ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Τετάρτη 1 Μάρτη 2017
Σελ. /24
Η δουλειά μας στους αυτοαπασχολούμενους από τη σκοπιά της στρατηγικής μας

Η δουλειά μας στους αυτοαπασχολούμενους οφείλει να σχεδιάζεται με βάση συγκεκριμένους στόχους που απορρέουν από τη στρατηγική μας. Η δουλειά μας στο τράβηγμα όλων και περισσότερων σε μια συμμαχία με την εργατική τάξη, ώστε ιδιαίτερα σε συνθήκες επαναστατικής κατάστασης μια πρωτοπορία τους να συνταχθεί υπέρ της ανατροπής της αστικής εξουσίας και όσο το δυνατόν μεγαλύτερο κομμάτι των υπολοίπων είτε να διάκεινται φιλικά απέναντι στον επαναστατικό αγώνα της εργατικής τάξης, είτε να μην ταχθούν ανοιχτά στο πλευρό της υπεράσπισης της αστικής εξουσίας.

Η ανταπόκριση στους παραπάνω στόχους οφείλει, βέβαια, να ξεκινά από τη σαφή ανάλυση της κατάστασης που επικρατεί αυτή τη στιγμή.

Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα της Eurostat (επικαιροποιημένα στοιχεία έως το τέλος του 2015), παρά τη σημαντική μείωση των αυτοαπασχολούμενων κατά την περίοδο της εκδήλωσης της καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης (2008-2016), η Ελλάδα παραμένει πρώτη ανάμεσα στις ευρωπαϊκές χώρες στο ποσοστό των αυτοαπασχολούμενων στο σύνολο των απασχολούμενων. Μάλιστα, με ποσοστό 30,65% διαθέτει αναλογικά διπλάσιους αυτοαπασχολούμενους από το μέσο όρο των χωρών της Ευρωπαϊκής Ενωσης (14,47 %).

Αλλη περσινή έρευνα (Γενάρης 2016) βασισμένη στις φορολογικές δηλώσεις των ελεύθερων επαγγελματιών σημείωνε ότι 2 στους 3 ελεύθερους επαγγελματίες βρίσκονται κάτω από τα όρια της φτώχειας.

Φυσικά τα παραπάνω στατιστικά στοιχεία δεν είναι απολύτως αντικειμενικά. Πρώτον στα στοιχεία της Eurostat στους αυτοαπασχολούμενους εντάσσουν στους ελεύθερους επαγγελματίες και τους επιτηδευματίες. Δεύτερον, στα στοιχεία των απασχολούμενων δεν συμπεριλαμβάνεται η εκτεταμένη στη χώρα μας μαύρη εργασία, αποτέλεσμα της πολιτικής τσακίσματος των αυτοαπασχολουμένων όλα τα προηγούμενα χρόνια. Τρίτον, οι φορολογικές δηλώσεις δεν αποτυπώνουν και τα πραγματικά εισοδήματα των αυτοαπασχολούμενων.

Ωστόσο, μέσα από τα στοιχεία μπορούμε να δούμε τις κύριες τάσεις και να διαπιστώσουμε ότι υπάρχει ένα εκτεταμένο στρώμα μεσαίων στρωμάτων, μεγάλο μέρος του οποίου αντιμετωπίζει συνθήκες διαβίωσης παρόμοιες με αυτές της εργατικής τάξης. Παράλληλα, ενώ η κατάσταση χειροτερεύει, το επίπεδο συνδικαλιστικής οργάνωσης παραμένει ιδιαίτερα χαμηλό. Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΓΣΕΒΕ και της ΕΣΕΕ, το ποσοστό των συνδικαλισμένων ελεύθερων επαγγελματιών δεν ξεπερνά το 10%.

Πανελλαδικά δραστηριοποιούνται 31 Ομοσπονδίες ΕΒΕ, ενώ στην ΕΣΕΕ εντάσσονται 14 Ομοσπονδίες, 283 Εμπορικοί Σύλλογοι και 5 Σύνδεσμοι εμπορικών αντιπροσώπων. Παράλληλα, έχουμε τη ΓΣΑΕ (τριτοβάθμιο όργανο ΔΧ οχημάτων, ΚΤΕΛ - ΑΣΤΙΚΑ - ΦΟΡΤΗΓΑ - ΤΑΞΙ). Την ίδια στιγμή δραστηριοποιούνται 78 Σύλλογοι Συνταξιούχων ΕΒΕ. Παράλληλα, δραστηριοποιούνται εμπορικά επιμελητήρια.

Από τα στοιχεία που παρέθεσαν, προκύπτουν ορισμένα κύρια πολιτικά συμπεράσματα:

1. Τα μεσαία στρώματα στην Ελλάδα είναι εξαιρετικά διογκωμένα και ένα μεγάλο τμήμα τους ανήκουν στα φτωχά μεσαία στρώματα. Ωστόσο, η συνδικαλιστική οργάνωση κυριαρχείται από τα μεσαία και ανώτερα μεσαία στρώματα τόσο στο επίπεδο της κατοχής των ηγετικών θέσεων, όσο και σε αυτό της κυριαρχίας των αιτημάτων τους.

Στην κατεύθυνση της ιδεολογικής κυριαρχίας των ανώτερων μεσαίων στρωμάτων σημαντικό ρόλο διαδραματίζουν και σειρά άλλων παραγόντων:

α) Το υλικό υπόβαθρο της συμμαχίας της αστικής τάξης με τα μεσαία στρώματα έχει αντικειμενική βάση, καθώς μια ολόκληρη ομάδα μεσαίων επιχειρήσεων (και ορισμένων μικρότερων) δρουν όλα αυτά τα χρόνια στο πλευρό των μονοπωλίων, για αυτό και οι φορείς τους σήμερα υιοθετούν τους στόχους της καπιταλιστικής ανάπτυξης παρά τις όποιες διαφορές τους.

