«Ο σκοπός και η σημασία αυτής της επίσκεψης, πάνω απ' όλα, είναι να ακούσουμε από πρώτο χέρι τα προβλήματα, τα οποία βεβαίως είναι γνωστά(!)» (Κ. Καραμανλής - στον Αϊ-Στράτη).
«Σας ευχαριστώ για την πρόσκληση να είμαι σήμερα μαζί σας και τη δυνατότητα που μου δίνετε να αναπτύξω βασικές σκέψεις μου για την οικονομική κατάσταση στον τόπο μας, τις προοπτικές που διαγράφονται, τους βασικούς άξονες της οικονομικής πολιτικής που είμαστε έτοιμοι να εφαρμόσουμε» (Κ. Καραμανλής στην ετήσια συνέλευση του ΣΕΒ).
Οι παραπάνω εισαγωγικές προσφωνήσεις του προέδρου της ΝΔ στις ομιλίες που εκφώνησε την προηγούμενη εβδομάδα, αποδίδουν με εξαιρετική καθαρότητα τη διγλωσσία της ηγεσίας της ΝΔ: Απέναντι στους ακρίτες των νησιών, επειδή δε θέλει να δεσμευτεί σε τίποτα, σπεύδει να ξεκαθαρίσει ότι πήγε μόνο για να τους ακούσει. Μέχρι εκεί. Αντίθετα, απέναντι στους βιομήχανους όχι μόνο έχει έτοιμες προτάσεις - «συμβόλαιο», αλλά πασχίζει να τους πείσει ότι είναι πανέτοιμη να τις υλοποιήσει.
Προκειμένου, λοιπόν, να κερδίσει την «εμπιστοσύνη», όπως λέει, των λαϊκών μαζών, χρησιμοποιεί τη δημαγωγική και παραπλανητική μέθοδο των «σκληρών διαπιστώσεων» για τα μεγάλα κοινωνικά προβλήματα, που συνοδεύονται με υψηλές αντικυβερνητικές κορόνες. Με αυτό τον τρόπο, επιχειρεί να περάσει το μήνυμα ότι αντιπροσωπεύει «κάτι διαφορετικό» από τη σημερινή κυβέρνηση και την πολιτική της και, άρα, αξίζει να του δοθεί «μια ευκαιρία».
Πλούσιες διαπιστώσεις, ακριβώς γιατί δεν υπάρχουν (φιλολαϊκές) λύσεις... Στο ακροατήριο όμως δημιουργείται η ψευδής εντύπωση ότι ο πρόεδρος της ΝΔ δεν ανέχεται και «αντιδρά» σε αυτή την άθλια κατάσταση και, άρα, θα παλέψει, ως κυβέρνηση, για να την ανακουφίσει... Η αλήθεια είναι ότι η πολιτική της ηγεσίας της ΝΔ, όπως αποτυπώνεται και στις δεσμεύσεις του στη συνέλευση του ΣΕΒ, εγγυάται την όξυνση των λαϊκών προβλημάτων και την επιδείνωση του βιοτικού επιπέδου τους. Και αυτό γιατί η λύση τους ανατίθεται ουσιαστικά στις δυνάμεις της ελεύθερης αγοράς, ενώ το κράτος επανιδρύεται, περίπου δηλαδή επιστρέφει στο «κράτος - χωροφύλακας»...
Οι εργαζόμενοι βέβαια δεν περιμένουν τα προγράμματα της ΝΔ για να μάθουν την πολιτική της. Γνωρίζουν, ήδη, πολύ καλά από την εμπειρία τους ότι η ηγεσία του κόμματος, όλα αυτά τα χρόνια που βρίσκεται στην αντιπολίτευση, ποτέ δε στάθηκε δίπλα τους, όταν έδιναν αγώνες για τα δικαιώματά τους, αλλά πάντα απέναντί τους και ο καλύτερος σύμμαχος της κυβέρνησης Σημίτη. Δεν τρέφουν ψευδαισθήσεις ότι το «καινούριο» έρχεται από το παρελθόν. Γυρίζουν τις πλάτες στους πυλώνες του δικομματισμού και στρέφονται αποφασιστικά στη συγκρότηση του δικού τους Μετώπου.
(Η έφοδος των χιτλερικών)
ΘΑ 'ΝΑΙ πάντα το ταξίδι εκείνο στην Κρήτη από τα πιο όμορφα, γνωριμιά αξέχαστη με την ελληνική γη. Μια πολυήμερη δημοσιογραφική αποστολή από τη μια άκρη του νησιού έως την άλλη. Από τα Χανιά, τη Σούδα, την Αγιά Ρούμελη, τα Σφακιά, την Κοξαρέ, το Ρέθυμνο, το Ηράκλειο και το Λασήθι.
ΤΑΞΙΔΙ δημοσιογραφικό, «ανοιχτό», αβίαστο, δίχως ειδησεογραφικές εξαρτήσεις και στόχους, που έτυχε να 'χει μια προνομιακή βοήθεια, όχι, βέβαια, μαγνητόφωνα κι άλλα παρόμοια σύνεργα, αλλά μια φωτογραφική μηχανή. Και να την έχει στα χέρια του ένας φωτογράφος, που κι αυτός, επίσης, λαχταρούσε να «πιάσει» το νησί «της αστραπής και της βροντής». Την «ψυχή» της Κρήτης.
