ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Τετάρτη 14 Αυγούστου 1996
Σελ. /24
ΡΕΠΟΡΤΑΖ
Η ανατροπή των εργασιακών σχέσεων και οι γυναίκες

Μόνιμη επιδίωξη του μεγάλου κεφαλαίου, του κράτους και της πολιτικής που εξασφαλίζει τα συμφέροντά του, είναι η ένταση της ταξικής εκμετάλλευσης των εργαζομένων.

Βάσει της ελευθερίας κίνησης των κεφαλαίων, που διακηρύσσει ως ευαγγέλιο η Συνθήκη του Μάαστριχτ, προέκυψε το Λευκό Βιβλίο που θέτει τις βάσεις για την ανατροπή των εργασιακών σχέσεων και όποιων εργασιακών - κοινωνικών κατακτήσεων είχαν αποσπάσει οι εργαζόμενοι, με τον αγώνα τους στον 20ό αιώνα, από το κεφάλαιο.

Αυτό που επιχειρείται, είναι μια εκ νέου ρύθμιση των όρων αγοράς και πώλησης της εργατικής δύναμης, στο όνομα του κόστους εργασίας, με σκοπό τη μεγιστοποίηση των κερδών του μεγάλου κεφαλαίου.

Για να περάσουν αυτοί οι στόχοι έντασης της ταξικής εκμετάλλευσης, το κεφάλαιο συνοδεύει τα μέτρα αυτά με το αντίστοιχο ιδεολογικό περίβλημα, για να αποπροσανατολιστούν και να καμφθούν οι κοινωνικές αντιδράσεις, για να διασπάσει την ενότητα πάλης ανδρών - γυναικών της εργατικής τάξης ενάντια στον κοινό τους αντίπαλο, το κεφάλαιο.

1. Κατηγορούν τις εργασιακές κατακτήσεις των γυναικών ότι ανεβάζουν το κόστος εργασίας τους και τις κάνουν ασύμφορες έναντι των ανδρών στην αγορά εργασίας.

Η προστασία της μητρότητας, τα επιδόματα, οι άδειες κλπ., το σύνολο των κατακτήσεων που αφορούσαν στην προστασία της αναπαραγωγικής λειτουργίας του γυναικείου οργανισμού, έχει μπει στο στόχαστρο, ακριβώς γιατί εντάσσεται στο γενικό στόχο για αφαίρεση των όποιων κατακτήσεων των εργαζομένων.

Επειδή προς το παρόν, δεν τους είναι εύκολο να πουν ανοιχτά γι' αυτήν τη γενική αφαίρεση, προχωρούν από τον πλάγιο δρόμο των ευέλικτων μορφών εργασίας, οι οποίες σαρώνουν αυτά τα δικαιώματα.

Αναφέρουν χαρακτηριστικά ότι:

Το υψηλό κόστος εργασίας (κατακτήσεις εργαζομένων) εμποδίζουν τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, δεν κάνουν ανταγωνιστικά τα προϊόντα μας. Βάσει αυτής της λογικής, οι γυναίκες είναι πιο ασύμφορες για τον εργοδότη λόγω των επιπλέον δικαιωμάτων που αυτή έχει.

Βέβαια αυτά τα επιχειρήματα είναι ψευδεπίγραφα και διάτρητα.

Αποκρύπτουν ότι:

- Το εργατικό κόστος στην Ελλάδα είναι από τα πλέον χαμηλότερα στην ΕΕ. - Το γυναικείο εργατικό κόστος είναι μικρότερο κατά 30% από ό,τι των ανδρών, μιας και οι γυναίκες παίρνουν το 70% περίπου των ανδρικών αποδοχών.

- Ενώ το βιομηχανικό κεφάλαιο έβγαζε από κάθε εργαζόμενο κατά μέσο όρο 449.435 δρχ., το 1992 αποκόμιζε 5.845.560 μεικτά κέρδη.

Το 1982 οι μεγαλέμποροι έπαιρναν από κάθε εργαζόμενο 323.768 δρχ. καθαρό κέρδος, το 1992 έπαιρναν 2.289.000 δρχ.!