β) Σε αντίθεση με τα μεγαλύτερα τμήματα της εργατικής τάξης, η φύση της δραστηριότητας ενός μεγάλου κομματιού των μεσαίων στρωμάτων συνολικά, αλλά και των αυτοαπασχολούμενων, είτε είναι παρασιτική, είτε η συνέχισή της είναι αναχρονιστική για την παραγωγή. Η αντικειμενική αυτή πραγματικότητα είναι ανασχετική για την όσμωσή τους με το εργατικό κίνημα.

γ) Υπάρχει συστηματική προσπάθεια αστικών (εγχώριων και ευρωπαϊκών) θεσμών να διαμορφώσει συγκεκριμένες αντιλήψεις στα μεσαία στρώματα και στους αυτοαπασχολούμενους, αναφορικά με το ρόλο τους στην παραγωγή και την ανάγκη συμμαχία τους με την αστική τάξη. Τον τελευταίο καιρό, μάλιστα, αυτή η προσπάθεια εξαπλώνεται συστηματικά με την «κοινωνική και αλληλέγγυα» οικονομία.

2. Εξαιτίας των προηγούμενων οι αυτοαπασχολούμενοι συχνά υιοθετούν αιτήματα της αστικής τάξης ή μερίδων της (μείωση φορολογίας των κερδών). Επίσης, ως στρώμα που έχει περισσότερες κοινωνικές και οικονομικές επαφές με την εργατική τάξη, λειτουργεί ως αγωγός της αστικής επιχειρηματολογίας και σε αυτή. Το πρόβλημα είναι ακόμα μεγαλύτερο σε ελεύθερους επαγγελματίες με 1 ή 2 εργαζόμενους, διότι σε αυτή την περίπτωση η σχέση εργαζόμενου - εργοδότη (οι οποίοι συχνά έχουν φιλικές ή και συγγενικές σχέσεις) συσκοτίζεται και προάγονται απλουστευτικές διακρίσεις φτωχών - πλουσίων, ή ακόμα χειρότερα Ελλήνων και δανειστών που μας μισούνε.

3. Το πλήθος των μεσαίων στρωμάτων, σε συνδυασμό με την κυρίαρχη ιδεολογία, δημιουργεί την ψευδαίσθηση της δυνατότητάς τους να φτιάξουν μια δική τους στρατηγική. Σε αυτή την ψευδαίσθηση διάφορες εκφράσεις της κυρίαρχης ιδεολογίας (οι μικρομεσαίοι είναι η ραχοκοκκαλιά της χώρας, φασιστικές οπισθοδρομικές απόψεις για την αξία της μικρής παραγωγής).

Ως συνέπεια, η δουλειά στους αυτοαπασχολούμενους από τη σκοπιά της στρατηγικής μας είναι απαραίτητη και προϋποθέτει:

1. Να γίνει κοινό κτήμα των οργανωμένων δυνάμεων και ακόμα περισσότερο των στελεχών μας ότι οι κομμουνιστές αυτοαπασχολούμενοι και ΕΒΕ δε συνδικαλίζονται για να προάγουν μόνο τα αιτήματα των συναδέλφων τους, αλλά γιατί κατανοούν την αξία αυτής της δράσης για την επίτευξη της ιστορικής αποστολής της εργατικής τάξης.

2. Είναι ανάγκη να πρωτοστατήσουμε στη μαζικοποίηση των συλλόγων με μικρούς αυτοαπασχολούμενους και στην ισχυροποίηση της ΠΑΣΕΒΕ. Η προσπάθεια κατοχύρωσης συλλογικών διεργασιών και η συστηματική προβολή της δικής μας θέσης είναι αυτή που μπορεί:

α) Να διαχωρίσει τα συμφέροντα των αυτοαπασχολούμενων από αυτά των μεσαίων και ανώτερων στρωμάτων, να αποδείξει ότι η πάλη πρέπει να είναι κοινή με την εργατική τάξη.

β) Να αποκαλυφθούν οι θέσεις των αστικών και οπορτουνιστικών δυνάμεων.

γ) Να γίνει δυνατή η απαραίτητη διαπαιδαγώγηση στη συλλογικότητα, η οποία όταν μιλάμε για τους αυτοαπασχολούμενους και τους ΕΒΕ δεν απουσιάζει μόνο σχετικά με τη συνδικαλιστική και την πολιτική τους δραστηριότητα, αλλά και είναι ανύπαρκτη στη δραστηριότητά τους στο πλαίσιο της παραγωγικής διαδικασίας.

3. Να ενισχυθούν οι κοινές δράσεις των αυτοαπασχολούμενων και των ΕΒΕ συνολικότερα με τους οργανωμένους φορείς του ταξικού εργατικού κινήματος όχι μόνο στο επίπεδο των πολιτικών πρωτοβουλιών. Η συμμετοχή των αυτοαπασχολούμενων σε μια κινητοποίηση για την επαναπρόσληψη ενός απολυμένου μιας εταιρείας ακόμα και μικρής αποτελεί ουσιαστικό βήμα στη συνείδησή του, κρίσιμο για να σπάσει τους δεσμούς με τα υπόλοιπα μεσαία στρώματα.


