ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 26 Αυγούστου 2001
Σελ. /32
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Στη Βουλή τα προβλήματα των εργαζομένων και του λαού

Πεδίο προβολής των λαϊκών προβλημάτων και πολιτικής παρέμβασης στις εξελίξεις, για το ΚΚΕ, οι διαδικασίες κοινοβουλευτικού ελέγχου

Ως μέσο για την προβολή των λαϊκών προβλημάτων αξιοποίησε και μέσα στο 2001 το ΚΚΕ τις διαδικασίες του κοινοβουλευτικού ελέγχου, δηλαδή τις Επίκαιρες Ερωτήσεις, τις Ερωτήσεις, τις Επερωτήσεις και την πρόκληση προ ημερήσιας διάταξης συζητήσεων που αναλογούν στην κοινοβουλευτική του δύναμη. Παράλληλα, εκμεταλλεύτηκε τις ίδιες δυνατότητες προκειμένου να παρέμβει πολιτικά σε κομβικές περιόδους και θέματα των πολιτικών εξελίξεων, όπως το Ασφαλιστικό, ο «τρομονόμος» και η χρήση βομβών απεμπλουτισμένου ουρανίου στη Γιουγκοσλαβία. Αυτά παρά το γεγονός ότι η κυβέρνηση επέδειξε για μια φορά ακόμη προθέσεις υποβάθμισης των κοινοβουλευτικών διαδικασιών, με πρακτικές εντυπωσιοθηρίας, άρνησης παροχής ουσιαστικών απαντήσεων, αιφνιδιαστικών τροπολογιών και προώθησης νομοθετημάτων με «συνοπτικές» διαδικασίες.

Συνολικά το ΚΚΕ, μέσα στο 2001, κατέθεσε 94 Ερωτήσεις και Επίκαιρες Ερωτήσεις, που συζητήθηκαν στην αίθουσα της Βουλής. Η θεματολογία των Ερωτήσεων αφορούσε κυρίως στα προβλήματα των εργαζομένων σε σειρά εργασιακών χώρων, των συνταξιούχων, σε τοπικά προβλήματα της ελληνικής επαρχίας, ενώ ιδιαίτερα θίχτηκαν προβλήματα στους χώρους της Παιδείας καθώς και τα προβλήματα των σεισμοπλήκτων, που συνεχίζουν να υφίστανται. Το ΚΚΕ προκάλεσε, επίσης, μια συζήτηση σε επίπεδο πολιτικών αρχηγών, ενώ κατέθεσε και δυο Επερωτήσεις, που επίσης συζητήθηκαν. Παράλληλα, οι βουλευτές του ΚΚΕ παρενέβησαν στις Επερωτήσεις των άλλων κομμάτων της αντιπολίτευσης που συζητήθηκαν και συγκεκριμένα σε 25 Επερωτήσεις της Νέας Δημοκρατίας και σε μια του Συνασπισμού.

Συνεχείς αντιδράσεις για το Ασφαλιστικό

Για το (ακόμη και σήμερα) φλέγον θέμα της Κοινωνικής Ασφάλισης αλλά και την Υγεία-Πρόνοια επέλεξε το ΚΚΕ να προκαλέσει προ ημερήσιας διάταξης συζήτηση σε επίπεδο πολιτικών αρχηγών στη Βουλή. Μια συζήτηση που διεξήχθη στις 11 του Ιούνη. Σε μια περίοδο που πολύ πρόσφατες ήταν οι κινητοποιήσεις των εργαζομένων ενάντια στα μέτρα κατεδάφισης της Κοινωνικής Ασφάλισης, που είχε εξαγγείλει η κυβέρνηση διά στόματος υπουργού Εργασίας, Τάσου Γιαννίτση.

