Επιδεινώνεται ακόμα περισσότερο η κατάσταση με τις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις
Eurokinissi |
Οπως προκύπτει από τα στοιχεία της έρευνας, τόσο η αποτίμηση του α' εξαμήνου 2013, όσο και οι εκτιμήσεις για τις προοπτικές που υπάρχουν για το δεύτερο εξάμηνο παραμένουν ιδιαίτερα αρνητικές. Ηδη το 75,4% των μικρών επιχειρήσεων θεωρεί ότι η κατάσταση έχει ήδη επιδεινωθεί, ενώ 68,1% των επιχειρήσεων του δείγματος εκτιμά ότι η κατάσταση θα χειροτερεύσει ακόμα περισσότερο. Σύμφωνα με τους αναλυτές της έρευνας, «είναι η πρώτη φορά τα τελευταία 2 χρόνια που σημειώνεται αύξηση των αρνητικών προσδοκιών, κάτι που καταδεικνύει ότι εξανεμίζεται κάθε ελπίδα ανάκαμψης».
Η έρευνα γίνεται σε εξαμηνιαία βάση από το Μάη του 2009. Εγινε σε πανελλαδικό δείγμα 1.200 επιχειρήσεων (από 0 έως 49 άτομα προσωπικό). Σύμφωνα με τα ευρήματα της έρευνας του Ιούνη, τα αποτελέσματα είναι πιο αρνητικά όσο μικρότερη είναι η επιχείρηση, ενώ αναλυτικότερα και σε ποσοστό εκτιμούν ότι η επιδείνωση της κατάστασης θα οφείλεται:
Αρνητική τάση ακολουθούν και οι εκτιμήσεις για την εξέλιξη της απασχόλησης και των μισθών, κάτι βεβαίως που βλέπουμε ότι σπεύδουν να εκμεταλλευτούν και οι ηγεσίες των συνδικαλιστικών οργανώσεων των ΕΒΕ, για να ζητήσουν μείωση των αποδοχών των εργαζομένων. Πάντως, μείωση προσωπικού κατά το τελευταίο εξάμηνο ανέφερε το 12,3% των επιχειρήσεων ενώ το 4% ανέφερε αύξηση. Οσον αφορά στις προβλέψεις για το δεύτερο εξάμηνο του 2013 προβλέπεται απώλεια 45.000 θέσεων μισθωτής εργασίας. Στην ίδια ενότητα αναφέρεται ότι το 51,4% των επιχειρήσεων αντιμετωπίζει δυσκολίες στην έγκαιρη καταβολή μισθών, ενώ το 50,5% προχώρησε σε μείωση ωρών ή ημερών εργασίας σε κάποιους υπαλλήλους. Την ίδια στιγμή το 49,3% των επιχειρήσεων δηλώνει ότι προχώρησε σε μείωση των αποδοχών των εργαζομένων, ποσοστό αυξημένο από το 43,6% που είχε απαντήσει με τον ίδιο τρόπο το Γενάρη του 2013. Συνολικά το 65,7% των επιχειρήσεων που απασχολούν αμειβόμενο προσωπικό προχώρησε σε έμμεση (μείωση ωρών ή ημερών εργασίας) ή σε άμεση μείωση των αποδοχών των υπαλλήλων. Το αντίστοιχο ποσοστό το Γενάρη ήταν 50%.
Τέλος, σημειώνεται ότι οι περισσότερες επιχειρήσεις αναφέρουν αυξημένες ληξιπρόθεσμες οφειλές σε ασφαλιστικά ταμεία και την εφορία. Το 63,3% των επιχειρήσεων εκτιμά ότι δεν θα μπορέσει να ανταποκριθεί στις φορολογικές του υποχρεώσεις το επόμενο εξάμηνο.
Κυβερνητικές συσκέψεις για την αναζήτηση ιδιωτών που θα συμμετάσχουν στο έργο
Και ο Κ. Χατζηδάκης (ΝΔ) και ο Γ. Μανιάτης (ΠΑΣΟΚ) διατύπωσαν την άποψη ότι τα έργα αυτά πρέπει απαραίτητα να γίνουν με τη συνδρομή ιδιωτών. Μάλιστα, ο Κ Χατζηδάκης, προκειμένου να δικαιολογήσει τη συμμετοχή ιδιωτών σημείωσε υποκριτικά πως «για να περιορίσουμε το κόστος για τον φορολογούμενο και για να προχωρήσουμε λαμβάνοντας υπόψη τις βέλτιστες διεθνείς πρακτικές, να μελετήσουμε από κοινού πώς μπορεί το έργο αυτό να είναι σύμπραξη δημόσιου και ιδιωτικού τομέα».
Στο ίδιο μήκος κύματος και ο Γ. Μανιάτης ο οποίος ανέφερε πως «συμφωνήσαμε εκτός από την ένταξή του στα χρηματοδοτικά Προγράμματα των Δημοσίων Επενδύσεων (εθνικά και κοινοτικά), να διερευνήσουμε και όλες τις δυνατότητες προκειμένου να βρεθεί χρηματοδότηση από τον ιδιωτικό τομέα».
