Διαβουλεύσεις αξιωματούχων των ΗΠΑ και ευρωπαϊκών κρατών στο Παρίσι
Από τις επαφές των απεσταλμένων της κυβέρνησης Τραμπ στο Παρίσι με αξιωματούχους από Γαλλία, Βρετανία, Γερμανία και Ουκρανία |
Την Πέμπτη ο Αμερικανός ΥΠΕΞ Μ. Ρούμπιο και ο ειδικός απεσταλμένος του Λευκού Οίκου για τη Μέση Ανατολή Στιβ Γουίτκοφ - που συναντήθηκε πρόσφατα με τον Ρώσο Πρόεδρο Βλ. Πούτιν - ταξίδεψαν στο Παρίσι για συνομιλίες γύρω από την Ουκρανία, καθώς και την «αποτροπή μιας σύγκρουσης» στο Ιράν.
Με φόντο τις μέχρι στιγμής άκαρπες διαπραγματεύσεις ΗΠΑ - Ρωσίας για μια γενικευμένη κατάπαυση του πυρός, Ρούμπιο και Γουίτκοφ είχαν προγραμματισμένες συναντήσεις με τον Γάλλο Πρόεδρο Εμ. Μακρόν, τον Γάλλο ΥΠΕΞ Ζαν - Νοέλ Μπαρό και με Βρετανούς και Γερμανούς αξιωματούχους, συμπεριλαμβανομένου του Βρετανού ΥΠΕΞ Ντ. Λάμι.
Στο Παρίσι βρέθηκαν επίσης οι Ουκρανοί υπουργοί Αμυνας Ρ. Ουμέροφ και Εξωτερικών Αντρ. Σίμπιχα, καθώς και ο Αντρ. Γέρμακ, σύμβουλος του Ουκρανού Προέδρου.
Κράτη της ΕΕ και της Ευρώπης κάνουν βήματα για να αντικαταστήσουν τις ΗΠΑ στη στρατιωτική στήριξη της Ουκρανίας, και είναι χαρακτηριστικό ότι στην προηγούμενη σύνοδο της «Ομάδας Επαφής για την Αμυνα της Ουκρανίας» - όχι πια υπό την ηγεσία των ΗΠΑ, αλλά της Βρετανίας και της Γερμανίας - υπήρξαν δεσμεύσεις για εξοπλισμούς αξίας άνω των 21 δισ. ευρώ.
Σύμφωνα με την τελευταία έκθεση του Ινστιτούτου του Κιέλου για την Παγκόσμια Οικονομία (IFW), από τον Φλεβάρη του 2022 η Ευρώπη έχει διατηρήσει σταθερά την οικονομική και στρατιωτική υποστήριξή της προς το Κίεβο, η οποία ανέρχεται τώρα σε συνολικά 138 δισ. ευρώ.
Η Ευρώπη έχει διαθέσει τώρα 23 δισ. ευρώ περισσότερα από τις ΗΠΑ σε οικονομική βοήθεια στην Ουκρανία και έχει σχεδόν «ισοφαρίσει» τη στρατιωτική βοήθεια των ΗΠΑ, που ανέρχεται περίπου σε 65 δισ. ευρώ, συμπληρώνει το Ινστιτούτο.
Χαρακτηριστική είναι η αντίδραση Ρώσων στρατιωτικών αναλυτών και «δεξαμενών σκέψης», που σε συνέντευξη στην «Izvestia» τονίζουν ότι η Μόσχα «δεν πρέπει να υποτιμήσει την ικανότητα της ΕΕ για ενοποίηση»: «Το αν η ΕΕ είναι σε θέση να γίνει ο πρωταρχικός στρατιωτικός χορηγός της Ουκρανίας είναι δευτερεύον ζήτημα. Το κύριο είναι ότι σε πολιτικό επίπεδο τα κράτη - μέλη της ΕΕ έχουν ενωθεί και επιβεβαίωσαν, κατά τη διάρκεια πολυάριθμων συναντήσεων και διαβουλεύσεων, την προθυμία τους να παρέχουν στρατιωτικοτεχνική και οικονομική υποστήριξη στο καθεστώς Zελένσκι τα επόμενα χρόνια, με βάση τις ικανότητες των ευρωπαϊκών αμυντικών βιομηχανιών».
