Η περίπτωση της «Palco» και οι προειδοποιήσεις του ΣΕΒ για μαζικές απολύσεις απέδειξαν ότι οι αυξανόμενες κρατικές πριμοδοτήσεις προς το μεγάλο κεφάλαιο, για τη μείωση του «κόστους εργασίας» και, γενικότερα, του κόστους παραγωγής, δεν έλυσαν ούτε το πρόβλημα της ανεργίας, ούτε άλλα μεγάλα προβλήματα της οικονομίας
Δεν πέρασε ούτε μια βδομάδα από την επέτειο της Εργατικής Πρωτομαγιάς του 2003, που γιορτάστηκε στην Ελλάδα και τις άλλες χώρες του κόσμου με εργατικές συγκεντρώσεις (στις οποίες έγινε αναφορά στις μέχρι τώρα κατακτήσεις των εργαζομένων και προβλήθηκαν οι διεκδικήσεις διάφορων επίκαιρων αιτημάτων τους), όταν στις 5 Μάη έγινε γνωστή η απόφαση της πολυεθνικής εταιρίας «Schiesser Pallas» να κλείσει το εργοστάσιο της «Palco» στην Αθήνα. Χωρίς να «μασά τα λόγια» του, ο εκπρόσωπος του ομίλου της «Schiesser Pallas» κ. Λόθαρ Μπρούχερ, δικαιολόγησε (με συνέντευξή του στην εφημερίδα «Καθημερινή») την αμετάκλητη απόφαση της «Schiesser Pallas», να κλείσει το εργοστάσιό της στην Αθήνα και να πετάξει στο δρόμο 500 εργαζόμενες, με βασικό επιχείρημα ότι το κόστος εργασίας στην Ελλάδα είναι υψηλό και, άρα, περιορίζεται η κερδοφορία της επιχείρησης.
Οι κυνικές δηλώσεις του εκπροσώπου της «Palco», σε συνδυασμό με τις προκλητικές απόψεις της ηγεσίας του ΣΕΒ (ότι μετά το 2004 η ανεργία στην Ελλάδα θα φτάσει το 20%), έφεραν στο προσκήνιο τη χρεοκοπία των πολιτικών, που εφάρμοζαν μέχρι σήμερα οι κυβερνήσεις ΝΔ και ΠΑΣΟΚ, τόσο για τη μείωση της ανεργίας και την αύξηση της απασχόλησης, όσο και για τα άλλα μεγάλα προβλήματα της ελληνικής οικονομίας. Την αποτυχία της εφαρμοζόμενης πολιτικής για αντιμετώπιση της ανεργίας και των άλλων προβλημάτων της ελληνικής οικονομίας, επιβεβαίωσε - με το δικό του τρόπο - και ο αρμόδιος υπουργός Οικονομίας, Ν. Χριστοδουλάκης. Ο επικεφαλής του οικονομικού επιτελείου της κυβέρνησης ΠΑΣΟΚ, μιλώντας από το βήμα της ετήσιας γενικής συνέλευσης του ΣΕΒ, έκανε έκκληση στους βιομηχάνους να κάνουν επιτέλους και καμιά επένδυση, για να εισπράξει την επομένη την απάντηση από τον αντιπρόεδρο του ΣΕΒ και υπεύθυνο για τα Εργασιακά, Ν. Αναλυτή, ότι επενδύσεις δε γίνονται με παροτρύνσεις...
Απλά, να θυμίσουμε ότι από τις αρχές της δεκαετίας του '90 οι κυβερνώντες, στα πλαίσια της πολιτικής του «λιγότερου κράτους», άρχισαν να κουτσουρεύουν και τα επιδόματα ή άλλες παροχές που δίνονταν στους ανέργους από τα ταμεία του κράτους, προβάλλοντας το επιχείρημα: «Εμείς αντί για την επιδότηση της ανεργίας επιλέγουμε την επιδότηση των νέων θέσεων εργασίας»! Και στα πλαίσια αυτά, ψήφισαν μια σειρά νόμους και διατάξεις, που ενίσχυαν τα «κίνητρα» - δηλαδή τις κρατικές επιχορηγήσεις και άλλα ποικιλόμορφα προνόμια προς το μεγάλο κεφάλαιο - που δίνονταν από τα ταμεία του κράτους στους μεγαλοεπιχειρηματίες για να κάνουν επενδύσεις και να δημιουργήσουν νέες θέσεις εργασίας.
