ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Πέμπτη 4 Μάρτη 1999
Σελ. /32
ΠΟΛΙΤΙΚΗ

Το Δίκαιο του ισχυροτέρου στην Ευρωπαϊκή ΕνωσηΗ πορεία των θεμάτων της "Ατζέντας 2000", ενόψει της Συνόδου Κορυφής στο Βερολίνο

ΒΡΥΞΕΛΛΕΣ (του ανταποκριτή μας ΒΗΣ. ΓΚΙΝΙΑ). - Η άτυπη Σύνοδος Κορυφής της Βόννης (Πέτεσμπεργκ) στις 26 Φλεβάρη ήταν μια δοκιμασία για τους 15 αρχηγούς κρατών και κυβερνήσεων, ενόψει του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Βερολίνου (24/25 Μάρτη), που θα λάβει τις τελικές αποφάσεις για το σύνολο του "πακέτου" της "Ατζέντας 2000". Ο ηγεμονικός γερμανο-γαλλικός άξονας ξαναμοίρασε τους ρόλους του γνωστού παιχνιδιού - "μπαστούνι" στη Γερμανία, "καρότο" στη Γαλλία - εισερχόμενος στον "κρίσιμο" μήνα ολοκλήρωσης των πολυετών διαπραγματεύσεων, από τις οποίες θα διαμορφωθεί, στο μεγαλύτερο μέρος, η Ευρωπαϊκή Ενωση (ΕΕ) της περιόδου 2000 - 2006. Πίσω, όμως, από τις πολιτικές μεθοδεύσεις κρύβεται ένα πραγματικό πρόβλημα, που αφορά τη σύζευξη αντιτιθέμενων συμφερόντων για όλες τις πτυχές της "Ατζέντας 2000", τόσο όσον αφορά τα έσοδα (αλλαγή του συστήματος "ιδίων πόρων" του κοινοτικού προϋπολογισμού) όσο, κυρίως, τα έξοδα (νέα αναθεώρηση της ΚΑΠ, "πακέτο Σαντέρ" περιφερειακής πολιτικής).

Η Γερμανία απαιτεί "επιστροφές" αλά Θάτσερ, η Αγγλία απαιτεί απρόσκοπτη συνέχιση της σχετικής απόφασης του 1984, η Γαλλία απαιτεί, ως η μεγαλύτερη ευρωπαϊκή αγροτική δύναμη, προάσπιση των ιδιαίτερων αγροτικών της συμφερόντων, οι μεσογειακές χώρες απειλούνται με καταστροφική συρρίκνωση της αγροτικής παραγωγής, οι φτωχές χώρες και περιοχές απειλούνται με περικοπές των κονδυλίων του "πακέτου Σαντέρ". Ολοι απειλούνται από τον "ανταγωνισμό" της "παγκοσμιοποίησης", εξωτερικά και από τη λαϊκή δυσαρέσκεια, εσωτερικά. Δεν είναι μια "ευτυχής συγκυρία" για τους ευρω-κρατούντες. Για την Ελλάδα, τα πράγματα είναι ακόμη πιο περίπλοκα, ανεξάρτητα από την πρόσθετη επιβάρυνση της υπόθεσης Οτσαλάν. Στη Βόννη ο πρωθυπουργός Κ. Σημίτης "κουρδοποίησε" ανεπιτυχώς την παρουσία του, συντάχθηκε σιωπηρά πίσω από όλες τις γερμανο-γαλλικές απαιτήσεις, και τα "έσπασε" μ' όλους τους εν δυνάμει συμμάχους - με την Ιταλία για τους "ιδίους πόρους", και με την Ισπανία για το "πακέτο Σαντέρ".

Η δήλωση του πρωθυπουργού ότι "απαιτούνται θυσίες" τα λέει όλα. Η Αθήνα ήταν έτσι και αλλιώς (...) υποτονική στην όλη διαπραγμάτευση της "Ατζέντας 2000", προσπαθώντας να "εξυπηρετήσει" τις ευρωπαϊκές "μεγάλες δυνάμεις", με αντάλλαγμα υποσχέσεις για την επανένταξη της χώρας στην ΟΝΕ με "πολιτική απόφαση". Μετά την υπόθεση Οτσαλάν, η κυβέρνηση είναι ανύπαρκτη ευρωπαϊκά, και οι "εταίροι" ενδιαφέρονται περισσότερο για τις (...) προθεσμίες της κυβέρνησης Σημίτη, παρά για τις θέσεις της.

