ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Πέμπτη 24 Νοέμβρη 2005
Σελ. /40
ΓΑΛΛΙΑ
«Η δικαιοσύνη τους δεν είναι για μας»

Στη συνέχεια του οδοιπορικού του «Ρ» μας μιλάει η αδελφή ενός 19χρονου νέου, που χωρίς κανένα στοιχείο καταδικάστηκε σε τρίμηνη φυλάκιση. Και υπάρχουν εκατοντάδες αντίστοιχες περιπτώσεις

και η ...φωτεινή πλευρά του Παρισιού, που πουλάει προς τα έξω
και η ...φωτεινή πλευρά του Παρισιού, που πουλάει προς τα έξω
Την βρίσκω να με περιμένει στο αυτοκίνητό της καπνίζοντας. Βγαίνει χαμογελώντας και μου σφίγγει το χέρι. Πηγαίνουμε σε ένα καφέ που λειτουργεί περισσότερο ως αίθουσα μπιλιάρδου, στο κέντρο του τετραγώνου με τις νεόκτιστες πολυκατοικίες, όπου στεγάζουν κυρίως δημόσιους υπαλλήλους και εργαζόμενους, σχετικά καλά αμειβόμενους. Βρισκόμαστε πολύ κοντά στο κέντρο του Μασί-Παλεζό, ενός νοτιοδυτικού προαστίου, που φιλοξενεί κάποια οικοδομικά τετράγωνα με εργατικές πολυκατοικίες.

Κάποιες από αυτές έχουν ανακαινιστεί προσφάτως και η όψη τους έχει εξανθρωπιστεί. Αυτό, όμως, που όλοι ονομάζουν η καρδιά του γκέτο παραμένει ένας δρόμος περιστοιχισμένος από αυτού του είδους τα κτίσματα σε άθλια κατάσταση.

«Δυστυχώς, το εσωτερικό τους είναι το ίδιο άθλιο με την εξωτερική τους όψη» με ενημερώνει η Σαλί. Το πλήρες όνομά της είναι Σαλιμάτα Κονάτε. Είναι 23 χρόνων. Οι γονείς της ήρθαν μετανάστες στη Γαλλία από το Μαλί και τη Σενεγάλη. Η ίδια γεννήθηκε στη Γαλλία, όπως και άλλα 4 από τα αδέλφια της. Οι δύο μεγαλύτερες αδελφές της δεν έχουν «ακόμη» την υπηκοότητα, γιατί δε γεννήθηκαν στη Γαλλία.

Μπαίνουμε κατευθείαν στο θέμα. Ο 19χρονος αδελφός της Μποντζάν συνελήφθη στις 10 Νοέμβρη, το βράδυ, στον κεντρικό δρόμο του γκέτο. Εκείνη την ώρα σημειώνονταν επεισόδια ανάμεσα σε πιτσιρικάδες και άνδρες των δυνάμεων καταστολής. Αρκετά αυτοκίνητα φλέγονταν. Οπως λέει η Σαλί, ο Μποντζάν μαζί με δύο φίλους του μπήκαν στο αυτοκίνητό τους για να φύγουν κρίνοντας ότι «η κατάσταση μύριζε μπαρούτι».

«Ο Σαρκοζί έδωσε εντολή να υπάρχουν καθημερινά καταδίκες»

Οι άνδρες των ειδικών δυνάμεων βρίσκονταν πέντε τετράγωνα μακρύτερα διαγωνίως από τη θέση που βρισκόταν ο Μποντζάν. Οταν πλέον οι τρεις φίλοι είχαν διανύσει αυτή την απόσταση και πέρναγαν μπροστά από την αστυνομία, τους σταμάτησαν. Μετά το γνωστό εξευτελιστικό έλεγχο ταυτοτήτων, συνελήφθησαν γιατί, όπως υποστήριξαν οι άνδρες της συγκεκριμένης διμοιρίας, τους είδαν να πυρπολούν ένα αυτοκίνητο.

