ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 1 Φλεβάρη 2004
Σελ. /32
Κόντρα στη νέα (α)ταξία
Πετρέλαια υπάρχουν αλλά για ποιον;

Μέσα σε μια βαριά ατμόσφαιρα αποκάλυψης σκανδάλων και σκοτεινού προεκλογικού κλίματος, από την άγρια αναμέτρηση των δύο εξουσιαστικών κέντρων, μια είδηση που δημοσιοποιήθηκε σε ορισμένες εφημερίδες και τηλεοπτικούς σταθμούς, πέρασε απαρατήρητη.

Σύμφωνα με τα σχετικά δημοσιεύματα - (24/1/04) - στην υποθαλάσσια περιοχή Καλλιρράχης της Θάσου, κοντά στα παλιότερα αποθέματα και σε βάθος 2.556 μέτρων, εντοπίστηκαν αντίκλινα - (φυσικές γεωλογικές δεξαμενές) - που υπολογίστηκαν ότι περιέχουν 227 εκατομμύρια βαρέλια πετρέλαιο, το οποίο μπορεί να καλύψει εγχώριες ανάγκες για δύο περίπου χρόνια. Οι υποθαλάσσιες έρευνες διεξάγονται από την εταιρία «Καβάλα Οϊλ», όπου μετέχει ρουμανικό συγκρότημα και κατά 58% βρετανική εταιρία.

Αυτονόητο θεωρείται, ότι θα ακολουθήσουν περισσότερες έρευνες και δοκιμές καύσης για να πιστοποιηθεί ότι το νέο απόθεμα είναι εμπορικά εκμεταλλεύσιμο, σε συνδυασμό με τη θερμιδική του απόδοση, την περιεκτικότητα σε θειάφι κ.λπ.

Από την κυβερνητική πλευρά δεν υπήρξαν, ως την ώρα που γράφονταν οι γραμμές αυτές, σχετικές ανακοινώσεις.

Επί πολλά χρόνια ασχολήθηκα με δημοσιογραφικές έρευνες, σχετικές με τα πετρέλαια, πιστεύοντας - με βάση και τις σχετικές δοκιμαστικές γεωτρήσεις στον ηπειρωτικό και στον υποθαλάσσιο χώρα - ότι πετρέλαια και φυσικό αέριο υπάρχουν στη χώρα μας, αλλά η αξιοποίησή τους περιπλέκεται σε ξένα συμφέροντα και κυρίως αμερικανικά, αλλά και τις γνωστές τουρκικές διεκδικήσεις.

Το ίδιο έγινε σταδιακά και για άλλες πηγές του εθνικού μας πλούτου που έγιναν βορά του ντόπιου και του ξένου αρπακτικού κεφαλαίου.

Οταν με τον συνάδελφο Δημήτρη Τσαλαπάτη αποκαλύψαμε τις αποικιακού χαρακτήρα συμβάσεις με την «Οσεάνικ», τα πετρέλαια της Θάσου, τις χουντικές επιχειρηματικές δραστηριότητες του Τομ Πάπας κ.λπ. οδηγηθήκαμε στα δικαστήρια για να φιμωθεί η όποια αντίθετη προς τα συμφέροντά τους, φωνή.