"Ατζέντα 2000"

Η διαπραγμάτευση εισέρχεται στον τελευταίο "κρίσιμο" μήνα με εκκρεμείς όλες τις πτυχές του "πακέτου". Η προθεσμία "σαλαμοποίησης" (πρώτα ΚΑΠ μετά "πακέτο Σαντέρ") δεν απέδωσε, σύμφωνα με τα σχέδια των ευρωπαϊκών "μεγάλων δυνάμεων". Η έντεχνη κοκορομαχία της Βόννης, ιδιαίτερα από γαλλικής πλευράς, δημιούργησε τεχνητή ένταση και πανικό, ιδιαίτερα στα μικρά και ασθενή κράτη - μέλη. Ο προεδρεύων του Συμβουλίου, Γερμανός καγκελάριος Γκ. Σρέντερ έκανε δύο δηλώσεις για την ΚΑΠ και μία, τουλάχιστον, για το "πακέτο Σαντέρ". Σύμφωνα με τον Γερμανό καγκελάριο, "η Γαλλία είναι μεγάλη χώρα και πρέπει να αντιμετωπίζεται με σοβαρότητα όταν διατυπώνει μια άποψη. Τώρα, στην επανεθνικοποίηση της αγροτικής πολιτικής η Γαλλία είναι σαφώς αντίθετη. Αλλά υπάρχουν και άλλοι τρόποι μείωσης των αγροτικών δαπανών".

Αμέσως μετά τα έβαλε με τους υπουργούς Γεωργίας, που δεν ευθύνονται και, απλά, είναι οι μαριονέτες σε διαρκή συνεδρίαση στις Βρυξέλλες ως άλλοθι των υπογείων μεθοδεύσεων που αποφασίζουν αλλού και μυστικά τις τύχες της ΚΑΠ. Σύμφωνα με τον Γκ. Σρέντερ, "τα αποτελέσματα του Συμβουλίου Υπουργών Γεωργίας δεν είναι ικανοποιητικά. Οι δαπάνες που προβλέπονται για τον τομέα ξεπερνούν πολύ το στόχο των 40,5 δισ. ΕΥΡΩ ετησίως που τέθηκε για την περίοδο 2000 - 2006". Επιδέξια δήλωση, αν αναλογιστεί κανείς ότι το "πλαφόν" του "40,5 δισ. ΕΥΡΩ" ως "πάγωμα δαπανών" για την ΚΑΠ μέχρι το 2006 δεν έχει ακόμη αποφασιστεί, και είναι το ζητούμενο, ενώ το Συμβούλιο Υπουργών Γεωργίας που συνεδρίαζε όλη την περασμένη βδομάδα και αρχίζει πάλι σήμερα Πέμπτη δεν μπορεί να αποφασίσει για τις δαπάνες, αν οι "αρμόδιοι" (Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και ΥΠΕΞ) δεν αποφασίσουν πρώτα για τα έσοδα που θα διατεθούν στον αγροτικό τομέα. Τέλος, ο Γερμανός καγκελάριος κατέστησε σαφές ότι "ο συμβιβασμός για τα αγροτικά δεν επαρκεί" να καλύψει τις γερμανικές απαιτήσεις, και πρέπει να περικοπούν τα κονδύλια του "πακέτου Σαντέρ". Ηδη, από την αρχική ανεπαρκή πρόταση της Κομισιόν έχουν "ψαλιδιστεί" αρκετά ποσά και κάποιοι κάνουν λόγο για περικοπές πάνω από 40 δισ. ΕΥΡΩ για την περίοδο 2000 - 2006.

