ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 25 Νοέμβρη 2001
Σελ. /32
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΕΣ ΔΑΠΑΝΕΣ- ΔΗΜΟΣΙΟ ΧΡΕΟΣ
Τα μεγάλα «πιράνχας» του δημόσιου χρήματος

Τα τοκοχρεολύσια και οι στρατιωτικές δαπάνες «τρώνε» πάνω από το μισό προϋπολογισμό του κράτους (για να γίνονται πλουσιότεροι οι τραπεζίτες, οι πολεμικές βιομηχανίες και γενικότερα το μεγάλο κεφάλαιο) και πάνω από το 103% των φορολογικών εσόδων

Το μεγαλύτερο μέρος του προϋπολογισμού σχετικά με τις δαπάνες του ελληνικού δημοσίου, που πέφτουν στις πλάτες των πλατιών λαϊκών στρωμάτων, των ανθρώπων του μόχθου και της δουλιάς, ήταν και παραμένει αυτό που σχετίζεται με τις υπέρογκες δαπάνες που καταβάλλονται κάθε χρόνο για τους στρατιωτικούς (ΝΑΤΟικού χαρακτήρα) εξοπλισμούς και την εξυπηρέτηση του δημόσιου χρέους. Οι δυο αυτές βασικές κατηγορίες δαπανών αποτελούν στην ουσία τα μεγάλα «πιράνχας» που ροκανίζουν συστηματικά το δημόσιο χρήμα και εξασφαλίζουν αθόρυβα τη μεταφορά χρήματος από τα λαϊκά εισοδήματα στις τσέπες των τραπεζιτών και γενικότερα του μεγάλου κεφαλαίου. Φτάνει μόνο να αναφερθεί ότι για το 2002, με βάση τον προϋπολογισμό που κατατέθηκε την Τετάρτη στη Βουλή, οι στρατιωτικές μαζί με τις δαπάνες εξυπηρέτησης του δημόσιου χρέους (τοκοχρεολύσια) θα «φάνε» το σύνολο (το 103,1%) των φόρων που θα εισπράξει το κράτος και το 55,2% των συνολικών δαπανών του προϋπολογισμού.

Αυτό προκύπτει από την επεξεργασία των επίσημων στοιχείων του κρατικού προϋπολογισμού 2002, που επεξεργάστηκε και παρουσιάζει σήμερα ο «Ρ» (βλέπε σχετικό πίνακα).

Σύμφωνα με τα στοιχεία αυτά, η κυβέρνηση προϋπολόγισε ότι το 2002:

  • Οι δαπάνες για την εξυπηρέτηση του δημόσιου χρέους (τόκοι, χρεολύσια και άλλα έξοδα που θα πληρώσει το κράτος στους τραπεζίτες και άλλους μεγαλοεισοδηματίες - δανειστές του) θα ανέλθουν στο ποσό των 29.271 εκατ. ευρώ, από 20.666,18 εκατ. ευρώ φέτος. Θα αυξηθούν δηλαδή κατά 41,6% ή κατά 8.604,82 εκατ. ευρώ, ποσό που είναι ίσο με τις συνολικές δαπάνες χρηματοδότησης της εκπαίδευσης και της κοινωνικής ασφάλισης!
  • Οι στρατιωτικές δαπάνες (έξοδα για το στρατό, αγορά εξοπλιστικών προγραμμάτων, πολεμοφοδίων και άλλες υποχρεώσεις ΝΑΤΟικού χαρακτήρα που πληρώνονται από το ταμείο του ελληνικού κράτους) θα ανέλθουν στο ποσό των 7.118,27 εκατ. ευρώ, έναντι 6.527,35. εκατ. ευρώ φέτος. Προβλέπεται δηλαδή να αυξηθούν κατά 9,1%.

Δηλαδή, οι στρατιωτικές δαπάνες μαζί με τις δαπάνες εξυπηρέτησης του δημόσιου χρέους προβλέπεται να αυξηθούν κατά 9,2 δισ. ευρώ ή 33,8% και να διαμορφωθούν στο ποσό των 36,4 δισ. ευρώ (περίπου 12,4 τρισεκατομμύρια δραχμές)!

Υπενθυμίζουμε ότι για το 2002 η κυβέρνηση προϋπολογίζει να εισπράξει συνολικά από φόρους (χωρίς τα έσοδα από ιδιωτικοποιήσεις και εισπράξεις από την ΕΕ) το ποσό των 35.283, 93 δισ. ευρώ (12,02 δισ. τρισ. δραχμές) και να δαπανήσει για λειτουργία της κρατικής μηχανής (σύνολο δαπανών γενικού κρατικού προϋπολογισμού) το ποσό των 65.901 δισ. ευρώ (23,9 τρισ. δραχμές).