Του
Γιώργου Κ. ΤΣΑΠΟΓΑ


ΠΑΣΟΚ - ΝΔ
Ουσία της πολιτικής τους ο νεοφιλελευθερισμός

Γρηγοριάδης Κώστας

Βρισκόμαστε στις παραμονές μιας ακόμα εκλογικής αναμέτρησης. Οι διαφαινόμενες κοινωνικο-οικονομικές εξελίξεις στη χώρα μας καθώς και η δυναμική των διεθνών γεγονότων καθιστούν τις εκλογές αυτές ιδιαίτερα κρίσιμες. Η διακύβευση σ' αυτές είναι οι όροι και η προοπτική με τους οποίους το λαϊκό κίνημα θα αντιμετωπίσει τη συνεχιζόμενη επίθεση της άρχουσας τάξης και των διεθνών συνεργατών της για την ακύρωση λαϊκών κατακτήσεων. Εδώ και μια εικοσαετία ζούμε τα κύματα λιτότητας το ένα μετά το άλλο. Στο διάστημα αυτό τα δυο κόμματα εξουσίας, το ΠΑΣΟΚ και η ΝΔ, συνέκλιναν σε όλο και περισσότερο κοινές θέσεις, που καθιστούν ταυτόσημες τις πολιτικές του. Παρά τους διάφορους ευφημισμούς που χρησιμοποιούνται, η ουσία αυτής της κοινής πολιτικής είναι ο νεοφιλελευθερισμός. Ετσι οδηγούμαστε σε μια κατάσταση όπου μια ελάχιστη μειοψηφία ιδιωτικών συμφερόντων κυριαρχεί στην κοινωνική και οικονομική ζωή του τόπου μεγιστοποιώντας τα κέρδη της σε βάρος των εργαζομένων. Ετσι οδηγούμαστε σε μια εκδοχή του αμερικανικού μοντέλου (όπως αυτό διαμορφώθηκε την τελευταία εικοσαετία). Με κραυγαλέες κοινωνικές ανισότητες, στρατιές νεόπτωχων, κατάργηση του κοινωνικού κράτους, με υποβαθμισμένες παροχές στους χώρους της Υγείας και της Παιδείας και με συνθήκες εργασίας που παραπέμπουν σ' ένα νέο εργασιακό μεσαίωνα. Φτάσαμε στο σημείο 25.000 οικογένειες να καρπούνται πάνω από το 30% του ΑΕΠ και η χώρα μας να είναι «δευτεραθλήτρια» στις κοινωνικές ανισότητες στην ΕΕ (μετά την Πορτογαλία). Δηλαδή, όλα αυτά τα χρόνια με την πολιτική του ΠΑΣΟΚ, είχαμε μια μεταφορά πλούτου από τις φτωχές μάζες στις οικονομικές ελίτ. Ενα αντίστροφο σύνδρομο του Ρομπέν των Δασών.

Τα κέρδη των μονοπωλίων αυξάνονται με μεγάλους ρυθμούς, η παραγωγικότητα είναι επίσης από τις πιο μεγάλες στην ΕΕ (σύμφωνα με τις επίσημες στατιστικές), αλλά το εισόδημα των εργαζομένων καταγράφει πραγματική μείωση. Δεδομένων των αναιμικών επενδύσεων του μεγάλου κεφαλαίου, αντιλαμβανόμαστε ότι όλα αυτά τα κέρδη είναι συνέπεια της υπερεκμετάλλευσης των εργαζομένων. Παρ' όλα αυτά τα μονοπώλια δεν είναι ευχαριστημένα και ζητούν από τους πολιτικούς τους υπαλλήλους και άλλες παραχωρήσεις. Επικαλούμενα τη χαμηλή ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας απαιτούν πιο ευέλικτη αγορά εργασίας. Αυτό δεν είναι παρά ένας ευφημισμός που προσπαθεί να κρύψει την επιθυμία του μεγάλου κεφαλαίου για ασυδοσία στις απολύσεις, στο ωράριο και στις συνθήκες εργασίας. Δεδομένου ότι οι Ελληνες εργαζόμενοι εργάζονται εβδομαδιαίως περισσότερο από όλους τους άλλους ομολόγους τους στην ΕΕ (πλην των Βρετανών) και το κόστος εργασίας είναι συγκριτικά μικρό κομμάτι του κόστους παραγωγής, είναι προφανές ότι η έλλειψη ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας πρέπει να αναζητηθεί στην άλλη άκρη του κοινωνικού φάσματος και όχι στην πλευρά των εργαζομένων.