Στην ομιλία και στη δευτερολογία της στη συζήτηση, η Γενική Γραμματέας της ΚΕ του ΚΚΕ, Αλέκα Παπαρήγα, κάλεσε τον ελληνικό λαό σε «συνεχείς και ασταμάτητες», όπως χαρακτηριστικά είπε, αντιδράσεις προκειμένου να ματαιωθούν τα κυβερνητικά σχέδια για την Κοινωνική Ασφάλιση, που έχουν φέρει «στο παραπέντε» το Συνταξιοδοτικό στη χώρα μας. Κατήγγειλε, παράλληλα, την πρόθεση της κυβέρνησης «να αλλάξει το σύστημα συνταξιοδότησης προς όφελος της κερδοφορίας του κεφαλαίου», σε αντιστοιχία, όπως είπε, με τις «πιο βάρβαρες εκμεταλλευτικές σχέσεις». Ενδεικτική των κυβερνητικών προθέσεων όμως ήταν και η παρέμβαση του πρωθυπουργού, που είχε επιχειρήσει με «εφ' όλης της ύλης» αντιπαράθεση με τη Νέα Δημοκρατία να αναδείξει το «φιλολαϊκό» πρόσωπο του ΠΑΣΟΚ, ξεκαθαρίζοντας όμως ότι η κυβέρνηση δε μετακινείται από τις θέσεις της για την Κοινωνική Ασφάλιση και θα προχωρήσει μετά το καλοκαίρι στην υλοποίησή τους χρησιμοποιώντας ως προπέτασμα καπνού τον «κοινωνικό διάλογο».

Προειδοποίησε έγκαιρα το ΚΚΕ

Εγκαιρη προειδοποίηση για τον ελληνικό λαό όσον αφορά στη νομοθετική καταστρατήγηση του δικαιώματός του να αγωνίζεται, που προωθήθηκε με τον περίφημο «τρομονόμο», αποτέλεσε η συζήτηση της Επίκαιρης Ερώτησης προς τον πρωθυπουργό την 31η του Μάρτη που είχε καταθέσει η ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ με αντικείμενο την απαγόρευση των διαδηλώσεων. Η Αλέκα Παπαρήγα έκανε λόγο για «τις πιο μαύρες σελίδες της πολιτικής που ζούμε τα τελευταία χρόνια», τονίζοντας πως στόχος της κυβέρνησης είναι η «δημιουργία κλίματος φοβίας» προκειμένου να καμφθούν οι αγώνες των εργαζομένων σε συνδυασμό με την εργοδοτική ασυδοσία στους εργασιακούς χώρους. Από την πλευρά του ο πρωθυπουργός, Κ. Σημίτης, είχε επιλέξει το επιχείρημα της ύπαρξης «κινητοποιήσεων χωρίς αίσθημα ευθύνης», όπου «πενήντα και εκατό άτομα κλείνουν τους δρόμους». Επιχειρήματα που κατέρρευσαν βέβαια λίγους μήνες αργότερα, όταν έγινε γνωστό και στις λεπτομέρειές του το νομοσχέδιο «για την αντιμετώπιση της τρομοκρατίας», το οποίο προκάλεσε εντονότατες αντιδράσεις ακόμα και στο εσωτερικό του ΠΑΣΟΚ.

Εθνική «δίψα»

Το επίκαιρο αυτές τις θερινές μέρες θέμα της λειψυδρίας έφερε στη Βουλή η Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΚΚΕ, αξιοποιώντας με τον τρόπο αυτό τη δυνατότητα των δυο Επερωτήσεων που παρέχει ο κανονισμός της Βουλής. Οι βουλευτές του ΚΚΕ, στις παρεμβάσεις τους, εξέθεσαν τις ποικίλες μορφές που έχει το πρόβλημα στις κυριότερες περιοχές της χώρας, όπως, για παράδειγμα, την έλλειψη νερού στα νησιά του Αιγαίου ή την ανυπαρξία αρδευτικών έργων σε Μακεδονία και Θεσσαλία. Κοινός άξονας των τοποθετήσεών τους ήταν το γεγονός ότι η πολιτική της Ευρωπαϊκής Ενωσης, που επιδιώκει τη συρρίκνωση της αγροτικής παραγωγής στη χώρα μας, είναι το κυρίαρχο πρόβλημα στην εκπόνηση προγραμμάτων ύδρευσης. Αυτό παρά το γεγονός ότι υπάρχουν πολλά υπόγεια νερά τα οποία μένουν για το λόγο αυτό αναξιοποίητα.