Με βάση τα παραπάνω δεδομένα προκύπτει ότι το 2002, οι δαπάνες εξυπηρέτησης του δημόσιου χρέους μαζί με τις στρατιωτικές δαπάνες:

-- Αντιπροσωπεύουν το 26,1% του ΑΕΠ. έναντι 20,8% πέρσι. Δηλαδή, όλη η αύξηση του ΑΕΠ του 2001 και η μισή αύξηση του ΑΕΠ του 2002, θα πάει για την κάλυψη των στρατιωτικών δαπανών και την εξυπηρέτηση του δημόσιου χρέους.

-- θα απορροφήσουν το σύνολο των φορολογικών εσόδων (103,1%) και τη διαφορά των 3 μονάδων (περίπου 2 δισ. ευρώ) που υπολείπεται, η κυβέρνηση θα φροντίσει να την καλύψει από άλλες πηγές -εκτός φορολογίας- όπως η εκποίηση της δημόσιας περιουσίας (ιδιωτικοποιήσεις, μετοχοποιήσεις, πωλήσεις ακίνητης περιουσίας του δημοσίου κλπ).

-- θα απορροφήσουν πάνω από το 55% των συνολικών δαπανών του κράτους. Συγκεκριμένα, από το συνολικό ποσό των 65.901 δισ. ευρώ που προϋπολογίζει να δαπανήσει η κυβέρνηση το 2002, το 55,2% των δαπανών αυτών θα πάνε για την πληρωμή τοκοχρεολυσίων και στρατιωτικές δαπάνες.

Η εξαετία 1996 - 2002

Ενδιαφέρον παρουσιάζουν και τα στοιχεία του πίνακα, που εμφανίζουν την εξέλιξη των στρατιωτικών δαπανών και των δαπανών εξυπηρέτησης του δημόσιου χρέους, στην περίοδο διακυβέρνησης της χώρας από το «νέο» ΠΑΣΟΚ. Δηλαδή από το 1996 ως σήμερα, που επικεφαλής του ΠΑΣΟΚ και πρωθυπουργός της χώρας είναι ο «εκσυγχρονιστής» Κ. Σημίτης.

Από τα στοιχεία του πίνακα προκύπτουν τα εξής, άκρως αποκαλυπτικά:

Πρώτον, η Ελλάδα δαπανά το μεγαλύτερο ποσοστό του εγχώριου πλούτου (ΑΕΠ) για στρατιωτικές δαπάνες σε σχέση με το μέσο όρο τόσο των ευρωπαϊκών χωρών - μελών του ΝΑΤΟ, όσο και όλων μαζί (των 19 ευρωπαϊκών και μη) χωρών - μελών της Συμμαχίας, σε όλη την περίοδο από το 1996 μέχρι σήμερα. Να σημειωθεί, μάλιστα, πως ενώ στις ευρωπαϊκές- αλλά και εκτός Ευρώπης- χώρες - μέλη του ΝΑΤΟ ο μέσος όρος των στρατιωτικών δαπανών (σαν ποσοστό του ΑΕΠ) παρουσιάζει συνεχή πτώση, στην Ελλάδα σκαρφαλώνει χρόνο με το χρόνο σε όλο και πιο ψηλά επίπεδα. Συγκεκριμένα, στις 19 χώρες - μέλη του ΝΑΤΟ (στην παρένθεση οι ευρωπαϊκές χώρες - μέλη του ΝΑΤΟ) οι στρατιωτικές δαπάνες σαν ποσοστό του ΑΕΠ, από 3,5% (2,6%) που ήταν στην περίοδο 1990 - 1994, μειωνόταν σταθερά κάθε χρόνο για να περιοριστεί το 2000 στο 2,5% (2,1%). Αντίθετα, στην Ελλάδα οι στρατιωτικές δαπάνες «τρώνε» κάθε χρόνο όλο και μεγαλύτερο κομμάτι του παραγόμενου εγχώριου πλούτου. Συγκεκριμένα, από 4,4% του ΑΕΠ που ήταν στην περίοδο 1990 - 1994, το ποσοστό αυτό ανέβαινε κάθε χρόνο σε πιο ψηλά επίπεδα για να φτάσει το 2000 στο 4,9%. Για φέτος και το 2002 - που δεν υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία - εκτιμούμε πως οι στρατιωτικές δαπάνες θα περάσουν το 5% (το 2001) και το 5,1% (το 2002), καθώς υπάρχουν σε εξέλιξη τα νέα εξοπλιστικά προγράμματα του υπουργείου Εθνικής Αμυνας. Αυτό το ομολογεί και η κυβέρνηση, επισημαίνοντας με την εισηγητική έκθεση του Ν. Χριστοδουλάκη για τον προϋπολογισμό του 2002 (σελίδα 15) πως «οι αμυντικές δαπάνες της χώρας μας ως ποσοστό του ΑΕΠ αυξάνονται στο 4,9% το 2000 και είναι υπερδιπλάσιες του μέσου όρου των ευρωπαϊκών χωρών - μελών του ΝΑΤΟ»!