Ηλίας Στεφάνου
ΚΟΒ Κατασκευών ΕΒΕ

Να ρίξουμε άπλετο φως στην περίοδο της σοσιαλιστικής οικοδόμησης

Στη Θέση 82, μεταξύ άλλων, προτείνεται η «Κατάλληλη στελέχωση των Τμημάτων της ΚΕ, ώστε να προχωρήσει περαιτέρω η μελέτη της σοσιαλιστικής οικοδόμησης κατά τον 20ό αιώνα». Πολύ σωστά. Παράλληλα, όμως, πρέπει να ξεκαθαρίσουμε στο μυαλό μας και στον υπόλοιπο κόσμο την αλήθεια γι' αυτό που η προπαγάνδα ονομάζει «Σταλινισμός».

Ο αντίπαλος έχει ήδη ξεκινήσει νέο κύμα «διαφώτισης» με έκδοση βιβλίων γύρω από τον «στυγνό δικτάτορα» και τη δυστυχία των λαών, που ατύχησαν να ζήσουν την «κομμουνιστική βαρβαρότητα». Αυτά έρχονται να προστεθούν στην προπαγάνδα δεκαετιών, που έχει σφηνώσει στα μυαλά των ανθρώπων μια ζοφερή εικόνα κατατρεγμών από τους κομμουνιστές και ιδιαίτερα τον Στάλιν. Προσπαθούν να παραστήσουν σαν την πιο μαύρη περίοδο της ανθρωπότητας αυτήν που ακριβώς ήταν η πιο φωτεινή. Αυτήν την περίοδο πρέπει εμείς να την προβάλλουμε σαν παράδειγμα, επιθετικά και όχι απολογητικά, έστω και αν η πρότασή μας για την επανάσταση και τη σοσιαλιστιστική οικοδόμηση στην Ελλάδα δεν αποτελεί μηχανιστική αντιγραφή της αντίστοιχης στη Σοβιετική Ενωση. Πρέπει να υπερασπιστούμε με πιο σαφή και αποφασιστικό τρόπο την αλήθεια. Και να έχουμε στο μυαλό μας ότι πολλοί, ακόμα και καλοπροαίρετοι πιστεύουν ότι πράγματι έγιναν τα περισσότερα από αυτά που καταμαρτυρούνται, ότι πράγματι ο Στάλιν έκανε όλα αυτά τα τρομακτικά. Θεωρούν, όμως, ότι όλα αυτά καλώς συνέβησαν (επανάσταση, καλοί - κακοί κ.λπ.), άρα αν χρειαστεί θα κάνουμε τα ίδια. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα, εκεί που πάει να πειστεί κάποιος για την ορθότητα των προτάσεών μας, να νιώθει ότι κάτι δεν του αρέσει στην όλη ιστορία, ότι θα ζωντανέψουν οι εφιάλτες, που τόσα χρόνια έχωνε η προπαγάνδα του αντιπάλου στα κεφάλια μας.

Να τελειώσουμε μια για πάντα με το μύθο της τρομοκρατίας, των φυλακίσεων, των γκουλάκ κ.λπ. Εδώ το υλικό είναι άφθονο και τα επιχειρήματα ακόμα περισσότερα. Φυσικά, δεν αρνείται κανείς ότι υπήρχαν κάθε μορφής φυλακές στη ΣΕ (κλειστές, εργασίας, γκουλάκ). Ο σοβιετικός λαός υπερασπίστηκε τις κατακτήσεις του με το όπλο στο χέρι και είχε κάθε δικαίωμα να το κάνει. Αλλά ποιο είναι το κριτήριο για να χαρακτηρίσεις μια ενέργεια σαν βίαιη, εννοώντας απαράδεκτη, κατακριτέα, απορριπτέα; Το να στήσεις το 1922 τους έξη στο Γουδή, μετά από δίκη - παρωδία και συνοπτικές διαδικασίες για να ικανοποιήσεις την εκλογική σου πελατεία είναι αποδεκτό. Αλλά το να οδηγήσεις σε δίκη τους υπονομευτές της Επανάστασης και της προκοπής του σοβιετικού λαού («δίκες της Μόσχας» τη δεκαετία του 30) είναι «εκκαθαρίσεις προσωπικών αντιπάλων». Οταν ο Κολοκοτρώνης τιμωρούσε με φωτιά και τσεκούρι τους κοτζαμπάσηδες που προσκύναγαν τον Ιμπραήμ, επρόκειτο για πατριωτική ενέργεια. Οταν όμως τιμωρούνταν οι κουλάκοι, που έκαιγαν τις σοδειές και τα ζώα, αφήνοντας εκατομμύρια ανθρώπους να πεθάνουν από την πείνα, αυτό γινόταν για να ικανοποιήσει ο Στάλιν τα αιμοβόρα ένστικτά του.

Από τις θεμιτές, όμως, λυπηρές αλλά αναπόφευκτες ενέργειες, μέχρι αυτά που εμπνέεται η αστική προπαγάνδα, υπάρχει μεγάλη απόσταση. Το καταπληκτικό είναι πως μεγάλο μέρος των στοιχείων μπορεί να αντληθεί από τα ίδια τα κείμενα του αντιπάλου. Ενδεικτικά μόνο αναφέρω το εξής: Υπάρχει εργασία - αναφορά, που έγινε σε ίδρυμα υποστηριζόμενο από το Στέιτ Ντιπάρτμεντ, σχετική με την αμνηστία του 1945, που δόθηκε με την ευκαιρία της νικηφόρας έκβασης του 2ου Παγκόσμιου Πολέμου. Εκεί γίνεται προσπάθεια να παρουσιαστούν οι φυλακίσεις σαν το αγαπημένο χόμπι του Στάλιν. Ωστόσο, δεν μπόρεσε να κρυφτεί ότι υπήρξε μέριμνα για το πώς θα μετακινηθούν οι αποφυλακιζόμενοι μέχρι τους τόπους κατοικίας τους, τι θα τρώνε, πώς θα περιθάλπονται, λεφτά για τα πρώτα τους έξοδα... Επίσης, ότι οι κεντρικές υπηρεσίες πίεζαν διαρκώς τους διευθυντές φυλακών, γκουλάκ κ.λπ., όταν παρατηρούνταν καθυστερήσεις στην υλοποίηση των αποφυλακίσεων. Αναφέρονται δε και διαμαρτυρίες κρατουμένων που θεωρούσαν ότι αδικήθηκαν, οι οποίες έφτασαν μέχρι τα ανώτατα κλιμάκια (μιλάμε για πολύ φίμωμα και βαρβαρότητα!).

