ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σάββατο 24 Μάρτη 2007 - Κυριακή 25 Μάρτη 2007
Σελ. /32
«Μπόινγκ» εναντίον «Αιρμπάς» για την παγκόσμια κυριαρχία

Τα δύο μεγαθήρια της αεροπορικής βιομηχανίας αλληλοκατηγορούνται για παραβίαση των κανόνων του «παιχνιδιού».

Παπαγεωργίου Βασίλης

Σε τροχιά σύγκρουσης βρίσκονται εδώ και μήνες οι δύο κολοσσοί της παγκόσμιας αεροπορικής βιομηχανίας, η αμερικανική «Boeing» («Μπόινγκ») και η ευρωπαϊκή «Airbus» («Αιρμπάς»). Πρόκειται για ένα ακόμη επεισόδιο στο λυσσώδη ανταγωνισμό ΗΠΑ - Ευρωπαϊκής Ενωσης, για την ηγεμονία σ' έναν τομέα στρατηγικής σημασίας, από την έκβαση του οποίου θα προκύψουν τεράστια οικονομικά και πολιτικά οφέλη για το «νικητή».

Την περασμένη Τρίτη οι δύο εταιρείες προσέφυγαν στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου αλληλοκατηγορούμενες για παραβίαση των κανόνων του «ελεύθερου ανταγωνισμού». Συγκεκριμένα η «Boeing», κατηγορεί την Ευρωπαϊκή Ενωση ότι πρόσφερε στην «Airbus» 4,5 δισ. δολάρια για την παρουσίαση των νέων αεροσκαφών της και ειδικά του σουπερτζάμπο Α380. Από την πλευρά της, η «Airbus» κατηγορεί την αμερικανική κυβέρνηση ότι πρόσφερε παράνομη οικονομική βοήθεια και πρόσφερε αποκλειστικά προνόμια στην «Boeing», καταργώντας στην ουσία τον «ανταγωνισμό».

Αν στην υπόθεση αυτή καταδικαστεί η ευρωπαϊκή βιομηχανία, θα υποχρεωθεί να επιστρέψει το ποσό των 4,5 δισ. δολαρίων. Σε συνδυασμό με την ούτως ή άλλως κακή οικονομική της κατάσταση, η «Airbus» θα αντιμετωπίσει σοβαρό πρόβλημα βιωσιμότητας, ενώ η ανταγωνίστριά της θα αποκτήσει σοβαρό προβάδισμα στον ανταγωνισμό για την παγκόσμια κυριαρχία.

Οπως σχολίαζαν στελέχη του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου, μπροστά στην τωρινή σύγκρουση ωχριά η σύγκρουση μεταξύ ΗΠΑ και Ευρωπαϊκής Ενωσης σχετικά με τις επιδοτήσεις, ύψους 400 εκατομμυρίων δολαρίων, της κυβέρνησης Μπους σε μεγάλους Αμερικανούς εξαγωγείς.

Ομως, οι Ευρωπαίοι «συνεταίροι» κατηγορούν την κυβέρνηση των ΗΠΑ ότι εκτός των οικονομικών ενισχύσεων στην «Boeing», χρησιμοποιεί και τα μεγάλα πολιτικά της «όπλα» για να βοηθήσει την αμερικανική βιομηχανία.

Ετσι, σύμφωνα με δημοσίευμα της εφημερίδας «Φαϊνάνσιαλ Τάιμς», η κυβέρνηση Μπους άσκησε πιέσεις στη ρωσική κυβέρνηση για να παραγγείλει, για λογαριασμό της «Αεροφλότ», 22 μεγάλα αεροσκάφη από την «Boeing». Ως αντάλλαγμα πρόσφερε την υποστήριξή της στο αίτημα της Μόσχας για ένταξη της Ρωσίας στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου.

Η Ουάσιγκτον ισχυρίζεται ότι η βοήθεια για την πρώτη παρουσίαση αεροσκαφών είναι παράνομη και ότι επιτρέπει στην «Airbus» να αποφασίζει να προωθήσει στην αγορά ακριβά αεροσκάφη, χωρίς να προβληματίζεται για την αποδοχή τους ή όχι. H EE αντιτείνει ότι η επίμαχη ενίσχυση χρησιμοποιήθηκε για 3 από τα 9 αεροσκάφη που κατασκευάστηκαν μετά το 1990 και συνάδει με τη συμφωνία του 1992. Επίσης, αναφέρει ότι η «Airbus» επέστρεψε δισεκατομμύρια δολάρια στις τέσσερις βασικές μετόχους της.

Ανεξάρτητα, από την ισχύ των επιχειρημάτων των δύο πλευρών, η σύγκρουση των δύο κολοσσών της αεροπορικής βιομηχανίας αποδεικνύει το μέγεθος των αντιθέσεων και των ενδοϊμπεριαλιστικών ανταγωνισμών, ενός στοιχείου απαραίτητου για την ερμηνεία των διεθνών οικονομικών εξελίξεων.

Δώρα στο κεφάλαιο

Ενα ακόμη δείγμα των καλών υπηρεσιών της στο μεγάλο κεφάλαιο έδωσε η γερμανική κυβέρνηση, με την ανακοίνωση ότι θα προχωρήσει σε μεγάλη μείωση της φορολογίας των επιχειρήσεων, με στόχο «να κάνει τη χώρα πιο ελκυστική στις επενδύσεις».

Το υπουργικό συμβούλιο ενέκρινε σχέδιο νόμου, που μειώνει τη φορολογία των επιχειρήσεων το 2008 σε 30% από 39%. Η μεταρρύθμιση ήταν από τις βασικές πτυχές του προεκλογικού προγράμματος της Αγκελα Μέρκελ.

Μετά τους αντεργατικούς νόμους και κυρίως αυτούς που αφορούν στο ασφαλιστικό σύστημα και το εργασιακό καθεστώς, η κυβέρνηση συνασπισμού Χριστιανοδημοκρατών - Σοσιαλδημοκρατών προχώρησε και στη μεγαλύτερη φορολογική απαλλαγή των επιχειρηματιών.

Η κυβέρνηση πιστεύει συγκεκριμένα ότι με τη χαμηλότερη φορολογία θα ενθαρρύνει τις επιχειρήσεις να εμφανίζουν τα κέρδη τους στη Γερμανία αντί στο εξωτερικό. Οι γερμανικές επιχειρήσεις εμφανίζουν κάθε χρόνο κέρδη περίπου 60 δισ. ευρώ στο εξωτερικό, συχνά υπό τη μορφή δανείων προς θυγατρικές τους εταιρείες, προκειμένου να μη φορολογούνται. Η φορολογία στη χώρα τους είναι κατά 25% υψηλότερη σε σχέση με τον μέσο όρο της ΕΕ. Το σχέδιο της κυβέρνησης αποβλέπει σε φοροαπαλλαγές συνολικού ύψους 30 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τα 25 δισ. θα καλυφθούν από τη διεύρυνση της φορολογικής βάσης. Δηλαδή από τη μεγαλύτερη επιβάρυνση των μικρομεσαίων και των εργαζομένων.

Σε μια περίοδο που οι εργαζόμενοι επιβαρύνονται με υψηλότερους φόρους και ασφαλιστικές συνεισφορές, ενώ βλέπουν την αγοραστική τους δύναμη να μειώνεται δραστικά τους τελευταίους μήνες μετά την αύξηση του ΦΠΑ από 16% σε 19% και των εισφορών τους για συντάξεις και ιατροφαρμακευτική περίθαλψη.

ΦΥΣΙΚΟ ΑΕΡΙΟ. Οπως έγραψε, την περασμένη εβδομάδα, η ρωσική εφημερίδα «Κόμερσαντ», οι πέντε μεγαλύτερες σε εξαγωγές φυσικού αερίου χώρες - Αλγερία, Κατάρ, Ιράν, Ρωσία και Βενεζουέλα - θα οργανωθούν επισήμως σε καρτέλ και θα ανακοινώσουν τη δημιουργία «ΟΠΕΚ» φυσικού αερίου στη σύνοδο του Φόρουμ Εξαγωγικών Χωρών Φυσικού Αερίου στις 9 Απρίλη στην πρωτεύουσα του Κατάρ. Σημειώνεται ότι το Ιράν και η Ρωσία μοιράζονται το 50% των παγκόσμιων αποθεμάτων αερίου στον κόσμο.

ΖΑΝ ΚΛΟΝΤ ΤΡΙΣΕ. Ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), Ζαν Κλοντ Τρισέ, προειδοποίησε για τον κίνδυνο εκδήλωσης πληθωριστικών πιέσεων στη ζώνη του ευρώ. Τόνισε ότι μια νέα άνοδος της τιμής του πετρελαίου θα συνιστούσε μεσοπρόθεσμα έναν ακόμη κίνδυνο για τη σταθερότητα των τιμών. Ο Τρισέ περιέγραψε πολύ θετικά την πορεία της οικονομίας στην ευρωζώνη, διαβεβαιώνοντας ότι οι συνθήκες ευνοούν τη συνέχιση μιας «σταθερής ανάπτυξης».

ΥΠΕΡΚΕΡΔΗ. Αύξηση 70%, σημείωσαν το πρώτο τρίμηνο της χρήσης τα καθαρά κέρδη, της δεύτερης μεγαλύτερης χρηματιστηριακής εταιρείας στον κόσμο, από πλευράς χρηματιστηριακής αξίας, «Morgan Stanley», υπερβαίνοντας τις εκτιμήσεις των οικονομικών αναλυτών, αποτέλεσμα των κερδών από τη διαπραγμάτευση μετοχών και της σημαντικής αύξησης των αμοιβών από την επενδυτική τραπεζική. Τα καθαρά κέρδη αυξήθηκαν στα 2,67 δισ. δολ. ή 2,51 δολ. ανά μετοχή, το τρίμηνο που έληξε στις 28 Φλεβάρη, από 1,57 δισ. δολ. ή 1,48 δολ. ανά μετοχή, πριν από ένα χρόνο, όπως ανακοίνωσε η εταιρεία που εδρεύει στη Ν. Υόρκη.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