ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 28 Μάρτη 1999
Σελ. /48
ΚΕΝΗ
Πολιτικές θέσεις και ταξικές αναφορές του ΔΗΚΚΙ

Οι αυξανόμενες δυσκολίες σε ένα σχετικά απρόσκοπτο πέρασμα της αντιλαϊκής φιλοΕΥΡΩενωσιακής και φιλοΝΑΤΟικής κυβερνητικής πολιτικής αντικειμενικά συμβάλλουν στη δημιουργία προϋποθέσεων για πολιτικές ανακατατάξεις.

Αυτές οι ανακατατάξεις, στο βαθμό που δεν αποτελούν προϊόν συνολικότερων ανακατατάξεων δυνάμεων με όρους κινήματος, ταξικών αγώνων, αφορούν κυρίως ανακατατάξεις μεταξύ των πολιτικών σχημάτων, μέσω των οποίων περνούν οι διάφορες μορφές διαχείρισης του συστήματος.

Με άλλα λόγια, στο έδαφος της λαϊκής δυσαρέσκειας από την αντιλαϊκή κυβερνητική πολιτική του ΠΑΣΟΚ, διαμορφώνονται οι συνθήκες και για μια ανώδυνη απορρόφησή της από πολιτικά σχήματα που προβάλλουν την κριτική τους χρωματισμένη και με μια ορισμένη φιλολαϊκή γλώσσα.

Ετσι, ένα κόμμα όπως το ΔΗΚΚΙ, που διεκδικεί θέση "αριστερά" του ΠΑΣΟΚ, μπορεί κάλλιστα να προβάλλει ορισμένες θετικές, επίκαιρες πολιτικές θέσεις (για δημοψήφισμα πριν την επικύρωση της Συνθήκης Αμστερνταμ από τη Βουλή, την αρνητική ψήφο στην επικύρωσή της από τη Βουλή, την αρνητική τοποθέτηση για τη Συνθήκη Σένγκεν, την καταδίκη της αντικομμουνιστικής έξαρσης της κυβέρνησης που είχε και νέες εκδηλώσεις, με αφορμή τις μαχητικές μαθητικές κινητοποιήσεις), χωρίς αυτές να σηματοδοτούν μια συνολική αντιμονοπωλιακή, αντιιμπεριαλιστική γραμμή.

Η αναγνώριση του θετικού στοιχείου σε αυτές τις θέσεις δεν μπορεί να αποσπάται από μια συνολική κριτική προσέγγιση των πολιτικών θέσεων και ταξικών αναφορών του ΔΗΚΚΙ. Στην Πολιτική Απόφαση του 15ου Συνεδρίου του ΚΚΕ γίνεται η εξής εκτίμηση:

"Στο χώρο των άλλων πολιτικών δυνάμεων και ομάδων, το Δημοκρατικό Κοινωνικό Κίνημα αναπτύσσει κριτική σε επιλογές της Ευρωπαϊκής Ενωσης, εμφανίζεται με φιλολαϊκή γλώσσα, περιχαρακώνει όμως το προγραμματικό του πλαίσιο στην υπεράσπιση της πολιτικής του ΠΑΣΟΚ του '81-'89, δηλαδή μιας πολιτικής που χρησιμοποίησε τα αριστερά και ριζοσπαστικά συνθήματα για να διαβρώσει και να ποδηγετήσει το λαϊκό κίνημα. Προβάλλει την αναγκαιότητα της ταξικής συνεργασίας, υιοθετεί αντιλήψεις μικροαστικού εθνικισμού" (Ντοκουμέντα 15ου Συνεδρίου ΚΚΕ, σελ. 164).

Στα τρία χρόνια που μεσολάβησαν από το χρόνο διαμόρφωσης της παραπάνω εκτίμησης, δεν υπάρχει διαφοροποίηση των θέσεων του ΔΗΚΚΙ που να θέτει αντικειμενικά ζήτημα επανεξέτασης αυτής της θέσης.

Η κριτική προσέγγιση της πολιτικής θέσης του ΔΗΚΚΙ ως προς την ΕΕ και την ΟΝΕ επιβεβαιώνει την παραπάνω διαπίστωση. Η κριτική δε γίνεται με κίνητρο ένα στενόκαρδο κομματικό συμφέρον, αλλά με κίνητρο το στόχο συσπείρωσης των αντιμονοπωλιακών αντιιμπεριαλιστικών δυνάμεων, την προώθηση της συμμαχίας της εργατικής τάξης με τα καταπιεσμένα μεσαία στρώματα των αστικών κέντρων και της υπαίθρου.