- Οι απώλειες εισοδήματος των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα την τελευταία 5ετία ήταν 20%, ενώ στο δημόσιο 40 %.

Γιατί, λοιπόν, αφού το εργατικό κόστος είναι μικρό στη χώρα μας και των γυναικών ακόμα μικρότερο και αφού τα κέρδη του μεγάλου κεφαλαίου αυξάνονται σημαντικά, δε δημιουργούν νέες θέσεις εργασίας, παρά έχουμε έχουμε αύξηση της ανεργίας; Γιατί τα προϊόντα μας δεν είναι πιο ανταγωνιστικά των άλλων ευρωπαϊκών; Γιατί θάβονται τα αγροτικά μας προϊόντα στις χωματερές και μαραζώνει η παραγωγική βάση της χώρας μας;

Επειδή το πρόβλημα της οικονομίας μας δε βρίσκεται στο εργατικό κόστος, αλλά στη ληστρική ασυδοσία του κεφαλαίου, σύμφωνα με τους καπιταλιστικούς νόμους λειτουργίας της αγοράς.

Σύμφωνα με τους νόμους αυτούς, ο καπιταλιστής επενδύει παραγωγικά και δημιουργεί νέες θέσεις εργασίας, μόνον όταν η επένδυση αυτή του εξασφαλίζει μεγαλύτερα κέρδη. Στις σύγχρονες, όμως, συνθήκες οι καπιταλιστές βρίσκουν τα τελευταία στην παρασιτική αξιοποίηση των κεφαλαίων τους και στην ένταση της εκμετάλλευσης.

Οσο μειώνεται το εργατικό κόστος, αυξάνεται η υπεραξία που καρπώνεται ο κεφαλαιοκράτης για δικό του όφελος και για την παραπέρα αύξηση των κερδών του, αδιαφορώντας για το εργατικό εισόδημα, που συνεχώς συμπιέζεται, αλλά και για τη διόγκωση της ανεργίας, την οποία και πάλι εκμεταλλεύεται προς όφελός του!

2. Αξιοποιώντας τα υπαρκτά προβλήματα που αντιμετωπίζει η εργαζόμενη, το μεγάλο κεφάλαιο, τη στρέφει ενάντια στην πλήρη απασχόληση:

Για το πέρασμα των ευέλικτων μορφών εργασίας (φασόν, ωρομίσθιο, μερική απασχόληση, συμβάσεις ορισμένου χρόνου) χρησιμοποίησαν και χρησιμοποιούν κατ' αρχήν το γυναικείο εργατικό δυναμικό.

"Πατάνε" πάνω σε υπαρκτά προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι γυναίκες, οι οποίες επωμίζονται με διπλά φορτία που απορρέουν από τα προβλήματα στην εργασία, τη φροντίδα του σπιτιού, τις ελλείψεις της δημόσιας Κοινωνικής Πολιτικής (ΚΠ).

Εκμεταλλεύονται τη χαμηλή συμμετοχή των γυναικών στο κίνημα. Στηρίζονται στις αντιδραστικές αντιλήψεις για το ρόλο των δύο φύλων (η γυναίκα στο σπίτι - ο άνδρας στην εργασία). Οι γυναίκες ένιωθαν (και ως ένα βαθμό ισχύει και σήμερα) την εργασία ως εφεδρική ή ως αναγκαίο κακό σε πολλές περιπτώσεις.

Γι' αυτό δυσφημούν την πλήρη απασχόληση, λέγοντας ότι οι ευέλικτες μορφές εργασίας τους λύνει προβλήματα φροντίδας παιδιών που δεν έχουν πού να τα αφήσουν, τους παρέχει ένα συμπλήρωμα στα οικονομικά του σπιτιού, τους δίνει περισσότερο ελεύθερο χρόνο.

Σε κείμενο της Διακομματικής Επιτροπής Γυναικών της Βουλής, πριν καταληχτεί το τελικό πόρισμα, η κ. Κατσέλη αναφέρει: "Το 8ωρο δε βοήθησε τις γυναίκες ν' αντεπεξέλθουν στα πολλαπλά τους καθήκοντα... δηλ. εργαζόμενη, μητέρα, νοικοκυρά".