ΗΤΑΝ ο φωτογράφος της Εθνικής Αντίστασης, ο Σπύρος Μελετζής, που κοντά έναν ολόκληρο μήνα μας συντρόφευε σ' αυτήν τη διαδρομή. Δεν ήταν καθόλου εύκολο να συνταιριάξεις μαζί του το περπάτημα, καθώς αναζητούσε την εικόνα ή καρτερούσε να ταιριάξει το φως. Σκαρφαλωμένος σε θεόρατα βράχια, καιροφυλαχτώντας να «πιάσει» τ' αγριμιού το πέταγμα.
ΣΤΟ ΝΟΥ μας καρφωμένος κι άσβηστος σε κάθε μας βήμα του Παντελή Πρεβελάκη ο λόγος: «...Οι τάφοι από το σηκωμό του '66 παίρνανε πια να χλοΐσουνε... Τα κούτσουρα στα λιόφυτα και στ' αμπέλια πετούσανε βλαστάρια και φύλλα. Στα χορταριασμένα χαλάσματα, οι χελιδόνες κουβαλούσανε τα φρύγανα και τη λάσπη, να χτίσουνε καινούριες φωλιές»...
ΤΩΡΑ μπροστά μας, οι καινούριοι τάφοι, αυτοί που άνοιξαν τέτοιες μέρες - Μάης του 1941 - σ' εκείνη τη συγκλονιστική δεκαήμερη τιτανομαχία με τους χιτλερικούς επιδρομείς «κατάμεσα του μελανού πελάγου»... Τάφοι νιόσκαφτοι ακόμη, κι άσπρα βοτσαλάκια που τους οριοθετούν.
ΕΙΧΑΜΕ βρεθεί νομίζω έξω από τα Χανιά, στην Αγιά. Εκεί, μέσα σε μια υπόγεια κρύπτη, μαζεμένα τα κόκαλα των νεκρών από τις εκτελέσεις. Στολισμένα με φρέσκα λουλούδια, που 'χαν φέρει οι συγγενείς. Μαζί, όμως, και τρυφερά, συγκινητικά μηνύματα, που είχαν γράψει μανάδες κι αδελφές. Σ' όλα εκείνα τα χωριά, ολούθε σ' ανθρώπους και τόπους, η σφραγίδα του θανάτου και της καταστροφής.
ΤΡΑΒΗΞΑΜΕ κατά το νοτιά. Η Αγιά Ρούμελη, η έξοδος του Φαραγγιού της Σαμαριάς θα μας φιλοξενούσε κοντά μια βδομάδα, καθώς η αγριεμένη θάλασσα δεν άφηνε πλεούμενο να ξεμυτίσει. Δυο - τρία σπίτια κι ένας γεροσφακιανός, που 'χε πολεμήσει τότε τους Γερμανούς, μας έδινε το πιο ζωντανό ρεπορτάζ για τον Γεώργιο Β`, που μαζί με τον Τσουδερό είχαν φτάσει εκεί και, ξελιγωμένοι, γεύτηκαν το ζεστό ψωμί και το τυρί τους και το βράδυ έφυγαν με το υποβρύχιο για την Αίγυπτο.
ΚΡΑΤΟΥΣΕ σφιχτά, μα με τρυφεράδα απέραντη, πάνω στο στήθος τον εγγονό του. Του κρυφομιλούσε με τα μάτια κι ο φωτογράφος αντάμωνε, εκείνη την ώρα, της Κρήτης τη λεβεντιά και τη δική της αλήθεια.
ΠΩΣ σου φαίνεται, παππού, η ζωή αυτή, στα εκατό χρόνια, που την έζησες; Αυτή ήταν μια ερώτηση του Καζαντζάκη, ύστερα από τη Μάχη της Κρήτης σ' ένα γέρο εκατοχρονίτη, που 'λαχε να τον απαντήσει στον κάμπο της Μεσσαράς.
- Σαν ένα ποτήρι κρυγιό νερό... ήταν η απάντηση του γέρου Κρητικού.
- Και διψάς ακόμη παππού; τον ρώτησε ο Καζαντζάκης.
Ο γέρος στράφηκε και τον κοίταξε με τα θολά και μικρά από τα γερατειά μάτια του. Σήκωσε τη χερούκλα του, σα να καταριότανε, κι είπε:
- Ανάθεμά τονε απού ξεδίψασε...
ΕΞΗΝΤΑ δύο χρόνια, που άρχιζε το συγκλονιστικό εκείνο δεκαήμερο της Μάχης της Κρήτης. «Στο θερμό έδαφος της Κρήτης, θα γράψει αργότερα ο Γερμανός διοικητής της επιχείρησης, Στούντεντ, αρχίζει ο σκληρότερος αγώνας, στον οποίο είχε περιπλεχτεί ποτέ γερμανικό σώμα στρατού»...
Η ΚΡΗΤΗ ξέρει πάντα να ζυμώνει, καθώς ταιριάζει στο δικό της αίμα το χτες με το σήμερα. Δεν ξεχνά. Παλεύει στην πρώτη γραμμή, μαζί μ' ολόκληρο τον ελληνικό λαό να κλείσει η βάση της Σούδας κι όλες οι άλλες. Οι βάσεις της υποτέλειας και του θανάτου θα ξηλωθούν από την Κρήτη, από την Ελλάδα.