ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 1 Σεπτέμβρη 1996
Σελ. /48
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Θερμοκήπιο κερδών ο δικομματισμός και η λιτότητα

Από το 1990 μέχρι το 1995 οι έξι μεγαλύτερες τράπεζες της χώρας εμφάνισαν καθαρά κέρδη ύψους 870 δισ. δραχμών. Επίσης, 450 μεγάλες βιομηχανικές επιχειρήσεις σε τρία μόνο χρόνια (1992-1994) παρουσίασαν καθαρά κέρδη 814 δισ. δραχμές

Κέρδη, κέρδη, όλο και περισσότερα κέρδη. Την περίοδο εφαρμογής του προγράμματος λιτότητας 1990-1995 οι έξι μεγαλύτερες τράπεζες της χώρας (συμπεριλαμβάνεται και η ΤτΕ) παρουσίασαν καθαρά κέρδη ύψους 870 δισ. δραχμών. Επίσης, 450 μεγάλες βιομηχανικές επιχειρήσεις σε τρία χρόνια, μεταξύ του 1992 και 1994 παρουσίασαν καθαρά κέρδη 814 δισ. δραχμές.

Τα στοιχεία αυτά τα καταχωνιάζουν με κάθε επισημότητα οι εκπρόσωποι του δικομματισμού (και όχι μόνο) κατά την προεκλογική περίοδο για ευνόητους λόγους, ώστε να μπορέσουν να φορέσουν τη φιλολαϊκή προβιά τους και, μοιράζοντας κάλπικες υποσχέσεις, να μπορέσουν να αποκρύψουν την αποκρουστική όψη του προγράμματος λιτότητας. Οι μονομάχοι του δικομματισμού κάνουν ό,τι μπορούν να αποκρύψουν την υπερσυσσώρευση των κερδών του χρηματιστικού κεφαλαίου, η οποία υποκρύπτει την ένταση του βαθμού εκμετάλλευσης που υφίστανται οι εργαζόμενοι σε περίοδο καπιταλιστικής κρίσης και βίαιης επίθεσης κατά των λαϊκών εισοδημάτων.

Η μεταφορά εισοδημάτων που έχει λάβει χώρα την περίοδο 1990-1993 (κυβέρνηση ΝΔ) και την περίοδο 1994-1996 (κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ) θα πρέπει να μετριέται σε τρισ. δραχμές. Δυστυχώς, στοιχεία δεν υπάρχουν, μιας και τα επίσημα ερευνητικά κέντρα ακροθιγώς μόνο έχουν προσεγγίσει το τεράστιο αυτό θέμα. Αυτό όμως που μπορούμε να προσδιορίσουμε με σχετική ακρίβεια είναι οι δίοδοι μέσω των οποίων συντελέστηκε η μεταφορά εισοδημάτων από τους εργαζόμενους κυρίως προς τις μεγάλες εμποροβιομηχανικές επιχειρήσεις και προς το τραπεζικό κεφάλαιο.