Η εικόνα των πολυπληθών εργατικών πολυκατοικιών των γκέτο (το κρεοπωλείο νοικιάζεται, αλλά δεν έχει βρεθεί ιδιοκτήτης). Εκεί όπου το μέλλον των νέων είναι αβέβαιο ή και μαύρο, αν πέσουν θύματα της ταξικής δικαιοσύνης
Η εικόνα των πολυπληθών εργατικών πολυκατοικιών των γκέτο (το κρεοπωλείο νοικιάζεται, αλλά δεν έχει βρεθεί ιδιοκτήτης). Εκεί όπου το μέλλον των νέων είναι αβέβαιο ή και μαύρο, αν πέσουν θύματα της ταξικής δικαιοσύνης
Εχοντας, ήδη, κάνει μια πρώτη βόλτα στο κέντρο με το αυτοκίνητο της Σαλί δεν μπόρεσα να μη γελάσω. Ηταν πρακτικώς αδύνατο να υπάρξει οπτική επαφή ανάμεσα στο σημείο που βρισκόταν η αστυνομία και στον κεντρικό δρόμο του γκέτο. Χωρίζονται από 3-4 οικοδομικά τετράγωνα και μία μεγάλη λεωφόρο.

Επιπλέον, μέσα στο αυτοκίνητο των τριών φίλων δε βρέθηκε κανένα ενοχοποιητικό στοιχείο. Οι αστυνομικοί, στην αναφορά τους, μιλούν για ένα μπιτόνι βενζίνης, το οποίο, όμως, είχε μόνο τα δικά τους αποτυπώματα, όχι των 3 παιδιών.

Ο Μποντζάν και οι 2 φίλοι του έμειναν προφυλακισμένοι για ένα 48ωρο και πέρασαν από δίκη την Κυριακή 13 Νοέμβρη. Τα δικαστήρια μετά από εντολή του υπουργού Εσωτερικών Νικολά Σαρκοζί δουλεύουν νυχθημερόν και η εντολή είναι σαφής: Επιτέλους να δούμε νούμερα καταδικών ανά ημέρα, ποινές, τέλος στην ατιμωρησία. Οι 3 καταδικάστηκαν, παρά την παντελή έλλειψη στοιχείων και την απουσία του οποιουδήποτε μάρτυρα κατηγορίας, ακόμη και των αστυνομικών που υπογράφουν την αναφορά, σε 3 μήνες φυλάκισης.

Η Σαλί δεν μπορεί να κρύψει την αγανάκτηση και τη θλίψη της. «Ο αδελφός μου, σε αντίθεση με πολλά άλλα παιδιά της γειτονιάς μας, ήταν πολύ καλός μαθητής. Ετοιμαζόταν για τις εξετάσεις του στο Πανεπιστήμιο. Στη γειτονιά ήταν πρόεδρος ενός σωματείου που ασχολούνταν με τη νεολαία και προσπαθούσε να βρει εναλλακτικές απασχολήσεις και τρόπους διασκέδασης έτσι ώστε τα παιδιά να μην καταλήγουν στη βία και τα ναρκωτικά».

«Οι γονείς μας, αν και δεν ήξεραν καλά τη γλώσσα όταν ήρθαν, ήταν πολύ αυστηροί, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά το σχολείο. Μιλούσαν τακτικά με τους καθηγητές μας, έλεγχαν τα μαθήματα. Η πόρτα του σπιτιού έκλεινε στις 6-7 το απόγευμα. Παρά τις δυσκολίες, ευτυχώς δεν έμειναν ποτέ χωρίς δουλιά: συνεργεία καθαρισμού και άλλα. Καταφέραμε ακόμη και να φύγουμε από τα σπίτια της πρόνοιας στις εργατικές πολυκατοικίες του κέντρου και να βρούμε λίγο μεγαλύτερο σπίτι. Τώρα ο αδελφός μου καταστράφηκε».