Η πλήρης απασχόληση φταίει για το καθημερινό φόρτο καθηκόντων των γυναικών στο σπίτι ή οι μεγάλες και σοβαρές ελλείψεις της Κοινωνικής Πολιτικής, που οφείλονται στην εμπορευματοποίησή της και οι συνέπειές της γίνονται δυσβάστακτες για το εργατικό εισόδημα.

Τους "ξεφεύγει" συνειδητά από την προσοχή κάτι σημαντικό: ότι αυτή η εργασία, η πλήρης αυτή απασχόληση, διαμορφώνει διπλά φορτία και άγχη στη γυναίκα, γιατί συντελείται στα πλαίσια του καπιταλισμού.

Συγκαλύπτουν ότι:

- Οι εργαζόμενες πουλούν την εργατική τους δύναμη στον επιχειρηματία, ο οποίος την εκμεταλλεύεται για να αυξήσει τα κέρδη του. Σ' αυτή, τη μεγιστοποίηση των κερδών και στην παραπέρα ένταση της εκμετάλλευσης στοχεύουν οι ευέλικτες μορφές εργασίας και όχι, βέβαια, στη διευκόλυνση των γυναικών.

- Δουλεύουν κάτω από την τρομοκρατία του αφεντικού και των απειλών για απόλυση.

- Η τεχνολογία χρησιμοποιείται για την εντατικοποίηση της εργασίας, αφού βρίσκεται στην ιδιοκτησία του εργοδότη.

- Η υγεία και η ασφάλεια των γυναικών εργαζόμενων συνθλίβεται από το κυνηγητό του καπιταλιστικού κέρδους. Είναι χαρακτηριστικό ότι ακόμη και το όποιο νομικό καθεστώς προστασίας έχει κατακτηθεί, παραβιάζεται συστηματικά. - Ενα μεγάλο μέρος εργαζομένων ετεροαπασχολούνται και δεν εργάζονται στον τομέα της ειδίκευσής τους.

Η εργασία μέσα στον καπιταλισμό, επειδή ακριβώς στηρίζεται στην εκμετάλλευση, δημιουργεί και επιβαρύνει τους εργαζόμενους με μια σειρά προβλήματα. Στην περίπτωση των γυναικών, αυξάνει την ημερήσια κούρασή τους, αφού πρέπει να συνδυάζουν την εργασία και τη φροντίδα της οικογένειας. Η δυσαρέσκεια που δημιουργείται εξαιτίας αυτών των διπλών φορτίων που επωμίζεται, είναι έκφραση δυσαρέσκειας (ταξικά ασυνείδητη) ως προς τις εκμεταλλευτικές σχέσεις παραγωγής που επικρατούν. Είναι δυσαρέσκεια στις καπιταλιστικές κοινωνικές αντιλήψεις για το ρόλο των δύο φύλων, είναι δυσαρέσκεια στην εγκατάλειψη της εργατικής οικογένειας από τη δημόσια ΚΠ.

3. Χρησιμοποιούν τα γυναικεία χαρακτηριστικά:

  • α) Στο Πανευρωπαϊκό Συνέδριο του Φόρουμ Αριστερών Φεμινιστριών το 1995 στην Αθήνα, ειπώθηκε: "Οι γυναίκες λόγω των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών της προσαρμοστικότητας τους, μπορούν πιο γρήγορα από τους άνδρες να "προσαρμοστούν" με τις ευέλικτες μορφές εργασίας, και αυτό θα τις κάνει ανταγωνιστικότερες στην αγορά εργασίας..."!

Δηλαδή, να βιαστούν οι γυναίκες να προσαρμοστούν πρώτες στον εργασιακό μεσαίωνα που έρχεται. Οχι μόνο να μην αντισταθούν, αλλά να θεωρούν και "προνομιακή" τη δυσμενέστερη θέση τους, αφού θα τις κάνει πιο "ανταγωνιστικές", πιο περιζήτητες σε συνθήκες συνολικής χειροτέρευσης της θέσης της εργατικής τάξης.

