Ο 8χρονος Ερντέμ είδε τη μάνα του να αφήνει την τελευταία της πνοή μετά από 160 μέρες απεργία πείνας. Τώρα είναι «παιδί των συντρόφων» και παίζει στα γεμάτα συνθήματα σοκάκια του Κιουτσούκ Αρμπουκλού |
Απ' την άλλη οφείλεις να ζητήσεις και μια «συγγνώμη» - προκαταβολικά κι αυτή - για τις λέξεις που όσες και όπως κι αν τις χρησιμοποιήσεις, ξέρεις απ' την αρχή πως θα σταθούν αδύναμες μπροστά σε τόσες και σε τέτοιες «κορυφές», μπροστά σε τόσα και σε τέτοια συναισθήματα. Το «μπαλάκι», όμως, που μας πέταξε η Φατμά είναι βαρύ, πολύ βαρύ, σαν το χρέος που έχουμε πλέον όλοι όσοι είδαμε, όλοι όσοι ακούσαμε κι όλοι όσοι - πολύ περισσότερο - αισθανθήκαμε πως το τέλος σ' αυτές τις περιπτώσεις δεν είναι τέλος, είναι απλώς μια καινούρια, μια αλλιώτικη αρχή. Ναι, Ρεσίτ, όπως και να δει κανείς το πράγμα έχεις δίκιο: «Μια θέληση που είναι αντιμέτωπη με το θάνατο, δεν μπορείς να τη νικήσεις». Το άλλο δε που είπες, είναι δίκιο αιώνων: «'Η μια ελεύθερη ανθρώπινη ζωή ή θάνατος. Δεν υπάρχει άλλη λύση». Κι ας έχουν θαφτεί αυτές οι αλήθειες «απ' αυτούς που στόχο έχουν βάλει το μυαλό μας κι όχι τα κορμιά μας» στο χρονοντούλαπο της σύγχρονης ιστορίας...
Απ' αυτή την παράγκα βγήκαν ήδη τρεις νεκροί. Τέσσερις ακόμη αγωνιστές περιμένουν το θάνατο, με την ελπίδα πως αυτός θ' αλλάξει τον κόσμο... |
Το Κιουτσούκ Αρμπουκλού (Μικρή Αχλαδιά) είναι μια απ' τις φτωχότερες συνοικίες της Κωνσταντινούπολης, στην οποία σχεδόν 15.000 άνθρωποι δίνουν κυριολεκτικά μαθήματα αντίστασης σε όλο τον κόσμο. Είναι, μάλιστα, απ' όσα μας έλεγε ο Τούρκος μεταφραστής μας, μια απ' τις ελάχιστες γειτονιές στην οποία η τουρκική αστυνομία δύσκολα φτάνει, αφού γνωρίζει πολύ καλά πως εκεί τίποτα δεν επιβάλλεται «διά ροπάλου». Και είναι σίγουρα η μοναδική περιοχή της Πόλης (γιατί πουθενά δε συναντάς σύνθημα ούτε για δείγμα), όπου οι εξωτερικοί τοίχοι όλων των σπιτιών - πλινθόκτιστες παράγκες στην ουσία - είναι γεμάτοι από επαναστατικά συνθήματα, όλα γραμμένα με κόκκινη μπογιά. Ολα εκεί με «κόκκινο» χρώμα γράφονται...