Παράλληλα, δεν μπορεί να μείνει απέξω η καθημερινότητα του σοβιετικού πολίτη. Εδώ δεν φτάνει να πούμε με αριθμούς πόσα σχολεία ή νοσοκομεία υπήρχαν, αλλά να δείξουμε πόσο ξένοιαστος, πόσο ασφαλής ένιωθε. Υπάρχουν τόσα βιβλία, εφημερίδες και κυρίως κινηματογραφικές ταινίες της εποχής. Το διαδίκτυο είναι γεμάτο. Μαζί με τα στοιχεία, λοιπόν, πρέπει να προβάλλουμε και την εικόνα. Τα στοιχεία είναι καλά για μελέτη, αλλά για να πείσεις ότι π.χ. κάποιος καλοτρώει θα δείξεις το στρωμένο τραπέζι του όχι την απόδειξη του σουπερμάρκετ. Και πρέπει, όταν αναφερόμαστε στην οικοδόμηση του Σοσιαλισμού στη Σοβιετική Ενωση, αλλά και αλλού, να μάθουμε να λέμε πρώτα ότι οι άνθρωποι ήσαν ευτυχισμένοι, πριν πούμε ότι είχαν Υγεία, Παιδεία, εργασία κ.λπ.

Με το νέο κύμα προπαγάνδας, ο αντίπαλος μας στρώνει το δρόμο, κεντρίζει ο ίδιος το ενδιαφέρον του κόσμου, βγάζοντας από την αφάνεια θέματα, που μόνο εμάς συμφέρει να θίγονται. Πρέπει να απαντήσουμε επιθετικά, παίρνοντας εμείς την πρωτοβουλία των κινήσεων.

Προτείνω, λοιπόν, μια συστηματική δουλειά, με στόχο να πέσει άπλετο φως στην περίοδο της σοσιαλιστικής οικοδόμησης, που θα ταράξει τα νερά και θα κλονίσει πεποιθήσεις, με εκδηλώσεις που θα προβάλλουν με παραστατικό τρόπο τη ζωή στη ΣΕ αλλά και σε άλλες σοσιαλιστικές χώρες. Δεν θα είναι εύκολο να πείσουμε τον κόσμο ότι ήταν ένας παράδεισος. Μπορούμε όμως να σπάσουμε την αυτονόητη για τους περισσότερους αντίληψη ότι ήταν μια κόλαση.


Γιώργος Τσόκος
ΚΟΒ ΠολυτεχνικήςΠάτρα

Για την παρέμβασή μας στους νέους εργαζόμενους

Στις Θέσεις της ΚΕ για το 20ό Συνέδριο τίθεται ως ζητούμενο η αποφασιστική ενίσχυση των Τομεακών Οργάνων του Κόμματος και της ΚΝΕ, η βελτίωση της ικανότητάς τους να εξειδικεύουν την πολιτική μας στο χώρο τους. Ιδιαίτερα για την ΚΝΕ και μάλιστα σε Τομείς που παρεμβαίνουν σε νέους εργαζόμενους ή σε σπουδαστές της κατάρτισης, νομίζω θα πρέπει να μας απασχολήσουν τα εξής ζητήματα:

Αρχικά, έχουμε μεγαλύτερη δυσκολία να επεξεργαζόμαστε και να εξειδικεύουμε ζητήματα που αφορούν σε νέους εργαζόμενους, στη δουλειά μας στο εργατικό κίνημα και στα σωματεία. Είναι καθήκον προς κατάκτηση για τις Οργανώσεις μας.

Για παράδειγμα, πρέπει να μας απασχολεί περισσότερο το πώς συμβάλλουμε σε ΔΣ εργατικών σωματείων, στο άνοιγμα της δουλειάς στη νεολαία των κλάδων, στα αντίστοιχα τμήματα της κατάρτισης, ακόμα και στη δημιουργία σωματειακών επιτροπών νέων στα κλαδικά συνδικάτα, π.χ. στις Κατασκευές ή στον Επισιτισμό - Τουρισμό.

Στο νου μας να έχουμε το πώς διαμορφωνόμαστε ως κομμουνιστές συνδικαλιστές, πώς συνειδητοποιούμε ότι η οργάνωση και η παρέμβασή μας στο κίνημα δεν αρκεί να περιορίζεται κατά κύριο λόγο στα «τυπικά», στο να μαζευτεί το ΔΣ, να οριστεί η Γενική Συνέλευση, να «περάσει» κάποιο ψήφισμα - τα οποία είναι κι αυτά σημαντικά -, αλλά πρώτα και κύρια αφορά στην παρέμβαση στο περιεχόμενο και στον προσανατολισμό του. Οτι τα εργατικά σωματεία, οι σύλλογοι πρέπει να ασχολούνται με το σύνολο της ζωής των μελών τους και ότι για τα νέα ηλικιακά μέλη τους πέφτει στην ΚΝΕ σοβαρό μερίδιο ευθύνης και δουλειά ουσιαστικής εξειδίκευσης.

