ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 20 Απρίλη 1997
Σελ. /48
ΚΕΝΗ
Η Αλβανία θα σε ακολουθεί!

Του Νίκου ΑΝΤΩΝΑΚΟΥ

Οταν συμβαίνουν σοβαρά γεγονότα, εσύ δεν πρέπει να σωπαίνεις. Οταν η χώρα σου - και η χώρα σου - εισβάλει σε μια άλλη, εσύ δεν επιτρέπεται να παριστάνεις, πως δε σε αφορά η περίπτωση. Οταν οι δικοί σου φαντάροι έχουν το δάκτυλο στη σκανδάλη, έτοιμοι να πυροβολήσουν, εσύ δεν μπορείς να στέκεσαι μπροστά σε αυτό το έγκλημα αδιάφορος. Εσύ δεν είσαι η "σιωπηλή πλειοψηφία". Αυτή η αρρώστια. Εσύ είσαι αυτός που βγαίνει μπροστά. Που κάνει δηλώσεις - και πολλές φορές, μάλιστα, χωρίς, καν, να σε ρωτήσουν - επί παντός επιστητού. Τώρα γιατί σωπαίνεις με τέτοια ευκολία;

Τι σου κρατάει το στόμα κλειστό; Τι σε ταπεινώνει; Γιατί ταπείνωση είναι όταν δε λες τη γνώμη σου. Και μεγαλύτερη ταπείνωση όταν δεν έχεις γνώμη. Οταν κρύβεσαι - ένοχα - πίσω από τον τίτλο σου και παριστάνεις τον αηδιασμένο. Τον απογοητευμένο. Τον άνθρωπο που σιχαίνεται, τάχα, την πολιτική. Εσύ ξέρεις, αυτά είναι δικαιολογίες. Ο άνθρωπος πρέπει να λέει παντού και πάντα την αλήθεια. Με όποιο κόστος. Γιατί σωπαίνεις τόσο απροκάλυπτα;

Αυτή, λοιπόν, είναι η πνευματική και καλλιτεχνική πρωτοπορία στη χώρα μας; Βουβά πρόσωπα; Σκυμμένα κεφάλια; Ατομα ανίκανα να πάνε κόντρα; Σκιές; Συμφωνείς με τους κομάντος μας, που κυλιούνται στα χώματα της Αλβανίας, "παίρνοντας θέσεις" απέναντι στο λαό της; Που καταλαμβάνουν ξένα λιμάνια και ξένα αεροδρόμια; Που κάνουν απόβαση; Πιστεύεις σε τέτοιες αποστολές; Δε σε προσβάλλουν εσένα τέτοιες ενέργειες; Είναι στο χαρακτήρα σου - και στην ιστορία σου - να προσβάλεις ένα άλλο λαό; Η δεν είναι - λες - προσβολή, όταν σημαδεύεις κάποιον με το όπλο σου και τον αναγκάζεις να σηκώνει τα χέρια ψηλά και να σου απολογείται; Και, μάλιστα, αυτή η πράξη να γίνεται μέσα στο ίδιο του το σπίτι; Και μπροστά στα παιδιά του;

Πως μπορείς - μετά απ' όλα αυτά - να μπεις στο αμφιθέατρο και να διδάξεις; Να στηθείς πάνω στη σκηνή και να απαγγείλεις; Να πιάσεις το πινέλο και να ζωντανέψεις το κανναβάτσο; Να γράψεις μουσική, να χορέψεις; Να κοιτάξεις τον κόσμο ίσα στα μάτια; Η τέχνη και η σκέψη θέλει - πάνω απ' όλα - ελευθερία και ελεύθερα άτομα. Ανθρώπους που θα χτυπάνε το άδικο. Που θα καταγγέλλουν την παραβίαση! Που θα εμποδίζουν, με όλες τους τις δυνάμεις - και με τη ζωή τους, ακόμα - την εισβολή και τους εισβολείς. Η Αλβανία εσένα - και εσένα - περιμένει να την υπερασπιστείς. Σε σένα - και σε εσένα - στηρίζει τις ελπίδες της. Γιατί την προδίδεις;

Ο,τι είναι αρετή για σένα, πρέπει να είναι αρετή και για τον άλλον για να είναι πραγματική αρετή. Ο, τι είναι αξία για σένα πρέπει να είναι και για εκείνον αξία. Η αυτοδιάθεση είναι δικαίωμα, που ανήκει σε όλους. Που πρέπει να ανήκει σε όλους. Δεν είναι επιλεκτικό αγαθό. Είναι προϋπόθεση. Και εσύ, με την - ένοχη - σιωπή σου διευκολύνεις την παραβίαση. Επιτρέπεις την παρέμβαση. Συμμετέχεις στην προσβολή. Γίνεσαι ένα με τους "μισθοφόρους". Η σου διαφεύγει τάχα, η "τυχαία" ανακοίνωση των αμοιβών; Ετσι δημιουργούνται οι "εθελοντές"! Με τις αμοιβές και με τη δική σου - θλιβερή - σιωπή!

