ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σάββατο 7 Απρίλη 2007 - Κυριακή 8 Απρίλη 2007
Σελ. /24
ΡΕΠΟΡΤΑΖ
ΚΑΤΑΣΚΕΥΕΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΡΓΩΝ
Στο λαό το κόστος και για τις ... κακοτεχνίες!

Μπορεί οι κυβερνήσεις, τόσο της ΝΔ σήμερα, όσο και του ΠΑΣΟΚ προηγούμενα, να διαγκωνίζονται για το ποια μετέβαλε τη χώρα σε «ένα απέραντο εργοτάξιο» ή για το ποια έστρωσε καλύτερα το τραπέζι με την «πίτα» των έργων, εξυπηρετώντας τα συμφέροντα των μεγαλοεργολάβων, καμία όμως δεν έκανε απολύτως τίποτε για την ποιότητα των έργων. Αν υπήρχε, βέβαια, σωστός προληπτικός έλεγχος της ποιότητας των υλικών και των έργων, τότε είναι σίγουρο ότι θα είχαν αποφευχθεί περιστατικά όπως αυτά του στεγάστρου στο Ακρωτήρι Σαντορίνης ή σαν αυτά της ανεγειρόμενης γέφυρας στην Αττική Οδό, που καταπλάκωσαν εργαζόμενους. Δε θα υπήρχαν κακοτεχνίες που κοστίζουν εκατομμύρια στον ελληνικό λαό, όπως αυτές της κατολίσθησης της Μαλακάσας, της καθίζησης στην Κορίνθου - Τρίπολης και Παραδείσια - Τσακώνα, της «τρύπας» στη σήραγγα του μετρό στο Χαλάνδρι ή στην Πανεπιστημίου, της ανάφλεξης του καλωδίου της γέφυρας Ρίου - Αντιρρίου κ.ά.

Οι κυβερνώντες, βέβαια, συνειδητά ακολουθούν αυτήν την τακτική, αφήνοντας ασύδοτους τους μεγαλοκατασκευαστές, ενώ παράλληλα υποχρεώνουν το λαό να πληρώνει αυτός τα «σπασμένα». Είναι χαρακτηριστικό ότι μέχρι σήμερα κανείς από τους μεγαλοεργολάβους δεν τιμωρήθηκε παρά μόνο με ποινές που άνετα θα μπορούσαν να αποκληθούν και ως «χάδι». Για παράδειγμα, οι κατασκευάστριες εταιρείες της Αττικής Οδού για την κατάρρευση της ανεγειρόμενης γέφυρας στο Μαρκόπουλο, όπου σκοτώθηκαν τέσσερις εργαζόμενοι, τιμωρήθηκαν με... μεταχρονολογημένο αποκλεισμό από διαγωνισμούς μερικών βδομάδων! Αντίθετα, για την επιδιόρθωση των κακοτεχνιών που παρατηρήθηκαν στα τμήματα Αθηνών - Λαμίας και Αθηνών - Κορίνθου, που κατασκευάστηκαν τη δεκαετία του '90, ανατέθηκε νέα εργολαβία ύψους 30 δισ. δρχ. Για να ανακατασκευαστεί το «τεχνικό ανοσιούργημα», όπως αποκάλεσε ο ίδιος ο υπουργός ΠΕΧΩΔΕ Γ. Σουφλιάς το τμήμα Παραδείσια - Τσακώνα, ο ελληνικός λαός πληρώνει 110 εκατ. ευρώ. Δηλαδή ο λαός πληρώνει και τις κακοτεχνίες, ενώ οι μεγαλοεργολάβοι κερδίζουν και από αυτές!


ICON

Οπως αναφέρθηκε πριν ένα χρόνο περίπου σε ημερίδα που διοργάνωσε το ΤΕΕ, τα Κρατικά Εργαστήρια Ελέγχου της Ποιότητας των Εργων και Δομικών Υλικών από το 1992 βρίσκονται σε διαρκή απαξίωση. Από τη χρονιά εκείνη και μέχρι τις μέρες μας δε συμμετείχαν σε κανέναν έλεγχο ποιότητας μεγάλου έργου, ενώ τη θέση τους πήραν αμφίβολης ποιότητας ιδιωτικά εργαστήρια και διάφοροι ιδιωτικοί οίκοι δήθεν ανεξάρτητων συμβούλων, οι οποίοι, κατά κανόνα, εξαρτώνται από τους ίδιους τους κατασκευαστές!

Είναι χαρακτηριστικό ότι το Κεντρικό Εργαστήριο Δημοσίων Εργων (ΚΕΔΕ) το 2005 διέθετε μόλις 153 άτομα προσωπικό, ενώ τη δεκαετία 1970-1980 διέθετε 350 άτομα. Τώρα διαθέτει ακόμη λιγότερους, καθώς αρκετοί εργαζόμενοι σ' αυτό συνταξιοδοτήθηκαν. Ακόμη χειρότερη είναι η κατάσταση στα περιφερειακά κρατικά εργαστήρια, που σε πολλές περιπτώσεις δε διαθέτουν όχι μόνο το αναγκαίο προσωπικό, αλλά ούτε και τα αναγκαία μηχανήματα και συσκευές!

Η ίδια περίπου κατάσταση επικρατεί και στο ζήτημα της ποιότητας των υλικών που χρησιμοποιούνται όχι μόνο στα δημόσια, αλλά και τα ιδιωτικά έργα. Υπάρχουν αυτή τη στιγμή γύρω στα 200 διεθνή πρότυπα κατασκευής δομικών υλικών (αδρανή, κονιάματα, πρόσθετα σκυροδέματος, τούβλα, κεραμίδια, γεωυφάσματα κ.ά.), για τα οποία οι κυβερνήσεις δεν έχουν φροντίσει να θεσμοθετήσουν την υποχρεωτική εφαρμογή τους, παρά μόνο σε ελάχιστα έργα.

Ενώ, όμως, συμβαίνουν όλα αυτά, το κράτος, δηλαδή ο ελληνικός λαός, υποχρεώνεται να πληρώνει κάθε χρόνο τεράστια ποσά στον ιδιωτικό Εξειδικευμένο Σύμβουλο Ποιοτικού Ελέγχου Εργων (ΕΣΠΕΛ), για να διαπιστώνει απλά και εκ των υστέρων τις κακοτεχνίες. Να πραγματοποιεί, δηλαδή, αντί για πρόληψη ...«νεκροψίες»!


Οι εργαζόμενοι πληρώνουν και με το αίμα τους τη στυγνή εκμετάλλευση

Οι εργαζόμενοι στα εργοτάξια υποχρεώνονται να πληρώσουν ακόμη και με το αίμα τους ένα φτωχό μεροκάματο
Οι εργαζόμενοι στα εργοτάξια υποχρεώνονται να πληρώσουν ακόμη και με το αίμα τους ένα φτωχό μεροκάματο
Σήμερα στον κατασκευαστικό κλάδο της χώρας απασχολούνται γύρω στις 300.000 εργαζόμενοι, που βιώνουν καθημερινά την υπερεκμετάλλευση, ενώ πολλές φορές πληρώνουν το ισχνό τους μεροκάματο με την ίδια τους τη ζωή. Την ίδια στιγμή οι μεγαλοεργολάβοι θησαυρίζουν...

Σύμφωνα με μελέτη του Ινστιτούτου Οικονομίας Κατασκευών (ΙΟΚ)με τίτλο «Μέγεθος και βασικά χαρακτηριστικά της απασχόλησης στον κατασκευαστικό κλάδο», που είχε δοθεί στη δημοσιότητα το Μάρτη του 2004, στον κατασκευαστικό κλάδο το 2003 απασχολούνταν 310.000 εργαζόμενοι, αντιπροσωπεύοντας το 7,8% της συνολικής απασχόλησης στην ελληνική οικονομία. Η συντριπτική πλειοψηφία των εργαζομένων στον κλάδο το ίδιο έτος, δηλαδή οι 260.000, ήταν εργατοτεχνικό και βοηθητικό προσωπικό και μόνον οι 50.000 επιστημονικό προσωπικό (μηχανικοί, τεχνολόγοι, διοικητικοί υπάλληλοι κλπ.).

Ολοι αυτοί οι εργαζόμενοι νιώθουν στο πετσί τους τη στυγνή εκμετάλλευση και την εντατικοποίηση, καθώς η εργατική τους δύναμη είναι αυτή που προσφέρει τα υπερκέρδη στους κατασκευαστές. Αδιάψευστος μάρτυρας η ίδια μελέτη του ΙΟΚ, σύμφωνα με την οποία «η αύξηση του αριθμού των απασχολούμενων στον εγχώριο κατασκευαστικό κλάδο, συνδυάζεται με διαχρονικά αυξημένη παραγωγικότητα της εργασίας (44.000 ευρώ ανά απασχολούμενο το 2003, έναντι 25.300 ευρώ το 1997)»!

Οι εργαζόμενοι του κλάδου και ανάμεσά τους οι διπλωματούχοι μηχανικοί, με τυπική ή άτυπη σχέση εξαρτημένης εργασίας, ήταν βέβαια και οι μεγάλοι χαμένοι της κρίσης που σημειώθηκε στον κλάδο των δημοσίων έργων, αμέσως μετά την ολοκλήρωση των Ολυμπιακών Αγώνων. Και εδώ δεν αναφερόμαστε μόνο στις χιλιάδες απολύσεις που έγιναν, αλλά και στην αξιοποίηση του φόβητρου των απολύσεων, με στόχο την κατάργηση των συλλογικών συμβάσεων, την επιβολή εξοντωτικών ωραρίων εργασίας, την καθήλωση του πραγματικού μισθού σε σχέση με την αύξηση της παραγωγικότητας.

Σύμφωνα με μια άλλη επισήμανση της μελέτης του ΙΟΚ που προαναφέραμε, ο κλάδος απορροφά μεγάλο αριθμό ανθρώπινου δυναμικού με χαμηλό επίπεδο κατάρτισης από τα κατώτατα στρώματα εκπαίδευσης, καθώς και ανειδίκευτους μετανάστες που εξαναγκάζονται να εργαστούν με αμοιβές κατώτερες από τις προβλεπόμενες στις συλλογικές συμβάσεις. Ειδικότερα επισημαίνει ότι με βάση την κατανομή στις διάφορες ειδικότητες του κλάδου, εμφανίζεται μια μικρή συμμετοχή των ανειδίκευτων εργατών, μόλις 6,4%, επί του συνόλου του εργατοτεχνικού προσωπικού, γεγονός που μπορεί να εξηγηθεί μόνο από το ότι «η ανάγκη αυτή καλύπτεται και από οικονομικούς μετανάστες και λοιπό δυναμικό μη καταγεγραμμένο», δηλαδή από τη «μαύρη εργασία». Ωστόσο, όπως είναι γνωστό, ανασφάλιστη εργασία, δηλαδή εργασία με μπλοκάκι, παρατηρήθηκε κατά την περίοδο της κατασκευής των Ολυμπιακών έργων, αλλά και σήμερα, και σε άλλους εργαζόμενους του κλάδου, όπως οι μηχανικοί. Και βέβαια σε πολλές περιπτώσεις οι μεγαλοεργολάβοι δεν πληρώνουν ούτε καν αυτά τα εξευτελιστικά μεροκάματα, όπως έγινε, για παράδειγμα, από την «Ευρωπαϊκή Τεχνική» στο έργο της μαραθώνιας διαδρομής ή από άλλον εργολάβο στην Περιφερειακή του Βόλου...

Η έρευνα του ΙΟΚ παραδέχεται ακόμη ότι τα ποσοστά των εργατικών ατυχημάτων είναι κατά κανόνα υψηλά στον κατασκευαστικό τομέα. Κι αυτό, φυσικά, δεν είναι καθόλου τυχαίο, αφού δεκάδες εργοτάξια μετατρέπονται συχνά σε σύγχρονα κρεματόρια για τους εργαζόμενους, με παντελή έλλειψη μέτρων υγιεινής και ασφάλειας.

Αποτέλεσμα όλων αυτών είναι να έχουμε κατά μέσο όρο, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του Σώματος Επιθεωρητών Εργασίας του υπουργείου Απασχόλησης, από το 2002 και μετά πάνω από 70 νεκρούς εργάτες στις κατασκευές κάθε χρόνο! Ειδικότερα το 2003 είχαμε 79 νεκρούς στις κατασκευές, το 2004 είχαμε 81, το 2005 άλλους 65...


Νίκος ΠΕΡΠΕΡΑΣ


Η άλλη προοπτική για τα Δημόσια Εργα

Μπορεί λοιπόν μέσα σε αυτή την κατάσταση, που διαμορφώνουν μαζί η κυβέρνηση και το ΠΑΣΟΚ, να ισχυριστεί κανείς σοβαρά ότι μπορεί να διασφαλιστεί η φθηνή για το λαό, γρήγορη και ποιοτική παραγωγή δημόσιων έργων, που να καλύπτει το σύνολο των κοινωνικών αναγκών, για την προστασία του περιβάλλοντος, για την ασφάλεια των κατοίκων και των εργαζομένων, για την εξοικονόμηση ενέργειας, για τη διεύρυνση των εργασιακών και ασφαλιστικών δικαιωμάτων των εργαζομένων του κλάδου;

Μπορεί μέσα στο σημερινό πλαίσιο παραγωγής των έργων - και πολύ περισσότερο με την προώθηση των περιβόητων ΣΔΙΤ - να δοθεί προτεραιότητα σε έργα υποδομής (π.χ. αντιπλημμυρικής προστασίας, αντισεισμικής θωράκισης) που δε θα ικανοποιούν τις άμεσες ανάγκες της ΕΕ και της αστικής τάξης για γρήγορη και ανεμπόδιστη κίνηση εμπορευμάτων, εργαζομένων και κεφαλαίου στην ευρύτερη περιοχή της ΝΑ Ευρώπης;

Είναι ξεκάθαρο ότι δεν μπορεί.

Η ικανοποίηση, λοιπόν, του συνόλου των λαϊκών αναγκών προϋποθέτει την απαλλαγή του συστήματος παραγωγής δημόσιων έργων από τους σιδερένιους νόμους του καπιταλιστικού κέρδους. Απαιτεί έναν ενιαίο κρατικό φορέα που θα κατέχει τα μέσα παραγωγής, θα κατανέμει σχεδιασμένα την κρατική χρηματοδότηση και το εργατικό δυναμικό και θα καλύπτει το σύνολο των φάσεων των δημόσιων έργων, στο πλαίσιο του κεντρικού σχεδιασμού της λαϊκής οικονομίας.

Ο φορέας αυτός σε συνεργασία με τις Πολυτεχνικές Σχολές και τους επιστημονικούς φορείς, θα αναλάβει τον προγραμματισμό υλοποίησης των έργων σύμφωνα με τις επείγουσες ανάγκες των λαϊκών στρωμάτων (π.χ. αντιπλημμυρική προστασία, αντισεισμική θωράκιση), την ιεραρχημένη κατασκευή μεγάλων έργων, την εκπόνηση κανονισμών και προδιαγραφών, την εκπόνηση ολοκληρωμένων και επικαιροποιημένων μελετών με τη διασφάλιση της αναγκαίας υποδομής για την υλοποίησή τους, την ουσιαστική επίβλεψη των έργων, την περιφερειακή ανάπτυξη, την ερευνητική δραστηριότητα για τη διάγνωση νέων αναγκών, την αλληλοστήριξη με αντίστοιχους κρατικούς φορείς της μεταποιητικής βιομηχανίας παραγωγής οικοδομικών υλικών.

Μόνο η κατεύθυνση της κρατικής - κοινωνικής ιδιοκτησίας των βασικών μέσων παραγωγής, στον αντίποδα των κατευθύνσεων της ΕΕ, μπορεί να διασφαλίσει το δημόσιο έργο σαν κοινωνικό αγαθό και όχι σαν εμπόρευμα.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