Η συγκέντρωση και συγκεντροποίηση του κεφαλαίου είναι διαδικασίες σύμφυτες με την ίδια την ιδέα της επιχειρηματικής δράσης
Μόνιμος, σταθερός και ακλόνητος στόχος του κάθε ξεχωριστού κατόχου κεφαλαίων, του κάθε καπιταλιστή δηλαδή, και της άρχουσας τάξης συνολικά, είναι η συνεχής αύξηση και η αδιάλειπτη μεγέθυνση του κεφαλαίου. Οι κατέχοντες τα μέσα παραγωγής (κεφάλαιο) στη διάρκεια της παραγωγικής διαδικασίας ιδιοποιούνται την υπεραξία που παράγουν οι εργαζόμενοι, αποσπώντας το γνωστό σε όλους μας κέρδος. Στη συνέχεια και έχοντας πάντα στόχο την αύξηση του αρχικού τους κεφαλαίου, επανατοποθετούν ένα ποσοστό από αυτή την υπεραξία - που βεβαίως δεν τους ανήκει, αλλά αποτελεί κομμάτι της αξίας του προϊόντος που παρήγαγαν οι εργαζόμενοι και βρέθηκε στα χέρια των καπιταλιστών εξαιτίας των εκμεταλλευτικών σχέσεων παραγωγής - το τοποθετούν και πάλι στην παραγωγή, εξασφαλίζοντας αυτή τη φορά ακόμα μεγαλύτερη υπεραξία και κέρδος. Το ίδιο γίνεται και στον επόμενο και στον μεθεπόμενο και σε κάθε επόμενο παραγωγικό κύκλο, με αποτέλεσμα αφ' ενός να αυξάνεται ο όγκος του κεφαλαίου που έχει στη διάθεσή του ο εκμεταλλευτής και αφ' ετέρου να αυξάνονται διαρκώς τα κλεμμένα και συνεπώς τα χρωστούμενα προς τους εργαζόμενους. Ετσι, μαζί με τα προοδευτικά αυξανόμενα κέρδη εξασφαλίζουν και τη μεγέθυνση των ίδιων των κεφαλαίων, που κατέχουν οι εκμεταλλευτικές ομάδες της κοινωνίας. Αυξάνουν τα μέσα παραγωγής που έχουν στη διάθεσή τους, αυξάνονται τα άλλα πάγια στοιχεία τους, αυξάνεται ο αριθμός των εργαζομένων που απασχολούν-εκμεταλλεύονται, αυξάνονται οι πωλήσεις τους, αυξάνονται τα μερίδια που κατέχουν στις αγορές.
Αυτό που, εντελώς ενδεικτικά, περιγράφεται παραπάνω, είναι ο στοιχειώδης, ο... παραδοσιακός τρόπος μεγέθυνσης των κεφαλαίων. Μόνο που στην πορεία ανάπτυξης της κάθε ξεχωριστής επιχείρησης και της εξέλιξης του συστήματος συνολικά, οι μεμονωμένοι και ανεξάρτητοι καπιταλιστές, μαζί και παράλληλα με την ένταση της εκμετάλλευσης των εργαζομένων, επιδίδονται και σε έναν άνευ προηγουμένου μεταξύ τους ανταγωνισμό. Ζητούμενο είναι ποιος θα αποσπάσει μεγαλύτερο ποσοστό υπεραξίας. Ποιος θα έχει καλύτερα αποτελέσματα κερδοφορίας. Ποιος θα αποκτήσει μεγαλύτερο μερίδιο στην αγορά. Ποιος, με δυο λόγια, θα καταφέρει να μεγεθύνει περισσότερο τα δικά του κεφάλαια. Οχι μόνο συγκριτικά με τα κεφάλαια που διέθετε πριν, αλλά και σε σχέση με την πορεία ανάπτυξης των κεφαλαίων των ανταγωνιστών του. Σ' αυτή την κούρσα, κάποιες επιχειρήσεις αναπτύσσονται γρηγορότερα, κάποιες