Η κυβέρνηση μάς λέει ότι η οικονομία μας έχει δυναμισμό και είναι πρωταθλήτρια στην ΕΕ σε ρυθμούς ανάπτυξης (που φθάνουν μέχρι και 4,5%). Παρ' όλα αυτά η ανεργία παραμένει σταθερά υψηλή (παρά τις λογιστικές αλχημείες της κυβέρνησης που μάταια προσπαθεί να την παρουσιάσει χαμηλότερη). Συνεπώς η ανάπτυξη αυτή δε μεταφράζεται σε νέες θέσεις εργασίας, παρά μόνο σε υπερκέρδη των μονοπωλίων που αυξάνουν το εισόδημα μιας μικρής κοινωνικής ελίτ. Ετσι η υπεραξία αυτή δεν ανακυκλώνεται στην οικονομία, η οποία βασικά συντηρείται με τις εισροές των Κοινοτικών Πλαισίων Στήριξης της ΕΕ και τις κρατικές δαπάνες, δηλαδή τα λεφτά του φορολογούμενου Ελληνα εργαζόμενου. Η θεραπεία της κυβέρνησης σ' αυτή την οφθαλμοφανή καχεξία της οικονομίας είναι «κοινωνικά πακέτα», που παραχωρούν κάποια εξευτελιστικά ψίχουλα στους άνεργους και στους μισθωτούς και προχωρούν σ' ακόμα μεγαλύτερες παραχωρήσεις στο μεγάλο κεφάλαιο. Η μερική απασχόληση έχει αναγορευτεί σε μεγάλη επαναστατική καινοτομία στο πρόβλημα της ανεργίας. Δηλαδή, η κυβέρνηση προσπαθεί να μας πείσει ότι η μισή ανεργία και η μισοφτώχεια είναι κοινωνική πολιτική.

Ο νέος αρχηγός του ΠΑΣΟΚ και επίδοξος πρωθυπουργός, κ. Γ. Παπανδρέου, προτείνει την ανασφάλιστη εργασία των νέων σαν φάρμακο στην ανεργία. Ενός λεπτού σκέψη πάνω στην πρόταση αυτή αναδεικνύει τις σκληρές συνέπειες που θα έχει η υιοθέτηση αυτής της θέσης στον εργασιακό τομέα. Μια ακραία θέση, άγρια νεοφιλελεύθερη, από οικονομική άποψη καθαρά ακροδεξιά, που ακόμα και οι πιο ακραίοι ιδεολόγοι του θατσερισμού δεν είχαν τολμήσει να προβάλουν. Και όμως, τα φερέφωνα του δικομματισμού μάς παρουσίασαν την πρόταση αυτή σαν τομή στα ελληνικά πολιτικά πράγματα. Για κάθε σκεπτόμενο άνθρωπο είναι πραγματικά θλιβερός και ενοχλητικός ο τρόπος με τον οποίο ο Τύπος (έντυπος και ηλεκτρονικός) προβάλλει τους δυο πυλώνες του δικομματισμού (ΠΑΣΟΚ και ΝΔ) και φιμώνει τα μικρά κόμματα. Τις τελευταίες βδομάδες είμαστε μάρτυρες ανούσιων κοκορομαχιών των εκπροσώπων των δυο κομμάτων στα τηλεοπτικά παράθυρα, που αδυνατούν να συγκαλύψουν την εντυπωσιακή ταύτιση των πολιτικών τους. Απλώς οι μεν λένε ότι θα τα κάνουν καλύτερα από τους δε. Φυσικά και οι δυο αγωνιούν πώς θα εξυπηρετήσουν καλύτερα το μεγάλο κεφάλαιο. Τα μικρά κόμματα ελάχιστες ευκαιρίες έχουν για να παρουσιάσουν τις θέσεις τους. Μάλιστα, η θρασύτητα των μεγαλοδημοσιογράφων, που συντηρούν την κραυγαλέα αντιδημοκρατική αυτή κατάσταση, φτάνει σ' ακραίο σημείο. Είναι χαρακτηριστικό ότι όταν στο δελτίο ειδήσεων του «Αντέννα», οι εκπρόσωποι του ΚΚΕ (κ. Σκυλλάκος) και ΣΥΝ (κ. Βούτσης) - που παραδόξως είχαν προσκληθεί - διαμαρτυρήθηκαν γι' αυτή την κατάσταση, η παρουσιάστρια του δελτίου απάντησε ότι έχει το δικαίωμα να καλεί στην εκπομπή της όποιους αυτή θέλει. Κάποιος θα πρέπει να θυμίσει στην κ. δημοσιογράφο ότι η τηλεοπτική συχνότητα που την εκμεταλλεύονται τα αφεντικά της και βγάζουν τα υπερκέρδη τους, από τα οποία της πληρώνουν τον παχυλότατο μισθό της (που ο μέσος εργαζόμενος δεν προσεγγίζει ούτε μετά από εργασία ετών), αποτελεί περιουσία του ελληνικού λαού, που τουλάχιστον απαιτεί αντικειμενική και ολόπλευρη πληροφόρηση, ιδιαίτερα σε προεκλογικές περιόδους. Αν πάλι θέλει να καλεί μόνον πολιτικούς της αρεσκείας της, δεν έχει παρά να προτείνει στον ιδιοκτήτη του σταθμού της να κάνει το κανάλι καλωδιακό, οπότε αυτός που θέλει να δει τις επιλογές της κ. δημοσιογράφου θα πρέπει να πληρώσει. Τότε θα δούμε τι ποσοστά τηλεθέασης θα έχει. Η μεταχείριση των μικρών κομμάτων από την τηλεόραση (σήμερα το κύριο μέσο ενημέρωσης του εκλογικού σώματος) είναι πραγματικά σκανδαλώδης και αναιρεί την ουσία της ίδιας της δημοκρατίας.