Ο ΚΝίτης στο σωματείο του, στο σύλλογό του, αλλά και έξω από αυτόν, πρέπει να εξηγήσει από την αρχή την αξία της οργανωμένης πάλης, σε ανθρώπους που μεγάλωσαν σε συνθήκες βαθιάς υποχώρησης του κινήματος, χωρίς εμπειρία από παλαιότερες κατακτήσεις, πολλές φορές μάλιστα εχθρικούς προς έννοιες όπως «οργάνωση», «σωματείο», «σύλλογος». Να επεξεργαστεί ιδιαίτερα αιτήματα για τους νέους αυτούς εργαζόμενους, ζητήματα που πρέπει να γίνουν αντικείμενο διεκδίκησης του αντίστοιχου κλαδικού συνδικάτου, να αποτελέσουν σημείο επαφής του με την αντίστοιχη νεολαία.

Παραδείγματος χάρη, κατάργηση του μισθολογικού διαχωρισμού ανάμεσα στους νέους ηλικιακά και τους μεγαλύτερους εργαζόμενους. Να μπει τέλος στις απλήρωτες πρακτικές, με τις οποίες εκμεταλλεύονται τους νέους και μάλιστα στην αιχμή της παραγωγικότητάς τους, οι οποίες γενικεύονται πια πολύ πέρα και από τις υποχρεωτικές πρακτικές των ΙΕΚ - ΟΑΕΔ ή ΑΕΙ - ΤΕΙ και πολλές φορές εκτείνονται σε ένα μεγάλο μέρος του εργασιακού βίου μετά την αποφοίτηση. `Η αντίστοιχα αιτήματα που αφορούν τις νέες εργαζόμενες γυναίκες, τις νέες μητέρες και τα νέα ζευγάρια, που χρειάζονται σημαντικές διευκολύνσεις και στήριξη για να στήσουν τη ζωή και την οικογένειά τους στις σημερινές συνθήκες. Πέρα από αυτά, υπάρχουν θέματα που αφορούν στο ίδιο το περιεχόμενο της εργασίας κάθε κλάδου, πράγμα που δεν πρέπει να υποτιμάται, γιατί διδάσκει τους νέους εργαζόμενους να ενδιαφέρονται για την κοινωνία στην οποία ζουν και εργάζονται, να αισθάνονται το καθήκον να τη βελτιώσουν.

Η επεξεργασία όλων αυτών των ζητημάτων από την ΚΝΕ, ιδιαίτερα στους Τομείς εργαζομένων, προϋποθέτει την ουσιαστική συνεργασία, τη στήριξη, τη μεταφορά εμπειρίας, θετικής ή αρνητικής πείρας, από τα αντίστοιχα κομματικά Οργανα. Η σχέση αυτή έχει παίξει τον κυρίαρχο ρόλο σε όλα τα θετικά βήματα που έχει κάνει η δουλειά μας το τελευταίο διάστημα.

Καλή επιτυχία στις εργασίες του 20ού Συνεδρίου μας.


Αλάφη - Ανδρικοπούλου Αλεξάνδρα
Μέλος ΓΠ Δυτικής Ελλάδας της ΚΝΕ

Για την ιδεολογική παρέμβαση του Κόμματος

Στο υποκεφάλαιο άξονες επικέντρωσης της ιδεολογικής παρέμβασης του Κόμματος μπαίνουν κάποια από αυτά τα ζητήματα στρατηγικής μας και σε αυτά θα ήθελα να μείνω, σχετικά με την πείρα που έχουμε μέχρι τώρα στο να τα αναδεικνύουμε στη νεολαία.

Α) Η σχέση ανάμεσα στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο και στην αποσταθεροποίηση της αστικής εξουσίας. Μέσα σε περίοδο καπιταλιστικής κρίσης που διανύσαμε και διανύουμε εκτιμάμε σωστά ότι οξύνονται οι ανταγωνισμοί των ιμπεριαλιστών και ως εκ τούτου αυξάνονται οι πολεμικές εστίες σε όλο τον κόσμο. Δεν δυσκολευτήκαμε μέσα σε αυτές τις εξελίξεις να αναδείξουμε ότι αυτές οι επεμβάσεις και οι πόλεμοι δεν γίνονται για την αποκατάσταση της δημοκρατίας, την αντιμετώπιση της τρομοκρατίας κ.λπ. Ισα - ίσα ένας κόσμος καταλαβαίνει ότι γίνονται για τα συμφέροντα μονοπωλιακών ομίλων, αστικών κρατών που προσπαθούν να πατήσουν πόδι σε μια σειρά περιοχές. Δυσκολευτήκαμε, ωστόσο, στον πυρήνα της θέσης μας, δηλαδή ότι και σε μια τέτοια περίοδο παλεύουμε για την ανατροπή της ελληνικής αστικής τάξης, ότι αυτό θα δώσει τέλος στην εμπλοκή σε ιμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς άρα και στην εμπλοκή σε ιμπεριαλιστικούς πολέμους. Ορισμένοι προβληματισμοί, από τον κόσμο με τον οποίο συζητάμε για αυτό το θέμα, είναι ότι η θέση μας για την ανατροπή της αστικής τάξης της Ελλάδας, σε συνθήκες ιμπεριαλιστικού πολέμου, θα έχει στην ουσία ως αποτέλεσμα την «ήττα της χώρας μας», και άρα ότι θα είναι «προδοτική». Ταυτόχρονα, υπάρχει ο προβληματισμός για το κατά πόσον μπορεί ο ίδιος ο λαός να τα βάλει με την ξένη και εγχώρια αστική τάξη, αν έχει τη δύναμη, κ.λπ. Τέτοια ζητήματα συζητήθηκαν και μετρήσαμε βήματα στο να τα ανοίγουμε ακόμα καλύτερα μέσα στη χρονιά που μας πέρασε μπροστά στα 70χρονα του ΔΣΕ, που μέσα από την πείρα του Κόμματος απαντήθηκαν. Ωστόσο, είναι κάτι που συνεχώς έρχεται και θα έρχεται στο προσκήνιο. Το ουσιαστικό είναι, παράλληλα με τη μελέτη της στρατηγικής μας σε σχέση με τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο να γινόμαστε ικανότεροι στο τώρα να την αναδεικνύουμε, να φωτίζουμε το πώς η πολιτική της ελληνικής αστικής τάξης εμπλέκει τη χώρα σε αυτούς τους ανταγωνισμούς. Είναι ένα σύνθετο ζήτημα για να απαντηθεί και δεν λύνεται, αναφέροντας μόνο το πόσο κοντά είναι η Ελλάδα στις ήδη υπάρχουσες πολεμικές εστίες. Η αρθρογραφία του «Ριζοσπάστη» πάνω στη σύνδεση εσωτερικής - εξωτερικής πολιτικής της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ, αλλά και διαχρονικά των ελληνικών κυβερνήσεων, βοηθάει να απαντηθούν οι απόψεις που συναντάμε από ένα κομμάτι νέων, ότι τέτοιες καταστάσεις «είναι μακριά από εμάς», ότι είναι κάτι «μακρινό» που σαν χώρα της ΕΕ δεν πρόκειται να μας ακουμπήσει, ή απόψεις που τελικά μπορεί να οδηγήσουν στην αθώωση της πολιτικής της αστικής τάξης.