Στην πραγματικότητα, αντιθέσεις μεταξύ άλλων για τους όρους εμπλοκής στη σύγκρουση παραμένουν στο εσωτερικό της ΕΕ, όχι μόνο με τις διαφοροποιήσεις και τους «αστερίσκους» κρατών όπως η Ουγγαρία και η Σλοβακία, αλλά και στο εσωτερικό της ίδιας της «συμμαχίας των προθύμων». Αυτό που επισημαίνεται ωστόσο είναι ότι αποτυπώνονται η συνολικότερη «προσαρμογή» της ΕΕ στην πολεμική προπαρασκευή και η στροφή της στην πολεμική οικονομία.
Κατά την άποψη των Ρώσων αναλυτών, οι κολοσσοί της πολεμικής βιομηχανίας της Ευρώπης είναι επί του παρόντος σε θέση να παράγουν όλους τους τύπους σύγχρονων όπλων, εκτός από μαχητικά αεροσκάφη πέμπτης γενιάς. Θεωρούν επίσης ότι η ΕΕ θα μπορούσε πράγματι να παραδώσει τα 2 εκατ. πυρομαχικά που έχει υποσχεθεί στην Ουκρανία για το 2025.
Ενδεικτικά, ο γερμανικός κολοσσός πολεμικής βιομηχανίας «Rheinmetall» επεκτείνει την ικανότητα παραγωγής πυρομαχικών στο υπό κατασκευή εργοστάσιο στην Ουκρανία, που αναμένεται να ολοκληρωθεί το 2026.
«Το αρχικό σχέδιο ήταν να παράγουμε 150.000 μονάδες πυρομαχικών ετησίως, αλλά θα τις αυξήσουμε σημαντικά», δήλωσε ο διευθύνων σύμβουλος Αρμιν Πάπεργκερ στην εφημερίδα «Handelsblatt».
Ο ίδιος είπε ακόμα πως «ο αμυντικός προϋπολογισμός στην Ευρώπη θα μπορούσε να αυξηθεί ακόμα και σε 1 τρισ. ευρώ έως το 2030», παρότι δεν διευκρίνισε αν αναφερόταν στον τακτικό στρατιωτικό προϋπολογισμό ή στην πρωτοβουλία «ReArm Europe», την οποία ανακοίνωσε πρόσφατα η Κομισιόν, με 800 δισ. ευρώ για στρατιωτικές δαπάνες.
«Οι στρατηγικοί στόχοι της Ρωσίας μετά το τέλος της σύγκρουσης παραμένουν οι ίδιοι», τόνισε από την πλευρά του ο διευθυντής της ρωσικής Υπηρεσίας Εξωτερικών Πληροφοριών (SVR) Σ. Ναρίσκιν, «υπενθυμίζοντας» τη θέση της Μόσχας, εν μέσω διαπραγματεύσεων με τις ΗΠΑ αλλά και διαβουλεύσεων από τη «δυτική» «συμμαχία των προθύμων» για παρουσία ευρωπαϊκών στρατιωτικών δυνάμεων στην Ουκρανία μετά από μια ενδεχόμενη εκεχειρία ή συμφωνία.
«Οι όροι μιας ειρηνευτικής συμφωνίας θα πρέπει να παρέχουν, φυσικά, ένα μη πυρηνικό, ουδέτερο καθεστώς της Ουκρανίας, αποστρατιωτικοποίηση - αποναζιστικοποίηση του ουκρανικού κράτους» και «αναγνώριση της κυριαρχίας στα σημερινά εδαφικά σύνορα της Ρωσίας», δηλαδή στην Κριμαία και στις 4 ουκρανικές περιφέρειες που το μεγαλύτερο μέρος τους ελέγχεται από τις ρωσικές δυνάμεις (Ντονέτσκ, Λουγκάνσκ, Ζαπορίζια, Χερσώνα).