Κυβερνητική ανυπαρξία

Ο πρωθυπουργός Κ. Σημίτης υποστήριξε στη Βόννη τη γερμανική απαίτηση για αλλαγή του συστήματος "ιδίων πόρων", δηλαδή εσόδων του κοινοτικού προϋπολογισμού. Η κυβέρνηση, με δηλώσεις του Γ. Παπαντωνίου στο τελευταίο ΕΚΟΦΙΝ, έχει υποστηρίξει ανοιχτά και τις "μονομερείς επιστροφές προς τη Γερμανία",ανάλογες μ' αυτές που πέτυχε η Θάτσερ το 1984 για τη Βρετανία. Η Αθήνα τα 'σπασε με τη Ρώμη, αφού μόνο η Ιταλία και το Βέλγιο αντιδρούν ακόμη σε αλλαγή του συστήματος "ιδίων πόρων". Η Ισπανία τα 'σπασε με την Ελλάδα για τα Διαρθρωτικά Ταμεία, αφού η Μαδρίτη ανακοίνωσε επίσημα την "επαναλειτουργία" του άξονα Ισπανίας - Γαλλίας - Γερμανίας αποκλειστικά για το "πακέτο Σαντέρ", που συνδέεται και με τον ενδεχόμενο διορισμό του Ισπανού Χ. Σολάνα ως προέδρου στη νέα Κομισιόν. Ηδη, στη Βόννη φάνηκε καθαρά, παρά τα σημάδια "κόπωσης" του ηγεμονικού γερμανο-γαλλικού άξονα, ότι η "Ευρώπη του 21ου αιώνα" θα είναι λιγότερο "κοινή" Ευρώπη και περισσότερο Ευρώπη των "μεγάλων δυνάμεων".

Η Αθήνα αντιμετωπίζει ιδιαίτερα προβλήματα και με το ζήτημα επανένταξης της χώρας στην ΟΝΕ. Η κυβέρνηση, επιλέγοντας μονομερώς να "εξεταστεί" για την επανένταξη στη βάση των οικονομικών επιδόσεων του 1999, ήξερε εκ των προτέρων ότι αποδυναμώνει μονομερώς και εκ των προτέρων τη διαπραγματευτική της ισχύ στην "Ατζέντα 2000", που, έτσι και αλλιώς, θα "έκλεινε" εντός του 1999.

Η υπόθεση Οτσαλάν εξανάγκασε τον Γ. Παπαντωνίου να δηλώσει στο "Βήμα" (28/2/1999) ότι "κέρδισαν οι μετέχοντες στο Χρηματιστήριο, ακόμη και την εβδομάδα της κρίσης του Οτσαλάν. Αρα, εκτιμώ ότι η κρίση αυτή δεν είχε καμιά άμεση συνέπεια επάνω στην εθνική οικονομία" (!!!) και να παραπληροφορεί συστηματικά για δήθεν συμφωνίες περί "χαλάρωσης" των "κριτηρίων" του Μάαστριχτ, ειδικά και κατ' εξαίρεση για την Ελλάδα. Στην Κομισιόν (...) χαμογελούν όταν ακούν το όνομα Παπαντωνίου, και είναι χαρακτηριστικό ότι οι τραπεζίτες Λ. Παπαδήμος και Θ. Καρατζάς προσπάθησαν, διακριτικά, να πάρουν τις αποστάσεις τους από τις δηλώσεις των οικονομικών στελεχών της κυβέρνησης. Η υπόθεση Οτσαλάν ξεχείλισε μια κατάσταση υποτέλειας και αναξιοπρέπειας, που υπήρχε από καιρό, και που φαίνεται καθημερινά, τόσο στη διαπραγμάτευση της "Ατζέντας 2000", όσο και στην ΟΝΕ.


