ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 4 Αυγούστου 1996
Σελ. /40
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
ΤΟΥΡΙΣΜΟΣ - ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Στον αυτόματο πιλότο των πολυεθνικών

Πολύ βαθύτερες οι αιτίες για την κρίση στον τουρισμό, από εκείνες που προβάλλει η κυβέρνηση. Η πλήρης απουσία τουριστικού σχεδιασμού και η παράδοση του τουρισμού στα κυκλώματα των πολυεθνικών, οι κύριες αιτίες για τη σημερινή κατάσταση

Ερωτηματικά προκαλούν, στην καλύτερη περίπτωση, οι πρόσφατες δηλώσεις της υπουργού Ανάπτυξης, Β. Παπανδρέου, η οποία ούτε λίγο ούτε πολύ επιχείρησε με τον πλέον άκομψο τρόπο να συνδέσει τη φετινή πτώση της τουριστικής κίνησης στη χώρα με την ύπαρξη κυκλωμάτων στον ΕΟΤ και την... "κουτοπονηριά" ορισμένων επαγγελματιών σε τουριστικούς κλάδους. Ερωτηματικά, και όχι μόνο, αφού είναι γνωστό και στον τελευταίο Ελληνα πολίτη, ότι τόσο η κυβέρνηση συνολικά, όσο και η ίδια προσωπικά, φέρουν ακέραια την ευθύνη και για τον τρόπο που λειτουργεί ο ΕΟΤ και για την κατάσταση που έχει διαμορφωθεί στην "ελεύθερη" αγορά. Ερωτηματικά, και όχι μόνο, επειδή δεν είναι λίγοι εκείνοι που υποστηρίζουν - βάσιμα σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις - πως η υπουργική παρέμβαση για τον τουρισμό και τον ΕΟΤ απέβλεπε κυρίως στο "ξήλωμα" διορισμένων από την κυβέρνηση στελεχών στον Οργανισμό. Ερωτηματικά και υποψίες, επειδή είναι φανερό πως απώτερος στόχος της υπουργού ήταν να αποκρύψει πλήρως και να συσκοτίσει όλα τα ζητήματα που έχουν σχέση με τις βαθύτερες αιτίες για την κρίση στον τομέα του τουρισμού. Μια κρίση που από τότε, όταν πριν από κάμποσα χρόνια οι κυβερνήσεις - και του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ - χάραζαν τη... στρατηγική τους για τον τουρισμό, ήταν πάνδηλο πως σύντομα θα εμφανιστεί.

Βαθύτερα τα αίτια

Το βέβαιο είναι ότι τα αίτια της κρίσης είναι πολύ βαθύτερα από αυτά που σήμερα επιχειρεί να εμφανίσει η κυβέρνηση, "δείχνοντας" τα "κυκλώματα του ΕΟΤ", τους "κακούς επαγγελματίες", το "σπατόσημο", τα καζίνο, τους "κακούς" εναέριους ελεγκτές κλπ. Οι ρίζες της βρίσκονται πρώτα και κύρια στην πλήρη αποδοχή και την υποταγή των ελληνικών κυβερνήσεων στη λογική που θέλει την Ελλάδα - στα πλαίσια των καταμερισμού της ΕΟΚ πριν και της ΕΕ σήμερα - χώρα παροχής υπηρεσιών και τουρισμού, σε αντιστάθμισμα, υποτίθεται, της συστηματικής υποβάθμισης της ελληνικής βιομηχανίας και άλλων παραγωγικών κλάδων της οικονομίας. Μια πολιτική βαθιά λαθεμένη, αλλά και επικίνδυνη, που σε συνδυασμό και με άλλες, παράλληλες επιλογές, όχι μόνο βάζει "φρένο" στην αξιοποίηση των παραγωγικών δυνατοτήτων που έχει η χώρα, αλλά οδηγεί σταδιακά και στην υποβάθμιση του ίδιου του τουρισμού. Σαν τέτοιες επιλογές μπορεί επιγραμματικά να αναφερθούν:

  • Η παντελής απουσία συγκεκριμένης πολιτικής και προγραμμάτων που θα στοχεύουν στην πραγματική ανάπτυξη του τουρισμού.
  • Η περιθωριοποίηση του ΕΟΤ και η εκχώρηση ζητημάτων που αφορούν τη διαμόρφωση τουριστικής πολιτικής στο μεγάλο - ντόπιο και ξένο - κεφάλαιο.
  • Η σκανδαλώδης εγκατάλειψη τουριστικών μονάδων του δημοσίου.
  • Το απροκάλυπτο ξεπούλημα της περιουσίας του ΕΟΤ, που περνά στα χέρια των μεγαλοεπιχειρηματιών του κλάδου.
  • Η ανεξέλεγκτη είσοδος ξένων μονοπωλίων στη χώρα και ο πλήρης έλεγχος της τουριστικής κίνησης από το διεθνές κύκλωμα των τουρ - οπερέιτορς.
  • Η χωρίς όρια και οποιοδήποτε έλεγχο χρηματοδότηση μεγαλοεπιχειρηματιών του κλάδου για τη δημιουργία μονάδων, που πολύ γρήγορα άρχισαν να μετατρέπονται σε προβληματικές επιχειρήσεις.
  • Ο παραγκωνισμός και η στυγνή εκμετάλλευση των χιλιάδων εργαζομένων στον κλάδο, οι οποίοι αναγκάζονται να εργάζονται - όσο και όταν βρίσκουν δουλιά - σε καθεστώς μεσαιωνικών σχέσεων εργασίας.

Η πορεία ανάπτυξης του τουρισμού στη χώρα, τα τελευταία κύρια χρόνια, στηρίχτηκε κύρια στα κίνητρα που δίνονταν από τον κρατικό κορβανά στους επιχειρηματίες οι οποίοι δήλωναν πως θέλουν να κάνουν επενδύσεις στον κλάδο. Διαφόρων μορφών "κίνητρα", φοροαπαλλαγές, μειωμένες εισφορές στα ασφαλιστικά ταμεία, μειωμένες τιμές στα καύσιμα, στα τιμολόγια της ΔΕΗ, του ΟΤΕ, της ΕΥΔΑΠ, σκανδαλώδεις ρυθμίσεις δανείων, ακόμα και άτοκα δάνεια, ήταν το δέλεαρ για τη δημιουργία τουριστικών μονάδων, με τίμημα βεβαίως την αποδιάρθρωση της ελληνικής βιομηχανίας και της αγροτικής οικονομίας. Είναι ενδεικτικό ότι μόνο στη διετία 1988 - '90 εμφανίστηκαν 212 νέες τουριστικές μονάδες στις Κυκλάδες, τα Δωδεκάνησα και το Ν. Αιγαίο, 166 στην Κρήτη, 60 στα Ιόνια νησιά, 57 στην Κεντρική Μακεδονία, 54 στο Β. Αιγαίο κλπ.

