ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 20 Απρίλη 2003
Σελ. /32
ΔΙΕΘΝΗ
Ηνωμένες Πολυεθνικές Ανοικοδόμησης

Σε βιομηχανία υπογραφής συμβολαίων με αμερικανικές πολυεθνικές εταιρίες για την «ανοικοδόμηση» του Ιράκ έχουν μετατραπεί ο Λευκός Οίκος και όλα τα υπουργεία των ΗΠΑ. Σχεδόν καθημερινά, ανακοινώνονται νέα ονόματα επιχειρήσεων, που παίρνουν έργα στη χώρα που ισοπέδωσαν προηγουμένως οι ίδιοι οι Αμερικανοί.

Ωστόσο, οι δυνάμεις κατοχής για να μειώσουν τις αντιδράσεις των Ιρακινών προχώρησαν σε μια αθλιότητα. Αφού αποφάσισαν την καθιέρωση του δολαρίου ως επισήμου νομίσματος του Ιράκ, ανακοίνωσαν όταν θα δώσουν ένα «δώρο» 20 δολαρίων σε κάθε δημόσιο υπάλληλο. Προσδοκώντας ότι έτσι θα εξαγοράσουν τους εργαζόμενους!!

Βεβαίως, η καθιέρωση του δολαρίου έχει και μια άλλη πτυχή, που αφορά στον ανταγωνισμό με την Ευρωπαϊκή Ενωση, αφού, όπως είναι γνωστό, η κυβέρνηση του Ιράκ είχε καθιερώσει το ευρώ ως νόμισμα πληρωμής για το εξαγόμενο πετρέλαιο.

Μετά το πρώτο «κύμα» συμβολαίων, το οποίο υπολογίζεται σε περίπου 1,7 δισ. δολάρια και αφορά στην αποκατάσταση της βασικής υποδομής του Ιράκ, στην ανοικοδόμηση νοσοκομείων και σχολείων, στη διαχείριση λιμένων και διεθνών αεροδρομίων και στη διοικητική μέριμνα στον τομέα του εφοδιασμού, αναμένεται το δεύτερο «κύμα» για την ανασυγκρότηση του κατεστραμμένου συστήματος τηλεφωνίας και την αποκατάσταση της λειτουργίας του χρηματοοικονομικού συστήματος της χώρας.

Οι σχετικές εκτιμήσεις αναβιβάζουν τις ανάγκες «ανοικοδόμησης» του Ιράκ σε περίπου 20 δισ. δολάρια ετησίως για τα επόμενα τρία χρόνια.

Οπως γράφει η εφημερίδα «Γουόλ Στριτ Τζέρναλ», στο διαγωνισμό για την αποκατάσταση των ζημιών σε λιμάνια, αεροδρόμια, στο σύστημα ηλεκτροδότησης, στις μεταφορές και το σύστημα υγείας, ύψους 600 εκατομμυρίων δολαρίων, έχουν κληθεί να υποβάλουν προσφορές ορισμένες εταιρίες, που διαδραμάτισαν μείζονα ρόλο στην «ανασυγκρότηση» των Βαλκανίων, του Κουβέιτ και Αφγανιστάν («Bechtel Group», «Parsons», «Fluor», «Louis Berger»).

Για την κατασκευή συστήματος κινητής τηλεφωνίας στο Ιράκ, με κόστος 200 εκατ. δολαρίων, γίνονται, ήδη, διαπραγματεύσεις μεταξύ της «Motorola» και του αμερικανικού υπουργείου Αμύνης. Την περασμένη Τετάρτη, ανακοινώθηκε από την Ουάσιγκτον ότι δύο ακόμη αμερικανικές εταιρίες, η «Research Triangle» και η «Creative Associates International», εξασφάλισαν συμβόλαια, ύψους δέκα εκατ. δολαρίων, αναλαμβάνοντας την ανασυγκρότηση της τοπικής αυτοδιοίκησης και του εκπαιδευτικού συστήματος στο Ιράκ.

Ενα άλλο θέμα που φαίνεται να ρίχνει βαριά σκιά στις σχέσεις των ΗΠΑ με τη Ρωσία, αλλά και άλλες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, είναι η τύχη του μεγάλου εξωτερικού χρέους του Ιράκ.

Η κυβέρνηση των ΗΠΑ πρότεινε την παραγραφή του χρέους, το οποίο υπολογίζεται ότι κυμαίνεται μεταξύ 60 και 130 δισ. δολαρίων. Στην περίπτωση αυτή, η Ρωσία, στην οποία χρωστάει τα περισσότερα το Ιράκ, θα υφίστατο μια τεράστια ζημιά. «Κανείς δεν παρέγραψε το ρωσικό χρέος, ανεξαρτήτως από το είδος του καθεστώτος που υπήρχε», ανέφερε ο Ρώσος υπουργός Οικονομικών Αλεξέι Κούντριν, ενώ ο επικεφαλής της κεντρικής τράπεζας της Γερμανίας, Ερνστ Βέλτεκε, πρόσθεσε ότι το Ιράκ είναι μία πλούσια χώρα, χάρη στα πετρελαϊκά αποθέματά της και η παραγραφή χρέους είναι μόνο για τις φτωχές χώρες.