Το συνολικό ύψος του έργου για Κρήτη και Κυκλάδες σύμφωνα με τους υπολογισμούς των αρμόδιων υπουργών φτάνει περίπου το 1 δισ. ευρώ, (750 με 800 εκατ. ευρώ για την Κρήτη και 240 εκατ. ευρώ για τις Κυκλάδες).
Ωστόσο, υπεύθυνοι για τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν με την ηλεκτροδότηση οι κάτοικοι των νησιών είναι η πολιτική των κυβερνήσεων -κυρίως του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ τόσο κατά μόνας όσο και από κοινού- που συνεχίζει στο ίδιο μοτίβο. Σε αυτό το πλαίσιο συνεχίζονται οι αλλεπάλληλες αυξήσεις των τιμολογίων στο ρεύμα και η συνεχής υποβάθμιση των υπηρεσιών που προσφέρονται από τη ΔΕΗ ΑΕ ως αποτέλεσμα της πολιτικής της ιδιωτικοποίησης της επιχείρησης. Επιπλέον, τα τελευταία χρόνια η διοίκηση της ΔΕΗ έχει προχωρήσει σε περικοπές προσωπικού, αυξήσεις των ωρών εργασίας και σε κακή συντήρηση των μηχανημάτων, την ίδια στιγμή που οι αυξήσεις στην τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος έχουν αγγίξει μέχρι και το 30% και έχουν αρχίσει οι διακοπές της ηλεκτροδότησης για οφειλές λογαριασμών του ρεύματος.
Ο μόνιμος πληθυσμός ανήλθε σε 10.815.197 άτομα. Στην αμέσως προηγούμενη απογραφή, το 2001, ο πληθυσμός της χώρας είχε διαμορφωθεί στα 10.939.771 άτομα. Από τον πληθυσμό του 2011 τα 5.302.703 άτομα (ποσοστό 49,0%) ήταν άνδρες και 5.512.494 (ποσοστό 51,0%) γυναίκες, αναλογίες που ίσχυαν και στην προηγούμενη απογραφή. Η αναλογία αυτή ισχύει για ολόκληρη τη χώρα, βεβαίως με τις εξαιρέσεις της. Ετσι, στη Δ. Μακεδονία άνδρες - γυναίκες είναι από 50%, ενώ το ανδρικό φύλλο πλειοψηφεί σε Στερεά, Πελοπόννησο και Αιγαίο. Η μεγαλύτερη απόκλιση από το μέσο όρο παρατηρείται στη Θεσσαλονίκη, όπου οι γυναίκες αποτελούν το 54,3% των κατοίκων.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα στοιχεία για τα νοικοκυριά που διαμένουν στη χώρα και το πώς διαμορφώνεται ο αριθμός των μελών τους. Εντυπωσιακό θεωρείται το στοιχείο ότι αυξήθηκε σημαντικά ο αριθμός των μοναχικών ατόμων, αφού αποτελούν το 25,7% των νοικοκυριών, έναντι 19,7% που ήταν το 2001. Ενδεικτικό είναι ακόμα ότι ενώ το 2001 τα τριμελή και τετραμελή νοικοκυριά, που κατά κύριο λόγο σημαίνει οικογένειες με ένα και δύο παιδιά αποτελούσαν το 41,6% των νοικοκυριών, τώρα η ομάδα αυτή έχει περιοριστεί στο 37,4%, δείχνοντας το μέγεθος του προβλήματος που προκαλεί η συνεχής υποβάθμιση των συνθηκών ζωής, μια διαδικασία που οδηγεί στη ραγδαία μείωση των οικογενειών με πέρα από ένα παιδί, αλλά και στη μείωση του πληθυσμού.
Αν χωρίσουμε τον πληθυσμό με βάση τις ηλικιακές ομάδες, τότε η εικόνα που εμφανίζεται με την απογραφή είναι: 0-14 χρόνων: 1.569.089 άτομα. 15-19 χρόνων: 553.225 άτομα. 20-29 χρόνων: 1.350.773 άτομα. 30-39 χρόνων: 1.635.129 άτομα. 40-49 χρόνων: 1.580.906 άτομα. 50-59 χρόνων: 1.391.713 άτομα. 60-69 χρόνων: 1.133.921 άτομα. 70-79 χρόνων: 1.017.163 άτομα. πάνω από 80: 583.278 άτομα.
Η περιοχή στην οποία παρουσιάζεται h υψηλότερη μέση ηλικία των κατοίκων είναι τα Κεντρικά Τζουμέρκα της Αρτας με μέση ηλικία τα 57,9 χρόνια, ενώ η περιοχή με τη μικρότερη μέση ηλικία η Φυλή της Αττικής με 35,3 χρόνια.