  • β) Κάνουν επίκληση των συναισθημάτων αλληλεγγύης των γυναικών, που είναι ιδιαίτερα αναπτυγμένα σ' αυτές, λέγοντας ότι πρέπει να μειωθεί το μισθολογικό "κόστος" εργασίας ή να δουλεύουν με μερική απασχόληση για να δημιουργηθούν θέσεις εργασίας και για άλλους εργαζόμενους, υποθάλποντας και την άποψη ότι οφείλουν να το κάνουν αυτό, μιας και η αυξημένη συμμετοχή των γυναικών στην παραγωγή στέρησε πολλές θέσεις εργασίας από τους άνδρες.

Η αλληλεγγύη στις πολιτικές της εξαθλίωσης της υποαπασχόλησης της ανεργίας, είναι αλληλεγγύη στους κεφαλαιοκράτες!

Οι κομμουνίστριες επιφορτίζονται με αυτό το βάρος της ταξικής συνειδητοποίησης των γυναικών. Της συμμετοχής των γυναικών στην αντιμονοπωλιακή - αντιιμπεριαλιστική πάλη της εργατικής τάξης.

Αμεσο καθήκον όλων μας είναι η διαμόρφωση των προϋποθέσεων για το α.α.μέτωπο πάλης, και αυτό μπορεί να γίνει με:

- την ενημέρωση των γυναικών για τις αιτίες των προβλημάτων

- να οργανώσουμε την πάλη τους μέσα από τους συλλόγους, σωματεία, επιτροπές αγώνα

- να συμβάλλουμε στις συσπειρώσεις ανάλογα με τα προβλήματα - αιτήματα και άλλων φορέων

- να επιδιώκουμε την ενότητα της εργατικής τάξης στη βάση της, εκεί όπου ζει ή εργάζεται, γύρω από το συγκεκριμένο πρόβλημα. Παράλληλα να ενισχύουμε βάσει των αιτημάτων, την ενότητα της εργατικής τάξης μιας περιοχής - ενός χώρου, με τα μικρομεσαία στρώματα που πλήττονται και αυτά με διαφόρους τρόπους από αυτές τις αντιλαϊκες πολιτικές.

Μια πάλη που θα αναδεικνύει την ανάγκη της σύγκρουσης με τις δομές του καπιταλιστικού συστήματος, με τελικό στόχο το σοσιαλισμό.

Αλέκα ΓΙΑΝΝΟΥΣΗ

Μέλος του Τμήματος για την Ισοτιμία και τη Χειραφέτηση της Γυναίκας της ΚΕ του ΚΚΕ

ΚΩΣΤΑΣ ΒΙΔΑΛΗΣ
Πρώτης γραμμής δημοσιογράφος

Ξημερώματα της 14ης Αυγούστου του 1946, στη θέση Κούμια Μελίας, οι συμμορίτες του Σούρλα δολοφόνησαν τον κομμουνιστή δημοσιογράφο. Επεσε ηρωικά στην υπηρεσία του κοινωνικού του καθήκοντος, που ένιωθε βαθιά. Γι' αυτό έγινε σύμβολο...

Το βράδυ φέρανε εκεί ένα δημοσιογράφο. Από τους συμμορίτες άκουσα να λένε μεταξύ τους ότι αυτός που φέρανε είναι συντάκτης του "Ριζοσπάστη" κι ότι θα περάσει από το μαχαίρι τους. Ακουσα ότι τον άρπαξαν από το τρένο στο σταθμό του Πλατύκαμπου. Ο άνθρωπος αυτός μαρτύρησε ώσπου να ξεψυχήσει. Τον έφεραν στις 10 το βράδυ. Τον πήγανε εκεί κοντά κάπου εκατό μέτρα. Τον γδύσανε. Του βγάλανε τα παπούτσια και τον άφησαν μόνο με το σώβρακο και τη φανέλα. Τα ρούχα του τα πήρε ένας από τους συμμορίτες, ο Κωνσταντάρας. Τη βαλίτσα του και τις σημειώσεις που είχε μαζί του, τις πήρε ο Τζώρτζης. Αυτός είναι ένας Κύπριος κοντός, ξανθός, που ουσιαστικά διευθύνει τη συμμορία. Αυτός ανακρίνει όσους πιάνουν και αποφασίζει για την τύχη τους. Αφού τον γδύσανε και του πήρανε τα χαρτιά, άρχισαν να τον χτυπούν με ρόπαλα. Τον βασάνισαν έτσι ως τις τέσσερες το πρωί κι αφού έπεσε νεκρός τον άφησαν και αποτραβήχτηκαν για λίγα λεπτά. Κάτι είπαν μεταξύ τους και μετά ξαναπήγαν, του έριξαν τέσσερις - πέντε σφαίρες και μετά πήραν το πτώμα του σε αυτοκίνητο.