Κατά πρώτο η μεγάλη κερδοφορία των εμποροβιομηχανικών επιχειρήσεων θα πρέπει να αποδοθεί σε μια μεγάλη αύξηση του βαθμού εκμετάλλευσης των εργαζομένων στις ίδιες αυτές τις επιχειρήσεις. Σημαντικότερο ίσως ρόλο στη μεγάλη κερδοφορία του χρηματιστικού κεφαλαίου θα πρέπει να έπαιξε η έμμεση εκμετάλλευση, αυτή που συντελείται μέσω των μηχανισμών του αστικού κράτους. Εκτός από τις μεγάλες απώλειες που υπήρξαν από τη βάρβαρη εισοδηματική πολιτική κατά τα χρόνια αυτά (βλέπε αναλυτικά το διπλανό άρθρο), αναφέρουμε απλώς ότι την περίοδο αυτή είμαστε μάρτυρες ενός φορολογικού πραξικοπήματος νεοφιλελεύθερης έμπνευσης, που είχε ως αποτέλεσμα να μειώσει τα φορολογικά βάρη των μεγάλων επιχειρήσεων, ενώ από την άλλη να φορτώσει με νέα βάρη τους εργαζόμενους, τους αγρότες και τα μικρομεσαία στρώματα. Από τη μια πλευρά είχαμε τη μεγάλη μείωση των φορολογικών συντελεστών για τις μεγάλες επιχειρήσεις, κατάργηση της άμεσης φορολογίας των μεγάλων εισοδημάτων, αφορολόγητα αποθεματικά και ζεστό χρήμα εκατοντάδων δισ. δραχμών μέσω των αναπτυξιακών κινήτρων. Από την άλλη πλευρά έχουμε μια μεγάλη αύξηση των κατ' εξοχήν αντιλαϊκών και αντιδημοκρατικών έμμεσων φόρων. Ο ΦΠΑ σήμερα αποτελεί τον κορμό του φορολογικού συστήματος, καθώς συνεισφέρει το 1/3 των συνολικών φορολογικών εσόδων, ενώ ακολουθούν οι Ειδικοί Φόροι Κατανάλωσης, οι οποίοι πήραν φωτιά το 1992 (υπουργός Οικονομικών Στ. Μάνος), ενώ μία δεύτερη αύξηση είχαμε το 1996.

Μεταφορά εισοδημάτων, η οποία πήρε κυριολεκτικά τη μορφή της απροκάλυπτης ληστείας, είχαμε με τη νομισματική πολιτική των τελευταίων χρόνων. Σε περίοδο "απελευθέρωσης" του τραπεζικού συστήματος, οι εμπορικές τράπεζες, κατ' εξοχήν κερδοσκοπικοί οργανισμοί, μετεξελίχθηκαν κυριολεκτικά σε στυγνούς τοκογλύφους. Το επιτοκία των πιστωτικών καρτών πλησίασαν το 40%, η δε διαφορά επιτοκίων χορηγήσεων - καταθέσεων, για μεγάλα χρονικά διαστήματα, κρατήθηκε σε επίπεδα μεγαλύτερα των δέκα μονάδων. Τα δε επιτόκια καταθέσεων ταμιευτηρίου (οι κατ' εξοχήν λαϊκές καταθέσεις) μετά την περίοδο της "απελευθέρωσης", που άρχισε από τις 8/3/93, στα επόμενα τρία χρόνια μειώθηκαν πάνω από 6 μονάδες. Από 18% το Μάρτη του 1993 σε 11,75% σήμερα. Τρομακτικά τέλος κέρδη εξασφάλισαν οι τράπεζες, οι μεγάλες επιχειρήσεις, αλλά και τα ξένα κερδοσκοπικά κεφάλαια από την αφαίμαξη του δημόσιου χρήματος μέσω των τοποθετήσεων στους χρυσοφόρους κρατικούς τίτλους του δημοσίου και τέλος με τη συγκεκριμένη συναλλαγματική πολιτική σε συνδυασμό με την άνθηση των κερδοσκοπικών χρηματοοικονομικών παράγωγων προϊόντων.

Θανάσης ΚΑΝΙΑΡΗΣ

Ιδού το μέγεθος της ληστείας μισθωτών - συνταξιούχων

Σε τρισεκατομμύρια δραχμές ανέρχονται οι απώλειες του εισοδήματος των μισθωτών και συνταξιούχων την πενταετία 1990-1995. Αν η μοιρασιά της "πίτας" του εθνικού εισοδήματος γινόταν όπως το 1990, τότε πέρσι οι μισθωτοί και συνταξιούχοι έπρεπε να μοιραστούν μεταξύ τους επιπλέον 740 δισ. δραχμές, τα οποία όμως πήγαν στις τσέπες των επιχειρηματιών

Σε πολλές εκατοντάδες δισεκατομμύρια δραχμές ανέρχεται το τίμημα που πλήρωσαν οι εργαζόμενοι μισθωτοί (στο δημόσιο και ιδιωτικό τομέα) και συνταξιούχοι, με τη γαλαζοπράσινη πολιτική σκληρής λιτότητας, που εφάρμοσαν οι κυβερνήσεις ΠΑΣΟΚ και ΝΔ.

