Από τα στοιχεία που αποκαλύπτει σήμερα ο «Ρ» γίνεται φανερό ότι, όταν όλα τα σφυριά της κυβερνητικής προπαγάνδας χτυπούσαν υπέρ του χρηματιστηριακού τζόγου και οι «εκσυγχρονιστικές» φανφάρες καλούσαν τον απλό κόσμο να γευτεί τα κεφαλαιοκρατικά κόλπα της οδού Σοφοκλέους, τα πάντα γίνονταν στη βάση ενός καλοστημένου σχεδίου, με έναν και μοναδικό στόχο: Τη δημιουργία των αναγκαίων προϋποθέσεων για την ενίσχυση της αναδιανομής κεφαλαίων και την επιτάχυνση των διαδικασιών συσσώρευσης υπέρ της οικονομικής ολιγαρχίας της χώρας. Από εκεί και πέρα τα περί οικονομικής ανάπτυξης που αντανακλώνται στην πορεία των τιμών στο ΧΑΑ, μόνο ως προπέτασμα καπνού μπορεί να εκληφθεί για τα όσα διαδραματίζονται τις τελευταίες μέρες και τις απώλειες που υφίστανται όσοι άκουσαν τις κυβερνητικές σειρήνες περί εύκολου πλουτισμού κ.ο.κ.
Οπως είναι πλέον γνωστό σχεδόν στους πάντες, τα χρηματιστήρια, μαζί και το ΧΑΑ, είναι κατά κύριο λόγο ιδρύματα άντλησης φτηνών (ουσιαστικά τζάμπα, χωρίς δεσμεύσεις και υποχρεώσεις) κεφαλαίων για όσους επιχειρηματίες έχουν εισηγμένες μετοχές, ενώ παράλληλα αποτελούν χώρο, όπου, παλαιόθεν, ο κάθε κεφαλαιοκράτης προσπαθεί να αφαιρέσει συσσωρευμένα κεφάλαια από τους... συναδέλφους του. Ο κύκλος όμως αυτός παραμένει στενός και χάνει σε αποτελεσματικότητα στο βαθμό που συναλλασσόμενοι είναι μόνο οι διάφοροι μεγαλοεπιχειρηματίες, οι περιβόητοι «θεσμικοί επενδυτές», τα τραπεζικά συγκροτήματα και οι χρηματοοικονομικές εταιρίες. Γι' αυτό ακριβώς, για την «απρόσκοπτη λειτουργία του χρηματιστηρίου» οι χρηματιστηριακές συναλλαγές «πρέπει» να αναζωογονούνται με την εισροή «νέων κεφαλαίων». Ακριβέστερα με τη... στρατολόγηση «νέων κατόχων κεφαλαίων». Επειδή, όμως, όσοι λόγω της κοινωνικοταξικής τους θέσης διαθέτουν κεφάλαια, έτσι κι αλλιώς εμπλέκονται στον τζόγο των χρηματαγορών, η κατά καιρούς «αιμοδοσία» του χρηματιστηριακού τζόγου αναζητείται στο χώρο των λαϊκών αποταμιεύσεων. Σ' αυτόν ακριβώς τον τομέα, οι «εκσυγχρονιστές» του μονόδρομου της ΟΝΕ επέδειξαν μια πρωτοφανή μαεστρία που τους αναδεικνύει σε αδιαμφισβήτητους πρωταθλητές.
Τα όσα λένε σήμερα οι κυβερνώντες, περί ουδετερότητάς τους απέναντι στο Χρηματιστήριο, δεν έχουν καμιά απολύτως αξία. Αν μη τι άλλο, οι πάντες θυμούνται τα τηλεοπτικά σποτάκια του περσινού Ιούνη, που διαπερνούσαν τα μηνίγγια του απλού πολίτη για την κατακόρυφη άνοδο του χρηματιστηριακού δείκτη. Κανείς μας, επίσης, δεν ξέχασε τα σχετικά προεκλογικά φυλλάδια, τις αλλεπάλληλες δηλώσεις των διαφόρων κυβερνητικών παραγόντων, την απίστευτη διαφημιστική καμπάνια που στήθηκε από όλους όσοι έχουν ταχθεί υπέρ της ΟΝΕ και του ΕΥΡΩ.Τη μια πλευρά της υστερίας που προκλήθηκε από αυτή την τακτική, τη βλέπουμε στη φιλολογία για τους «εγκλωβισμένους» και τη ραγδαία πτώση των μετοχικών τίτλων. Η άλλη φαίνεται από την επεξεργασία των επίσημων στοιχείων του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών, τα οποία, όπως αναλυτικά εμφανίζονται στο σχετικό πίνακα, μιλούν από μόνα τους για τα κυβερνητικά επιτεύγματα. Σύμφωνα λοιπόν με αυτά:
Με δυο λόγια:
Αυτή είναι η ευημερία για την οποία μιλούν οι κυβερνώντες. Η οικονομική ευρωστία και η άνευ προηγουμένου συγκέντρωση κεφαλαίων στα χέρια μιας χούφτας εκπροσώπων της οικονομικής ολιγαρχίας. Αυτών που μέσα από τις εξαγορές και συγχωνεύσεις επιχειρήσεων ανταλλάσσουν μεταξύ τους εταιρίες με κεφάλαια, που απομυζούν από τις διογκούμενες συναλλαγές στο Χρηματιστήριο της Αθήνας. Και αξίζει να αναλογιστούμε ότι τα 4,7 τρισεκατομμύρια που καταβρόχθισαν -μόνο μέσω του Χρηματιστηρίου- το 1999 αυτοί οι «ευυπόληπτοι πολίτες» αποτελούν ένα κονδύλι, που είναι μεγαλύτερο κατά:
Σε ό,τι αφορά την κυβερνητική επιχειρηματολογία για... παράλληλη πορεία του Χρηματιστηρίου με τα επιτεύγματα της οικονομίας, είναι πασιφανές ότι πρόκειται για προπαγανδιστικές κραυγές που περισσότερο αποσκοπούν στη δημιουργία εντυπώσεων. Αλλωστε, καλό είναι να έχουμε υπόψη μας το εξής: Το 1999 τη χρονιά δηλαδή που τουλάχιστον 100 μετοχές του Χρηματιστηρίου της Αθήνας υπερδεκαπλασίασαν την τιμή τους και ο Γενικός Δείκτης έκλεισε με κέρδη 100%, την ίδια χρονιά:
Τα παιχνίδια βέβαια που παίζονται από τους μεγαλοεπιχειρηματίες στο χρηματιστήριο για να είναι αποτελεσματικά προϋποθέτουν ότι κατά περιόδους θα δίνονται και κάποια ποσά -στα χαρτιά ή και στην πραγματικότητα- στους αδαείς «νεοπαίχτες», μια και αυτό αποτελεί τη «ζωντανή διαφήμιση», προκειμένου να σπρωχτούν κι άλλοι στο χρηματιστηριακό τζόγο. Αυτό έγινε όλους τους προηγούμενους, και μέχρι τον Σεπτέμβρη του 1999, μήνες. Επειδή όμως όπως επανειλημμένα έχει γράψει ο «Ρ» είναι αδύνατον από το όποιο παιχνίδι συναλλαγής να βγαίνουν πάντα όλοι κερδισμένοι, εδώ και λίγους μήνες τα «μεγάλα ψάρια» καταβροχθίζουν τα μικρά με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τις λαϊκές αποταμιεύσεις.
Οι ντελάληδες του εύκολου πλουτισμού και οι μεσίτες του χρηματιστηριακού τζόγου, παριστάνουν τώρα τους συντετριμμένους για τις απώλειες που υπέστησαν στην οδό Σοφοκλέους δεκάδες χιλιάδες ανυποψίαστοι πολίτες. Μην τους πιστεύετε, όμως. Δεν «πονούν» για τις αποταμιεύσεις που μπορεί να χάθηκαν μέσα σε διάστημα λίγων βδομάδων. Και ο πλέον αφελής αντιλαμβάνεται πως άλλος είναι ο καημός τους και εντελώς διαφορετικές οι στοχεύσεις τους. Αλλωστε κι αυτές τις μέρες που απειλήθηκαν ακόμα και επεισόδια έξω από το «ναό του χρήματος», όλοι τους με μια φωνή κι ο καθένας για τους δικούς του λόγους υποστηρίζουν σε όλους τους τόνους πως οι προοπτικές είναι... μακροπρόθεσμα θετικές.
Η κυβέρνηση, για παράδειγμα, «καίγεται» από το ενδεχόμενο να υποστεί εκλογικό στραπάτσο από εκείνους που εξέλαβαν τα φύκια που τους προσφέρθηκαν για μεταξωτές κορδέλες. Το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, επειδή, όσο και να θέλει να αξιοποιήσει τις πτωτικές τάσεις, πρέπει ανά πάσα στιγμή να δίνει εξετάσεις στην άρχουσα τάξη για την «ιδιαίτερη βαρύτητα που δίνει στον αναπτυξιακό θεσμό του Χρηματιστηρίου». Τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης για να λησμονηθούν οι τεράστιες ευθύνες, που φέρουν όταν επί τόσους μήνες αποτελούσαν τον αποτελεσματικότερο «κράχτη», για να σπρωχτεί ο απλός κόσμος στο ΧΑΑ. Η... αφρόκρεμα της άρχουσας τάξης (τραπεζίτες και μεγαλοεπιχειρηματίες), επειδή δε θέλει να χαθεί η προοπτική νέας αναθέρμανσης των χρηματιστηριακών συναλλαγών.
Η αλήθεια βέβαια είναι ότι κανείς τους δεν έχει το παραμικρό άλλοθι. Το αντίθετο, μάλιστα. Ολοι τους έχουν τεράστιες ευθύνες γιατί υπηρέτησαν με τον πιο τυφλό τρόπο την υπόθεση του παραπέρα πλουτισμού μιας χούφτας μεγαλοεπιχειρηματιών, των «θεσμικών επενδυτών», και των επαγγελματιών του χρηματιστηριακού τζόγου. Και το έκαναν αυτό με το χειρότερο, τον πλέον εγκληματικό, τρόπο. Δεν παρέμειναν θεατές του τζόγου που εξελίσσεται στο Χρηματιστήριο, που είναι ένας χώρος όπου ο κάθε κεφαλαιοκράτης, εκτός από την εξασφάλιση δωρεάν κεφαλαίων για τις επιχειρήσεις του, προσπαθεί να αφαιρέσει τα συσσωρευμένα κεφάλαια του άλλου. Αυτοανακηρύχτηκαν κι έγιναν τα «βαποράκια» που απαιτούνταν για τη μεταφορά των λαϊκών αποταμιεύσεων στο «ναό του χρήματος».
Ο ακριβής... λογαριασμός για το «ποιοι» και «πόσα» έχασαν στο Χρηματιστήριο από το πανηγύρι που έστησαν τα τελευταία χρόνια κυβέρνηση και κερδοσκόποι δε θα γίνει ποτέ γνωστός. Το γεγονός ότι μερικές δεκάδες θαμώνες της οδού Σοφοκλέους έδωσαν το δικό τους σόου τις τελευταίες μέρες, δεν έχει καμιά σχέση με το πραγματικό πρόβλημα που βιώνουν πολλές οικογένειες ανά τη χώρα. Ούτε βεβαίως με τον Γολγοθά της επιβίωσης που ορθώνεται μπροστά στο σύνολο των εργαζομένων, εξαιτίας της εφαρμοζόμενης πολιτικής.
Με απόλυτη σιγουριά όμως, όπως αποδεικνύεται και από τα παραπάνω, είναι δυνατόν να κατανομαστούν ανά πάσα στιγμή αυτοί που πάντα είναι -και θα είναι -όσο υπάρχει καπιταλισμός και κεφάλαιο- οι τελικοί κερδισμένοι από τον αέναο χρηματιστηρικό τζόγο. Από εκεί και πέρα το ερώτημα που αιωρείται αυτές τις μέρες και αναζητεί απάντηση στο «αν η πορεία του ΧΑΑ θα είναι ανοδική ή πτωτική», μάλλον δεν έχει και πολλή σημασία για το σύνολο των εργαζομένων.
Χωρίς να παραβλέπει κανείς το υπαρκτό πρόβλημα εκείνων που, χειραγωγούμενοι από την προπαγάνδα της εποχής, ασχολήθηκαν με τις χρηματιστηριακές συναλλαγές και τώρα έχουν απώλειες, το κύριο, το μεγάλο και το σημαντικό για τη συντριπτική πλειοψηφία του ελληνικού λαού, είναι αυτό που με έμφαση τόνιζε ο «Ρ», τον περασμένο Αύγουστο, όταν ουδείς τολμούσε να μιλήσει για τους κινδύνους που παραμόνευαν στα στενά της οδού Σοφοκλέους: Οι εργαζόμενοι «οφείλουν πέρα και πάνω από όλα, να γνωρίζουν ότι το "καλύτερο χαρτί" γι' αυτούς είναι η ίδια τους η εργασία και ο μισθός που τους εξασφαλίζει. Το δε κέρδος δεν μπορεί να είναι τίποτα άλλο από την πάλη και τον αγώνα για "λίμιτ - απ" στις συνθήκες ζωής, το δικαίωμα στην εργασία, στις καλύτερες αμοιβές, στη διεύρυνση των λαϊκών καταχτήσεων και δικαιωμάτων. Γιατί, αν τα μυαλά μας πάρουν αέρα από τα πρόσκαιρα - και εν πολλοίς απροσδόκητα - κέρδη της οδού Σοφοκλέους, τότε υπάρχει έντονος κίνδυνος το ένα " λίμιτ - ντάουν" να διαδέχεται το άλλο...».
Από το 1997 ο «Ρ» σημείωνε τους κινδύνους και τα αδιέξοδα που δημιουργούνται από το χρηματιστηριακό τζόγο για τους «μικροεπενδυτές»
Οι εξελίξεις των τελευταίων ημερών καθιστούν ιδιαίτερα επίκαιρες ορισμένες από τις επισημάνσεις που η εφημερίδα μας έκανε όλο αυτό το διάστημα. Επισημάνσεις, που θεωρούνταν «εκτός κλίματος», αφού κοινός τους παρονομαστής ήταν η αμφισβήτηση της λογικής του «εύκολου πλουτισμού» και της... μόδας του χρηματιστηριακού κέρδους.
***
«H ανοδική πορεία που σημειώνουν στο Χρηματιστήριο οι μετοχές, πρέπει να έχουμε υπόψη μας ότι μπορεί να αποδειχθεί για πολλούς παγίδα. Η εξέλιξη των τιμών σε τέτοιου είδους παιχνίδια, όχι μόνο δεν είναι ποτέ ευθύγραμμη, αλλά τις περισσότερες φορές παρεπόμενο της ανάκαμψης είναι η μεγάλη πτώση τους. Αλλωστε, αυτό ακριβώς έγινε δυο - τρεις φορές την τελευταία δεκαετία, με αποτέλεσμα πολλοί αμύητοι στον τζόγο της οδού Σοφοκλέους να χάσουν κυριολεκτικά τις οικονομίες τους. Από αυτή την άποψη, ιδιαίτερα επικίνδυνη θα πρέπει να θεωρείται η τακτική που ακολουθεί μερίδα του Τύπου. Με τις εκτιμήσεις περί "φρενίτιδας κερδών" που λανσάρουν και τη σχετική θριαμβολογία που αναπτύσσουν, αποπροσανατολίζουν το ευρύ κοινό από το μεγάλο ρίσκο που αναλαμβάνει κανείς όταν αποφασίζει να μπει στα άδυτα του "ναού του καπιταλισμού"».
***
«Το "κόλπο" είναι πάντα στημένο. Τα περιοδικά ξεσπάσματα στην οδό Σοφοκλέους, είναι τελικά ο "κράχτης", για να δώσουν οι "κοινοί θνητοί" νέα ώθηση στον τζόγο, συνεισφέροντας σ' αυτόν τις αποταμιεύσεις τους. Χαμένοι από το παιχνίδι βγαίνουν κατά κανόνα εκείνοι, οι οποίοι, επηρεασμένοι από τη μέθη του εύκολου κέρδους - που όλο και περισσότερο λανσάρεται από τους διαμορφωτές της κοινής γνώμης - αποφασίζουν να τοποθετήσουν τις οικονομίες τους στην οδό Σοφοκλέους. Αυτοί και τα χρήματά τους αποτελούν συνήθως και το λίπασμα, για να συνεχίζεται ο τζόγος και να αποσπούν όλοι οι προηγούμενοι ασύλληπτων διαστάσεων κέρδη.
***
«Στόχος όλων τους ένας και μοναδικός: Να υφαρπάξουν, με το δέλεαρ του μεγάλου και γρήγορου κέρδους - που ποτέ δεν είναι εγγυημένο και δεδομένο - τις λαϊκές αποταμιεύσεις που ακόμα είναι στις τράπεζες και να τις τζιράρουν στο... μεγάλο παιχνίδι. Στο παιχνίδι που παίζεται μέσω των ηλεκτρονικών υπολογιστών στη δεσπόζουσα πλέον οικονομία των αεριτζήδων και του τζόγου της κίνησης κεφαλαίων. Παιχνίδι άκρως παρασιτικό, που λειτουργεί στην ακριβώς αντίθετη κατεύθυνση από εκείνη της οικονομικής ανάπτυξης και η συντήρηση του οποίου σχεδόν κατά κανόνα απαιτεί την ύπαρξη θυμάτων...».