Συνέβη "χτες", ξημερώματα της 14ης Αυγούστου του 1946. Στη θέση Κούμια Μελίας, στο χωράφι του Χρήστου Νταούτη. Περάσαν 50 χρόνια από τότε που ο αγαπητός κύριος συνάδελφος Κώστας Βιδάλης δεν επέστρεψε στο γραφείο του, στο "Ριζοσπάστη", για να γράψει το φοβερό υλικό που μάζεψε, όπως είπε στην τελευταία του τηλεφωνική επικοινωνία με την εφημερίδα. Κι όλα αυτά τα χρόνια, κάθε που είναι να γράψουμε γι' αυτόν, ο ίδιος κόμπος. Οχι θλίψης, αδιέξοδου περισσότερο. Γιατί είναι άλλο πράγμα να λες "θέλω να του μοιάσω" κι άλλο να του μοιάζεις. Είναι άλλο πράγμα να συμφωνείς με τη φράση του "δεν είναι τίμιο αυτό που κάνουμε, να καίγεται ο κόσμος στη Θεσσαλία κι εμείς να περιμένουμε τις "μπούρδες" του Θεοτόκη" κι άλλο να είσαι συνεχώς παρών στην κάθε Θεσσαλία. Κι έχουμε πολλές Θεσσαλίες σήμερα ακάλυπτες.

Ο Κ. Βιδάλης δεν ήταν ο μόνος δημοσιογράφος του "Ρ" που έπεσε στην πρώτη γραμμή. Ηταν όμως τέτοιος ο χαμός του και τέτοια η χρονική στιγμή που έγινε, ήταν αυτές οι ιδιότητες του κομμουνιστή δημοσιογράφου που συγκέντρωνε πάνω του, που τον έκαναν σύμβολο. Για την εποχή εκείνη γράφονται αυτές τις μέρες πολλά, μ' αφορμή τα 50χρονα. Για το μπόι του έχουν ήδη μιλήσει αρκετά, άλλοι πραγματικά άξιοι συνάδελφοι. Το δικό μας μπόι επιτρέπει μόνο να παραχωρήσουμε για μία ακόμα φορά το χώρο σε κουβέντες, επίσης άλλων, που αφορούν τη σχέση του Κ. Βιδάλη με την εφημερίδα.

Στις 8 Σεπτέμβρη του '46 ο Νίκος Καρβούνης μιλώντας στο πολιτικό μνημόσυνο που έγινε στο θέατρο "Κεντρικόν" σημείωνε ανάμεσα σε άλλα: "Οι δημοσιογράφοι ξέρουν πόσο συναρπαστικό είναι το κυνήγι της είδησης. Την αρπάζεις από τη φτερούγα κι εκείνη σ' αφήνει λίγα φτερά στα σφιγμένα τα δάχτυλά σου και σου ξεφεύγει. Την ξαναβρίσκεις και σου ξαναφεύγει ασύλληπτη. Και πρέπει ο κυνηγός να περιμαζέψει από δω κι από κει και από παντού τα κομμάτια της, πάντα με δυσκολία και μόχθο, κάποτε, και όχι πολύ σπάνια, και με κίνδυνο και κατόπιν να τα συνθέσει σ' ένα οργανικό ζωντανό σύνολο και να την παραδώσει έτσι τιθασευμένη στο κοινό με την εφημερίδα του. Αν η ευσυνειδησία του είναι κατώτερη από την επαγγελματική του ικανότητα, μπορεί να τη συνθέσει διαστρεβλωτικά. Μπορεί, πάλι, αν δεν έχει πίστη βαθιά στο πραγματικό νόημα του επαγγέλματός του, να ικανοποιηθεί σ' όλη του τη δημοσιογραφική ζωή, με μόνο το θέλγητρο του δύσκολου αυτού κυνηγιού, που παίρνει τότε στην αντίληψή του μιαν αυθύπαρκτη υπόσταση δίχως κανένα πλατύτερο προορισμό. Η τέχνη για την τέχνη. Η επαγγελματική ωστόσο ικανότητα βρίσκει την ηθική της δικαίωση μόνο όταν μπαίνει στην υπηρεσία ενός κοινωνικού συμφέροντος. Ο δημοσιογράφος γίνεται χρήσιμος κοινωνικός λειτουργός όταν νιώσει καθαρά το κοινωνικό του καθήκον. Και μπορούμε να πούμε αδίστακτα μπροστά στο μαρτυρικό του τον τάφο πως ο Κώστας Βιδάλης το ένιωσε".