Οι τουρ - οπερέιτορς

Στην πραγματικότητα πρόκειται για μονάδες που δε στήθηκαν στη βάση κάποιου προγραμματισμού παραπέρα ανάπτυξης του ελληνικού τουρισμού και γι' αυτό σχεδόν αυτόματα, μαζί και με τις προϋπάρχουσες, μετατρέπονται σταδιακά σε κρίκους εξυπηρέτησης των τουρ - οπερέιτορς. Του μεγάλου κεφαλαίου, δηλαδή, που ελέγχει ολόκληρο το τουριστικό κύκλωμα. Οι τουρ - οπερέιτορς, βεβαίως, από καιρό έχουν πάψει να είναι γραφεία ταξιδιών που προσφέρουν πακέτα διακοπών. Πρόκειται για πολυεθνικές, πολυκλαδικές επιχειρήσεις με δεκάδες θυγατρικές, που διαθέτουν ή διαχειρίζονται στόλους από αεροπλάνα, ξενοδοχειακά συγκροτήματα, τουριστικά χωριά, μέσα μεταφοράς, κέντρα διασκέδασης και γενικά οτιδήποτε εξυπηρετεί τα λεγόμενα τουριστικά πακέτα, τα οποία όχι μόνο διακινούν, αλλά καθοδηγούν και ελέγχουν. Είναι μάλιστα κοινός τόπος, πως οι επιχειρήσεις αυτές της ΕΕ είναι από τις πλέον ισχυρές στον κόσμο, αφού ελέγχουν το 67% της τουριστικής κίνησης παγκοσμίως. Πανίσχυρος είναι ο ρόλος τους και στη χώρα μας, αφού σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία ελέγχουν πάνω από το 60% της διακίνησης των τουριστών που επισκέπτονται την Ελλάδα. Με δυο λόγια, δεν είναι καθόλου υπερβολή να ειπωθεί πως η τουριστική πολιτική της χώρας, που και αυτή κυριεύεται από το δόγμα της "ελεύθερης αγοράς", έχει ανοίξει διάπλατα το δρόμο για εξελίξεις που μόνο θετικές δεν είναι για τον ελληνικό τουρισμό. Αντίθετα, ήδη βρίσκεται κάτω από τον ασφυκτικό έλεγχο των τουρ - οπερέιτορς, σε μια σχέση υποταγής και εξάρτησης, που στη συγκεκριμένη περίπτωση σημαίνει εξάρτηση και στον προσανατολισμό και στην ιεράρχηση των έργων υποδομής. Εξάρτηση στον ίδιο τον τύπο της τουριστικής ανάπτυξης.

Ειδικά σε ό,τι αφορά τον τύπο της τουριστικής ανάπτυξης, οι ευθύνες των κυβερνώντων, αλλά και των επιχειρηματικών φορέων που εμπλέκονται με τον τουρισμό είναι μεγάλες και οφθαλμοφανείς. Σύμφωνα μάλιστα με εκτιμήσεις αρμοδίων παραγόντων, η επιλογή ενός συγκεκριμένου τύπου τουριστικής ανάπτυξης από την προηγούμενη ακόμα δεκαετία - ίσως και πιο νωρίς - προδιέγραψε την αδιέξοδη πορεία του. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι περισσότερες "παρεμβάσεις", "επενδύσεις", "επιχειρηματικά σχέδια", όλο αυτόν τον καιρό στόχο είχαν την προσέλκυση οικονομικά ευκατάστατων κατηγοριών τουριστών, κύρια από το εξωτερικό. Ενδεχόμενα να μην υπάρχει άλλο παράδειγμα που ευρωπαϊκή χώρα να υποτίμησε σε τέτοιο βαθμό όσο η Ελλάδα τις δυνατότητες που υπάρχουν και τις προοπτικές που διανοίγονται μέσα από το μαζικό εσωτερικό και εξωτερικό τουρισμό. Μέσα από την ανάπτυξη συστημάτων και τουριστικών προγραμμάτων για τους εργαζόμενους, που απευθείας και χωρίς τη μεσολάβηση των τουρ - οπερέιτορς μπορεί να προσελκύσει μια χώρα. Η "στόχευση" όμως στον ακριβό τουρίστα είχε ως αποτέλεσμα να εμφανιστούν και ανάλογα ξενοδοχειακά συγκροτήματα υψηλού κόστους, τόσο στη κατασκευή όσο και στη λειτουργία τους. Συγκροτήματα τα οποία το ένα μετά το άλλο περιέρχονται σε κρίση και κατάσταση προβληματικότητας.

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ
Η λιτότητα κόντρα στον τουρισμό

Η αντιλαϊκή πολιτική, που επιβάλλεται σε βάρος των εργαζομένων των χωρών - μελών της ΕΕ, περιορίζει τις δυνατότητες για διακοπές και "διώχνει" τους τουρίστες από τη χώρα

Η επίθεση στα εισοδήματα των εργαζομένων στις χώρες - μέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης είναι αναμφισβήτητα ένας από τους πλέον σημαντικούς παράγοντες της μειωμένης τουριστικής κίνησης προς τη χώρα μας. Η βαθιά αντιλαϊκή πολιτική που ακολουθούν, η μια μετά την άλλη, οι κυβερνήσεις των ευρωπαϊκών χωρών, και ανεξάρτητα αν αυτή εκδηλώνεται με μείωση των εισοδημάτων, με ανεργία, με χτύπημα των κοινωνικών κατακτήσεων ή όλα μαζί, οι θυσίες στις οποίες επιβάλλονται δεκάδες εκατομμύρια εργαζομένων στο όνομα της Ενωμένης Ευρώπης και των στόχων της Συνθήκης του Μάαστριχτ, αφήνουν έντονα τη σφραγίδα τους στον τομέα του τουρισμού. Το αποτέλεσμα είναι να μειώνεται συνεχώς το διαθέσιμο εισόδημα των Ευρωπαίων εργαζομένων γενικά, ειδικότερα το εισόδημα που προορίζεται για το κεφάλαιο "διακοπές". Ετσι, πολλοί είναι εκείνοι που αναγκάζονται να πουν "όχι" στην προοπτική διακοπών στο εξωτερικό, ακόμα περισσότεροι είναι αυτοί που καθοδηγούμενοι και από τους τουρ- οπερέιτορς προσανατολίζονται σε άλλες - τις θεωρούμενες φτηνότερες - χώρες.

Η διαπίστωση ότι η οικονομική κατάσταση στις χώρες - μέλη της ΕΕ πρόκειται να επιδράσει αρνητικά την τουριστική κίνηση προς τη χώρα μας, ειδικά φέτος, δεν είναι καινούρια. Την έχουν διατυπώσει, άλλωστε, έγκαιρα προς τις αρμόδιες υπηρεσίες και οι διευθυντές των γραφείων εξωτερικού του ΕΟΤ.

Μείωση των αφίξεων τουριστών από το εξωτερικό στη χώρα μας σημειώθηκε και πέρσι, όπως προκύπτει από τα στοιχεία της Στατιστικής Υπηρεσίας, όπως φαίνεται και από το σχετικό πίνακα. Από τον πίνακα γίνεται επίσης φανερό ότι η μείωση στις αφίξεις από τις χώρες - μέλη της ΕΕ είναι πολύ μεγαλύτερη από τη γενικότερη πτώση που παρουσίασε η τουριστική κίνηση. Πρέπει να σημειωθεί ότι τα ποσοστά αυξήσεων στην τουριστική κίνηση του 1994 εμφανίζονται με τέτοιους ρυθμούς αύξησης λόγω της κάμψης που είχε σημειωθεί τα προηγούμενα χρόνια εξαιτίας της κρίσης στη Γιουγκοσλαβία.