Στο 25ο σοκάκι αυτής της γειτονιάς, λοιπόν, βρίσκεται το σπίτι των ηρώων. Ενα δωμάτιο όλο κι όλο με τρία κρεβάτια και στρώματα ριγμένα καταγής, και με μια κουζινούλα στο βάθος. Ενα τραπέζι με 5 - 6 καρέκλες στην αυλή του, μια μπουκαμβίλια ολάνθιστη σαν να προσπαθεί να σπάσει τη μυρωδιά του θανάτου κι ένας Βόσπορος να απλώνεται μπροστά σου ήρεμος και γαλήνιος, σαν τίποτα να μη συμβαίνει. Κι όμως. Ηδη απ' το δωμάτιο αυτού του σπιτιού έχουν βγει νεκροί τρεις αγωνιστές. Τέσσερις ακόμα τρεμοσβήνουν χαμογελώντας. Ζωή ή θάνατος. Δεν υπάρχει, δε νοείται γι' αυτούς μέση λύση. Κάτι που αντιλαμβάνεται ακόμα και ο 8χρονος Ερντέμ, που είδε τη μάνα του Σενάι Χανόγλου, στις 22 Απρίλη να βγαίνει νεκρή απ' αυτό το δωμάτιο μετά από 160 μέρες απεργίας πείνας. Τώρα κλοτσά την μπάλα - πόσο ανέμελα μόνο η καρδούλα του το ξέρει - ατενίζει βουβά τον Βόσπορο και ξέρει, ίσως καλύτερα απ' το οποιοδήποτε άλλο παιδί της ηλικίας του, τι θα γίνει όταν μεγαλώσει...
Η Ζεχρά πεθαίνει, η Χούλια αντιστέκεται, η Φατμά χαμογελά. Και τα όσα λένε σε κάνουν απλά να νιώθεις μικρός, πολύ μικρός...
Με τα μάτια πάντα χαμηλωμένα ο 42χρονος πατέρας, που βλέπει και το δεύτερο παιδί του να «φεύγει», λέει: «Δε με ρώτησαν οι κόρες μου. Σέβομαι, όμως, την απόφασή τους» |
«Ούτε η Σιμπέλ, ούτε η Ζεχρά με ρώτησαν όταν πήραν αυτή την απόφαση. Οι ίδιες το αποφάσισαν και παρά τον πόνο μου, δείχνω μεγάλο σεβασμό σ' αυτή τους την απόφαση, αλλά και σ' αυτές τις ίδιες». Δικές του είναι αυτές οι κουβέντες και βγαίνουν ψιθυριστά απ' το στόμα του, ίσα που ακούγονται. Τα μάτια του χαμηλωμένα στο τραπέζι, τα δάχτυλά του παίζουν διαρκώς με το πακέτο των τσιγάρων του. Το κλάμα μοιάζει να απαγορεύεται σ' αυτό το σπίτι. Και η συγκίνηση πρέπει να ελέγχεται, αυτό είναι το χρέος.
Ο Αχμέτ δε μιλά πια με τη Ζεχρά για τη Σιμπέλ, ούτε για τη δική της απόφαση να πεθάνει. Οι κουβέντες τους, επιδιώκει να 'ναι «ανώδυνες». Θέλει όμως - έτσι ξερά μάς το λέει - να απευθύνει δύο κουβέντες στον ελληνικό λαό. Και λέει: «Ως πατέρας που έχασε τη μια του κόρη και σε λίγο θα χάσει και την άλλη, έχω ορισμένες απαιτήσεις απ' τον ελληνικό λαό και την κυβέρνησή σας. Ετσι κι αλλιώς οι πολιτικοί κρατούμενοι στις φυλακές της Τουρκίας θα νικήσουν. Το σημαντικό, όμως, είναι αυτό να γίνει πριν χαθούν άδικα κι άλλες ψυχές. Γνωρίζω τις ευαισθησίες του ελληνικού λαού, πιστεύω στα δημοκρατικά του αισθήματα. Γι' αυτό τού ζητώ να πιέσει την κυβέρνησή σας, για να πιέσει κι αυτή με τη σειρά της την ΕΕ. Να μη δεχτεί την Τουρκία στην ΕΕ έτσι όπως είναι η κατάσταση εδώ σήμερα. Θα είναι μεγάλη ντροπή, εάν γίνει αυτό το πράγμα».