Βεβαίως, στις πολιτικές θέσεις του ΔΗΚΚΙ αναγνωρίζονται οι αρνητικές - για τις λαϊκές δυνάμεις - συνέπειες από την πορεία της ΕΕ, την προώθηση της ΟΝΕ και του ΕΥΡΩ. Ακόμη διαχέουν και μια ορισμένη κριτική ως προς τους στόχους της Ευρωενωσιακής πορείας και της ελληνικής κυβερνητικής πολιτικής. Δηλαδή, οι πολιτικές του θέσεις εμπεριέχουν και διοχετεύουν ένα κλίμα καταγγελίας της ΟΝΕ και του ΕΥΡΩ, που ως ένα βαθμό έχει τη δική του συμβολή στην αποδυνάμωση των διλημμάτων, όπως "μονόδρομος η ΟΝΕ", "εθνικός στόχος η ένταξη στη ζώνη του ΕΥΡΩ" κλπ.

Ομως αυτή είναι η όψη ενός αντιφατικού φαινομένου, η απαστράπτουσα εξωτερική του εμφάνιση που συγκαλύπτει την ουσία του: Το ότι δε συνιστά αντίθεση με τα μονοπώλια, οικονομική, πολιτική και στρατιωτική ένωση των οποίων συνιστά η ΕΕ ως περιφερειακή καπιταλιστική ένωση. Ετσι όχι μόνο αναιρείται η θετική πλευρά, αλλά και μεταλλάσσεται σε αρνητική, αφού εγκλωβίζει, δεν οδηγεί σε αντίθεση και ρήξη μ' αυτή την πολιτική.

Στο Πρόγραμμα του ΚΚΕ (σελ. 29-30) προσδιορίζεται ότι το ΚΚΕ αντιμετωπίζει τα άλλα κόμματα όχι μόνο με βάση τις διακηρύξεις, το πρόγραμμα και τους στόχους τους, αλλά και από το πώς υπερασπίζονται τα ζωτικά συμφέροντα των εργαζομένων και στηρίζουν τους αγώνες τους, πώς αναγνωρίζουν έμπρακτα τη δύναμη του λαϊκού κινήματος, πώς αντιμετωπίζουν τα διασπαστικά και υπονομευτικά σχέδια της άρχουσας τάξης και των συμμάχων της.

Απ' αυτή τη σκοπιά κρίνουμε και τις πολιτικές θέσεις του ΔΗΚΚΙ, ανιχνεύουμε τις τάσεις που επηρεάζουν την πολιτική του, τάσεις που μπορούν να επηρεάσουν ανασταλτικά την πορεία συγκρότησης του ααδ μετώπου.

Για το σκοπό αυτό κωδικοποιούμε και σχολιάζουμε τα βασικά στοιχεία που συνθέτουν την πολιτική του θέση ως προς την ΕΕ και την ΟΝΕ.

"Αντινεοφιλελεύθερη" αφετηρία των θέσεων του ΔΗΚΚΙ

Πρώτον: Το ΔΗΚΚΙ κάνει κριτική στο νομισματικό χαρακτήρα της Ενωσης και ό,τι αυτός συνεπάγεται σε επίπεδο δημοσιονομικής πολιτικής. Από αυτή τη θέση απορρέει και η κριτική του στον ονομαστικό και όχι πραγματικό χαρακτήρα της "οικονομικής σύγκλισης" στα πλαίσια της ΕΕ. Δηλαδή, κάνει κριτική στους δείκτες της σύγκλισης (ονομαστικής) και τους αντιπαραθέτει στους στόχους μιας πραγματικής "οικονομικής σύγκλισης". Με αυτόν τον τρόπο υπαινίσσεται ότι μπορεί να υπάρξει πραγματική σύγκλιση. Δεν έχουμε την απαίτηση ν' ακολουθήσει το ΔΗΚΚΙ τη μαρξιστική - λενινιστική θεωρητική προσέγγιση για την ανισόμετρη ανάπτυξη του καπιταλισμού. Ωστόσο, επειδή η ανισόμετρη ανάπτυξη του καπιταλισμού είναι επιβεβαιωμένη από τη ζωή, καθώς και οι συνέπειές της, χρειάζεται τουλάχιστον να αξιοποιήσει την εμπειρία από τις εξελίξεις. Γιατί, ανεξαρτήτως προθέσεων, κάνοντας τεχνητή διάκριση μεταξύ ονομαστικής και πραγματικής "οικονομικής σύγκλισης", με τον τεχνητό διαχωρισμό των μέσων από τους σκοπούς της ΟΝΕ, το ΔΗΚΚΙ καθίσταται φορέας αυταπατών, νέων μορφών χειραγώγησης, συγκράτησης της ριζοσπαστικοποίησης των λαϊκών δυνάμεων.

Δεύτερον: Θεωρεί τις Συνθήκες Μάαστριχτ και Αμστερνταμ ως προϊόντα μιας νεοφιλελεύθερης διαχείρισης του εγχειρήματος της Ευρωπαϊκής Ενωσης, που εξυπηρετούν τα συμφέροντα, την εξασφάλιση μεγαλύτερου κέρδους (και σε σχέση με άλλες περιφερειακές αγορές και διεθνώς) για τους "τραπεζίτες, το μεγάλο χρηματιστηριακό κεφάλαιο" στην Ενωμένη Ευρώπη.