Στις 25 Αυγούστου του ίδιου χρόνου, ο διευθυντής του "Ριζοσπάστη", Κώστας Καραγιώργης,έγραφε στην εφημερίδα ανάμεσα σε άλλα: "Ενας από τους αφορισμούς του ήταν "Εφημερίς ίσον είδησις" και η συμβολή του στο να γίνει ο "Ριζοσπάστης" μια απόλυτα ενημερωμένη εφημερίδα, σε εσωτερικές και εξωτερικές ειδήσεις, ήταν εξαιρετική. Αλλά η ΕΙΔΗΣΗ είναι μόνο η πρώτη ύλη, η μαγιά για την εφημερίδα. Η εκμετάλλευση της ύλης αυτής για τους πολιτικούς σκοπούς της εφημερίδας αποτελεί την ανώτερη συνθετικότερη δουλιά της. Κι αυτό σαν ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ εφημερίδα δεν μπορεί να γίνει παρά μόνο γύρω από τον άξονα της ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑΣ. Στην εκτίμηση του παράγοντα της ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗΣ επικαιρότητας όλοι μας στο "Ριζοσπάστη" είμαστε μαθητές του Βιδάλη. Φώναζε ελέγχοντας τις καθυστερήσεις μας, όταν δεν είχαμε ΑΥΘΗΜΕΡΟΝ σχολιάσει και εκμεταλλευτεί μια "είδηση", ένα γεγονός που άξιζε τον κόπο. "Δεν κάνουμε ιστορία, βγάζουμε εφημερίδα. Και για την εφημερίδα ένα γεγονός που δε σχολιάστηκε ΣΗΜΕΡΑ είναι πεθαμένο για αύριο". Ο άλλος αφορισμός, που δεν κουραζόταν ποτέ να επαναλαμβάνει, ήταν: "Εφημερίς ίσον επικαιρότης"".

Πενήντα χρόνια μετά, παραμένει προς επιβεβαίωση, από τον καθένα αγωνιστή δημοσιογράφο, ατομικά, αυτή η σχέση - θέση. Αν μάλιστα αναλογιστούμε τα χρονικά μεγέθη της εποχής εκείνης και τα συγκρίνουμε με τη σημερινή θα κατανοήσουμε καλύτερα και βαθύτερα τι εννοούσαν οι κομμουνιστές δημοσιογράφοι, όπως ο Κ. Βιδάλης, όταν μιλούσαν για επικαιρότητα. Επίκαιρο και καθημερινό ήταν τελικά αυτό που σφράγισε μια ολόκληρη εποχή, μια εποχή που έγραψε ιστορία. Ο Κ. Βιδάλης μπορεί να μην επιδίωκε μέσα από την εφημερίδα "να κάνει ιστορία", όμως το επίκαιρο είναι τελικά κι αυτό μέρος της ιστορίας, όπως απέδειξε η τελευταία περιοδεία του στη Θεσσαλία και η βάρβαρη δολοφονία του.

Θ. Λ.

