Πάνω από 350.000 μικρομεσαίες επιχειρήσεις από το χώρο των βιοτεχνών και εμπόρων θα βάλουν λουκέτο μέχρι το 1999, αν συνεχιστεί η ίδια αντιλαϊκή πολιτική. Καμιά δέσμευση δεν ανέλαβε ο πρωθυπουργός για ικανοποίηση κάποιου από τα αιτήματα που περιλαμβάνονται στο υπόμνημα της ΓΣΕΒΕΕ
Με άδεια χέρια έφυγαν οι εκπρόσωποι της Εθνικής Συνομοσπονδίας Ελληνικού Εμπορίου (ΕΣΕΕ) και της Γενικής Συνομοσπονδίας Επαγγελματιών Βιοτεχνών και Εμπόρων Ελλάδας (ΓΣΕΒΕΕ) από τη συνάντηση που είχαν την προηγούμενη Δευτέρα με τον πρωθυπουργό, στον οποίο εξέθεσαν την τραγική κατάσταση του επαγγελματοβιοτεχνικού και εμπορικού κόσμου. Στην επισήμανση των εκπροσώπων της ΓΣΕΒΕΕ και ΕΣΕΕ, ότι στην επόμενη τριετία θα βάλουν λουκέτο περίπου 350.000 μικρομεσαίες επιχειρήσεις από το χώρο των βιοτεχνών και εμπόρων, ο πρωθυπουργός παρέμεινε στην ουσία απαθής. Και φυσικά, αρνήθηκε να αναλάβει οποιαδήποτε δέσμευση πάνω στα καυτά τους προβλήματα και περιορίστηκε να κάνει λόγο για μελλοντικές περιορισμένες παρεμβάσεις μόνο στο θέμα του ανταγωνισμού.
Τα προβλήματα των επαγγελματοβιοτεχνών και εμπόρων και τις προτάσεις της για την αντιμετώπισή τους και την έξοδο από την κρίση αναφέρει σε σχετικό υπόμνημα που υπέβαλε στον πρωθυπουργό η ΓΣΕΒΕΕ. Συγκεκριμένα, αναφερόμενη στη γενική κατάσταση του επαγγελματοβιοτεχνικού κόσμου η Συνομοσπονδία επισημαίνει ότι από το 1990 άρχισε μια ραγδαία επιδείνωση του περιβάλλοντος δράσης των ΜΜΕ, με την ανατροπή του θεσμικού και του οικονομικού πλαισίου λειτουργίας τους. Ειδικότερα σημειώθηκαν:
Την ίδια στιγμή, σημειώνεται μια συνεχής επιδείνωση της οικονομικής θέσης των ΜΜΕ, που εκφραζόταν με τη μείωση του τζίρου και την αύξηση των πτωχεύσεων και των ακάλυπτων επιταγών και γραμματίων, ενώ η κατάσταση αυτή χειροτέρευε ακόμα παραπέρα, εξαιτίας της ασκούμενης εισοδηματικής πολιτικής και της ραγδαίας αποβιομηχάνισης ολόκληρων τομέων της οικονομίας.
Παράλληλα, όπως υπογραμμίζει η ΓΣΕΒΕΕ, παρά τις αντίθετες διακηρύξεις των κυβερνήσεων από το 1980 και μετά για στήριξη των ΜΜΕ, για εκσυγχρονισμό τους και για αντιμετώπιση των συνεπειών της ενιαίας αγοράς και του ανταγωνισμού, το τελικό αποτέλεσμα είναι ότι σήμερα βρίσκονται σε χειρότερη θέση.
Σήμερα, είναι εθνική ανάγκη η αναστροφή της πορείας συρρίκνωσης και περιθωριοποίησης των ΜΜΕ. Για την αναστροφή αυτή επείγει η διατύπωση ενός εθνικού σχεδίου προγραμματισμένης ανάπτυξης και εκσυγχρονισμού των ΜΜΕ, που θα λαμβάνει υπόψη τη διεθνοποίηση, το σκληρό και άνισο ανταγωνισμό, τα συμφέροντα της εθνικής οικονομίας και θα στοχεύει στην ανάπτυξη των συγκριτικών πλεονεκτημάτων των ΜΜΕ, ώστε να μπορούν να παίξουν τον οικονομικοκοινωνικό τους ρόλο στις σύγχρονες συνθήκες. Παράλληλα, πρέπει να επιδιωχτεί η πραγματική αξιοποίηση των κοινοτικών προγραμμάτων και προγραμμάτων κατάρτισης για τις ΜΜΕ με εφαρμογή ειδικών προγραμμάτων για τις πολύ μικρές επιχειρήσεις και τους αυτοαπασχολούμενους.