Β) Διαφώτιση για τον σοσιαλιστικό χαρακτήρα της επανάστασης. Από το 18ο Συνέδριο μέχρι και σήμερα έχουν γίνει βήματα στην αφομοίωση των ζητημάτων της σοσιαλιστικής οικοδόμησης. Αυτά τα βήματα, όμως, φαίνεται ότι πρέπει να γίνουν και να ξαναγίνονται από την αρχή στα νέα ΤΣ, στα νέα στελέχη, στους νέους μας συντρόφους. Το 20ό Συνέδριο ούτε προγραμματικό είναι, ούτε επαναφέρει ξανά όλη τη στρατηγική μας μέσα από τις Θέσεις. Ωστόσο, μας δίνει την ευκαιρία να ανακαλύψουμε τα κενά μας, πιο προσανατολισμένα να βοηθήσουμε στο να λυθούν το επόμενο διάστημα, κάτι που φάνηκε και από τις απορίες που υπάρχουν προς το παρόν πάνω στις Θέσεις και καταπιάνονται με ζητήματα του Προγράμματος και της σοσιαλιστικής οικοδόμησης. Οταν εξηγούμε τι είναι αυτό που παλεύει το Κόμμα να έρθει, αυτή η άλλη εξουσία, ένας κόσμος δίπλα μας τείνει να κατανοεί την επανάσταση ως κάτι που απλά θα καταστρέψει κάθε αδικία, απλά θα φέρει την ισότητα. Ως εκ τούτου είναι κάτι που προκύπτει απλά από το ότι υπάρχουν πλούσιοι και φτωχοί, υπάρχει αδικία και οι ονειροπόλοι κομμουνιστές. Είναι προφανές πως όσο καλύτερα εμείς αφομοιώνουμε νομοτέλειες της κοινωνίας που θέλουμε να χτίσουμε, τόσο καλύτερα μπορούμε να την εξηγήσουμε και στον περίγυρό μας. Υπάρχουν ερωτήματα, που μπορούμε να γίνουμε ικανότεροι να τα απαντάμε, και αφορούν στις αμοιβές στο σοσιαλισμό, στη συμμετοχή στην εξουσία, στο ρόλο του Κόμματος σε συνθήκες οικοδόμησης, στο τι είναι αντικειμενικό κατά την πορεία της και στο τι είναι στο χέρι μας. Στην απάντηση αυτών των ερωτημάτων εμποδίζει πολλές φορές η τωρινή εμπειρία των νέων. Είναι αντικειμενικό, για παράδειγμα, σε ένα πρώτο επίπεδο, ο κόσμος που συζητάμε να μπερδεύει τη σοσιαλιστική μονάδα παραγωγής, με κρατικές επιχειρήσεις στον καπιταλισμό. `Η το να αντιμετωπίζουν την εργατική εξουσία και τους θεσμούς της στο χώρο δουλειάς σαν λόγια που δεν μπορούν να γίνουν, αφού όποτε σήμερα του μιλάνε για συμμετοχή των εργαζομένων, για δημοκρατία, δημοψηφίσματα κ.ά., σφίγγει ακόμα περισσότερο το ζωνάρι.