Θεωρεί τη νεοφιλελεύθερη διαχείριση - Συνθήκη Μάαστριχτ - υπεύθυνη για την κατάργηση "δύο αξόνων" στη βάση των οποίων λειτούργησε η ΕΟΚ: τον άξονα στήριξης της μικρομεσαίας επιχείρησης και τον άξονα προστασίας του καταναλωτή, που περιείχε και το κοινωνικό κράτος, την κοινωνική αλληλεγγύη, την κοινωνική συνοχή. Στη λογική αυτή υπερασπίζεται την παλιά ΕΟΚ.

Η αναλυτική προσέγγισή του για την πορεία της ΕΕ αναδεικνύει αντιθέσεις μεταξύ ατλαντικών (Μεγάλης Βρετανίας σε συμμαχία με ΗΠΑ) και γερμανογαλλικών μεγάλων συμφερόντων.

Είτε εμμέσως - π. χ. υπερασπίζοντας την ανάγκη αυτονόμησης της ΔΕΕ από το ΝΑΤΟ - είτε ευθέως (με την αναφορά στην Ενωμένη Ευρώπη των χωρών και των λαών) υποστηρίζει την Πολιτική Ενωση στην Ευρώπη. Στη βάση αυτής βλέπει την εξασφάλιση της Οικονομικής Ενωσης και της Κοινής Εξωτερικής και Αμυντικής Πολιτικής.

Και σε αυτές τις θέσεις υπάρχει η τεχνητή διάκριση των μέσων από τους σκοπούς της ΕΕ. Σε τελευταία ανάλυση πρόκειται για έναν τεχνητό διαχωρισμό της οικονομίας από την πολιτική.

Δηλαδή, παραγνωρίζεται το γεγονός ότι βάθρο της ΕΕ - σε οποιοδήποτε στάδιο προώθησής της και οποιαδήποτε μορφή διαχείρισής της (ΕΟΚ, Ενιαία Εσωτερική Αγορά, ΕΕ με Συνθήκη Μάαστριχτ, ΕΕ με Συνθήκη Αμστερνταμ) - είναι η οικονομική εξουσία των μονοπωλίων. Η Οικονομική και Νομισματική Ενωση σημαίνει ακριβώς διακρατικές και κρατικές πολιτικές εξασφάλισης της κυριαρχίας τους (όχι του καθενός χωριστά). Αλλωστε γι' αυτό προωθείται η Ενωση, για να εξασφαλίσει καλύτερους όρους στην κίνηση του κεφαλαίου σε διευρυμένη εσωτερική (περιφερειακά "ενοποιημένη") αγορά. Γι' αυτό και η αδήριτη σχέση των ονομαστικών στόχων σύγκλισης με τις κατευθύνσεις - δεσμεύσεις του Συμφώνου Σταθερότητας.

Τρίτον: Με αφετηρία την αντινεοφιλελεύθερη γραμμή ερμηνεύει την παγκόσμια κρίση. Θεωρεί ότι "το νεοφιλελεύθερο παγκόσμιο σύστημα βρίσκεται σε δομική κρίση, δημιουργώντας τεράστια οικονομικά και κοινωνικά αδιέξοδα στο διάβα των τελευταίων εννέα ετών που εφαρμόζεται, μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ενωσης και τη διάλυση του Συμφώνου Βαρσοβίας".

Κι εδώ ξεχωρίζει μια μορφή διαχείρισης του συστήματος, τη νεοφιλελεύθερη, από το ίδιο το καπιταλιστικό σύστημα, στο μονοπωλιακό στάδιο εξέλιξής του. Αποδίδει στη συγκεκριμένη μορφή διαχείρισης την όξυνση των αντιθέσεων, την κρίση.

Η τοποθέτηση αυτή δεν είναι τυχαία. Εναρμονίζεται με την άμεση και έμμεση υπεράσπιση της άλλης μορφής διαχείρισης, της σοσιαλδημοκρατικής.

Φαίνεται να "ξεχνά" ότι τα αδιέξοδα της "καλής" σοσιαλδημοκρατικής διαχείρισης οδήγησαν στην αντικατάστασή της από την "κακή" νεοφιλελεύθερη. Αλλωστε, η ιστορική περίοδος της σοσιαλδημοκρατικής διαχείρισης του συστήματος, που στις συνειδήσεις των ευρύτερων λαϊκών δυνάμεων είναι συνδεδεμένη με ευρείες και γενικευμένες κοινωνικές παροχές, ήταν προϊόν ριζικά διαφορετικών συσχετισμών δυνάμεων υπέρ της εργασίας (ύπαρξη σοσιαλιστικού συστήματος, άμεσος κίνδυνος επέκτασής του στη Δ. Ευρώπη, "έξοδος" από την κρίση με τη μεγάλη καταστροφή παραγωγικών δυνάμεων μέσω του ιμπεριαλιστικού πολέμου).