Το «ραδιενεργό διαρκές έγκλημα» - όπως είχε χαρακτηριστεί - της χρήσης βομβών απεμπλουτισμένου ουρανίου στη Σερβία, ήταν το θέμα που απασχόλησε την Επίκαιρη Ερώτηση που κατέθεσε στις 11 του Γενάρη η Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΚΚΕ και συζητήθηκε 15 μέρες αργότερα. Οι βουλευτές του ΚΚΕ, απέναντι σε μια κυβέρνηση που διά στόματος υπουργού Αμυνας, Ακη Τσοχατζόπουλου, μιλούσε για «υπερβολές», επικαλούμενη «στρατευμένα» επιστημονικά πορίσματα, κατήγγειλαν τις βαρύτατες ευθύνες της, για τη γνώση της χρήσης τέτοιων βομβών. Παράλληλα, έκαναν λόγο για «ανυπολόγιστες συνέπειες» στην υγεία του πληθυσμού της Γιουγκοσλαβίας αλλά και της Βαλκανικής, που ακόμη και σήμερα δεν έχει αποσαφηνιστεί η έκτασή τους. Παράλληλα, απαίτησαν την επιστροφή τόσο των Ελλήνων στρατιωτών όσο και των Ελλήνων φοιτητών που βρίσκονταν στις επικίνδυνες για μόλυνση περιοχές της Γιουγκοσλαβίας.

«Σικέ» διλήμματα

Τα θέματα που αφορούσαν στην οικονομία κυριάρχησαν στις διαδικασίες του κοινοβουλευτικού ελέγχου μέσα στο 2001. Κυρίως στο φόντο της συνεχούς πτώσης του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών, που είχε αποτέλεσμα την κερδοσκοπία των λεγόμενων διεθνών επενδυτών σε βάρος των εγκλωβισμένων λαϊκών εισοδημάτων. Από τις 30 του Γενάρη μέχρι τις 2 του Φλεβάρη συζητήθηκε η περίφημη «πρόταση δυσπιστίας» που κατέθεσε η Νέα Δημοκρατία σε βάρος του υπουργού Εθνικής Οικονομίας, Γιάννου Παπαντωνίου, ο οποίος έλαβε τελικά την ψήφο εμπιστοσύνης της κοινοβουλευτικής ομάδας του ΠΑΣΟΚ, ενώ η αξιωματική αντιπολίτευση προκάλεσε μια ακόμα προ ημερήσιας διάταξης συζήτηση σε επίπεδο πολιτικών αρχηγών «για την οικονομία και την πολιτική κατάσταση της χώρας», στις 10 του Μάη. Ως την πιο «σικέ» συζήτηση που έχει γίνει ποτέ στη Βουλή χαρακτήρισε την τριήμερη διαδικασία για την πρόταση δυσπιστίας στο πρόσωπο του υπουργού Εθνικής Οικονομίας η Αλέκα Παπαρήγα, καταδικάζοντας τα διλήμματα περί «καλού» και «κακού» Χρηματιστηρίου που είχαν προβάλει ΠΑΣΟΚ και ΝΔ. Να θυμίσουμε ότι στην ψηφοφορία το ΚΚΕ ψήφισε «παρών» ενώ αιτιολογώντας τη θέση αυτή ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΚΚΕ, Ορέστης Κολοζώφ, είχε επισημάνει ότι «εμείς, με την ψήφο μας, δεν πρόκειται να στηρίξουμε κανέναν εκπρόσωπο του δικομματισμού, τους καταδικάζουμε και τους δύο και αυτό το νόημα θα έχει το "παρών" στη σχετική ψηφοφορία που θα γίνει».

