Οι νέες διαστάσεις που έχει πάρει το θέμα της Φλώρινας και τα όσα αποκαλύφτηκαν όλους αυτούς τους μήνες που βρίσκεται σε εξέλιξη, καταδεικνύουν ότι το σκάνδαλο δεν περιορίζεται στο οικονομικό του μέρος και στην υπερτίμηση των πλέον των 50 δισ. δρχ., για το οποίο δικαίως έγινε πολύς λόγος. Το πραγματικό σκάνδαλο θα πρέπει να εντοπιστεί στις κυβερνητικές επιλογές και στο πώς αυτές παίρνονται, στις επιπτώσεις αυτών στη ΔΕΗ, στους καταναλωτές μέσω των τιμολογίων και στον ενεργειακό τομέα συνολικά. Με αυτή την έννοια η περίπτωση της Φλώρινας και τα όσα επίσημα αποδέχονται οι επίσημοι για το τίμημα των 214 δισ. δρχ. αποτελούν ένα δείγμα της πολιτικής που η κυβέρνηση είναι αποφασισμένη να εφαρμόσει στον στρατηγικής σημασίας τομέα της ενέργειας και μάλιστα ενόψει της απελευθέρωσης της αγοράς. Αποδεικνύεται ότι αυτή η πολιτική στοχεύει στην περαιτέρω υποβάθμιση και προβληματικότητα των δημοσίων επιχειρήσεων, προκειμένου να ενισχυθούν τα ιδιωτικά κεφάλαια. Ηδη την υπουργό Ανάπτυξης αυτό που φέρεται κατ' αποκλειστικότητα να την απασχολεί, σύμφωνα με σχετική της δήλωση, είναι πώς θα ευνοήσει τους ιδιώτες να μπούνε στην αγορά και προετοιμάζοντας το έδαφος κάνει λόγο για "πολύ φθηνά τιμολόγια της ΔΕΗ". Για το λόγο αυτό, καθόλου δεν την απασχολεί εάν θα φορτώσει τη ΔΕΗ με μία εν τη γενέσει της προβληματική μονάδα, αφού τη ζημιά θα την πληρώσουν οι καταναλωτές, στους οποίους και θα μετακυλήσει το κόστος μέσω της αύξησης των τιμολογίων. Ετσι ερμηνεύεται εξάλλου και το γεγονός ότι παρά τις προσπάθειες να εμφανιστεί στον αντίποδα συμφερόντων, όπως αποκαλύφθηκε με αφορμή τη Φλώρινα, το μόνο με το οποίο καταπιάνεται είναι να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις των διαπλεκόμενων για σωστή μοιρασιά της "πίτας". Η σύντομη αναδρομή στο ιστορικό του σκανδάλου της Φλώρινας είναι ενδεικτική αυτής ακριβώς της πολιτικής που η κυβέρνηση έχει επιλέξει να εφαρμόσει στον τομέα της ενέργειας.