Τα αρνητικά για τους εργαζόμενους αποτελέσματα της οικονομικής πολιτικής, που επιδίωκε τη μείωση της ανεργίας και την αύξηση της απασχόλησης με την ενίσχυση των κάθε είδους προνομίων στο μεγάλο κεφάλαιο, φαίνεται και από τα παρακάτω στοιχεία:
Με βάση τα επίσημα στοιχεία, το ελληνικό δημόσιο δαπάνησε από το 1998 μέχρι το 2002 συνολικά 964,8 εκατ. ευρώ για επιχορηγήσεις ιδιωτικών επενδύσεων (περίπου 329 δισ. δραχμές) πριμοδοτώντας τη δημιουργία κάθε 1 θέσης εργασίας με 46.310 ευρώ
Στα πλαίσια αυτά, αύξαναν κάθε χρόνο τα κρατικά κονδύλια για επιχορηγήσεις, επιδοτήσεις φοροαπαλλαγές και άλλα προνόμια που τα βάφτιζαν επενδυτικά κίνητρα, ελπίζοντας ότι οι μεγαλοεπιχειρηματίες με την ενίσχυση των κρατικών πριμοδοτήσεων:
Μόνο τα τελευταία 6-7 χρόνια, ψηφίστηκαν μια σειρά νόμοι και υπογράφτηκαν μια σειρά Προεδρικά Διατάγματα ή υπουργικές αποφάσεις, που αύξαναν η διεύρυναν (καθιέρωση νέων) τα προνόμια για το μεγάλο κεφάλαιο.
Αποκαλυπτικά από αυτή την άποψη, είναι και τα επίσημα στοιχεία που κατέθεσε πρόσφατα στη Βουλή η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Οικονομίας (βλέπε σχετικό πίνακα), σύμφωνα με τα οποία το ελληνικό κράτος (ο κρατικός προϋπολογισμός) δαπάνησε από το 1998 μέχρι το 2002 το ποσό των 964.845 χιλιάδων ευρώ (περίπου 329 δισ. δραχμές) για την επιχορήγηση 2.262 ιδιωτικών επενδύσεων. Από τις επενδύσεις αυτές - που πριμοδοτήθηκαν από τα ταμεία του κράτους με χρήματα των Ελλήνων φορολογουμένων - φέρεται να δημιουργήθηκαν συνολικά (άραγε για πόσο χρονικό διάστημα;) 20.835 νέες θέσεις εργασίας. Από μια απλή διαίρεση του ζεστού χρήματος που καρπώθηκαν από τα ταμεία του κράτους οι ιδιώτες επενδυτές με τις νέες θέσεις εργασίας που λένε ότι δημιούργησαν, προκύπτει το εξής: Οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ με πρωθυπουργό τον Κ. Σημίτη, επιχορήγησαν την κάθε μια θέση εργασίας με το ποσό των 46.310 ευρώ που ισοδυναμεί με περίπου 16 εκατομμύρια δραχμές! Δικαιολογώντας την απλοχεριά τους, στην καταβολή επιχορηγήσεων και άλλων προνομίων στο ιδιωτικό κεφάλαιο, οι κυβερνώντες πρόβαλαν το επιχείρημα πως αυτή η δαπάνη του κράτους πιάνει τόπο γιατί οι ιδιώτες επιχειρηματίες - εκτός των άλλων - δημιουργούν και νέες θέσεις εργασίας και άρα συμβάλλουν στη μείωση της ανεργίας.