Σύμφωνα με επίσημες κυβερνητικές εκτιμήσεις, οι συνολικές αφίξεις για φέτος, στην πλέον αισιόδοξη εκδοχή, θα είναι μικρότερες κατά 10% σε σχέση με την περσινή χρονιά. Την ίδια ώρα βέβαια, οι διάφοροι φορείς που εμπλέκονται με τον τουρισμό κάνουν λόγο για ακόμα μεγαλύτερα ποσοστά πτώσης, ενώ ήδη έχουν δει το φως της δημοσιότητας περιπτώσεις ιδιαίτερα χαμηλής πληρότητας στα ξενοδοχεία. Ειδικότερα, οι εκτιμήσεις του ΕΟΤ κατά χώρα έχουν ως εξής:

  • Μ. Βρετανία: Αναμένεται πτώση της ροής τουριστών προς την Ελλάδα κατά 18%,αλλά και γενικότερη πτώση της εκροής τουριστικού συναλλάγματος, κυρίως εξαιτίας της οικονομικής κρίσης που μαστίζει τη χώρα.
  • Γερμανία: Τα ταξίδια προς την Ελλάδα ήταν μειωμένα από 10% ως 20% μέχρι το Μάη. Οι τουρ - οπερέιτορς ελπίζουν τώρα σε πωλήσεις "της τελευταίας στιγμής", αν και τα πρόσφατα μέτρα λιτότητας της κυβέρνησης Χ. Κολ δυσκολεύουν τις προσπάθειες.
  • Ιταλία: Οι Ιταλοί που θα περάσουν φέτος στην άλλη άκρη της Αδριατικής θα είναι αυξημένοι σε ποσοστό 8 - 10%. Καθοριστικό ρόλο εδώ παίζει η ανατίμηση της ιταλικής λιρέτας έναντι της δραχμής κατά το 1995, που καθιστά φθηνότερες τις διακοπές των γειτόνων στη χώρα μας.
  • Αυστρία: Τα μέτρα λιτότητας που εξήγγειλε η κυβέρνηση έχουν επιδράσει, ώστε ο αριθμός των Αυστριακών που θα ταξιδεύσουν φέτος να είναι μειωμένος κατά 7%. Αν και η κίνηση του Ιούνη χαρακτηρίζεται καλή, οι υψηλές τιμές της περιόδου αιχμής (Ιούλης - Αύγουστος) θα συγκρατήσουν τις αφίξεις.
  • Γαλλία: Λιγότεροι κατά 7%, επίσης, θα είναι φέτος και οι Γάλλοι τουρίστες, καθώς τα εισοδήματα των εργαζομένων συρρικνώνονται. Ωστόσο, η κυβέρνηση Ζ. Σιράκ ασχολείται περισσότερο με τους δείκτες του Μάαστριχτ, παρά με την ευημερία των πολιτών...
  • Ολλανδία: Μικρή μείωση ή, στην καλύτερη περίπτωση, στασιμότητα στη ροή των τουριστών προς την Ελλάδα, αλλά και τις υπόλοιπες μεσογειακές χώρες. Οι Ολλανδοί αντ' αυτών προτίμησαν το "Ευρω '96" στη γειτονική Αγγλία!
  • Σκανδιναβικές χώρες: Ο αριθμός των Σκανδιναβών που θα επισκεφτούν φέτος την Ελλάδα θα κυμανθεί στα ίδια με τα περσινά επίπεδα του 1 εκατ. τουριστών.
  • Βέλγιο: Μείον 7% οι τουρίστες σε σχέση με το 1994, καθώς οι κυβερνώντες εκτιμούν ότι προέχει η εξυπηρέτηση του υψηλού δημοσίου χρέους και όχι οι "σπατάλες" των ιθαγενών κατοίκων της χώρας στα ελληνικά νησιά.
  • Ελβετία: Το πολύ υψηλό κατά κεφαλήν εισόδημα των Ελβετών, σε συνδυασμό με την εντυπωσιακή ανατίμηση του ελβετικού φράγκου έναντι της δραχμής το 1995, γεμίζει αισιοδοξία τους υπεύθυνους του εκεί γραφείου του ΕΟΤ. Ποσοτικές μετρήσεις, ωστόσο, είναι δύσκολο να γίνουν στην παρούσα φάση, καθώς οι περισσότεροι Ελβετοί προτιμούν το φθινόπωρο για τις διακοπές τους.
  • Ρωσία: Ενα απειροελάχιστο τμήμα του πληθυσμού έχει υψηλό, μα πάρα πολύ υψηλό εισόδημα, σε βάρος βέβαια όλων των υπολοίπων που λιμοκτονούν. Από τους Ρώσους "νέο"- καπιταλιστές λοιπόν, αυτοί που θα κατηφορίσουν φέτος στη χώρα μας εκτιμάται ότι θα είναι αυξημένοι κατά 20%.
  • Τσεχία: Τα ίδια με τα παραπάνω ισχύουν πάνω - κάτω και εδώ. Το 1996 αναμένεται αύξηση μεγαλύτερη του 10%, που σημαίνει ότι σχεδόν 170.000 Τσέχοι θα επισκεφτούν την Ελλάδα, έναντι 130.000 το 1995.
  • Ισραήλ: Ως και τον Ιούνη καταγράφηκε αύξηση της τουριστικής κίνησης άνω του 5%, χωρίς να υπολογιστούν οι επτά προσγειώσεις τσάρτερ τη βδομάδα στα αεροδρόμια της Ρόδου και της Κω.
  • Καναδάς: Οι κρατήσεις ως τώρα από τον Καναδά προς την Ελλάδα εμφανίζονται αυξημένες κατά 25%. Ευχής έργο, η τάση να συνεχιστεί και τους επόμενους μήνες.
  • Ιαπωνία: Οι περισσότεροι τουρ - οπερέιτορς της χώρας του Ανατέλλοντος Ηλίου "βλέπουν" φέτος την κίνηση προς την Ελλάδα να παρουσιάσει αύξηση της τάξης του 5%.
ΟΙ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΚΚΕ ΓΙΑ ΤΟΝ ΤΟΥΡΙΣΜΟ
Η διέξοδος βρίσκεται σε μια άλλη πολιτική

Ο τουρισμός κατέχει αναμφισβήτητα σημαντική θέση στην οικονομία της χώρας. Το ζήτημα είναι κατά πόσο τον αφήνεις στον αυτόματο πιλότο του υποτιθέμενου ανταγωνισμού, με όλες τις δυσμενείς προοπτικές που αυτό σημαίνει, ή πηγαίνεις κόντρα στα συμφέροντα των μονοπωλίων του κλάδου. Τα τελευταία ιδιαίτερα χρόνια, όπως και η καθημερινή σήμερα πραγματικότητα, δίνουν πληθώρα χεροπιαστών αποδείξεων ότι είναι αδύνατον ο τουρισμός, να αποτελέσει πηγή ανάπτυξης και ευημερίας για το λαό και τη χώρα, όταν ακολουθείται μια συνολική πολιτική, με κύριο στόχο της την εξυπηρέτηση της πλουτοκρατικής ολιγαρχίας των πολυεθνικών. Οταν οι ακόρεστες ορέξεις των τουρ οπερέιτορς αποτελούν τις κατευθυντήριες γραμμές της όποιας τουριστικής πολιτικής.