Με δεδομένο ότι στην οικονομική πολιτική ισχύει η θεωρία των "συγκοινωνούντων δοχείων".

Με δεδομένο τον κανόνα πως "όταν κάποιος χάνει, κάποιος άλλος κερδίζει". Με βάση αυτά τα δύο δεδομένα, που επιβεβαιώνονται τόσο από την καθημερινή πραγματικότητα όσο και από τα ίδια τα επίσημα στοιχεία, προκύπτει ότι οι απώλειες των εκατοντάδων δισεκατομμυρίων δραχμών που είχαν οι μισθωτοί και συνταξιούχοι, μετατράπηκαν σε αντίστοιχα οφέλη για τους μεγαλοεπιχειρηματίες, που θησαύρισαν από την αντιλαϊκή πολιτική λιτότητας.

Παρ' όλα αυτά, ΠΑΣΟΚ και ΝΔ μας δουλεύουν κι από πάνω, υποστηρίζοντας πως "τα πραγματικά εισοδήματα των εργαζομένων αυξήθηκαν" και ότι "η οικονομία πάει καλά", ώστε να δικαιολογήσουν τη συνέχιση της ίδιας αντιλαϊκής πολιτικής. Δε διδάχτηκαν ούτε θέλουν να διδαχτούν από τις καταστροφικές συνέπειες που είχε η συγκεκριμένη πολιτική, τόσο στο βιοτικό επίπεδο του λαού όσο και στο σύνολο της ελληνικής οικονομίας. Αδιάψευστος μάρτυρας για τις προθέσεις τους, οι όρκοι πίστης και αφοσίωσης των ηγεσιών του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ στη Συνθήκη του Μάαστριχτ και ο ισχυρισμός τους πως το πρόγραμμα "σύγκλισης" αποτελεί το ..."Οικονομικό Σύνταγμα της Ελλάδας"!

Η μεγάλη ληστεία των μισθωτών και συνταξιούχων τεκμηριώνεται από τα ίδια τα επίσημα στοιχεία του κράτους, που έχουν αποτυπωθεί στις εκθέσεις του υπουργείου Εθνικής Οικονομίας για την εξέλιξη των βασικών μεγεθών της οικονομίας. Τα στοιχεία αυτά τεκμηριώνουν με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο ότι μεγάλωσε το κομμάτι της "πίτας" του εθνικού εισοδήματος που "τρώνε" οι επιχειρηματίες και οι εισοδηματίες (κυρίως οι μεγάλοι) και μίκρυνε το κομμάτι της "πίτας" για τους μισθωτούς και συνταξιούχους.

Στην περίοδο από το 1990 μέχρι το 1995 σημειώθηκαν αξιόλογες μεταβολές στη μοιρασιά της "πίτας" του εθνικού εισοδήματος, που στους εθνικούς λογαριασμούς εμφανίζονται στην κατηγορία "αμοιβές εργαζομένων" και "ακαθάριστο λειτουργικό πλεόνασμα". Το πρώτο αφορά στην εξέλιξη της "πίτας" του εθνικού εισοδήματος για τους μισθωτούς και συνταξιούχους (μισθοί και συντάξεις στο δημόσιο και ιδιωτικό τομέα) και το δεύτερο στην εξέλιξη της "πίτας" του ακαθάριστου διαθέσιμου εισοδήματος (κέρδη επιχειρήσεων, αγροτικά εισοδήματα, καθώς και έσοδα από νοίκια, τόκους καταθέσεων, μερίσματα μετοχών κτλ.).

Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, που αναλυτικά παραθέτουμε στον πίνακα, το 1990,από το συνολικό ακαθάριστο διαθέσιμο εισόδημα ύψους 12.115,5 δισ. δραχμών, το 38,7% της "πίτας" του εθνικού εισοδήματος που μοιράστηκαν μεταξύ τους ΟΛΟΙ οι μισθωτοί και συνταξιούχοι ήταν 4.693,2 δισ. δραχμές και το υπόλοιπο 59,6% της "πίτας" ήτοι ποσό ύψους 7.220,6 δισ. δραχμών διατέθηκε στους κάθε είδους επιχειρηματίες, εισοδηματίες και αγρότες, με τη μορφή κερδών από την επιχειρηματική δραστηριότητα, τόκων και μερισμάτων από καταθέσεις και μετοχές, ενοικίων κτλ.

Το τίμημα της "γαλάζιας"και "πράσινης" λιτότητας

Το μέγεθος της ληστείας, που επιβλήθηκε με τη γαλαζοπράσινη εισοδηματική, φορολογική και τη γενικότερη πολιτική μονόπλευρης λιτότητας, φαίνεται αν δούμε πώς μοιράστηκε η "πίτα" του εισοδήματος το 1993 (που η ΝΔ παρέδωσε τη διακυβέρνηση της χώρας στο ΠΑΣΟΚ) και το 1995 (έτος για το οποίο υπάρχουν ημιοριστικά στοιχεία).

Σύμφωνα, λοιπόν, με τα επίσημα στοιχεία του υπουργείου Εθνικής Οικονομίας:

  • Το 1993 - που το ακαθάριστο εθνικό εισόδημα ήταν 19.918,1 δισ. δραχμές - μοιράστηκε ως εξής: Ποσό ύψους 6.591,6 δισ. δραχμών διατέθηκε για "αμοιβές εργαζομένων" και τα υπόλοιπα 12.927,3 δισ. δραχμές μοιράστηκαν μεταξύ τους οι επιχειρηματίες, εισοδηματίες και αγρότες με τη μορφή κερδών, μερισμάτων και τόκων.
  • Το 1995, από το ακαθάριστο διαθέσιμο εισόδημα των 24.216,5 δισ. δραχμών, ποσό ύψους 8.634 δισ. δραχμών μοιράστηκαν μεταξύ τους ΟΛΟΙ οι μισθωτοί και συνταξιούχοι και τα υπόλοιπα 15.655,6 δισ. δραχμές μοιράστηκαν οι επιχειρηματίες, οι αγρότες και οι εισοδηματίες με τη μορφή κερδών, μερισμάτων και τόκων.

Οι αλλαγές αυτές, που κρύβουν την άγρια διανομή και αναδιανομή του εισοδήματος στην πενταετία, αποκαλύπτουν τις απώλειες τρισεκατομμυρίων για τους μισθωτούς και συνταξιούχους και τα αντίστοιχα οφέλη για τους μεγαλοεπιχειρηματίες και μεγαλοεισοδηματίες.Για να γίνει κατανοητό τι σημαίνει στην πράξη η μείωση της πίτας "αμοιβές εργαζομένων" και η αύξηση της πίτας "ακαθάριστο λειτουργικό πλεόνασμα" - δηλαδή τα εισοδήματα που μοιράστηκαν μεταξύ τους οι επιχειρηματίες (κέρδη), οι εισοδηματίες (μερίσματα από μετοχές και από τόκους καταθέσεων και νοίκια) και οι αγρότες (από τις πωλήσεις αγροτικών προϊόντων) - θα σημειώσουμε τα εξής:

Αν η μοιρασιά της πίτας του διαθέσιμου εισοδήματος σε μισθούς και κέρδη επιχειρηματιών γινόταν φέτος όπως το 1990 (δηλαδή 38,7% του εισοδήματος να πηγαίνει για "αμοιβές εργαζομένων" και 59,6% για κέρδη μικρών και μεγάλων επιχειρήσεων και αγροτικά εισοδήματα), τότε το ποσό των 24.216,5 δισ. δραχμών, που ήταν το εθνικό εισόδημα το 1995, έπρεπε να διανεμηθεί ως εξής:

  • Οι μισθωτοί και συνταξιούχοι θα έπρεπε πέρσι να μοιραστούν μεταξύ τους 9.371,8 δισ. δραχμές και όχι 8.634 δισ. δραχμές που μοιράστηκαν. Από τη σύγκριση αυτή προκύπτει ότι μόνο πέρσι οι απώλειες των μισθωτών και συνταξιούχων έφτασαν στο ποσό ρεκόρ των 737,8 δισ. δραχμών.
  • Οι επιχειρηματίες (μικροί και μεγάλοι), οι αγρότες και άλλοι εισοδηματίες έπρεπε να μοιραστούν πέρσι 14.433 δισ. δραχμές και όχι 15.656,6 δισ. δραχμές που μοιράστηκαν. Η εξέλιξη αυτή δείχνει ότι μόνο πέρσι μεγάλωσε το κομμάτι της πίτας τους κατά 737,8 δισ. δραχμές.Ποσό που προήλθε από τη μείωση των εισοδημάτων των μισθωτών και συνταξιούχων και κατέληξε κυρίως στις τσέπες των μεγαλοεπιχειρηματιών, καθώς αποτελεί κοινό μυστικό ότι θύματα της πολιτικής μονόπλευρης λιτότητας υπήρξαν και οι αγρότες και οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις.

Οι απώλειες των εκατοντάδων δισεκατομμυρίων, που έχουν κάθε χρόνο οι εργαζόμενοι, συνεχίστηκαν και φέτος και όλα δείχνουν ότι θα συνεχιστούν και του χρόνου, αν τυχόν ΠΑΣΟΚ ή ΝΔ - που θεωρούν την εισοδηματική πολιτική λιτότητας ως "μονόδρομο" - υφαρπάξουν τη λαϊκή ψήφο και σχηματίσουν ένα από τα δύο κόμματα αυτοδύναμη κυβέρνηση.

Λάμπρος ΤΟΚΑΣ

ΘΕΡΙΝΕΣ ΕΚΠΤΩΣΕΙΣ
Σε ελεύθερη πτώση ο τζίρος

Το συνδικαλιστικό κίνημα των επαγγελματιών βιοτεχνών και εμπόρων κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για τη συνέχιση της δραματικής κατάστασης που επικρατεί στην αγορά και η οποία απειλεί με αφανισμό 300.000 μικρομεσαίες επιχειρήσεις μέχρι το τέλος της δεκαετίας

Σε δραματική κατάσταση βρίσκει τον εμπορικό κόσμο η επίσημη λήξη των φετινών καλοκαιρινών εκπτώσεων, καθώς ο τζίρος σημείωσε πτώση 30% - 40% σε σχέση με την αντίστοιχη περσινή περίοδο. Τα αποτελέσματα της μακρόχρονης πολιτικής μονόπλευρης λιτότητας άφησαν ανάγλυφα τα σημάδια τους και φέτος, αφού τα εισοδήματα των εργαζομένων δε στάθηκαν ικανά να αναθερμάνουν έστω και προσωρινά, όπως, ίσως θα ήλπιζε ο εμπορικός κόσμος, το παγωμένο κλίμα που επικρατεί τα τελευταία χρόνια στην αγορά. Κι αυτό, παρά το γεγονός ότι φέτος εξάντλησαν όλα τα προβλεπόμενα από τη σχετική νομοθεσία περιθώρια, πραγματοποιώντας εκπτώσεις δύο ολόκληρους μήνες, ενώ όλα δείχνουν ότι τα επώνυμα καταστήματα είναι διατεθειμένα να συνεχίσουν με την μορφή προσφορών τις εκπτώσεις σε βάρος των μικρών καταστημάτων και του θεσμού των εκπτώσεων που όπως καταγγέλλουν οι έμποροι έχει φτάσει σε επίπεδα εκφυλισμού.