***
«Εχει στηθεί ένας απίστευτος μηχανισμός διαφήμισης του χρηματιστηριακού τζόγου, ο οποίος με όλο και πιο γρήγορους ρυθμούς "σπρώχνει" τον απλό εργαζόμενο, που έχει δυο δεκάρες αποταμίευση, προς την οδό Σοφοκλέους. Η λειτουργία του μηχανισμού είναι απλή: Αξιοποιείται ως δέλεαρ το "εύκολο κέρδος" και η "αρπαχτή", που υποτίθεται πως αποτελεί αντιστάθμισμα των αποτελεσμάτων της εφαρμοζόμενης πολιτικής και των επιπτώσεών της. Σαν κύριο μέσο προβάλλονται είτε οι βαρύγδουπες εκτιμήσεις των αυτοαποκαλούμενων ειδικών, είτε ο διαδεδομένος ψίθυρος πως ο γείτονας και η γειτόνισσα έβγαλε μια ολόκληρη περιουσία, είτε και τα δύο μαζί. Στη θέση του αποδεικτικού στοιχείου χρησιμοποιούνται η πορεία του Γενικού Δείκτη, ποσοστά και αριθμοί για την άνοδο των τιμών κ.ο.κ. Εξίσου βέβαιο είναι πως η εικονική πραγματικότητα που προκύπτει, όταν κάποιος προσπαθεί να αξιολογήσει τις εξελίξεις στο οικονομικό και κοινωνικό επίπεδο μέσα από την πορεία των χρηματαγορών, είναι άκρως συμφέρουσα για αρκετούς, από εκείνους που ενδιαφέρονται να επιδράσουν στην κοινή γνώμη. Ετσι, η κυβέρνηση εκμεταλλεύεται το φούντωμα των τιμών στο Χρηματιστήριο, για να προπαγανδίσει την ορθότητα της πολιτικής της και τα αποτελέσματά της. Οι άλλοι θιασώτες της ΟΝΕ και του ΕΥΡΩ, για να υποστηρίξουν πως οι επιλογές παράδοσης της χώρας στο πολυεθνικό κεφάλαιο είναι δήθεν επωφελείς για τη χώρα, αφού εισρέουν ξένα κεφάλαια. Οι τράπεζες και οι ασφαλιστικές εταιρίες, επειδή η άνοδος των τιμών σημαίνει προσέλκυση νέων κεφαλαίων και άρα διεύρυνση των κερδοσκοπικών τους λειτουργιών μέσα από τα λεγόμενα παράγωγα κλπ., κάτι που σημαίνει βέβαιο και συνεχώς αυξανόμενο κέρδος. Οι διάφοροι μεγαλοεπιχειρηματίες, επειδή η καλή πορεία του Χρηματιστηρίου τους εξασφαλίζει τζάμπα χρηματοδότηση. Οι διάφοροι "ειδικοί οικονομικοί αναλυτές" και οι "σύμβουλοι επενδύσεων", επειδή όσο περισσότεροι ανίδεοι μπαίνουν στο χορό του τζόγου, τόσο "χρησιμότεροι" γίνονται και πλουσιότεροι αποδεικνύονται».
***
«Δεν παραγνωρίζουμε στο παραμικρό ότι για την άρχουσα τάξη και τους διαχειριστές μεγάλων χαρτοφυλακίων είναι θέμα ζωής -ακόμα και ύπαρξης- να επιτρέπουν κατά καιρούς την αποκόμιση κερδών στους λεγόμενους "μικροεπενδυτές". Μ' αυτά τα κέρδη "γλυκαίνονται" και αποφασίζουν να προσφέρουν τις αποταμιεύσεις τους στο ναό του καπιταλισμού, όπου ο τελικός κερδισμένος δεν είναι ποτέ ο "μικρός παίχτης"».
Και προειδοποιούσαμε:
«Αν τα μυαλά μας πάρουν αέρα από τα πρόσκαιρα και εν πολλοίς απροσδόκητα κέρδη της οδού Σοφοκλέους, τότε υπάρχει έντονος κίνδυνος το ένα "λίμιτ ντάουν" να διαδέχεται το άλλο...»
