ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 22 Ιούνη 2003
Σελ. /32
Αγωνιούν για την οικονομία

Παπαγεωργίου Βασίλης

Φαίνεται πως η ύφεση, στην οποία βρίσκονται οι οικονομίες ισχυρών καπιταλιστικών κρατών, ανησυχεί τους διεθνείς οικονομικούς οργανισμούς. Ετσι ο γενικός διευθυντής του ΔΝΤ Χορστ Κέλερ, κάλεσε κεντρικές τράπεζες και κυβερνήσεις σε «κοινή δράση» για την αντιμετώπιση μιας νέας ή ταχύτερης πτώσης του δολαρίου.

Οπως είπε ο γενικός διευθυντής του ΔΝΤ, «εάν υπάρξει κίνδυνος έντονης νομισματικής κρίσης, οι αποφάσεις κεντρικών τραπεζών και κυβερνήσεων θα πρέπει να ληφθούν πολύ γρήγορα, μέσα σε λίγες ώρες». Παράλληλα, τόνισε ότι «οι ΗΠΑ θα παραμείνουν μακροπρόθεσμα ο κινητήρας της παγκόσμιας οικονομίας». Δεν είναι σίγουρο αν αυτές οι εκτιμήσεις που ειπώθηκαν από τον παράγοντα του ΔΝΤ σε γερμανική οικονομική επιθεώρηση, αποτελούν προπαγανδιστική προσπάθεια τόνωσης του «ηθικού» της αμερικανικής οικονομίας, αλλά δεν μπορεί να γίνονται εκτιμήσεις ότι οι βραχυπρόθεσμες προοπτικές της είναι σήμερα πολύ καλύτερες από τις αντίστοιχες της οικονομίας της ευρωζώνης και, από την άλλη, να επισημαίνεται η αναγκαιότητα κοινής δράσης για την «προστασία του δολαρίου». Εκτός και αν πίσω απ'αυτές τις εκτιμήσεις κρύβονται τα χειρότερα για τον αμερικανικό καπιταλισμό.

Σύμφωνα δε με την πρόσφατη ετήσια έκθεση του ΔΝΤ εκτιμάται ότι η οικονομία των ΗΠΑ βρίσκεται σε δρόμο ανάκαμψης αλλά όχι ισόμετρα. Φαίνεται ότι ορισμένοι τομείς παρουσιάζουν τέτοια στοιχεία, ενώ άλλοι όχι. Και δεν αποκλείεται αυτό το φαινόμενο, αφού οι πολεμικές και πετρελαϊκές βιομηχανίες, λόγω πολέμου του Ιράκ αύξησαν κατά πολύ και απότομα τα κέρδη τους, αλλά φαίνεται ταυτόχρονα ότι αυτό δεν αρκεί για την αντιμετώπιση συνολικά της ύφεσης. Υπάρχουν προσδοκίες ότι μετά τον πόλεμο στο Ιράκ οι τιμές του πετρελαίου θα πέσουν. Αλλά ποιος μπορεί να το σιγουρέψει όταν ένας από τους βασικούς λόγους του πολέμου ήταν το πετρέλαιο και απ' αυτό κερδίζουν τα μονοπώλια αυτού του τομέα; Και πότε θα επιτευχθεί αυτό δηλαδή η πτώση των τιμών του πετρελαίου, αν επιτευχθεί, και πως θα επιδράσει στο ξεπέρασμα της ύφεσης; Αυτό μοιάζει μάλλον με επιθυμία.

Επειδή φαίνεται πως ανάλογοι προβληματισμοί υπάρχουν και στους κύκλους του ΔΝΤ, ο συγκεκριμένος διεθνής καπιταλιστικός οργανισμός εκφράζει κάποιες σημαντικές επιφυλάξεις ως προς την ανάπτυξη που έχουν να κάνουν με το αν οι αρνητικές επιπτώσεις της χρηματιστηριακής φούσκας των προηγουμένων ετών στις ΗΠΑ έχουν εκτονωθεί πλήρως. Ταυτόχρονα, η διαπίστωση αδυναμίας ουσιαστικής ανάκαμψης της βιομηχανίας καθώς και οι συνθήκες στην αμερικανική αγορά εργασίας, (η ανεργία αυξάνεται), φαίνεται ότι οδηγούν στην εκτίμηση περί βραχυπρόθεσμης ανάκαμψης, που επειδή θα είναι και αναιμική εντείνει τις επιφυλάξεις για το μέλλον.

Η οικονομία της ευρωζώνης, οδηγείται προς το χειρότερο. Για παράδειγμα, η κεντρική τράπεζα της Ολλανδίας στην τελευταία τριμηνιαία έκθεσή της εκτιμά ότι η πιο «ευέλικτη οικονομία της Ευρώπης», δηλαδή η Ολλανδική φέτος θα εισέλθει σε ύφεση για πρώτη φορά από το 1982. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της, η απότομη πτώση των επιχειρηματικών επενδύσεων, η χαμηλότερη αύξηση των εξαγωγών, η μεγάλη πτώση των δημοσίων δαπανών και η σχετικά υψηλή αύξηση των εισαγωγών θα οδηγήσει σε συρρίκνωση του ολλανδικού ΑΕΠ κατά 0,4% φέτος.

Ταυτόχρονα, τις πόρτες της Ιταλίας φαίνεται να χτυπά η ύφεση, αφού ο σύνδεσμος εργοδοτών Confidustria προβλέπει για το 2003 ανάπτυξη στο 0,8% από 1,4% που προέβλεπε νωρίτερα, ενώ εκτιμά ότι αν η παγκόσμια οικονομία δεν ανακάμψει γρήγορα, τότε ο φετινός ρυθμός ανάπτυξης της ιταλικής οικονομίας ίσως να είναι κάτω από το 0,5%.