Προωθώντας στη Βουλή το δεύτερο κύμα του εκσυγχρονισμού

Η χρονιά που πέρασε ήταν μια περίοδος που κάθε άλλο παρά θα μπορούσε να χαρακτηριστεί για κυβερνητική απραξία. Η κυβέρνηση επιδίωξε με όλα τα δυνατά μέσα που είχε στη διάθεσή της να προωθήσει την κυβερνητική πολιτική. Αλλωστε και προεκλογικά δεν είχε κρύψει τις πραγματικές της προθέσεις, άλλο αν φρόντιζε να συσκοτίσει την πραγματικότητα για να θολώσει τα νερά. Δηλαδή, την προώθηση του δεύτερου κύματος του εκσυγχρονισμού ή, για να μιλήσουμε με λόγια απλά, την παραπέρα προώθηση των διαρθρωτικών αλλαγών που επιβάλλονται από τα συμφέροντα του μεγάλου κεφαλαίου και τις αποφάσεις της ΕΕ, τις οποίες και η ίδια έχει προσυπογράψει.

Η κριτική για κυβερνητική απραξία, που ακούγεται κύρια από την πλευρά της ΝΔ αλλά όχι μόνον, άλλους στόχους εξυπηρετεί. Πριν απ' όλα να κρύψει την ταύτιση με την κυβερνητική πολιτική στα βασικά ζητήματα και δεύτερον να πιέσει την κυβέρνηση για ακόμα πιο αποφασιστική προώθηση αυτών των μέτρων που είναι απαιτήσεις της ολιγαρχίας.

Το ΚΚΕ δεν έκανε και ούτε θα κάνει αυτήν την ανέξοδη κριτική. Με όλες του τις δυνάμεις μέσα κι έξω από τη Βουλή αντιτάχθηκε σ' αυτές τις επιλογές, προβάλλοντας ταυτόχρονα τη δική του πρόταση, την προοπτική των συσπειρώσεων και του λαϊκού μετώπου.

Με τις παρεμβάσεις του μέσα στη Βουλή αποκάλυψε τη βαθιά ταξική αντιλαϊκή πολιτική της κυβέρνησης.

Ετσι αντιτάχθηκε στην πολιτική των ιδιωτικοποιήσεων και της λεγόμενης απελευθέρωσης της αγοράς, που η κυβέρνηση προώθησε μέσα από μια σειρά μέτρα και αποφάσεις. Μέτρα που ουσιαστικά έρχονται να παραδώσουν στα χέρια του κεφαλαίου κερδοφόρους τομείς της οικονομίας, ενώ οι εργαζόμενοι ως καταναλωτές θα αναγκάζονται να βάλουν βαθιά το χέρι στην τσέπη και να ακριβοπληρώσουν τις υπηρεσίες αυτές.

Αντιτάχθηκε στην ανατροπή των εργασιακών σχέσεων και των άλλων κατακτήσεων των εργαζομένων (κατάργηση του 8ωρου κλπ.), που στόχο έχουν να δημιουργήσουν συνθήκες για την ακόμα μεγαλύτερη εκμετάλλευση της εργατικής τάξης και των άλλων εργαζομένων.

Αντιτάχθηκε στα μέτρα περιορισμού των κοινωνικών παροχών και στα μέτρα για την υγεία, με τα οποία επιδιώκεται η εμπορευματοποίηση του κοινωνικού αγαθού της υγείας - πρόνοιας και η ενίσχυση της επιχειρηματικής δραστηριότητας με την ανάπτυξη του ιδιωτικού τομέα.

Ξεχωριστή όμως σημασία έχει η γενικότερη ενίσχυση του αυταρχικού οπλοστασίου με νέα μέτρα και την ενίσχυση των μηχανισμών καταστολής (συνοριακών φυλάκων, ειδικών φρουρών κλπ.), που αποκορύφωμά τους στάθηκε η ψήφιση του «τρομονόμου» που στόχο της έχει να αγορεύσει σε τρομοκράτες τους εργαζόμενους που παλεύουν για τα δικαιώματά τους και τον οποίον ψήφισαν μαζί ΠΑΣΟΚ και ΝΔ.