Η σύγκλιση των δυο μεγάλων κομμάτων φαίνεται και στο χώρο της Παιδείας. Αίφνης εμφανίστηκε ο κ. Παπανδρέου και μίλησε για μη κρατικά πανεπιστήμια (διάβαζε ιδιωτικά πανεπιστήμια) δημιουργώντας αμηχανία στο κόμμα του. Η δε ΝΔ έσπευσε να διαμαρτυρηθεί ότι της κλέβουν τις ιδέες. Μη μας πουν δε τα παπαγαλάκια του δικομματισμού ότι με τον όρο μη κρατικά πανεπιστήμια αναφέρονται σε ιδρύματα που θα μπορούν να δημιουργήσουν οι φορείς της Τοπικής Αυτοδιοίκησης ή η ΓΣΕΕ ή η Εκκλησία. Αυτά είναι τουλάχιστον αστεία. Η Τοπική Αυτοδιοίκηση δεν έχει λεφτά για τη συγκομιδή των σκουπιδιών, τα πανεπιστήμια τη μάραναν. Η ΓΣΕΕ καλύτερα θα ήταν να υπερασπιστεί με μεγαλύτερο ζήλο τα εργατικά συμφέροντα και να μην κάνει κρατικό συνδικαλισμό. Τέλος, όσον αφορά στην Εκκλησία, από όσο ξέρω το ζήτημα αυτό λύθηκε στον ύστερο μεσαίωνα όταν τα πρώτα πανεπιστήμια κατόρθωσαν να καταργήσουν το δικαίωμα του πάπα να επιλέγει τους καθηγητές τους. Συνεπώς ο όρος «μη κρατικά πανεπιστήμια» είναι ένας ακόμα ευφημισμός για ιδιωτική τριτοβάθμια εκπαίδευση. Οι άνθρωποι αυτοί, συνεπείς στις νεοφιλελεύθερες επιλογές τους, θέλουν πλήρη εμπορευματοποίηση της Παιδείας. Ωστόσο, θα έπρεπε να απολογούνται στον ελληνικό λαό και στους Ελληνες νέους για τη συστηματική υποχρηματοδότηση της Παιδείας. Οι κατά κεφαλή δαπάνες στην Παιδεία έχουν μειωθεί δραματικά τα τελευταία χρόνια.