Η ύφεση χτυπά τις επενδύσεις

Ο ελβετικός όμιλος χρηματοοικονομικών υπηρεσιών UBS AG, προχωράει σε μείωση κατά 3% του εργατικού δυναμικού στις δραστηριότητές του στον τομέα επενδυτικής τραπεζικής. Ο συγκεκριμένος όμιλος προχωράει στο συγκεκριμένο μέτρο, προκειμένου να αντιμετωπίσει τις δυσχέρειες στην κερδοφορία του αφού η πτώση των μετοχικών τιμών εξακολουθεί να τον πλήττει. Είναι ένα μέτρο προκειμένου να αντισταθμίσει τις απώλειες, επιβεβαιώνοντας την πάγια τακτική των καπιταλιστικών επιχειρήσεων ότι την πτώση των κερδών πληρώνουν οι εργαζόμενοι που πετάγονται στην ανεργία.

Η UBS ανακοίνωσε ότι θα προχωρήσει σε απολύσεις 500 εργαζομένων στο τμήμα επενδυτικής τραπεζικής. Το εργατικό δυναμικό του συγκεκριμένου τομέα ανέρχεται σε 16.000 εργαζόμενους. Στο πρώτο τρίμηνο του 2003, ο ελβετικός όμιλος ανακοίνωσε ότι τα έσοδά του μειώθηκαν κατά 6% από τις δραστηριότητές του στον τομέα επενδυτικής τραπεζικής. Η πτώση των εσόδων σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του ομίλου οφείλεται στην πτώση των κεφαλαιαγορών παγκοσμίως. Ετσι δέχτηκε ένα ισχυρό πλήγμα. Ουσιαστικά πρόκειται για μια ακόμη απόδειξη της ύφεσης των καπιταλιστικών οικονομιών ισχυρών καπιταλιστικών χωρών με τις ανάλογες συνέπειες στις επενδύσεις, (φαίνεται ότι δεν υπάρχει απλά στασιμότητα αλλά και πτώση σ' ορισμένες περιπτώσεις), που πλήττουν και τη σφαίρα του χρηματιστικού κεφαλαίου.

Ετσι εκπρόσωπος της UBS στο Λονδίνο δεν απέκλεισε και νέες απολύσεις στην περίπτωση μη βελτίωσης του κλίματος της αγοράς. Διευκρίνισε, παράλληλα, ότι οι θέσεις εργασίας που θα περικοπούν, αφορούν όλες τις γεωγραφικές περιοχές και διάφορες λειτουργίες του τμήματος επενδυτικής τραπεζικής αν και ο βραχίονας στις ΗΠΑ δεν προβλέπεται να υποστεί σοβαρή μείωση προσωπικού, δείγμα του ότι η ύφεση είναι παρούσα σε πολλές καπιταλιστικές χώρες.

ΑΤΙΤΛΑ

ΗΠΑ: Η επενδυτική τράπεζα «Morgan Stanley», μία από τις μεγαλύτερες των ΗΠΑ, ανακοίνωσε πτώση της κερδοφορίας της το δεύτερο τρίμηνο του 2003. Τα καθαρά κέρδη της έπεσαν κατά 25%, σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2002. Και αυτό συμβαίνει ενώ τα καθαρά της έσοδα σημείωσαν άνοδο κατά 2%, στα 5,05 δισεκατομμύρια δολάρια, έναντι καθαρών εσόδων 4,97 δισεκατομμυρίων δολαρίων την αντίστοιχη περίοδο πέρυσι. Τα έσοδά της από τις εμπορικές συναλλαγές υπερδιπλασιάστηκαν και έφθασαν το 1,58 δισ. δολάρια έναντι 696 εκατομμυρίων δολαρίων την αντίστοιχη περίοδο πέρυσι.

ΓΕΡΜΑΝΙΑ: Η Γερμανία γλίτωσε από διασυρμό. Γιατί απέφυγε τον κίνδυνο υποβάθμισης της δανειοληπτικής ικανότητάς της. Τρεις παγκόσμιες υπηρεσίες αξιολόγησης για τη δανειοληπτική ικανότητα κρατών και επιχειρήσεων εκτίμησαν ότι η Γερμανία συνεχίζει να έχει το δικαίωμα δανειοληψίας παρά την αναιμική κατάσταση της οικονομίας της και παρά τα έντονα δημοσιονομικά προβλήματά της.

Ομως, αν η Γερμανία συνεχίζει να έχει δανειοληπτική ικανότητα σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των παγκόσμιων υπηρεσιών αξιολόγησης, αφού εκτιμάται ότι επίκεινται σημαντικές διαρθρωτικές αλλαγές, η θέση της Γερμανίας, ως η πλέον αξιόπιστη δανειολήπτης στην Ευρωζώνη δεν είναι ασφαλής. Στην αγορά των asset swap και στην κατηγορία ορόσημο των ομολόγων δεκαετούς διάρκειας, η Γερμανία είναι πίσω από τη Φινλανδία, την Ιρλανδία και την Ισπανία. Οι ΗΠΑ και η Βρετανία εκτιμούνται ως οι πιο αξιόπιστες από δανειοληπτική άποψη. Ετσι, η Γερμανία θα πρέπει να προχωρήσει στις αναγκαίες αποφασισμένες αναδιαρθρώσεις προκειμένου να μην κινδυνεύσει στο διασυρμό που απέφυγε.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