Λοιπόν, αυτοί, θέλεις να πεις, ότι είμαστε; Σμήνη που πάμε στην Κορέα; Ράμπο που κάνουμε επίδειξη πάνω στη δυστυχία - και την ελπίδα - του άλλου; Λαός που τη "βρίσκει" με τη βία; Αντίγραφα των Αμερικάνων; Και τα μεγάλα λόγια; Το λαμπρό - και ένδοξο - παρελθόν; Ολα θυσία στη μικρομεσαία αντίληψη, την υποταγή και το συμβιβασμό; Ολα σε έκπτωση; Και η έκπτωση είναι πολιτική πράξη. Και η σιωπή είναι πολιτική πράξη. Το γνωρίζεις.

Η δική σου σιωπή - και η ανοχή - δε θα γεννήσει όμορφες μέρες. Για κανέναν, να το ξέρεις. Μετράνε το σφυγμό σου. Βλέπουνε το λύγισμα της μέσης σου και κάνουν τα σχέδιά τους. Κάθε μέρα θα σου ζητάνε ακόμα περισσότερες υποχωρήσεις. Συνένοχο θα σε κάνουν. Θα σε βάζουν - ασπίδα - μπροστά στα τρένα τους. Θα σε χρησιμοποιούν σαν δικαιολογία τους. Θα είσαι το άλλοθί τους. Αχρηστο όνομα με τίτλους και περικεφαλαίες θα σε μετατρέψουν. Ατομο ανυπόληπτο προσπαθούν να σε μεταβάλλουν. Ακίνδυνο για τα σχέδια που απεργάζονται.

Εσύ, όμως, γνωρίζεις. Εχεις τη γνώση να γνωρίζεις. Στον εαυτό σου θα ζητήσεις την απάντηση. Η μιλάς ή σιωπάς. Πάντως, να ξέρεις - και το ξέρεις - η σιωπή, και, μάλιστα, σε τέτοια ζητήματα, ποτέ δεν είναι χρυσός! Είναι πράξη που σε εκθέτει. Πράξη που σε τοποθετεί. Που σε προσδιορίζει. Η Αλβανία όσο και να παριστάνεις πως δεν ακούς και δε βλέπεις, θα σε ακολουθεί...


Του Γ. Χ. ΧΟΥΡΜΟΥΖΙΑΔΗ

"Μόνο λίγο καιρό ξαποσταίνει και ξανά προς τη δόξα τραβά, ξανατραβά..."

Ετσι έλεγε ένα παλιό ηρωικό τραγούδι. Και μεις οι μικροί και άλλοι, λιγότερο μικροί από μας, το τραγουδούσαμε και πηγαινοερχόμασταν όλο καμάρι και περηφάνια στους φωτεινούς δρόμους των επετείων και των λογής εθνικών εορτών. Βέβαια, όλη αυτή η εικόνα της Ελλάδας, που δεν πεθαίνει και που μόλις ξαποστάσει ξανατραβά για τη δόξα, δε μας ήτανε και πολύ καθαρή. Ρωτούσαμε να μας εξηγήσουν, γιατί να ξαποσταίνει μόνο για λίγο καιρό και, προ παντός, γιατί να ξανατραβά προς τη δόξα. Ιδιαίτερα με την ερμηνεία της δόξας, δεν τα πηγαίναμε καθόλου καλά. Αναρωτιόμασταν, δηλαδή, στα μεγάλα διαλείμματα του σχολείου, τι είναι ακριβώς αυτή η δόξα, πού κατοικεί και ποιος είναι, τέλος πάντων, αυτός που καθορίζει το χρόνο του "ξαποστάματος" και ποιος δίνει το σχετικό σινιάλο, για να ξανατραβήξει η Ελλάδα για τη δόξα. Θέλαμε να καταλάβουμε, πρώτ' απ' όλα, τι έγινε με την προηγούμενη δόξα. Τελείωσε και γι' αυτό αναγκάζεται η καημένη μας η πατρίδα να ξαναπάρει το δρόμο, αναζητώντας την ή μας την πήραν κάποιοι άλλοι, εχθροί ή φίλοι δεν έχει σημασία, και μεις τρέχουμε ξοπίσω τους, για να την πάρουμε πίσω;

Και καλά, αναρωτιόμασταν, στα μεγάλα διαλείμματα του σχολείου, πες ότι την ξαναπήραμε πίσω τη δόξα και ξανακαθίσαμε, για να ξαποστάσουμε, αν μας την πάρουνε, όμως, πάλι αυτοί που μας την πήρανε την άλλη φορά; Τέλος το ξαπόσταμα και ξανά "προς τη δόξα, τραβά ξανατραβά"; Κάτι μας έλεγε μέσα μας, βαθιά στην ξαφνιασμένη συνείδησή μας, πως αυτό το πήγαινε κι έλα δε θα τελειώσει ποτέ. Ολο και κάποιοι θα βρίσκονται να μας παίρνουν τη δόξα και μεις δε θα βρίσκουμε καιρό, για να ξαποστάσουμε και να δούμε την προκοπή μας. Σ' αυτό το ερώτημά μας, όμως, κανείς δε μας απαντούσε. Ολο με κάτι μισόλογα προσπαθούσαν να μας λύσουν τις απορίες, με αποτέλεσμα να μένουν μόνιμα καρφωμένες στο από μέσα του μυαλού μας και μαζί μ' αυτές τα ανήσυχα ερωτηματικά: Μήπως δεν τελειώσει ποτέ αυτό το εφιαλτικό "ξανατραβά"; Μήπως δεν ξεκουραστούνε ποτέ οι εθνικές μας πατούσες κι αυτό το ανεξήγητο κυνηγητό με τη δόξα δεν τελειώσει ποτέ;

Να, λοιπόν, που αυτές οι απορίες μας δεν ήταν αδικαιολόγητες. Πριν καλά καλά ξαποστάσουμε, ένα πρωί μας είπανε πως αρκετά ξαποστάσαμε και πως ήρθε η ώρα να "ξανατραβήξουμε". Μόνο που αυτή τη φορά κανένας δε μας μιλάει για τη "δόξα" και ούτε κανένας που βρίσκεται να μας λύσει τις απορίες, έστω και με μισόλογα. Και τα μεγάλα διαλείμματα του σχολείου έχουν τελειώσει εδώ και πολύ καιρό. Ετσι, μένει σε μας να βρούμε μόνοι μας την αιτία που ξαναπήραμε το δρόμο, χωρίς να έχουμε "ξαποστάσει". Να βρούμε μόνοι μας την αιτία, που ένα πρωί ξαφνικά γεμίσαμε ένα καράβι φαντάρους και τους στείλαμε στην εξεγερμένη γειτόνισσά μας, την Αλβανία, για να ξαναβρούμε τη χαμένη μας "δόξα". Τώρα, όμως, δεν είμαστε μόνοι. Το ντελάλημα απευθυνόταν και σ' άλλους. Οπως εκείνα τα παλιά ντελαλήματα του Καραγκιόζη. Εχει μέσα και Γάλλους και Πορτογάλους και Ιταλούς και Τούρκους και Σουηδούς! Τα ερωτήματα, λοιπόν, που βγαίνουν αυτή τη φορά είναι πολλά και δεν απευθύνονται στο φοβισμένο δάσκαλο της παιδικής μας ηλικίας. Πάνε κατευθείαν στ' αυτιά του υπουργού της Εθνικής Αμυνας. Είναι ερωτήματα, που καίνε, που ζητάνε απάντηση, γιατί δεν είναι ερωτήματα κάποιων παιδιών που πηγαινοέρχονται στους δρόμους των φωτεινών επετείων, τραγουδώντας εθνικά άσματα. Είναι τα ερωτήματα ενός ολόκληρου λαού, που μπορεί να μη βρίσκει τις κατάλληλες λέξεις να τα διατυπώσει και τον κατάλληλο τρόπο, για να τα στείλει εκεί που πρέπει, τα κρατάει, όμως, μέσα του και τον καίνε. Και είναι βέβαιο πως μέσα σ' αυτή τη φωτιά τα ερωτήματα ενός λαού γίνονται θυμός και κατάρα, γίνονται απογοήτευση.

