Καθήλωση εισοδημάτων των εργαζομένων και διασφάλιση των όρων για συνέχιση της κερδοφορίας των επιχειρήσεων, εισηγήθηκε χτες ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας προς τον πρωθυπουργό, κάτι που βέβαια έγινε δεκτό
Η παραπέρα συμπίεση των εισοδημάτων των εργαζομένων και η πολύπλευρη ενίσχυση του κεφαλαίου, θα αποτελέσουν και πάλι τους βασικούς άξονες της οικονομικής πολιτικής λιτότητας που θα ακολουθήσει η κυβέρνηση Σημίτη και το 1998. Σύμφωνα με πληροφορίες, στη χτεσινή σύσκεψη του οικονομικού επιτελείου της κυβέρνησης υπό τον πρωθυπουργό, Κ. Σημίτη, ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Γ. Παπαντωνίου, παρουσίασε εισήγηση, η οποία έγινε και αποδεκτή, σύμφωνα με την οποία η εισοδηματική πολιτική και το 1998 θα πρέπει να είναι "σφικτή". Αυτό σημαίνει ότι σε μισθούς και συντάξεις θα δοθούν - αν δοθούν - αυξήσεις της τάξης του 2 και 2% ή θα ισχύσει κάποιο παρεμφερές σενάριο. "Σφικτή" πολιτική εισηγήθηκε και για τα τιμολόγια των ΔΕΚΟ, σε μια προσπάθεια να ελεγχθεί η πορεία του πληθωρισμού. Ιδιαίτερη αναφορά, σύμφωνα με πληροφορίες, έγινε στο θέμα των λεγόμενων συνενώσεων φορέων και υπηρεσιών του δημοσίου, στα πλαίσια της υλοποίησης του σχετικού νόμου περί μείωσης των δαπανών του δημοσίου.
Σε δηλώσεις του μετά το τέλος της σύσκεψης προϊδέασε τους εργαζόμενους για τα νέα ...κύματα ψύχους που έρχονται, κάνοντας λόγο για "δύσκολο προϋπολογισμό", ενώ παράλληλα έδωσε και τις αναγκαίες διασφαλίσεις προς τους εκπροσώπους του κεφαλαίου ότι η οικονομική πολιτική θα συνεχίσει να εφαρμόζεται ...με σταθερότητα και συνέπεια. Χαρακτήρισε, τέλος, την πορεία της οικονομίας "θετική".
Και ενώ η κυβέρνηση στήνει το κρεβάτι του Προκρούστη πάνω στο οποίο θα καρατομήσει για μια ακόμη χρονιά τα λαϊκά εισοδήματα - όρος άλλωστε απαραίτητος για τη διασφάλιση της υψηλής κερδοφορίας του κεφαλαίου - οι πλειοψηφίες της ΓΣΕΕ και της ΑΔΕΔΥ με την εμμονή τους στον "κοινωνικό διάλογο" προσφέρουν την απαραίτητη νομιμοποίηση και κάλυψη στην κυβέρνηση, ώστε να παρουσιάσει την ειδεχθή πολιτική της σαν προϊόν "διαλόγου".
Στη χτεσινή σύσκεψη συμμετείχαν επίσης η υπουργός Ανάπτυξης Β. Παπανδρέου, ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας Λ. Παπαδήμος και οι οικονομικοί υφυπουργοί Ν. Χριστοδουλάκης, Γ. Δρυς και Χ. Πάχτας.
Βασικό επιχείρημα της κυβέρνησης για τη νέα αντιλαϊκή επέλαση που θα εξαπολύσει το 1998, είναι η μείωση του πληθωρισμού σε επίπεδα κάτω του 3%. Μόνο που η αντιπληθωριστική της προσπάθεια είναι μονόπλευρη, καθώς ζητούν θυσίες από τους εργαζόμενους, ενώ δε γίνεται η παραμικρή νύξη για τα υψηλά υπερκέρδη των τραπεζών και των μεγάλων εμποροβιομηχανικών επιχειρήσεων, τα οποία τροφοδοτούν τον πληθωρισμό.
Σε ό,τι αφορά τις ΔΕΚΟ η "σφικτή" τιμολογιακή πολιτική που εισηγήθηκε ο Γ. Παπαντωνίου δε σημαίνει ότι δε θα γίνουν και αυξήσεις τιμολογίων. Από τη μια θέλουν να συγκρατήσουν τον πληθωρισμό, ενώ από την άλλη πολλές από αυτές θέλουν να τις βγάλουν "στο σφυρί", που σημαίνει ότι κάποια "προικοδότηση" θα πρέπει να πάρουν, στα αντίστοιχα πρότυπα του ΟΤΕ, όπου προβλέφτηκε η τιμολογιακή του πολιτική για πέντε συνεχή χρόνια.
Νέες αξιώσεις προβάλλουν τώρα οι εκπρόσωποι των ιδιωτικών συμφερόντων, που λυμαίνονται την επένδυση του αερίου
Η κυβερνητική συναλλαγή με τα ιδιωτικά συμφέροντα, που λυμαίνονται το έργο του φυσικού αερίου και η αδιάλειπτη προσπάθεια των κυβερνώντων να ικανοποιήσουν τις ορέξεις των συμφερόντων αυτών, οδηγούν σε ένα τρομακτικό αδιέξοδο την ίδια την επένδυση, προκαλώντας ανυπολόγιστες ζημιές στην εθνική οικονομία και τη χώρα συνολικά. Τα παραπάνω προκύπτουν από νέες πλευρές των κυβερνητικών χειρισμών που έρχονται στην επιφάνεια και οι οποίες δείχνουν ότι οι "κινήσεις", που έγιναν επί υπουργίας Στ. Μάνου και Κ. Σημίτη στον τομέα της ενέργειας, αποτέλεσαν τη βάση για την ομηρία του έργου του φυσικού αερίου, αλλά και του ενεργειακού τομέα της χώρας. Τα εν λόγω συμφέροντα Κοπελούζου - "Γκαζ Προμ", βρίσκοντας πρόσφορο έδαφος στην εγκληματική κυβερνητική πολιτική στο χώρο της ενέργειας - τον οποίο και εκμεταλλεύονται ήδη σε πολύ μεγάλο βαθμό - εγείρουν τώρα νέες αξιώσεις προσβλέποντας στην ανάδειξή τους σε βασικό παράγοντα ελέγχου του ενεργειακού τομέα της χώρας στην επερχόμενη απελευθέρωση της αγοράς και στον επόμενο αιώνα.
Σύμφωνα με έγκυρες πληροφορίες, μεταξύ της ελληνικής πλευράς και της ρωσικής, που στη χώρα μας εκπροσωπείται από τον όμιλο Κοπελούζο και τους προσκείμενους σε αυτόν "παράγοντες", έχει αρχίσει ένας διάλογος για βασικά θέματα του έργου του φυσικού αερίου, ο οποίος, στο μέγεθος που επιβεβαιώνεται, μπορεί να ερμηνευτεί μόνο ως μια προσπάθεια εκ νέου συνολικής διαπραγμάτευσης της διακρατικής συμφωνίας του 1987. Μια αναδιαπραγμάτευση που θα οδηγήσει σε πολύ πιο δυσμενή για τη χώρα αποτελέσματα από τις αναδιαπραγματεύσεις που έκανε ο Κ. Μητσοτάκης το 1993 ως πρωθυπουργός και ο Κ. Σημίτης το 1994, ως υπουργός Βιομηχανίας. Ενδεικτική για τις μεθοδεύσεις αυτές είναι η πρόσφατη επιστολή του προέδρου της ΓΚΑΖ ΠΡΟΜ, Βιάχιφερ,προς την υπουργό Ανάπτυξης Β. Παπανδρέου.
Με την επιστολή αυτή τα ελληνορωσικά συμφέροντα απειλούν εμμέσως πλην σαφώς ότι θα σταματήσουν τη στρόφιγγα προμήθειας φυσικού αερίου προς την Ελλάδα, γιατί η δεύτερη δεν ανταποκρίνεται στις συμβατικές της υποχρεώσεις. Αυτό που παρουσιάζεται εδώ ως συμβατική υποχρέωση της χώρας έχει δύο σκέλη. Το πρώτο αφορά - σύμφωνα πάντα με τα εν λόγω συμφέροντα - τη δέσμευση της χώρας να παραλάβει για το 1997 τουλάχιστον 1,5 εκατομμύριο κυβικά μέτρα φυσικού αερίου και το δεύτερο να υλοποιήσει άμεσα τη σύμβαση για την κατασκευή της μονάδας της ΔΕΗ στη Φλώρινα, με το γνωστό σκανδαλώδες τίμημα των 179 δισ. δρχ. Αυτά τα σημεία όμως αποτελούν, σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, τη μισή αλήθεια που απλώς βολεύει τα εν λόγω συμφέροντα και όσους τα εξυπηρετούν. Η αλήθεια είναι ότι με βάση τη διακρατική συμφωνία, η Ελλάδα έχει μεν δεσμευτεί για την παραλαβή των συγκεκριμένων ποσοτήτων φυσικού αερίου για το 1997 (και για κάθε έτος μέχρι το 2016), πλην όμως υπάρχει η δυνατότητα - βάσει της σύμβασης - να προπληρώσει απλώς τις ποσότητες αυτές και να τις παραλάβει κάποια επόμενη συμβατική χρονιά.
Πίσω από την επιστολή Βιάχιφερ και με το επιχείρημα των καθυστερήσεων κρύβονται οι νέες αιτιάσεις της "Προμηθέας Γκαζ". Συγκεκριμένα και σύμφωνα με έγκυρες πληροφορίες, προβάλλουν τουλάχιστον τρία νέα αιτήματα που ισοδυναμούν με πλήρη καταστρατήγηση και ανατροπή της διακρατικής συμφωνίας:
Από ελληνικής πλευράς φαίνεται πως η κυβέρνηση έχει εγκλωβιστεί στην ίδια της την πολιτική, που είναι μια πολιτική εξυπηρέτησης των σχεδίων του Κοπελούζου, σχέδια που ορθώνουν όλα αυτά τα αδιέξοδα. Αυτό που θεωρούν ως το πλέον ισχυρό τους "χαρτί" είναι η αδυναμία - όπως ανεπίσημα ισχυρίζονται - των Ρώσων να θέσουν σε λειτουργία το βουλγαρικό αγωγό που συνδέεται με την Ελλάδα. Συγκεκριμένα υποστηρίζουν ότι ο αγωγός με τον οποίο έχουμε συνδεθεί μέσω Βουλγαρίας, δεν είναι των τεχνικών προδιαγραφών που απαιτεί η σύμβαση και της δυναμικότητας που απαιτείται των 50 μπαρ, αλλά κατέφυγαν σε σύνδεση με άλλον αγωγό, δυναμικότητας 35 μπαρ, ο οποίος αδυνατεί να μεταφέρει τις συμβατικές ποσότητες για τις οποίες τα δύο μέρη έχουν συμφωνήσει. Αλλά ακόμα κι αν αυτό είναι ακριβές και ισχύει πλήρως, αναδεικνύονται και από ακόμα μια σκοπιά οι κυβερνητικές ευθύνες, αφού στην ουσία εμφανίζεται αδύναμη ακόμα και να απαιτήσει την τήρηση των συμβατικών υποχρεώσεων των εκπροσώπων του μεγάλου κεφαλαίου, με τους οποίους τόσο καιρό συναλλάσσεται. Σε τελευταία ανάλυση οι νέες αξιώσεις που προβάλλονται θα μπορούσαν να αποτελέσουν τη βάση για την ακύρωση όλων των δυσμενών για τη χώρα συμφωνιών που έχουν γίνει με τους Ρώσους...
Χρ. Λ.