«Με την ελπίδα πως θα συναντηθούμε κι άλλη φορά», γράφει η 22χρονη Φατμά στους Ελληνες. Κι ας ξέρει, κι ας ξέρουμε... |
Η επόμενη άδεια δόθηκε απ' το γιατρό στην 22χρονη Φατμά, στο κορίτσι που με το χαμόγελό του, το βλέμμα και τη ζωή που αναβλύζει παντού από μέσα του, κατέκτησε όλα τα μέλη της ελληνικής αποστολής. «Είσαι πολύ όμορφη», ήταν το σχόλιο μιας Ελληνίδας και η απάντηση της Φατμά χωρίς περιστροφές: «Η ομορφιά δεν είναι έξω, μέσα βρίσκεται. Στις καρδιές και στα μυαλά των ανθρώπων». Η ερώτηση αναπόφευκτη: «Πώς πήρες αυτή τη δύσκολη απόφαση, τόσο νέα;». Κι η απάντηση πάλι με χαμόγελο δοσμένη: «Η θέληση για να ζήσω και η θέληση για να γίνω η αιτία να ζήσουν άλλοι καλύτερα από μένα. Αγαπώ τη ζωή, αγαπώ τους ανθρώπους. Αυτό που κάνω, νιώθω ότι είναι το ελάχιστο που μπορώ να προσφέρω. Αλλά το κέρδος απ' αυτή την πράξη είναι μεγάλο. Καπνίζω και αντιλαμβάνομαι διαφορετικά την ουσία αυτής της επιλογής. Πίνω το τσάι μου και συμβαίνει το ίδιο. Τώρα πια η κάθε στιγμή έχει μια τρομακτική αξία. Το καθετί έχει αξία. Κι αν χαμογελώντας οδηγούμαι στο θάνατο, είναι γιατί τώρα αγαπώ τη ζωή, τώρα νιώθω το μεγαλείο της». Η Φατμά παίρνει, πάλι χαμογελώντας, μια κόλλα χαρτί και γράφει πάνω: «Ολους σάς αγαπήσαμε πολύ. Η ζωή είναι αντίσταση. Θα νικήσουμε». Και λίγο πιο κάτω, η υποσημείωση: «Με την ελπίδα πως θα συναντηθούμε κι άλλη φορά. Μετά τη νίκη». Μακάρι Φατμά, μακάρι...
Η 38χρονη Χούλια που μέσα σε λίγους μήνες διέλυσε τη ζωή της, το μαγαζάκι της, τον ίδιο της τον εαυτό. «Για τις μελλοντικές γενιές»... |
«Μια θέληση που είναι αντιμέτωπη με το θάνατο δεν μπορεί να νικηθεί. `Η μια ελεύθερη ζωή ή θάνατος», είναι οι τελευταίες του κουβέντες...
«`Η ελεύθερη ζωή ή θάνατος». Είναι οι πέντε λέξεις με τις οποίες κλείνει το γράμμα του προς τον ελληνικό λαό ο Ρεσίτ |
Η απόφασή του να πεθάνει - έχει συμπληρώσει σχεδόν 175 μέρες απεργίας πείνας - πάρθηκε, όπως λέει, αβίαστα. «Ηταν η ευθύνη που αισθανόμουν απέναντι στις γενιές που θα 'ρθουν μετά από μας. Μόνο γι' αυτόν το λόγο αποφάσισα να χρησιμοποιήσω το δικαίωμα της αντίστασης». Ο Ρεσίτ ήταν στις φυλακές κρατούμενος επί εφτά ολόκληρα χρόνια. Βγήκε το Δεκέμβρη του 1999, μια βδομάδα πριν γίνει η μεγάλη σφαγή σε 20 απ' τις φυλακές της χώρας. Ξεκίνησε αμέσως απεργία πείνας, σε ένδειξη συμπαράστασης προς τους φίλους - συγκρατούμενούς του. Αργότερα πήρε την απόφαση η απεργία αυτή να γίνει μέχρι θανάτου. «Θέλουν όχι μόνο τους πολιτικούς κρατούμενους, αλλά και όσους βρίσκονται έξω να τους κλείσουν σ' ένα κελί. Να μη βλέπουν, να μην καταλαβαίνουν τίποτα. Δεν μπορώ να το δεχτώ αυτό. Και αγωνίζομαι για ν' αλλάξει», λέει.
Ηδη η κατάσταση της υγείας του είναι σοβαρή και κρίσιμη. Τα μάγουλά του έχουν χαθεί, το πρόσωπό του ρουφηγμένο. Προσπάθησε, μας είπε, το προηγούμενο βράδυ (σ.σ.: της Παρασκευής) να γράψει ένα γράμμα σ' έναν φίλο του. «Δεν μπόρεσα να συγκεντρωθώ, δεν τα κατάφερα». Του ζητάμε να γράψει ένα γράμμα προς τον ελληνικό λαό, σκέφτεται λίγο και απευθύνει το μήνυμα προς όλους μας:
«Αυτοί που σήμερα κυριαρχούν στον κόσμο, μια χούφτα άνθρωποι, κι εκμεταλλεύονται όλους τους λαούς, θέλουν να επιβάλουν σε όλον τον πλανήτη ένα πολύ συγκεκριμένο σχέδιο. Στόχος του σχεδίου είναι να απομονωθούμε μεταξύ μας, για να μην έχουν απέναντί τους μια οργανωμένη μορφή αντίστασης και πάλης. Αυτό που επιδιώκουν είναι πολύ απλό: Να κυριαρχήσουν στα μυαλά μας. Η επιχείρηση του τουρκικού κράτους στις φυλακές και τα όσα εκεί συμβαίνουν είναι... λεπτομέρειες. Το ουσιαστικό γι' αυτούς είναι η επιχείρηση που πρέπει να γίνει στα μυαλά μας.
Αυτή η απεργία θανάτου που κάνουμε έχει μεγάλη σημασία: Ο ιμπεριαλισμός θέλει να βιάσει την ουσία, το μεγαλείο της ιδέας του σοσιαλισμού. Η αντίσταση που κάνουμε είναι ακριβώς απέναντι σ' αυτό. Ξέρουμε τις συνέπειες αυτής της επιλογής μας, και θα πληρώσουμε - όσο χρειαστεί - γι' αυτό. Μέσα σ' αυτόν τον σημαντικό αγώνα αισθανόμαστε μεγάλη ευχαρίστηση για τη συμπαράσταση του ελληνικού λαού και τον ευχαριστούμε πολύ γι' αυτό. Τώρα που θα γυρίσετε στην Ελλάδα να πείτε στο λαό σας ότι πιστεύουμε στη νίκη και πως μια μέρα θα ξεκάνουμε το φασισμό στην Τουρκία.
Θέλω να κλείσω με δύο ακόμη λέξεις: Μια θέληση που είναι αντιμέτωπη με το θάνατο δεν μπορεί να νικηθεί. `Η μια ελεύθερη ζωή ή θάνατος. Στέλνουμε χαιρετίσματα στους συντρόφους μας, πολιτικούς πρόσφυγες, που βρίσκονται στην Ελλάδα και τους λέμε πως τη μέρα που θα νικήσουμε, θα χορέψουμε όλοι μαζί σ' έναν μεγάλο, πολύ μεγάλο κύκλο». Και μεις θα χορέψουμε σ' αυτόν τον κύκλο, Ρεσίτ, και μεις...
Την ελληνική αποστολή, που βρέθηκε στην Κωνσταντινούπολη από τις 10 έως και τις 13 Μάη, αποτελούσαν: Νίκος Γκατζής, βουλευτής του ΚΚΕ, Π. Λαφαζάνης, βουλευτής του ΣΥΝ, Κώστας Χριστόπουλος, εκπρόσωπος της ΑΔΕΔΥ, Νίκος Δέλκος, από την ΟΤΟΕ, Μαρία Βασιλείου, από το Κέντρο Προάσπισης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και Κώστας Μαυροειδής από το Ιδρυμα για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα Μαραγκοπούλου (ΙΔΜΑ).