Σχετικά πρόσφατα, στις 24 Ιούλη 1996, η ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, Αλέκα Παπαρήγα,παρουσίασε τις προτάσεις του Κόμματος για τον τουρισμό, σε σύσκεψη τουριστικών φορέων της Κρήτης, που έγινε στο Ρέθυμνο. Από την παρουσίαση αυτή, αντλούμε τις παρακάτω προτάσεις, που φανερώνουν τη ριζικά διαφορετική λογική και πολιτική του ΚΚΕ, για το συγκεκριμένο αυτό τομέα. Μια πολιτική, που εντάσσει αρμονικά τον τουρισμό στη γενικότερη πολιτική ανάπτυξης της χώρας και τον προσανατολίζει στην εξυπηρέτηση των εργαζομένων και του λαού.

"Ιδιαίτερη σημασία, τόνισε η Αλέκα Παπαρήγα στην προαναφερόμενη σύσκεψη, έχουν τα εξής ζητήματα: Πρώτον,η διεκδίκηση και η δημιουργία ενός σύγχρονου ΕΟΤ - όχι αυτού που ήταν πριν και όχι βέβαια του σημερινού - που θα χαράξει την αναγκαία για τη χώρα τουριστική πολιτική και θα αντισταθεί στους γνωστούς τουρ οπερέιτορς, που λυμαίνονται το χώρο του τουρισμού. Δεύτερον,η γενικότερη πολιτική στήριξης του εισοδήματος των εργαζόμενων, ώστε να αυξηθεί και ο εσωτερικός τουρισμός. Τρίτον,η βελτίωση της υποδομής και των υπηρεσιών, όπως και της χωροταξικής κατανομής τους, ούτως ώστε να στηριχτεί, όχι μόνο ο τουρισμός των μεγαλοσυγκροτημάτων, αλλά και ο ήπιος τουρισμός των μικρομεσαίων συγκροτημάτων, που διαρκεί όλο το χρόνο και είναι πολύ περισσότερο ισόρροπα κατανεμημένος".

Οι συγκεκριμένες προτάσεις - άξονες, που μπορούν να αποτελέσουν το βασικό πλαίσιο μιας πολιτικής διεξόδου από τη σημερινή κρίση του τουριστικού τομέα- στα πλαίσια, βέβαια, μιας γενικότερα διαφορετικής πολιτικής - και παρουσίασε η ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, έχουν ως εξής:

Ο τουρισμός μπορεί να προσφέρει, "δίπλα" στη βιομηχανική και αγροτική παραγωγή, και μάλιστα διασυνδεόμενος μαζί τους, ιδιαίτερα με τη βιομηχανία και τη βιοτεχνία. Ο τουρισμός μπορεί να συμβάλει στη δημιουργία παραγωγικών μονάδων της χώρας, από τη στιγμή που η χώρα δεν αποτελεί το ξέφραγο αμπέλι των μεγάλων, ξένων κυκλωμάτων.

Ο ρόλος του σχεδιασμού και του ελέγχου ανήκει στο δημόσιο τομέα. Εναν τομέα, βέβαια, διαφορετικό πολιτικά και ποιοτικά από το σημερινό και με κύριο στόχο του, την ανάληψη της ευθύνης των διαπραγματεύσεων με τις πολυεθνικές εταιρίες, που σήμερα κυριαρχούν, για να αμβλυνθεί και να μειωθεί η εξάρτηση απ' αυτές και την αυθαιρεσία τους.

Είναι αναγκαία η ύπαρξη ουσιαστικού ελέγχου στα μεγάλα και στα μικρά συγκροτήματα, τόσο στη διαμόρφωση των τιμών, όσο και κυρίως στη διαρροή συναλλάγματος.

Ο σχεδιασμός και ο προγραμματισμός πρέπει να έχει οικονομικά, κοινωνικά και πολιτιστικά κριτήρια, όχι μόνο για τους ξένους τουρίστες, αλλά και τις ζωτικές ανάγκες του λαού, για ανάπαυση, αναψυχή, γνωριμία με την ιστορία και τα μνημεία της χώρας.

Αποφασιστικής σημασίας στοιχείο για μια διαφορετική πολιτική στον τουρισμό, είναι η οικολογική προστασία των περιοχών, ο σεβασμός της αρχιτεκτονικής παράδοσης. Η ανάπτυξη ήπιων και έκτακτων μορφών τουρισμού, η ανάπτυξη του αγροτοτουρισμού.

Η δημιουργία εναλλακτικών ποικίλων τουριστικών προγραμμάτων, για ειδικές κατηγορίες πληθυσμού και για τη χειμερινή περίοδο.

Η οριοθέτηση περιοχών, που εξειδικεύονται στο μαζικό τουρισμό, με κριτήριο τη χωρητικότητα, την υποδομή και βεβαίως τις οικολογικές επιπτώσεις.

Η διασφάλιση θέσεων σταθερής απασχόλησης και οι αναγκαίες προσλήψεις, αφού, και με τα σημερινά ακόμη δεδομένα, η αναλογία αναγκών και προσωπικού δεν είναι ισορροπημένη. Η ύπαρξη ενός ορίου εποχιακών προσλήψεων (π.χ. στο 25%) στο σύνολο των σταθερά απασχολούμενων είναι επιτακτικά αναγκαία. Οπως και η ουσιαστική αύξηση των αμοιβών στους εργαζόμενους του κλάδου.

Απαραίτητη είναι η επιδότηση των ανέργων, για όσο χρόνο αυτοί είναι άνεργοι παρά τη θέλησή τους.

Γιατί τώρα η "Κεντροαριστερά";

Η προσπάθεια, που καταβάλλει η σοσιαλδημοκρατία να προωθήσει μια νέα "κοινωνική συμφωνία", μέσα από την οποία επιδιώκει να κάμψει τις αντιστάσεις της εργατικής τάξης και να αντιμετωπίσει τον "κίνδυνο" ανάπτυξης του εργατικού κινήματος, μπροστά στη νέα αχαλίνωτη επίθεση, που έχει εξαπολύσει το μονοπωλιακό κεφάλαιο, συνδυάζεται στο πολιτικό επίπεδο με την προώθηση μιας συμμαχίας συγγενών πολιτικών χώρων για τη διαμόρφωση της λεγόμενης Κεντροαριστεράς.