Διάψευση άνομων προσδοκιών

«Η κατακόρυφη άνοδος στις δαπάνες για την άμυνα και την ασφάλεια στο εσωτερικό των ΗΠΑ δίνει ώθηση σε ορισμένες περιοχές και βιομηχανίες και συμβάλλει στη σταθεροποίηση της εύθραυστης εγχώριας οικονομίας». Ετσι αρχίζει το άρθρο της «Γουόλ Στριτ Τζέρναλ», για να αποδείξει ότι και στην περίπτωση της επιδρομής του Ιράκ ισχύει απολύτως η θέση ότι ο πόλεμος είναι η διέξοδος του καπιταλιστικού συστήματος από την κρίση του.

Υπολογίζεται ότι οι κρατικές δαπάνες για την άμυνα και την εσωτερική ασφάλεια των ΗΠΑ, αν συμπεριληφθούν και οι δαπάνες για την επιδρομή κατά του Ιράκ, θα αυξηθούν φέτος κατά 98 δισεκατομμύρια δολάρια σε σχέση με το 2002.

Ενα πολύ μεγάλο μέρος του στρατιωτικού - πολεμικού προϋπολογισμού αφορά στην αγορά νέων, τεχνολογικά εξελιγμένων οπλικών συστημάτων. Στον τομέα αυτό, θα διατεθούν πάνω από 120 δισεκατομμύρια δολάρια. Με το ποσό αυτό, οι στρατιωτικές δαπάνες σημειώνουν αύξηση κατά 66% σε σχέση με το 1997.

Υπό διαφορετικές συνθήκες, αυτή η τεράστια αύξηση των πολεμικών δαπανών θα οδηγούσε σε επενδύσεις για πάγιες εγκαταστάσεις και για προσλήψεις πρόσθετου προσωπικού, αρχικά από τις πολεμικές βιομηχανίες.

Ομως, παρ' όλα αυτά, τα αποτελέσματα ήταν πενιχρά και ο λόγος είναι ότι η οικονομική κρίση που πλήττει την αμερικανική οικονομία είναι βαθύτερη απ' όσο υπολόγιζε το επιτελείο Μπους. «Οι επιχειρήσεις έχουν πλεονάζον παραγωγικό δυναμικό», ομολογεί η «Γουόλ Στριτ Τζέρναλ», που βλέπει ότι ο πόλεμος δεν «ξελασπώνει» την οικονομία των ΗΠΑ.

Ωστόσο, οι δημόσιες δαπάνες θα καλύψουν σχεδόν το 1/4 του ρυθμού αύξησης 2,4% του ΑΕΠ που προβλέπεται για εφέτος, όπως εκτιμά ο Μαρκ Ζάντι, κορυφαίος οικονομολόγος της εταιρίας συμβούλων επιχειρήσεων Economy.com. Με την εξαίρεση του τομέα της στέγασης, οι δαπάνες για την άμυνα και την εσωτερική ασφάλεια «ήταν η πλέον σημαντική πηγή ανάπτυξης της οικονομίας κατά το περασμένο έτος», τονίζει.

ΤΟ ΠΕΤΡΕΛΑΙΟ του Ιράκ βρίσκεται πλέον στα χέρια των Αμερικανών. Θα μπορούσαν, λοιπόν, ανά πάσα στιγμή να ανοίξουν τις στρόφιγγες για να «πνίξουν» την αγορά με φθηνά καύσιμα. Ομως, τα πράγματα δεν είναι τόσο εύκολα. Για να αρχίσει η ελεύθερη και χωρίς περιορισμούς εξαγωγή, χρειάζεται απόφαση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, το οποίο πρέπει να άρει τις κυρώσεις κατά του Ιράκ...

ΟΙ ΚΥΡΩΣΕΙΣ, τις οποίες είχε επιβάλει ο ΟΗΕ και οι οποίες ισχύουν μέχρι σήμερα, προβλέπουν ότι το ιρακινό πετρέλαιο μπορεί να πωλείται νομίμως μόνο με βάση το πρόγραμμα «πετρέλαιο - αντί τροφίμων», που ενέκρινε το Συμβούλιο Ασφαλείας, στο οποίο, όπως είναι γνωστό, έχουν δικαίωμα βέτο Γαλλία και Ρωσία.

ΑΜΕΡΙΚΑΝΟΙ διπλωμάτες παραδέχονται ότι χρειάζεται η συγκατάθεση του Συμβουλίου για να αρθούν οι κυρώσεις κατά του Ιράκ. Πράγμα, που σημαίνει ότι θα πρέπει να συμφωνήσουν και οι δύο προαναφερόμενες χώρες, οι οποίες, ως γνωστόν, έχουν υπογράψει συμβόλαια με την προηγούμενη κυβέρνηση του Ιράκ για την αξιοποίηση μεγάλων κοιτασμάτων. Συμβόλαια, τα οποία είναι τώρα στον αέρα.

Η ΠΕΡΙΠΛΟΚΗ αυτή κατάσταση έχει δημιουργήσει πρόσθετες τριβές μεταξύ των ΗΠΑ και των κυβερνήσεων Γαλλίας και Ρωσίας. Οι δύο τελευταίες είναι φανερό ότι θα διαπραγματευτούν την άρση των κυρώσεων με κάποια ανταλλάγματα από τις ΗΠΑ, είτε στον τομέα των πετρελαίων, είτε γενικότερα στην «ανοικοδόμηση» του Ιράκ.

ΑΝ ΥΠΟΛΟΓΙΣΤΕΙ ότι από τις πωλήσεις του ιρακινού πετρελαίου οι Αμερικανοί θα καλύψουν το μεγαλύτερο μέρος του κόστους της «ανοικοδόμησης» του Ιράκ, γίνεται αντιληπτό γιατί η αμερικανική διπλωματία δείχνει τέτοια νευρικότητα στο θέμα του «εμπάργκο».



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