Ο κ. Παπανδρέου μιλάει επίσης και για «συμμετοχική δημοκρατία» που λίγο-πολύ την εμφανίζει σαν την πανάκεια για όλα τα προβλήματα της χώρας. Θα μπορούσε κανείς να κάνει κάποια συζήτηση πάνω στο θέμα αυτό, αν και καπιταλισμός και «συμμετοχική δημοκρατία» είναι αλληλοαναιρούμενες έννοιες. Ομως, ο τρόπος που αναδείχτηκε ο κ. Παπανδρέου στην αρχηγία του κόμματός του μόνο με τη «συμμετοχική δημοκρατία» δεν έχει σχέση και στην πράξη αποτελεί αναίρεσή της. Αλλωστε, τι πιο καθοριστικό βήμα για την προσέγγιση μιας «συμμετοχικής δημοκρατίας» από την καθιέρωση της απλής αναλογικής ως πάγιου εκλογικού συστήματος; Η απλή αναλογική θα επιτρέψει την καταγραφή της πραγματικής δυναμικής των κομμάτων, τη συνεργασία ευρύτερων κοινωνικο-πολιτικών δυνάμεων και θα ακυρώσει τη βαθύτατα αντιδημοκρατική έννοια της «χαμένης ψήφου». Πρόσφατα συζητήθηκε στη Βουλή ο εκλογικός νόμος. Ο κ. Παπανδρέου και το κόμμα του σιώπησαν ένοχα. Τελικά «συμμετοχική δημοκρατία» σημαίνει απλή επικύρωση αποφάσεων και επιλογών που κάποιοι άλλοι κάνουν για μας.

Παρ' όλα αυτά παραμονές των εκλογών οι δύο εκπρόσωποι του δικομματισμού δε διστάζουν να πλειοδοτούν σε υποσχέσεις. Σαν νέοι Μαυρογιαλούροι υπόσχονται ένα λαμπρό μέλλον για κάθε εργαζόμενο. Η διαφορά όμως είναι ότι ο συμπαθής κινηματογραφικός Μαυρογιαλούρος είχε φιλότιμο και στο τέλος παραιτήθηκε. Για τους λεβέντες του δικομματισμού η λέξη φιλότιμο έχει διαγραφεί από το λεξιλόγιό τους. Μετά τις εκλογές μόνο τους μέλημα θα είναι η ικανοποίηση των αιτημάτων του μεγάλου κεφαλαίου.

Επίσης, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ο κ. Παπανδρέου υπήρξε υπουργός Εξωτερικών σε μια πολύ κρίσιμη πενταετία. Κατά τη διάρκειά της είχαμε τους πολέμους στη Γιουγκοσλαβία, στο Αφγανιστάν και στο Ιράκ. Και στις τρεις περιπτώσεις η Ελλάδα συντάχθηκε απόλυτα με τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις του ΝΑΤΟ και των ΗΠΑ. Είναι χαρακτηριστική η εκτίμηση των Αμερικανών (την οποία η κυβέρνηση προσπάθησε να αποσιωπήσει), ότι η Ελλάδα υπήρξε μετά τη Βρετανία και την Πολωνία ο πιο σημαντικός σύμμαχός τους στο βρώμικο πόλεμο κατά του Ιράκ. Η βάση της Σούδας είναι το σημαντικότερο ορμητήριο των ΗΠΑ στην Ανατολική Μεσόγειο. Επίσης, η Ελλάδα, ακολουθώντας το παράδειγμα της ΕΕ, κρατάει μια υποκριτική στάση στο Παλαιστινιακό, όπου ουσιαστικά εξισώνει το θύτη και το θύμα και δεν κάνει τίποτα για την ουσιαστική καταδίκη του τείχους του αίσχους, που, παραβιάζοντας κάθε έννοια διεθνούς νομιμότητας, η ακροδεξιά κυβέρνηση του Σαρόν χτίζει στη Δυτική Οχθη. Ομοίως αντιδραστική και αηδιαστικά φιλοαμερικανική είναι η θέση του κ. Παπανδρέου στο ζήτημα της Κούβας, όπου ευθυγραμμίζεται απόλυτα με την ακραία και κατάφωρα παράνομη πολιτική των ΗΠΑ. Μάλιστα, πρόσφατα, όπως αποκαλύπτει το ΠΟΝΤΙΚΙ (22/1/2004), ο κ. Παπανδρέου προσπάθησε να πείσει τον Οικουμενικό Πατριάρχη να ματαιώσει την επίσκεψή του στην Κούβα, ενεργώντας σαν υπάλληλος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ. Ο σαφώς πιο ευάλωτος Πατριάρχης αποδείχτηκε πολύ πιο αξιοπρεπής και γενναίος αρνούμενος να υποκύψει στις πιέσεις.