Το λέει και προσπαθεί να συγκρατήσει την οργή και τον πόνο της. Τη ρωτώ αν υπάρχει κάποια ελπίδα, αν μπορεί να γίνει έφεση. «Αν κάνουμε έφεση, δεν ξέρουμε πότε θα οριστεί ημερομηνία εκδίκασής της. Μπορεί να οριστεί για μετά από 6 μήνες, ένα χρόνο. Μέχρι τότε, ο Μποντζάν θα είναι φυλακή, δηλαδή θα εκτίσει μεγαλύτερη ποινή. Ετσι όπως πάνε τα πράγματα, δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα. Θα εκτίσει κανονικά την ποινή».

Προδιαγεγραμμένο περιθώριο

Και αυτό, όπως μου εξηγεί, είναι καταστροφή. Ο 19χρονος θα μείνει φυλακισμένος, πιθανότατα, μαζί με ποινικούς κρατουμένους. Οι τρεις μήνες, όπως όλοι της έχουν πει, μπορεί να είναι τραγικοί, καθώς οι εκθέσεις για τις δραματικές συνθήκες στις γαλλικές φυλακές διαδέχονται η μία την άλλη. Για να επιβιώσει, θα πρέπει να επιλέξει τη βία, κάτι που δεν έκανε στο γκέτο.

«Το πιθανότερο είναι ότι θα βγει ένας άλλος άνθρωπος, χειρότερος, αν δε βγει τρελός» ψιθυρίζει η Σαλί για να συμπληρώσει ότι το δύσκολο έρχεται μετά. Μη έχοντας λευκό ποινικό μητρώο, ο Μποντζάν χάνει κάθε δυνατότητα πρόσληψης στο δημόσιο, που είναι και ο μοναδικός τομέας «που προσλαμβάνεσαι με διαγωνισμό και δεν κοιτούν ούτε τον τόπο διαμονής σου, ούτε το χρώμα σου».

Η Σαλί δουλεύει στα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς. Προσλήφθηκε με διαγωνισμό. Μου επαναλαμβάνει αυτό που άκουσα από πολλούς άλλους, ήδη. «Οταν στέλνεις βιογραφικό για μια δουλιά, μετρά το χρώμα, αν ζητούν φωτογραφία, και η διεύθυνση. Αν είσαι από γκέτο, ακόμη και αν έχεις τα προσόντα, δε σε προσλαμβάνουν. Πόσο μάλλον αν είσαι μαύρος ή σκούρος».

Την ρωτάω αν νιώθει Γαλλίδα. «Οχι. Δεν είναι ότι δε θέλω να συγχρωτίζομαι με αυτό που λένε... καθαρούς Γάλλους, αλλά μάλλον αυτοί δε μας θέλουν. Σίγουρα νιώθω πολύ πιο άνετα ανάμεσα στα παιδιά εδώ, του ίδιου χρώματος, χωρίς να σημαίνει ότι δεν υπάρχουν και εξαιρέσεις. Οταν είμαι με παιδιά από το γκέτο νιώθω πιο Γαλλίδα από αυτούς, ενώ όταν είμαι με τους άλλους, νιώθω λιγότερο ενσωματωμένη».

«Για να σου πω την αλήθεια, δεν έχω άμεσα εισπράξει ποτέ κάποιο ρατσιστικό σχόλιο. Ακόμη και οι αστυνομικοί τα αγόρια ελέγχουν συνέχεια, όχι εμάς. Αλλά αυτό το βλέμμα που δέχεσαι όταν σε δουν και μάθουν πού μένεις, δεν περιγράφεται με λόγια. Τώρα, μετά την καταδίκη του Μποντζάν, έπαψα να πιστεύω ότι αυτή είναι η χώρα μου. Η δικαιοσύνη δεν είναι για εμάς, αλλά για τους άλλους».