μένουν στάσιμες, ενώ πολλές είναι εκείνες που μένουν πίσω. Για να φτάσουμε, βέβαια, στο όποιο αποτέλεσμα, σημαντικό ρόλο παίζουν μια σειρά παράγοντες, ξεκινώντας από τον καταμερισμό εργασίας που γίνεται στα πλαίσια των ιμπεριαλιστικών σχηματισμών, τη φάση του οικονομικού κύκλου που μπορεί να διανύει μια καπιταλιστική οικονομία, τις τεχνολογικές εξελίξεις που αφορούν ολόκληρους κλάδους της οικονομίας και φτάνοντας ακόμα και σε δευτερεύουσας σημασίας ζητήματα, όπως είναι οι μέθοδοι διοίκησης και ο τρόπος λειτουργίας των μεμονωμένων επιχειρηματικών μονάδων. Οι αλλαγές που συμβαίνουν σε ένα τέτοιο επίπεδο, αλλάζουν περιοδικά τα δεδομένα που υπάρχουν στις ισορροπίες ανάμεσα στις διαμορφωμένες επιχειρηματικές ομάδες, με αποτέλεσμα εκείνες που αποκτούν μεγαλύτερη ισχύ και προβάδισμα έναντι των άλλων, να προσπαθούν να αναδιαμορφώσουν το υπάρχον σκηνικό, ώστε να κατοχυρώσουν στην πράξη, την υπεροχή τους. Η εικόνα που παρουσιάζεται τότε, είναι γνωστή σε όλους. Κάποιες επιχειρήσεις κλείνουν, κάποιες άλλες εξαγοράζονται από τις μεγαλύτερες και ορισμένες άλλες για να αποφύγουν την περιθωριοποίησή τους προχωρούν σε συγχωνεύσεις με τις ισχυρότερες.
Στην περίπτωση της αύξησης των κεφαλαίων με τη μέθοδο της επανατοποθέτησης μέρους της αποσπώμενης υπεραξίας στην παραγωγική διαδικασία, λέμε ότι έχουμε συγκέντρωση κεφαλαίων. Τη μεγέθυνση των κεφαλαίων μέσω των εξαγορών και συγχωνεύσεων την ονομάζουμε συγκεντροποίηση κεφαλαίων.
Χωρίς να είναι δυνατόν να προσδιορίσει κανείς με απόλυτη ακρίβεια την περιοδικότητα που παρουσιάζεται έξαρση στις εξαγορές και τις συγχωνεύσεις επιχειρήσεων, σύμφωνα με την οικονομική βιβλιογραφία μεγάλοι κύκλοι τέτοιων διεργασιών έχουν παρατηρηθεί από τα τέλη του 19ου αιώνα και ειδικότερα την περίοδο 1895-1904, την περίοδο αμέσως μετά τον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο (1945-47), την περίοδο της δημιουργίας ετερογενών επιχειρηματικών ομίλων τη δεκαετία του '60 και την περίοδο της δεκαετίας του '80. Ορισμένοι οικονομολόγοι υποστηρίζουν την άποψη, ότι ακόμα και σήμερα, κινούμαστε στον αστερισμό του «κύματος» των εξαγορών και συγχωνεύσεων που ξεκίνησαν στα τέλη της δεκαετίας του '80, ως αποτέλεσμα της αντεπαναστατικής ανατροπής στις χώρες της πρώην σοσιαλιστικής κοινότητας, μέσω της οποίας «προσφέρθηκε» ζωτικός χώρος για την κερδοφόρα διείσδυση του πολυεθνικού κεφαλαίου και η οποία συνδυάστηκε με τη λεγόμενη «παγκοσμιοποίηση» και τις ραγδαίες εξελίξεις - ανακατατάξεις και στα τρία κέντρα του ιμπεριαλισμού.
