ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σάββατο 7 Απρίλη 2007 - Κυριακή 8 Απρίλη 2007
Σελ. /24
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
ΒΑΣΟΣ ΚΑΠΑΝΤΑΗΣ
Πολυσήμαντη εικαστική διαδρομή

«Νίκη», 1989. Χαλκός, 26 εκ.
«Νίκη», 1989. Χαλκός, 26 εκ.
Αναδρομική έκθεση - αφιέρωμα στο σημαντικό γλύπτη Βάσο Καπάνταη (1924 - 1990), φιλοξενείται στο Μουσείο Μπενάκη. Περιλαμβάνει γλυπτά μεγάλων και μικρών διαστάσεων, φιλοτεχνημένα σε χαλκό και πωρόλιθο, ανάγλυφα, μετάλλια, σχέδια και κεραμικά, που αναδεικνύουν την ακρίβεια της μικρογραφικής χάραξης, την ενάργεια της περιγραφής και τις συνθετικές ικανότητες του καλλιτέχνη.

Η έκθεση έρχεται να «διορθώσει» την εικόνα του καλλιτέχνη, που για πολλούς η δημιουργία του συνδέεται μόνο με τον ξεριζωμό του 1922 και την προσφυγιά. Είναι γεγονός ότι ένα μεγάλο μέρος του έργου του αντλείται από τα γεγονότα του 1922. Ο ξεριζωμός και η προσφυγική Ελλάδα αποτελούν σημείο αναφοράς σε όλη την καλλιτεχνική διαδρομή του. Ομως, ο Β. Καπάνταης έχει ένα εξίσου σημαντικό έργο, που αναφέρεται στον έρωτα, στη χαρά της ζωής, στην ομορφιά, στη λάμψη των κοριτσιών.

Ο Β. Καπάνταης δημιούργησε δημόσια και ιδιωτικά έργα. Οσον αφορά στα δημόσια έργα, δεν υπάρχει ουσιαστικά τρόπος έκθεσής τους. Παρουσιάζεται όμως, και έτσι γίνεται μέρος της έκθεσης, το έργο ζωής του στη Ν. Σμύρνη, με την προβολή μιας μικρής ταινίας και με τη διανομή φυλλαδίου, το οποίο παροτρύνει τον επισκέπτη να μεταβεί και να γνωρίσει τα 10 γλυπτά του στον τόπο φιλοξενίας τους, στην πλατεία Χρυσοστόμου Σμύρνης.

Βασικό χαρακτηριστικό της γλυπτικής του καλλιτέχνη είναι η οικουμενικότητα και η μετατροπή του συναισθήματος σε ιδέα. Τα στοιχεία αυτά διακρίνονται τόσο στα δημόσια όσο και στα ιδιωτικά έργα του. Μνημειακή διάσταση χαρακτηρίζει τις δημιουργίες του, παρά τη μικρή τους κλίμακα. Μικρά σε μέγεθος, αλλά μνημειώδη σε αίσθηση, είναι έργα χαράς, ερωτισμού και συγκίνησης, με έντονη συναισθηματική παρουσία, άλλοτε σκληρά, στρυφνά και ενίοτε γεμάτα αγωνία. Στα ιδιωτικά έργα του γλύπτη ανήκουν και τα 100 εκτιθέμενα σχέδια, όπου η μνήμη των τόπων συνυπάρχει με τις μορφές λαμπρών κοριτσιών, καθώς και 140 περίπου μετάλλια, διαφόρων μεγεθών, χρήσης και θεμάτων.

«Ελσα», 1970 - 1980. Χαλκός, 31 εκ.
«Ελσα», 1970 - 1980. Χαλκός, 31 εκ.
Οπως αναφέρει ο Γιώργος Χατζημιχάλης (επιμελητής της έκθεσης) στο καλαίσθητο βιβλίο (εκδόσεις «Αγρα»), που συνοδεύει την παρουσίαση, «Η σκληράδα και η αγωνία, που πολλές φορές είναι κομμάτια του έρωτα και της χαράς, διαπλέκονται μέσα στο έργο του Βάσου Καπάνταη, γιατί εντέλει το έργο του είναι για τη ζωή. Η γλυπτική αξία αυτών των μικρών σε διαστάσεις έργων είναι πράγματι μεγάλη. Η ευαισθησία και η ακρίβεια της κατασκευής τους, μαζί με την έντονη συναισθηματική παρουσία τους, τα κάνουν να είναι μέρος ενός ολόκληρου και γι' αυτό αγωνιώδους κόσμου».