Σε εθνικό επίπεδο, σύμφωνα με το υπόμνημα της ΓΣΕΒΕΕ, η διατύπωση ενός επείγοντος αναπτυξιακού προγράμματος πρέπει να συμπεριλαμβάνει μεταξύ άλλων τα εξής:
α) Δραστικό περιορισμό της εγκατάστασης και λειτουργίας των πολυκαταστημάτων.
β) Χτύπημα των εναρμονισμένων πρακτικών και του αθέμιτου ανταγωνισμού των πολυκαταστημάτων σε βάρος ορισμένων κλάδων με σκόπιμες πωλήσεις κάτω του κόστους.
γ) Ελεγχο και πάταξη των φαινομένων του "φόρου εισόδου", "συμμετοχής" στη διαφήμιση, μη οριστικής πώλησης, αν δεν καταναλωθεί το προϊόν, υπερβολική παράταση της εξόφλησης κλπ.
δ) Ελεγχο των ολιγοπωλιακών ομάδων, που ελέγχουν τις αγορές κρέατος, λαχανικών, πρώτων υλών, τροφίμων κλπ., που δρουν ανεξέλεγκτα σε περιόδους πραγματικών ή τεχνητών κρίσεων.
ε) Ελεγχο των εναρμονισμένων πρακτικών τιμών που πλήττουν τον καταναλωτή και το μικρομεσαίο επιχειρηματία, μέσω του ελέγχου σχηματισμού των τιμών.
στ) Νομιμοποίηση της έκδοσης και ανάρτησης ενδεικτικών τιμοκαταλόγων - οδηγών από τους συλλογικούς φορείς, αφού έχει αποδειχτεί ότι τελικά δρουν προστατευτικά για τον καταναλωτή και τον επιχειρηματία και λειτουργούν ως μέτρο σύγκρισης.
ζ) Καθιέρωση της κοινωνικής συμμετοχής στην εφαρμογή της αντιμονοπωλιακής νομοθεσίας και στον πρακτικό έλεγχο της δράσης των μονοπωλιακών επιχειρήσεων, πέρα από την τυπική συμμετοχή των φορέων στην επιτροπή προστασίας ανταγωνισμού.
Μελίνα ΖΙΑΓΚΟΥ
Συνάντηση με το διοικητή του ΤΕΒΕ θα έχουν σήμερα οι εκπρόσωποι της Συντεχνίας Επιπλοποιών και Ξυλουργών Καταστηματαρχών Αθηνών και Προαστίων, με αντικείμενο τις οφειλές ασφαλιστικών εισφορών σ' αυτό, ενώ για το ίδιο θέμα έχουν ζητήσει και συνάντηση με τον υπουργό Εργασίας.
Σε σχετική επιστολή προς το διοικητή του Ταμείου, τον υπουργό Εργασίας και την υπουργό Ανάπτυξης η συντεχνία αναφέρει ότι η σημερινή οικονομική κατάσταση του ΤΕΒΕ είναι ανθηρή, αφού το 1995 το Ταμείο παρουσίασε διαθέσιμα της τάξης των 75 δισ. δρχ., αύξηση δηλαδή κατά 25% σε σχέση με το 1994. Την ίδια στιγμή, όμως, τονίζεται, εμφανίζονται στοιχεία που αποτελούν πηγή ανησυχίας για το συνδικαλιστικό κίνημα των ΕΒΕ, όπως:
Σε αυτά προστίθεται η τραγική κατάσταση των ΕΒΕ μέσα σε κλίμα άγριας φοροκλοπής και κατάργησης ολόκληρου του θεσμικού πλαισίου υγιούς λειτουργίας τους, που κάνει δυσβάσταχτη την πληρωμή των ασφαλιστικών εισφορών στα ταμεία. Με βάση αυτή την κατάσταση, η Συντεχνία θεωρεί ότι το ΤΕΒΕ πρέπει να διατηρήσει την καλή οικονομική του κατάσταση και να βελτιώσει το επίπεδο παροχών του για να μη βρεθεί κάποια στιγμή στο αδιέξοδο που βρέθηκαν άλλοι ασφαλιστικοί οργανισμοί.
Μεταξύ άλλων η Συντεχνία Επιπλοποιών και Ξυλουργών προτείνει:
Σε ρυθμιστική δύναμη στο νεοεκλεγέν Διοικητικό Συμβούλιο που προέκυψε από τις χτεσινές και προχτεσινές εκλογές στον Εμπορικό Σύλλογο του Πειραιά αναδείχτηκε η "Αγωνιστική Συνεργασία Εμπόρων" της πόλης.
Από την καταμέτρηση των ψήφων, που έγινε χτες, προκύπτει ότι:
Η απειλή του λουκέτου προ των πυλών για χιλιάδες μικροεπιχειρήσεις