Με το κριτήριο της πραγματικότητας

Τις τελευταίες μέρες, η κυβέρνηση επιχειρεί να αντιστρέψει το κλίμα που δημιουργήθηκε εις βάρος της με την υπόθεση Οτσαλάν, με την επίκληση του "εθνικού στόχου" της ΟΝΕ. Ο ίδιος ο πρωθυπουργός στις πρώτες του δηλώσεις, κάλεσε σε "αποκουρδοποίηση" της εξωτερικής πολιτικής και σε συστράτευση για την ένταξη στην ΟΝΕ. Η σχετική κυβερνητική προπαγάνδα έχει στόχο να δημιουργήσει την εντύπωση πως η ένταξη όχι μόνο θα ενισχύσει τη χώρα οικονομικά, αλλά θα τη θωρακίσει απέναντι στις πάσης φύσεως απειλές. Εννοείται ότι αυτή τη θωράκιση θα την προσφέρει η συμμετοχή της χώρας στη "λέσχη των ισχυρών" της Ευρωπαϊκής Ενωσης, όπου εκτός από την εξυπηρέτηση των κοινών συμφερόντων θα εκδηλώνεται και η αλληλεγγύη στον κάθε εταίρο απ' τους υπόλοιπους. Για να μην κρυβόμαστε πίσω απ' το δάχτυλό μας και εξαιτίας της νέας όξυνσης στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, με αφορμή την υπόθεση Οτσαλάν, τα παραπάνω επιχειρήματα χρησιμοποιούνται, για να υποδηλώσουν ότι μόνο η πολιτική της συμμόρφωσης στην Ευρωπαϊκή Ενωση μπορεί να δώσει απάντηση στην τουρκική επιθετικότητα.

Για να μετρήσουμε την αποτελεσματικότητα αυτής της πολιτικής δεν έχουμε παρά να ρίξουμε μια ματιά στα πολύ πρόσφατα γεγονότα, αφού η κυβέρνηση μονίμως πρεσβεύει ότι η υπόκλιση στις απαιτήσεις των ισχυρών της Ευρωπαϊκής Ενωσης και των Ηνωμένων Πολιτειών θα ενισχύσει τη θέση της χώρας απέναντι σε πραγματικές, ή κατασκευασμένες απειλές. Στην υπόθεση των Ιμίων, στη συνάντηση της Μαδρίτης, στην υπόθεση των πυραύλων "S-300" και τώρα με την υπόθεση Οτσαλάν η κυβέρνηση ακολούθησε με συνέπεια την ίδια πολιτική. Ομως, τα αποτελέσματα ήταν τελείως διαφορετικά απ' αυτά που υποστήριζε ότι θα έχει. Κάθε βήμα στην πορεία προσαρμογής στις απαιτήσεις των ισχυρών συνοδεύεται από νέα ένταση της τουρκικής επιθετικότητας που ενθαρρύνεται ακριβώς απ' αυτούς που κατά την κυβέρνηση θα έπρεπε να μας συμπαραστέκονται και να μας βοηθούν. Αν η κυβέρνηση είχε δίκιο θα έπρεπε εδώ και καιρό να είχαν σταματήσει τα προβλήματα με την Τουρκία, όμως αυτά πολλαπλασιάστηκαν και μεγάλωσαν. Ο λόγος είναι ότι στους στρατηγικούς σχεδιασμούς τόσο των ΗΠΑ, όσο και των ιθυνόντων της Ευρωπαϊκής Ενωσης, η Τουρκία έχει προνομιακό ρόλο, λόγω και της γεωπολιτικής θέσης της.

Αλλά η κυβέρνηση μέτρησε αρκετές φορές το μέγεθος της "αλληλεγγύης" των Ευρωπαίων "εταίρων". Να θυμηθούμε τις "ίσες αποστάσεις" στην υπόθεση των Ιμίων, την απόρριψη της πρότασης για αναγνώριση των ελληνικών συνόρων ως συνόρων της Ευρωπαϊκής Ενωσης, την προώθηση της χρηματοδότησης της Τουρκίας με την παράκαμψη των αντιρρήσεων της ελληνικής κυβέρνησης, τις πιέσεις για τους πυραύλους "S-300", την υιοθέτηση των κατηγοριών για "τρομοκρατία" κατά του κουρδικού λαού κ.ά.

Η ένταξη, ή όχι στην ΟΝΕ δεν πρόκειται να αλλάξει τίποτα όσον αφορά την πολιτική των μεγάλων δυνάμεων απέναντι στην Ελλάδα, όσο οι κυβερνώντες της χώρας δηλώνουν έτοιμοι εκ των προτέρων να υποκύψουν στις απαιτήσεις τους, έτοιμοι να αποδεχτούν τη φαλκίδευση της εθνικής κυριαρχίας (όπως γίνεται με τη Συνθήκη του Αμστερνταμ) και με αντίτιμο τη διαρκή εμπλοκή της χώρας στους πολεμικούς κινδύνους.

Δ. Π.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