Υποτίθεται ότι η Κεντροαριστερά είναι η απάντηση στη νεοφιλελεύθερη αντίληψη των συντηρητικών δυνάμεων, που, ταυτόχρονα, κινούνται για τη διαμόρφωση ενός άλλου πολιτικού πόλου, της λεγόμενης Κεντροδεξιάς, και οι οποίες, από άποψη πολιτικής φιλοσοφίας, επιδιώκουν την παντοκρατορία της "ελεύθερης αγοράς" και του "ελεύθερου ανταγωνισμού", γεγονός, που σημαίνει την ολοκληρωτική απουσία του "κράτους επιχειρηματία" - δηλαδή την απουσία παραγωγικών δραστηριοτήτων του κράτους - και του κοινωνικού κράτους.

Τα σχήματα είναι έτοιμα. Το μονοπωλιακό κεφάλαιο, παίρνοντας υπόψη την ιστορική συγκυρία, όπως διαμορφώθηκε μετά τις ανατροπές των σοσιαλιστικών καθεστώτων - που παρουσιάζονται ως χρεοκοπημένα κρατικιστικά μοντέλα - παραπέρα, παίρνοντας υπόψη τις δικές του αναπτυξιακές ανάγκες, επιδιώκει τη συγκρότηση ενός πολιτικού συστήματος, που θα περιέχει δύο βασικούς κομματικούς χώρους και θα εκτοπίζει κάθε επικίνδυνο "ξένο σώμα" ή, στην καλύτερη περίπτωση, θα το περιορίζει σε ρόλο μιας ακίνδυνης "ομάδας πίεσης" και θα το χρησιμοποιεί ως άλλοθι μιας "λειτουργούσας" αστικής δημοκρατίας.

Ως πολιτικό πειραματικό πρότυπο, αυτή τη στιγμή, χρησιμοποιείται η Ιταλία, στην οποία δοκιμάστηκε και εκλογικά ένα διπολιτικό σχήμα, στο οποίο συμμετείχαν, από τη μια, το σύνολο των συντηρητικών δυνάμεων, συμπεριλαμβανομένων και των φασιστών, και από την άλλη, το πρώην κομμουνιστικό κόμμα, δυνάμεις του Κέντρου, των σοσιαλιστών, ενώ γίνεται προσπάθεια να ενσωματωθεί και η Κομμουνιστική Επανίδρυση ή να περιοριστεί στο ρόλο μιας ακίνδυνης πολιτικής δύναμης, που στη συνέχεια θα φυλλορροήσει.

Η συγκρότηση, λοιπόν, της Κεντροαριστεράς μπορεί να φαίνεται ως μια πρωτοβουλία της σοσιαλδημοκρατίας, στην πραγματικότητα όμως, είναι ενταγμένη στα πλαίσια μιας ευρύτερης κίνησης του μονοπωλιακού κεφαλαίου για τη συγκρότηση ενός πολιτικού συστήματος, που θα κατοχυρώνει την απρόσκοπτη συνέχεια και την ασύδοτη δράση του και θα φέρει, παράλληλα, το εργατικό και κομμουνιστικό κίνημα σε συνθήκες μακράς ύφεσης.

* * *

Η συγκρότηση, βέβαια, της Κεντροαριστεράς προωθείται και για έναν άλλο λόγο πιο πρακτικό και άμεσο. Στην ιστορική της διαδρομή, η σοσιαλδημοκρατία απέδειξε ότι μπορεί μεν να εξασφαλίζει τη μακροπρόθεσμη ενσωμάτωση του εργατικού κινήματος, αλλά, ταυτόχρονα, κατόρθωνε να διαχειρίζεται και να αμβλύνει με επιτυχία τις συνέπειες των κρίσεων του καπιταλισμού, όταν αυτές ξέσπαγαν σε συγκεκριμένες χρονικές περιόδους.

Δεν έχουμε παρά να ρίξουμε μια ματιά στο παρελθόν, ιδιαίτερα στις δεκαετίες του '70 και του '80, όπου η σοσιαλδημοκρατία με τη στάση της και την ανάδειξή της σε κυβερνητική δύναμη, διαχειρίζεται "τα καθήκοντα της στιγμής", κατορθώνει και απορροφά τους κραδασμούς του καπιταλισμού και της κρίσης, σε βάρος της εργατικής τάξης. Την ίδια στιγμή, μέσα από μια παρατεταμένη επίθεση, με πολλά πρόσωπα, ενάντια στο κομμουνιστικό κίνημα, αποσπά σημαντικές δυνάμεις απ' αυτό.

Παράλληλα, οι συντηρητικές δυνάμεις κατορθώνουν να εκμεταλλευτούν τις ευκαιρίες για να εξαγνιστούν στη λαϊκή συνείδηση και να επανέλθουν στην κυβερνητική εξουσία στα πλαίσια της δικομματικής εναλλαγής.

Στη χώρα μας, έχουμε το παράδειγμα του ΠΑΣΟΚ, που, στη δεκαετία του '70, "απλώνεται" προς τα αριστερά, υιοθετώντας τα βασικά συνθήματα του αριστερού και εργατικού κινήματος, για να οικειοποιηθεί τη ριζοσπαστικοποίηση των εργαζομένων και να αναδειχτεί, στη δεκαετία του '80, σε κυβερνητική δύναμη. Στη συνέχεια, όμως, "μαζεύεται" προς τα δεξιά για να διαχειριστεί την κρίση σε βάρος των εργαζομένων και προς όφελος του μεγάλου κεφαλαίου.

Τώρα, που βρισκόμαστε μπροστά σε μια ολομέτωπη επίθεση ενάντια στην εργατική τάξη, που προωθείται ένα σύνολο αλλαγών στην οικονομία, στις εργασιακές σχέσεις και στην κοινωνική ασφάλιση, που οι κοινωνικές αντιθέσεις θα οξυνθούν στο έπακρο, το μονοπωλιακό κεφάλαιο προετοιμάζει τις κεντροαριστερές λύσεις και τις δοκιμάζει. Αλλωστε, δεν πρέπει να μας διαφεύγει η τοποθέτηση του Τζ. Ανιέλι, ο οποίος κυνικά και χωρίς κανένα δισταγμό υποστήριξε πως η Κεντροαριστερά είναι η πιο κατάλληλη πολιτική δύναμη για την προώθηση αντιλαϊκών μέτρων.

Στην Ελλάδα έχει γίνει καθαρό πως η υπάρχουσα τάξη έδειξε τηνπροτίμησή της, γι' αυτήν την περίοδο, στο ΠΑΣΟΚ και ιδιαίτερα στο πρόσωπο του Κ. Σημίτη. Φαίνεται όμως ότι επιθυμεί να δημιουργήσει ένα ευρύτερο πολιτικό σχήμα, που θα περιλαμβάνει τον ΣΥΝ ή δυνάμεις του ΣΥΝ, άλλες πολιτικές προσωπικότητες προερχόμενες από τη "φωτισμένη Δεξιά" είτε το Κέντρο και ορισμένους ανένταχτους, που θήτευσαν στο κομμουνιστικό κίνημα, σε μια προσπάθεια προσέγγισης των παρυφών του ΚΚΕ.