ΝΙΚΟΣ ΠΛΟΥΜΠΙΔΗΣ
Σύμβολο κομμουνιστικής ηθικής

Συμπληρώνονται σήμερα 43 χρόνια από την άνανδρη εκτέλεση - δολοφονία του κομμουνιστή ηγέτη

Η πόλη "κοιμάται". Είναι νύχτα ακόμα, ώρα 2 μετά τα μεσάνυχτα, 14 Αυγούστου 1954. Η απόφαση των ξενοκρατών και της ντόπιας αντίδρασης έχει βγει. Ο Νίκος Πλουμπίδης πρέπει να εκτελεστεί...

Στις 3.30 μεταφέρεται σιδεροδέσμιος, από το κελί της φυλακής του, στο νοσοκομείο "Σωτηρία", στην κλούβα του Τμήματος Μεταγωγών και η τελευταία του πορεία αρχίζει. Στις 4.30 το πρωί της ίδιας μέρας, σε κάποια πλαγιά στο Δαφνί, το εκτελεστικό απόσπασμα, παίρνει τη διαταγή, "πυρ". Ο αγωνιστής, ο κομμουνιστής ηγέτης, ο αξέχαστος Νίκος Πλουμπίδης πέφτει νεκρός.

Σήμερα κλείνουν 43 χρόνια από τη μέρα που ο λαϊκός αγωνιστής Νίκος Πλουμπίδης, ηγετικό στέλεχος του ΚΚΕ, έπεφτε νεκρός, δολοφονημένος από το κράτος της Δεξιάς. Επεφτε νεκρός, αλλά αλύγιστος, από τις σφαίρες του εκτελεστικού αποσπάσματος των αντιδραστικών δυνάμεων, που κυβερνούσαν, από το καθεστώς της αμερικανοκρατίας και του ιμπεριαλισμού, που ήταν κυρίαρχο στη χώρα μας. Ηταν μια δολοφονία, που είχε στόχο να τρομοκρατήσει την εργατική τάξη και τους εργαζομένους, προκειμένου να αποθαρρύνουν το κίνημα από τις αγωνιστικές του διεκδικήσεις και τα δικαιώματά του.

Τα σχέδιά του, όμως, δεν πέρασαν. Η στάση του Ν. Πλουμπίδη μέχρι την τελευταία στιγμή, ήταν αγωνιστική, πατριωτική, κομμουνιστική. Εδωσε μέχρι τέλος τη μεγάλη μάχη για την ειρήνη, την κοινωνική πρόοδο, την εθνική ανεξαρτησία και το σοσιαλισμό.

Μια ζωή στον αγώνα

Ο Ν. Πλουμπίδης είναι μια από τις πιο ηρωικές και συνάμα από τις πιο τραγικές μορφές του κομμουνιστικού κινήματος της χώρας μας. Γεννήθηκε στο χωριό Λαγκάδια της Αρκαδίας στις 31 Δεκέμβρη 1902 από φτωχή αγροτική οικογένεια. Παρά τη φτώχεια και τις στερήσεις, κατάφερε να τελειώσει το διδασκαλείο Πύργου τον Ιούλη του 1924 και τον ίδιο χρόνο διορίστηκε δάσκαλος σ' ένα χωριό της Ελασσόνας.

Το 1926 έγινε μέλος του ΚΚΕ. Παράλληλα συνέχισε τη δράση του στο δημοσιοϋπαλληλικό κίνημα και εκλέχτηκε μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής της Συνομοσπονδίας Δημοσίων Υπαλλήλων. Το Μάρτη του 1931 πιάστηκε για τη συνδικαλιστική του δράση και καταδικάστηκε. Με τη δικτατορία του Μεταξά, ο Ν. Πλουμπίδης πέρασε στην παρανομία. Το 1937 βρίσκεται στο Βόλο, καθοδηγητής του Γραφείου Περιοχής της Θεσσαλίας. Το 1938 γυρίζει στην Αθήνα και στη σύσκεψη του Ιούνη του 1938 εκλέγεται μέλος του ΠΓ της ΚΕ του Κόμματος.