«Θα γίνουν χειρότερα»

Απορρίπτει κατηγορηματικά τον παράγοντα θρησκεία, όπως τίθεται από ορισμένους αναλυτές. Για την ίδια, η θρησκεία είναι κάτι προσωπικό και συμφωνεί σε αυτό με τις αρχές του γαλλικού κράτους. «Τα πράγματα στις cits, γιατί δε μου αρέσει να μιλάω για γκέτο, είναι άσχημα εδώ και χρόνια. Τελευταία, έγιναν χειρότερα γιατί η ανεργία αυξήθηκε, όπως και η γκρίνια και τα προβλήματα».

«Δε θα σου πω ότι δεν υπάρχουν ναρκωτικά ή εγκληματικότητα. Υπάρχουν. Εμείς υποφέρουμε πριν από όλους τους άλλους. Ομως, σκέψου ότι για αρκετούς ο υπόκοσμος είναι το μοναδικό μεροκάματο που έχουν δει τα τελευταία χρόνια. Δεν τους δικαιολογώ, απλώς στο λέω. Οπως δε δικαιολογώ ούτε τα πρόσφατα επεισόδια και τους εμπρησμούς. Είναι άνευ ουσίας. Πολλοί από αυτούς που συνελήφθησαν ήταν όντως μπλεγμένοι. Αν, όμως, συνεχίσει έτσι η κατάσταση, όλα αυτά θα επαναληφθούν σύντομα και θα είναι πολύ χειρότερα. Ο κόσμος βράζει και ο Σαρκοζί απλώς έριξε το σπίρτο».

Την ρωτώ για την πολιτική, τα κόμματα. «Μέχρι σήμερα, δε με ενδιέφερε καθόλου, όπως και τα περισσότερα παιδιά από εμάς. Εχουμε βαρεθεί τις υποσχέσεις, τα μεγάλα λόγια, τα σχέδια και μετά την εγκατάλειψη. Αποφάσισα, όμως, να ασχοληθώ πλέον. Οταν άκουσα τον Σαρκοζί να μιλά έτσι. Εκνευρίστηκα. Σκέφτηκα ότι μπορεί να γίνει Πρόεδρος και αποφάσισα να μην τον αφήσω, τουλάχιστον όχι με τη δική μου ψήφο. Γράφτηκα στους εκλογικούς καταλόγους και περιμένω την κάρτα ψηφοφόρου».

Στη Γαλλία, μου υπενθυμίζει, η ψήφος δεν είναι υποχρεωτική. Ετσι, χιλιάδες άνθρωποι δε γράφονται καν στους εκλογικούς καταλόγους, γεγονός που, βέβαια, ρίχνει άλλο φως στο ποσοστό αποχής, το οποίο υπολογίζεται με βάση τους εγγεγραμμένους ψηφοφόρους. «Ε, δε θα έλεγα ότι η αποχή, πραγματικά, είναι 50%, αλλά σίγουρα δεν είναι μόνο 30%-35% όπως φάνηκε στις τελευταίες εκλογές».

Σηκωνόμαστε να φύγουμε. Η Σαλί έχει να περάσει από το δημοτικό παιδικό σταθμό να πάρει τη 15μηνη κορούλα της. Μετά, μαζί θα πάνε στη φυλακή στο θείο Μποντζάν. «Αφού θα μείνει μέσα, πρέπει, τουλάχιστον, να προσπαθήσουμε να του δώσουμε κουράγιο...». Υπόσχεται να με ενημερώσει για την τύχη του Μποντζάν.


Ελένη ΜΑΥΡΟΥΛΗ

ΤΟ ΣΑΒΒΑΤΟ: Η ταξικότητα της εκπαίδευσης καταγράφεται μέσα από τη συζήτηση με εκπαιδευτικούς σε σχολεία των προαστίων



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