Η επιδίωξη είναι προφανής και σαφής. Δημιουργία πολιτικών όρων για το ευκολότερο πέρασμα μιας ολοένα και πιο αντιλαϊκής πολιτικής, που σπάει τα κόκαλα των εργαζομένων. Πολιτικών όρων, που θα "πείθουν" πως ευρύτερες πολιτικές δυνάμεις αποδέχονται και προωθούν την ανάγκη του "εκσυγχρονισμού" της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας και που αυτό το "κλίμα" "εκ των άνω" θα μεταγγίζεται στους εργαζόμενους για να μετατρέπεται σε αποδοχή "εκ των κάτω", με τη βοήθεια φυσικά και της νέας "κοινωνικής συμφωνίας".

Το εάν θα πετύχει η Κεντροαριστερά ως επιλογή και προοπτική, αυτό θα εξαρτηθεί από πολλούς παράγοντες και πριν απ' όλα από τη στάση των εργαζομένων απέναντι στα ίδια τους τα συμφέροντα. Πρέπει όμως να τονίσουμε πως αντικειμενικοί όροι, σε πολιτικό επίπεδο, που ευνοούν τη δημιουργία της, τουλάχιστον ως σχήμα, υπάρχουν. Αυτοί είναι: Η στάση του ΠΑΣΟΚ και του ΣΥΝ απέναντι στην Ευρωπαϊκή Ενωση και τις κατευθύνσεις της, το πρόγραμμα "σύγκλισης", που υπαγορεύτηκε από τη Συνθήκη του Μάαστριχτ, η έλλειψη αμφισβήτησης και αντιμετώπισης της ιμπεριαλιστικής εξάρτησης, η αποδοχή της "οικονομίας της αγοράς" - δηλαδή της καπιταλιστικής οικονομίας, ο βασικός προσανατολισμός των δύο κομμάτων στο χώρο του λεγόμενου δημοκρατικού σοσιαλισμού, η άρνηση ανατροπής του καπιταλισμού ως κοινωνικού συστήματος και η αποδοχή του εξανθρωπισμού και της παραπέρα ανάπτυξής του.

* * *

Η συγκρότηση της Κεντροαριστεράς, όσο κι αν, σε πρώτο βαθμό, εμφανίζει την άρχουσα τάξη να έχει μια άνεση στις πολιτικές της κατευθύνσεις και στις επιλογές στρατηγικού χαρακτήρα, ουσιαστικά, δεν πρόκειται για μια επιθετική κίνηση. Στο βάθος προδίδει την ανησυχία της, τη δική της και των πολιτικών της εκπροσώπων, για τη στάση του εργατικού κινήματος, για τη δυνατότητα, που εκ των πραγμάτων εμφανίζεται, για την ανασυγκρότηση και την ενδυνάμωση του κομμουνιστικού κινήματος, για το ίδιο το μέλλον του καπιταλιστικού συστήματος.

Η κρίση, που διέρχεται ο καπιταλισμός, η όξυνση των κοινωνικών αντιθέσεων, δίνουν τη δυνατότητα για το ξεπέρασμα των συνεπειών της υποχώρησης του εργατικού και κομμουνιστικού κινήματος, για να εκφραστεί η συσσωρευμένη αγανάκτηση των εργαζομένων σε ριζοσπαστική κατεύθυνση. Η πολύπειρη άρχουσα τάξη διαισθάνεται αυτόν τον "κίνδυνο" και θέλει να προλάβει.

Η άρχουσα τάξη γνωρίζει δύο βασικά πράγματα: Πρώτον πως θα χάσει. Στην ιστορική της διαμάχη με το εργατικό κίνημα η "λογική" της κοινωνικής εξέλιξης θα την ξεπεράσει. Δεύτερον πως ο σοσιαλισμός δεν αποτελεί μόνο ένα όραμα. Ο σοσιαλισμός εμφανίστηκε, οικοδομήθηκε, πρόσφερε τεράστια πρόοδο στην ανθρωπότητα και στους εργαζόμενους όλου του κόσμου και σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα. Η συσσωρευμένη πείρα των εργαζομένων και η κοινωνική συνείδηση έχουν καταγράψει στη "μνήμη" τους αυτές τις πολύ σημαντικές "λεπτομέρειες".

Εκείνο λοιπόν, που, πάνω απ' όλα φοβάται και τρέμει η άρχουσα τάξη είναι πως δημιουργούνται συνθήκες για την αναζωογόνηση των σοσιαλιστικών - κομμουνιστικών ιδανικών και κατ' επέκταση για την ανατροπή του ίδιου του καπιταλισμού. Προοπτική, βέβαια, που καθόλου δεν την ικανοποιεί και μάλιστα να εμφανίζεται πολύ πιο γρήγορα απ' ό,τι ανέμενε.

Παναγιώτης ΕΛΑΤΙΟΣ

Το μονοπωλιακό κεφάλαιο, παίρνοντας υπόψη την ιστορική συγκυρία, επιδιώκει τη συγκρότηση ενός πολιτικού συστήματος, που θα περιέχει δύο βασικούς κομματικούς χώρους και θα εκτοπίζει κάθε επικίνδυνο "ξένο σώμα" ή, στην καλύτερη περίπτωση, θα το περιορίζει σε ρόλο μιας ακίνδυνης "ομάδας πίεσης" και θα το χρησιμοποιεί, ως άλλοθι μιας "λειτουργούσας" αστικής δημοκρατίας

ΕΟΤ
Η κυβερνητική πολιτική γεννά τους "κακούς" διευθυντές

Ως πορεία διάλυσης του Ελληνικού Οργανισμού Τουρισμού (ΕΟΤ) και ξεπουλήματος της τεράστιας περιουσίας του, μπορεί να χαρακτηριστεί η πολιτική που με δογματισμό εφάρμοζαν όλα τα τελευταία χρόνια οι κυβερνήσεις ΠΑΣΟΚ - ΝΔ, τόσο σε ό,τι αφορά πρώτα και κύρια τη διαχείριση της τεράστιας περιουσίας του όσο και τη διοίκησή του. Αυτό αποδείχτηκε για άλλη μια φορά με τα πρόσφατα γεγονότα, που και πάλι, βεβαίως, κατέληξαν σε επουσιώδεις και επιφανειακούς χειρισμούς - πυροτεχνήματα από την πλευρά της πολιτικής ηγεσίας, ενώ σε καμία επί της ουσίας αλλαγή στην ίδια την πολιτική δε φαίνεται να έχει τη διάθεση να προβεί, για να αναλάβει ο ΕΟΤ το ρόλο που θα μπορούσε κάτω από άλλες συνθήκες να έχει. Το ρόλο, δηλαδή, του διαχειριστή υπέρ του Δημοσίου της περιουσίας του, που είναι πραγματικό χρυσωρυχείο, και της χάραξης τουριστικής πολιτικής σε όφελος του τόπου και όχι των ταμείων των τουρ οπερέιτορς και των μεγαλοξενοδόχων.