Τέταρτον: Η ίδια γραμμή του χρησιμεύει και στην κριτική απέναντι στην κυβερνητική πολιτική του ΠΑΣΟΚ, αλλά και στην εξέλιξη του ΠΑΣΟΚ ως "νέου συντηρητικού ΠΑΣΟΚ".

Κρίνει το "νέο ΠΑΣΟΚ" και την κυβερνητική πολιτική ως άλλη όψη του νεοφιλελεύθερου συστήματος (πολιτικοί διαχειριστές ΝΔ και ΠΑΣΟΚ, μετά το '89, εναλλάξ).

Το ΔΗΚΚΙ υπερασπίζεται το κράτος πρόνοιας. Η συνολική πολιτική του γραμμή είναι: Η προώθηση μιας επιθετικής αναπτυξιακής οικονομικής πολιτικής, με άξονες νέους κλάδους της οικονομίας, στους οποίους η Ελλάδα έχει συγκριτικά πλεονεκτήματα έναντι άλλων ευρωπαϊκών χωρών, όπως είναι ο πολιτισμός, ο τουρισμός, η γεωργία, οι υπηρεσίες, ο ορυκτός πλούτος κλπ. και στους οποίους βλέπει να λειτουργεί η μεικτή και η μεσαία αγροτική, αλλά και η αστική επιχείρηση.

Η κριτική στην "άκριτη ιδιωτικοποίηση κερδοφόρων επιχειρήσεων στρατηγικής σημασίας" στηρίζεται στη θέση για τους τρεις τομείς της οικονομίας: Δημόσιο τομέα περιορισμένο στις στρατηγικής σημασίας Δημόσιες επιχειρήσεις και Οργανισμούς. Ιδιωτικό τομέα με έμφαση στη μικρομεσαία επιχείρηση. Κοινωνικό τομέα.

Η πρόταση του ΔΗΚΚΙ για μια "επιθετική αναπτυξιακή οικονομική πολιτική" εδράζεται στην αντίληψή του για μη ύπαρξη εθνικής μεγαλοαστικής τάξης στην Ελλάδα, κατά συνέπεια και μη ύπαρξη βαριάς βιομηχανίας. Αυτή η αντίληψη εξηγεί και τη θέση για υπεράσπιση ορισμένου δημόσιου τομέα της οικονομίας.

Ουτοπία ή συνειδητή επιλογή;

Κρίνοντας τις θέσεις του ΔΗΚΚΙ για την παγκόσμια κρίση του συστήματος, για το χαρακτήρα και τις κινητήριες δυνάμεις στην Ευρωπαϊκή Ενωση, για την ελληνική οικονομία και κοινωνία, διαπιστώνουμε την ίδια "συνεπή" τακτική: "Αγνοεί" την ύπαρξη των μονοπωλίων, τη σύμφυση βιομηχανικού - εμπορικού - τραπεζικού κεφαλαίου, την εξαγωγή κεφαλαίων, τη σύμφυση μονοπωλίων - κράτους, σε επίπεδο έθνους - κράτους και μέσω διακρατικών μονοπωλιακών μηχανισμών και ρυθμίσεων, την εξαγωγή κεφαλαίων και το μοίρασμα αγορών με αντιθέσεις και συμβιβασμούς, που ανά πάσα στιγμή αποτυπώνουν το συσχετισμό, τη δύναμη του καθενός, αλλά και τις τάσεις ανατροπής των υφιστάμενων και διαμόρφωσης νέων συσχετισμών.

Αυτό κάνει όταν μιλά για "συμφέροντα τραπεζιτικού και μεγάλου χρηματιστηριακού κεφαλαίου", ξεχωρίζοντας αυτό το τμήμα του κεφαλαίου από τα γενικά συμφέροντα του κεφαλαίου, των μονοπωλίων. Πολύ περισσότερο, προκειμένου για την Ελλάδα, αρνείται την ύπαρξή τους με έδρα την ελληνική καπιταλιστική οικονομία, γι' αυτό και η θέση για μη ύπαρξη εθνικής μεγαλοαστικής τάξης. (Αφελώς θ' αναρωτηθούμε, πού κατατάσσει τους ομίλους Βαρδινογιάννη, Λάτση, Μυτιληναίου, ενδεικτικά και μόνο αναφερόμενοι σε αυτούς;). Στην πραγματικότητα το ΔΗΚΚΙ βλέπει το ζήτημα της ενδιάμεσης και εξαρτημένης θέσης της Ελλάδας στο παγκόσμιο ιμπεριαλιστικό σύστημα ως αυτοτελή εξωτερική σχέση και όχι ως εσωτερική στη διαμόρφωση και ύπαρξη του κρατικο-μονοπωλιακού καπιταλισμού στην Ελλάδα.

Από αυτήν την άποψη οι θέσεις του, τουλάχιστον σε επίπεδο θεωρητικό, υπολείπονται και αυτών του "παλαιού ΠΑΣΟΚ" (Διακήρυξη 3ης Σεπτέμβρη).