Χαρακτηριστικό της γλυπτικής του είναι ότι βρίσκει τρόπους να υπάρχει μεταξύ του αφηρημένου χώρου και του παραστατικού, χωρίς να καταργεί κανέναν από τους δύο. «Η γλυπτική του» σημειώνει ο Γ. Χατζημιχάλης «έχει έναν δυνατό διάλογο με την αρχαϊκή γλυπτική, ιδιαίτερα των γλυπτών του ναού της Αφαίας της Αίγινας, τα ετρουσκικά και ασσυριακά ανάγλυφα. Είναι αυτός ο διάλογος που οδήγησε τη γλυπτική του στο τόσο προσωπικό και σύγχρονο ιδίωμά του. Η ευχέρειά του να περιηγείται μέσα στην τέχνη διαμόρφωσε την τόσο δυνατή καλλιτεχνική προσωπικότητά του».

Το έργο του, που απεχθάνεται το φορμαλισμό, δεν μπήκε στους τρόπους ενός κυρίαρχου ευρωπαϊκού ρεύματος της γενιάς του, αλλά κράτησε έντονα το δικό του εσωτερικό κόσμο και χώρο. Ο Β. Καπάνταης τοποθέτησε τον εαυτό του μέσα στην ελληνική καλλιτεχνική σκηνή ιδιότυπα. Δε θέλησε ποτέ να πραγματοποιήσει ατομική έκθεση σε γκαλερί. Σαν γλύπτης, θέλησε να κάνει έργο δημόσιο, με αποκορύφωμα τα γλυπτά στην πλατεία Χρ. Σμύρνης. Εζησε ηθελημένα, σχετικά απομονωμένος, με λίγους καλούς φίλους, με τις σκέψεις του και τις δυσκολίες της ζωής. «Το ταξίδι του το μοιράστηκε με τους ανθρώπους του και το έργο του. Ενα έργο πολύ ισχυρό, σύγχρονο, πολύπλοκο, σημαδιακό, αιχμής, πρωτοπόρο». Η έκθεση θα διαρκέσει μέχρι τις 6/5.


«Η Πάραλος» (ακρόπρωρο), 1967. Χαλκός, 55 εκ.
«Η Πάραλος» (ακρόπρωρο), 1967. Χαλκός, 55 εκ.

Η ΜΟΡΤΟΓΛΟΥ


Το «Γιούσουρι»

Ο Αντρέας Καρκαβίτσας έγραψε ένα σημαντικό διήγημα: το «Γιούσουρι». Οι κριτικοί της λογοτεχνίας λένε, μάλιστα, πως ο Χεμινγουαίη στη νουβέλα του «Ο γέρος και η θάλασσα», που τιμήθηκε με το βραβείο νόμπελ, είχε ως πρότυπο το «Γιούσουρι» του Καρκαβίτσα. Ητανε, λέει, ένας γίγαντας στη μέση του Αιγαίου. Εμοιαζε σαν μεγάλο δέντρο, με μεγάλα κλαδιά και ρίζες. Φουρτούνιαζε τη θάλασσα, βούλιαζε τα καράβια και κανείς δεν μπορούσε να το εξουδετερώσει. Οσοι το προσπάθησαν, νικήθηκαν. Ωσπου ένα παλικάρι από ένα νησί πήγε, συνάντησε το Γιούσουρι, πάλεψε μαζί του, το ξερίζωσε, το έδεσε με ένα σκοινί στην πρύμνη του καραβιού του και ξεκίνησε να γυρίσει θριαμβευτής στο λιμάνι. Ο κόσμος τον περίμενε στην παραλία. Οι καμπάνες χτυπούσαν χαρμόσυνα. Ο ήρωας χαρούμενος τράβηξε το σκοινί, να δείξει σ' αυτούς που τον περίμεναν το υποταγμένο Γιούσουρι, έτοιμος να θριαμβολογήσει για τη νίκη του. Κι όμως, άδικος ο ενθουσιασμός. Το σκοινί ήτανε άδειο. Το Γιούσουρι δεν τον είχε ακολουθήσει. Κι όμως είχε παλέψει τόσο σκληρά!

