτών Ελεγκτών, το Σώμα Ορκωτών Εκτιμητών κ.ά. και όχι με το επάγγελμα του μισθωτού λογιστή, που την ευθύνη για την οργάνωση και τα αποτελέσματα της εργασίας του την έχει ο εργοδότης.

Αν, συνεπώς, στις προθέσεις της πολιτείας είναι η ελεύθερη άσκηση επαγγέλματος, αλλά με μεγαλύτερη υπευθυνοποίησή του για την επίτευξη δημοσιονομικών - φορολογικών και άλλων στόχων, το σχέδιο νόμου και ΠΔ για το "λογιστή - φοροτεχνικό" χρειάζεται ριζική νομοτεχνική επεξεργασία με βάση τις ισχύουσες νομικές διατάξεις που καθορίζουν τα προσόντα και την ευθύνη των λογιστών και ειδικότερα με τις διατάξεις του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων (ΚΒΣ), της φορολογικής νομοθεσίας, της εργατικής νομοθεσίας και τις διατάξεις του εμπορικού νόμου.

Μόνο με ένα νομοθέτημα που θα ακουμπάει σ' αυτό το πλαίσιο που η ίδια η οικονομική ζωή έχει επιβάλλει και όχι σε αφηρημένες έννοιες και σχήματα, μπορεί να ανταποκριθεί στις "επαγγελματικές και κοινωνικές προσδοκίες" των λογιστών, για να επενδυθούν συνέχεια οι προσδοκίες αυτές, σε "οικονομικό και κοινωνικό όφελος για τη χώρα". Αλλιώς δημιουργούμε και δε λύνουμε προβλήματα.

* Ο Κώστας Πετρόπουλος είναι μέλος της αντιπροσωπείας των Συνελεύσεων του Οικονομικού Επιμελητηρίου Ελλάδας


Ακόμα να δοθούν οι "αυξήσεις" στους συνταξιούχους

Η αναπροσαρμογή, που έχει αποφασιστεί, είναι 2% το Γενάρη και 2,5% τον Ιούλη

Και πάλι κάτω από τον πληθωρισμό, θα είναι οι αυξήσεις που θα δοθούν στους συνταξιούχους του δημοσίου, αφού η κυβέρνηση Σημίτη, λεηλατώντας για μια ακόμη χρονιά την αγοραστική δύναμη των συντάξεών τους, τους αντιμετωπίζει, λες και ανήκουν στην κατηγορία των "εχόντων και κατεχόντων". Η σχετική τροπολογία για τις αναπροσαρμογές των συντάξεων του δημοσίου, φαίνεται να είναι έτοιμη - τέσσερις ολόκληρους μήνες μετά την ανακοίνωση της σχετικής απόφασης - και θα κατατεθεί στο νομοσχέδιο για τις συντάξεις των στρατιωτικών.

Σύμφωνα, πάντως, με εγκύκλιο του υπουργείου Οικονομικών, ήδη, θα έπρεπε να έχει καταβληθεί το διορθωτικό ποσό σε ποσοστό 2,5% για τις συντάξεις που στις 31 του Δεκέμβρη ήταν μέχρι 270.000 δραχμές. Οι "αυξήσεις" του 1997 που ακόμα δεν έχουν δοθεί είναι 2% από την 1 - 1 - 97 και 2,5% από την 1 - 7 - 97. Ετσι, η μέση ετήσια ονομαστική αύξηση των συντάξεων, που σχεδιάζει η κυβέρνηση για τους συνταξιούχους του δημοσίου, ισοδυναμεί με 3,6%. Με δεδομένο ότι για το 1997 προβλέπεται μέση ετήσια αύξηση του πληθωρισμού γύρω στο 6,5% και 7%,αυτό σημαίνει ότι οι αυξήσεις των συντάξεων θα είναι περίπου 3 με 3,5 μονάδες κάτω του πληθωρισμού.

Αξίζει ακόμη να σημειωθεί ότι η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ καθυστέρησε όσο μπορούσε τη νομοθετική κατοχύρωση - ακόμη και των ισχνών αυξήσεων στις συντάξεις του δημοσίου, που είχε προαποφασίσει - προσπαθώντας να "βγάλει από τη μύγα ξίγκι". Αξιοποίησε, δηλαδή, για μερικούς μήνες, μερικά δισεκατομμύρια που έπρεπε να δώσει κανονικά από το Γενάρη του 1997 (το ποσό, δηλαδή, που αναλογεί στην αύξηση των συντάξεων κάθε μήνα) και, τελικά, θα τα δώσει αναδρομικά μόλις ψηφιστεί ο νόμος (περίπου από το Μάη).



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