Η εικόνα που παρουσίαζε κατά τη διάρκεια και των δύο μηνών που κράτησαν οι εκπτώσεις, παρά τα μεγάλα ποσοστά εκπτώσεων που φιγουράριζαν στις βιτρίνες των καταστημάτων και έφταναν μέχρι 60%, δε διέφερε από εκείνη όλου του προηγούμενου διαστήματος. "Με εξαίρεση τις πρώτες δέκα μέρες, όλο το υπόλοιπο διάστημα ήταν μια από τα ίδια", είπε στο "Ρ" ο Μ. Δεβετζής, ιδιοκτήτης καταστήματος ρούχων στο κέντρο της Αθήνας. Ενώ, η Μ. Παρασκευοπούλου που διατηρεί κατάστημα υποδημάτων, τόνισε ότι "δεν περιμέναμε και πολλά πράγματα. Η κατάσταση πάει από το κακό στο χειρότερο, αφού ο κόσμος ό,τι εκπτώσεις και να κάνουμε δε συγκινείται πια. Βρισκόμαστε στα πρόθυρα χρεοκοπίας".

Οπως δήλωσε στο "Ρ" ο Ν. Ρούσσος,μέλος του ΔΣ του Εμπορικού Συλλόγου της Αθήνας, "υπήρχε το κενό μεταξύ της κατανάλωσης και της προσφοράς. Ο κόσμος, το καταναλωτικό κοινό, δεν μπορεί να αγοράσει τα καταναλωτικά αγαθά". Ο ίδιος τονίζει ότι η "Αγωνιστική Συνεργασία Εμπόρων" είχε συστήσει επιφυλακτικότητα ως προς τα αποτελέσματα και εξαιτίας της μεγάλης διάρκειας των εκπτώσεων, κατά παράβαση του εικοσαημέρου που ήταν πιο καλό. "Διαπιστώθηκε για μια ακόμα φορά", τονίζει ο ίδιος, "ότι η αγορά είναι νεκρή, ο προϋπολογισμός των εργαζομένων και των συνταξιούχων που είναι οι κύριοι πελάτες μας, είναι τόσο επιβαρημένος για τις δυνατότητες αντιμετώπισης των βασικών εξόδων κάθε οικογένειας που τα καταναλωτικά είδη είναι πολυτέλεια. Και δυστυχώς μας περιμένουν χειρότερες μέρες".

Το συνδικαλιστικό κίνημα των επαγγελματιών βιοτεχνών και εμπόρων κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για τη συνέχιση της δραματικής κατάστασης που επικρατεί στην αγορά και η οποία απειλεί με αφανισμό 300.000 μικρομεσαίες επιχειρήσεις μέχρι το τέλος της δεκαετίας. Κατάσταση την οποία έχουν δημιουργήσει οι κυβερνητικές πολιτικές ΠΑΣΟΚ - ΝΔ και οι μόνες εγγυήσεις που μπορούν να δώσουν είναι ότι θα συνεχίσουν να τις εφαρμόζουν και μετά τις εκλογές, όποιο από τα δύο κόμματα αναδειχτεί στην κυβερνητική εξουσία ξεχνώντας την επομένη κιόλας των εκλογών τα κάλπικα προεκλογικά κροκοδείλια δάκρυά τους για τις ΜΜΕ.

Μελίνα ΖΙΑΓΚΟΥ

Εργαζόμενοι στο δημόσιο και ιδιωτικό τομέα και συνταξιούχοι πλήρωσαν με πολλά δισεκατομμύρια τη γαλαζοπράσινη πολιτική σκληρής λιτότητας, που εφάρμοσαν οι κυβερνήσεις ΠΑΣΟΚ και ΝΔ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