Για ποια "δόξα", λένε αυτά τα ερωτήματα, ξανατραβάει η Ελλάδα, κύριε υπουργέ της Εθνικής μας Αμυνας; Απ' ό,τι θυμούμαι, τη δική μας τη δόξα την ταλαιπώρησαν στα αλβανικά βουνά η πείνα και τα κρυοπαγήματα εδώ και 56 χρόνια. Εκεί την αφήσαμε, αν θυμούμαι καλά. Αντε τώρα να τη βρούμε, ύστερα από τόσα χρόνια! Και πες ότι τη βρήκαμε, κύριε υπουργέ της Εθνικής μας Αμυνας, θα τη μοιραστούμε με τους άλλους, που τους αναφέρει το ντελάλημα και που, όπως έχουμε πληροφορηθεί, πήραν κι αυτοί τον ίδιο δρόμο με μας; Μήπως, λοιπόν, δεν ξανατραβάμε για τη "δόξα", όπως λέει το παλιό τραγούδι, αλλά για άλλο λόγο; Μήπως κάτι πονηρό μάς ελκύει; Μήπως αποφασίσαμε να πάρουμε και μεις μέρος στο παιχνίδι, που άρχισε να παίζει στην ταλαιπωρημένη πλάτη του γειτονικού μας λαού η ολέθρια και ανεπαρκώς Ενωμένη Ευρώπη, κάτω από το κυκλώπειο μάτι της μεγάλης της αδελφής, της Αμερικής; Μήπως, τέλος πάντων, ξεχάσαμε και μεις μαζί με τους άλλους τα όσα διακηρύσσουμε για την αυτοδιάθεση και την ανεξαρτησία των λαών και χωρίς να ξαποστάσουμε, όσο έπρεπε, πήραμε το δρόμο, κυνηγώντας μια "δόξα", που κανένας δεν μπορεί να μας την περιγράψει και, πιο πολύ, κανένας δε μας υπόσχεται πως θα είναι όλη δική μας;

Βέβαια, το κακό είναι πως πολύ απαντούνε μόνοι τους σε τέτοια ή παρόμοια ερωτήματα. Κινδυνεύουν τ' αδέλφια μας, λένε, και πρέπει να τα προστατέψουμε. Να τα βοηθήσουμε να ξαποστάσουν. Να βοηθήσουμε την ταλαιπωρημένη γειτόνισσά μας, λένε άλλοι. Να κρατήσουμε εμείς τα όπλα για λογαριασμό της. Να φυλάξουμε το αλεύρι, τα φάρμακα, τη ζάχαρη. Ετσι γίνεται με τους ανθρωπιστές. Είναι μια μεθοδολογία αλάνθαστη. Αφήνεις τα πράγματα να 'ρθουν ως την άκρη, βοηθάς με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο να βγούνε τα όπλα στους δρόμους, για να μην ξέρει ποιος ποιόνα σκοτώνει, ύστερα στέλνεις την ανθρωπιστική σου βοήθεια κι από κοντά εσύ, ο ανθρωπιστής, για να την προστατέψεις. Να η "δόξα". Την αρπάζεις, τη μοιράζεσαι με τους άλλους, που αναφέρονται στο ντελάλημα και στο τέλος γυρνάς στο δικό σου τον τόπο, για να ξαποστάσεις. Ετσι απαντούν οι σχετικοί αρμόδιοι. Γι' αυτό και μεις μένουμε με τις ίδιες απορίες, που τις κουβαλάμε μέσα μας από παιδιά!

Να βοηθήσουμε την ταλαιπωρημένη γειτόνισσά μας, λένε. Να κρατήσουμε εμείς τα όπλα για λογαριασμό της. Να φυλάξουμε το αλεύρι, τα φάρμακα, τη ζάχαρη. Ετσι γίνεται με τους ανθρωπιστές. Είναι μια μεθοδολογία αλάνθαστη. Αφήνεις τα πράγματα να 'ρθουν ως την άκρη, βοηθάς, με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο, να βγούνε τα όπλα στους δρόμους, για να μην ξέρει ποιος ποιόνα σκοτώνει, ύστερα στέλνεις την ανθρωπιστική σου βοήθεια κι από κοντά εσύ, ο ανθρωπιστής, για να την προστατέψεις. Να η "δόξα"



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