Το πρόβλημα, επομένως, δεν αρχίζει ούτε τελειώνει στα "κυκλώματα", που... "ανακάλυψε" πρόσφατα και η υπουργός Ανάπτυξης Β. Παπανδρέου ότι λειτουργούν μέσα στον Οργανισμό. Τα κυκλώματα αυτά, την ύπαρξη των οποίων δεν αμφισβητεί κανένας και οι εργαζόμενοι πολλές φορές έχουν καταγγείλει στο παρελθόν σε αυτιά κωφεύοντα, είναι μία πτυχή, και αποτέλεσμα της συγκεκριμένης και με ευλαβική συνέπεια ακολουθούμενης από τις κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ πολιτικής, που τα τρέφει και έχει μετατρέψει τον Οργανισμό σε θερμοκήπιο σκανδάλων και οικονομικών ατασθαλιών. Οσο δεν αλλάζουν οι πολιτικές επιλογές των εκάστοτε κυβερνήσεων, είναι βέβαιο ότι ο Οργανισμός και ο ελληνικός τουρισμός δε θα σωθούν είτε αλλάξουν τέσσερις, είτε δεκατέσσερις διευθυντές και αυτό αποσιωπήθηκε από τις διακηρύξεις και τις "αποκαλυπτικές" δηλώσεις της Β. Παπανδρέου.

Η πολιτική υποβάθμισης και ξεπουλήματος

Η πολιτική που εφαρμόζουν τα τελευταία χρόνια οι γαλαζοπράσινες κυβερνήσεις της "ελεύθερης" αγοράς, δεν είναι τίποτα άλλο παρά μια διαρκής υποβάθμιση του ρόλου του Οργανισμού σε απλό - και κατά πολλούς γνώστες των τουριστικών πραγμάτων, κακό - διαφημιστή της χώρας στο εξωτερικό και η μετατροπή του σε υπηρέτη των συμφερόντων των τουρ οπερέιτορς, των μεγαλοξενοδόχων και των "ημετέρων" επιτήδειων. Αυτό αποδεικνύεται από το ξεπούλημα έναντι πινακίου φακής της τεράστιας περιουσίας του, που με πρόχειρους υπολογισμούς πριν από δέκα χρόνια, το 1986, ανερχόταν σε τρία τρισ. δρχ. Επίσης, από την κατάσταση στην οποία βρίσκονται τόσο οι μονάδες που μισθώθηκαν σε ιδιώτες "επιχειρηματίες" όσο και άλλες που ελέγχει με αυτεπιστασία. Την εικόνα της διάλυσης και κυριολεκτικής λεηλάτησης χρυσοφόρων μονάδων που έχουν εκχωρηθεί στην "ιδιωτική πρωτοβουλία", τα συμβολικά εξευτελιστικά χαμηλά μισθώματα τα οποία πολλές φορές δεν καταβάλλονται, το 1,5 δισ. στο οποίο ανέρχονται τα "φέσια" που έχουν "φορέσει" στον ΕΟΤ οι περίφημοι ιδιώτες "επιχειρηματίες" - συνήθως "ημέτεροι" της εκάστοτε πολιτικής ηγεσίας.

Και η μεγαλύτερη ακόμα κοροϊδία είναι το επιχείρημα που χρησιμοποιούν όλες οι κυβερνήσεις τα τελευταία χρόνια για να δικαιολογήσουν το ξεπούλημα της περιουσίας του ΕΟΤ, με βάση το οποίο οι μονάδες αυτές βρίσκονται σε κακή κατάσταση και από άποψη συντήρησης και οικονομικά. Δηλαδή, ξεπουλάνε για να τα... σώσουν! Εδώ, έρχεται η ίδια τους η τακτική να καταρρίψει αυτό το επιχείρημα. Κι αυτό, δεδομένου ότι με ευθύνη της πολιτικής ηγεσίας του ΕΟΤ, και του υπουργείου Τουρισμού τα τελευταία χρόνια, τόσο τα ΞΕΝΙΑ, όσο και οι ιαματικές πηγές τελούν υπό ελλιπή διαχείριση από τη μεριά του ΕΟΤ, προκειμένου, όχι μόνο να δικαιολογηθεί το ξεπούλημά τους, αλλά και να δοθούν σε εξευτελιστικές τιμές στους μεγαλοεπιχειρηματίες, οι οποίοι επενδύοντας σε αυτά θα βγάλουν τεράστια κέρδη. Χαρακτηριστικό της ληστρικής εκμετάλλευσης του ΕΟΤ από ιδιώτες, είναι το γεγονός ότι το 1994, μόλις πριν δύο χρόνια, μισθωνόταν το Ξενία Ανδρου προς 689.245 δρχ. το χρόνο, ήτοι 57.437 δρχ. το μήνα! Οσο, δηλαδή, μια γκαρσονιέρα. Ενώ, το τουριστικό περίπτερο και αναψυκτήριο του Λυκαβηττού τον ίδιο χρόνο είχε ετήσιο μίσθωμα 1.005.680 δρχ.! Δε θα μπορούσαν με μια άλλη πολιτική από τον ΕΟΤ και το υπουργείο Τουρισμού, πραγματικά αναπτυξιακή, οι μονάδες που σήμερα παραδίδονται στους ιδιώτες, να είναι κερδοφόρες; Φαίνεται, όμως, ότι οι νόμοι της "ελεύθερης" αγοράς μπορούν να εφαρμόζονται από τους ιδιώτες ιδιοκτήτες προς τους εργαζόμενους, δεν ισχύει όμως το ίδιο όταν ιδιοκτήτης είναι το κράτος και ενοικιαστής η... "ιδιωτική πρωτοβουλία".

Και κοντά σε όλα αυτά, το καλοκαίρι του 1993 ψηφίστηκε από τη ΝΔ και συντηρήθηκε ακέραιος επί της ουσίας της φιλοσοφίας του, ο σαρωτικός νόμος - "μπουλντόζα" 2.160 για τον τουρισμό, που έκανε νόμο του κράτους το ξεπούλημα, πρόβλεπε τη δημιουργία σωρείας ιδιωτικών καζίνο σε μια "Ελλαδίτσα" και το ξεπούλημα και τη δημιουργία νέων ιδιωτικών μαρινών στο όνομα της προσέλκυσης τουριστών υψηλής οικονομικής στάθμης.

Επομένως, το πρόβλημα δεν είναι οι διευθυντές του ΕΟΤ, ή, δεν είναι μόνο ή κυρίως αυτοί. Γιατί, καθώς, λένε, "το ψάρι από το κεφάλι βρομάει".

Μελίνα ΖΙΑΓΚΟΥ

εισαγωγικό

Πάμπολλες και καθημερινές ήταν παλιότερα οι διακηρύξεις και οι υποσχέσεις των διάφορων κυβερνώντων, για τη μετατροπή της Ελλάδας σ' ένα λίγο-πολύ επίγειο παράδεισο παροχής υπηρεσιών, με ιδιαίτερη έμφαση στον τουρισμό. Διακηρύξεις, που κυρίως στόχευαν στην δικαιολόηση και εξωραϊσμό της εφαρμοζόμενης πολιτικής συστηματικής υποβάθμισης και συνεχούς συρρίκνωσης της βιομηχανίας και του αγροτικού τομέα. Τώρα, εκτός από τη βιομηχανία, μαραζώνει και ο τουρισμός και μαζί οι εκατοντάδες χιλιάδες άμεσα ή έμμεσα απασχολούμενοι σ' αυτόν.