Ανάμεσα σ' αυτούς τους ιδιώτες επενδυτές που τσέπωσαν τις γενναίες κρατικές επιχορηγήσεις, ήταν και η πολυεθνική «Σίσερ Παλλάς» (ιδιοκτήτρια του εργοστασίου της ΠΑΛΚΟ στην Αθήνα). Το ελληνικό κράτος πριμοδότησε τα αφεντικά της ΠΑΛΚΟ με το ποσό των 2,5 εκατ. ευρώ (περίπου 900 εκατ. δραχμές), για την επένδυση (κατασκευή ενός σύγχρονου εργοστασίου στην Κομοτηνή συνολικού προϋπολογισμού 4,1 εκατ. ευρώ) στο οποίο δημιουργήθηκαν 40 νέες θέσεις εργασίας. Δηλαδή το ελληνικό δημόσιο, πριμοδότησε το 61% της επένδυσης της ΠΑΛΚΟ στην Κομοτηνή, επιχορηγώντας κάθε μια θέση εργασίας με το ποσό των 62.500 ευρώ (περίπου 21,3 εκατ. δραχμές), για να ακολουθήσει στη συνέχεια το κλείσιμο του εργοστασίου στην Αθήνα και η απόλυση των 500 εργατριών.
Εννοείται, ότι η επιβάρυνση του κράτους, για την πριμοδότηση των ιδιωτικών επιχειρήσεων είναι πολύ μεγαλύτερη από αυτή των 329 δισ. δραχμών που ήταν η δαπάνη του κράτους για επιχορηγήσεις ιδιωτικών επενδύσεων στην περίοδο 1998- 2002. Και αυτό γιατί οι κυβερνώντες ποτέ δεν μπήκαν στον κόπο να δώσουν αναλυτικά στοιχεία για την επιβάρυνση (απώλεια εσόδων του κρατικού προϋπολογισμού) από τις ποικιλόμορφες φοροαπαλλαγές, επιδοτήσεις εισφορών στα ασφαλιστικά ταμεία, επιδοτήσεις επιτοκίων, διαφήμιση προϊόντων στο εξωτερικό, μειωμένα τιμολόγια παροχής νερού, ηλεκτρικού ρεύματος, χαριστικές ρυθμίσεις ή και διαγραφές χρεών στο δημόσιο, στο ΙΚΑ και σε άλλους φορείς του δημοσίου κλπ.
Το μόνο που κατάφερε η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ και όσοι υποστήριζαν τη συγκεκριμένη πολιτική - που θέλει το κράτος να αυξάνει τα προνόμια και παροχές στους μεγαλοεπιχειρηματίες για να στηρίξουν και αυτοί την ελληνική οικονομία - ήταν να ενισχύσει την κερδοσκοπική ασυδοσία του μεγάλου κεφαλαίου. Επιβεβαιώνοντας την παροιμία «τρώγοντας ανοίγει η όρεξη», οι βιομήχανοι και άλλοι φορείς - υπηρέτες του μεγάλου κεφαλαίου, δεν έχαναν ευκαιρία να προβάλλουν αξιώσεις για να νέα αντιλαϊκά μέτρα. Αυτό, έγινε φανερό και με τις προκλητικές απόψεις που διατυπώθηκαν από τους εκπροσώπους της ολιγαρχίας του πλούτου στην ετήσια γενική συνέλευση του ΣΕΒ την περασμένη Τετάρτη με την κυβέρνηση και την αξιωματική αντιπολίτευση να συναγωνίζονται (με όσα είπε με το μήνυμά του ο πρωθυπουργός και την ομιλία του ο πρόεδρος της ΝΔ) ποιος από τα δύο κόμματα προσφέρει περισσότερο στο κεφάλαιο.
Ετσι, φτάσαμε στο εξής σημείο: Οι ελληνικές κυβερνήσεις, να ψηφίζουν και νόμους με τους οποίους ενίσχυαν πλουσιοπάροχα (με επιχορηγήσεις, επιδοτήσεις επιτοκίου και άλλα μέτρα) τις επιχειρήσεις που έκαναν επενδύσεις στα Βαλκάνια. Και δόθηκαν τέτοια κίνητρα σε ελληνικές επιχειρήσεις, που έκαναν επενδύσεις στην Αλβανία, στη Βουλγαρία, στη Γιουγκοσλαβία κλπ. περιοχές ιδιαίτερα ελκυστικές για το μεγάλο κεφάλαιο - όπου τα φτηνότερα μεροκάματα τους εξασφάλιζαν μεγαλύτερα κέρδη. (Αλήθεια, μήπως η κυβέρνηση πριμοδότησε και το νέο εργοστάσιο που ιδρύει η ΠΑΛΚΟ στη Βουλγαρία, σε αντικατάσταση του εργοστασίου που έκλεισε στην Αθήνα;).