Το χρονικό μιας επωφελούς διακρατικής συμφωνίας, που κατέληξε σε πρώτου μεγέθους σκάνδαλο εξυπηρέτησης συγκεκριμένων μεγαλοεπιχειρηματιών
Ενα από τα πλέον κλασικά παραδείγματα για το πώς μια καθ' όλα επωφελής διακρατική συμφωνία μπορεί στη βάση της αλλαγής των συσχετισμών των δυνάμεων να αποβεί σε πρώτου μεγέθους σκάνδαλο με επιζήμιες επιπτώσεις, αποτελεί η περίπτωση της μονάδας της ΔΕΗ στη Φλώρινα. Ο "Ρ" επιχειρεί σήμερα να παρουσιάσει συνοπτικά την εξέλιξη του όλου θέματος, με αφετηριακό σημείο τη συμφωνία Ελλάδας - ΕΣΣΔ για την υψίστης σημασίας επένδυση για το φυσικό αέριο.
Στις 7 του Οκτώβρη του 1987, υπεγράφη η διακρατική συμφωνία ανάμεσα στην Ελλάδα και την τότε Σοβιετική Ενωση για την προμήθεια φυσικού αερίου. Μια συμφωνία που έμελλε να εξελιχθεί σε λεόντειο εις βάρος του ενεργειακού τομέα της χώρας. Οι καθυστερήσεις στην υλοποίηση του έργου στο πρώτο διάστημα διακυβέρνησης της χώρας από το ΠΑΣΟΚ και τη ΝΔ αργότερα - για λόγους που οφείλονται σε κυβερνητική ολιγωρία, αλλά από ένα σημείο και μετά εξαιτίας της ανατροπής στην ΕΣΣΔ - δίνουν την ευκαιρία στους νεόκοπους Ρώσους επιχειρηματίες και τα συμφέροντα του Ομίλου Κοπελούζου, που εμπλέκονται στο έργο μέσω της θυγατρικής κοινοπραξίας ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ ΓΚΑΣ ΑΕ, να θέσουν θέμα επαναδιαπραγμάτευσης της συμφωνίας. Αυτό που ουσιαστικά επιδιώχτηκε ήταν να εισχωρήσουν στον ενεργειακό τομέα της χώρας, διαβλέποντας τις γενικότερες ευνοϊκές, για τους ιδιώτες, εξελίξεις στην αγορά της Ευρώπης.
Με το πρόσχημά του να μην πληρώσουμε ποινικές ρήτρες για τις καθυστερήσεις, ο Κ. Μητσοτάκης υπεγράφη το 1993 ένα Προσάρτημα στη συμφωνία με τον τότε ομόλογό του Μπ. Γιέλτσιν, βάσει του οποίου εκχωρεί μεταξύ άλλων στα παραπάνω συμφέροντα το δικαίωμα κατασκευής, ιδιοκτησίας και εκμετάλλευσης(Β.Ο.Ο) μονάδας παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας με φυσικό αέριο στην Κομοτηνή. Πρόκειται για την πρώτη μεγάλη μονάδα παραγωγής ηλεκτρισμού στην Ελλάδα, γεγονός που προκαλεί γενικευμένες αντιδράσεις, στις οποίες μάλιστα πρωτοστατεί το ΠΑΣΟΚ ως αντιπολίτευση.