Γ) Ανάδειξη της ανωτερότητας των θεσμών της εργατικής εξουσίας σε σχέση με την αστική δημοκρατία. Εδώ, κατά τη γνώμη μου, το πρώτο που συναντάμε είναι ότι όση εξουσία και να έχει ο λαός, πάντα θα υπάρχουν κάποιοι καθοδηγητές κ.λπ., και με αυτήν την έννοια, πάντα θα υπάρχουν εκμεταλλευτές, αφού «ο άνθρωπος το έχει μέσα του», «δεν μπορεί να μην βάλει το δάχτυλο στο μέλι». Είναι κάτι που συνδέεται άμεσα με το πώς ερμηνεύει ο νέος σήμερα και γενικά ο λαός την αιτία αυτής της πολιτικής και της κατάστασης που βιώνει, η αντιστροφή δηλαδή της σχέσης πολιτικής - οικονομίας, εις βάρος της οικονομίας. Οι αντιλήψεις που συχνά συναντάμε δηλαδή για τη Βουλή, τους ανίκανους ή ικανούς πολιτικούς. Εδώ νομίζω ότι χρειάζεται να γίνουμε ικανότεροι στο να εξηγούμε γιατί θέλουμε τους θεσμούς της εργατικής εξουσίας, γιατί θα υπάρχουν. Δεν το κάνουμε λόγω κάποιας ηθικής, ούτε κάποιου δημοκρατικού αισθήματος και, αν δεν ήταν ανάγκη, δεν θα τους αναφέραμε καν στο Πρόγραμμά μας. Ο Σοσιαλισμός - Κομμουνισμός είναι το πρώτο σύστημα στην ανθρώπινη Ιστορία όπως λένε οι κλασικοί μας, που δεν αναπτύσσεται αυθόρμητα κάτω από την επίδραση των νόμων του, όπως ο καπιταλισμός, αλλά χρειάζεται τη συνειδητή εφαρμογή των νομοτελειών του από το ίδιο το Κόμμα, την εργατική τάξη, τη δράση της, δηλαδή το πέρασμα από το «βασίλειο της αναγκαιότητας στο βασίλειο της ελευθερίας». Γι' αυτό, είναι αναγκαία, αλλά και ανώτερη μορφή δημοκρατίας η εργατική εξουσία.


Μπρούζγος Φρίξος
Γραφείο Περιοχής Κεντρικής Μακεδονίας της ΚΝΕ

Για τις Τομεακές Επιτροπές

Το σύνθημα που διαπερνάει όλο το κείμενο των Θέσεων για Κόμμα ισχυρό, έτοιμο και ικανό να οδηγήσει την εργατική τάξη στο να επιτελέσει την ιστορική της αποστολή, δένει αρμονικά με τις επεξεργασίες του 18ου και 19ου Συνεδρίου.

Οι αυξημένες απαιτήσεις των καιρών, η συνθετότητα των καταστάσεων που ζούμε, ανεβάζουν αντικειμενικά τις απαιτήσεις που πρέπει να έχουμε - και έχουμε - από τους εαυτούς μας και από τα όργανα συλλογικά. Οι ανεβασμένες απαιτήσεις περιλαμβάνουν, το χιλιοειπωμένο και πάντα στόχο προς κατάκτηση, ιδεολογικοπολιτικά θωρακισμένο στελεχικό δυναμικό που θα είναι ικανό να αντιμετωπίσει κάθε τι που θα βρεθεί στο διάβα του πρωτόβουλα, συλλογικά και βάση του Προγράμματος. Οπως εντοπίζουν και οι Θέσεις, ρόλο - κρίκο σε αυτήν την προσπάθεια παίζουν τα τομεακά όργανα.

Η δυσκολία στο πώς θα μπορέσει να λειτουργήσει η Τομεακή Επιτροπή ως ετοιμοπόλεμο επιτελείο μάχης, πρέπει να γίνει το στοίχημα του Κόμματος στο σύνολό του και θέλει άμεσα να μετρήσουμε βήματα στο πώς θα κερδηθεί. Χρειάζεται προσοχή να μη γλιστρήσουμε στη συλλογική ευθύνη π.χ. διοργάνωση ιδεολογικών μαθημάτων, που ναι μεν είναι απαραίτητα, αλλά εξαιτίας των, να αποποιούμαστε την ατομική ευθύνη π.χ. αυτομόρφωση, που είναι αναπόσπαστο κομμάτι της ιδεολογικής θωράκισης. Το κλειδί είναι η ισορροπία ανάμεσα στα δύο, επικουρούμενη πάντα, από την εποικοδομητική κριτική και την αυτοκριτική.

Η ομαλή λειτουργία μιας Τομεακής και του Κόμματος συνολικότερα βασίζεται στη λειτουργία των ΚΟΒ. Για να έχουμε ΚΟΒ που θα έχουν συχνότητα στις συνεδριάσεις με περιεχόμενο και ζωντάνια, χρειάζεται πρώτα απ' όλα ανάληψη καθοδηγητικής ευθύνης από τα στελέχη που καθοδηγούν και απαρτίζουν την κάθε Οργάνωση Βάσης. Η αλληλοτροφοδότηση Τομεακού οργάνου - ΚΟΒ με εμπειρία, με εικόνα από τους χώρους ευθύνης της Τομεακής, είναι επιτακτική ανάγκη για να μπορεί να διαμορφώνεται πανελλαδικά η εκάστοτε γραμμή πάλης και έτσι πρέπει να αντιλαμβάνεται.

Σίγουρα η Τομεακή Επιτροπή χρειάζεται συνεχή στήριξη από την Επιτροπή Περιοχής, την Κεντρική και τα Τμήματά της, πρέπει όμως να αυξηθεί η ιδεολογική κατάρτιση πρώτα - πρώτα των στελεχών, με αξιοποίηση κάθε εργαλείου που μας παρέχει το Κόμμα. Για να μπορεί να ανεβαίνει το επίπεδου του οργάνου κάθε φορά και λίγο περισσότερο, χρειάζεται η ενασχόληση των στελεχών με τις εκδηλώσεις, τις πρωτοβουλίες των ΚΟΒ, τη διοργάνωση βιβλιοπαρουσιάσεων, θεματικών συσκέψεων, αλλά και την προσωπική συμβολή στη διακίνηση του κομματικού Τύπου, το άνοιγμα της αντιπαράθεσης με τις άλλες δυνάμεις κ.ά.