Κριτική συνόψιση

Κωδικοποιώντας την κριτική μας προς τις θέσεις του ΔΗΚΚΙ, σημειώνουμε:

α) Οι θέσεις στο κομβικό ζήτημα της ΕΕ διαπνέονται από ένα κλίμα κριτικής προς τις Συνθήκες διαμόρφωσής της μετά το '92, προς την κυβερνητική πολιτική του ΠΑΣΟΚ που τις υιοθετεί, χωρίς να συνιστούν πολιτική αντίθεσης με τα μονοπώλια και τον ιμπεριαλισμό.

Αυτό συμβαίνει γιατί δεν αναγνωρίζει τον μονοπωλιακό, ιμπεριαλιστικό χαρακτήρα της ΕΕ. Συγκεκριμένα:

Δεν αρνείται την ένταξη της Ελλάδας στη ζώνη ΕΥΡΩ, αλλά υποστηρίζει ότι αυτή μπορεί να γίνει και αργότερα, με καλύτερες οικονομικές προϋποθέσεις.

Δεν αρνείται την ΕΕ, αλλά προτάσσει την Πολιτική Ενωση και την προώθηση της ΚΕΠΠΑ σε σχέση με τη Νομισματική Ενωση.

Στην ΕΕ, που διαμορφώνεται με ηγέτιδα δύναμη τη Γερμανία, αντιπαραθέτει τη στοίχιση με τη Μ. Βρετανία, συγκαλύπτοντας έτσι τον ιμπεριαλιστικό χαρακτήρα και των δύο προσανατολισμών.

Στην ΕΕ των μονοπωλίων θεωρεί ότι μπορεί να υπάρξει πραγματική οικονομική σύγκλιση, σαν αποτέλεσμα άλλης μορφής διαχείρισής της.

β) Θολή παραμένει η τοποθέτησή του απέναντι στη συμμετοχή της Ελλάδας στο ΝΑΤΟ, στις αναδομημένες επιθετικές ευέλικτες πολυεθνικές μονάδες του.

γ) Δεν αναγνωρίζει την ύπαρξη μονοπωλίων, ντόπιας ολιγαρχίας διασυνδεμένης από τη βιομηχανία έως την Πίστη στην Ελλάδα.

Ετσι, αντικειμενικά εκφράζει στήριξη σε τμήμα του μεγάλου κεφαλαίου, αποδυναμώνει τον αγώνα της εργατικής τάξης. Χαρίζει τα μεσαία στρώματα στη συμμαχία, στην πολιτική του μεγάλου κεφαλαίου και τα αποτρέπει από τη συμμαχία με την εργατική τάξη.

δ) Στο πεδίο της έμπρακτης αναγνώρισης της δύναμης του λαϊκού κινήματος, των κοινωνικών διεργασιών και συσπειρώσεων σε αντιμονοπωλιακή, αντιιμπεριαλιστική κατεύθυνση το ΔΗΚΚΙ δεν έχει δοκιμαστεί. Ούτε καν στα πλαίσια του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος (τι λέει για την ενσωμάτωση των ΓΣΕΕ, ΑΔΕΔΥ στους στόχους των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων;). Αντίθετα, οι προγραμματικές του θέσεις κινούνται στη λογική των "κοινωνικών εταίρων", της "κοινωνικής συναίνεσης" των δυνάμεων της εργασίας με τις δυνάμεις της παραγωγής.

Συμπερασματικά θα λέγαμε ότι το σύνολο των παραπάνω θέσεων δε βοηθά στη συσπείρωση των δυνάμεων στη γραμμή της αντίθεσης με τα μονοπώλια και τον ιμπεριαλισμό, δηλαδή δε συνιστά μια εναλλακτική στρατηγική.

Αναζήτηση "διεξόδου" στις αποσκευές της Σοσιαλδημοκρατίας

Οσον αφορά τη θέση περί "κράτους πρόνοιας" και "κοινωνικής πολιτικής" ως θέσεις διάκρισης (της "σοσιαλδημοκρατίας";) από τη νεοφιλελεύθερη μορφή διαχείρισης του συστήματος, το ΔΗΚΚΙ δεν πρωτοτυπεί.

Ολόκληρος ο 20ός αιώνας τόσο σε επίπεδο αστικής πολιτικής οικονομίας όσο και σε επίπεδο άσκησης της αστικής πολιτικής, δεν ήταν παρά μια εναλλαγή δύο διαφορετικών φαρμακευτικών σκευασμάτων για τη θεραπεία της ίδιας νόσου: Της οικονομικής κρίσης του καπιταλισμού, σε διαφορετικές φάσεις του κύκλου της, με υστερήσεις ανάλογα με τη φάση σε ένα κράτος ή μια καπιταλιστική περιφέρεια και σε συνδυασμό με το γενικότερο συσχετισμό δυνάμεων ανάμεσα στις διεθνείς δυνάμεις του κεφαλαίου και εκείνες της εργασίας.