Θα περάσει μόνο ένας χρόνος, για να αποδείξει όντας πλέον κυβέρνηση ότι το ΠΑΣΟΚ, απλώς χειρίστηκε το θέμα αρκούντως... χειρότερα για τη χώρα από ότι οι προκάτοχοί του. Ετσι, προβάλλοντας ως άλλοθι τους προηγούμενους χειρισμούς του Κ. Μητσοτάκη και τη "λαϊκή επιταγή" να μη γίνει ιδιωτικό εργοστάσιο ηλεκτρισμού, ο τότε υπουργός Βιομηχανίας και σημερινός πρωθυπουργός Κ. Σημίτης, προσέρχεται σε μια ακόμη επαναδιαπραγμάτευση της αρχικής συμφωνίας, υπογράφοντας το Πρωτόκολλο Σημίτη - Ντάβιντοφ. Με αυτό μεταξύ άλλων δυσμενών για τη χώρα όρων και σε αντάλλαγμα της μονάδας της Κομοτηνής, προβλέπεται η απευθείας ανάθεση σε κοινοπραξίες που θα συστήσουν και θα συμμετάσχουν για το σκοπό αυτό οι εταιρίες ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ CAZ και RAO CAZPROM τα εξής έργα:
"Την κατασκευή υπό τον όρο "με το κλειδί στο χέρι" πλήρους ατμοηλεκτρικού σταθμού παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας στην περιοχή Φλώρινας, ισχύος περίπου 300 Μεγαβάτ, με ένα σύστημα αποθείωσης και με δυνατότητα τηλεθέρμανσης της περιοχής. Η σχετική σύμβαση ανάθεσης του έργου μεταξύ ΔΕΗ και της κοινοπραξίας θα υπογραφεί μέχρι το τέλος του έτους 1995 υπό ανταγωνιστικούς όρους". Ανατέθηκε, επίσης, η κατασκευή των υδροηλεκτρικών έργων της ΔΕΗ Συκιάς - Πευκόφυτου. Ο όρος αυτός θα απολέσει στη συνέχεια την απ' αρχή του σκανδάλου της Φλώρινας, εις βάρος της ΔΕΗ, της ενέργειας και της οικονομίας της χώρας. Από εκεί και πέρα:
Στο τίμημα αυτό, όπως αποκαλύφτηκε στη συνέχεια, θα προκύψει μέσα από υπόγειες διαπραγματεύσεις ΔΕΗ και Κοπελούζου. Ομως η υπερτίμηση είναι τέτοιου μεγέθους, που θα ξεσηκώσει θύελλα αντιδράσεων ακόμη και από βουλευτές του κυβερνώντος κόμματος, από τις οποίες θα αναδειχτεί και το μέγα θέμα της διαπλοκής συμφερόντων, που θα κάνει πολλούς να θορυβηθούν και το θέμα θα μεταφερθεί για ένα διάστημα σε κόντρα και διαμάχη μεγαλοεκδοτών του Τύπου, αποκαλυπτική της δράσης των μεγαλοσυμφερόντων στην οικονομική ζωή του τόπου.
Χρύσα ΛΙΑΓΓΟΥ
Οι νέες διαστάσεις που έχει πάρει το θέμα της Φλώρινας και τα όσα αποκαλύφτηκαν όλους αυτούς τους μήνες που βρίσκεται σε εξέλιξη, καταδεικνύουν ότι το σκάνδαλο δεν περιορίζεται στο οικονομικό του μέρος και στην υπερτίμηση των πλέον των 50 δισ. δρχ., για το οποίο δικαίως έγινε πολύς λόγος. Το πραγματικό σκάνδαλο θα πρέπει να εντοπιστεί στις κυβερνητικές επιλογές και στο πώς αυτές παίρνονται, στις επιπτώσεις αυτών στη ΔΕΗ, στους καταναλωτές μέσω των τιμολογίων και στον ενεργειακό τομέα συνολικά. Με αυτή την έννοια η περίπτωση της Φλώρινας και τα όσα επίσημα αποδέχονται οι επίσημοι για το τίμημα των 214 δισ. δρχ. αποτελούν ένα δείγμα της πολιτικής που η κυβέρνηση είναι αποφασισμένη να εφαρμόσει στον στρατηγικής σημασίας τομέα της ενέργειας και μάλιστα ενόψει της απελευθέρωσης της αγοράς. Αποδεικνύεται ότι αυτή η πολιτική στοχεύει στην περαιτέρω υποβάθμιση και προβληματικότητα των δημοσίων επιχειρήσεων, προκειμένου να ενισχυθούν τα ιδιωτικά κεφάλαια. Ηδη την υπουργό Ανάπτυξης αυτό που φέρεται κατ' αποκλειστικότητα να την απασχολεί, σύμφωνα με σχετική της δήλωση, είναι πώς θα ευνοήσει τους ιδιώτες να μπούνε στην αγορά και προετοιμάζοντας το έδαφος κάνει λόγο για "πολύ φθηνά τιμολόγια της ΔΕΗ". Για το λόγο αυτό, καθόλου δεν την απασχολεί εάν θα φορτώσει τη ΔΕΗ με μία εν τη γενέσει της προβληματική μονάδα, αφού τη ζημιά θα την πληρώσουν οι καταναλωτές, στους οποίους και θα μετακυλήσει το κόστος μέσω της αύξησης των τιμολογίων. Ετσι ερμηνεύεται εξάλλου και το γεγονός ότι παρά τις προσπάθειες να εμφανιστεί στον αντίποδα συμφερόντων, όπως αποκαλύφθηκε με αφορμή τη Φλώρινα, το μόνο με το οποίο καταπιάνεται είναι να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις των διαπλεκόμενων για σωστή μοιρασιά της "πίτας". Η σύντομη αναδρομή στο ιστορικό του σκανδάλου της Φλώρινας είναι ενδεικτική αυτής ακριβώς της πολιτικής που η κυβέρνηση έχει επιλέξει να εφαρμόσει στον τομέα της ενέργειας.