Αποτελεί ήδη κοινό μυστικό, πως η τουριστική κίνηση φέτος είναι αισθητά "πεσμένη" σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά. Μάλιστα, όλοι το θυμόμαστε, και πέρσι τα στοιχεία είχαν δείξει πως η τουριστική χρονιά υπολειπόταν του 1994.

Τα στοιχεία που έχουν δει το φως της δημοσιότητας σκιαγραφούν μια εικόνα που εύλογα προκαλεί ανησυχία. Πολύ περισσότερο που οι αρμόδιοι κρατικοί παράγοντες, αλλά και φορείς που εμπλέκονται στους κλάδους του τουρισμού, σημειώνουν με έμφαση πως και οι προοπτικές για τα επόμενα χρόνια δεν είναι οι καλύτερες.

Πολλοί επιχειρούν να φωτίσουν το πρόβλημα της κρίσης στον τουρισμό μέσα από επιμέρους προσεγγίσεις σε προβλήματα που μπορεί στον ένα ή τον άλλο βαθμό να είναι υπαρκτά, αποτελούν όμως προβλήματα πολύ μικρότερης σημασίας μπροστά στο μέγα θέμα του αν υπάρχει τουριστική πολιτική, ποιοι είναι οι προσανατολισμοί και οι στόχοι της, τι καλείται να εξυπηρετήσει η τουριστική ανάπτυξη, ποιοι είναι οι φορείς της. Κατ' επέκταση, από μια αντίστοιχη σκοπιά πρέπει να εξεταστεί το πώς φτάσαμε στο σημείο ένας κλάδος, τον οποίο πολλοί προσπάθησαν να τον εμφανίσουν σαν ατμομηχανή της οικονομίας, να σέρνεται μέσα σε μια κρίση, με απροσδιόριστες συνέπειες για το άμεσο τουλάχιστον μέλλον.

ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ

Των μετόχων της Ανώνυμης Εταιρίας που έχει έδρα στον Πειραιά (Ηρώων Πολυτεχνείου και Τσαμαδού 38) με την επωνυμία "ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΑΣΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΚΤΗΜΑΤΙΚΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ - ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΞΕΝΟΔΟΧΕΙΑΚΩΝ ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΕΩΝ Α. Ε. " σε Εκτακτη Γενική Συνέλευση.

Σύμφωνα με το άρθρο 15 του Καταστατικού καλούνται οι μέτοχοι της Εταιρείας σε Εκτακτη Γενική Συνέλευση που θα γίνει στις 10 Σεπτεμβρίου 1996 ημέρα Τρίτη και ώρα 7μ.μ. στην αίθουσα συνεδριάσεων του Σ. Ε. Π. Α. (Ηρώων Πολυτεχνείου και Τσαμαδού 38 Πειραιάς).

ΘΕΜΑΤΑ ΗΜΕΡΗΣΙΑΣ ΔΙΑΤΑΞΗΣ

1. - Μείωση του μετοχικού κεφαλαίου της εταιρείας μέχρι του ποσού των δραχμών διακοσίων τριών εκατομμυρίων (203.000.000) και επιστροφή τούτου στους μετόχους διά μειώσεως της ονομαστικής αξίας της μετοχής.

2. - Τροποποίηση σχετική μετά την άνω μείωση του άρθρου 5 του Καταστατικού"περί κεφαλαίου".

3. - Πώληση ακινήτων της Εταιρείας.

Κάθε μέτοχος που επιθυμεί να λάβει μέρος στη Γενική συνέλευση, οφείλει σύμφωνα με το άρθρο 17 του Καταστατικού της Εταιρείας να καταθέσει τις μετοχές του στο Ταμείο της Εταιρείας ή στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων ή σε οποιαδήποτε στην Ελλάδα Τραπεζική Ανώνυμη Εταιρεία (5) πέντε τουλάχιστον ημέρες πριν από την ημέρα που ορίσθηκε για τη Συνέλευση και μέσα σ' αυτή την προθεσμία πρέπει να καταθέσει στη Διοίκηση της εταιρείας τις αποδείξεις κατάθεσης των μετοχών ή το πληρεξούσιον αντιπροσώπευσης.

Πειραιάς 30/7/1996

Ο Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου

Γ. ΚΟΥΚΙΑΔΑΚΗΣ

Δυνατότητες και όρια

Πώς είναι δυνατό μια χώρα να αναπτυχθεί μέσα από τις "υπηρεσίες";

Κοινή παραδοχή είναι ότι ο τουρισμός αποτελεί για τη χώρα μας σημαντική πηγή εσόδων. Εκατοντάδες χιλιάδες εργαζόμενοι και οι οικογένειές τους ζουν από τον τουρισμό. Από οικονομική σκοπιά, τα έσοδα αυτά δημιουργούν πλεόνασμα στο ισοζύγιο άδηλων συναλλαγών με το εξωτερικό - κανείς δε γνωρίζει για πόσο ακόμα - και στην παρούσα οικονομική συγκυρία, με το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών εγκαταλειμμένο στο έλεος των εισαγωγέων, αποδεικνύονται κάτι παραπάνω από πολύτιμα.

Αλήθεια είναι επίσης, ότι το ετήσιο τουριστικό συνάλλαγμα που εισρέει στην Ελλάδα, θα ήταν ακόμα μεγαλύτερο, αν δεν υπήρχε η εκβιαστική τακτική των γνωστών πολυεθνικών του κλάδου, που λυμαίνονται την τουριστική αγορά καιπιέζουν συνεχώς τις τιμές "πακέτων" διακοπών προς τα κάτω.

Το στοιχείο, που όμως δεν αναγνωρίζεται όσο θα 'πρεπε, είναι πως δεν μπορεί η Ελλάδα - και καμία χώρα στον κόσμο - να στηρίζει κυρίως ή πολύ περισσότερο αποκλειστικά την οικονομία και την ανάπτυξή της, στην "παροχή τουριστικών υπηρεσιών", πολύ περισσότερο σε βάρος των παραγωγικών κλάδων της οικονομίας. Πέρα από όλους τους άλλους λόγους και επειδή η ανάπτυξη του τουρισμού δεν εξαρτάται αποκλειστικά από ενδογενείς, αλλά και εξωγενείς παράγοντες. Νωπή απ' αυτή την άποψη είναι η εμπειρία της ταξιδιωτικής οδηγίας των ΗΠΑ για την ασφάλεια των αεροδρομίων. Οι συνέπειες του πολέμου στην πρώην Γιουγκοσλαβία. Η ακόμα, τα κατά καιρούς "θερμά επεισόδια" στο Αιγαίο μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας.

Η εγκατάλειψη είναι φανερή στο "Ξενία" του ΕΟΤ στο Λαγονήσι. Οι πόρτες σπασμένες και ο όμορφος χώρος της ταβέρνας του ξενοδοχείου αφημένος στην ερήμωση

Αντί των κινητοποιήσεων, προτιμούνται "τα τραπέζια διαλόγου" και η κατάσταση στο χώρο των δημοσίων υπαλλήλων οδεύει από το κακό στο χειρότερο



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