Σύμφωνα με τα παραπάνω, η ιεράρχηση και ο σχεδιασμός που κάθε φορά βάζουμε, πρέπει να παίρνει υπόψιν όσο το δυνατόν περισσότερους παράγοντες μπορεί. Για να επιτελείται ένα τόσο σύνθετο καθήκον, χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή στη στελέχωση βοηθητικών τμημάτων, με την αξιοποίηση συντρόφων, παίρνοντας υπόψιν την επαγγελματική εμπειρία του κάθε στελέχους, αλλά και τα χόμπι και τα ιδιαίτερα ταλέντα του κάθε ένα από εμάς. Ο σωστός καταμερισμός μέσα στην Τομεακή, που θα αξιοποιεί κάθε μέλος της, με τον εποικοδομητικό έλεγχο του Τομεακού Γραφείου - πράγματα που δεν τα έχουμε πάντα λυμένα -, μπορούν να συμβάλουν καθοριστικά στην πιο επαρκή καθοδήγηση του Τομέα.

Ο ολοκληρωμένος σχεδιασμός πρέπει να βασίζεται πάνω στην εξειδίκευση της γραμμής πάλης ανάλογα την ιδιαιτερότητα του Τομέα ευθύνης. Η επανάληψη των γενικών κατευθύνσεων, χωρίς την ανάλογη εξειδίκευση, οδηγούν αντικειμενικά σε δράσεις οι οποίες δεν πατάνε στο πρόβλημα, δεν έχουν την απήχηση που θα μπορούσαν να έχουν, αγωνιζόμαστε δηλαδή χωρίς τα θεμιτά αποτελέσματα. Για παράδειγμα, δεν νοείται για τον Τομέα του Εβρου να μην παίρνεται στα υπόψιν του σχεδιασμού η γεωστρατηγική του θέση, η κοινωνική του σύνθεση, η τοπική οικονομία της αγοράς, αλλά και οι εκάστοτε διεθνείς συνθήκες όπως η όξυνση των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών, η εξέλιξη του Κυπριακού, οι εξελίξεις μετά το πραξικόπημα στην Τουρκία και μια σειρά άλλων παραμέτρων που αποτελούν ιδιαιτερότητα ανάλογα και με τη δεδομένη στιγμή. Η έννοια της εξειδίκευσης των κατευθύνσεων δεν είναι καθήκον κατά αποκλειστικότητα των ανωτέρων οργάνων και δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται ως κάτι τέτοιο.

Η παρακολούθηση τοπικά των εξελίξεων, η δυνατότητα της έγκαιρης αντίληψης γεγονότων, η άμεση επέμβαση για επίλυση ζητημάτων, η αξιοποίηση όλων των δυνατοτήτων που μας παρέχονται, η διοργάνωση κινητοποιήσεων με έγκαιρη ανάληψη πρωτοβουλιών για ένα τοπικό πρόβλημα, η αξιοποίηση του περίγυρου στην πολιτική δράση της Οργάνωσης, είναι χαρακτηριστικά που κατακτώνται με συλλογικό τρόπο δράσης, καταξιώνουν το Κόμμα στον Τομέα ευθύνης της Οργάνωσης, βοηθούν στην οικοδόμηση. Για να γίνεται όμως αυτό, απαιτούνται συνεδριάσεις της Τομεακής Επιτροπής επαρκώς προετοιμασμένες από πριν, με έγκαιρα δοσμένες εισηγήσεις που να πατούν στην εικόνα και τις εμπειρίες των ΚΟΒ και των κομματικών ομάδων. Με στελέχη που τοποθετούνται προσθέτοντας στην εισήγηση, συμβάλλοντας στην εξειδίκευση της δουλειάς σε κάθε χώρο δράσης της οποιασδήποτε ΚΟΒ. Αντίστοιχα πρέπει να δουλεύουμε πηγαίνοντας προς τις ΚΟΒ, με τη βοήθεια του παραπάνω οργάνου. Με μια τέτοια λειτουργία θα μπορέσουν καλύτερα να εκτελέσουν και τα Γραφεία των ΚΟΒ τον καθοδηγητικό τους ρόλο.

Δουλεύοντας με τέτοιο τρόπο, μπορούμε να αυξήσουμε τα ποιοτικά μας χαρακτηριστικά ανεβάζοντας ταυτόχρονα και τα ποσοτικά, δουλεύοντας πάνω στο καθήκον της ένταξης νέων μελών στο Κόμμα με πιο μαζικούς όρους, τηρώντας πάντα βέβαια τους όρους του Καταστατικού. Πρέπει να μπούμε στα πιο γεμάτα της ταξικής πάλης με Κομματικές Οργανώσεις Βάσεις στρατηγικά τοποθετημένες σε καίρια σημεία ευθύνης.

Οι κομματικές ομάδες μπορούν να αποτελέσουν επιτελικό ρόλο σε αυτόν το στόχο, φτάνει να δουλεύουν βάση χαρτιού και μολυβιού, χωρίς πισωγυρίσματα, με εισήγηση, συζήτηση, όρεξη και επαναστατικό πείσμα, χαρακτηριστικά βέβαια που πρέπει να διακατέχουν ολόκληρο το κομματικό δυναμικό.

Η διαδικασία της μελέτης των Θέσεων, μαζί με την εσωκομματική διαδικασία προετοιμασίας για το Συνέδριο του Κόμματος, μας αφήνουν πολύτιμα συμπεράσματα που θα αποτελέσουν και τη μαγιά για τις αποφάσεις του. Η επαναστατική αισιοδοξία που διέπει το Κόμμα, μπορεί να αποτελέσει το εφαλτήριο της αντεπίθεσης της εργατικής τάξης.


Μιχαηλίδης Σιδέρης
Γραμματέας ΤΕ Εβρου



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