Η γενικότερη αντιδραστική στροφή αποτυπώθηκε και στις νέες διατάξεις του Συντάγματος, που ψηφίστηκαν από την παρούσα Βουλή, που είναι αναθεωρητική. Είναι διατάξεις που έρχονται να διευκολύνουν την ενσωμάτωση της χώρας στην καπιταλιστική ολοκλήρωση στα πλαίσια της ΕΕ, ενισχύοντας τα δεσμά εξάρτησης, όπως για παράδειγμα το άρθρο 28 που προβλέπει τη συμμετοχή της χώρας μας στην ΕΕ, ενώ ταυτόχρονα αναγνωρίζει την υπεροχή του κοινοτικού δικαίου. Ενώ παραμένει άθικτο το βασικό αυταρχικό οπλοστάσιο, οι νέες διατάξεις διευκολύνουν τα νέα αντεργατικά μέτρα και την αφαίρεση των κατακτήσεων των εργαζόμενων. Μπροστά στις δυσκολίες που συναντά η προώθηση αυτών των επιλογών από τις αντιστάσεις των εργαζομένων, δε διστάζουν να προχωρήσουν ακόμα και στην περιθωριοποίηση αστικών θεσμών, όπως για παράδειγμα την υποβάθμιση της Βουλής, αφού με το νέο Σύνταγμα δίνεται η δυνατότητα να ψηφίζονται νομοσχέδια όχι από την Ολομέλεια της Βουλής, αλλά από επιτροπές. Δεν είναι ασφαλώς τυχαίο ότι η γενικότερη αυτή οπισθοδρόμηση, που αποτυπώνεται το νέο Σύνταγμα, είχε την ευρύτατη συναίνεση της ΝΔ.

Φυσικά, στα πλαίσια αυτού του άρθρου δεν είναι δυνατόν να αναφερθούμε αναλυτικά στα διάφορα μέτρα με τα οποία προωθήθηκε η κυβερνητική πολιτική, γι' αυτό και αναφερόμαστε στις πιο βασικές πλευρές.

Η δραστηριότητα των βουλευτών του ΚΚΕ δεν περιορίστηκε μόνον στην αποκάλυψη της αντιλαϊκής πολιτικής που ακολουθεί η κυβέρνηση. Με συνεχείς παρεμβάσεις μέσα από Αναφορές, Ερωτήσεις και Επερωτήσεις, στα πλαίσια του κοινοβουλευτικού ελέγχου, προσπάθησαν να αναδείξουν τα οξυμένα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι εργαζόμενοι στους χώρους δουλιάς και κατοικίας από τα πιο μικρά μέχρι τα πιο μεγάλα, καθώς επίσης και ζητήματα προστασίας του περιβάλλοντος, πολιτισμού, αθλητισμού κλπ. Προβλήματα που αναμφίβολα θα οξυνθούν όσο θα ακολουθείται αυτή η πολιτική. Γι' αυτό και μεγάλο μέρος της δραστηριότητας των βουλευτών του ΚΚΕ ήταν η παρουσία στους μικρούς και μεγάλους αγώνες των εργαζομένων, που με την ανάπτυξή τους είναι σε θέση και να παρεμβάλουν σήμερα εμπόδια στις αντιλαϊκές επιλογές ή και να πετύχουν ορισμένες κατακτήσεις και με την προώθηση των συσπειρώσεων, την οικοδόμηση του λαϊκού μετώπου, να δημιουργήσουν τις προϋποθέσεις για μια άλλη εξουσία, τη λαϊκή εξουσία. Αναγκαία όμως προϋπόθεση για να γίνουν αποφασιστικά βήματα στην κατεύθυνση αυτή είναι η ριζική ανατροπή του συσχετισμού των δυνάμεων, με την ολόπλευρη, αποφασιστική και εκλογική ενίσχυση του ΚΚΕ.


Α. Κ.

Κείμενα:

Γεράσιμος ΛΙΒΙΤΣΑΝΟΣ - Γιάννης ΦΩΤΟΥΛΑΣ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