Εντελώς ενδεικτικά και μόνο με βάση τις επίσημες ανακοινώσεις του υπουργείου Εθνικής Οικονομίας σταχυολογούμε ορισμένες από τις... μη παρεμβάσεις του Γ. Παπαντωνίου στον αυτόνομο θεσμό του Χρηματιστηρίου...
Παραμονές ευρωεκλογών, σχολιάζοντας παρέμβαση δημοσιογράφου ότι «το κόμμα του Χρηματιστηρίου πάει κανόνι»: «Πάει κανόνι ναι, και ό,τι και να λένε, ψηφίζει ΠΑΣΟΚ. Αυτό είναι μια απάντηση στον κ. Καραμανλή, ο οποίος προσπαθεί να υφαρπάξει τα επιτεύγματα της κυβέρνησης στον τομέα του Χρηματιστηρίου».
Απαντώντας για το ενδεχόμενο να αποσύρουν οι ξένοι επενδυτές τα κεφάλαιά τους από τη χώρα ανάλογα με το μήνυμα των ευρωεκλογών: «Δεν μπορεί κανείς να είναι απόλυτος στα ζητήματα αυτά, αλλά με ανατροπή του πολιτικού σκηνικού, κάποιοι ενδεχομένως να κάνουν κάποιες δεύτερες σκέψεις».
«Αποφεύγω να κάνω δηλώσεις για το Χρηματιστήριο (...) Αυτό που θέλω να σημειώσω είναι ότι υπάρχει μια θετική τάση και ότι αυτή η θετική τάση συμβαδίζει με τη θετική τάση της ελληνικής οικονομίας. Οσο πάει καλά η οικονομία, καλά θα πηγαίνει και το Χρηματιστήριο».
«Εγώ πάντοτε λέω ότι είναι φυσικό να έχει θετική τάση το Χρηματιστήριο γιατί πάει καλά η οικονομία και αυτό αντανακλάται στο Χρηματιστήριο».
«Η εκτίμηση της κυβέρνησης για την τάση της αγοράς αυτής (σ.σ. του Χρηματιστηρίου) είναι ότι παραμένει ανοδική».
Σχολιάζοντας την έντονη άνοδο, μετά από «διόρθωση» ορισμένων ημερών και απαντώντας στην ερώτηση «τι προβλέπεται για το μέλλον;»: «Δεν κάνω προβλέψεις για το Χρηματιστήριο. Απλώς επιβεβαιώνομαι στη διαπίστωσή μου ότι οι τάσεις του Χρηματιστηρίου είναι θετικές».
«Και επίσης να προσθέσω ότι η πτωτική πορεία των επιτοκίων και η ένταξη πλέον και τυπικά της Ελλάδας στην ΟΝΕ, θα ενισχύσουν αυτές τις θετικές τάσεις στην οικονομία και οι οποίες οπωσδήποτε θα επηρεάσουν θετικά και τη μεσοπρόθεσμη πορεία του ελληνικού Χρηματιστηρίου».
Μετά από δίωρη συνεργασία με τον Κ. Σημίτη:«Τέλος, για το Χρηματιστήριο η εκτίμηση που διαμορφώνεται στην κυβέρνηση και σε όλους όσοι γνωρίζουν πώς λειτουργεί μια αγορά, είναι ότι η τάση είναι ανοδική. Το 2000 διαγράφεται θετικό».
Η πορεία αβεβαιότητας που έχει δημιουργηθεί στην οδό Σοφοκλέους και οι ευθύνες που ήδη αναζητούνται από τους κυβερνώντες για τις εξελίξεις, οδηγεί τον υπουργό σε... έμμεση ενίσχυση της ιδέας του χρηματιστηριακού τζόγου: «Στις επαφές με τους μεγάλους παγκόσμιους επενδυτές και του Λονδίνου και των ΗΠΑ και των άλλων ευρωπαϊκών χωρών, θα τεθεί βεβαίως το θέμα του Χρηματιστηρίου, της ελληνικής οικονομίας, ενόψει και της καταθέσεως της αιτήσεως για ένταξη στην ΟΝΕ και πιστεύω ότι όλα αυτά θα συμβάλουν στην εισροή διεθνών κεφαλαίων στην Ελλάδα».