Για την αποστρατιωτικοποίηση η Ρωσία είχε απαιτήσει από την Ουκρανία, στο προσχέδιο συμφωνίας του Πρωτοκόλλου της Κωνσταντινούπολης τον Απρίλη του 2022, να συρρικνώσει τον στρατό της σε 85.000 στρατιώτες, κάτω από 15.000 άτομα στην Εθνική Φρουρά και λιγότερα από 1.400 άρματα μάχης και τεθωρακισμένα οχήματα. Ο ουκρανικός στρατός πριν το 2022 διέθετε 196.600 εν ενεργεία στρατιώτες, 60.000 μέλη της Εθνικής Φρουράς και πάνω από 3.000 τανκς και τεθωρακισμένα οχήματα. Στη διάρκεια του πολέμου, ωστόσο, έχει ενισχυθεί από ΗΠΑ - ΝΑΤΟ - ΕΕ με τεράστιες ποσότητες όπλων, ενώ με συνεχείς μειώσεις του ορίου ηλικίας στρατολόγησης επιχειρείται να αυξηθεί το μέγεθός του, παρά τις πολύ μεγάλες απώλειές του στα πεδία των μαχών.
Η ΕΕ «επανεξοπλίζεται» για να παίξει «πολύ ενεργό ρόλο στη διαμόρφωση της νέας παγκόσμιας τάξης»
Την ετοιμότητα της ΕΕ να συμμετέχει αποφασιστικά στο «ξαναμοίρασμα» του κόσμου με τα όπλα και να αναλάβει πρωταγωνιστικό ρόλο στη «νέα παγκόσμια τάξη» που διαμορφώνεται, εξέφρασε η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, σε εφ' όλης της ύλης συνέντευξή της στη γερμανική εφημερίδα «Die Zeit».
Η Πρόεδρος της Κομισιόν παραδέχτηκε ότι η Ευρώπη «επανεξοπλίζεται» για να παίξει ενεργό ρόλο στην παγκόσμια ιμπεριαλιστική αντιπαράθεση, ενώ δεν δίστασε να ανοίξει μέτωπο και με τον «παραδοσιακό σύμμαχο», τις ΗΠΑ.
«Βλέπουμε ότι αυτό που αντιλαμβανόμασταν ως παγκόσμια τάξη γίνεται μια παγκόσμια αταξία, που προκλήθηκε όχι μόνο από τον αγώνα εξουσίας μεταξύ Κίνας και ΗΠΑ, αλλά φυσικά και από τις επεκτατικές φιλοδοξίες του Πούτιν. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο χρειαζόμαστε μια άλλη, νέα ΕΕ, που είναι έτοιμη να βγει στον μεγάλο, ευρύ κόσμο και να διαδραματίσει πολύ ενεργό ρόλο στη διαμόρφωση αυτής της νέας παγκόσμιας τάξης που έρχεται».
Η νέα «παγκόσμια τάξη», το ξαναμοίρασμα του κόσμου ανάμεσα στους ιμπεριαλιστές, θα διαμορφωθεί στρατιωτικά ανάμεσα στους γεωπολιτικούς «παίκτες» και η φον ντερ Λάιεν δεν έκρυψε πως ο ανταγωνισμός για επενδύσεις, εμπορικές και εφοδιαστικές αλυσίδες, πρώτες ύλες και σφαίρες επιρροής, πάει χέρι - χέρι με τις πολεμικές προετοιμασίες. Είπε πως η δεύτερη θητεία του Προέδρου των ΗΠΑ, Ντ. Τραμπ, έφερε «ιστορικές αλλαγές», ωστόσο «τα τελευταία χρόνια η ανάγκη για μια κλήση αφύπνισης έχει συχνά διατυπωθεί».
«Σήμερα, θα έλεγα ότι η Ευρώπη έχει ξυπνήσει εντελώς. Και έχουμε περιγράψει πολύ σαφώς ότι πρέπει να προχωρήσουμε πολύ περισσότερο σε δύο τομείς: Να χτίσουμε τη δική μας αμυντική ικανότητα και να βελτιώσουμε την ανταγωνιστικότητά μας», σημείωσε.