Ακλόνητος μαχητής

Δουλεύει ακούραστα για την ανάπτυξη του κινήματος της ένδοξης Εθνικής Αντίστασης. Είναι από τους καθοδηγητές των μεγάλων κινητοποιήσεων του λαού της Αθήνας ενάντια στους φασίστες κατακτητές. Παίζει πρωτεύοντα ρόλο ιδιαίτερα στη μεγάλη διαδήλωση των 200 χιλιάδων λαού στις 5 του Μάρτη του 1943 ενάντια στην επιστράτευση.

Στη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου παραμένει στην Αθήνα. Στην παρανομία και κάτω από δύσκολες συνθήκες συνεχίζει την κομματική δουλιά. Μετά την ήττα του ΔΣΕ, συνεχίζει παράνομα να προσπαθεί να ανασυντάξει τις κομματικές δυνάμεις. Από την παρανομία με γράμμα του, κάνει μια ύστατη προσπάθεια να σώσει τον Ν. Μπελογιάννη από την εκτέλεση. Υστερα από σύντομο χρονικό διάστημα συλλαμβάνεται.

Λανθασμένες εκτιμήσεις της καθοδήγησης του Κόμματος έχουν σαν αποτέλεσμα να χαρακτηριστεί ο Πλουμπίδης, με απόφαση της ΚΕ, σαν "πράκτορας του εχθρού". Εκείνος όμως και σ' αυτή την ξεχωριστά δύσκολη για τον ίδιο προσωπικά στιγμή, επιδεικνύει το μεγαλείο της ψυχής του κομμουνιστή. "Η ανακοίνωση της ΚΕ - γράφει χαρακτηριστικά, από το κελί της φυλακής του - είναι οδυνηρή για μένα, αλλά είναι ΣΕΒΑΣΤΗ. Εκείνοι που με αγαπούν και με σέβονται, οφείλουν να πειθαρχήσουν στο Κόμμα. Τιμή έχω την τιμή του Κόμματος"...

Λίγο αργότερα στέλνεται στο στρατοδικείο, το οποίο τον καταδικάζει σε θάνατο με την αισχρή κατηγορία της "κατασκοπίας". Στις 14 Αυγούστου του 1953 εκτελείται.

Φάρος για τους κομμουνιστές οι αγώνες του

Στους σημερινούς χαλεπούς καιρούς, που βιώνει η ανθρωπότητα, ο Νίκος Πλουμπίδης συμβολίζει τον άνθρωπο, τον αλύγιστο αγωνιστή, που παρέμεινε μέχρι το τέλος της ζωής του αφοσιωμένος στο κόμμα του, στα ιδανικά του και στους αγώνες της εργατικής τάξης. Ολη η πορεία του, μέσα στους αγώνες του εργατικού κινήματος, φανέρωσε τα σπουδαία ψυχικά αποθέματα που διέθετε και απέδειξε ότι οι αγώνες για την υλοποίηση των οραμάτων και των υψηλών ιδανικών, δεν μπορούν να καμφθούν από κανέναν αντιδραστικό παράγοντα.

Σήμερα που ο χλευασμός στην οργανωμένη πάλη είναι καθημερινό φαινόμενο, που κάθε δράση για υψηλές αξίες, οράματα και ιδανικά θεωρούνται ουτοπία ακόμα και πισωδρόμηση. Σήμερα που κύρια κατεύθυνση των δυνάμεων της αστικής τάξης είναι να προωθεί ό,τι αποπροσανατολίζει, ό,τι φθείρει και διαφθείρει τις συνειδήσεις του λαού και κυρίως τη νεολαία. Σήμερα που η ενσωμάτωση στο σύστημα χτυπάει την πόρτα και του τελευταίου εργαζόμενου, σήμερα η δράση του Ν. Πλουμπίδη σ' εκείνα τα "πέτρινα" χρόνια του αγώνα και προπαντός η θυσία του, αποτελούν φωτεινό μονοπάτι στους αγώνες των κομμουνιστών και κάθε προοδευτικού ανθρώπου για ένα καλύτερο και δίκαιο κόσμο, με το λαό πραγματικό αφέντη στο σπίτι του.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