Το λιμάνι για μας είναι η λαϊκή εξουσία. Εκεί θέλουμε να φτάσουμε. Εκεί μας περιμένουν νικητές, για να χτυπήσουν οι καμπάνες χαρμόσυνα. Εμείς καθοδηγητές και από πίσω το δικό μας το Γιούσουρι, ο Λαός, ν' ακολουθεί αγωνιστής, ανυπάκουος, απείθαρχος. Για να στηριχτούμε επάνω του και να στήσουμε τη δική μας κοινωνία, όπως μας την περιέγραψαν οι θεωρητικοί μας, κι όπως εμείς ξέρουμε να την περιγράφουμε στους εργαζόμενους, όχι μόνο ως όραμα, αλλά και ως συγκεκριμένη πραγματικότητα, το Σοσιαλισμό. Οπου η εκμετάλλευση του ανθρώπου από άνθρωπο θα είναι ζοφερή ανάμνηση, όπου η εργασία θα είναι κοινωνική υποχρέωση και όχι συνταγματικό, θεωρητικό δικαίωμα, η παιδεία θα είναι οικουμενική γνώση, αξία χρήσης, και όχι φτηνό εμπόρευμα. Οπου η εργατική τάξη θα δημιουργεί με βάση τους κανόνες της Ελευθερίας και της ομορφιάς, όπως έγραψε ο Μαρξ στα «Χειρόγραφα 1844», γιατί δε θα μάχεται ενάντια στη σχετική αθλιότητά της, που είναι συνθήκη ζωής στον καπιταλισμό. Μια πραγματικότητα, τέλος πάντων, όπου η αστυνομία θα κυνηγάει τους κλέφτες, οι φαντάροι θα αναδασώνουν τα καμένα βουνά, το νερό, το φως, το σπίτι δημόσια αγαθά, το ψωμί θα περισσεύει, η σύνταξη θα φτάνει και τα βιβλία των παιδιών θα λένε την Αλήθεια.

Το ερώτημα είναι: Τα καταφέρνουμε σ' αυτή την περιγραφή; Εμείς που τα περιγράφουμε τα πιστεύουμε κιόλας; Οι λέξεις μας λένε; Τα επιχειρήματά μας πείθουν; Μέσα στα λόγια μας είμαστε εμείς ή οι άλλοι που τα είπαν και μεις μιλάμε με τα δικά τους τα λόγια; Τώρα τελευταία μας χτυπούνε την πλάτη και μας λένε πως έχουμε δίκιο. Εμείς το πιστεύουμε και ξεχνιόμαστε; Οταν τον ρώτησαν τον Λένιν «σύντροφε θα πηγαίνουμε στα συντηρητικά συνδικάτα;». Αυτός απάντησε «πρώτα εκεί, για να λέμε τη θέση μας και να φαίνεται η διαφορά μας». Εμείς πάμε παντού για να πούμε τη δική μας τη θέση ή μόνο εκεί που ξέρουμε πως θα μας χτυπήσουν την πλάτη για να μας πούνε πως έχουμε δίκιο; Μήπως από το Διδυμότειχο μέχρι τη Γαύδο μιλάμε με τα ίδια τα λόγια, λέμε τα ίδια τα επιχειρήματα; Μήπως με τον ίδιο τρόπο μιλάμε στους γιατρούς και στις νοσοκόμες, στους δασκάλους και τους μαθητές, στους εργοδότες και στους εργάτες; Τελικά είμαστε σίγουροι πως το Γιούσουρι το έχουμε δέσει καλά στο σκοινί της πολιτικής μας; Μήπως φτάσουμε και πριν δέσουμε στο Λιμάνι αντιληφθούμε πως μας έχει φύγει, όπως έγινε με το «Γιούσουρι» του Καρκαβίτσα; Αρχισα να το φοβάμαι. Κι ας με κατηγορήσουν γι' αυτό!


Του
Γιώργου ΧΟΥΡΜΟΥΖΙΑΔΗ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