«Το να διατεθούν 800 δισ. ευρώ για στρατιωτικούς σκοπούς θα ήταν αδιανόητο μόλις πριν από λίγα χρόνια», είπε χαρακτηριστικά, τονίζοντας ότι υπάρχει ισχυρή πολιτική δυναμική και προθυμία εντός της ΕΕ, όπως και «η ετοιμότητα και των 27 κρατών - μελών για ενίσχυση της κοινής αμυντικής βιομηχανίας μας». Το ίδιο ισχύει και για την οικονομία, σύμφωνα με την ίδια.
Με φόντο τον «εμπορικό πόλεμο» και τους δασμούς των ΗΠΑ η πρόεδρος της Κομισιόν υπογράμμισε πως τα παραδοσιακά «στρατόπεδα» τείνουν να ανακατευτούν.
«Η Δύση, όπως τη γνωρίζαμε, δεν υπάρχει πλέον. Ο κόσμος έχει γίνει μια γεωπολιτική σφαίρα, και σήμερα τα δίκτυα φιλίας μας καλύπτουν τον πλανήτη, όπως μπορείτε να δείτε στη συζήτηση για τους δασμούς», είπε.
«Μια θετική παρενέργεια (των δασμών)» είναι ότι πολλά κράτη σε όλο τον κόσμο «θέλουν να συνεργαστούν με την ΕΕ για τη Νέα Τάξη», από την Ισλανδία μέχρι τη Νέα Ζηλανδία, από τον Καναδά μέχρι τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, αλλά και η Ινδία, η Μαλαισία, η Ινδονησία, οι Φιλιππίνες, η Ταϊλάνδη, το Μεξικό, η Νότια Αμερική.
Οπως τόνισε η φον ντερ Λάιεν, «όλοι ζητούν περισσότερο εμπόριο με την Ευρώπη».
Δήλωσε «ατλαντίστρια» και πως η «φιλία» Ευρώπης - Αμερικής παραμένει, «αλλά η νέα πραγματικότητα δείχνει επίσης ότι πολλά άλλα κράτη επιδιώκουν να μας πλησιάσουν.Το 13% του παγκόσμιου εμπορίου είναι με τις ΗΠΑ. Αυτό είναι πολύ. Το 87% του παγκόσμιου εμπορίου είναι με άλλες χώρες», επισήμανε, λέγοντας πως η Ευρώπη πρέπει να αξιοποιήσει αυτήν τη δυναμική «για να ανοίξουμε νέες αγορές για τις εταιρείες μας και να δημιουργήσουμε όσο το δυνατόν πιο στενή σχέση με πολλές χώρες που έχουν τα ίδια συμφέροντα με εμάς».
Σε ερώτηση για την απειλή του αντιπροέδρου των ΗΠΑ, Τζ. Ντ. Βανς, ότι η Ουάσιγκτον θα αποσύρει την αμερικανική «πυρηνική ομπρέλα» από την Ευρώπη σε περίπτωση που η ΕΕ επιβάλλει δασμούς σε αμερικανικές εταιρείες υψηλής τεχνολογίας, η φον ντερ Λάιεν είπε ότι σε μια διαπραγμάτευση «τίποτα δεν έχει συμφωνηθεί μέχρι να συμφωνηθεί» και πως η διαπραγμάτευση ΗΠΑ - ΕΕ αφορά τόσο εμπορεύματα όσο και ψηφιακές υπηρεσίες.
«Η πυρηνική ομπρέλα των ΗΠΑ εξακολουθεί να υπάρχει για την Ευρώπη; Και το άρθρο 5 της Συνθήκης του ΝΑΤΟ - σχετικά με τη συλλογική άμυνα - εξακολουθεί να ισχύει, κατά την άποψή σας;», ρωτήθηκε στη συνέχεια από την «Zeit», για να απαντήσει μονολεκτικά «ναι, πιστεύουμε ότι ισχύει».
Για την «ασφάλεια» της Ευρώπης και το ενδεχόμενο μιας ρωσικής επίθεσης, η πρόεδρος της Κομισιόν υποστήριξε ότι «αν και ο Πούτιν μπορεί να σταματάει κάθε τόσο, δεν υπάρχουν όρια στις αυτοκρατορικές του φιλοδοξίες».