Στην Ελλάδα, μετά την έξαρση που σημειώθηκε περί τα τέλη της προηγούμενης δεκαετίας, από το 2005 παρατηρείται και πάλι ανοδική πορεία των επιχειρηματικών συμφωνιών για εξαγορές και συγχωνεύσεις. Οπως προκύπτει από τα αναλυτικά στοιχεία της PRICE WATER HAUSE COOPER (Πράις Ούτερ Χάουζ Κούπερ) την περίοδο 2002 - 2005 πραγματοποιήθηκαν 916 εξαγορές και συγχωνεύσεις επιχειρήσεων, συνολικής αξίας περίπου 12 δισεκατομμυρίων ευρώ. Ανά χρονιά η εικόνα είναι η εξής:
Βέβαια, και μετά από το 2005 οι αγοραπωλησίες επιχειρήσεων, δεν έχουν κοπάσει. Ο «Ρ» παρουσιάζει σήμερα έναν κατάλογο με τις εξαγορές και συγχωνεύσεις με τις οποίες έχει ασχοληθεί, από το 2005, η Επιτροπή Ανταγωνισμού, η οποία υποτίθεται πως ερευνά το ενδεχόμενο, αν οι υπό εξέταση εξαγορές και συγχωνεύσεις δημιουργούν... μονοπώλιο στην αγορά. Μια καθόλα υποκριτική διαδικασία, η οποία κατά κανόνα καταλήγει στο «πράσινο φως», για να συνεχιστούν απρόσκοπτα οι διεργασίες συγκεντροποίησης κεφαλαίων. Δηλαδή, η ακόμα μεγαλύτερη ισχυροποίηση των ήδη πανίσχυρων επιχειρηματικών ομίλων. Μια διαδικασία την οποία η άρχουσα τάξη επιδιώκει και το πολιτικό προσωπικό διευκολύνει, ενώ σχεδόν πάντα συνοδεύεται με τη χειροτέρευση των όρων και των συνθηκών απασχόλησης για τους εργαζόμενους. Ταυτόχρονα, μια διαδικασία που αυξάνει ακόμα περισσότερο τον κοινωνικοποιημένο χαρακτήρα της παραγωγής και άρα οδηγεί στην ακόμα μεγαλύτερη ωρίμανση των προϋποθέσεων, για την ανατροπή των εκμεταλλευτικών σχέσεων παραγωγής.
Τα επιχειρηματικά κέρδη, και το 2007, αυξήθηκαν με σημαντικούς ρυθμούς. Αυτό είναι γνωστό. Μια από τις επιχειρήσεις που είναι εισηγμένη στο Χρηματιστήριο της Αθήνας, όμως, παρουσίασε αύξηση κερδών της τάξης του 3.949%! Εξωφρενικό ποσοστό. Αν, μάλιστα, το βάλεις δίπλα στο 1 ευρώ που αυξήθηκαν τα μεροκάματα των εργαζομένων, εκείνο που προκαλείται, για τα δεδομένα και τις ισορροπίες που υπάρχουν στις οικονομικο-κοινωνικές σχέσεις είναι κάτι μεταξύ απόλυτης οργής και απόλυτης αγανάχτησης.
Οι επιδόσεις ανήκουν στην εταιρεία «ALAPIS». Ενας επιχειρηματικός όμιλος καθόλου τυχαίος, αφού στο παράδειγμά του αποκαλύπτονται τουλάχιστον δύο πράγματα: Πρώτον, οι στοχεύσεις μιας σειράς «μεταρρυθμίσεων», αφού μέσω αυτών διευκολύνονται με διάφορες ρυθμίσεις οι διαδικασίες εξαγορών και συγχωνεύσεων. Δεύτερον, πλευρές από τον επιχειρηματικό ανταγωνισμό και τις ανακατατάξεις που γίνονται στο χώρο του κεφαλαίου. Δηλαδή, στην περίπτωση της ALAPIS αποτυπώνονται ταυτόχρονα η συγκέντρωση και η συγκεντροποίηση του κεφαλαίου και της παραγωγής, διαδικασία που επιτυγχάνεται χάρη στην αυξημένη εκμετάλλευση της εργατικής δύναμης από το κεφάλαιο. Μια διαδικασία που προβλέπει τόσο τη μεγέθυνση επιχειρηματικών μονάδων που υφίστανται, όσο και με την ένταση των επιχειρηματικών αγοραπωλησιών και συγχωνεύσεων.