Σε αυτή τη βάση αναζητήθηκαν - κυρίως στην περίοδο της μεγάλης κρίσης του μεσοπολέμου - και εφαρμόστηκαν ευρύτερα την πρώτη 25ετία της μεταπολεμικής περιόδου συνταγές αστικής διακυβέρνησης, που έδιναν βάρος στην τόνωση της ζήτησης μέσω αύξησης των κρατικών δαπανών και ορισμένων "κοινωνικών παροχών".

Αυτή η οικονομική πολιτική, που θεωρητικός της πατέρας είναι ο Κέυνς, εφαρμόστηκε, με διαφορές βέβαια στις αναλογίες της συνταγολόγησής της, τόσο από "σοσιαλδημοκρατικά" κόμματα όσο και από αστικά φιλελεύθερα κόμματα, καθώς και από κόμματα όλων των ενδιάμεσων ή ακραίων ιδεολογικοπολιτικών αποχρώσεων, αυτών των δύο βασικών ρευμάτων.

Κλασικό είναι πλέον το παράδειγμα του ναζιστικού χιτλερικού κόμματος στην εφαρμογή της κεϋνσιανής οικονομικής πολιτικής, αλλά και οι εφαρμογές από τα κυβερνητικά κόμματα των ΗΠΑ, προπολεμικά και μεταπολεμικά, που κανένα από αυτά δεν ανήκε στο "σοσιαλδημοκρατικό" ρεύμα.

Μας ενδιαφέρει αυτή η ιστορική προσέγγιση, γιατί βοηθά τουλάχιστον ένα τμήμα ριζοσπαστικά σκεπτομένων, που κρίνουν συνολικά τις κυβερνητικές πολιτικές της τελευταίας 25ετίας, να κατανοήσει καλύτερα αν η πολιτική διαχείρισης με τις αποσκευές της σοσιαλδημοκρατίας αποτελεί "διέξοδο". Να κατανοήσει ότι δεν πρόκειται για εναλλακτική πολιτική που έστω υπερασπίζεται ορισμένα άμεσα συμφέροντα της εργατικής τάξης και των μεσαίων στρωμάτων.

Στη βάση μιας τέτοιας αυταπάτης καλλιεργήθηκαν και αναπτύχθηκαν όλα τα γνωστά διλήμματα του "λιγότερου κακού", των "σκαλοπατιών" κλπ.

Ενίσχυση του ΚΚΕ - άνοιγμα του δρόμου για το ΑΑΔΜ

Τα διλήμματα του "λιγότερου κακού", των "σκαλοπατιών" και λοιπών επανεμφανίζονται με τη μία ή άλλη μορφή σε κάθε περίοδο που συγκεντρώνονται δυσκολίες στο πέρασμα μιας πολιτικής διαχείρισης του συστήματος. Μια μικροαστικού τύπου ανυπομονησία σπρώχνει στην αναζήτηση μιας άμεσης πολιτικής διεξόδου (σε ένα μέτωπο πάλης, π. χ. παιδείας, υγείας ή συνολικότερα), στα πλαίσια του αστικού κοινοβουλευτισμού. Αναζητείται μια άμεση πολιτική διέξοδος, αποκομμένη από τη δυναμική ριζοσπαστικών κοινωνικών και πολιτικών ανακατατάξεων, που στηρίζεται στη σύγκρουση με τα μονοπώλια και τις κυβερνήσεις που τα υπηρετούν, τους ιμπεριαλιστικούς μηχανισμούς, τη νέα ιμπεριαλιστική τάξη πραγμάτων.

Ο απεγκλωβισμός από το δίλημμα "με ποια μορφή διαχείρισης" δεν αφορά κυρίως ένα λιγότερο συσπειρωμένο τμήμα της ιδεολογικοπολιτικής επιρροής του ΚΚΕ. Κυρίως αφορά άλλες μαχόμενες δυνάμεις του συνδικαλιστικού εργατικού κινήματος, του αγροτικού, του νεολαιίστικου, ριζοσπαστικά προβληματιζόμενες δυνάμεις από το χώρο της διανόησης.

Είναι ανάγκη να διευρύνεται με ταχύτερους ρυθμούς μια μαχητική, ταξικά σκεπτόμενη πρωτοπορία, που με την καθημερινή πάλη της να θέτει όλο και ευρύτερα τα πραγματικά ερωτήματα:

Με ποιον αγώνα, με ποια συσπείρωση, με ποια σύγκρουση (ή καλύτερα με ποιους αγώνες, με ποιες συσπειρώσεις, με ποιες συγκρούσεις) θα αξιοποιείται κάθε χαραμάδα, κάθε ρήγμα, κάθε τριγμός στην πολιτική (και συμμαχιών) του κεφαλαίου, θα διαμορφώνονται οι προϋποθέσεις της κοινωνικοπολιτικής συμμαχίας της εργατικής τάξης με τα καταπιεζόμενα τμήματα των μεσαίων στρωμάτων, το Μέτωπο ενάντια στα μονοπώλια και τον ιμπεριαλισμό;

Η πολιτική ψήφος δεν είναι το πιο ισχυρό όπλο σε αυτή την κατεύθυνση, μπορεί όμως να έχει καταλυτικές επιδράσεις. Η ψήφος στο ΚΚΕ είναι στην πραγματικότητα ψήφος απόρριψης παλιών και νέων διλημμάτων. Είναι ψήφος όχι μιας στενά κομματικής στήριξης (δεν υποδηλώνει μια πλήρη ταύτιση με το ΚΚΕ), αλλά ψήφος συμβολής στην εκδήλωση διεργασιών ενάντια στην Ευρωενωσιακή και ΝΑΤΟική αντιλαϊκή πολιτική. Σήμερα η ψήφος αυτή, όσο κι αν φαίνεται σε ορισμένους ως άλμα, είναι ελάχιστη προσέγγιση της διαχωριστικήςγραμμής για το λαό από τα μονοπώλια και τον ιμπεριαλισμό.

Ελένη ΜΠΕΛΛΟΥ


ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟΣ
Σημιτικότερος του Σημίτη

Τα γεγονότα του τελευταίου διαστήματος όπως η υπόθεση Οτσαλάν και η εγκληματική στάση της κυβέρνησης και της Ευρωπαϊκής Ενωσης, ΝΑΤΟική δράση της κυβέρνησης στη νέα τρομοκρατική επίθεση στη Γιουγκοσλαβία, ασφαλώς, προσφέρονται για χρήσιμα συμπεράσματα. Πολύπλευρη ήταν και είναι η παρέμβαση για τη σωτηρία της κυβέρνησης, κάτω από το φόβο της λαϊκής παρέμβασης στις πολιτικές εξελίξεις. Ο κίνδυνος ανατροπής της κυβέρνησης ανησύχησε και την ηγεσία του Συνασπισμού η οποία έσπευσε να προσφέρει τη συνδρομή της στον αποπροσανατολισμό του λαού, στηρίζοντας ουσιαστικά την κυβέρνηση. Για παράδειγμα στην απαίτηση για παραίτηση του πρωθυπουργού και άμεσες εκλογές, προτείνει συμβούλιο εξωτερικής πολιτικής και "εθνική στρατηγική", διατυπώνοντας αργότερα το σύνθημα για εθνικές εκλογές μαζί με τις ευρωεκλογές, υπό την προϋπόθεση, όμως, ότι η κυβέρνηση Σημίτη θα ψήφιζε την απλή αναλογική. Στη συνέχεια στελέχη του ΣΥΝ (Κύρκος, Φαράκος) καλούν ανοιχτά σε στήριξη της κυβέρνησης Σημίτη, για να μην έλθει η "δεξιά". Τώρα, που η φωτιά του πολέμου στα Βαλκάνια έχει ανάψει, ο ΣΥΝ επιμένει να συγκαλύπτει, ουσιαστικά, τον εγκληματικό ρόλο του ΝΑΤΟ - ουσιαστικά περιορίζει το θέμα στη μη έγκριση της επίθεσης από τον ΟΗΕ! - και για την ΕΕ η "κριτική" εξαντλείται στο ότι ακολουθεί... "άβουλα" τους Αμερικάνους! Είναι χαρακτηριστικό οτι ο Ν.Κωνσταντόπουλος ζητούσε απο τον Κ.Σημίτη που είχε συμφωνήσει στη ΝΑΤΟϊκή επιδρομή, για να μην χαθεί η αξιοστία του ΝΑΤΟ, απαιτήσει στη Σύνοδο κορυφής του Βερολίνου παρέμβαση της ΕΕ για να μην γλινουν βομβαρδισμοί, όταν η ΕΕ όχι μόνο συμφώνησε ομόφωνα αλλά κράτη μέλη της συμμετέχουν με στρατό στην εκστρατεία. Ακόμη και μετά τους βομβαρδισμούς η "Αυγή", (25/3/99) κάνει λόγο για "ευρωπαϊκή παρέμβαση" αποτροπής άλλων βομβαρδισμών, αλλα άκουσον άκουσον, προς τον Μιλόσεβιτς για να επανέλθει στις διαπραγματεύσεις! δηλαδή να αποδεχτεί την κατοχή της Γιουγκοσλαβίας απο ΝΑΤΟϊκό στρατό! χωρίς τον παραμικρό αντιΝΑΤΟικό σχολιασμό.