Δεύτερον, παρά την πιστή τήρηση των αντιλαϊκών πολιτικών μονόπλευρης λιτότητας από την πλευρά της κυβέρνησης, το δημόσιο χρέος, όχι μόνο δε μειώνεται αλλά διογκώνεται συνεχώς σε όλο και πιο ψηλά επίπεδα, απαιτώντας ταυτόχρονα και μεγαλύτερα ποσά για την εξυπηρέτησή του. Ετσι, παρατηρούμε ότι οι δαπάνες για τοκοχρεολύσια, που το 1996 αντιπροσώπευαν το 27,5% του ΑΕΠ, περιορίστηκαν στα επόμενα χρόνια, με διάφορα «τεχνάσματα» και τη λεγόμενη «δημιουργική λογιστική». Αποτελεί κοινό μυστικό για παράδειγμα, ότι η κυβέρνηση Σημίτη - στην προσπάθειά της να εμφανίσει μειωμένα τα ελλείμματα του προϋπολογισμού ή και να εμφανίσει πλεονάσματα - προχώρησε στη μετάθεση εξόφλησης τοκοχρεολυσίων για τα επόμενα χρόνια. Ετσι εξηγείται, σε μεγάλο βαθμό, το γεγονός ότι οι δαπάνες για τοκοχρεολύσια, σαν ποσοστό του ΑΕΠ, μειώθηκε στο 24,4% το 1997, στο 22,6% το 1998, στο 21,3% το 1999, το 2002 ανέβηκαν στο 23,6% για να πέσουν ξανά το 2001 στο 20,8%. Ομως, φαίνεται ότι τώρα - που η κυβέρνηση έβαλε τη χώρα στην ΟΝΕ - ήρθε η ώρα να πληρωθεί ο λογαριασμός. Δεν είναι τυχαίο, ότι οι δαπάνες για την εξυπηρέτηση του δημόσιου χρέους, προβλέπεται να εκτιναχτούν το 2002 στα ύψη και να «φάνε» το 26% του ΑΕΠ.

Με βάση τη μέχρι σήμερα εμπειρία, η φιλοδοξία της κυβέρνησης Σημίτη για «μείωση του δημόσιου χρέους σαν ποσοστό του ΑΕΠ στο 50% το 2010» - που αναγράφεται και στην εισηγητική έκθεση του προϋπολογισμού του υπουργού Οικονομικών Ν. Χριστοδουλάκη - είναι εξωπραγματική και ακούγεται σαν κακόγουστο αστείο. Οπως κακόγουστο αστείο, θεωρείται και ο ισχυρισμός των κυβερνώντων πως με τον κρατικό προϋπολογισμό του 2002, γίνεται «δικαιότερη κατανομή των φορολογικών βαρών» και δήθεν «ενισχύεται ο κοινωνικός χαρακτήρας της πολιτικής της». Είναι βέβαιο, πως για όσο διάστημα θα συνεχίζεται η συγκεκριμένη πολιτική, οι κυβερνώντες θα συμπιέζουν σε όλο και πιο χαμηλά επίπεδα την αγοραστική δύναμη των εργαζομένων, θα σφαγιάζουν τις δαπάνες κοινωνικού χαρακτήρα, θα αυξάνουν τη φορολογία για τα πλατιά λαϊκά στρώματα, προκειμένου να ανταποκριθούν στις αυξημένες στρατιωτικοΝΑΤΟικές δαπάνες και τις δαπάνες εξυπηρέτησης του δημόσιου χρέους. Μόνη ελπίδα για τους εργαζόμενους και τα πλατιά λαϊκά στρώματα - που είναι τα μεγάλα θύματα αυτής της λιτότητας - αποτελεί η συσπείρωση και ο συντονισμένος αγώνας, για την ανατροπή αυτής της πολιτικής, από την οποία κερδίζει μόνο το μεγάλο κεφάλαιο.


Λάμπρος ΤΟΚΑΣ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