Σε αδρές γραμμές αυτή είναι η κατάσταση, λίγο πριν τις εκλογές. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι τα πράγματα είναι ιδιαίτερα δύσκολα για τους εργαζόμενους και αναμένεται να γίνουν ακόμα πιο ζοφερά την ερχόμενη τετραετία. Η συσσωρευμένη εμπειρία μάς δείχνει ότι το ΠΑΣΟΚ και η ΝΔ δεν μπορούν να προσφέρουν τις λύσεις στα προβλήματα που οι ίδιοι δημιούργησαν. Η απάντηση στη συνεχιζόμενη αντιδραστική επίθεση των πολιτικών εκπροσώπων του μεγάλου κεφαλαίου είναι η ενίσχυση του μαζικού λαϊκού κινήματος. Η μόνη πολιτική δύναμη που μπορεί να βοηθήσει αποφασιστικά σ' αυτή την κατεύθυνση είναι το ΚΚΕ. Ισχυρό ΚΚΕ στις 8 του Μάρτη σημαίνει εύρωστο λαϊκό κίνημα, που θα διεκδικήσει από καλύτερες θέσεις αυτά που μας ανήκουν. Σε αντίθετη περίπτωση ο δικομματισμός θα θεωρήσει ότι έχει τη λαϊκή συναίνεση για τη λήψη και άλλων αντιλαϊκών μέτρων. Αυτή η σαφής, σχεδόν μαθηματική, σχέση μεταξύ ισχυρού ΚΚΕ και ισχυρού διεκδικητικού λαϊκού κινήματος, είναι βγαλμένη από την ιστορική εμπειρία πολλών δεκαετιών και θα πρέπει να είναι ο οδηγός για το πώς θα ψηφίσουμε.

Επειδή δε τελευταία γίνεται λόγος για την ενότητα της Αριστεράς (και μάλιστα από ανθρώπους που δεν έχουν καμία σχέση μ' αυτήν), καλό θα ήταν να πούμε και δυο λόγια γι' αυτό. Πράγματι, όλοι εμείς οι ανένταχτοι θέλουμε μια Αριστερά ενωμένη και δυνατή, έτοιμη να καθοδηγήσει και να δώσει προοπτική στο λαϊκό κίνημα. Ομως, θέλουμε μια αληθινή, φερέγγυα Αριστερά, που να ξεκινά από μια αντιμονοπωλιακή και αντιιμπεριαλιστική αφετηρία, η οποία σε κάθε στιγμή θα είναι έτοιμη να πολεμήσει τις στρατηγικές επιλογές του μεγάλου κεφαλαίου προς όφελος των εργαζομένων. Εκτιμώ ότι στην παρούσα ιστορική συγκυρία τέτοια πολιτική δύναμη είναι μόνον το ΚΚΕ. Γι' αυτό το λόγο πρέπει να το στηρίξουμε στο δύσκολο εκλογικό του αγώνα, ώστε να βγει ενισχυμένο από τις κάλπες. Ολοι οι εργαζόμενοι θα έχουμε να κερδίσουμε από μια τέτοια εξέλιξη.


Του
Νικόλαου Σ. ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ *
* Ο Νικόλαος Παπαγεωργίου είναι καθηγητής στο ΕΜΠ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