* * *

Στο Συνέδριο του ΠΑΣΟΚ επανέλαβε η ηγεσία του ΣΥΝ την κεντροαριστερή συνεργασία με το ΠΑΣΟΚ για μια υποτίθεται πιο φιλολαϊκή διαχείριση δίνοντας άλλοθι στην αντιλαϊκή κυβέρνηση. Αλλωστε στρατηγικά συμφωνούν. Στις ευρωεκλογές, κατέρχεται προβάλλοντας και με την εκλογική διακήρυξή του, ως αναγκαιότητα το μονόδρομο της Ευρωπαϊκής Ενοποίησης. Ζητά την επιτάχυνση των σχετικών διαδικασιών με προοπτική την "Ενωμένη Ευρώπη των λαών και των πολιτών της (που) παραμένει σήμερα το όραμα και ο στόχος των δυνάμεων της Αριστεράς" (τύπου Μπλερ, Ντ' Αλέμα, Σρέντερ και των ομοίων τους δηλαδή, Σχέδιο Εκλογικής διακήρυξής). του. Θεωρεί την εισαγωγή του ενιαίου νομίσματος (ΕΥΡΩ), σημαντική εξέλιξη... και προβάλλει τη θέση για "πιο γοργά βήματα στην πολιτική ενοποίηση της Ευρώπης...".

* * *

Χαρακτηριστικά στο σχέδιο διακήρυξής τους αναφέρεται, πως πρώτο καθήκον της Αριστεράς, σήμερα, είναι η ισχυρότερη δυνατή πολιτικοποίηση της Ευρωπαϊκής Ενοποίησης με τη διαμόρφωση δημοκρατικών θεσμών. Ενώ, διευκρινίζεται ότι "ο ΣΥΝ υποστηρίζει (και) κάθε βήμα στη διαμόρφωση κοινής εξωτερικής και αμυντικής πολιτικής, την ενσωμάτωση της Δυτικοευρωπαϊκής Ενωσης στην ΕΕ ώστε να αρχίσει η αποδυνάμωση της υπαγωγής της ευρωπαϊκής άμυνας στο ΝΑΤΟ"! Κι αυτό, όταν η κοινή - κυρίαρχη - εξωτερική πολιτική της ΕΕ είναι εδώ (!) όταν πρόκειται για την κοινή αμερικανοΝΑΤΟική επέμβαση στο Κόσσοβο, είτε για την καταδίκη του κουρδικού αγώνα σαν τρομοκρατικού... Δεν είναι τυχαίο ότι, ουσιαστικά, ο ΣΥΝ παρακάμπτει όλα τα προβλήματα που αφορούν τον ιμπεριαλιστικό ρόλο της ΕΕ και των ΗΠΑ, δεν αντιστέκεται στα επεμβατικά σχέδιά τους σε βάρος των λαών των Βαλκανίων και ευρύτερα με τη νέα δομή του ΝΑΤΟ, τη διχοτόμηση της Κύπρου και του Αιγαίου, τη συμμετοχή των κρατών της ΕΕ και των ΗΠΑ, στα πλαίσια του ΝΑΤΟ, στη συγκρότηση δυνάμεων ταχείας επέμβασης κατά των λαϊκών κινημάτων.

* * *

Ο Συνασπισμός, μέσα από το σχέδιο διακήρυξης που ενέκρινε η ΚΠΕ και το Διαρκές συνέδριό του για τις ευρωεκλογές, όχι μόνον υπερθεματίζει υπέρ της Ευρωπαϊκής Ενοποίησης και της ΟΝΕ αλλά και επιμένει πως τάχα μπορεί να υπάρξει ΟΝΕ με φιλολαϊκή πολιτική. Απλώς, ζητά ελαστικοποίηση των κριτηρίων του Μάαστριχτ για την ένταξη στην ΟΝΕ, αναθεώρηση του Συμφώνου Σταθερότητας, και την πρόβλεψη για ελάχιστο κοινωνικό όριο! Μάλιστα, με την παραίτηση Λαφοντέν, βγήκε να προβάλει πως η διαχωριστική γραμμή της... Αριστεράς σήμερα, είναι περίπου ΟΝΕ με κοινωνικό πρόσωπο ή όχι. Λες και είναι δυνατόν, η ΟΝΕ των πολυεθνικών και των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων της ΕΕ, να αλλάξει χαρακτήρα και να γίνει φιλολαϊκή και η Ενοποιημένη Ευρώπη, χωρίς ανατροπή της πολιτικής και της εξουσίας των μονοπωλίων σε κάθε κράτος - μέλος. Για όλα αυτά και για τον αποπροσανατολισμό που επιχειρείται, οι εργαζόμενοι, ο ελληνικός λαός, μόνο μια απάντηση μπορούν να δώσουν και στις ευρωεκλογές και στις εθνικές εκλογές. Μαζί με το δίδυμο της συμφοράς, ΠΑΣΟΚ και ΝΔ, να καταδικάσει και το ΣΥΝ και τα άλλα κόμματα του ευρωπροσανατολισμού και να ψηφίσουν με αποφασιστικότητα το ΚΚΕ αν δε θέλουν να προσμετρηθεί η ψήφος τους ως στήριγμα για την ΟΝΕ και την ΕΕ.

Γιάννης ΖΑΓΓΑΝΑΣ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