ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 23 Γενάρη 2000
Σελ. /48
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Συνθλίβουν τα όνειρα...

Μιά κατάθεση ψυχής για την πραγματικότητα που βιώνουν οι νέοι άνεργοι δίνεται με την επιστολή προς τον «Ρ» του Χρήστου Νικολαιδη.

Επιτρέψτε μου να αναφερθώ σε μια σύντομη διαδρομή, κάπως ασυνήθιστα, με αντίστροφη χρονική σειρά.

«Οι δρόμοι ανοίγονται μπροστά του». Ετσι του λένε. Παίρνει το διδακτορικό του στα Μαθηματικά από το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης. Προηγήθηκε ένας χρόνος μεταπτυχιακών σπουδών στο Imperial College του Λονδίνου. Τα κύρια γνωρίσματα της πενταετίας αυτής ήταν οι πρώτες δυσκολίες, αλλά και η πρόκληση του καινούριου, οι πολύτιμες εμπειρίες, πέρα από την καθαρά ακαδημαϊκή πορεία, οι νέοι ορίζοντες που επρόκειτο ν' ανοίξουν σε μια ξένη χώρα, μακριά από την ασφάλεια και την ανεμελιά της χώρας του.

Την ανεμελιά της Θεσσαλονίκης, εκεί όπου ήταν φοιτητής. Ισως ήταν η πιο όμορφη περίοδος της ζωής του. Η πρώτη ανεξάρτητη περίοδος, οι πρώτοι του έρωτες, οι πρώτοι του κοινωνικοί αγώνες, με όλη τη σοβαρότητα, αλλά και όλη την αφέλεια της ηλικίας αυτής. Απαιτητικός σε οράματα, ελπίδες, ζωή και συνάμα ολιγαρκής σε υλικά αγαθά, «πολυτέλειες» και «μεγαλεία». Ονειρεύτηκε μαζί με τους φίλους του να φτιάξει και να ζήσει σε μια καλύτερη κοινωνία. Μέσα από τις γραμμές της ΚΝΕ, έζησε την ομορφιά των φοιτητικών, αλλά και κοινωνικών αγώνων της εποχής, των ατέλειωτων συζητήσεων, του ενθουσιασμού και της απογοήτευσης, των επιτυχιών και των αποτυχιών, των φοιτητικών γλεντιών και των αντιπαραθέσεων. Ενα από τα πιο σοβαρά και μετρημένα στοιχήματα που έθεσε ποτέ ήταν η ισορροπημένη πλάστιγγα ανάμεσα στις φοιτητικές υποχρεώσεις και την κοινωνική δράση. Και σε μεγάλο βαθμό τα είχε καταφέρει.

Γεννήθηκε, μεγάλωσε και πήγε σχολείο σε μια επαρχιακή βιομηχανική πόλη, την Πτολεμαΐδα, κάτω από μια πολύ ζεστή οικογενειακή στέγη. Οι μικροαστικές αντιλήψεις και οι συμβουλές του περίγυρου τον προέτρεπαν σε μια «ήσυχη και καθωσπρέπει» ζωή. Θα γινόταν λίγο πιο «άτακτος» απ' ό,τι τον περίμεναν. Τίποτα από τη μετέπειτα πορεία του δεν είχε προσχεδιαστεί. Ευτυχώς ή δυστυχώς, δεν υπήρχαν διλήμματα για τις επιλογές του. Σε ποιο ιδιωτικό σχολείο θα πήγαινε, ποιο προσοδοφόρο αντικείμενο θα σπούδαζε, εάν πήγαινε στην Αμερική ή την Αγγλία, εάν συνέχιζε την επιχείρηση του πατέρα του ή όχι - ο πατέρας του, εξάλλου, εργαζόταν στη ΔΕΗ, δεν μπορούσε να να του παραχωρήσει τη θέση του! Αργότερα έμαθε ότι υπήρχαν οικογένειες που ζούσαν στο «άγχος» αυτών των επιλογών. Αυτός θα πήγαινε όπου τον πήγαινε. Οσο έπαιρνε υποτροφίες, θα συνέχιζε. Εάν κάπου συναντούσε κάποιο εμπόδιο, θα σταματούσε.

Σήμερα είναι 32 ετών. Από τη διαδρομή αυτή λείπει κάτι: Τα τελευταία τέσσερα χρόνια. Στα χρόνια αυτά, προσγειώθηκε στην πραγματικότητα της «εκσυγχρονισμένης» Ελλάδας. Το 1996 τελείωσε τις σπουδές του και επέστρεψε στην Ελλάδα, ώστε να προσφέρει τις υπηρεσίες του στη χώρα του. Να ασκήσει τα στρατιωτικά του καθήκοντα και να ακολουθήσει την ακαδημαϊκή σταδιοδρομία που ονειρεύτηκε ή ένα αξιοπρεπές επάγγελμα. Είχε μάθει να είναι αισιόδοξος και πίστευε πως έφτασε πια η ώρα να απολαύσει τους καρπούς των κόπων του.

Πόσο, όμως, να διατηρήσει την αισιοδοξία του, όταν βλέπει τη γενιά του σκυθρωπή και μίζερη να αντιμετωπίζει το τεράστιο πρόβλημα της ανεργίας; Οι παλιοί του φίλοι, που ήταν όλο ζωντάνια και χαμόγελο, έχουν χάσει όλη τους την ενέργεια, είτε αναζητώντας κάποια δουλιά, είτε υποαπασχολούμενοι σε κάποιον ιδιώτη, από αυτούς που αναφέρονται ως στυλοβάτες της ελληνικής οικονομίας. Οσο για τον ίδιο, παρά τα προσόντα του, απασχολείται μερικώς κατά διαστήματα - και μάλιστα οφείλει να είναι υπόχρεος στους εκάστοτε εργοδότες του, που του έκαναν τη χάρη να τον προσλάβουν - ώστε να μπορεί ως ευυπόληπτος πολίτης να μην καθυστερεί το νοίκι του και τα διάφορα πάγια έξοδα. Δεν υπάρχουν κονδύλια, λένε, για νέες θέσεις, ενώ στα περιβόητα κοινοτικά προγράμματα - τα γνώρισε και αυτά - κατασπαταλάται άφθονο χρήμα για το τίποτα. Γιατί, βέβαια, μια μόνιμη θέση ικανοποιεί μόνον αυτόν που την καταλαμβάνει, ενώ ένα κοινοτικό πρόγραμμα ικανοποιεί πλουσιοπάροχα τους «ημετέρους» και τους «επιτήδειους», πετάει ένα κόκαλο για ορισμένο χρονικό διάστημα σε κάποιους άνεργους, ενώ ταυτόχρονα αποτελεί την καλύτερη διαφήμιση της Ευρωπαϊκής Ενωσης που απλόχερα βοηθάει τα παιδιά της. Το γεγονός ότι ο «ντόρος» των προγραμμάτων αυτών είναι πολλαπλάσια μεγαλύτερος του ουσιαστικού έργου που παράγουν - που συχνά είναι και μηδενικό - δεν έχει καμιά σημασία.

Εαν ο πολίτης αυτός δεν ήταν ο ίδιος ο γράφων, θα πίστευα ότι υπερβάλλει. Είπαμε, υπάρχει ανεργία νέων επιστημόνων, αλλά όχι κι έτσι. Ε, ναι, λοιπόν, κουράστηκα να είμαι αισιόδοξος. Κουράστηκα να μην έχω επάγγελμα και να δικαιολογούμαι με μια ολόκληρη παράγραφο με τις προηγούμενες ή τις επικείμενες δραστηριότητές μου, όταν χρειάζεται να απαντήσω στο ερώτημα «με τι ασχολείστε;». Κουράστηκα να με λυπούνται, γιατί «τσάμπα σπούδασα τόσα χρόνια» ή «τι κατάλαβα που πήγα Οξφόρδες», ενώ άλλοι είναι «πετυχημένοι, καθώς βγάζουν περιουσίες στο Χρηματιστήριο». Και αναρωτιέμαι τι σημαίνει επιτυχία στη σημερινή «εκσυγχρονισμένη» Ελλάδα. Να περιμένω, λοιπόν, υπομονετικά, μήπως και πραγματοποιήσω κάποτε τα όνειρά μου και να χρεώνομαι καθημερινά μια ψυχοφθόρα «αποτυχία», ή να πράξω το ποιοτικό άλμα προς την «επιτυχία», μέσω της κολακευτικής, δουλοπρεπούς συμπεριφοράς, επιδιώκοντας την εύνοια κάποιων ισχυρών;

Και οι «σοσιαλιστές» άρχοντές μου θέλουν να λέγομαι σύγχρονος πολίτης, εάν συμβιβάζομαι με όλα αυτά, εάν οι παλμοί της καρδιάς μου συντονίζονται με τις διακυμάνσεις του Χρηματιστηρίου, εάν πιστεύω πως η ΟΝΕ είναι μονόδρομος. Και θέλουν να μη χαίρομαι, όταν βλέπω νέα παιδιά να αντιδρούν και να ξεχύνονται στους δρόμους, έστω και με την αφέλεια που διακρίνεις πολλές φορές στο λόγο τους, να δυσανασχετώ όταν βλέπω τους εργαζόμενους πολίτες να αντιδρούν γιατί δε βολεύονται με αυτήν την κατάσταση. Οι «σοσιαλιστές» άρχοντές μου θέλουν να συνδιαλέγομαι πολιτισμένα, να επικροτώ τις ενέργειές τους, να υποδέχομαι τον κύριο Κλίντον, σύμφωνα με το savoir vivre, όταν οι ίδιοι συνθλίβουν τα όνειρά μου με τον πιο ωμό και βίαιο τρόπο. Θέλουν να πιστέψω πως σοσιαλιστική είναι η κοινωνία των ψυχρών αριθμών του κ. Παπαντωνίου, των ύβρεων και της φασίζουσας συμπεριφοράς του κ. Γιαννόπουλου, της υποτακτικής συμπεριφοράς του κ. Παπανδρέου προς τους ευγενείς ανώτερους ξένους κριτές μας, της ψυχρά τεχνοκρατικής, πέρα από ανθρώπινες ευαισθησίες, πολιτικής του κ. Σημίτη.

Επιτρέψτε μου, λοιπόν, να ζήσω, όπως εγώ θέλω, αλλά να ζήσω αξιοπρεπώς. Να μπορώ να πηγαίνω στον κινηματογράφο, χωρίς να κόβω τον καφέ, βρε αδελφέ. Να μπορώ να πω ελεύθερα πως δε βολεύομαι σ' αυτήν την κατάσταση, χωρίς να μου φορτώνετε ευθύνες που δε «γουστάρω» το μονόδρομό σας. Δε ζήτησα να μπω στα χωράφια σας και να ζήσω πλουσιοπάροχα. Να ζήσω αξιοπρεπώς ζήτησα. Το δικαιούμαι.


Xρήστος ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ


«Ανατίμηση δραχμής - ΥΠΟΤΙΜΗΣΗ της νοημοσύνης μας»

Κατηφής και «συννεφιασμένος» εμφανίστηκε ο συνήθως μειδιών, κατά τα πάντα, υπουργός της Εθνικής Οικονομίας, κατά την ανακοίνωση της απόφασης για το «κλείδωμα» της δραχμής, δηλαδή την κατά μικρό ποσοστό «διόρθωση» της αρχικής υποτίμησής του. Ο υπουργός γνωρίζει τα όσα προηγήθηκαν, τα όσα συμφωνήθηκαν και όσα θα ακολουθήσουν, συμπεριλαμβανομένων γνωστών και άγνωστων αστερίσκων, και επαχθών υποχρεώσεων, πέρα από εκείνες που είναι ήδη γνωστές, κατά τις κατευθυνόμενες αναλύσεις καταπραϋντικής σκοπιμότητας.

Η ερμαφρόδιτη ανατίμηση - υποτίμηση συνοδεύεται με την υπενθύμιση και εντολή των εταίρων για την απαρέγκλιτη συνέχιση και ένταση της αυστηρής περιοριστικής πολιτικής και τη συγκράτηση του πληθωρισμού, που ανακηρύσσεται ως κορυφαίο κριτήριο της σύγκλισης.

Σ'αυτή την παγωμένη αγορά, η κυβέρνηση δηλώνει απροκάλυπτα ότι θα συνεχίσει απτόητη τη δημοσιονομική και τη φορολογική πολιτική, την καθήλωση των αμοιβών, την άγρια εκμετάλλευση της εφεδρικής εργατικής δύναμης των «απασχολήσιμων», την κατακρήμνιση του ασφαλιστικού συστήματος, την καταιγίδα των ιδιωτικοποιήσεων, την εμπλοκή της κεφαλαιοαγοράς, με τα παιχνίδια του Χρηματιστηρίου.

Είναι τέτοια η έκταση, η ένταση και οι αρνητικές συνέπειες αυτών των κυβερνητικών επιλογών, ενόψει του «παραδείσου» της ΟΝΕ, ώστε ο υπουργός Εθνικής Αμυνας, συμμέτοχος της ασκούμενης πολιτικής, αισθάνεται την ανάγκη να διαφοροποιηθεί - φραστικά - βέβαια και για προεκλογικούς λόγους, αναγνωρίζοντας ότι «οι αγρότες, οι μισθωτοί και οι εργαζόμενοι έχουν υποστεί μια σειρά από αρνητικές συνέπειες στις φάσεις προσαρμογής της χώρας μας στα νέα δεδομένα της Ευρωπαϊκής Ενωσης, ως συνέπεια της εφαρμογής της πολιτικής του φιλελευθερισμού που έδινε - (σ.σ. και δίνει) - προτεραιότητα στην εξυγίανση των οικονομικών μεγεθών και στη σταθεροποίηση, έναντι της ανάπτυξης... Αυτό το έλλειμμα της δίκαιης κατανομής των βαρών έχουμε υποχρέωση, τα επόμενα χρόνια, να το αποσβέσουμε...» (Δηλώσεις στο Ηράκλειο Κρήτης «Ελευθεροτυπία 17/1/2000).

Στο αόριστο, δηλαδή μέλλον, η παραπομπή και η μετάθεση ευθύνης, έτσι που αποκτά ουσιαστική έννοια ο από Θεσσαλονίκης σκωπτικός λόγος του Πόντιου ευρηματικού θεατράνθρωπου: (τα δύσκολα φύγανε... Ερχονται τα... χειρότερα).

Και αποκαλυπτικοί είναι ορισμένοι τίτλοι εφημερίδων: «Σκληρή δραχμή - σκληρή πολιτική» και «Ανατίμηση της δραχμής, με υποτίμηση της νοημοσύνης μας».


Γιώργος Κ. ΤΣΑΠΟΓΑΣ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