Αν κάποιος προσπαθήσει να δει τι εστί «ALAPIS», θα διαπιστώσει ότι τα τελευταία χρόνια οι αρμόδιες υπηρεσίες του υπουργείου Ανάπτυξης και η Επιτροπή Ανταγωνισμού, όταν ασχολούνται με επιχειρηματικές συμφωνίες εξαγορών και συγχωνεύσεων, πολύ συχνά αναφέρουν ότι η τάδε ή η δείνα επιχείρηση, αποκτήθηκε από κάποια άλλη εταιρεία, της οποίας αναγράφουν το όνομα και σε παρένθεση σημειώνουν...«συμφερόντων Λαυρέντη Λαυρεντιάδη». Ετσι ονομάζουν πια τις εταιρείες που ελέγχει ο συγκεκριμένος μεγαλοεπιχειρηματίας, για να συνεννοούνται μεταξύ τους, αφού ο λογαριασμός, για τη δομή και τις εταιρείες που ελέγχει ο όμιλος, έχει χαθεί...
Η ιστορία του ομίλου ξεκινά στις αρχές της προηγούμενης δεκαετίας, με σημείο αφετηρίας το 50% της «ΝΕΟΧΗΜΙΚΗΣ», μιας μικρής - όπως λένε - εμπορικής επιχείρησης διανομής χημικών προϊόντων, με έδρα το Αιγάλεω, που απασχολούσε 19 εργαζόμενους. Τα αυξανόμενα κέρδη της «ΝΕΟΧΗΜΙΚΗΣ», η σύνδεση - συνεργασία της με πολυεθνικές εταιρείες και διάφορα παιχνίδια χρηματιστηριακού τύπου στην οδό Σοφοκλέους, είχαν σαν αποτέλεσμα η μικρή εμπορική επιχείρηση να μετατραπεί σε έναν πολυσχιδή όμιλο που δραστηριοποιείται σε δεκάδες κλάδους και τομείς. Για να γίνουν όμως όλα αυτά...
Ο παραπάνω κατάλογος δεν είναι πλήρης. Και ίσως αυτό δεν είναι το κύριο. Εκείνο που χρειάζεται να έχουμε υπόψη μας είναι ότι όπως δήλωνε πέρσι σε συνέντευξή του ο Λαυρεντιάδης, «για να στηθεί το οικοδόμημα της Νεοχημικής και της Alapis έχουν γίνει περί τις 29 εξαγορές εταιρειών και παγίων».
Με βάση τα επίσημα στοιχεία των δύο ομίλων, η «ΝΕΟΧΗΜΙΚΗ» και η ALAPIS δραστηριοποιούνται σε δεκάδες κλάδους της παραγωγής, του εμπορίου και των υπηρεσιών. Η πρώτη λειτουργεί εκτός από την Ελλάδα σε Κύπρο, Βουλγαρία, Πολωνία, Γερμανία, Ρουμανία, Σερβία, έχοντας υπό τον έλεγχό της 17 ανώνυμες εταιρίες. Η δεύτερη, μετά και τις εξαγορές του 2008, ελέγχει πλήρως 32 ανώνυμες εταιρείες με έδρα, εκτός από την Ελλάδα σε Πολωνία. Αλβανία, Ουγγαρία, Σερβία, Σλοβενία, Ουκρανία, Κροατία, Βουλγαρία κλπ.
Ετσι, η μονάδα διακίνησης χημικών προϊόντων του Αιγάλεω, σήμερα δραστηριοποιείται και στους τρεις τομείς της οικονομίας (αγροτική παραγωγή, βιομηχανία, υπηρεσίες), ασχολείται με εισαγωγές και εξαγωγές, με πωλήσεις και αγορές. Με δυο λόγια και γενικά εκμεταλλεύεται την εργατική δύναμη σ' ολόκληρο το φάσμα του οικονομικού κύκλου και από ό,τι φαίνεται η εκμετάλλευση αυτή της «φουσκώνει» όλο και περισσότερο την ισχύ και τα κέρδη της.
Χωρίς να μπούμε σε ειδικές λεπτομέρειες, αλλά απαριθμώντας απλά τους κλάδους δραστηριοποίησης του ομίλου Λαυρεντιάδη, διαπιστώνεται ότι κινείται σε κατευθύνσεις όπως: